Πίσω από τη λάμψη του χρυσού
Γράφει ο Βασίλης Κρίτσας //Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός. Κι ό,τι είναι χρυσός, δεν αρκεί για να χρυσώσει το χάπι και να κρύψει πίσω από τη λάμψη του την πραγματικότητα.
Η Άννα Κορακάκη είναι άξια συγχαρητηρίων, γιατί κατάφερε να πάρει δύο μετάλλια στη σκοποβολή, ένα χρυσό και ένα χάλκινο, μόλις στα είκοσι χρόνια της και έχει όλο το μέλλον μπροστά της. Παράλληλα, έγινε η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια που κατακτά δύο μετάλλια στην ίδια (Ολυμπιακή) διοργάνωση, χαρίζοντας στην Ελλάδα το πρώτο χρυσό της μετάλλιο μετά από το 2004 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Τότε που βρισκόμασταν στην κορύφωση της… αφήγησης (ή μάλλον του παραμυθιού) της ισχυρής Ελλάδας, του μεγάλου καλοκαιριού της και του σαξές στόρι της σε αθλητισμό κι οικονομία.
Αλλά πίσω από τη βιτρίνα και την ολυμπιακή ευφορία από το μεγάλο φαγοπότι των εταιριών, βρήκαμε το δημόσιο χρέος διογκωμένο, τις αθλητικές εγκαταστάσεις να σαπίζουν αναξιοποίητες -όταν δε στεγάζουν στοιβαγμένες ψυχές και το προσφυγικό δράμα- και την κρίση να πλησιάζει καλπάζοντας. Κι αν σήμερα ξύσουμε λίγο τη χρυσόσκονη των μεταλλίων, θα δούμε τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού για τον ελληνικό αθλητισμό, που προσπαθούν επιμελώς να την αποκρύψουν -όταν δεν μπορούν να την επιχρυσώσουν, για να μη φαίνεται.
Η Κορακάκη δεν προπονούνταν σε κάποιο σκοπευτήριο, γιατί δεν υπάρχει καμία αντίστοιχη αθλητική εγκατάσταση στη χώρα μας (στην Ελλάδα τα σκοπευτήρια υπήρχαν για να εξουδετερώνονται οι “επικίνδυνοι απάτριδες”), αλλά σε ένα νταμάρι, με ειδικά διαμορφωμένο χώρο, που πρέπει να αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία (τουλάχιστον για την Ευρώπη). Τη μέρα που κέρδιζε το μετάλλιο, ο δήμος Δράμας έστελνε συνεργεία, για να γκρεμίσουν το συγκεκριμένο χώρο, πιθανότατα για να αποφύγει την ξεφτίλα -με τη δικαιολογία πως σχεδιάζει να κατασκευάσει έναν καινούριο, σύγχρονο χώρο.
Οι Έλληνες αθλητές βλέπουν να κόβονται κάθε χρόνο τα κρατικά κονδύλια για τον αθλητισμό και ο προϋπολογισμός των ομοσπονδιών τους, που φυτοζωούν. Κι όταν τελικά πέφτουν λεφτά, δεν πάνε σε υποδομές για (αυτό που μάθαμε να λέμε, αλλά ποτέ δεν είδαμε στην πράξη) μαζικό, λαϊκό αθλητισμό, αλλά για παραγωγή πρωταθλητών, μεταλλίων και διακρίσεων, όπως κάποτε με την αμαρτωλή “ομάδα-όνειρο” της άρσης βαρών. Οι “ευγενείς χορηγοί” σπεύδουν να καλύψουν το κενό και να φτιάξουν τη λεζάντα τους, μόνο εφόσον υπάρχουν αρκετές πιθανότητες για διάκριση κι “ανταποδοτικό τέλος” στην “επένδυσή” τους. Καλή ώρα όπως με το χορηγό που έσπευσε να κλείσει συμφωνία με την Κορακάκη, και να επωφεληθεί από τη φήμη της.
Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά και τηλεοπτικά παπαγαλάκια πέφτουν πάνω στην Κορακάκη και το μετάλλιό της. Σπεύδουν να φουσκώσουν, τεχνητά με τρόμπες (και ακριβώς σαν τέτοιες) τα στήθη μας -και προπαντός τα μυαλά μας- με εθνική υπερηφάνεια. Ταΐζουν την τηλεοπτική (ή διαδικτυακή) κοινή γνώμη με κουτόχορτο, θριάμβους και επιτυχίες, που ανοίγουν μια χαραμάδα, ένα διάλειμμα από τα απανωτά χαστούκια της καθημερινότητας. Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία και διαρκώς έρχεται (ακόμα πιο μετά).
Ξεφτισμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου