Κάνοντας
«ταμείο» για τα δύο χρόνια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που
αναδείχτηκε σαν χτες από τις εκλογές του 2015, στην πλάτη του λαού
φορτώθηκε όχι μόνο η απαρέγκλιτη υλοποίηση του τρίτου και των
προηγούμενων μνημονίων, αλλά και τα πρόσθετα μέτρα της δεύτερης
«αξιολόγησης», με ορίζοντα τα επόμενα πολλά χρόνια. Τώρα, μπροστά μας
βρίσκεται ο νέος γύρος της επίθεσης που σηματοδοτεί η τρίτη
«αξιολόγηση».
Πριν από εκείνες τις εκλογές είχε γίνει το δημοψήφισμα και ψηφίστηκε το τρίτο μνημόνιο, από τον ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝΕΛ, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Σ' εκείνη την εκλογική αναμέτρηση, ο ΣΥΡΙΖΑ προβαλλόταν ως η δύναμη που μπορούσε τάχα να διαχειριστεί τις μνημονιακές συμφωνίες με «κοινωνικό πρόσημο», σε αντίθεση με τη «νεοφιλελεύθερη» ΝΔ.
Αν ένα συμπέρασμα είναι επομένως χρήσιμο για το λαό, απ' όλη την κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού ούτε υπήρξε, ούτε πρόκειται να υπάρξει. Οτι το κέρδος των επιχειρηματικών ομίλων και η ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών είναι ασύμβατα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, σε ανάπτυξη και κρίση.
Το συμπέρασμα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία απέναντι στο αφήγημα της «δίκαιης ανάπτυξης» που λανσάρουν από κοινού κεφάλαιο και κυβέρνηση, για να στρατεύσουν τα λαϊκά στρώματα στους αντιλαϊκούς τους στόχους. Το αντεργατικό οπλοστάσιο, που θωράκισε και εμπλούτισε περαιτέρω η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, σε αντιδιαστολή με τα προνόμια και τις δεσμεύσεις στο κεφάλαιο, για να βελτιωθεί το «επενδυτικό κλίμα», είναι τρανή απόδειξη.
Επιβεβαιώνεται ότι η καπιταλιστική οικονομία έχει τους δικούς της σιδερένιους νόμους, ότι η κερδοφορία του κεφαλαίου όχι μόνο δεν μπορεί να συμβαδίσει ή να συμβιβαστεί με τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, αλλά εξ ορισμού τις αντιστρατεύεται, έχει ως «προαπαιτούμενο» την ισοπέδωσή τους, για να θωρακίζεται η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Η οικονομία και η εξουσία του κεφαλαίου, η συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις σημαίνουν μόνιμη «επιτροπεία» και «μνημόνια» διαρκείας για την εργατική τάξη και το λαό, ανεξάρτητα απ' το «πρόσημο» του διαχειριστή.
Δύο χρόνια μετά, με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε κυβέρνηση και ΝΔ, αλλά και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, να μετατοπίζεται ολοένα και πιο αντιδραστικά, με άξονα το ποιος είναι ικανότερος να υλοποιήσει την αντιλαϊκή πολιτική, επιβεβαιώνεται ότι η συζήτηση για τις αναλογίες στο «μείγμα» της αστικής διαχείρισης δεν αφορά τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά αποκλειστικά αυτά του κεφαλαίου. Το ίδιο και οι αντιπαραθέσεις των τμημάτων της αστικής τάξης για το ποια ιμπεριαλιστική συμμαχία και με ποιους όρους είναι ικανή να εξασφαλίσει τα συμφέροντά τους.
Δύο χρόνια μετά, η ανάδειξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ σε «σημαιοφόρο» των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή, με το κάλεσμα του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, την αναβάθμιση του ρόλου της βάσης της Σούδας, την αναζήτηση αναβαθμισμένων ρόλων στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, δείχνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι η επιχείρηση ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας πηγαίνει χέρι χέρι με την ακόμα βαθύτερη εμπλοκή στους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Η μείωση των απαιτήσεων, ο «ρεαλισμός» της υποταγής στις ανάγκες της καπιταλιστικής κερδοφορίας και συνολικά στους στόχους του κεφαλαίου, η επιλογή του υποτιθέμενου «μικρότερου» κάθε φορά κακού, οι δηλητηριώδεις αυταπάτες περί συμβιβασμού των συμφερόντων των καπιταλιστών με αυτά των εργαζομένων, στις οποίες πρωτοστάτησε και πρωτοστατεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, επιβεβαιώνεται ότι οδηγούν όλο και παρακάτω την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, στο μεγαλύτερο κακό.
Ελπίδα για το λαό δεν μπορεί να υπάρξει από τις φθαρμένες αυταπάτες περί ενός «δικαιότερου» εκμεταλλευτικού συστήματος, αλλά από την πάλη για την κατάργησή του. Η φιλολαϊκή διέξοδος δεν μπορεί να αναζητηθεί στα σχέδια του κεφαλαίου, με όποια μάσκα κι αν αυτά εμφανίζονται κάθε φορά, αλλά στη συστράτευση με το ΚΚΕ, στη μάχη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την οικοδόμηση της Κοινωνικής Συμμαχίας των εργαζομένων με τα άλλα λαϊκά στρώματα, στη σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις.
Πριν από εκείνες τις εκλογές είχε γίνει το δημοψήφισμα και ψηφίστηκε το τρίτο μνημόνιο, από τον ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝΕΛ, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Σ' εκείνη την εκλογική αναμέτρηση, ο ΣΥΡΙΖΑ προβαλλόταν ως η δύναμη που μπορούσε τάχα να διαχειριστεί τις μνημονιακές συμφωνίες με «κοινωνικό πρόσημο», σε αντίθεση με τη «νεοφιλελεύθερη» ΝΔ.
Αν ένα συμπέρασμα είναι επομένως χρήσιμο για το λαό, απ' όλη την κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού ούτε υπήρξε, ούτε πρόκειται να υπάρξει. Οτι το κέρδος των επιχειρηματικών ομίλων και η ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών είναι ασύμβατα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, σε ανάπτυξη και κρίση.
Το συμπέρασμα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία απέναντι στο αφήγημα της «δίκαιης ανάπτυξης» που λανσάρουν από κοινού κεφάλαιο και κυβέρνηση, για να στρατεύσουν τα λαϊκά στρώματα στους αντιλαϊκούς τους στόχους. Το αντεργατικό οπλοστάσιο, που θωράκισε και εμπλούτισε περαιτέρω η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, σε αντιδιαστολή με τα προνόμια και τις δεσμεύσεις στο κεφάλαιο, για να βελτιωθεί το «επενδυτικό κλίμα», είναι τρανή απόδειξη.
Επιβεβαιώνεται ότι η καπιταλιστική οικονομία έχει τους δικούς της σιδερένιους νόμους, ότι η κερδοφορία του κεφαλαίου όχι μόνο δεν μπορεί να συμβαδίσει ή να συμβιβαστεί με τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, αλλά εξ ορισμού τις αντιστρατεύεται, έχει ως «προαπαιτούμενο» την ισοπέδωσή τους, για να θωρακίζεται η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Η οικονομία και η εξουσία του κεφαλαίου, η συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις σημαίνουν μόνιμη «επιτροπεία» και «μνημόνια» διαρκείας για την εργατική τάξη και το λαό, ανεξάρτητα απ' το «πρόσημο» του διαχειριστή.
Δύο χρόνια μετά, με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε κυβέρνηση και ΝΔ, αλλά και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, να μετατοπίζεται ολοένα και πιο αντιδραστικά, με άξονα το ποιος είναι ικανότερος να υλοποιήσει την αντιλαϊκή πολιτική, επιβεβαιώνεται ότι η συζήτηση για τις αναλογίες στο «μείγμα» της αστικής διαχείρισης δεν αφορά τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά αποκλειστικά αυτά του κεφαλαίου. Το ίδιο και οι αντιπαραθέσεις των τμημάτων της αστικής τάξης για το ποια ιμπεριαλιστική συμμαχία και με ποιους όρους είναι ικανή να εξασφαλίσει τα συμφέροντά τους.
Δύο χρόνια μετά, η ανάδειξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ σε «σημαιοφόρο» των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή, με το κάλεσμα του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, την αναβάθμιση του ρόλου της βάσης της Σούδας, την αναζήτηση αναβαθμισμένων ρόλων στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, δείχνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι η επιχείρηση ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας πηγαίνει χέρι χέρι με την ακόμα βαθύτερη εμπλοκή στους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Η μείωση των απαιτήσεων, ο «ρεαλισμός» της υποταγής στις ανάγκες της καπιταλιστικής κερδοφορίας και συνολικά στους στόχους του κεφαλαίου, η επιλογή του υποτιθέμενου «μικρότερου» κάθε φορά κακού, οι δηλητηριώδεις αυταπάτες περί συμβιβασμού των συμφερόντων των καπιταλιστών με αυτά των εργαζομένων, στις οποίες πρωτοστάτησε και πρωτοστατεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, επιβεβαιώνεται ότι οδηγούν όλο και παρακάτω την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, στο μεγαλύτερο κακό.
Ελπίδα για το λαό δεν μπορεί να υπάρξει από τις φθαρμένες αυταπάτες περί ενός «δικαιότερου» εκμεταλλευτικού συστήματος, αλλά από την πάλη για την κατάργησή του. Η φιλολαϊκή διέξοδος δεν μπορεί να αναζητηθεί στα σχέδια του κεφαλαίου, με όποια μάσκα κι αν αυτά εμφανίζονται κάθε φορά, αλλά στη συστράτευση με το ΚΚΕ, στη μάχη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την οικοδόμηση της Κοινωνικής Συμμαχίας των εργαζομένων με τα άλλα λαϊκά στρώματα, στη σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου