20 Οκτ 2014

Επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη - σημάδι πορείας προς νέα κρίση;

Επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη - σημάδι πορείας προς νέα κρίση;



Κρ.Λαγκάρντ, Β.Σόιμπλε.Τα διαφορετικά αντιλαϊκά μείγματα διαχείρισης που προβάλλουν δεν σώζουν το σύστημα από την κρίση
Associated Press
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Γιούροστατ (στατιστική υπηρεσία της ΕΕ), η βιομηχανική παραγωγή στην Ευρωζώνη τον Αύγουστο του 2014 είχε πτώση 1,9% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2013. Αυτό οφείλεται στην πτώση κατά 3,7% που καταγράφεται στην παραγωγή «κεφαλαιουχικών αγαθών» (αυτά που προορίζονται για την παραγωγική διαδικασία, όπως μηχανήματα, πρώτες ύλες, Ενέργεια κ.λπ.). Τα στοιχεία της Γιούροστατ δείχνουν πτώση της βιομηχανικής παραγωγής στη Γερμανία 2,8%, στη Φινλανδία 3,3%, στην Ιταλία 0,7%, στην Ελλάδα 6%, ενώ στα όρια της στασιμότητας, +0,1%, είναι στη Γαλλία. Στο σύνολο των 28 κρατών - μελών της ΕΕ καταγράφεται πτώση 0,8%.

Σημάδια μεγάλης επιβράδυνσης
Την ίδια ώρα, το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, σχετικά με τη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας, ανακοίνωσε ότι ο ρυθμός ανάκαμψης αναμένεται για το 2014 σε 1,2% (από 1,8% σύμφωνα με προηγούμενη εκτίμηση) και για το 2015 σε 1,3% (από 2%, σύμφωνα με προηγούμενη εκτίμηση). Επίσης, οι παραγγελίες στις γερμανικές επιχειρήσεις μειώθηκαν κατά 5,7% τον Αύγουστο, μετά την αύξησή τους κατά 4,9% τον Ιούλη. Οι παραγγελίες για εξαγωγές μειώθηκαν κατά 8,4% τον Αύγουστο, ενώ η εγχώρια ζήτηση υποχώρησε 2%. Επίσης, η βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας μειώθηκε 4% τον Αύγουστο σε σχέση με τον Ιούλη, όταν είχε αυξηθεί κατά 1,6%. Η μείωση ήταν η μεγαλύτερη από το Γενάρη του 2009. Επίσης, το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη της Γερμανίας, στο 1,4% από το 1,9% για το 2014, και στο 1,5% από το 1,7% για το 2015.
Η εκτίμηση ότι το εμφανιζόμενο πισωγύρισμα της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας, με δεδομένες τη στασιμότητα σε Γαλλία και την ύφεση στην Ιταλία, υποσκάπτει κάθε προσπάθεια ανάκαμψης στην Ευρωζώνη, επιβεβαιώνεται από πρόσφατα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Στην τελευταία έκθεσή του, για την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, η μέση ανάπτυξη στην Ευρωζώνη εκτιμάται στο 0,8% το 2014 και στο 1,3% το 2015. Οι εκτιμήσεις του είναι κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες πιο κάτω από τις εκτιμήσεις της προηγούμενης έκθεσης, του Ιούλη.
Επίσης, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα επιβραδυνθεί. Για την οικονομική ανάπτυξη το υπόλοιπο διάστημα του 2014 εκτιμά ότι δεν θα είναι καλύτερη και μπορεί επίσης να σηματοδοτήσει μια επιστροφή σε ύφεση. Ο ΟΟΣΑ συμπληρώνει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης άρχισε να σημειώνει άνοδο στα τέλη του 2012. Τότε προέβλεπε την επιστροφή της Ευρωζώνης στην ανάπτυξη στο β΄ τρίμηνο του 2013. Λέει ακόμη ότι ενώ σταθεροποιήθηκε στις αρχές του 2014, τώρα μειώνεται.
Η έμφαση που δίνεται στην επιβράδυνση των ρυθμών ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας γίνεται για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι έως τώρα εκτιμούσαν πως έχει ανάκαμψη και μάλιστα τροφοδοτεί την ανάκαμψη στην Ευρωζώνη, ο δεύτερος ότι είναι η μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία στην Ευρωζώνη και επιδρά σημαντικά στην πορεία της οικονομίας της.
Προς νέα οικονομική κρίση;
Ολα επομένως τα παραπάνω στοιχεία και οι εκτιμήσεις των διεθνών καπιταλιστικών οργανισμών δείχνουν επιβράδυνση ρυθμών ανάπτυξης, για να μην πούμε στασιμότητα, σε μια περίοδο που όλα έδειχναν ότι η Ευρωζώνη περνά από την κρίση στην ανάκαμψη.
Η μεγάλη επιβράδυνση στην καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης δείχνει ότι, ανεξάρτητα από την ανισομετρία, την οικονομική και πολιτική δύναμη κάθε κράτους, το μείγμα αστικής πολιτικής για τη διαχείριση, η κρίση είναι σύμφυτη με το σύστημα, με το καπιταλιστικό δρόμο και ξαναχτυπά την πόρτα όλων των κρατών της Ευρωζώνης.
Το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση αναφέρει για την Ευρωζώνη ότι «ο κίνδυνος παρατεταμένα χαμηλής ανάπτυξης και επίμονα χαμηλού πληθωρισμού είναι υψηλός». Κάνει λόγο ακόμη για κινδύνους μεταρρυθμιστικής κόπωσης, δηλαδή οι κυβερνήσεις να μη σηκώσουν το πολιτικό κόστος των συνεχών αντεργατικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και να καθυστερήσουν μέτρα τόνωσης των καπιταλιστικών επενδύσεων και ενίσχυσης της κερδοφορίας. Θέτει, δηλαδή, το ζήτημα της κρατικής στήριξης των επενδύσεων ως κλειδί για την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου. Η χαλάρωση της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη προβάλεται ως ένας από τους παράγοντες που θα συμβάλουν, αφενός με κρατικό χρήμα , αφετέρου με δανειοδοτήσεις των επιχειρηματικών ομίλων για επενδύσεις.
Αυτή η διαμορφούμενη πραγματικότητα στην Ευρωζώνη οξύνει και τη διαπάλη στους κόλπους του κεφαλαίου εντός της, αλλά και εντός των κρατών - μελών της, σχετικά με τη διαμόρφωση του «κατάλληλου» μείγματος της αντιλαϊκής πολιτικής ώστε να υπάρξει ανάκαμψη. Αλλωστε, Ιταλία και Γαλλία επιμένουν να διαφοροποιούνται από την πολιτική που επιβάλλει η γερμανική κυβέρνηση για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τήρηση των δεικτών του Συμφώνου Σταθερότητας για ελλείμματα κάτω από 3%, προβάλλοντας την άποψη ότι απαιτείται δημοσιονομική χαλάρωση, δηλαδή φοροελαφρύνσεις κυρίως στο κεφάλαιο και κρατικό χρήμα για επενδύσεις, που σημαίνει μεγαλύτερα ελλείμματα. Βεβαίως, αυτό δεν είναι όλη η αλήθεια αφού την ίδια ώρα μέσω κρατικών προϋπολογισμών κάνουν δραστικές περικοπές στις δαπάνες που καλύπτουν λαϊκές ανάγκες (Ασφάλιση, Υγεία, Πρόνοια κ.λπ.).
Η πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης
Πρόσφατα, στη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο Β. Σόιμπλε είπε ότι με αύξηση των δαπανών για επενδύσεις - και όχι για κατανάλωση - θα απαντήσει η Γερμανία στη σημαντική εξασθένηση που παρουσιάζει ήδη η οικονομία της, δίνοντας στίγμα για τη στροφή που ετοιμάζει η γερμανική κυβέρνηση στην πολιτική κρατικών δαπανών. Είναι αναγκαία κίνηση κυβέρνησης καπιταλιστικής χώρας μπροστά στο ενδεχόμενο νέας οικονομικής κρίσης. Θα το κάνει; Το ερώτημα έχει σχέση με την τελευταία σύνοδο του Γιούρογκρουπ, αμέσως μετά από αυτήν του ΔΝΤ, όπου ο Β. Σόιμπλε υπεραμύνθηκε των ισοσκελισμένων κρατικών προϋπολογισμών στην Ευρωζώνη και της τήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας, κοντράροντας τη Γαλλία, η οποία μεταθέτει την κάλυψη των δεικτών του Συμφώνου που αφορούν τον προϋπολογισμό της στο 2017.
Αλλά το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης απαιτεί καπιταλιστικές επενδύσεις, που με τη σειρά τους απαιτούν χρηματοδότηση και από το κράτος.
Ο Ούλριχ Γκρίλο, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιομηχανιών της Γερμανίας (BDI), στο «Εθνος», 28/9/2014, εκτιμά ότι: «Η κυβέρνηση έχει ευθύνες για τη φάση αδυναμίας που διέρχεται τώρα η οικονομία της χώρας. Ενα πρώτο σωστό βήμα είναι τα επιπλέον 5 δισ. ευρώ που θα θέσει στη διάθεση των επενδύσεων η γερμανική κυβέρνηση μέχρι το 2017. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Στην πραγματικότητα, απαιτούνται 4 δισ. ευρώ ετησίως».
Ο Ράινερ Χουντσχόφερ λέει ότι «η εταιρεία του, "EBM-Papst", στη Γερμανία, που κατασκευάζει βιομηχανικούς ανεμιστήρες, έχει επενδύσει 50 εκατομμύρια ευρώ ώστε να επεκτείνει το εργοστάσιό της, ωστόσο ο δρόμος που το συνδέει με μια γειτονική μονάδα παραγωγής είναι υπό επιδιόρθωση εδώ και χρόνια. Οι εταιρείες δεν είναι υπεύθυνες για την επισκευή των δημοσίων υποδομών, γι' αυτό πληρώνουμε φόρους... Αν το κράτος δεν αναλάβει δράση, τότε η Γερμανία δεν θα είναι πλέον ελκυστική ως προορισμός επενδύσεων και οι εταιρείες θα επενδύσουν αλλού» («Καθημερινή», 14/10/2014).
Οι συγκεκριμένοι παράγοντες είναι δυσμενείς. Και είναι δυσμενείς γιατί οι δείκτες πορείας της καπιταλιστικής οικονομίας για ισχυρές χώρες είναι δυσμενείς. Με εξαίρεση τις ΗΠΑ, όπου προβλέπεται ανοδικός ρυθμός ανάπτυξης, στις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες, στις οποίες αναφέρεται ενδεικτικά, οι ρυθμοί είναι πτωτικοί. Και αυτό είναι πρόβλημα. Ετσι η έκθεση του ΔΝΤ εκτιμά: Για τις ΗΠΑ προβλέπεται ανάπτυξη 2,2% το 2014 και 3,1% το 2015. Για την Κίνα 7,4% το 2014 και 7,1% το 2015 και για τη Ρωσία ανάπτυξη 0,2% το 2014 και 0,5% το 2015. Επίσης, αναθεωρούνται προς τα κάτω οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη, στο 3,3% το 2014 από 3,4% που ήταν η εκτίμηση τον Ιούλη, ενώ για το 2015 εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,8%, από 4% που εκτιμούσε τον Ιούλη.
Ποια η έξοδος από την κρίση;
Η δυναμική στη φάση της ανόδου, της λεγόμενης ανάκαμψης εξαρτάται από την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και κεφαλαίου που έχει πραγματοποιηθεί. Οσο πιο βαθιά είναι αυτή η καταστροφή τόσο πιο μεγάλο το ενδιαφέρον για επενδύσεις, αλλιώς υπάρχει στασιμότητα, δυσκολία να «πάρει μπρος η καπιταλιστική οικονομία». Βεβαίως την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και κεφαλαίου την πληρώνουν οι εργαζόμενοι με τις απολύσεις, το τσάκισμα μισθών και εργασιακών δικαιωμάτων, την υπερφορολόγηση κ.λπ. Αυτό από την άλλη περιορίζει την λαϊκή κατανάλωση και μειώνει την ζήτηση, ενισχύεται λοιπόν ένας ακόμα παράγοντας που μπαίνει εμπόδιο στην διαδικασία τόνωσης της καπιταλιστικής οικονομίας. Αυτή η αντίφαση δεν λύνεται όσο και αν ψάχνουν μείγματα που να εξασφαλίζουν και τα δύο. Στη σημερινή μάλιστα μεγάλη διαπλοκή και αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών, σε συνθήκες ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, είναι ακόμα πιο σύνθετες αυτές οι αντιφάσεις. Για παράδειγμα η καπιταλιστική οικονομία της Γερμανίας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές και μάλιστα στις χώρες της ΕΕ και της Ευρωζώνης, γι' αυτό και έχει και πλεονάσματα, από την άλλη όμως η επιμονή σε μια περιοριστική πολιτική σε επίπεδο ΕΕ δυσκολεύει την απορρόφηση των εξαγωγών της σε όλη την ΕΕ. Ταυτόχρονα μειώνεται και η εσωτερική ζήτηση γιατί ανάλογα μέτρα παίρνονται και στην Γερμανία των mini jobs και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων. Από την άλλη, το ενδεχόμενο δημοσιονομικής χαλάρωσης σημαίνει απώλεια πλεονεκτημάτων της Γερμανίας τόσο μέσα στην Ευρωζώνη όσο και στον διεθνή της ανταγωνισμό με ΗΠΑ, Κίνα κ.λ.π. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η Ευρωζώνη και η ΕΕ είναι ευάλωτες σε εξωτερικές συνθήκες όπως η χαμηλότερη ανάπτυξη στον υπόλοιπο κόσμο, το υψηλότερο κόστος της Ενέργειας και μία απότομη επιδείνωση των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συνθηκών. Κουβάρι λοιπόν άλυτο.
Η κατάσταση στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία δείχνει σχεδόν στασιμότητα, αν όχι πορεία προς νέα κρίση. Είναι μια κλασική εξέλιξη του καπιταλισμού. Το παράδειγμα της Γερμανίας επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ για τις δυσκολίες στη φάση της ανάκαμψης και για το ενδεχόμενο νέας κρίσης.
Το ζητούμενο είναι αν οι εργαζόμενοι θα μπουν κάτω από τη σημαία ξανά του κεφαλαίου, αν υποταχθούν στα νέα «προαπαιτούμενα» για τη στήριξη της ανάκαμψης ή την αντιμετώπιση της νέας κρίσης ή θα σπάσουν το φαύλο κύκλο της καπιταλιστικής οικονομίας.

Λ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ