26 Ιουν 2020

Η «ευέλικτη» Παιδεία ... α λα Ιταλικά


«Εναλλακτικά» μέτρα για την επαναλειτουργία των σχολείων από το ερχόμενο φθινόπωρο εξετάζει η κυβέρνηση Κόντε στην Ιταλία, με δεδομένες τις συνέπειες από την πανδημία - που χτύπησε με μεγάλη ένταση το λαό της γειτονικής χώρας - αλλά και το ενδεχόμενο νέας έξαρσης μετά το καλοκαίρι. Θυμίζουμε ότι στην Ιταλία τα σχολεία έκλεισαν στις αρχές του περασμένου Μάρτη και από τότε δεν ξανάνοιξαν. Η συζήτηση όμως που γίνεται τώρα, για την «ασφαλή» επαναλειτουργία της Εκπαίδευσης, έχει το βλέμμα στραμμένο στην οικονομία και όχι στις ανάγκες εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών, όπως άλλωστε και η συνολική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση και τα επιτελεία της. Γι' αυτό εξετάζονται μια σειρά μέτρα που βρίσκονται εδώ και χρόνια στο συρτάρι της ΕΕ, για μείωση του «κόστους» της Εκπαίδευσης, παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων για τους εκπαιδευτικούς και «διαφοροποίηση» των σχολείων. Συνολικά, η συζήτηση αφορά αντιπαιδαγωγικά μέτρα τα οποία, στο όνομα τάχα της «ασφάλειας» από τον κορονοϊό, εισάγουν νέους φραγμούς στην Εκπαίδευση, χτυπάνε εργασιακά δικαιώματα και απαξιώνουν κι άλλο τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών.
* * *
Σύμφωνα λοιπόν με δημοσιεύματα, το ιταλικό υπουργείο Παιδείας εξετάζει το άνοιγμα των σχολείων όχι με ενιαίο τρόπο, αλλά με διάφορες μεθόδους που θα «αλληλοσυμπληρώνονται», υποτίθεται για την «καλύτερη δυνατή» μόρφωση των μαθητών. Μεταξύ άλλων προκρίνεται η διατήρηση της διδασκαλίας εξ αποστάσεως, τουλάχιστον «σε ένα βαθμό», δημιουργώντας ανησυχία και για τα κριτήρια με τα οποία αυτός ο «βαθμός» θα καθοριστεί, αλλά και για το πώς θα διασφαλιστούν η πρόσβαση όλων των μαθητών, τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών κ.λπ. Θυμίζουμε ότι η «έκτακτη» μέθοδος της τηλεκπαίδευσης, που αξιοποιήθηκε κατά κόρον την περίοδο της πανδημίας στην Ιταλία και αλλού, αποδείχθηκε ότι δεν διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων των παιδιών στη μόρφωση. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι σύμφωνα με την ιταλική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ISTAT), το 33,8% των οικογενειών της χώρας δεν έχουν στο σπίτι ούτε ηλεκτρονικό υπολογιστή ούτε τάμπλετ, ποσοστό που στο νότο ανεβαίνει στο 41,6%. Ακόμα, πάνω από 6 στους 10 μαθητές με πρόσβαση στο διαδίκτυο έχουν προβλήματα σύνδεσης (ταχύτητα, σταθερότητα), ενώ πολλοί παρακολουθούν μαθήματα μέσω «πακέτων δεδομένων κινητής τηλεφωνίας» (που τους είναι πιο οικονομικά από τη μόνιμη σύνδεση), τα οποία δεν επαρκούν έως το τέλος του μήνα.
* * *
Ποιο θα είναι επομένως το αποτέλεσμα για όσα σχολεία, τάξεις ή μαθητές συνεχίσουν να λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, στο βαθμό μάλιστα που δεν υπάρχει καμία κρατική πρόνοια να εξοπλιστούν όλοι οι μαθητές με τα κατάλληλα τεχνολογικά εργαλεία, χωρίς κανένα κόστος για τις οικογένειες, αλλά και να οργανωθεί κεντρικά, με ευθύνη του κράτους και ενιαία για όλους, το σύστημα της τηλεκπαίδευσης; Ιδιαίτερος λόγος γίνεται επίσης για το «δικαίωμα» των διευθύνσεων των σχολείων να αποκτήσουν μεγαλύτερη «ελευθερία κινήσεων» στην επιλογή των «καταλληλότερων μεθόδων». Είναι χαρακτηριστική η αναφορά της εφημερίδας «Corriere della Sera» ότι «τη νέα σχολική χρονιά ο καθένας θα μπορεί να κάνει, λίγο πολύ, εκείνο που προτιμά». Με ποια κριτήρια θα παίρνονται όμως οι αποφάσεις από τους διευθυντές; Σίγουρα όχι με ενιαία, αφού ο καθένας έχει να αντιμετωπίσει και μια διαφορετική κοινωνική ή οικονομική πραγματικότητα στην περιοχή, ακόμα και στη γειτονιά όπου λειτουργεί το σχολείο του. Αυτό σημαίνει πρακτικά μεγαλύτερη διαφοροποίηση των σχολείων, άνοιγμα της ψαλίδας των διακρίσεων και στο βάθος μεγαλύτερη επιβάρυνση για τους γονείς, που θα κληθούν να αναλάβουν το κόστος των όποιων προσαρμογών. Σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα στη μόρφωση δεν διασφαλίζεται με «ό,τι προτιμά ο καθένας» (ή με ό,τι κάθε κυβέρνηση εμφανίζει ως «προτίμηση του καθενός»), αλλά με την ικανοποίηση της ανάγκης όλα τα παιδιά να μορφώνονται ουσιαστικά και ολόπλευρα.
* * *
Την ίδια στιγμή, επιτροπή του υπουργείου συνέστησε κάθε σχολική μονάδα «να χαρτογραφήσει και να αναδιοργανώσει τους χώρους του», χωρίς ωστόσο να προβλέπονται κονδύλια για ανοικοδόμηση ή επέκταση σχολικών συγκροτημάτων. Από τη μία αναγνωρίζουν τους κινδύνους του συγχρωτισμού στα σχολεία και απευθύνουν συστάσεις για την αποφυγή του, με διαίρεση των τάξεων σε μικρότερα τμήματα. Από την άλλη, το κράτος εναποθέτει στην ευθύνη κάθε σχολικής μονάδας την εξασφάλιση περισσότερου χώρου, απ' αυτόν που δεν έχει! Αυτό οδηγεί ουσιαστικά στην κατάργηση ή στη σύμπτυξη «βοηθητικών» χώρων, που πολλοί βαφτίζουν «μη απαραίτητους», όπως τραπεζαρίες, γυμναστήρια κ.λπ., με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Και βέβαια ούτε κουβέντα για την πρόσληψη επαρκούς αριθμού νέων εκπαιδευτικών, ή για τη μονιμοποίηση όσων εργάζονται με ελαστικές σχέσεις, αφού σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα το υπουργείο Παιδείας πρότεινε την πρόσληψη μόνο 185 παραπάνω μόνιμων εκπαιδευτικών για τη νέα χρονιά, την ώρα που τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών εκτιμούν ότι τα κενά ξεπερνούν τις 100.000!
* * *
Αντί άλλου επιλόγου, ας σκεφτεί κανείς τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση και στην Ελλάδα για την προσαρμογή της Εκπαίδευσης στις νέες συνθήκες του κορονοϊού, που όπως φαίνεται θα μας ακολουθούν για πολύ καιρό ακόμα. Σε σχολεία - σαρδελοκούτια, φτιάχνουν τμήματα με 25 μαθητές και δεν διαθέτουν φράγκο για προσλήψεις και νέες υποδομές, ενώ στο παρασκήνιο απεργάζονται μεθοδεύσεις που επεκτείνουν τους φραγμούς στο μορφωτικό δικαίωμα και πριονίζουν παραπέρα τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Χώρια που στο τέλος έχουν για «καραμέλα» την «ατομική ευθύνη» της κάθε οικογένειας, που αναγκάζεται μέσα σε μια νύχτα να γίνει επιδημιολόγος, γιατρός, δάσκαλος και ...κοινωνικός λειτουργός, για να αποφασίσει αν και με ποιον τρόπο θα συνεχίσει το παιδί να παρακολουθεί τα μαθήματα.

Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ