Κι επειδή για βδομάδες μέσα ενημέρωσης και πολιτικά κόμματα επικεντρώνουν
το ενδιαφέρον τους στις δωροδοκίες και το
ξέπλυμα μαύρου χρήματος στην υπόθεση Novartis αλλά και στην υλοποίηση έργων του Μετρό στην Αθήνα η διαφθορά πάλι παρουσιάζεται ως σημαντικός
κίνδυνος για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Και οι προβληματισμοί για
τη σημασία που της αποδίδεται δεν είναι άκαιροι.
Η
αλήθεια είναι πως σε όλα τα χρόνια της κρίσης –που μονιμοποιήθηκε πια- ραγδαίως
αυξήθηκε η συζήτηση για τη διαφθορά και την αναζήτηση εκείνων των τεχνικών
εργαλείων που θα την αντιμετωπίσουν, ενώ εστιάζεται το ενδιαφέρον στην
κρισιμότητα της διαφθοράς, ως δημόσιου προβλήματος,
και στην ποσοτικοποίηση του φαινομένου.
Μάλιστα καμπάνιες ευαισθητοποίησης και δείκτες
μέτρησής της εντείνουν την αίσθηση της απειλητικής παρουσίας της. Οι διεθνείς δείκτες μέτρησής της, που επιφυλάσσουν
μια ιδιαίτερα υψηλή κατάταξη για την
Ελλάδα και ενισχύουν την κατεστημένη
αντίληψη για ένα δυσλειτουργικό κράτος με προβληματικό δημόσιο τομέα ο οποίος
απαρτίζεται από υπαλλήλους που, μεταξύ άλλων …δεινών, είναι επιρρεπείς στη
διαφθορά, χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιωθούν πολιτικές επιλογές συρρίκνωσης των
κοινωνικών παροχών και ιδιωτικοποίησης δημοσίων αγαθών.
Η όλη συζήτηση όμως περί
διαφθοράς τελικά αποκαλύπτει τη ρευστότητα της έννοιας, που γίνεται προσπάθεια
να προσδιοριστεί χρησιμοποιώντας έννοιες
όπως το δημόσιο συμφέρον, τις πεποιθήσεις και τις επικρατούσες αξίες της κοινής
γνώμης, το όφελος κλπ. με αρκετή
ασάφεια, όταν στο καπιταλιστικό σύστημα δεν αναγνωρίζονται ως κυρίαρχα τα
πραγματικά συμφέροντα και τα συνακόλουθα ζωτικά δικαιώματα των ανθρώπων αλλά η
αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Κι επειδή τα πολιτικά συστήματα στον
καπιταλισμό λειτουργούν προς όφελος του κεφαλαίου η νομιμοποίηση της κάθε
μορφής κερδοφορίας καθιστά κάθε φορά αρκετά ασαφές το περιεχόμενο της
διαφθοράς. Και γι’ αυτό, με μια τόσο ευμετάβολη σημασία προσφέρεται για αντικείμενο πολιτικής διαπραγμάτευσης και
σύγκρουσης σε διαφορετικές περιπτώσεις και πεδία. Αυτό το βλέπουμε από το πώς το φαινόμενο της
διαφθοράς χρησιμοποιήθηκε για την περαιτέρω απαξίωση του δημόσιου τομέα και των
εργαζόμενων σε αυτόν, όπως χρησιμοποιείται και τώρα από τον ΣΥΡΙΖΑ για απαξίωση
των προκατόχων του στην κυβέρνηση. Η δε περιπτωσιολογία περισσότερο
καταδεικνύει τη ρευστότητα της έννοιας «διαφθορά» και λιγότερο αποκαλύπτει τις αιτιώδεις σχέσεις που την γεννούν.
Η
τρέχουσα έννοια της διαφθοράς λαμβάνει κυρίως οικονομική χροιά και χωρίς να
λαμβάνει υπόψη το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο, επιδιώκει να παρουσιάσει ως ανιστορική
ακόμα και την ίδια την οργάνωση των καπιταλιστικών δυτικών κοινωνιών και να
εμπεδώσει την πίστη σε μια ηθική καθαρότητά τους. Εξάλλου η διαφθορά κυρίως εμφανίζεται ως κοινωνική παθολογία των μη
αναπτυγμένων χωρών και θεωρώντας πως οι προηγμένες καπιταλιστικές χώρες την ελέγχουν παραβλέπουμε το γεγονός πως σ’
αυτές έχουν υπάρξει σειρά σκανδάλων μεγάλης περιπλοκότητας και μεγέθους. Σε
σχέση με την Ελλάδα μάλιστα υπάρχει η άποψη πως η διαφθορά είναι αποτέλεσμα της αντίθεσης μεταξύ παράδοσης και εκσυγχρονισμού από τον οποίο δεν
μπορεί να διαφύγει. Αποδίδεται δηλ. κυρίως σε πολιτισμικές ιδιοτυπίες της χώρας
και της συγκρότησης του κράτους της. Αναζητούνται λοιπόν οι αιτίες στην πρώιμη
εγκαθίδρυση του κοινοβουλευτισμού, χωρίς αντίστοιχη αλλαγή των παραγωγικών
δομών της χώρας μέσω εκβιομηχάνισης, με τη δημιουργία πελατειακών δικτύων γύρω
από τους θεσμούς του νεοσύστατου κράτους, ενώ η διεύρυνση του κράτους μετά τη
μεταπολίτευση που ενέτεινε ακόμα περισσότερο την κομματοκρατία δημιούργησε θύλακες
διαφθοράς στις δημόσιες υπηρεσίες..
Κι
επειδή κυρίως εντοπίζουμε το αίτιο της διαφθοράς στο μεμονωμένο, αυτόνομο άτομο
το οποίο σταθμίζει το όφελος της διαφθοράς σε σχέση με το κόστος της
ενδεχόμενης αποκάλυψης και τιμωρίας του αναζητούμε και την αιτία στην κακή ηθική κλίση του ατόμου. Σ’
αυτήν την περίπτωση όμως το κοινωνικό περιβάλλον μένει στο περιθώριο και
χανόμαστε σε ατραπούς αναζήτησης της ουσίας του ανθρώπου. Η δε κυρίαρχη θεώρηση
της διαφθοράς από την οπτική του ατομικισμού συνάπτεται με ηθικές συνδηλώσεις
και γίνεται όχημα της πολιτικής στο σύνολο σχεδόν των καπιταλιστικών χωρών.
Έτσι χρησιμοποιείται η οικονομική κρίση
σαν ευκαιρία για επίσπευση των πολιτικών για αντιμετώπισή της με την παραγωγή
νομοθετημάτων, αυστηροποίηση κανονιστικών πλαισίων, ανάπτυξη εξειδικευμένων
θεσμών κλπ. Και ...συμπτωματικά βέβαια τα
μέτρα που προτείνονται για την καταπολέμησή της δεν διαφοροποιούνται από αυτά του
κυρίαρχου παραδείγματος διακυβέρνησης, δηλαδή της ιδιωτικοποίησης, του
ανταγωνισμού και ενός γενικού αιτήματος για διαφάνεια.
Κι αν τις προηγούμενες δεκαετίες,
στην ευρύτερη εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας απουσίαζε ή
ήταν περιορισμένη η ρητορική περί διαφθοράς αυτό είχε άμεση σχέση με το ότι οι
πρακτικές της διαφθοράς χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στο παρελθόν από τις ισχυρές
καπιταλιστικές χώρες, ώστε να ανοίξουν τις κλειστές οικονομίες. Όπως και
σήμερα, επειδή σε ένα πλήρες παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό περιβάλλον το
διακύβευμα έχει αλλάξει και ζητείται πια
να είναι δεδομένο το κόστος των
συναλλαγών και σεβαστοί οι κανόνες του παιχνιδιού, εισάγεται η ηθική για να συμβάλλει
στο νέο ζητούμενο. Κι έτσι εξηγείται και η προθυμία των ΗΠΑ για έρευνα και
αποκάλυψη εκείνων των εταιρειών των ανταγωνιστικών κρατών που παραβιάζουν τους
όρους του παιχνιδιού.
Η διαφθορά λοιπόν και οι
πολιτικές καταπολέμησής της στο καπιταλιστικό σύστημα θα μπορούσαμε να πούμε πως δεν είναι δυο
αντιθετικοί πόλοι, αλλά μάλλον ένα συνεχές σε διαρκή διαπραγμάτευση, αναλόγως
των εξυπηρετούμενων συμφερόντων στα οποία
αυτό που καλούμε με αρκετή, είναι αλήθεια, ασάφεια ως δημόσιο συμφέρον
σπάνια ή ως παράπλευρη μάλλον …ωφέλεια συμπεριλαμβάνεται.
(Διασκευασμένο από υλικό του Δ.Δ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου