20 Ιουλ 2012

Τι όμορφη που ήταν η Αθήνα πριν τους μετανάστες!


Τι όμορφη που ήταν η Αθήνα πριν τους μετανάστες! 









 Μεγάλωσα σε μια γειτονιά της Αθήνας, από αυτές που τώρα είναι γεμάτες μετανάστες. Εκείνα τα χρόνια, πριν την μαζική εισροή μεταναστών τη δεκαετία του '90 και εντεύθεν, υπήρχαν ξένοι στη γειτονιά. Θυμάμαι είχαμε αρκετούς μαύρους από την Αφρική, δεν ξέρω από ποιες χώρες συγκεκριμένα. Αυτοί οι άνθρωποι σε τίποτα δεν πειράζανε κανέναν, ούτε ποτέ είχε ακουστεί τίποτα, ούτε και κανείς διαμαρτυρόταν. 






 Εκείνο που με ενοχλούσε σαν παιδί στη γειτονιά μου, ήταν ο συντηρητισμός, που έφτανε έως τον φασισμό που κυριαρχούσε! Άλλος θα το έλεγε μικροαστισμό, αλλά αυτή η έκφραση μπορεί να έχει και ανώδυνες εκδοχές, έως και χαριτωμένες και έτσι δεν ξέρω αν αποδίδει αυτό που αισθανόμουν στην ατμόσφαιρα. 


 Στο σχολείο, το δημοτικό, όλοι οι συμμαθητές πηγαίνανε στο κατηχητικό. Έξω από την πύλη της σχολικής αυλής πουλούσαν αυτά τα θρησκευτικά περιοδικά, που δεν θυμάμαι τον τίτλο τους, γιατί ποτέ μου δεν αγόρασα, αλλά μπορεί να ήταν κάτι σαν Η φωνή του Κυρίου, Ο κόσμος του παιδιού, ή κάτι παρόμοιο. 






 Η γειτονιά ήταν γεμάτη χαφιέδες, από αυτούς που αφθονούσαν στην Ελλάδα, τόσο κατά τη διάρκεια της Χούντας, όσο και μετά, φθίνοντας φυσικά αυτό το φαινόμενο με το πέρασμα των χρόνων. Ο χαφιές ήταν κάποιος φτωχός άνθρωπος, δεν ήταν από αυτούς που κατοικούσαν στα ρετιρέ της περιοχής, το αντίθετο: ήταν ο περιπτεράς, ο θυρωρός, που κοίταζε φαίνεται, με τη συνεργασία του με την αστυνομία, καρφώνοντας τίποτα αριστερούς, κομμουνιστές κ.λ.π. να βγάζει κανένα χαρτζιλίκι, να επιβιώνει. Από αυτά τα στρώματα αντλούν ανθρώπους αυτοί οι μηχανισμοί της εξουσίας. Η ελίτ δεν λερώνει τα χέρια της, στέκεται παραέξω, είναι αυτή για την οποία δουλεύουν όλοι οι κακομοίρηδες, γλείφτες, γεννημένοι δούλοι. 






 Στο γυμνάσιο είχαμε φασίστες, παιδιά οργανωμένα σε διάφορων ειδών περίεργες οργανώσεις, με περίεργες δραστηριότητες. Θυμάμαι στον τοίχο του σχολείου ζωγραφισμένο έναν αγκυλωτό σταυρό. Και αυτά τα παιδιά που ήταν φασιστάκια, και αυτά προέρχονταν είτε από φτωχές οικογένειες είτε από μικροαστικές ή ξεπεσμένα μεσαία στρώματα. 






 Όλο αυτό το περιβάλλον ήταν αποπνικτικό, για έναν άνθρωπο που δεν θέλει να μοιάσει και έτσι να ενταχθεί εκεί. Το αισθανόσουν κάπου στον αέρα να πνέει, τον φόβο, μην μιλήσεις, μην πεις ακριβώς αυτό που σκέφτεσαι, μην φανεί πως έχεις αριστερές ιδέες, πως πας σε πορείες ή πως δεν πατάς ποτέ το πόδι σου στην εκκλησία. 






 Το ένιωθες ακόμα στον κυρίαρχο ατομισμό και την εγκατάλειψη κάθε τι δημόσιου. Δεν υπήρχε έννοια του δημόσιου χώρου και ακόμα περισσότερο της κοινής οργάνωσης και δράσης. Αυτά ήταν κάτι άγνωστο. 






 Σιγά σιγά αυτός ο, με όλους τους τρόπους υποβαλλόμενος φόβος, υπότασσε τον καθένα στον κυρίαρχο, έμμεσα υπαγορευόμενο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς και εξασθενούσε κάθε ψήγμα αντίδρασης και διαφοροποίησης. Ο φόβος σκέπαζε ακόμα και την εντός της ιδιωτικής οικίας ζωή. Ποια ιδιωτική ζωή βέβαια, όταν ο θυρωρός παραφυλάει και κρυφακούει από το φωταγωγό το κάθε τι; 






 Κάπως έτσι ήταν η γειτονιά που μεγάλωσα. Έφαγε ή ίδια τα σωθικά της, η ίδια καταβρόχθισε κάθε τι ζωογόνο. Ο συντηρητισμός, μαζί με τον αδελφό του τον φόβο, η φοβέρα και η σκλαβιά που λέει ο εθνικός μας ύμνος, το μακρύ χέρι των νικητών του εμφυλίου σε κάθε γειτονιά, σε κάθε δρόμο, σε κάθε σχολείο, σε κάθε σπίτι, συνέχιζε να βρωμίζει και να διαβρώνει τα σπλάχνα της κοινωνίας. 






 Ποτέ κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε για τις διανοίξεις δρόμων μεγάλης κυκλοφορίας, χωρίς σχέδιο, χωρίς μέριμνα, από όπου διέρχονταν τα φορτηγά τροφοδότησης των μεγάλων αλυσίδων super market και που κατέστρεφαν τη γαλήνη των περιοχών κατοικίας. Ποτέ κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε για την πολεοδομική νομοθεσία που έδινε ύψη και συντελεστές δόμησης τέτοιους, ώστε να μην απομένει πράσινο και ήλιος για τις κατοικίες. Ποτέ κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε για την ανεξέλεγκτη κυριαρχία του ΙΧ και την υποβάθμιση των δημόσιων μέσων μεταφοράς, για τον αφανισμό ουσιαστικά του δημόσιου χώρου, είτε ως χώρους κίνησης και μεταφοράς, είτε αναψυχής και πολιτισμού. 






 Ο καθένας βίωνε ατομικά τον συλλογικό ξεπεσμό μας σε μηχανές κατανάλωσης εμπορευμάτων κάθε είδους. Τα παλιά σινεμά εγκαταλείφθηκαν είτε γίνανε μπιλιαρδάδικα και videoclub. Η ευτυχία συμπυκνωνόταν όλο και περισσότερο στην οικονομική σου δυνατότητα να αποκτήσεις homecinema, hifi ηχοσύστημα, τελευταίο μοντέλο ΙΧ, και τέλος να μετοικίσεις στα Βόρεια Προάστια, κουβαλώντας μαζί σου τον ίδιο αυτό ατομιστή, καιροσκόπο, φιλοτομαριστή, συντηρητικό και επί της ουσίας φασίστα εαυτό σου. 






 Κάπως έτσι ήταν η Αθήνα πριν τη μεταναστευτική έξαρση των τελευταίων δυο δεκαετιών. 






 Είχε ήδη καταστραφεί από τα μέσα. Η ιστορία της κάθε γειτονιάς είναι η ιστορία αυτής της χώρας, μιας χώρας που ποτέ δεν βίωσε πραγματική ελευθερία. Σε αυτή τη χώρα κάθε τι προοδευτικό βρισκόταν πάντα υπό διωγμό, ακόμα και φυσική εξόντωση. 






 Οι νικητές του εμφυλίου, οι δοσίλογοι, μαυραγορίτες και συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, κέρδισαν, με τη βοήθεια των μεγάλων δυνάμεων και το μοίρασμα του κόσμου σε ζώνες επιρροής τους. Μέσα εκεί επιβίωσαν όσοι υποτάχθηκαν, σύρθηκαν στα πόδια της οικονομικής ελίτ και των κυρίαρχων τάξεων, οι μικροαστοί, η ενδιάμεση τάξη που τρώει και αυτή ένα μέρος των κερδών, προκειμένου να παραφυλάει τα σύνορα του συστήματος, μη και σπάσουν και αλωθούν από πιθανούς επαναστάτες και αντάρτες. 






 Και κάτω κάτω, στους φτωχούς, και εκεί μέσα ακόμη βρίσκονται δούλοι έτοιμοι να σκύψουν και να υπηρετήσουν. Μέσα σε κάθε τάξη υπάρχουν αυτοί που υπηρετούν τη διαιώνιση του συστήματος εκμετάλλευσης και κάποιοι που αντιστέκονται και διαφοροποιούνται. Απλώς, όσο πιο κάτω βρίσκεσαι, τόσο κάνεις πιο πολύ τη χαμαλοδουλειά, που μπορεί να φτάνει μέχρι τους φόνους. Η ελίτ κρατά για τον εαυτό της το ρόλο του αφανούς πάντα, ηθικού αυτουργού, όντας η πιο "έξυπνη" τάξη δηλαδή η πιο βίαιη! 






 Αν αφαιρούσαμε όλα αυτά τα υποκείμενα από τη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων, τότε θα απέμενε η πραγματική της ομορφιά, η ελληνική φύση, η αττική γη, το ωραιότερο τοπίο του κόσμου, ο γαλάζιος ουρανός, η θάλασσα του Πειραιά στο βάθος, τα γύρω βουνά του λεκανοπεδίου, το παλίμψηστο του πολιτισμού χιλιάδων ετών, αυτού που έχτισαν οι εργάτες και οι τεχνίτες με τα χέρια και την ψυχή τους, και οι καλλιτέχνες δημιουργοί με τα μάτια και το νου της καρδιάς.






 Πηγή : Κεράσια και Κρίνοι via tvxs
 Αναρτήθηκε από Praxis red  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ