Άι Στράτης και σοσιαλιστικός ρεαλισμός
Στο σημερινό κυριακάτικο ένθετο, η κε
του μπλοκ αντιγράφει κι αναδημοσιεύει ένα απόσπασμα από το πεζό κείμενο του
βάρναλη που φέρει τον τίτλο της ανάρτησης, και αναδεικνύει με πολύ γλαφυρό τρόπο τη
διαφορά του ‘στεγνού’ ρεαλισμού, που αποτυπώνει στατικά την πραγματικότητα, με τη
λογική και τους στόχους του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Διαβάζοντας τις παρατηρήσεις
του βάρναλη, μπορεί να καταλάβει κανείς καλύτερα (μολονότι δεν αναφέρεται άμεσα
σε αυτό το ζήτημα) και την ειδοποιό διαφορά του διαλεκτικού υλισμού από τον στείρο και
αφηρημένο προμαρξικό φιλοσοφικό υλισμό, καθώς και την ουσιώδη σχέση μεταξύ
αυτών των δίπολων.
Με άλλα λόγια, η διαφορά του σοσιαλιστικού ρεαλισμού από τον
απλό ρεαλισμό, είναι βασικά η διαφορά που έχει σε φιλοσοφικό επίπεδο ο διαλεκτικός
υλισμός του μαρξ από τον αφηρημένο υλισμό, που αντικρίζει στατικά την
πραγματικότητα. Καλή ανάγνωση και κάθε καλόπιστη παρατήρηση-προσθήκη,
ευπρόσδεκτη στα σχόλια.
-.-.-
Ψηλά
από το μετερίζι μας χαιρόμαστε κατάντικρά μας τ’ ολόφωτο εξαϋλωμένο όραμα του
χωριού, κρεμασμένο από το λόφο του, απάνου στη θάλασσα. Αφού έχουμε κόψει το
τσιγάρο για λόγους… υγείας, φλυαρούμε περί ανέμων και υδάτων. Και περί Τέχνης.
Δύο αναστημένοι νεκροί.
-Όλο
αυτό το χωριό, τι εξαίσιο όραμα φαίνεται, άμα το κοιτάς σαν ένας εστέτ. Όταν
όμως θυμηθείς τα στενά, τα σκοτεινά, τα φονικά στενοσόκακα τα γεμάτα από όλες
τις ακαθαρσίες· όταν θυμηθείς τη φτώχεια και την αθλιότητα της ζωής των
ανθρώπων, το πνευματικό τους σκοτάδι, την εγκατάλειψή τους στη μοίρα τους· όταν
θυμηθείς πως είναι τα θύματα μιας κοινωνικής βίας κι εκμετάλλευσης, που αφού
τους πιει το αίμα, τους βουλιάζει όσο βαθύτερα μπορεί στην άγνοια, τότες η
ομορφιά του οράματος χάνεται και αναδύεται το πραγματικό «νόημα» του τοπίου. Η
ψυχή του. Ένας καλλιτέχνης που δε βλέπει αυτή την ψυχή θα αποδώσει μια ομορφιά
όσο θέλει εντυπωσιακή, μα πάντα επιφανειακή, στατική, ψεύτικη. Το έργο του
μπορεί να αρέσει, μα ποτές δε θα κινήσει τη σκέψη μας. Τη ναρκώνει. Κι αν το
έργο του είναι ρεαλιστικό, ο ρεαλισμός του θα είναι αφαιρεμένος, άδειος, χωρίς
περιεχόμενο. Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο ρεαλισμό, που έχει για σκοπό του
την πιστότητα της αντιγραφής (ή αναδημιουργίας) των φυσικών και ανθρώπινων
«αντικειμένων» και στο ρεαλισμό που ζητάει να συνειδητοποιήσει την κοινωνική
σημασία τους, είναι η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο νεκρό «σκήνωμα» και στο
«πνεύμα» (οι όροι συμβατικοί). Αυτή η διαφορά καθορίζει από τη μια μεριά τη
ματαιότητα του κριτικού κι αισθητικού ρεαλισμού και από την άλλη την
επαναστατικότητα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
-Αυτό
το αποτέλεσμα το πετυχαίνουν οι εικαστικές τέχνες ως ένα βαθμό. Ο Βελάσκεθ, ο
Κουρμπέ, η γοτθική τέχνη, η ολαντέζικη σχολή, μας δώσανε υπέροχα ρεαλιστικά
κομμάτια από τη ζωή. Αυτοί μας γνωρίσανε την εποχή τους· όλοι οι άλλοι μας
δώσανε το… άπειρο! Για κείνους τους καιρούς, που δεν υπήρχε συνείδηση
κοινωνικού αγώνα, μα Θεός πατήρ των πάντων, ο αισθητικός αυτός ρεαλισμός ήτανε
μεγάλο κατόρθωμα. Σήμερα όμως ο κοινωνικός αγώνας είναι στην πρώτη γραμμή όλων
των αξιών. Αυτό πήρε τη θέση του Υπέρτατου Όντος. Ο άνθρωπος έγινε κύριος της
Τέχνης του. Η αστική τέχνη, είτε ρομαντική, είτε ρεαλιστική, είτε κλασική,
απομονώνει το άτομο (το άτομο που δε δουλεύει) και το βάζει αντιμέτωπο σ’ όλη
την κοινωνία. Και όταν ο ρεαλισμός είναι κριτικός, περιορίζεται στο να δείξει
τα κακά, την αδικία, την απανθρωπιά του καθεστώτος, μα δε δίνει καμία λύση στο
πρόβλημα. Ζητάει να διορθώσει όλα τούτα τα στραβά μέσα στα πλαίσια του
συστήματος και με την καλή θέληση ή τη μόρφωση των ατόμων, χωρίς να θίξει τη
βάση του συστήματος. Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός κάμνει ήρωά του τον άνθρωπο της
δουλειάς, αυτόν, που αγωνίζεται με πίστη και αισιοδοξία μαζί με όλη την
κοινωνία για τη δημιουργία του σοσιαλιστικού πολιτισμού. Έτσι ο καλλιτέχνης
μεταβάλλεται από ναρκωτής των ψυχών σε «αρχιτέκτονα των ψυχών». Νομίζω πως αυτό
το αποτέλεσμα το πετυχαίνουνε πλατύτερα οι τέχνες του λόγου· γιατί διαθέτουν
περισσότερο από τις εικαστικές τέχνες το μεγάλο μέσο της δράσης και της
περιγραφής.
-Δεν
υπάρχει αμφιβολία. Αυτό όμως δε θα πει πως οι εικαστικές τέχνες απαλλάσσονται
από το χρέος να δημιουργούνε πάνου σ’ αυτή τη γραμμή. Και το παραμικρότερο
πραματάκι από τις βιομηχανικές τέχνες παίρνει την κοινωνική του σημασία, άμα ο
δημιουργός του τη νιώθει και ξέρει να τη δώσει. Αυτή η μουσική, που εκφράζεται
με το πιο πνευματικό μέσο, μπορεί μια χαρά να κάνει αυτό το χρέος. Μην ξεχνάμε
πως και το ρομαντικό ακόμα στοιχείο δεν είναι ασυμβίβαστο με το σοσιαλιστικό
ρεαλισμό, όπως είπε ο Ζντάνωφ. Γίνεται κι αυτό επαναστατικό εργαλείο, γιατί
«όλη η ζωή του κόμματός μας, όλη η ζωή της εργατικής τάξης είναι ένας συνδυασμός
της πιο σκληρής, της πιο νηφάλιας δουλειάς με το μεγαλύτερο ανθρώπινο ηρωισμό
και με τις πιο μεγαλειώδικες προοπτικές».
-Για
μας όμως, που κάνουμε τέχνη επαναστατική μέσα στα καπιταλιστικά καθεστώτα, αυτό
το χρέος είναι κάπως διαφορετικό. Εμείς δεν αγωνιζόμαστε να οικοδομήσουμε το
σοσιαλιστικό πολιτισμό, μα να ρίξουμε το αστικό κοινωνικό σύστημα.
Συναντιόμαστε όμως με τους Ρώσους σε ένα σημείο. Ότι, όπως κι αυτοί, έτσι και
μεις προσπαθούμε να αισθητοποιήσουμε το «αύριο» του κόσμου. Κι αυτό το «αύριο»,
με το να μην είναι ουτοπία, μα ιστορική αναγκαιότητα, αποτελεί τη μεγαλύτερη
πηγή της έμπνευσής μας και τη μεγαλύτερη ζωντάνια και δύναμη της τέχνης μας
–εννοώ εκείνων που έχουνε ταλέντο.
Το
παραπάνω απόσπασμα το βρήκα στο βιβλίο με τα «θυμήματα εξορίας» του κώστα
βάρναλη από τον άι-στράτη, με επιμέλεια του ηρακλή κακαβάνη, που κυκλοφορεί
αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις καστανιώτη και το συνιστώ ανεπιφύλακτα στους φίλους
του ποιητή (και όχι μόνο). Περισσότερες λεπτομέρειες για το βιβλίο, μπορείτε να
βρείτε ακολουθώντας αυτόν τον ηλεκτρονικό σύνδεσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου