Η πορνογραφία των όπλων
Μ' ένα όπλο, μπορείς κατά βάση να κάνεις τα εξής πράγματα:
1. Να το συντηρείς.
3. Να το κρατάς και να το επιδεικνύεις.
4. Να το στρέφεις εναντίον άλλων.
5. Να το στρέφεις εναντίον του εαυτού σου.
Νομίζω πως ήταν ο Ρολάντ Μπαρτ που πρώτος απευθύνθηκε στο ζήτημα του
εξαιρετικά βαρετού χαρακτήρα των οργίων στα μυθιστορήματα του Ντε Σαντ,
και ιδιαίτερα στις 120 ημέρες στα Σόδομα, όπου οι ελευθέριοι και
τα θύματά τους σηκώνονται κάθε μέρα για ένα αυστηρά ρυθμισμένο πρόγραμμα
περιπτύξεων και βασανιστηρίων, που κινούν τον χρόνο μηχανικά, σαν τα
γρανάζια ενός ρολογιού: σοδομισμός, κοπροφαγία, ουρολαγνία, αιμομιξία,
παρτούζα· στις φωτογραφίες απ' την "ζωή" των Χρυσαυγιτών, ο σαδικός
ψυχαναγκασμός της ηδονής μεταφράζεται στην αντίστοιχη ρουτίνα: συντήρηση
του όπλου, χρήση του όπλου, θώπευση του όπλου, στρέψιμο του όπλου σε
άλλους, στρέψιμο του όπλου στον εαυτό.
Μεταξύ της πορνογραφίας και της οπλομανίας, σχέσης της οποίας τα θεμέλια εδραιώνονται στον στρατό, χώρο συνάντησης της τσόντας και του G3, η διαλεκτική διαμεσολάβηση λέγεται ανία. Η ατέλειωτη βαρεμάρα του αστικού στρατού, η στέρηση του στρατιώτη από ερεθίσματα άλλα από την καθημερινή ρουτίνα ασκήσεων, παραγγελμάτων, μικρών ή μεγαλύτερων εξευτελισμών της προσωπικότητας και κενού από κάθε περιεχόμενο χρόνου, οι στρεβλώσεις και οι εμμονές που αυτό ενθαρρύνει και καλλιεργεί, αποτελούν το γόνιμο έδαφος για την αρχική σπορά και την πρώτη άνθιση του φασισμού ως εξύψωσης της ψυχικής παράλυσης σε ιδεολογία, σε επιβεβλημένο και επιβεβλητέο σκοπό της ζωής.
Μεταξύ της πορνογραφίας και της οπλομανίας, σχέσης της οποίας τα θεμέλια εδραιώνονται στον στρατό, χώρο συνάντησης της τσόντας και του G3, η διαλεκτική διαμεσολάβηση λέγεται ανία. Η ατέλειωτη βαρεμάρα του αστικού στρατού, η στέρηση του στρατιώτη από ερεθίσματα άλλα από την καθημερινή ρουτίνα ασκήσεων, παραγγελμάτων, μικρών ή μεγαλύτερων εξευτελισμών της προσωπικότητας και κενού από κάθε περιεχόμενο χρόνου, οι στρεβλώσεις και οι εμμονές που αυτό ενθαρρύνει και καλλιεργεί, αποτελούν το γόνιμο έδαφος για την αρχική σπορά και την πρώτη άνθιση του φασισμού ως εξύψωσης της ψυχικής παράλυσης σε ιδεολογία, σε επιβεβλημένο και επιβεβλητέο σκοπό της ζωής.
Η Χρυσή Αυγή δημιουργεί πορνογραφικό υλικό με μοναδική πρώτη ύλη την
τέλεια ανιαρότητα του θανάτου. Κατασκευάζει πορτραίτα της
επιδειξιομανούς ανιαρότητας της προσωπικότητας του φασίστα. Αυτή η
παράδοση στην ανία, η οποία αποτελεί ένα είδος καταδίκης και απόρριψης
της ζωής --ίσως το πιο τελεσίδικο-- βρίσκεται, από ό,τι φαίνεται, στην
καρδιά του φασιστικού ψυχισμού. Στις διεργασίες αυτού του ψυχισμού, η
ψυχική αναπηρία, η ανικανότητα του υποκειμένου να αντλήσει ευχαρίστηση ή
έμπνευση από τη ζωή, μετατρέπεται σε δευτερογενή ηδονή. Η φασιστική
ανιαρότητα, ως προέκταση εκτός στρατοπέδου της συστημικής ανιαρότητας
της στρατιωτικής ζωής --της οποίας ο στόχος είναι η ψυχική και
συναισθηματική νέκρωση ως προετοιμασία για τον φόνο και τον θάνατο--
εκφράζεται με τη μορφή του πανομοιότυπου και ατέρμονα επαναλαμβανόμενου
δεκάδων φωτογραφιών που απεικονίζουν έναν από τους 5 παραπάνω εφικτούς
συνδυασμούς σώματος και όπλου.
Στις φωτογραφίες αυτές συναντιούνται όσοι έχουν ήδη περάσει από τη διαδικασία ψυχικής απονέκρωσης στον ίδιο τον στρατό με αυτούς που την περνούν έξω από τις πύλες των στρατοπέδων, στις ίδιες τις πόλεις. Και είναι αυτό το στοιχείο, η κένωση δηλαδή της "εκτός των πυλών", "ελεύθερης" ζωής από κάθε εγγενές ενδιαφέρον, ο θρίαμβος της αναπηρίας της στρατιωτικής ζωής στην υποτιθέμενα ανεμπόδιστη "ιδιωτική ζωή", που επιτρέπει, στο ψυχικό και διαθετικό επίπεδο, το χαρακτηριστικό στον φασισμό πέρασμα από τις στρατιωτικές ομάδες και τις ομάδες απόστρατων σε πολιτικό "κίνημα." Ενώ το έλλογο κίνητρο του φασισμού είναι η εξάλειψη του οικονομικού ανταγωνισμού για μια πίττα που μικραίνει μέσα από την εξάλειψη μειονοτήτων, αλλοεθνών, μεταναστών και πολιτικών αντιπάλων, και, ταυτόχρονα, η πειθάρχηση της εργασίας σε στρατιωτικά πρότυπα ώστε να επιτευχθεί οικονομική ανάκαμψη, ο ιρρασιοναλιστικός του πυρήνας, που πάντα συνοδεύει την δυνατότητα αυτού του κινήτρου να ηγεμονεύσει κοινωνικά, συνίσταται μάλλον στην απουσία οποιουδήποτε κινήτρου, στην αυτιστική απόσυρση από τις κοινωνικές σχέσεις, στην αποτυχία άντλησης ηδονής από τη ζωή και τις διαφορετικές της εκφάνσεις, στην αναζήτηση, τελικά, του θανάτου ως οικουμενικής διεξόδου.
Δεν είναι απλώς το γεγονός ότι ο φασισμός έστρεψε κυριολεκτικά το όπλο στον εαυτό του όταν δεν μπορούσε πια να το στρέψει στους άλλους -- οι αυτοκτονίες, δηλαδή, πολλών από τους Ναζί όταν είδαν την ήττα να έρχεται. Ακόμα και οι φασίστες που διέφυγαν σύλληψης μετά την κατάρρευση του καθεστώτος τους, αυτοί οι οποίοι κρύφτηκαν, άλλαξαν ονόματα και παρελθόντα, και προσπάθησαν να ζήσουν μια "φυσιολογική" ζωή, δεν το κατάφεραν παρά διατηρώντας τη μία ή την άλλη μορφή κρυφής νοσταλγίας για τις "παλιές, καλές μέρες" της θανατολαγνείας, είτε με την μορφή κρυμμένων "αναμνηστικών", είτε με αυτή συναντήσεων με την "παλιοπαρέα" για από κοινού ενθυμήσεις "κατορθωμάτων" -- δηλαδή, επαφών με το θάνατο και την καταστροφή σωμάτων.
Όμως εδώ ακριβώς, τελικά, αποκαλύπτεται στην πλήρη του μορφή αυτό που αποκαλούμε "σάπισμα" του καπιταλισμού, δηλαδή διαμεσολάβηση των ίδιων του των ζωτικών λειτουργιών (κίνηση, ανάπτυξη, κλπ) από τον θάνατο, την απονέκρωση, την καταστροφή. Στις φωτογραφίες της Χρυσής Αυγής, ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας το οποίο βρέθηκε αντιμέτωπο με το βίαιο τέλος της παρασιτείας του στους κομματικούς μηχανισμούς των αστικών κομμάτων δηλώνει ανοιχτά, και με ένα είδος επηρμένης και διαστροφικής ηδονής, την ανικανότητά του να κάνει οτιδήποτε άλλο από το να μοιραστεί, επίσης δια της βίας, την απόλυτη ανικανότητά του να ξανασκεφτεί τις προϋποθέσεις της ζωής του: την επιθυμία του να επιβάλλει τη δική του ταξική θνησιγένεια, τη δική του πεισιθάνατη προδιάθεση στο σύνολο της κοινωνίας, την φιλοδοξία του να ξαναχτίσει την κοινωνία κατ' εικόνα του ερειπίου που το ίδιο είναι.
Τίποτε δεν θα μπορέσει να συγκρατήσει τον κανιβαλισμό και την αυτοφαγία του κοινωνικού σώματος εκτός από την οργανωμένη δύναμη μιας τάξης που θα μπορεί να αγαπήσει τη ζωή στον βαθμό που πιστεύει στη δυνατότητά της να έχει μέλλον, και που μπορεί να πιστέψει σ' αυτή την δυνατότητα στον βαθμό που η καθημερινή του εργασία συντηρεί την κοινωνική ζωή στο παρόν. Αυτή η τάξη, της οποίας η ζωή κλέβεται για να συντηρηθεί η κοινωνική ζωή, και από το πλεόνασμα ζωής της οποίας εξαρτάται εν πολλοίς η σωτηρία ολόκληρης της Ευρώπης, δεν μπορεί παρά να είναι η εργατική τάξη.
Στις φωτογραφίες αυτές συναντιούνται όσοι έχουν ήδη περάσει από τη διαδικασία ψυχικής απονέκρωσης στον ίδιο τον στρατό με αυτούς που την περνούν έξω από τις πύλες των στρατοπέδων, στις ίδιες τις πόλεις. Και είναι αυτό το στοιχείο, η κένωση δηλαδή της "εκτός των πυλών", "ελεύθερης" ζωής από κάθε εγγενές ενδιαφέρον, ο θρίαμβος της αναπηρίας της στρατιωτικής ζωής στην υποτιθέμενα ανεμπόδιστη "ιδιωτική ζωή", που επιτρέπει, στο ψυχικό και διαθετικό επίπεδο, το χαρακτηριστικό στον φασισμό πέρασμα από τις στρατιωτικές ομάδες και τις ομάδες απόστρατων σε πολιτικό "κίνημα." Ενώ το έλλογο κίνητρο του φασισμού είναι η εξάλειψη του οικονομικού ανταγωνισμού για μια πίττα που μικραίνει μέσα από την εξάλειψη μειονοτήτων, αλλοεθνών, μεταναστών και πολιτικών αντιπάλων, και, ταυτόχρονα, η πειθάρχηση της εργασίας σε στρατιωτικά πρότυπα ώστε να επιτευχθεί οικονομική ανάκαμψη, ο ιρρασιοναλιστικός του πυρήνας, που πάντα συνοδεύει την δυνατότητα αυτού του κινήτρου να ηγεμονεύσει κοινωνικά, συνίσταται μάλλον στην απουσία οποιουδήποτε κινήτρου, στην αυτιστική απόσυρση από τις κοινωνικές σχέσεις, στην αποτυχία άντλησης ηδονής από τη ζωή και τις διαφορετικές της εκφάνσεις, στην αναζήτηση, τελικά, του θανάτου ως οικουμενικής διεξόδου.
Δεν είναι απλώς το γεγονός ότι ο φασισμός έστρεψε κυριολεκτικά το όπλο στον εαυτό του όταν δεν μπορούσε πια να το στρέψει στους άλλους -- οι αυτοκτονίες, δηλαδή, πολλών από τους Ναζί όταν είδαν την ήττα να έρχεται. Ακόμα και οι φασίστες που διέφυγαν σύλληψης μετά την κατάρρευση του καθεστώτος τους, αυτοί οι οποίοι κρύφτηκαν, άλλαξαν ονόματα και παρελθόντα, και προσπάθησαν να ζήσουν μια "φυσιολογική" ζωή, δεν το κατάφεραν παρά διατηρώντας τη μία ή την άλλη μορφή κρυφής νοσταλγίας για τις "παλιές, καλές μέρες" της θανατολαγνείας, είτε με την μορφή κρυμμένων "αναμνηστικών", είτε με αυτή συναντήσεων με την "παλιοπαρέα" για από κοινού ενθυμήσεις "κατορθωμάτων" -- δηλαδή, επαφών με το θάνατο και την καταστροφή σωμάτων.
Όμως εδώ ακριβώς, τελικά, αποκαλύπτεται στην πλήρη του μορφή αυτό που αποκαλούμε "σάπισμα" του καπιταλισμού, δηλαδή διαμεσολάβηση των ίδιων του των ζωτικών λειτουργιών (κίνηση, ανάπτυξη, κλπ) από τον θάνατο, την απονέκρωση, την καταστροφή. Στις φωτογραφίες της Χρυσής Αυγής, ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας το οποίο βρέθηκε αντιμέτωπο με το βίαιο τέλος της παρασιτείας του στους κομματικούς μηχανισμούς των αστικών κομμάτων δηλώνει ανοιχτά, και με ένα είδος επηρμένης και διαστροφικής ηδονής, την ανικανότητά του να κάνει οτιδήποτε άλλο από το να μοιραστεί, επίσης δια της βίας, την απόλυτη ανικανότητά του να ξανασκεφτεί τις προϋποθέσεις της ζωής του: την επιθυμία του να επιβάλλει τη δική του ταξική θνησιγένεια, τη δική του πεισιθάνατη προδιάθεση στο σύνολο της κοινωνίας, την φιλοδοξία του να ξαναχτίσει την κοινωνία κατ' εικόνα του ερειπίου που το ίδιο είναι.
Τίποτε δεν θα μπορέσει να συγκρατήσει τον κανιβαλισμό και την αυτοφαγία του κοινωνικού σώματος εκτός από την οργανωμένη δύναμη μιας τάξης που θα μπορεί να αγαπήσει τη ζωή στον βαθμό που πιστεύει στη δυνατότητά της να έχει μέλλον, και που μπορεί να πιστέψει σ' αυτή την δυνατότητα στον βαθμό που η καθημερινή του εργασία συντηρεί την κοινωνική ζωή στο παρόν. Αυτή η τάξη, της οποίας η ζωή κλέβεται για να συντηρηθεί η κοινωνική ζωή, και από το πλεόνασμα ζωής της οποίας εξαρτάται εν πολλοίς η σωτηρία ολόκληρης της Ευρώπης, δεν μπορεί παρά να είναι η εργατική τάξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου