5 Αυγ 2012

Από «ψυχή» των λαών... «φολκλόρ» του κεφαλαίου


ΑΫΛΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Από «ψυχή» των λαών... «φολκλόρ» του κεφαλαίου
Πτυχές της εκμετάλλευσης ενός πολιτισμικού πεδίου που ουδέποτε έχασε τη σημασία του για το κεφάλαιο
«Μωμόγεροι» στη Θεσσαλονίκη
MotionTeam
Ο πολιτισμός εμφανίζεται με διάφορους «ρόλους» από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου. Αυτή τη φορά, μας προέκυψε ως... «αντίδοτο» στην κρίση, ως «οδηγός για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες του παρόντος», «πηγή έμπνευσης για την πορεία μας προς το μέλλον» και - κάτι από τα παλιά... - ως «ο καλύτερος πρεσβευτής μας για να κερδίσουμε το σεβασμό και την αναγνώριση των λαών της οικουμένης».
Οι παραπάνω «ιδιότητες» «φορτώθηκαν» στον πολιτισμό από τη νέα ηγεσία του, ενοποιημένου, υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, και πιο συγκεκριμένα, από τον αρμόδιο για τον πολιτισμό, αναπληρωτή υπουργό, Κ. Τζαβάρα, κατά την ομιλία του στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων της συγκυβέρνησης. Πέρα από τη λανθάνουσα αντίληψη που εκλαμβάνει την καπιταλιστική κρίση σχεδόν ως «φυσικό φαινόμενο», τα παραπάνω υπογραμμίζουν - έστω και με αυτόν τον τρόπο... - τον πραγματικό ρόλο του πολιτισμού στον καπιταλισμό, ως εργαλείου ιδεολογικής χειραγώγησης.
Αυτή η «αξιοποίηση» του πολιτισμού ήταν πρώτη προτεραιότητα ανάμεσα στις δέκα που αναγνώστηκαν. Η δεύτερη, στην οποία θα σταθούμε με αφορμή τις προγραμματικές δηλώσεις για τον πολιτισμό, είναι, όπως το έθεσε ο υπουργός, η «προβολή και αξιοποίηση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς: Της πνευματικής, της αξιακής και της λαϊκής μας παράδοσης, όπως αυτή μεταφέρεται από γενιά σε γενιά». Η οποία όμως σχετίζεται άμεσα και με την τρίτη προτεραιότητα («προβολή του γλωσσικού μας πολιτισμού με τη διάδοση των μηνυμάτων που μεταφέρει ανά τους αιώνες η Ελληνική Γλώσσα, η μοναδική γλώσσα που μιλιέται από την εποχή του Ομήρου και του Ησίοδου μέχρι σήμερα συνεχώς και αδιαλείπτως») και με την τέταρτη («έμφαση στον πολιτισμό της καθημερινής ζωής, στις πρακτικές και στους τρόπους έκφρασης που συγκροτούν την ελληνική ιδιοπροσωπία (σύμβολα, ιδέες, αρχές και κανόνες που μέσα από την τοπική ή την εθνική ιστορία στοιχειοθετούν την ελληνική ετερότητα»). Το ενδιαφέρον του για όλα αυτά το επανέλαβε και στη συνάντησή του με τους δημοσιογράφους.
Κριτήρια ανάλογα των συσχετισμών
Οι «Κουδουνάτοι» της Νάξου
Βέβαια, η πολιτική σε κάθε τομέα δεν ασκείται - και σίγουρα δε συγκροτείται - στη βάση των προσωπικών ενδιαφερόντων του πολιτικού προσωπικού. Από αυτή την άποψη, η άυλη πολιτιστική κληρονομιά δεν αποτελεί μόνο το πεδίο ενδιαφέροντος του υπουργού, αλλά, πολύ περισσότερο, έναν ιδιαίτερα αναπτυσσόμενο τομέα στο πλαίσιο του στρατηγικού στόχου του κεφαλαίου για πλήρη εμπορευματοποίηση του πολιτισμού.
Ας δούμε όμως πρώτα για ποιο πράγμα γίνεται λόγος. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για την προστασία της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ του 2003 (η οποία κυρώθηκε από την Ελλάδα με το νόμο 3521 του 2006) ως «άυλη πολιτιστική κληρονομιά» νοούνται οι «πρακτικές, αναπαραστάσεις, εκφράσεις, γνώσεις και τεχνικές - καθώς και τα εργαλεία, αντικείμενα, χειροτεχνήματα και οι πολιτιστικοί χώροι που συνδέονται με αυτές - και τις οποίες οι κοινότητες, οι ομάδες και, περιπτώσεως δοθείσης, τα άτομα αναγνωρίζουν ότι αποτελούν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς τους». Επιπλέον, αυτή η κληρονομιά, «που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά, αναδημιουργείται συνεχώς από τις κοινότητες και τις ομάδες σε συνάρτηση με το περιβάλλον τους, την αλληλεπίδρασή τους με τη φύση και την ιστορία τους, και τους παρέχει μία αίσθηση ταυτότητας και συνέχειας, συμβάλλοντας έτσι στην προώθηση του σεβασμού της πολιτιστικής πολυμορφίας και της ανθρώπινης δημιουργικότητας». Η άυλη πολιτιστική κληρονομιά «εκδηλώνεται ειδικότερα στους ακόλουθους τομείς: α) Στις προφορικές παραδόσεις και εκφράσεις, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας ως φορέα της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. β) Στις τέχνες του θεάματος. γ) Στις κοινωνικές πρακτικές, στις τελετουργίες και στις εορταστικές εκδηλώσεις. δ) Στις γνώσεις και πρακτικές που αφορούν τη φύση και το σύμπαν. ε) Στην τεχνογνωσία που συνδέεται με την παραδοσιακή χειροτεχνία».
Χορευτικό Πολιτιστικού Κέντρου Δήμου Πετρούπολης
Για την ιστορία να πούμε ότι στη Σύμβαση συμμετέχουν 143 κράτη και ότι μόλις τον περασμένο Ιούνη η Ελλάδα έγινε μέλος της 24μελούς Διακυβερνητικής Επιτροπής της Σύμβασης.
Ομως, εκτός από την παραπάνω Σύμβαση υπάρχουν μια σειρά διεθνείς Συμβάσεις που διευρύνουν, εξ αντικειμένου, την έννοια της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Με αφορμή τη... «νέα Μάχη του Μαραθώνα», όπως είχε χαρακτηρίσει ο Τύπος στις αρχές της 10ετίας του 2000 την αντίδραση των επιστημονικών φορέων στη χωροθέτηση του ολυμπιακού κωπηλατοδρομίου στο Μαραθώνα, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου και το - τότε μάχιμο - Ελληνικό Τμήμα του ICOMOS (Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών) διοργάνωσαν μια πολύ σημαντική ημερίδα για να τεκμηριώσουν αυτό που η επιστημονική κοινότητα ήξερε αλλά η τότε ελληνική κυβέρνηση προσπερνούσε στην περίπτωση του Μαραθώνα: Δε χρειάζεται να βρεθούν υλικά τεκμήρια για να αναγνωριστεί η ιστορική σημασία ενός τόπου. Ετσι, επανήλθε στην τότε επικαιρότητα ο όρος του «άυλου τοπίου», όπως προέκυπτε από τη διεθνή νομοθεσία προστασίας των μνημείων και των ιστορικών τόπων: Η «Χάρτα της Βενετίας» του 1964 αναφέρεται στα ιστορικά μνημεία και τόπους. Η «Διακήρυξη του Αμστερνταμ» του 1975 προσθέτει και την προστασία του περιβάλλοντος του μνημείου και η «Σύμβαση της Γρανάδας» του 1985 καλύπτει τα οικιστικά σύνολα και τη βιομηχανική κληρονομιά μέχρι τον 20ό αιώνα. Με την τελευταία αυτή σύμβαση, στην πολιτιστική κληρονομιά «εντάσσονται όχι μόνον οι ιστορικοί τόποι, αλλά και το "πολιτιστικό τοπίο", που αποδεικνύει την αμοιβαία σχέση πολιτισμού και φύσης».
Ετσι φτάσαμε στην έννοια της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, που για να προστατευθεί έχει ανάγκη από υλικά στοιχεία, τα οποία είναι το φυσικό τοπίο και η ανθρώπινη δραστηριότητα. Η κατηγοριοποίηση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, με βάση αυτά τα στοιχεία, εμπεριέχει πολιτιστικές διαδρομές (π.χ. ο Δρόμος του Μεταξιού), πολιτιστικά τοπία (όπως οι τρωγλοδυτικές κατοικίες της Καππαδοκίας), συνειρμικούς τόπους που συνδέονται με τη μυθολογία (όπως το αρκαδικό τοπίο στην Ελλάδα αν και δεν έχει χαρακτηριστεί ως τέτοιο), ιστορικά τοπία που συνδέονται με πεδία μαχών ή με δραματικές στιγμές της ανθρώπινης ιστορίας (π.χ. Χιροσίμα, Αουσβιτς, Μαραθώνας κ.λπ.).
Τα κριτήρια μάλιστα κήρυξης κάποιου άυλου μνημείου ως τέτοιου είναι πολλά: Θρησκευτικές αναφορές, αναφορές στην προέλευση του ανθρώπου, σε πολιτικά γεγονότα, σε κοινωνικούς αγώνες, σε εξερευνήσεις και αποικισμούς, σε τέχνες, σε θέσεις συνάθροισης, σε ιερούς φυσικούς τόπους. Δεν είναι όμως αντικειμενικά, αλλά είναι αποτελέσματα των κάθε φορά ιδεολογικών/πολιτικών συσχετισμών δύναμης στους διεθνείς οργανισμούς. Ετσι, το 2006, αποδόθηκε το «Σήμα Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (σ.σ. ένα είδος «πιστοποιητικού» της ΕΕ σε μνημεία και τόπους που αναδεικνύουν τις αντιδραστικές «αξίες» του κεφαλαίου) στα... ναυπηγεία του Γκντανσκ της Πολωνίας, επειδή ήταν το «λίκνο» του αντικομμουνιστικού συνδικάτου «Αλληλεγγύη» του Βαλέσα! Και ως τέτοιο, σύμφωνα με τα κριτήρια της ΕΕ..., συνετέλεσε «στα γεγονότα που οδήγησαν στην επανένωση της ηπείρου μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου»!
Η παραπάνω «απονομή» έγινε στο πλαίσιο της πιλοτικής εφαρμογής του «Σήματος», το οποίο εγκρίθηκε τυπικά το Δεκέμβρη του 2010 από το Ευρωκοινοβούλιο. Από το 2013 προγραμματίζεται η έναρξη της απονομής του σε μνημεία, τοποθεσίες και σε στοιχεία άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, πάντα με τα παραπάνω κριτήρια.
«Κελεπούρι» για «αγορά» και ιμπεριαλισμό
Γίνεται φανερό, λοιπόν, ότι ο τομέας της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς είναι πραγματικό «περιβόλι» για την αντιδραστική προπαγάνδα του συστήματος, ανεξαρτήτως πολιτειακής «προβιάς». Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τη χούντα των συνταγματαρχών και τη χρήση που επιφύλαξε στην πολύπαθη δημοτική μας παράδοση.
Σήμερα, αυτό το πολιτιστικό πεδίο όχι μόνο δεν έμεινε αλώβητο από τις αγοραίες βλέψεις του καπιταλισμού, αλλά εμπορευματοποιείται είτε μέσω ιδιωτικών φορέων που δραστηριοποιούνται στην ίδρυση ιδιωτικών, θεματικών μουσείων, είτε με την άμεση υπαγωγή του στα προγράμματα που ενισχύουν την τουριστικοποίηση του πολιτισμού προς όφελος του κεφαλαίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Το 2008, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος «EDEN-Ευρωπαϊκοί Προορισμοί Αριστείας» - το οποίο «δίνει τη δυνατότητα να γνωρίσετε την ποικιλομορφία και την ομορφιά των τουριστικών προορισμών της Ευρώπης» - οι προορισμοί «δεν επιλέχθηκαν με βάση τα μνημεία ή τις εγκαταστάσεις τους, αλλά με βάση τις παραδόσεις που κληρονόμησαν και διατήρησαν από γενιά σε γενιά». Διότι «αυτή η ζωντανή, η "άυλη" κληρονομιά δημιουργεί στενούς δεσμούς ανάμεσα στους ανθρώπους και την κοινότητά τους, δίνοντάς τους μια αίσθηση ταυτότητας και συνέχειας. Περιλαμβάνει τις μαγειρικές παραδόσεις, τη χειροτεχνία, τις τοπικές τέχνες και την αγροτική ζωή». Αυτά τα... «βουκολικά» και «ρομαντικά» συνοδεύουν ένα πρόγραμμα - εν προκειμένω το «EDEN» - το οποίο προέρχεται από τον τομέα επιχειρήσεων και βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής!
Τον περασμένο Μάη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η 6η Ετήσια Περιφερειακή Συνάντηση Εμπειρογνωμόνων Νοτιοανατολικής Ευρώπης για την Αϋλη Πολιτιστική Κληρονομιά, με διοργανωτές το υπουργείο Πολιτισμού, το γραφείο Βενετίας της ΟΥΝΕΣΚΟ και την Ελληνική Εθνική Επιτροπή της ΟΥΝΕΣΚΟ. Το θέμα της συνάντησης ήταν «Προωθώντας ένα κοινό όραμα για την Αϋλη Πολιτιστική Κληρονομιά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη» και εντασσόταν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της ΟΥΝΕΣΚΟ για το 2011 «Πολιτισμός: μια γέφυρα για την ανάπτυξη». Η συνάντηση φιλοδοξούσε «να ενθαρρύνει το γόνιμο διάλογο, την ανταλλαγή απόψεων και τη συνεργασία σε θέματα άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς και παράλληλα να διατυπώσει προτάσεις προς την UNESCO για κοινές δράσεις στην ευρύτερη περιοχή». Εμφαση δόθηκε «στην παρουσίαση των βέλτιστων πρακτικών προώθησης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς (πολυεθνικές υποψηφιότητες, κοινά ερευνητικά προγράμματα κ.λπ.)». Στη συνάντηση συμμετείχαν εμπειρογνώμονες από την Αλβανία, τη Βοσνία- Ερζεγοβίνη, τη Βουλγαρία, την Ιταλία, την Κροατία, την Κύπρο, τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, το Μαυροβούνιο, την ΠΓΔΜ, τη Ρουμανία, τη Σερβία, τη Σλοβενία, την Τουρκία και την Ελλάδα.
Εχει μεγάλη σημασία να μην ξεχνιέται ότι όροι όπως «ανάπτυξη» δεν είναι «ουδέτεροι», δεν «υπάρχουν» σε ένα εννοιολογικό «κενό αέρος», αλλά παραπέμπουν στο συγκεκριμένο οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο που κυριαρχεί και που δεν είναι άλλο από το καπιταλιστικό. Ετσι, έχει μικρή σημασία η πιθανόν καλή πρόθεση του εκάστοτε επιστήμονα που συμμετέχει σε τέτοιου είδους διεθνείς συναντήσεις, στο βαθμό βέβαια που δε συνειδητοποιεί το παραπάνω πλαίσιο και δεν αναδεικνύει τους κινδύνους που επιφυλάσσει το ένα και μοναδικό κριτήριο του καπιταλισμού, το κέρδος, και για τις διαφορετικές κουλτούρες που εξακολουθούν να υπάρχουν και που αντιμετωπίζονται από το σύστημα ως «κελεπούρι» για το τουριστικό κεφάλαιο. Αλλωστε, όπως είδαμε και πιο πάνω, η ΕΕ αντιμετωπίζει και την άυλη πολιτιστική κληρονομιά με όρους «βιομηχανίας». Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο που η συνάντηση «φιλοξενήθηκε» από το Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς. Το ενδιαφέρον του συγκεκριμένου πολιτιστικού φορέα του τραπεζικού κεφαλαίου για την άυλη κληρονομιά δεν είναι τυχαίο, αφού το δίκτυο των μουσείων που έχει δημιουργήσει ανά τη χώρα σχετίζεται ακριβώς με τον τομέα αυτόν. Θυμίζουμε ότι ακριβώς αυτός ο τομέας ήταν και η αφορμή για την πρώτη, στην Ελλάδα, παραχώρηση αρχαίου μνημείου (προ του 1830) στο κεφάλαιο, όταν το 2007 παραδόθηκε στο Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς προς ιδιωτική χρήση, για 50 χρόνια, τμήμα της Ακρόπολης του Κάστρου των Ιωαννίνων για την κατασκευή «Τεχνολογικού Μουσείου Αργυροχρυσοχοΐας».
Επιπλέον, οι «κοινές δράσεις» ανάμεσα στα κράτη στον πολιτιστικό τομέα και ειδικά στην περιοχή των Βαλκανίων είναι αντικειμενικά αδύνατον να «ξεφεύγουν» από το «κάδρο» που έχει δημιουργήσει ο ιμπεριαλισμός την τελευταία - ματοβαμμένη - εικοσαετία.
Το αλληλοσυμπληρούμενο «δίπτυχο» λοιπόν της ανάγκης των αστικών τάξεων των βαλκανικών κρατών για ανάπτυξη προς όφελός τους και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και «παιχνιδιών» με τη φωτιά, που εντείνονται στην ευρύτερη περιοχή, καθιστά τον πολιτισμό ένα ακόμη πεδίο έκφρασης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και, ταυτόχρονα, ένα εργαλείο ιδεολογικής χειραγώγησης, που για τους λαούς των Βαλκανίων σημαίνει «μάντρωμα» σε εκείνες τις «αξίες» που οι αστοί θέλουν να επιβάλουν ως «κοινές». Αυτό κρύβεται πίσω από τη διαπίστωση της συνάντησης ότι «η προώθηση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς στέκεται ψηλά μεταξύ των πολιτικών προτεραιοτήτων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», αφού όλες οι χώρες έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση του 2003. Εκτός πια αν πιστεύει κανείς σοβαρά ότι η αλβανική αστική τάξη «καίγεται» να διασώσει τα γλωσσικά ιδιώματα των Σέρβων του Κοσσόβου...
Ο ιμπεριαλισμός κάθε άλλο παρά ενδιαφέρεται για την προστασία της πολιτισμικής πολυμορφίας και ποικιλίας αυτής καθεαυτής, αλλά μόνο στο βαθμό που μπορεί να του χρησιμεύσει ως αφορμή για επεμβάσεις. Από τη στιγμή που οι διεθνείς επιστημονικές συναντήσεις για τον πολιτισμό επιμένουν να εξετάζουν το αντικείμενό τους σε ένα «εργαστηριακά» «ουδέτερο» περιβάλλον, τότε, στην «καλύτερη» περίπτωση, τα ενίοτε αντικειμενικά σωστά συμπεράσματά τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν άνετα ως «επιχειρήματα» από τον ιμπεριαλισμό.
Για παράδειγμα, είναι γενικά σωστή η διαπίστωση της συνάντησης ότι ένα στοιχείο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς «συχνά δεν περιορίζεται στο έδαφος ενός και μόνο συμβαλλόμενου κράτους». «Επειδή η άυλη κληρονομιά συνδέεται με τους ανθρώπους, ταξιδεύει μαζί τους αρκετά εύκολα. Οι άνθρωποι κινούνται όλη την ώρα, είτε εκουσίως είτε ακουσίως, και μερικές φορές, ως μετανάστες, προσκολλώνται πιο αποφασιστικά με τις παραδοσιακές πρακτικές (σ.σ. της πατρίδας τους) από ό,τι εκείνοι που μένουν σπίτι». Επιπλέον, στοιχεία άυλης κληρονομιάς «μπορούν να μεταδοθούν από μια κοινότητα στην άλλη και να γίνουν κοινή κληρονομιά» ή η άυλη κληρονομιά να «διασχίζει» τα σύνορα ανάμεσα στις κοινότητες που ζουν στις δύο πλευρές των ίδιων συνόρων. Πώς όμως είναι δυνατόν τέτοιες δυνατότητες και ιδιότητες της άυλης κληρονομιάς να πραγματωθούν με κυρίαρχο τον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό που τον γεννά;
Μόνο με το σοσιαλισμό και μόνο στην πολυεθνική και πολυφυλετική ΕΣΣΔ η ανθρωπότητα γνώρισε για πρώτη φορά ότι όχι μόνο είναι δυνατόν οι πολιτισμικές διαφορές να μετατραπούν σε γέφυρες αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς, αλλά και να αποτελέσουν ουσιαστική κοινή κληρονομιά τους, χωρίς να χάνουν το παραμικρό από τη διαφορετικότητά τους, αλλά, αντίθετα, να το αναδεικνύουν. Γι' αυτό και οι φορείς που ασχολούνται με τη διάσωση και ανάδειξη της άυλης κληρονομιάς του λαού μας οφείλουν να εντάξουν αυτό το όμορφο και απαραίτητο έργο στην πάλη για τη λαϊκή εξουσία. Να μην την αφήσουν να εμπορευματοποιηθεί και να χάσει τις ρίζες της με το λαό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ