4 Ιουλ 2013

Τι υπηρετούν τα σχέδια στην αμυντική βιομηχανία;

Τι υπηρετούν τα σχέδια στην αμυντική βιομηχανία;
-- Πού στοχεύει η «αναδιάρθρωση» της αμυντικής βιομηχανίας από την κυβέρνηση;
Η πολιτική της χώρας στον τομέα της άμυνας και της πολεμικής βιομηχανίας υποτάσσεται στους σχεδιασμούς και στις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, το ΝΑΤΟ, καθώς και τις ανάγκες του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου, που δραστηριοποιείται σε αυτόν τον τομέα. Η προσαρμογή και ο σχεδιασμός των Ενόπλων Δυνάμεων και της πολεμικής βιομηχανίας στις παραπάνω ανάγκες και κατευθύνσεις (π.χ. εξοπλισμοί με βάση τις ΝΑΤΟικές ανάγκες), πέραν των συνολικών επιπτώσεων στο σύνολο των πολεμικών βιομηχανιών και της ναυπηγικής βιομηχανίας, είχε και έχει σοβαρές επιπτώσεις και για τα εργοστάσια των «Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων» (ΕΑΣ). H Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι οι αμυντικές της δαπάνες συνιστούσαν την περίοδο 2002-2006 το 6,4% των συνολικών δημόσιων δαπανών, ποσοστό υπερδιπλάσιο από το μέσο όρο της ΕΕ (άλλη μια απόδειξη ότι οι εξοπλισμοί υπηρετούν το δόγμα του ΝΑΤΟ για επιθετικούς ιμπεριαλιστικούς πολέμους), καλύπτει ένα πολύ μικρό κομμάτι των δαπανών αυτών από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Το 2009 αποτελούσε τον 5ο μεγαλύτερο εισαγωγέα αμυντικών συστημάτων, καλύπτοντας το 4% της συνολικών εισαγωγών αμυντικού υλικού στον κόσμο. Αμερικανοί, Γερμανοί και Γάλλοι, καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος των ελληνικών εισαγωγών, διαθέτοντας το 74% των όπλων που αγόρασε η χώρα την περίοδο 1998 - 2008. Βεβαίως, ολ' αυτά δείχνουν ότι στην εποχή του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών πολέμων, η αμυντική βιομηχανία, πιο σωστά η πολεμική βιομηχανία, είναι προσαρμοσμένη σ' αυτούς και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα λαϊκά συμφέροντα. Δηλαδή, ο λαός πρέπει να είναι αντίθετος με την ανάπτυξη τέτοιων πολεμικών βιομηχανιών, επειδή είναι αντίθετος με τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Βεβαίως, όσο υπάρχει καπιταλισμός και η ανάγκη οργάνωσης της άμυνας της χώρας σ' αυτό το σύστημα, οι εξοπλισμοί δεν μπορεί να επαφίενται στα ιδιωτικά μονοπώλια, αλλά να είναι υπόθεση κρατικής βιομηχανίας, όπως με τα ΕΑΣ, την ΕΒΟ, την ΕΑΒ κλπ. Γιατί διαφορετικά ο λαός χρυσοπληρώνει πανάκριβο αμυντικό υλικό -αυτό γίνεται τώρα-, συχνά ακατάλληλο για τη γεωγραφία του ελλαδικού χώρου και τις αμυντικές ανάγκες.
Κριτήριο αγοράς αυτού του υλικού, δεν είναι η θωράκιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά οι ανάγκες των ιμπεριαλιστικών οργανισμών, στους οποίους είναι ενταγμένη η χώρα, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης. Επίσης, οι ανάγκες της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων κατασκευής του αμυντικού υλικού, των εισαγωγέων και μερικών ελληνικών επιχειρήσεων, που δρουν ως υποκατασκευαστές αυτών των ομίλων. Η κατάσταση αυτή καθιστά αμφισβητούμενη ακόμα και τη θεωρητική δυνατότητα αξιοποίησης του εισαγομένου αμυντικού υλικού για τη διασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, καθώς η χρήση του είναι ελεγχόμενη από τα μονοπώλια που το κατασκευάζουν. Η συμμετοχή ορισμένων ελληνικών ομίλων ως υποκατασκευαστών, δεν αλλάζει τα παραπάνω, αφού αναλαμβάνουν την παραγωγή ορισμένων τμημάτων, χωρίς συνολική γνώση, δυνατότητα σχεδιασμού ή αυτοτελούς παραγωγής αμυντικού υλικού. Ουσιαστικά, εντάσσονται σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους παραγωγής αμυντικού υλικού και η πορεία αλλά και οι απόψεις τους συνταυτίζονται με αυτές των μητρικών εταιρειών. Οι δεσμεύσεις και κατευθύνσεις της ΕΕ επιδεινώνουν αυτήν την κατεύθυνση. Ο περίφημος περιορισμός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 296 της Συνθήκης της ΕΕ, που προωθεί ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Αμυνας, σημαίνει ολοκληρωτική απελευθέρωση της κίνησης εμπορευμάτων και στον τομέα αυτό. Μαζί με την απαγόρευση της κατασκευής υλικού για ειρηνικούς σκοπούς (τρένα, αυτοκίνητα, άλλα μέσα παραγωγής κλπ) στα εργοστάσια της αμυντικής βιομηχανίας και σε συνάρτηση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία που προβλέπει κυρώσεις σε περίπτωση που ένα κράτος χρηματοδοτήσει κατασκευαστικά προγράμματα στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, τα εργοστάσια που έχουν απομείνει θα συρρικνωθούν παραπέρα και τελικά θα συγχωνευτούν με μονοπωλιακούς ομίλους αμυντικού υλικού.
Η προώθηση της ιδιωτικοποίησης των «Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων», που σχεδιάζει η κυβέρνηση, κινείται στην ίδια κατεύθυνση. Γίνεται για τη δημιουργία νέων επενδυτικών πεδίων τοποθέτησης υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων των μονοπωλιακών ομίλων. Θα συνοδευτεί από επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων των εργαζόμενων, κύματα απολύσεων, σημαντική αύξηση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών και υλικών προς το ελληνικό κράτος, που μετακυλίεται στις πλάτες των εργαζόμενων. Για παράδειγμα, η αντιμετώπιση της Πολεμικής Αεροπορίας ως έναν ακόμα πελάτη από την ΕΑΒ, είχε ως αποτέλεσμα την αδυναμία συντήρησης μιας σειράς πτητικών μέσων.
Στις σημερινές συνθήκες, και για το μεσοπρόθεσμο μέλλον, έως ότου ο πόλεμος εξαφανιστεί ανεπίστρεπτα από τον πλανήτη, έως δηλαδή την πλήρη κυριαρχία του κομμουνιστικού κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού, η κατοχύρωση και υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, η διασφάλιση της εδαφικής της κυριαρχίας, αποτελούν βασικές προτεραιότητες της πρότασης εξουσίας που καταθέτει το ΚΚΕ στο λαό. Προϋποθέτει όμως ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, αποδέσμευση από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και εργατικό έλεγχο. Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, ο ενιαίος φορέας αμυντικής βιομηχανίας θα είναι σε θέση να σχεδιάζει και να παράγει τον κατάλληλο αμυντικό εξοπλισμό, μηχανολογικό υλικό για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών σε καιρό ειρήνης, να συνάπτει αμοιβαία επωφελείς για τους λαούς διακρατικές συνεργασίες, να βασίζεται στην επιστημονική και τεχνική έρευνα, στα πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα. Στα πλαίσια αυτά, η παραγωγή σύγχρονου αμυντικού υλικού δε θα βρίσκεται σε αντιπαράθεση με την παραγωγή εμπορευμάτων και μέσων παραγωγής για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Αντίθετα, η εγχώρια αμυντική βιομηχανία θα βασίζεται στα τεχνικά, τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα της κοινωνικής παραγωγής συνολικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ