6 Νοε 2015

Τα έξι χρόνια να μη γίνουνε επτά

 Τα έξι χρόνια να μη γίνουνε επτά

Έξι χρόνια στο δημοτικό, έξι χρόνια στο γυμνάσιο… μα πού πήγαν τα έξι χρόνια που λείπουν; Και πόσες εξάδες μας λείπουν σήμερα;

Επτά χρόνια στο γύψο, επτά χρόνια «σοσιαλμανία», οκτώ χρόνια (παρ)αλλαγή, τέλος της ιστορίας κι επτά μεταβατικά χρόνια μαυρίλας, οκτώ χρόνια εκσυγχρονισμού, πέντε χρόνια σεμνά και ταπεινά, έξι χρόνια μνημόνιο –να μη γίνουνε επτά.
Μα πού πήγαν σχεδόν πενήντα χρόνια (βάσανα και διωγμοί); Και πού χάθηκαν, αφού τίποτα δεν πάει χαμένο στη χαμένη μας ζωή;

Με το θάνατο του Τσάκωνα πολλοί από εμάς θάβουμε ένα κομμάτι των παιδικών μας χρόνων, αλλά βρίσκουμε αφορμή να ξεθάψουμε τις αναμνήσεις μας, απενοχοποιημένες κι ανάμεικτες, πολιτικές μαζί με την καλτιά: Από τα ελπιδοφόρα πρώτα βήματα με τον Βέγγο, στην απότομη χαβαλέ προσγείωση στο κλίμα της δεκαετίας, που τα συνδύαζε όλα: ρόδα, τσάντα και κοπάνα (τους φασίστες), θηλυκό θηριοτροφείο, μεγάλη απόφραξη, κοκ. Από το μάθε παιδί μου γράμματα, στο μάθε παιδί μου μπάσκετ (προφητικό, καθώς βγήκε λίγο πριν από το Ευρωμπάσκετ του 87’ με πρωταγωνιστή το Σταύρο Μαυρίδη, που αργότερα στα Εγκλήματα έπαιζε τον κύριο Κουτσούμπα!). Κι από εκεί στις βιντεοκασέτες, τα ανέκδοτα με τον (προ)ηγούμενο στο 090, και τις λούμπεν, ανέμπνευστες επιθεωρήσεις. Εκεί όπου είχε παίξει και τον Καραγκιόζη σε ένα σκετς, για να γίνει ιδανική, ζωντανή ενσάρκωση ενός λαϊκού ήρωα, με την εμφάνισή του (φαλάκρα, λεπτό μουστάκι) και το μοναδικό γρέζι στη φωνή του, που έγινε το σήμα κατατεθέν του.

Μια αντιφατική διαδρομή που δείχνει τι ήταν και τι θα μπορούσε να γίνει, όχι μόνο ο Τσάκωνας αλλά μια ολόκληρη γενιά και ο κινηματογράφος/η τέχνη της μεταπολίτευσης συνολικά. Και επειδή αυτά τα αντιφατικά στοιχεία συνυπάρχουν ειρηνικά κι εξ αδιαιρέτου σε ένα αξεδιάλυτο κουβάρι, πρέπει κάπως να τα παντρέψουμε μέσα μας, με τις αισθητικές και κοσμοθεωρητικές μας αρχές, να νικήσουμε τις ιδεολογικές μας τύψεις. Κι αυτή η υπερνίκηση, η αποενοχοποίηση ονομάζεται καλτ, που είναι το όνομα που δίνουμε σε ό,τι μας φαίνεται καταγέλαστο και φτηνό, αλλά γελάμε πρωτογενώς με αυτό, γιατί μας φαίνεται όντως αστείο ή γιατί μάθαμε να το θεωρούμε τέτοιο από πολύ μικροί, πολύ πριν αποκτήσουμε πολύπλοκο και πιο απαιτητικό κριτήριο.

Σαν μια αναρχική ομάδα που έκανε κάποτε προβολή της κλασικής περίπτωσης βλάβης, και θα ακολουθούσε συζήτηση για την ταξική θέση και το ρόλο των μικρών αφεντικών, που καταδυναστεύουν τους μαθητευόμενούς τους, με αφορμή τα καψόνια του μαστρο-Τσάκωνα στο βοηθό του, Τάσο Κωστή. Τα ιδεολογικά άλλοθι που ψάχνουμε είναι πολλές φορές πιο καλτ κι από αυτές τις ένοχες, αμαρτωλές απολαύσεις μας.



Κι αυτό που μένει στο τέλος της ημέρας είναι μια μελαγχολία για το μαρασμό του πολιτικού, στρατευμένου κινηματογράφου, που δεν καθορίζεται βέβαια από το θάνατο του Τσάκωνα, αλλά κρίθηκε όσο αυτός ήταν ακόμα εν ζωή· και για την έλλειψη νέων τέτοιων ταινιών, σαν το μάθε παιδί μου γράμματα, που να μη μοιάζουν αναχρονιστικές, αντιγράφοντας το παρελθόν, αλλά να πιάνουν το σφυγμό της εποχής μας.

Κι αυτό που μένει ως αντίβαρο αισιοδοξίας είναι πως παρόλα όσα, παρά το ραγδαίο εκφυλισμό των ιδανικών και την επικράτηση της δικτατορίας του χαβαλέ, υπάρχουν ακόμα παιδιά που αντιδρούν και βγαίνουν μαζικά στο δρόμο, για να μάθουν γράμματα –περνώντας και από το μεγάλο σχολείο του αγώνα. Τα συλλαλητήρια των φοιτητών και των μαθητών αυτές τις μέρες, ήταν τα πιο μαζικά κι ελπιδοφόρα των τελευταίων ετών. Βοηθάει όσο να πεις και ο Συριζαίος Πάγκαλος, που τη Δευτέρα στον ενικό εκστόμισε πολλά μαργαριτάρια (πέραν της επίμαχης φράσης περί γενοκτονίας κι εθνοκάθαρσης), με κορυφαίο ίσως –λόγω ιδιαίτερου συμβολισμού- αυτό για τους δικτατορικούς φοιτητές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ