29 Δεκ 2011

Η αντεπανάσταση τον Αύγουστο του 1968 και οι υποκινητές της



ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ


1948: Οπλισμένοι Τσεχοσλοβάκοι εργάτες υπερασπίζονται την επανάσταση
Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στηΣοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, τον Αύγουστο του 1968, έγιναν και συνεχίζουν και σήμερα να γίνονται αντικείμενο της μαύρης αντισοσιαλιστικής προπαγάνδας και μέσο αξιοποίησης για την ενίσχυση του αντικομμουνισμού, που αποτελεί ένα από τα πιο επιθετικά ιδεολογικοπολιτικά όπλα της αστικής ιδεολογίας. Είναι γεγονός ότι η προπαγάνδα των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού έδωσε όλα τα χρόνια μετά το 1968 έως την ανατροπή του σοσιαλισμού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και την ΕΣΣΔ λυσσασμένη μάχη, προκειμένου να περάσει στις συνειδήσεις των λαϊκών μαζών στον καπιταλιστικό κόσμο την άποψη ότι τα συγκεκριμένα γεγονότα του Αυγούστου συνιστούσαν επέμβαση στο εσωτερικό μιας χώρας και κατά του λαού της απο την ΕΣΣΔ. Δε θα αντιπαραθέσουμε εδώ τις εκατοντάδες επεμβάσεις των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών, είτε με πόλεμο, είτε με την εγκαθίδρυση δικτατορικών καθεστώτων, είτε με άλλες μορφές, ανά τον κόσμο. Θα σταθούμε σ' αυτά καθεαυτά τα γεγονότα, τα οποία επίσης δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η αντιπαράθεση σε διεθνές επίπεδο, ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, είχε από τη σκοπιά των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και στόχους συγκεκριμένους και διεξαγόταν με συγκεκριμένα μέσα. Ετσι, από το Φλεβάρη ακόμη του 1948, όταν η εργατική τάξη της Τσεχοσλοβακίας με τους συμμάχους της μετέτρεψαν την κρίση που δημιουργήθηκε σε πάλη για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, η Τσεχοσλοβακία έγινε αντικείμενο ενός εκτεταμένου πολιτικού και ιδεολογικού πολέμου από το διεθνή ιμπεριαλισμό, με στόχο την ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Σ' αυτόν τον πόλεμο, σημαντικό ρόλο έπαιζαν και οι πρώην καπιταλιστές που έφυγαν μετά την επανάσταση από τη χώρα και ζούσαν σαν «πρόσφυγες» στην καπιταλιστική Δύση, οι οποίοι συνέχιζαν να διατηρούν σχέσεις με αντιδραστικές δυνάμεις που μέσα στην Τσεχοσλοβακία. Ουσιαστικά, μέσα στη χώρα, διεξαγόταν στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού ταξική πάλη με την αμέριστη βοήθεια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Πάλη, η οποία το 1968 εκφράστηκε από οργανώσεις που είχαν συγκροτηθεί ενάντια στη σοσιαλιστική εξουσία. Και που όσο το Κομμουνιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας δρούσε πάνω στις αρχές του μαρξισμού - λενινισμού, δεν μπορούσαν να αποκτήσουν τη δυνατότητα ανοιχτής ανατρεπτικής δράσης ικανής να φέρει τη χώρα στα πρόθυρα ανατροπής του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Αλλά στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού, εμφανίστηκαν λάθη και αδυναμίες, ενώ αμβλύνθηκαν τόσο η ιδεολογικοπολιτική δουλιά στο κόμμα, όσο και οι δεσμοί του με το λαό. Στο κόμμα διείσδυσαν οπορτουνιστικές και αντισοσιαλιστικές δυνάμεις. Στην απόφαση της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας το Δεκέμβρη του 1970 με θέμα: «Μαθήματα από την Κοινωνική και Κομματική κρίση μετά το 13ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας», γίνεται η εκτίμηση: «Είχε υποτιμηθεί ο κίνδυνος να διεισδύσει στις γραμμές μας ο δεξιός οπορτουνισμός και ο αναθεωρητισμός. Η ιδεολογική δραστηριότητα χαρακτηριζόταν από αμυντικό πνεύμα και επιείκεια... Το κόμμα αφοπλίστηκε σιγά - σιγά στον ιδεολογικό τομέα... Γύρω από το διασπαστικό πυρήνα των δεξιών αναθεωρητικών δυνάμεων μέσα στο κόμμα σχηματίστηκε ένα αντιπολιτευτικό ρεύμα, που σιγά - σιγά εισέδυε όλο και σε μεγαλύτερο αριθμό οργανώσεων. Το ρεύμα αυτό έκανε δική του πολιτική πλατφόρμα και οργανωτική δομή... Οταν οι οπορτουνιστικές και αντισοσιαλιστικές δυνάμεις ανέλαβαν να κάνουν στην Τσεχοσλοβακία ανοιχτό πόλεμο ενάντια στις βασικές αρχές του κόμματος και του σοσιαλισμού και όταν το διαβρωτικό αυτό έργο δε συναντούσε πια αποφασιστική αντίσταση, ο ιμπεριαλισμός, που δρούσε από το εξωτερικό, πέρασε κι αυτός στην επίθεση. Εδώ βρίσκεται και το μυστικό της βιαιότητας της ταξικής πάλης...».
1944: Ο Τσεχοσλοβάκικος λαός υποδέχεται τα σοβιετικά στρατεύματα κατά την απελευθέρωση
Ετσι εμφανίστηκαν ανοιχτά να δρουν ενάντια στο σοσιαλιστικό κράτος και το ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, με σκοπό την παλινόρθωση του καπιταλισμού, αντικομμουνιστικές οργανώσεις, όπως η Κ-231 και η Λέσχη των λεγόμενων ακομμάτιστων ΚΑΝ, με επικεφαλής τον σημερινό Πρόεδρο της Τσεχίας Β. Χάβελ, που είχαν διασυνδέσεις με διάφορα ιμπεριαλιστικά επιτελεία. Και που έκαναν δυναμική εμφάνιση την Πρωτομαγιά του 1968 στην Πράγα, με αντισοσιαλιστικά - αντικομμουνιστικά συνθήματα και διακηρύξεις για εγκαθίδρυση αστικού πολιτικού συστήματος. Στην ουσία, η αντεπανάσταση έκανε ανοιχτά την εμφάνισή της. Αλλά τόσο η ηγεσία του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, όσο και η κυβέρνηση δεν αντιμετώπιζαν την αντεπαναστατική πάλη, αφού κυριαρχούσαν οι οπορτουνιστικές δυνάμεις. Στην ίδια κατεύθυνση άρχισαν να δρουν, τόσοτο Σοσιαλιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας, που καθοδηγούνταν από τη Σοσιαλιστική Διεθνή, όσο και το Λαϊκό Κόμμα, ενώ ανάλογη δραστηριότητα ανέπτυσσε και η εκκλησιαστική οργάνωση «Εργο της Εκκλησιαστικής Αναγέννησης». Ολες αυτές οι οργανώσεις ενοποίησαν τη δράση τους, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές τους σ' ένα σκοπό: Την ανατροπή της σοσιαλιστικής εξουσίας.
Ετσι ξέσπασε η αντεπανάσταση, τον Αύγουστο του 1968, που οδηγούσε τη χώρα στον εμφύλιο πόλεμο με την αποφασιστική συνδρομή του διεθνούς ιμπεριαλισμού μέσω των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων. Στην ίδια απόφαση της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, γίνεται η εξής εκτίμηση: «Τον Αύγουστο του 1968, η αντεπανάσταση πήρε επικίνδυνη έκταση στην Τσεχοσλοβακία και η χώρα βρέθηκε στο χείλος του εμφυλίου πολέμου. Το ερώτημα "ποιος θα επιβληθεί" γινόταν πιεστικό. Θα επικρατούσε η αντεπανάσταση με τη βοήθεια της διεθνούς αντίδρασης και θα ολοκλήρωνε το ολέθριο έργο της ή οι σοσιαλιστικές δυνάμεις θα κατάφερναν να αποκρούσουν την αντεπανάσταση και να σώσουν την υπόθεση του σοσιαλισμού;».
Πράγα 1944: Μπροστά στο αρχηγείο των ανταρτών
Οι συνεπείς επαναστατικές δυνάμεις του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της ανατροπής, ζήτησαν τη διεθνιστική βοήθεια των σύμμαχων σοσιαλιστικών χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ετσι τσακίστηκε η αντεπανάσταση και η επιδίωξη του διεθνούς ιμπεριαλισμού να ανατραπεί το σοσιαλιστικό σύστημα στην Τσεχοσλοβακία.
Σήμερα, 35 χρόνια μετά απ' αυτά τα γεγονότα και το τσάκισμα της αντεπανάστασης, που κατάφερε αργότερα, στα 1989-1991, προσωρινά, να νικήσει αφού στις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων, τα οποία βρίσκονταν στην εξουσία των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ευρώπης, επικράτησαν αντισοσιαλιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, όλα τα κέντρα παραγωγής και αναπαραγωγής της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας συνεχίζουν να ρίχνουν λάσπη και δηλητήριο στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και που, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες του, είχε τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην εξέλιξη της ανθρωπότητας σε όφελος των λαών του κόσμου. Γιατί, καταργώντας την εκμετάλλευση, άνοιξε το δρόμο της λύσης των προβλημάτων της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στις χώρες που οικοδομούνταν, συνέβαλε στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης, ενώ ασκούσε σημαντική επίδραση στην ταξική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της στις καπιταλιστικές χώρες. Οπου επίσης καταχτήθηκαν με τους ταξικούς αγώνες μια σειρά δικαιώματα που παραχώρησε το κεφάλαιο και που βελτίωναν τη θέση τους. Αποτελούσε δε οδηγό στην πάλη αυτών των λαών και την χάραξη της προοπτικής να οικοδομήσουν τη δική τους κοινωνία. Αυτό γίνεται σήμερα ακόμη πιο φανερό, αφού το κεφάλαιο διεξάγει καθολική επίθεση ενάντια στους λαούς, στα δικαιώματά τους, αλλά και με την υποδούλωσή τους ακόμη και με πολέμους. Η κρίση του καπιταλισμού, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, τα δεινά που φέρνουν στα λαϊκά στρώματα, μεγαλώνουν τις κοινωνικές ανισότητες, οξύνουν τις ταξικές αντιθέσεις, δημιουργούν και τις προϋποθέσεις για τη γενικευμένη όξυνση της κρίσης, που μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση αντικειμενικών συνθηκών για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων. Με δεδομένο ότι ο υποκειμενικός παράγοντας και το Κομμουνιστικό Κόμμα, καθοδηγώντας τους καθημερινούς ταξικούς αγώνες, τους συνδέει με την προοπτική του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου για τη Λαϊκή Εξουσία.
Αυτήν την προοπτική θέλουν να αποτρέψουν από τη συνείδηση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών δυνάμεων οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, σ' αυτήν την κατεύθυνση χρησιμοποιούν και γεγονότα σαν αυτά της αντεπανάστασης στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Αντεπανάσταση, που καθοδήγησε ο διεθνής ιμπεριαλισμός. Αυτήν ακριβώς τη δράση για τα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας, παρουσιάζει σήμερα, με άγνωστα στο πλατύ κοινό ντοκουμέντα, ο «Ριζοσπάστης», από ένα άρθρο του περιοδικού «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα», της Μόσχας, αρ. 39, 25 Σεπτέμβρη 1968. Το άρθρο έχει τίτλο: «Ποιος βρισκόταν πίσω από τις πλάτες της αντεπανάστασης».
Ποιος βρισκόταν πίσω από τις πλάτες της αντεπανάστασης
Η γραμμή της Δύσης ήταν η εξής: Με τη βοήθεια της αντεπανάστασης στην Τσεχοσλοβακία να καταφερθεί στρατιωτικοπολιτικό πλήγμα στον παγκόσμιο σοσιαλισμό. Η διεθνής αντίδραση υπολόγιζε ότι η κατάσταση που διαμορφώθηκε στην Τσεχοσλοβακία, στο πρώτο εξάμηνο του 1968, δημιούργησε ευνοϊκό έδαφος γι' αυτό το πράγμα, για την αλλαγή του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος στην Τσεχοσλοβακία.
Το «Σχέδιο Επιχειρήσεων» του Πενταγώνου και η ΚΥΠ...
Τον Ιούλη του 1968, είδε το φως της δημοσιότητας (χωρίς τη θέληση των εκπονητών του) το «σχέδιο επιχειρήσεων», που επεξεργάστηκε το Πεντάγωνο και η ΚΥΠ (σ.σ. Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ, πρόκειται για τη CIA) ενάντια στις σοσιαλιστικές χώρες και ειδικά ενάντια στην Τσεχοσλοβακία.
Στο σχέδιο αυτό προβλεπόταν «διαφοροποιημένη» μεταχείριση ορισμένων χωρών, συνδυασμός της εξωτερικής πολιτικής και της ιδεολογικής δολιοφθοράς με τις προσπάθειες να εξασθενίσει η ενότητα της σοσιαλιστικής κοινότητας.
Σε πολλές σελίδες του βασικού σχεδίου και στα ειδικά παραρτήματα, που αφορούν στις λεπτομέρειές του, με κυνική αυθάδεια αναφέρονται μερικές παραλλαγές για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση υπονομευτικών ενεργειών στις σοσιαλιστικές χώρες. Υπήρχαν προσαρτημένες χωριστές οδηγίες για τις ένοπλες δυνάμεις και τα τμήματα ασφάλειας, ονομαστικές καταστάσεις των στρατιωτικών φρουρών, ειδικά της ΛΔ Γερμανίας και της ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Στα παραρτήματα του σχεδίου είχαν γραφτεί λεπτομερειακά οι λεγόμενες «πρωτεύουσες ενέργειες» των ενόπλων δυνάμεων των ΕΠΑ και της κατασκοπίας τους ενάντια στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτές προβλέπουν πρώτα απ' όλα την «απελευθέρωση της Ανατολικής Γερμανίας και της Τσεχοσλοβακίας». Είχαν καθοριστεί συγκεκριμένα οι εντολές υπονομευτικής δράσης.
Στους απεσταλμένους της ΚΥΠ είχε ανατεθεί η αποστολή: «Η αποκατάσταση επαφών με τα ανατρεπτικά στοιχεία στις χώρες αυτές και η παροχή σ' αυτά της σχετικής βοήθειας για την οργάνωση δολιοφθορών και εξεγέρσεων». Εντέλλονται οι ίδιοι να συλλέγουν συστηματικά τις εξής πληροφορίες:
  • Να εξακριβωθούν τα αποτελέσματα της διεξαγωγής των ειδικών και ψυχολογικών επιχειρήσεων των συμμάχων.
  • Να εξακριβωθεί η παρουσία οποιωνδήποτε οργανωμένων παράνομων ομάδων αντίστασης στην υπάρχουσα κυβέρνηση. Αν υπάρχουν τέτοιες, πού βρίσκονται και ποιες οι δυνατότητές τους; Ποιοι είναι οι καθοδηγητές τους, με ποιο τρόπο μπορούμε ν' αποκαταστήσουμε επαφή μ' αυτές;
  • Ποιες ομάδες του πληθυσμού, ποιας επαγγελματικής, είτε οποιασδήποτε άλλης κατηγορίας, είναι περισσότερο πιθανόν ότι μπορούν να κάνουν ανταρσία είτε αυθόρμητη εξέγερση;
  • Ποιοι συνασπισμοί ομάδων είναι αυτή τη στιγμή οι περισσότερο επιδεκτικοί στις ψυχολογικές επιχειρήσεις (σ.σ. δηλαδή στην υπονομευτική προπαγάνδα) της Δύσης;
  • Πότε, πού και κάτω από ποιες συνθήκες, καθώς και με ποια καθοδήγηση απέξω μπορεί να δημιουργηθεί κίνημα αντίστασης, είτε εξέγερσης ενάντια στις υπάρχουσες κυβερνήσεις;
  • Ο βαθμός διείσδυσης αντιπολιτευομένων δυνάμεων στο κομμουνιστικό κόμμα, οι δυνατότητές τους ν' αντισταθούν στη δράση του κόμματος.
Για ορισμένες σοσιαλιστικές χώρες είχαν επεξεργαστεί και δοθεί ακόμα περισσότερο λεπτομερειακές εντολές στους πράκτορες. Να, λόγου χάρη, μερικές από τις εντολές αυτές για τη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας, που ζητούσαν:
  • Ενδείξεις, που να φανερώνουν ότι πολύ γρήγορα είτε στο μέλλον μπορεί να γίνει πραξικόπημα στην Τσεχοσλοβακία, είτε οποιεσδήποτε άλλες αλλαγές, οι οποίες θα εμποδίσουν τα σχέδια του NATO.
  • Το βαθμό διείσδυσης των αντιπολιτευομένων δυνάμεων στα όργανα της κρατικής ασφάλειας, της στρατιωτικής αντικατασκοπίας, είτε στις κατασκοπευτικές υπηρεσίες της Τσεχοσλοβακίας και τις δυνατότητές τους να αντιδράσουν στις ενέργειες αυτών των οργάνων.
Αποκαλύπτοντας τους σκοπούς των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ, το επίσημο όργανο των μεγαλοεπιχειρηματιών, η εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ», έγραφε:
«Η Ευρώπη βρίσκεται λογικά στο κέντρο των συμφερόντων των Ενωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό, και αν εκεί είχαν γίνει πραγματικά βήματα προς την κατεύθυνση της αυτοδιάθεσης της Ανατολικής Ευρώπης (διάβαζε: προς την κατεύθυνση της απόσπασης από τη σοσιαλιστική κοινότητα οποιουδήποτε από τα μέλη της), αυτό θα ήταν επιτυχία για την Ουάσιγκτον και πλήγμα για τη Μόσχα. Αυτό θα μπορούσε να αλλάζει το συσχετισμό των δυνάμεων στην Ευρώπη». Ο Αμερικανός γερουσιαστής Τέρμοντ, αναπτύσσοντας αυτήν την «κατευθυντήρια ιδέα», δήλωσε στις 2 Αυγούστου 1968 στο Κογκρέσο των ΗΠΑ: «Πολλοί από τους επισήμους κύκλους της Ουάσιγκτον προτιμούν να ελπίζουν ότι θα πετύχουν, τελικά, να αποσπάσουν τις σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης από τη Σοβιετική Ενωση και να τις πάρουν με το μέρος των ΗΠΑ».
Με την ίδια θρασύτητα ξιφούλκησαν κιόλας και οι πολιτικοί παράγοντες των άλλων δυτικών χωρών. Στην αγγλική Βουλή, ο υπαρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος Ρέτζιναλντ Μόντλινγκ εξέφρασε την πεποίθηση ότι αν η «Τσεχοσλοβακία απομακρυνθεί από τη Σοβιετική Ενωση, είτε καταρρεύσει το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αυτό θα είναι συμφέρον για μας».
...και τα συγκεκριμένα βήματα
Στις αρχές του Μάη ο αντιπρόσωπος του υπουργείου εξωτερικών των ΗΠΑ χαιρέτισε «με ενδιαφέρον και συμπάθεια» την εξέλιξη των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Ωστόσο, η ανοιχτή επιδοκιμασία, από την πλευρά της κυβέρνησης των ΗΠΑ της αμφίβολης δράσης των «φιλελευθεριστών» του σοσιαλισμού δεν περιλαμβανόταν στα σχέδια της Ουάσιγκτον.
Στα επίσημα πρόσωπα είχε υποδειχτεί να τηρήσουν επιφυλακτική στάση, η δε φροντίδα για την ηθική υποστήριξη των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων στην Τσεχοσλοβακία είχε ανατεθεί στον αστικό Τύπο.
Ο αμερικανικός Τύπος είχε καταπιαστεί με την αναζήτηση διαφόρων μεθόδων «ενθάρρυνσης» της πορείας της Τσεχοσλοβακίας προς την αντισοσιαλιστική κατεύθυνση και σε πρώτη γραμμή, φυσικά, με τη βοήθεια επιχορηγήσεων σε δολάρια.
«Δυστυχώς, ο πόλεμος στο Βιετνάμ και η λυπηρή κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών, έγραφε με θλίψη η εφημερίδα "Νιου-Γιορκ Τάιμς" δε δίνουν στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να παίζουν προσεχώς ξεχωριστό ρόλο για τη βοήθεια της Τσεχοσλοβακίας».
«Ωστόσο - συμπλήρωνε η εφημερίδα - η κυβέρνηση θα μπορούσε ν' αναλάβει μερικές ωφέλιμες ενέργειες, για να επιδείξει το ενδιαφέρον της και τη συμπάθεια, που εξέφρασε πριν λίγο καιρό για τα γεγονότα της Πράγας».
Τέτοιες ενέργειες έγιναν κιόλας χωρίς αργοπορία. Στις 17 του Μάη η Γερουσία εξέτασε σχέδιο νόμου με την επωνυμία «Τσεχοσλοβάκικη εμπορική πράξη 1968». Μ' αυτό το νόμο ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει το δικαίωμα να κλείνει εμπορικές συμφωνίες με την Τσεχοσλοβακία, παρέχοντας σ' αυτήν περισσότερο ευνοϊκούς όρους, καθώς και το δικαίωμα διευθέτησης του ζητήματος για τον τσεχοσλοβάκικο χρυσό, που πήραν οι ΗΠΑ στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και τέλος, το δικαίωμα παροχής στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας δανείου ως 500 εκατομμύρια δολάρια.
«Η Τσεχοσλοβακία ακολουθεί ανιούσα γραμμή -δήλωσε ο συντάκτης του νομοσχεδίου γερουσιαστής Ουόλτερ Μεντέιλ - στη χώρα αυτή χρειάζονται νέες επαφές με τη Δύση... Οι εμπορικοί περιορισμοί που χρησιμοποιήθηκαν ως τώρα μπορούν να βλάψουν το φιλελεύθερο κίνημα στην Τσεχοσλοβακία... Η ψήφιση του νομοσχεδίου δείχνει το ενδιαφέρον μας και τη συμπάθειά μας προς τα γεγονότα της Πράγας».
Στα μέσα του Ιούνη οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι είναι έτοιμες να πληρώνουν στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας 5 εκατομμύρια δολάρια για το λογαριασμό του χρέους στις κοινωνικές ασφαλίσεις. Στις 26 του Ιούλη οι ΗΠΑ αποκατέστησαν την πληρωμή συντάξεων στους μετανάστες, δημιουργώντας έτσι οικονομικό κίνητρο για τους Τσέχους μετανάστες στις ΗΠΑ, που γύρισαν στην Τσεχοσλοβακία για να μετάσχουν στο κίνημα των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων.
Η εφημερίδα «Νιου-Γιορκ Τάιμς» χαιρέτισε αμέσως αυτή την απόφαση σαν «πρώτη συνετή προσπάθεια να φανεί, όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στα έργα, ότι η Ουάσιγκτον ενδιαφέρεται σοβαρά να εκδηλώσει εκείνη τη "συμπάθεια" που εξέφρασε την άνοιξη σχετικά με τις νέες τάσεις της Πράγας».
Στη γραμμή της «ήσυχης αντεπανάστασης» ανταποκρίνονταν πέρα για πέρα οι επόμενες κυνικές δηλώσεις του υποτακτικού του Κογκρέσου Τζον Σέιλερ: «Ο καιρός για την εξέγερση δεν ήρθε ακόμα. Δεν πρέπει να σπρώχνουμε το λαό της Τσεχοσλοβακίας σε ανοιχτή επίθεση, αφού για την ώρα ο καιρός γι' αυτό δεν ωρίμασε ακόμα». Ωστόσο, ο Σέιλερ τόνισε και πάλι ότι εκείνη η στιγμή θα «ωριμάσει» οπωσδήποτε.
Οι απεσταλμένοι της Δύσης
Ο δυτικός Τύπος στάθμιζε εξονυχιστικά τις πιθανότητες για απόσπαση της Τσεχοσλοβακίας από το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ασχολούνταν με την ανοιχτή υποκίνηση των αντιδραστικών στοιχείων στη χώρα αυτή.
Η εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ντέιλ Νιους» έγραφε: «Η Τσεχοσλοβακία αποσπάται από τη Μόσχα. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήθελαν να κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να βοηθήσουν αυτή τη χώρα να ξεφύγει από τη σοβιετική τροχιά».
Το κυριότερο όργανο των αγγλικών μονοπωλίων η εφημερίδα «Ομπσέρβερ» στις 12 του Ιούλη 1968 συμβούλευε ανοιχτά τους Τσέχους και τους Σλοβάκους να «ξεκόψουν» από τη Μόσχα. Και οι «Τάιμς» του Λονδίνου ονόμαζαν το αντεπαναστατικό προτσές στην Τσεχοσλοβακία «ένα από τα πιο αισιόδοξα κινήματα στον κομμουνιστικό κόσμο». Η εφημερίδα αυτή έλεγε ανοιχτά: «Αν οι Τσέχοι και οι Σλοβάκοι θέλουν να οικοδομήσουν μια περισσότερο ελεύθερη κοινωνία, είναι υποχρεωμένοι να αποσπαστούν από τη Μόσχα».
Η παρισινή εφημερίδα «Μοντ», υποδείχνοντας τι πρέπει να κάνουν παραπέρα οι αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στην Τσεχοσλοβακία, στις 5 Αυγούστου δήλωνε, ότι «η Τσεχοσλοβακία πρέπει να προσπαθήσει τώρα να προκαλέσει μέσα και έξω από το ΚΟΜΕΚΟΝ (σ.σ. Συμβούλιο Οικονομικής Αλληλοβοήθειας) αναθεώρηση της ανταλλαγής εμπορευμάτων». Και η εφημερίδα «Νιου-Γιορκ Τάιμς» υπέδειχνε ότι «η προσεχτική προσπάθεια αποχώρησης από τη σοβιετική οικονομική σφαίρα» πρέπει να αποτελέσει «δεύτερο γύρο» πάλης.
Πραγματικά «απλόχερη» βοήθεια πήρε ο αστικός Τύπος από την ίδια την Τσεχοσλοβακία. Ο ειδικός ανταποκριτής της αμερικανικής εταιρίας ραδιοφώνου «Κολούμπια Μπροντκάστινγκ Σιστέμ» Κόλινγκβουντ, ανακοίνωσε από την Πράγα ότι η «βασική φάμπρικα» διαδόσεων και διαστρεβλώσεων για τα γεγονότα στην Τσεχοσλοβακία αυτές τις μέρες ήταν το ξενοδοχείο «Αλκρον», όπου συγκεντρώνονταν οι ξένοι δημοσιογράφοι. Ο ανταποκριτής της εφημερίδας του Μονάχου «Ζιουντέιτσε Τσάιτουνγκ» στη Βιέννη Μάνφρεντ φον Κόντα, που είναι συνεργάτης της δυτικογερμανικής κατασκοπίας, συνδέθηκε με τους αντεπαναστάτες παράνομους και διεξήγαγε δραστήρια υπονομευτική δουλιά στην Τσεχοσλοβακία.
Πίσω από τις εκατοντάδες των ανταποκριτών των ιμπεριαλιστικών οργάνων ειδήσεων, κατέφθασαν στη χώρα οι λεγόμενοι νομισματικοί και οικονομικοί εμπειρογνώμονες, τραπεζίτες και τέτοιοι φανεροί απεσταλμένοι του ιμπεριαλισμού, όπως λόγου χάρη, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Δυτικής Γερμανίας Μπλέσνιγκ, ο πρόεδρος του δυτικογερμανικού κόμματος των ελεύθερων δημοκρατών Σιελ, ο βουλευτής της Μπούντεσταγκ του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Επλερ, άσπονδος εχθρός του κομμουνισμού, ο «σοβιετολόγος» από τις ΗΠΑ Ζμπίγκνεφ Μπζεζίνσκι.
Στις 14 του Ιούνη οι Τσεχοσλοβάκοι αντεπαναστάτες προσκάλεσαν τον Μπζεζίνσκι να κάνει διαλέξεις στην Πράγα. Εκεί εξέθεσε τη στρατηγική του «φιλελευθερισμού». Στις διαλέξεις του ο Μπζεζίνσκι καλούσε να συντρίψουν το ΚΚ Τσεχοσλοβακίας και να διαλύσουν την πολιτοφυλακή και τα όργανα της κρατικής ασφάλειας. Σε κλειστή συνεδρίαση στο Ινστιτούτο της Διεθνούς Πολιτικής, δήλωνε στις 14 του Ιούνη 1968 στην Πράγα: «Η αφετηριακή μου θέση συνίσταται στο ότι ο λενινισμός στις συνθήκες της σύγχρονης ανεπτυγμένης κοινωνίας εξέπνευσε». Για να μεταχειριστούμε τα ίδια τα λόγια του Μπζεζίνσκι, υποστήριζε το «ενδιαφέρον τσεχοσλοβάκικο πείραμα».
Σχολιάζοντας την όλο και περισσότερο αυξανόμενη δραστηριοποίηση όλων αυτών των απεσταλμένων της Δύσης στην Τσεχοσλοβακία, η εφημερίδα «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» διαπίστωνε: «Τώρα, αυτοί εφαρμόζουν στην πράξη εκείνο, το οποίο μέχρι σήμερα συνέθεταν μόνο θεωρητικά: την πολιτική του Τζόνσον της "ζεύξης γεφυρών", τη "νέα ανατολική πολιτική" του Κίσινγκερ και του Μπραντ, σκοπός των οποίων είναι να αποσπάσουν κατά το δυνατό τη μια μετά την άλλη τις σοσιαλιστικές χώρες από το κοινό μέτωπο».
Η Βόννη στο ρόλο του αρχιμουσικού
Η Τσεχοσλοβακία, που βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Οδερ και Δούναβη εκτείνεται από τα Σουδητικά Ορη ως τα Καρπάθια, προσέλκυσε από παλιά τις άπληστες βλέψεις των Γερμανών ιμπεριαλιστών. «Οποιος κατέχει την Τσεχία, αυτός κρατά στα χέρια του το κλειδί της Ευρώπης», έλεγε ο Βίσμαρκ.
Ο τσεχοσλοβάκικος λαός δοκίμασε τη θλίψη της προδοσίας του Μονάχου, (σ.σ.Σύμφωνία που παρέδιδε στη Γερμανία την Τσεχοσλοβακία στα 1938). Οι δυτικές δυνάμεις την πρόσφεραν θυσία στο βωμό των χιτλερικών σχεδίων «Ντρανγκ ναχ Οστεν». Η Τσεχοσλοβακία για πολλά χρόνια έπαψε να υπάρχει σαν αυτοτελές, ανεξάρτητο κράτος. Και μόνο η νίκη του σοβιετικού λαού ενάντια στο χιτλερισμό έφερε στους Τσέχους και τους Σλοβάκους τη λευτεριά.
Τώρα, οι Δυτικογερμανοί μιλιταριστές συνδέουν απαρέγκλιτα τα ρεβανσιστικά τους σχέδια με την κατάλυση του σοσιαλιστικού καθεστώτος της Τσεχοσλοβακίας.
Η προσκείμενη στους ιθύνοντες κύκλους της Βόννης εφημερίδα «Γκένεραλ - Αντσάιγκερ» δήλωνε κυνικά: «Οι Γερμανοί Σουδήτες θα περιμένουν από την Τσεχοσλοβακία, όταν απελευθερωθεί από τον κομμουνισμό, επιστροφή στη συμφωνία του Μονάχου, με την οποία το φθινόπωρο του 1938 η σουδητική περιοχή πέρασε στη Γερμανία».
Τα επιθετικά σχέδια της Βόννης σχετικά με τη σουδητική περιοχή συνδυάζονται με τα απώτερα σχέδια ενέργειας του δυτικογερμανικού ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη. Ο διεθνής ιμπεριαλισμός και οι υποτακτικοί του στην Τσεχοσλοβακία θεωρούσαν τις εκδηλώσεις ενάντια στο σοσιαλισμό και το Κομμουνιστικό Κόμμα σαν το πρώτο και σοβαρό βήμα για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους σ' όλες τις σοσιαλιστικές χώρες της Ευρώπης.
Είναι χαρακτηριστική από την άποψη αυτή η αντίδραση των ιθυνόντων κύκλων και του Τύπου της Δυτικής Γερμανίας σε κάθε στροφή των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Θριαμβολογώντας σε κάθε εκδήλωση αντισοσιαλιστικών τάσεων, ο δυτικογερμανικός Τύπος δημοσίευε ταυτόχρονα πλήθος από «καλοπροαίρετες» συμβουλές και συστάσεις προς τους Τσεχοσλοβάκους αντεπαναστάτες.
Το Μάρτη του 1968 ο Στράους (σ.σ. ακροδεξιός Βαυαρός πολιτικός) σε συνομιλία με υψηλές προσωπικότητες του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος δήλωνε, ότι αρχίζοντας από το 1968 οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Δυτικής Γερμανίας έκαναν μεγάλη δουλιά για να διασύρουν την καθοδήγηση του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στα μάτια της τσεχοσλοβάκικης κοινής γνώμης.
Σύμφωνα με τη δήλωση του Στράους, ο δυτικός κόσμος πρέπει λεπτά και επιδέξια να χρησιμοποιήσει όλα τα κανάλια της ιδεολογικής και οικονομικής επίδρασης για τη συνεχή εξασθένηση του ρόλου του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στην κρατική και πολιτική ζωή της χώρας και τη βαθμιαία απόσπαση της Τσεχοσλοβακίας από την ΕΣΣΔ. Για την επίτευξη αυτών των σκοπών αποφασίστηκε η διεξαγωγή ευρείας προπαγανδιστικής εκστρατείας για την απομάκρυνση από τις καθοδηγητικές θέσεις των κομμουνιστών που ήταν αφοσιωμένοι στην υπόθεση του σοσιαλισμού.
Είχε προταθεί να διατεθούν μέχρι 260 εκατομμύρια μάρκα για την εξαγορά Τσεχοσλοβάκων πολιτών, που θα ταξίδευαν στις δυτικές χωρίς σαν μέλη αντιπροσωπειών, σαν τουρίστες, καθώς και για άλλη «οικονομική βοήθεια».
Ο γνωστός ειδικός του αντικομμουνισμού Κλάους Τένερτ, σχολιάζοντας από τη δυτικογερμανική τηλεόραση την κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία, αποκάλυψε ανοιχτά τους υπολογισμούς των πολιτικών της Βόννης: «Αυτό, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί κίνητρο για τη γερμανική ανατολική πολιτική. Εγώ νομίζω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε αυτήν την πολιτική. Αν η Τσεχοσλοβακία, είτε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα βαδίσουν προς τη σοσιαλδημοκρατία, τότε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα μπορούμε να μιλάμε ασύγκριτα ευκολότερα με τη σοσιαλδημοκρατική Τσεχοσλοβακία, παρ' όλο που τυπικά, ίσως, είναι ακόμα κομμουνιστική. Ξέχωρα απ' αυτό, θα πρέπει να απομονώσουμε όλο και περισσότερο το Ανατολικό Βερολίνο».
Το Μάη του 1968 στον Τύπο της Δυτικής Γερμανίας συζητήθηκε ζωηρά το ζήτημα της πρόθεσης της κυβέρνησης της Δυτικής Γερμανίας, (σ.σ.τότε υπήρχε και η σοσιαλιστική Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, ή Ανατολική Γερμανία όπως την ονόμαζαν οι καπιταλιστές), να δώσει στην Τσεχοσλοβακία χρηματική βοήθεια 700 εκατομμύρια μάρκα. Σύμφωνα με τη γνώμη του Τύπου, μια τέτοια εκδήλωση θα όξυνε σημαντικά τις σχέσεις ανάμεσα στην Τσεχοσλοβακία και την ΕΣΣΔ.
Αμεση υπονόμευση των ζωτικών εθνικών συμφερόντων του τσεχοσλοβάκικου λαού ήταν οι επικλήσεις για «προσέγγιση» με τη Δυτική Γερμανία, που δε δημοσιεύτηκαν μόνο στον Τύπο και μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αλλά και αναφέρθηκαν στους λόγους μερικών καθοδηγητικών παραγόντων του ΚΚΤσ. Αυτή η δουλιά δεν περιορίστηκε μόνο σε προφορικές δηλώσεις.
Τα δυτικά σύνορα της Τσεχοσλοβακίας άνοιξαν πραγματικά και πλημμύρισαν ανεμπόδιστα τη χώρα -ανακατεμένοι με το ρεύμα των τουριστών- σαμποταριστές και κατάσκοποι από τις δυτικές χώρες, και πρώτα απ' όλα, όπως ήταν επόμενο, από τη Δυτική Γερμανία.
Τον Απρίλη, στα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας με τη Δυτική Γερμανία άνοιξαν 5 κέντρα θεώρησης διαβατηρίων, τα οποία πουλούσαν τη θεώρηση στους πολίτες της Δυτικής Γερμανίας με 8 δολάρια. Κάθε κέντρο επέτρεπε τη διάβαση των συνόρων σε πάνω από 7.000 αυτοκίνητα την ήμερα. Τελωνειακός και συνοριακός έλεγχος, στην πραγματικότητα, δε γινόταν. Τις τρεις πρώτες μέρες του Ιούνη κατέφθασαν στην Πράγα 75.000 περίπου Δυτικογερμανοί, οι οποίοι παρέμεναν εκεί με την ιδιότητα του περιηγητή. Πολλοί απ' αυτούς έκαναν δραστήρια αντισοβιετική προπαγάνδα στον ντόπιο πληθυσμό.
Χιλιάδες Γερμανοί, που ανήκαν σε ρεβανσιστικές οργανώσεις και απαιτούσαν «επιστροφή» της σουηδικής περιοχής, πήγαν ελεύθερα στην Τσεχοσλοβακία να αποκαταστήσουν σύνδεση. Οι πράκτορες του ιμπεριαλισμού απόχτησαν τη δυνατότητα να εισάγουν όπλα στο έδαφος της Τσεχοσλοβακίας.
Φέτος (σ.σ.1968) τον Απρίλη - Μάη έγιναν πολυάριθμες μυστικές συναντήσεις στο έδαφος της Βαυαρίας της ηγεσίας του Χριστιανοσοσιαλιστικού κόμματος της Δυτικής Γερμανίας με αντιπροσώπους της Τσεχοσλοβάκικης Χριστιανοσοσιαλιστικής Ενωσης, όπου διεξήχθησαν συνομιλίες για την αποκατάσταση άμεσων επαφών ανάμεσα σ' αυτά τα κόμματα.
Η δραστήρια ενέργεια των κυβερνητικών κύκλων και κομμάτων της Δυτικής Γερμανίας γινόταν με σκοπό να ασκήσουν επίδραση στην τσεχοσλοβάκικη νεολαία. Γι' αυτό, είχαν οργανωθεί, με έξοδα της ΧΣΕ και του ΣΔΚΓ, πολυάριθμα ταξίδια στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας ειδικά προετοιμασμένων ομάδων φοιτητών και υπαλλήλων των νεολαιίστικων οργανώσεων της Δυτικής Γερμανίας (ιδιαίτερα αυτοί οι οποίοι βρίσκονταν κάτω από την επιρροή των σοσιαλ-δημοκρατών των χριαστιανοδημοκρατών και της ΧΣΕ).
Ετσι, λόγου χάρη, στη Δυτική Γερμανία από τους φοιτητές της Χαϊδελβέργης, της Στουτγάρδης και άλλων πανεπιστημίων του νότιου τμήματος της Δυτικής Γερμανίας δημιουργήθηκαν ειδικές φοιτητικές ομάδες προπαγάνδας για την αποστολή τους στην Τσεχοσλοβακία την περίοδο των πασχαλινών διακοπών του Απρίλη, με σκοπό την πραγματοποίηση συναντήσεων και συζητήσεων με τους Τσεχοσλοβάκους φοιτητές και τη διάδοση προπαγανδιστικών υλικών.
Ειδικός ρόλος για την ιδεολογική προπαγάνδα στον πληθυσμό της ΣΔ Τσεχοσλοβακίας είχε ανατεθεί στη δυτικογερμανική τηλεόραση, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τον Τύπο. Εξάλλου, στη Βαυαρική επιτροπή του ραδιοσταθμού στο Μόναχο είχε δημιουργηθεί ειδική ομάδα ανταποκριτών, η οποία συγκέντρωνε και επεξεργαζόταν κατάλληλα πληροφορίες για την κατάσταση στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας και μετέδιδε ταχτική προπαγανδιστική ραδιοφωνική εκπομπή για την Τσεχοσλοβακία.
Η ελβετική αστική εφημερίδα «Ζουρνάλ ντε Ζενέβ» δημοσίευσε λεπτομέρειες για το πρόσφατο ταξίδι του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Δυτικής Γερμανίας Μπλέσνιγκ στην Πράγα, με το πρόσχημα της ιδιωτικής επίσκεψης. Η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι ο πρώην έμπιστος του Χίμλερ πήγε στην Πράγα με τη «συγκατάθεση του Μπραντ». Στην Πράγα, ο Μπλέσνιγκ συζήτησε με τον πρόεδρο της Κεντρικής Τράπεζας της ΣΛ Τσεχοσλοβακίας. «Ολα τα οικονομικά, νομισματικά και συναλλαγματικά προβλήματα», με τα οποία «θα ασχοληθεί προσεχώς η καθοδήγηση της ΣΔ της Τσεχοσλοβακίας».
Οι ρεβανσιστές σε δράση
Ο Τύπος ομολογεί ότι το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα της Δυτικής Γερμανίας χρηματοδοτούσε την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία.
Ηδη, από τον Απρίλη του 1967, στο Βισίρτσμπουργκ, ο «Σύλλογος συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» διέθεσε ειδικό κονδύλι με την επωνυμία «κοινωνική βοήθεια στους σουδήτες» για τη χρηματοδότηση της ρεβανσιστικής προπαγάνδας και την παροχή βοήθειας στις αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Επίσημος πρωτεργάτης αυτού του κονδυλίου ήταν ο γκενλεϊνοφικός φασίστας και πρώην καθοδηγητής του ναζιστικού δικαστηρίου της σουδητικής περιοχής στο Ρέιχενμβεργκ (Λίμπερετς) δρ. Φραντς Μπεμ.
Η συμφωνία για τη διάθεση αυτού του κονδυλίου βοήθειας της αντεπανάστασης είχε γίνει στις 21 Φλεβάρη του 1967, στη διάρκεια συνεδρίασης ανάμεσα στην καθοδήγηση του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» με τον Δυτικογερμανό καγκελάριο Κίζινγκερ, τον υπουργό των Εξωτερικών Μπραντ, τον υπουργό Βένερ και άλλα μέλη της κυβέρνησης της Βόννης. Με τη βοήθεια αυτού του κονδυλίου, προβλεπόταν ευρεία παράλληλη εφαρμογή της λεγόμενης «νέας ανατολικής πολιτικής» της κυβέρνησης και της δράσης του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών».
Μερικές μέρες αργότερα, δημοσιεύτηκε στη Βόννη η έκκληση του ρεβανσιστή Μπεμ, που καλούσε όλους να συνεισφέρουν σ' αυτό το κονδύλι. Στην έκκληση, αναφερόταν ότι επρόκειτο για «έκτακτα συμπληρωματικά χρηματικά μέσα» για την εφαρμογή στην πράξη των «πολιτικών σχεδίων ενόψει της τωρινής κατάστασης της ανατολικής πολιτικής».
Με τα μέσα του χρηματικού αυτού αποθέματος, προβλεπόταν η διάδοση «φυλλαδίων, φιλμ, επίκαιρων πληροφοριακών υλικών στο εσωτερικό της χώρας και στο εξωτερικό, δημιουργία Ινστιτούτων... εφαρμογή κοινωνικών, οικονομικών, και πολιτιστικο-πολιτικών μέτρων, καθώς και μέτρων με σκοπό την πάλη για την επιστροφή των αρπαγμένων σουδητών».
Η δημιουργία του χρηματικού αυτού αποθέματος έφερε αναζωογόνηση της χρηματοδότησης της επιθετικής, υπονομευτικής δράσης που η αρχή της τέθηκε ήδη από το 1938, όταν με τη βοήθεια των γερμανικών στρατιωτικών κοντσέρν και των μεγάλων τραπεζών διεξήχθη η «εκστρατεία για την επιστροφή στην αυτοκρατορία». Ο ίδιος ο Μπεμ υπέδειχνε αυτήν τη διαδοχικότητα της πολεμικής πολιτικής, δηλώνοντας: «Εκείνο, το οποίο μπόρεσε να γίνει πριν δεκάδες χρόνια, πρέπει και μπορεί να γίνει και σήμερα».
Σήμερα, αυτά τα ίδια στρατιωτικά κοντσέρν χρηματοδοτούν την «κοινωνική βοήθεια των σουδητών». Με τα μέσα αυτά, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις είχαν εφοδιαστεί με πομπούς, όπλα κλπ.
Οταν οι αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στη ΣΔ Τσ. κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν τις πρώτες επιτυχίες, δυνάμωσε η διαφημιστική εκστρατεία για το ρεβανσιστικό ταμείο. Με την παρουσία του απεσταλμένου της Βόννης για τις υποθέσεις της Ανατολής Χάσελ και του πρωθυπουργού της Βαυαρίας Γκόπτελ, ο περιβόητος ηγέτης του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» και βουλευτής της Μπούντεσταγκ της ΧΣΕ Βάλτερ Μπέχερ στη σύνταξη αυτής της ρεβανσιστικής ένωσης στις 2 και 3 του Ιούνη 1968 στη Στουτγκάρδη καλούσε τους πολίτες να βοηθήσουν στη δημιουργία «αποθέματος εκατομμυρίων».
Και τα χρήματα άρχισαν να καταφθάνουν, ιδιαίτερα, από το λεγόμενο κονδύλι της «αυτοδιάθεσης», που το διαχειριζόταν ο δρ. Πάουλσεν, ισόβιος επίτιμος πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Ενωσης Γερμανών Εργοδοτών.
Ωστόσο τα πιο μεγάλα ποσά για υπονομευτική δράση τα παίρνουν οι ρεβανσιστές με τη βοήθεια του υπουργού των Οικονομικών, σοσιαλδημοκράτη Σίλερ. Το υπουργείο του καθορίζει τη γραμμή και στη λεγόμενη Επιτροπή της Μπούντεσταγκ της Βόννης για τα ζητήματα των ζημιών, που προξένησε ο πόλεμος.
Το Μάη του 1968, πάρθηκε απόφαση για τη μεταβίβαση στις ενώσεις των ρεβανσιστών της μισής περιουσίας από την κατάσχεση της ιδιοκτησίας των πρώην «ανατολικών τραπεζών».
Αυτή η περιουσία ανέρχεται σήμερα (σ.σ.το 1968) σε 100 εκατομμύρια περίπου μάρκα. Συνεπώς, 50 εκατομμύρια μάρκα μεταβιβάζονται κατευθείαν στο κονδύλι της αντεπανάστασης.
Η ημιεπίσημη εφημερίδα «Γκένεραλ - Αντσάιγκερ», στις 23 Αυγούστου, ανέγραφε την είδηση ότι: «Η κυβέρνηση της Βόννης πήρε απόφαση για τη δημιουργία του λεγόμενου "κριτικού επιτελείου". Στο επιτελείο αυτό μετέχουν ανώτατοι στρατηγοί των επιτελείων της Μπούντεσβερ, του υπουργείου των Στρατιωτικών, καθώς και υπάλληλοι των βασικών υπουργείων της Δυτικής Γερμανίας. Στις αρμοδιότητες του "κριτικού επιτελείου" περιλαμβάνεται η συλλογή πληροφοριών για την κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία και η επεξεργασία συστάσεων για την κυβέρνηση της Βόννης».
Ο γενικός επιθεωρητής της Μπούντεσβερ ντε Μεζιέρ έβγαλε διαταγή, με την οποία απαγορεύει τη χορήγηση άδειας στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς του δυτικογερμανικού στρατού. Το επιτελείο άρχισε κιόλας να δρα. Ετσι δημιουργήθηκε κυβερνητικό κέντρο για τα ζητήματα της ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις της Τσεχοσλοβακίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τη Βόννη στις 22 Αυγούστου, το απόγευμα της 21ης Αυγούστου, ο αρχηγός της υπηρεσίας κατασκοπίας της Δυτικής Γερμανίας, υποστράτηγος Βέσελ, έλαβε εντολή από την κυβέρνηση να εντείνει τη δράση των πρακτόρων της και πρώτα απ' όλα να προσπαθήσει να αποκαταστήσει τις επαφές που είχαν διακοπεί με τα έμπιστα πρόσωπα στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Το δυτικογερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» στις αρχές του Αυγούστου αποκάλυψε τις δραστήριες ενέργειες της δυτικογερμανικής κατασκοπίας με τη χρησιμοποίηση του τουριστικού ρεύματος για την υποδαύλιση των αντεπαναστατικών διαθέσεων στην Τσεχοσλοβακία και τη συλλογή νέων πληροφοριών από εκεί.
Το περιοδικό έγραφε ότι οι δυτικογερμανικές συνοριακές αρχές κατέγραφαν τα ονοματεπώνυμα, τους αριθμούς των αυτοκινήτων και τις διευθύνσεις αυτών των Δυτικογερμανών, οι οποίοι περνούσαν τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας με τη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας. Οι καταστάσεις αυτών των ονομάτων αποστέλλονταν στην έδρα του επιτελείου της δυτικογερμανικής κατασκοπίας στο Μόναχο. Εκεί έκαναν επιλογή των ανθρώπων, οι οποίοι μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν πράκτορες, είτε πληροφοριοδότες της «Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Κατασκοπίας».
Αυτή η υπηρεσία, που υπάγεται άμεσα στο γραφείο του καγκελάριου της Δυτικής Γερμανίας, όπως αναφέρει η εφημερίδα, διαθέτει ετήσιο προϋπολογισμό, περισσότερο από 100 εκατομμύρια μάρκα και επιτελείο από 5 χιλιάδες συνεργάτες, οι οποίοι χρησιμοποιούνται κυρίως για κατασκοπία στις σοσιαλιστικές χώρες.
Το Πρόγραμμα «Ζέφυρος»
Οι θεωρητικοί του ιμπεριαλισμού σύνδεσαν στενά τα σχέδια της παραπέρα έντασης της δράσης του επιθετικού συνασπισμού του NATO, με την εξέλιξη των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Τώρα έρχονται στη δημοσιότητα όλο και ευρύτερα τα τυχοδιωκτικά σχέδια του επιθετικού Ατλαντικού Συνασπισμού σχετικά με την Τσεχοσλοβακία.
«To NATO ετοίμασε σχέδια για την έξοδο της Τσεχοσλοβακίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας». Μ' αυτόν τον τίτλο η εφημερίδα του Λιβάνου «Αντ - Ντουνιά» της 11ης του Σεπτέμβρη δημοσίευε ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες για μυστικές αποφάσεις του Συμβουλίου του NATO. Η εφημερίδα γράφει: «Το Συμβούλιο του Βορειοατλαντικού Συνασπισμού επεξεργάστηκε ειδικό πρόγραμμα για την Τσεχοσλοβακία με το κωδικοποιημένο όνομα "Ζέφυρος". Το Συμβούλιο διαπίστωσε την ύπαρξη μερικών μεταρρυθμιστών, οι οποίοι επιθυμούν τη διεύρυνση των σχέσεων της Τσεχοσλοβακίας με την Ευρώπη σ' όλους τους τομείς, και υπάρχει η δυνατότητα να εκμεταλλευτούμε τις υπηρεσίες αυτών των μεταρρυθμιστών.
Στη διάρκεια πλατιάς μελέτης της κατάστασης της Τσεχοσλοβακίας, το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι τα μη ορθόδοξα στοιχεία άρχισαν να παίζουν μεγάλο ρόλο στην εξασθένιση της κομμουνιστικής ιδεολογίας στην Τσεχοσλοβακία και ότι στο μέλλον θα μπορέσουμε να στηριχτούμε σ' αυτά τα στοιχεία. Τα μέλη του Συμβουλίου του NATO πείστηκαν ότι ύστερα από τα γεγονότα του 1948 στην Τσεχοσλοβακία παρέμειναν ομάδες του πληθυσμού, που δεν αναγνώρισαν την κομμουνιστική ιδεολογία και γι' αυτό τρέφουν εχθρικές προς αυτήν διαθέσεις. Αυτές οι ομάδες ασχολούνται με μυστική δράση, που κατευθύνεται ενάντια στο σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης της Τσεχοσλοβακίας».
Οπως τονίζεται σε συνέχεια στην ανταπόκριση, «στο φως αυτών των πληροφοριών και των προτάσεων, το Συμβούλιο του NATO επεξεργάστηκε το πρόγραμμα "Ζέφυρος", που έχει σκοπό τη δημιουργία στο εσωτερικό της Τσεχοσλοβακίας και γύρω από αυτήν κατάστασης, η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στην ανακήρυξη ουδετερότητας και στην έξοδο της Τσεχοσλοβακίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας».
Τέλος, η εφημερίδα υπογραμμίζει: «Το Συμβούλιο του NATO θεώρησε σκόπιμο να συνεχίσει τη δουλιά της "ζεύξης γεφυρών" με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Είχε προβλεφτεί ότι η Τσεχοσλοβακία θα μπορούσε να ετοιμαστεί για ανακήρυξη ουδετερότητας τον ερχόμενο χρόνο, αν τα γεγονότα εκεί εξελίσσονταν προς όφελος της αντιπολίτευσης, στην οποία το NATO έτρεφε μεγάλες ελπίδες, υπολογίζοντας να τη χρησιμοποιήσει για τον προσανατολισμό της γενικής πολιτικής της Τσεχοσλοβακίας προς το συμφέρον του».
Η φινλανδική εφημερίδα «Πιαβιάν Σανομάτ» στις 6 του Σεπτέμβρη δημοσίευσε άρθρο, όπου ξεσκεπάζει το ρόλο του NATO στα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας. Στο άρθρο, αίφνης, αναφέρεται: Δεν είναι καθόλου μυστικό ότι το γενικό επιτελείο του NATO «ανέλαβε την προετοιμασία» του τσεχοσλοβάκικου ζητήματος μερικούς μήνες πριν από τα γεγονότα του Αυγούστου. Πρώτα απ' όλα, ενδιαφέρθηκε για το δυνάμωμα της έντασης στην Τσεχοσλοβακία.
Σύμφωνα με θετικές πηγές από τις Βρυξέλλες, κάτω από τις διαταγές του γενικού επιτελείου του NATO, εργάζεται ειδική οργάνωση, που διαθέτει στελέχη και τεχνικά μέσα για μόνιμη δουλιά πάνω στο τσεχοσλοβάκικο πρόβλημα.
Το γενικό επιτελείο αυτής της ειδικής οργάνωσης, όμως, δε βρίσκεται στις Βρυξέλλες, αλλά στη Δυτική Γερμανία στην περιοχή του Ρέγκενσμπουργκ. Από τον Ιούλη άρχισε να δρα ειδικό Κέντρο παρατήρησης και διεύθυνσης, το οποίο οι Αμερικανοί στρατιωτικοί αντιπρόσωποι ονομάζουν «Επιτελείο της Ομάδας Κρούσης» και το οποίο έχει δικό του σύστημα κώδικα και περισσότερους από 300 συνεργάτες, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και αξιωματικοί της υπηρεσίας κατασκοπίας και πολιτικοί σύμβουλοι του NATO.
Σύμφωνα με βελγικές πηγές πληροφοριών, αυτό το κέντρο το καθοδηγεί ο Δυτικογερμανός αντιπρόσωπος του NATO, ο οποίος κατάγεται από την Τσεχοσλοβακία, και έτσι είναι άριστα πληροφορημένος γι' αυτούς τους δραστήριους παράγοντες, που έχουν πρωταρχική σημασία. Το «Επιτελείο της Ομάδας Κρούσης» συνεχίζει και τώρα να κρατάει γερά στα χέρια του όλες τις συνδέσεις με την Τσεχοσλοβακία, και το Γενικό Επιτελείο του NATO παίρνει κωδικοποιημένες πληροφορίες, το λιγότερο τρεις φορές το εικοσιτετράωρο.
Στο Βέλγιο, σχετικά μ' αυτήν την περίπτωση, «αφομοίωσαν» με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την άποψη των αντιπροσώπων του Γενικού Επιτελείου του NATO, ότι παρά την είσοδο των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία και τη σύναψη της συμφωνίας της Μόσχας και παρά το γεγονός ότι το ειδικό κέντρο δεν πραγματοποίησε τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί, ωστόσο η δράση του ήταν και συνεχίζει να παραμένει «πολύτιμη πείρα για το μέλλον».
Ετσι, οι πιο επιθετικές δυνάμεις της διεθνούς αντίδρασης, στηριζόμενες στο στρατιωτικό και κατασκοπευτικό μηχανισμό του NATO, υποστήριζαν με κάθε τρόπο την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία, υπολογίζοντας να αποσπάσουν τη χώρα αυτή από τη σοσιαλιστική κοινότητα.
  • Το άρθρο αναδημοσιεύεται απο το βιβλίο «Τσεχοσλοβακία '68 και ο προλεταριακός διεθνισμός»,εκδόσεις «Ειρήνη»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ