ΔΟΜΝΑ ΣΑΜΙΟΥ
Μια ζωή αφιερωμένη στο παραδοσιακό τραγούδι
Ενα μαγνητόφωνο και πολύ μεράκι
Η Δόμνα Σαμίου ήταν βέρα Μικρασιάτισσα, προσφυγοπούλα. Είχε τραγουδήσει όμως τη χαρά σαν Στερεοελλαδίτισσα, τον καημό σαν Ηπειρώτισσα, τη λεβεντιά σαν Κρητικιά, τη θάλασσα σαν νησιώτισσα. Η φωνή της επί δεκαετίες ταξίδευε από τον Πόντο στην Κύπρο και από εκεί σε κάθε γωνιά της Ελλάδας για να συναντήσει μελωδίες και στίχους, για να προσφέρει αυθεντικά ακούσματα της μουσικής μας παράδοσης. Τραγούδια - καθρέφτες της ζωής και της ψυχής του λαού μας, δημιουργίες διαχρονικές που φέρουν τη σφραγίδα κάθε περιοχής, την ιδιομορφία της γλώσσας και των ρυθμών της, τα ιδιαίτερα ήθη και έθιμά της.
Η πολύχρονη προσπάθεια, έρευνα και εμπειρία της της έδιναν τη δυνατότητα να μπαίνει στο πετσί τραγουδιών από διαφορετικές περιοχές, να μιμείται το ύφος τους. Εκατοντάδες τα τραγούδια που είχε ερμηνεύσει. Υπερπολλαπλάσιο, τεράστιο ήταν το υλικό που είχε συλλέξει η ίδια από κάθε γωνιά της Ελλάδας. Τόσο που το πέρασμα του χρόνου την έκανε να τρομάζει και να εξομολογείται: «Και μια ζωή να είχα ακόμη και πάλι δεν θα μου έφτανε για να τραγουδήσω το υλικό που έχω συλλέξει. Εκείνο που θέλω είναι ν' αφήσω πίσω μου όσο το δυνατόν περισσότερο καταγραμμένο σε δίσκους».
Δημιουργική πορεία
Η Δόμνα Σαμίου γεννήθηκε στις 12 Οκτώβρη 1928 στην Καισαριανή. Οι γονείς της ήταν Μικρασιάτες πρόσφυγες από το Μπαϊντίρι, χωριό της περιοχής της Σμύρνης. H μητέρα της ήρθε στην Ελλάδα το 1922, ο πατέρας της, αιχμάλωτος στρατιώτης, λίγο αργότερα, με την Ανταλλαγή. Εζησε τα παιδικά της χρόνια μέσα στις απάνθρωπες αλλά παράλληλα πολύ ανθρώπινες και αλληλέγγυες συνθήκες της προσφυγιάς, κι εκεί απέκτησε τα λαϊκά ερείσματα της προσωπικότητάς της. Στο περιβάλλον αυτό είχε τα πρώτα μουσικά της ακούσματα, απ' τα οποία και πήγασε η αγάπη της για την παραδοσιακή μουσική. Οι μνήμες της από αυτά τα χρόνια, από το τοπίο της παράγκας και του πισσόχαρτου, της φτώχειας μα και της αλληλεγγύης έμειναν πάντα ζωντανές μέσα της. Μικρό παιδί βγήκε στη βιοπάλη. Σε ηλικία 13 χρόνων έχει την πρώτη διδακτική επαφή με τη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική αλλά και με τη λογική της επιτόπιας έρευνας, μαθητεύοντας κοντά στον Σίμωνα Καρά, στο «Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής», ενώ παράλληλα φοιτά στο νυχτερινό Γυμνάσιο. Ως μέλος της χορωδίας του Σίμωνα Καρά αρχίζει η σχέση της και με το Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), όπου αργότερα, το 1954, προσλαμβάνεται στο Τμήμα Εθνικής Μουσικής. Από τη θέση αυτή γνωρίζει τους σημαντικότερους λαϊκούς μουσικούς, οι οποίοι την εποχή εκείνη της εσωτερικής μετανάστευσης συρρέουν στην Αθήνα απ' όλες τις περιοχές της Ελλάδας, και τους οποίους το συγκεκριμένο Τμήμα ηχογραφεί για τις εκπομπές του. Ετσι, η Δόμνα Σαμίου εξοικειώνεται με όλα τα τοπικά μουσικά ιδιώματα. Παράλληλα κάνει μουσική επιμέλεια σε εκδόσεις δίσκων, θεατρικές εκπομπές, κινηματογραφικές ταινίες. Το 1963 αρχίζει τα ταξίδια της στην επαρχία για επιτόπιες καταγραφές και συγκέντρωση μουσικού υλικού για το προσωπικό της αρχείο, με δικά της μηχανήματα.
Το 1971 παραιτείται από τη Ραδιοφωνία, λόγω παρεμβάσεων στη δουλειά της. Την ίδια χρονιά - σταθμό αποδέχεται την πρόσκληση του Διονύση Σαββόπουλου και πρωτοεμφανίζεται στο «Ροντέο», δίνοντας το στίγμα μιας αλλαγής στη σχέση των νέων με την παραδοσιακή μουσική. Τις σημαντικές αυτές εμφανίσεις ακολουθεί η συμμετοχή στο Φεστιβάλ Μπαχ στο Λονδίνο. Η λαμπρή καλλιτεχνική καριέρα της έχει ξεκινήσει. «Πέρασε η ντροπή που είχαν για το δημοτικό τραγούδι», δήλωνε η ίδια. Το 1974 αρχίζει η συνεργασία με την «Columbia» και οι αλλεπάλληλες εκδόσεις LP. Το 1976-77 με σκηνοθέτες τον Φώτο Λαμπρινό και τον Ανδρέα Θωμόπουλο γυρίζουν στην ελληνική επαρχία είκοσι επεισόδια για την εκπομπή της ΕΡΤ «Μουσικό οδοιπορικό».
Το 1981 ιδρύεται ο Καλλιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής «Δόμνα Σαμίου» με σκοπό τη διάσωση και προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κυρίως την έκδοση δίσκων και τη διοργάνωση εκδηλώσεων με αυστηρές επιστημονικές και ποιοτικές προδιαγραφές, μακριά από τις απαιτήσεις των εμπορικών εταιρειών. Το έργο της ξεπερνά πια τα ελληνικά σύνορα. Εκδίδονται δίσκοι της στη Γαλλία και τη Σουηδία. Επί σαράντα περίπου χρόνια πραγματοποιεί σειρά συναυλιών από την Αυστραλία μέχρι τη Νότια Αμερική, ενώ αναρίθμητες είναι οι συναυλιακές εμφανίσεις της στο εσωτερικό. Για τις ποικίλες δραστηριότητές της συνεργάζεται με καταξιωμένους Ελληνες και ξένους μουσικούς, μουσικολόγους, λαογράφους, εθνομουσικολόγους αλλά και διδάσκει, μυεί και αναδεικνύει πρωτόβγαλτους νέους καλλιτέχνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλες τις δισκογραφικές δουλειές της, εκτός από εξαίρετους επαγγελματίες μουσικούς και ερμηνευτές - συνεργάτες της, τραγουδούσαν παιδιά, γυναίκες και άντρες, κάτοικοι των περιοχών όπου είχε καταγράψει τα συγκεκριμένα έθιμα και τα τραγούδια. Από το 1994 έδινε μαθήματα δημοτικού τραγουδιού για ενήλικες στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων της Αθήνας. Για την προσφορά της τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, με αποκορύφωμα την απονομή μεταλλίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το 2005.
Θησαυρός «κλεισμένος σε ντουλάπια»
Πάμπολλες ήταν επίσης οι πρωτοβουλίες της και έμπρακτη και ανιδιοτελής η προσφορά της σχετικά με τη βελτίωση της μουσικής εκπαίδευσης των παιδιών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, αίτημα παιδαγωγικά πρωταρχικό και επιτακτικό κατά την ίδια.
«Το κράτος δεν φρόντισε να δημιουργήσει σχολές, ώστε τα παιδιά να μαθαίνουν παραδοσιακά όργανα και τραγούδι», μας έλεγε η Δ. Σαμίου. «Να βάλει την παραδοσιακή μουσική μέσα στα σχολεία, από το νηπιαγωγείο ακόμη, ώστε τα παιδιά να έχουν επαφή με αυτήν. Να δημιουργήσει αρχεία παραδοσιακών τραγουδιών για να τα διασώσει. Ψιχία διαθέτουν γι' αυτό το είδος της μουσικής. Εγώ επανειλημμένα έχω ζητήσει από το ΥΠΠΟ οικονομική βοήθεια για να βγάλω σε δίσκους το τεράστιο υλικό που έχω μαζέψει σ' όλη μου τη ζωή. Και το οποίο είναι κλεισμένο σε ντουλάπια»...
Μέχρι τέλους συνέχιζε να πασχίζει για να βγάλει στο φως πολύτιμα κομμάτια από το τεράστιο υλικό που είχε συλλέξει. «Θέλουμε να υπάρξει συνέχεια σε αυτή την προσπάθειά μας, γιατί και διάθεση υπάρχει μεγάλη και ιδέες πολλές και μουσικό υλικό πάρα πολύ», έλεγε στον «Ρ» (1998), με αφορμή την έκδοση των «Πασχαλιάτικων». «Αλλά για να πραγματοποιηθούν, θέλουν και οικονομική στήριξη. Στα 17 χρόνια του συλλόγου μου, έβγαλα μόνο 5 παραγωγές. Καταλαβαίνεις τι ζημιά είναι αυτή. Θα έπρεπε να είχα βγάλει 105 όλα αυτά τα χρόνια. Η σκέψη και ο στόχος μας είναι αυτά τα τραγούδια που υπάρχουν να μη χαθούν. Να καταγραφούν, γιατί είναι άγνωστα τραγούδια. Πρέπει να τα σώσουμε και να τα δώσουμε παρακαταθήκη στους νέους. Από εμάς περιμένουν να προμηθευτούν μουσικό υλικό για να πάνε παραπέρα. Αν φύγουν οι παλιότεροι, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα. Εμένα αυτός είναι πάντα ο στόχος μου. Να σώσω τα τραγούδια της λαϊκής μας παράδοσης και να τα διαδώσω. Οσο για το κράτος; Είδες ποτέ να κάνει κάτι γι' αυτό;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου