Το Brexit ενισχύει τις ήδη υπάρχουσες «αβεβαιότητες» στη διεθνή οικονομία
«Δεσμεύσεις»
συνεργασίας για τη σταθεροποίηση και ενίσχυση της παγκόσμιας ανάπτυξης
έλαβαν οι υπουργοί Οικονομικών του G20, την ίδια στιγμή που οξύνονται οι
ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις
Associated Press
|
«Οι καθοδικοί κίνδυνοι επιμένουν...»
Η αβεβαιότητα για την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας μπαίνει σε πρώτο πλάνο στο κείμενο συμπερασμάτων
της Συνόδου, ενώ ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το αποτέλεσμα του
πρόσφατου βρετανικού δημοψηφίσματος. Κοινή επισήμανση είναι πως θα
πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες εξόδου, αλλά η Βρετανία πρέπει να
παραμείνει «στενός εταίρος» της ΕΕ.Πιο συγκεκριμένα, στο κείμενο συμπερασμάτων υπογραμμίζεται πως «η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας συνεχίζεται, ωστόσο παραμένει ασθενέστερη από το επιθυμητό επίπεδο». Επισημαίνεται ότι «οι καθοδικοί κίνδυνοι επιμένουν», ενώ μεταξύ των κύριων προβλημάτων εντοπίζονται οι διακυμάνσεις στις τιμές των βασικών εμπορευμάτων και ο χαμηλός πληθωρισμός, που επιμένει σε μια σειρά από χώρες. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν η διαρκής αστάθεια στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις, η τρομοκρατία και οι προσφυγικές ροές.
Ειδικά για το Brexit τονίζεται πως «το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ην. Βασίλειο έρχεται να προστεθεί στην αβεβαιότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Τα μέλη της G20 (...) στο μέλλον, ελπίζουμε να δούμε το Ηνωμένο Βασίλειο ως στενό εταίρο της ΕΕ».
Οι υπουργοί Οικονομικών συμφωνούν στην ανάγκη λήψης μέτρων για «την υποστήριξη της ανάπτυξης» και επαναλαμβάνουν την «αποφασιστικότητά» τους να χρησιμοποιήσουν «όλα τα εργαλεία πολιτικής - νομισματικά, δημοσιονομικά και διαρθρωτικά - για να επιτευχθεί ο στόχος της ισχυρής, βιώσιμης, ισορροπημένης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης».
«Η νομισματική πολιτική», σημειώνουν, «θα συνεχίσει να στηρίζει την οικονομική δραστηριότητα και να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών, σύμφωνα με τις εντολές των Κεντρικών Τραπεζών, ωστόσο η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει σε ισόρροπη ανάπτυξη. Υπογραμμίζουμε τον καθοριστικό ρόλο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ενώ και η δημοσιονομική πολιτική είναι εξίσου σημαντική για την υποστήριξη των κοινών αναπτυξιακών στόχων. Χρησιμοποιούμε τη δημοσιονομική ευελιξία, όπως επίσης τη φορολογική πολιτική και τις δημόσιες δαπάνες περισσότερο φιλικά προς την ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της προτεραιότητας των "υψηλής ποιότητας" επενδύσεων, αλλά και στην εξασφάλιση ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει βιώσιμο».
Η προηγούμενη παράγραφος αντικατοπτρίζει στην πραγματικότητα το εύρος των αντιθέσεων μεταξύ των πιο ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη και τις διαφορετικές αντιλήψεις που επικρατούν μεταξύ τμημάτων του κεφαλαίου για το ξεπέρασμα της κρίσης, με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους και τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς. Κοινός τόπος, πάντως, ανεξάρτητα από το μείγμα διαχείρισης που επιλέγει κάθε τμήμα του κεφαλαίου, παραμένει η προσπάθεια εξασφάλισης μεγαλύτερης κρατικής στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων, όπως και η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, μέσω των περιβόητων «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Οι «συναινετικές» διακηρύξεις και... η πραγματικότητα των ανταγωνισμών
Γίνεται επίσης αναφορά στις διεθνείς συναλλαγματικές ισοτιμίες,
επισημαίνοντας πως η υπερβολική αστάθεια και οι ανεξέλεγκτες
διακυμάνσεις τους «μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομική
και χρηματοπιστωτική σταθερότητα».Οι υπουργοί Οικονομικών του G20 δηλώνουν ακόμη πως «θα συνεργαστούμε στενά στις αγορές συναλλάγματος. Επιβεβαιώνουμε εκ νέου τις προηγούμενες δεσμεύσεις μας για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, όπως επίσης και ότι θα απέχουμε από τις ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και δεν θα στοχεύουμε συναλλαγματικές ισοτιμίες για ανταγωνιστικούς σκοπούς. Θα αντισταθούμε σε κάθε μορφή προστατευτισμού».
Οι διακηρύξεις αυτές, βέβαια, γίνονται συνεχώς τα τελευταία χρόνια από ανώτερους αξιωματούχους των ισχυρότερων οικονομιών και των Κεντρικών Τραπεζών, ωστόσο λίγο μετά ξεκινούν οι επιθετικές δηλώσεις περί χρήσης «αθέμιτων μέσων» με σκοπό τη χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών, σε τέτοια ένταση που μια σειρά διεθνών οικονομικών αναλυτών αναφέρονται σε ακήρυχτο νομισματικό πόλεμο.
Σε ανάλογο «συναινετικό» κλίμα είναι και οι αναφορές στη χαλυβουργία, η οποία αποτελεί τα τελευταία χρόνια πεδίο ανταγωνισμού κυρίως μεταξύ ΕΕ, ΗΠΑ και Κίνας.
Οπως επισημαίνεται, οι υπουργοί Οικονομικών του G20 αναγνωρίζουν «τα διαρθρωτικά προβλήματα - συμπεριλαμβανομένης της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας σε ορισμένες βιομηχανίες που επιδεινώθηκε εξαιτίας της ασθενούς παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης και μείωσης της ζήτησης - έχουν προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στο εμπόριο όσο και στους εργαζόμενους σε αυτούς τους βιομηχανικούς κλάδους. Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα χάλυβα και άλλων βιομηχανικών προϊόντων είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα που απαιτεί συλλογικές απαντήσεις. Αναγνωρίζουμε, επίσης, ότι οι επιδοτήσεις και άλλες μορφές κρατικής στήριξης μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις στην αγορά ενισχύοντας την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και, συνεπώς, απαιτούν προσοχή».
Η «πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα», βέβαια, δεν είναι «παγκόσμιο πρόβλημα» σε ό,τι αφορά τις σύγχρονες ανάγκες των λαών, αλλά τη δυνατότητα του κεφαλαίου να αυγατίσει τα κέρδη του...
Τέλος, οι υπουργοί Οικονομικών δεσμεύονται για την ενίσχυση της συνεργασίας των χωρών τους, ειδικά μεταξύ των χωρών του G20 που αποτελούν τους σημαντικότερους παραγωγούς χάλυβα, οι οποίες θα συμμετάσχουν στη συνεδρίαση της Επιτροπής Χάλυβα του ΟΟΣΑ (8 - 9/9).
Γαλλία και Ιταλία «βιάζονται» για Brexit και «νέα ισορροπία»
Στο περιθώριο της Συνόδου, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, αναφέρθηκε στο φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών
που συζητείται έντονα στην ΕΕ το τελευταίο διάστημα, επισημαίνοντας πως
θα πρέπει να εφαρμοστεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα με την εφημερίδα
«Frankfurter Allgemeine Zeitung», αν και στην Ευρώπη η συζήτηση
διεξάγεται εδώ και χρόνια, υπάρχει ο φόβος της φυγής κεφαλαίων σε
περίπτωση που εφαρμοστεί μόνο εντός της ΕΕ. Ετσι, ο Γερμανός υπουργός
Οικονομικών το έθεσε στους ομολόγους του με αφορμή τη συζήτηση για μια
«δίκαιη και ισορροπημένη» φορολογική πολιτική, καθώς επίσης και για τη
βιώσιμη ανάπτυξη.Στο μεταξύ, ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, Π. Κ. Πάντοαν, με δηλώσεις του στο «Ρόιτερς» επισήμανε ότι «το Brexit έχει ήδη αντίκτυπο», και επικαλούμενος την υποβάθμιση των προβλέψεων για την ανάπτυξη στην οποία προχωρούν διεθνείς οργανισμοί εξαιτίας του, ανέφερε: «Ελπίζω ότι θα υπάρξουν διευκρινίσεις σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα και τη διαδικασία του διαζυγίου. Οσο το συντομότερο τόσο το καλύτερο, ώστε να δημιουργηθεί μια νέα ισορροπία».
Σε αντίστοιχο μήκος κύματος, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μ. Σαπέν, ανέφερε μεν ότι η Βρετανία χρειάζεται «λίγο χρόνο για να οργανωθεί», αλλά πρόσθεσε ότι «αυτό δεν θα πρέπει να διαρκέσει επ' αόριστον, η αβεβαιότητα είναι επιζήμια (...) Κάποιος πρέπει να αρχίσει διαπραγματεύσεις το συντομότερο δυνατό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου