Η διαπίστωση, στην ομιλία του στη ΔΕΘ του
Κ. Μητσοτάκη πως μια κοινωνία χωρίς ανισότητες είναι αντίθετη στην ανθρώπινη
φύση και ότι έτσι καταστρατηγείται η ίδια η δημοκρατία και τα ατομικά
δικαιώματα, έδωσε ευκαιρία στο
ΣΥΡΙΖΑνα ανακαλύψει διαχωριστικές
γραμμές με τη Ν. Δημοκρατία για να μπορεί ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας, στο
περιφερειακό συνέδριο Κρήτης, να χρεώσει στην αξιωματική αντιπολίτευση την εκπροσώπηση των λίγων και ισχυρών, και να
ανακαλύψει στις δικές του πολιτικές τον αγώνα εναντίον των ανισοτήτων.
Αν και η έννοια της ισότητας έχει διαφορετικό περιεχόμενο στις διάφορες ιστορικές εποχές και στις διάφορες τάξεις, μπορεί όμως πάντα να χρησιμοποιηθεί σαν ένα δημαγωγικό όπλο παραπλάνησης των λαϊκών μαζών, γιατί η κοινωνική ισότητα ήταν ένα από τα βασικά ιδανικά μαζί με την ελευθερία για ένα δίκαιο κοινωνικό σύστημα. Εξάλλου το σύνθημα της ισότητας αποτέλεσε μια από τις κινητήριες δυνάμεις στην εποχή του επαναστατικού αγώνα της αστικής τάξης εναντίον της φεουδαρχίας. Η κατάκτηση της αστικής ισότητας, ακόμα κι αυτή η αφηρημένη ήταν επαναστατική σε σύγκριση με τις ιεραρχίες της φεουδαρχίας, δεν έχει παρά τυπική μορφή, είναι ισότητα απέναντι στο νόμο, είναι ισότητα δικαιωμάτων πάνω στο θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας, ενώ μένουν ανέπαφες η οικονομική ανισότητα, η πολιτική ανισότητα. Και η τυπική ισότητά μας ως ψηφοφόρων και πολιτών εξυπηρετεί τη συσκότιση των πραγματικών ανισοτήτων ως προς τον πλούτο και την κοινωνική τάξη.
Η αστική ισονομία βρίσκει την εφαρμογή της στην παρουσία στην αγορά ελεύθερης εργατικής δύναμης, που είναι όρος ύπαρξης της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, και το δικαίωμα να πουλιέται και να αγοράζεται η δύναμη αυτή. Στον καπιταλισμό από τη στιγμή που δεν αμφισβητείται η κυριαρχία της αγοράς το κάθε άτομο θα πρέπει να αμείβεται με βάση την εξατομικευμένη συμβολή του στην παραγωγή. Η κοινωνική ανισότητα λοιπόν εμφανίζεται ως δεδομένο και φυσικό στοιχείο, προϋπόθεση μάλιστα αναγκαία της ανάπτυξης του κοινωνικού συστήματος. Από τη στιγμή που η κοινωνικοοικονομική ανισότητα αποτελεί την κινητήρια δύναμη της αγοράς ηθικά πρέπει να παραμείνει αλώβητη και γι’ αυτό πρέπει να εμφανίζεται η καπιταλιστική κοινωνία γενναιόδωρη και επιεικής με τη δημιουργία στοιχειωδών δικτύων ασφάλειας για την επιβίωση των εξαθλιωμένων. Αυτό λοιπόν που επιδιώκεται δεν είναι έστω ο μετριασμός των κοινωνικών ανισοτήτων γενικά, αλλά μεθοδεύεται μόνο η κατά το δυνατόν άμβλυνση των πιο ακραίων παρενεργειών των ανισοτήτων αυτών με την προώθηση μιας κοινωνικής αλληλεγγύης και δικαιοσύνης για να αποφευχθούν οι χειρότερες παρενέργειες. Εξάλλου, επειδή αυτού του είδους η ισονομία καταλήγει να συμβιβάζεται με την αύξηση της αθλιότητας, η υπόσχεση της ισότητας δεν εγκαταλείπεται βεβαίως, αλλά ταυτίζεται με το ιδεολόγημα των ίσων ευκαιριών, επιχειρώντας τη γεφύρωση της απόστασης ανάμεσα στις επαγγελλόμενες αξιακές αφετηρίες του και τον μετασχηματισμό τους στην πραγματικότητα. Γιατί κι αν οι άνθρωποι δεν έχουν ίσες ικανότητες και δυνάμεις δεν είναι όμως κυρίως και μόνο οι βιολογικές ικανότητες ή μειονεξίες που προδιαγράφουν τις κοινωνικές συμπεριφορές που αναπτύσσονται και αξιοποιούνται ανεξάρτητα από το κοινωνικό περιβάλλον, που είναι αυτό το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο για την άνιση παράταξη στην αφετηρία του κοινωνικού ανταγωνισμού. Το ιδεολόγημα της ισότητας των ευκαιριών που δικαιώνει και την κοινωνική αξιοκρατία, στηρίζεται στην αντίληψη πως ο καθένας δικαιούται να καρπούται όλα τα οφέλη που μπορεί να δρέψει ανεξάρτητα από το τι κάνουν οι άλλοι, για να γίνεται αποδεκτή ακόμα και η κοινωνική εξαθλίωση σαν συνέπεια ατομικής ανικανότητας.
Είναι πολύ δύσκολο να αποκοπούμε από την αντίληψη όχι της αποδοχής των εγγενών ανισοτήτων μεταξύ των ανθρώπων όσο της αξιολόγησης και ιεράρχησης, με ποσοτικές μετρήσεις που αντιστοιχούν σε ανταλλακτική αξία, των ανθρώπων με βάση ικανότητες και μειονεξίες που είναι στην ουσία ο πυρήνας της ιδεολογίας του καπιταλισμού και δικαιώνει την εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων των εργαζομένων. Δηλ. κι αν θεωρούμε φυσικό την ύπαρξη άνισων εγγενών ικανοτήτων μεταξύ των ανθρώπων η αξιολόγησή τους σ’ ένα καπιταλιστικό περιβάλλον γίνεται με όρους και κριτήρια του καπιταλισμού που εδραιώνουν την εκμεταλλευτική ταξική του ανισότητα. Γιατί αν κάθε άτομο αναπτύσσει ένα διαφορετικό από άλλα άτομα και απροσδιόριστο σύνολο ικανοτήτων η διεύρυνση και αξιολόγηση αυτών των ικανοτήτων στο μέγιστο βαθμό εξαρτάται από συνιστώσες του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Με τον όρο ισότητα ο μαρξισμός εννοεί την πλήρη εξάλειψη των τάξεων και τη δημιουργία των συνθηκών για την ολόπλευρη ανάπτυξη όλων των μελών της κοινωνίας. Αυθεντική ισότητα δεν σημαίνει να αντιμετωπίζονται οι πάντες ως ίδιοι, αλλά να καλύπτονται εξίσου οι διαφορετικές ανάγκες τους. Μόνο που δεν μπορείς να μετρήσεις τις ανάγκες με το ίδιο μέτρο. Γι’ αυτό προϋπόθεση επίτευξη της ισότητας είναι η αφθονία των αγαθών, εξασφαλίζοντας έτσι ότι όλοι οι άνθρωποι θα έχουν άφθονους πόρους για μια ευημερούσα ζωή μετά την ολοκληρωτική κατάργηση της ταξικής κοινωνίας.
Αν και η έννοια της ισότητας έχει διαφορετικό περιεχόμενο στις διάφορες ιστορικές εποχές και στις διάφορες τάξεις, μπορεί όμως πάντα να χρησιμοποιηθεί σαν ένα δημαγωγικό όπλο παραπλάνησης των λαϊκών μαζών, γιατί η κοινωνική ισότητα ήταν ένα από τα βασικά ιδανικά μαζί με την ελευθερία για ένα δίκαιο κοινωνικό σύστημα. Εξάλλου το σύνθημα της ισότητας αποτέλεσε μια από τις κινητήριες δυνάμεις στην εποχή του επαναστατικού αγώνα της αστικής τάξης εναντίον της φεουδαρχίας. Η κατάκτηση της αστικής ισότητας, ακόμα κι αυτή η αφηρημένη ήταν επαναστατική σε σύγκριση με τις ιεραρχίες της φεουδαρχίας, δεν έχει παρά τυπική μορφή, είναι ισότητα απέναντι στο νόμο, είναι ισότητα δικαιωμάτων πάνω στο θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας, ενώ μένουν ανέπαφες η οικονομική ανισότητα, η πολιτική ανισότητα. Και η τυπική ισότητά μας ως ψηφοφόρων και πολιτών εξυπηρετεί τη συσκότιση των πραγματικών ανισοτήτων ως προς τον πλούτο και την κοινωνική τάξη.
Η αστική ισονομία βρίσκει την εφαρμογή της στην παρουσία στην αγορά ελεύθερης εργατικής δύναμης, που είναι όρος ύπαρξης της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, και το δικαίωμα να πουλιέται και να αγοράζεται η δύναμη αυτή. Στον καπιταλισμό από τη στιγμή που δεν αμφισβητείται η κυριαρχία της αγοράς το κάθε άτομο θα πρέπει να αμείβεται με βάση την εξατομικευμένη συμβολή του στην παραγωγή. Η κοινωνική ανισότητα λοιπόν εμφανίζεται ως δεδομένο και φυσικό στοιχείο, προϋπόθεση μάλιστα αναγκαία της ανάπτυξης του κοινωνικού συστήματος. Από τη στιγμή που η κοινωνικοοικονομική ανισότητα αποτελεί την κινητήρια δύναμη της αγοράς ηθικά πρέπει να παραμείνει αλώβητη και γι’ αυτό πρέπει να εμφανίζεται η καπιταλιστική κοινωνία γενναιόδωρη και επιεικής με τη δημιουργία στοιχειωδών δικτύων ασφάλειας για την επιβίωση των εξαθλιωμένων. Αυτό λοιπόν που επιδιώκεται δεν είναι έστω ο μετριασμός των κοινωνικών ανισοτήτων γενικά, αλλά μεθοδεύεται μόνο η κατά το δυνατόν άμβλυνση των πιο ακραίων παρενεργειών των ανισοτήτων αυτών με την προώθηση μιας κοινωνικής αλληλεγγύης και δικαιοσύνης για να αποφευχθούν οι χειρότερες παρενέργειες. Εξάλλου, επειδή αυτού του είδους η ισονομία καταλήγει να συμβιβάζεται με την αύξηση της αθλιότητας, η υπόσχεση της ισότητας δεν εγκαταλείπεται βεβαίως, αλλά ταυτίζεται με το ιδεολόγημα των ίσων ευκαιριών, επιχειρώντας τη γεφύρωση της απόστασης ανάμεσα στις επαγγελλόμενες αξιακές αφετηρίες του και τον μετασχηματισμό τους στην πραγματικότητα. Γιατί κι αν οι άνθρωποι δεν έχουν ίσες ικανότητες και δυνάμεις δεν είναι όμως κυρίως και μόνο οι βιολογικές ικανότητες ή μειονεξίες που προδιαγράφουν τις κοινωνικές συμπεριφορές που αναπτύσσονται και αξιοποιούνται ανεξάρτητα από το κοινωνικό περιβάλλον, που είναι αυτό το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο για την άνιση παράταξη στην αφετηρία του κοινωνικού ανταγωνισμού. Το ιδεολόγημα της ισότητας των ευκαιριών που δικαιώνει και την κοινωνική αξιοκρατία, στηρίζεται στην αντίληψη πως ο καθένας δικαιούται να καρπούται όλα τα οφέλη που μπορεί να δρέψει ανεξάρτητα από το τι κάνουν οι άλλοι, για να γίνεται αποδεκτή ακόμα και η κοινωνική εξαθλίωση σαν συνέπεια ατομικής ανικανότητας.
Είναι πολύ δύσκολο να αποκοπούμε από την αντίληψη όχι της αποδοχής των εγγενών ανισοτήτων μεταξύ των ανθρώπων όσο της αξιολόγησης και ιεράρχησης, με ποσοτικές μετρήσεις που αντιστοιχούν σε ανταλλακτική αξία, των ανθρώπων με βάση ικανότητες και μειονεξίες που είναι στην ουσία ο πυρήνας της ιδεολογίας του καπιταλισμού και δικαιώνει την εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων των εργαζομένων. Δηλ. κι αν θεωρούμε φυσικό την ύπαρξη άνισων εγγενών ικανοτήτων μεταξύ των ανθρώπων η αξιολόγησή τους σ’ ένα καπιταλιστικό περιβάλλον γίνεται με όρους και κριτήρια του καπιταλισμού που εδραιώνουν την εκμεταλλευτική ταξική του ανισότητα. Γιατί αν κάθε άτομο αναπτύσσει ένα διαφορετικό από άλλα άτομα και απροσδιόριστο σύνολο ικανοτήτων η διεύρυνση και αξιολόγηση αυτών των ικανοτήτων στο μέγιστο βαθμό εξαρτάται από συνιστώσες του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Με τον όρο ισότητα ο μαρξισμός εννοεί την πλήρη εξάλειψη των τάξεων και τη δημιουργία των συνθηκών για την ολόπλευρη ανάπτυξη όλων των μελών της κοινωνίας. Αυθεντική ισότητα δεν σημαίνει να αντιμετωπίζονται οι πάντες ως ίδιοι, αλλά να καλύπτονται εξίσου οι διαφορετικές ανάγκες τους. Μόνο που δεν μπορείς να μετρήσεις τις ανάγκες με το ίδιο μέτρο. Γι’ αυτό προϋπόθεση επίτευξη της ισότητας είναι η αφθονία των αγαθών, εξασφαλίζοντας έτσι ότι όλοι οι άνθρωποι θα έχουν άφθονους πόρους για μια ευημερούσα ζωή μετά την ολοκληρωτική κατάργηση της ταξικής κοινωνίας.
Ο Μαρξ πίστευε ότι καθένας πρέπει να έχει ίσο δικαίωμα στην
αυτοπραγμάτωση και την ενεργητική συμμετοχή στη διαμόρφωση της κοινωνικής ζωής.
Πρέπει λοιπόν να καταργηθούν οι
ανισότητες στο βαθμό που εμποδίζουν την επίτευξη αυτού του σκοπού και δεν
επιτρέπουν στο κάθε άτομο να ευημερήσει ως μοναδική ατομικότητα.
«Στη θέση της παλιάς αστικής κοινωνίας, με τις τάξεις και
τις ταξικές της αντιθέσεις, έρχεται μια ένωση όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του
καθενός είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου