7 Σεπ 2019

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ Μ. ΚΟΛΟΝΤΑΪ «Βασιλίσα Μαλίγκινα»


Η πάλη του νέου ενάντια στο παλιό στις σχέσεις των δύο φύλων μέσα στη φωτιά της επανάστασης

Ενα ενδιαφέρον λογοτεχνικό έργο με ιστορικό υπόβαθρο κυκλοφόρησε από τη «Σύγχρονη Εποχή», ιδιαίτερα πυκνό και αφαιρετικό στα ιστορικά γεγονότα και στις εξελίξεις. Πρόκειται για το «Βασιλίσα Μαλίγκινα» της Αλεξάνδρας Κολοντάι. Είναι από εκείνα τα βιβλία που σε παρακινούν σε δεύτερη και τρίτη ανάγνωση.
Η πλοκή του έργου έχει στο επίκεντρο τη συζυγική σχέση ανάμεσα στην μπολσεβίκα εργάτρια Βασιλίσα Μαλίγκινα και τον αναρχικό εργάτη Βολόντια Ιβάνοβιτς, μετανάστη στην Αμερική, ο οποίος επέστρεψε στη Ρωσία για να πάρει ενεργό μέρος στην επανάσταση και εντάχθηκε στους μπολσεβίκους, κάτω από την αίγλη της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και την προσωπική επιρροή της Βασιλίσα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, η συγγραφέας αναλύει την προσωπικότητα και τη στάση ζωή της κεντρικής ηρωίδας, της Βασιλίσα ή Βάσιας, που έζησε την περίοδο της προετοιμασίας και νίκης της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, αλλά και τα πρώτα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Αναδεικνύεται η πορεία που διέτρεξε για την υπερνίκηση κάθε ταλάντευσης στη σκέψη και στη στάση της, όταν ήρθε αντιμέτωπη με το δίλημμα αν μπορεί να συνεχίσει τη συζυγική της σχέση εφόσον εκτιμούσε ότι ο άνθρωπος με τον οποίο είχε στενά συνδέσει τη ζωή της τις φλογισμένες μέρες του Οκτώβρη του 1917 πλέον δεν αντιπροσώπευε τον συνδυασμένο ρόλο του συντρόφου - φίλου - εραστή.
Προβάλλονται τα διλήμματα, η συναισθηματική και συνειδησιακή πορεία της ηρωίδας, όταν ο δεσμός της - που στηριζόταν στον αμοιβαίο έρωτα και σεβασμό, στην απόφαση να ακολουθήσουν τον ίδιο επαναστατικό δρόμο στη ζωή - άρχισε να διαρρηγνύεται, όταν ο σύντροφός της υπέταξε την επανάσταση στις δικές του ατομικές ανάγκες, όταν οι επιλογές του τον οδήγησαν σε όλο και μεγαλύτερες ταλαντεύσεις και απογοητεύσεις για την πορεία του στο Κόμμα.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, η σχέση μεταξύ των δύο χαρακτήρων του έργου αντανακλά τις αντιθέσεις στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Βαθύτερα, εκφράζει τη διαπάλη ανάμεσα στο «παλιό», που είχε δεχτεί θανατηφόρο πλήγμα και ψυχορραγούσε, και στο «βρέφος» που γεννήθηκε, διαπάλη η οποία πήρε εξαιρετικά οξυμένες διαστάσεις την περίοδο που ξεδιπλώνεται το έργο, κυρίως την πενταετία 1917 - 1922.
* * *
Μέσα από την κεντρική ηρωίδα, τη Βασιλίσα, η Αλεξάνδρα Κολοντάι σαφώς υπερασπίζεται τις σοσιαλιστικές σχέσεις, τις επαναστατικές ιδέες για την οργάνωση ενός νέου τρόπου ζωής. Αναδεικνύει την ασυμβίβαστη πάλη της ηρωίδας του έργου με τις κοινωνικές και ιδεολογικές συνέπειες της ΝΕΠ, αλλά και την προσπάθεια που κατέβαλε για χρόνια ώστε να μην παραδοθεί ο σύντροφος, φίλος και εραστής της στον ολισθηρό δρόμο της υπόκλισης στη συνήθεια του καπιταλιστικού παρελθόντος, στο δέλεαρ μιας πιο άνετης προσωπικής ζωής.
Μέσα από τις σελίδες του έργου φωτογραφίζεται η επιβίωση και αναβίωση αστικών και μικροαστικών αντιλήψεων στη συνείδηση και συμπεριφορά ακόμα και επαναστατών, που συνεργάζονταν με αστούς βιομήχανους και εμπόρους, μεσάζοντες, οι οποίοι ήλπιζαν στην ανάκτηση της ατομικής - καπιταλιστικής ιδιοκτησίας τους στα μέσα παραγωγής μέσω των προσωρινών εκχωρήσεων σε ορισμένες επιχειρήσεις.
Με αριστοτεχνικό τρόπο, η Αλ. Κολοντάι φωτίζει τις ταλαντεύσεις της μπολσεβίκας εργάτριας μπροστά στις δοκιμασίες και στην απογοήτευση που έφερναν η στάση ζωής του συντρόφου της, αλλά και η δυσκολία, τα πισωγυρίσματα στη στράτευση ενός μέρους των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων με τις νέες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Η λύτρωση από τις σκιές πάνω στην μπολσεβίκικη συνείδησή της έρχεται - έχοντας η ίδια κατακτήσει μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική πείρα - ακολουθώντας το δρόμο της συνειδητής ένταξης στην υπόθεση της σοσιαλιστικής επανάστασης, με τη δημιουργική προσπάθεια να βρίσκει τους κατάλληλους τρόπους και τις μεθόδους για το ξεπέρασμα των δυσκολιών, με όπλο τη συντροφικότητα και την αλληλεγγύη που ένιωθε για τους εργάτες, τη φτωχολογιά.
Δεν έχανε το δυναμισμό και την αφοσίωσή της στον κύριο στόχο, ακόμα και όταν αντιμετώπιζε πικρίες και απογοητεύσεις από κομματικά στελέχη και καθοδηγητές που είχαν μείνει πίσω από τις απαιτήσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ή φοβούνταν το «καινοτόμο» στις διαπροσωπικές και οικογενειακές σχέσεις.
* * *
Περιγράφοντας ορισμένους ανθρώπινους χαρακτήρες, η Αλ. Κολοντάι αναδεικνύει το ρόλο της ταξικής προέλευσης και ένταξης στην επαναστατική αντοχή, ιδιαίτερα σε περιόδους που αυξάνονται απότομα οι ανάγκες του ταξικού αγώνα, στη σύγκρουση με το «παλιό», που αντιστέκεται και για ένα διάστημα επιβιώνει.
Από την αρχή μέχρι το τέλος το βιβλίο διαπνέεται από τη σημασία της αλλαγής της συνείδησης των μαζών ως συνειδητών παραγωγών του κοινωνικού προϊόντος και πρωταγωνιστών στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας. Το νεαρό σοβιετικό κράτος δεν είχε να συντρίψει μόνο το καπιταλιστικό παρελθόν, αλλά και τις προκαπιταλιστικές επιβιώσεις. Επιδρούσε η πορεία αντιμετώπισης αντιθέσεων που κληρονομήθηκαν από τον καπιταλισμό, όπως ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, στην επιτελική και την εκτελεστική δουλειά, στη σχέση του ατόμου με την κολεκτίβα, αλλά και υποκειμενικών λαθών, αδυναμιών, φαινομένων υποτίμησης ορισμένων προβλημάτων που σχετίζονταν με την ανάπτυξη κομμουνιστικής συνείδησης.
Η συγγραφέας, μέσα από το πρόσωπο της Βάσιας, χωρίς ίχνος επαναστατικού καθηκοντολογίου και ηθικολογικού κηρύγματος για τη γυναικεία ισοτιμία, φωτίζει τη γυναίκα επαναστάτρια που αποφασίζει μέσα από ένα δύσβατο μονοπάτι να συνεχίσει την πορεία της συμβάλλοντας στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, χωρίς να εξαρτάται η στάση της από τη στάση του συντρόφου της.
* * *
Η σημασία του έργου «Βασιλίσα Μαλίγκινα», αλλά και ο ποιοτικός - επαναστατικός χαρακτήρας ορισμένων μέτρων που περιγράφονται, όπως η υποχρεωτικότητα συμμετοχής στην κοινωνική εργασία για άντρες και γυναίκες, μπορούν να αναδειχθούν τοποθετώντας τα στην ιστορική τους διάσταση, στη Ρωσία του 1920.
Η ιστορική πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τον 20ό αιώνα απέδειξε ότι το πρώτο εργατικό κράτος που διαμορφώθηκε στη Σοβιετική Ρωσία σάρωσε όλους τους παλιούς νόμους που διατηρούσαν και ενίσχυαν την ανισότητα των δύο φύλων, που υποδούλωναν τη γυναίκα στον άντρα μέσα στην οικογένεια, και επιτέλεσε σπουδαία άλματα στην οικονομική και κοινωνική ζωή, αλλά και στη νομοθεσία για να θεμελιώσει αυτό το επαναστατικό έργο.
Οπως διαπίστωνε ο Λένιν, «η ισότητα απέναντι στο νόμο δεν είναι ακόμα και ισότητα στη ζωή». Το κύριο έργο δηλαδή της σοσιαλιστικής εξουσίας, μαζί με τις νομικές ρυθμίσεις, που έρχονται σε αυτήν τη φάση όχι ως επιστέγασμα, αλλά ως πρώτο βήμα, είναι η αναμόρφωση συνολικά της κοινωνίας, που θα δώσει νέο περιεχόμενο στις σχέσεις μεταξύ των φύλων, στον συναισθηματικό δεσμό τους, στην επιλογή για δημιουργία οικογένειας και παιδιών.
Οι νέες αξίες και αντιλήψεις αποκρυσταλλώνονται σταδιακά με την πάλη ενάντια στο «παλιό», στο βαθμό που εδραιώνονται οι κομμουνιστικές σχέσεις. Σε αυτήν τη βάση επαναστατικοποιούνται οι απόψεις για τις σχέσεις των δύο φύλων, για τις σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο, όπως και όλα τα αισθήματα και οι ιδέες των ανθρώπων. Παρεμβάλλονται νέοι κανόνες ανάμεσα στις υποχρεώσεις του ατόμου απέναντι στην κοινωνία, που οδηγούν στην επαναστατικοποίηση των σχέσεων και μέσα στην οικογένεια.
Η διαδικασία αυτή δημιουργεί τη βάση για την πραγματική αναγέννηση των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων, των συναισθηματικών και οικογενειακών δεσμών που αναπτύσσουν. Πρόκειται για το γόνιμο έδαφος για την ελεύθερη ανάπτυξη των αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ άντρα και γυναίκας. Το ζήτημα της επιλογής συμβίωσης ενός ζευγαριού γίνεται αποκλειστικά ιδιωτική υπόθεση. Δεν επηρεάζεται από άλλους παράγοντες, και γι' αυτό διαρκεί για όσο καιρό διαρκεί η έλξη. Το μοναδικό «ελατήριο» είναι η αμοιβαία αγάπη.
* * *
Πρόκειται για σύνθετα κοινωνικά ζητήματα, που απασχόλησαν και τον ίδιο τον Λένιν. Οπως αποτυπώνεται στις συνομιλίες του με την Κλάρα Τσέτκιν, ασκούσε κριτική σε απόψεις που αναπτύσσονταν και υποστήριζαν ότι στην κομμουνιστική κοινωνία η ικανοποίηση των σεξουαλικών πόθων θα ήταν κάτι τόσο απλό και ασήμαντο, «σαν να πίνεις νερό». Εξέφρασε την αντίθεσή του σε αντιλήψεις που συνέδεαν απευθείας και αποκλειστικά το ζήτημα του έρωτα, των διαπροσωπικών σχέσεων, με την οικονομική βάση. Θεωρούσε ότι συνδεόταν και με τις αλλαγές στο ιδεολογικό, πολιτικό και νομικό εποικοδόμημα της κοινωνίας, με τις αλλαγές στις συνθήκες ζωής των γυναικών.
Ομως, η πάλη του νέου ενάντια στο παλιό είναι μια αργή και βασανιστική πορεία εμφάνισης και εξαφάνισης, καθώς οι επαναστατικές αλλαγές στην οικονομική και κοινωνική ζωή επιδρούν με ορισμένη καθυστέρηση στη συνείδηση και στις εδραιωμένες για αιώνες αντιλήψεις.
Η συγγραφέας μέσα από το έργο προβάλλει τη δημιουργία κοινοβιακών σπιτιών, γενικά μορφών κοινοβιακής ζωής, προκειμένου να απαλλαγεί η γυναίκα από τις κοπιαστικές και άχαρες δουλειές του ατομικού νοικοκυριού, με βασικό κριτήριο και προϋπόθεση τη συνειδητή συμμετοχή της στη σοσιαλιστική εργασία.
Ταυτόχρονα, μέσα από τις περιγραφές της κεντρικής ηρωίδας αχνοφαίνεται η προσπάθεια τα κοινοβιακά σπίτια να υπηρετήσουν κι έναν άλλο σκοπό: Την κατάκτηση της συλλογικότητας στις συνθήκες ζωής, σπάζοντας το φράγμα της στενά ατομικής - οικογενειακής ζωής ως κυττάρου της κοινωνίας, όπως αναπαράγεται από την αστική αντίληψη.
Στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό έργο το κοινοβιακό σπίτι απέτυχε, όπως ομολογεί θλιμμένα η Βασιλίσα. Αυτό δεν αναιρεί τα πρωτοπόρα και καινοτόμα μηνύματα του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Αναδεικνύει ότι στις συγκεκριμένες ιστορικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες δεν είχε ωριμάσει η αποδοχή ενός νέου τρόπου ζωής.
Οι όποιες μορφές κολεκτιβιστικής ζωής και κοινωνικών υποδομών - υπηρεσιών για τη φροντίδα των παιδιών, του ατομικού νοικοκυριού, οι νέες ιδέες που γεννήθηκαν και δοκιμάστηκαν - άλλες αναπτύχθηκαν, άλλες εγκαταλείφθηκαν ή αφυδατώθηκαν στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης - δεν πρέπει να μείνουν έξω από τον σύγχρονο προβληματισμό και την έρευνα.
Είναι ζήτημα βαθύτερης μελέτης και διερεύνησης τα κριτήρια της αποτελεσματικότητας των νομικών, πολιτικών και πολιτιστικών μέτρων της εργατικής εξουσίας για την απελευθέρωση της γυναίκας από τη «σκλαβιά του ατομικού νοικοκυριού» της.
Αποτελεί πολύτιμο δίδαγμα στις σύγχρονες συνθήκες ότι το παλιό, το σάπιο και το ξεπερασμένο έχει αντοχή μέσα στο χρόνο, ενισχύεται από την υποχώρηση του εργατικού και ιδιαίτερα του κομμουνιστικού κινήματος, από τη γενικευμένη ανατροπή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα.
Κρατώντας ο αναγνώστης και η αναγνώστρια και ενδεχόμενες επιφυλάξεις τους, αξίζει να προβληματιστούν πάνω στα ερωτήματα και τις σκέψεις που προκρίνει το παρόν λογοτεχνικό έργο της Αλ. Κολοντάι, γιατί απηχεί, χωρίς μηδενισμό και ωραιοποιήσεις, το τιτάνιο έργο που ξεκίνησε η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ