Πολλές οι συζητήσεις και οι δημοσιεύσεις που κυμαίνονται μεταξύ άκρατου θαυμασμού για το έργο και δέους για το ύψος της «δωρεάς». Κάτι σαν «το αφεντικό τρελάθηκε»! Αλλά και προβληματισμοί για το πρέπον σε εποχή κρίσης, ακόμη και επιφυλάξεις για την επιλογή της τοποθεσίας και την προσβασιμότητα προς αυτήν. Κάτι ακούστηκε και για… νοσοκομεία, ανέργους κλπ, αλλά θεωρήθηκαν υποβολιμαία, ίσως και κακόβουλα.
Να ‘ναι καλά ο «ευεργέτης»! Η ΕΛΣ1
και η Εθνική Βιβλιοθήκη απόκτησαν (υπό όρους) σύγχρονη στέγαση, οι
περίοικοι και οι επισκέπτες ένα πάρκο για να κόβουν τις βόλτες τους και
να «τσιμπάνε» κάτι στα εστιατόρια του χώρου. Από την άλλη, οι επίγονοι
του κυρ-Σταύρου και το ομώνυμο Ίδρυμα, έναν αξιοπρεπέστατο και
επικερδέστατο τρόπο για να βάλουν χέρι στον πολιτισμό και επί πλέον, να
μνημονεύονται οι ίδιοι και ο μακαρίτης.
Θα
μου πείτε γιατί το «Ίδρυμα» και τι του ‘ρθε ξαφνικά να ασχοληθεί με τον
πολιτισμό και όχι το κράτος, που, έτσι κι αλλιώς, έχει υποχρέωση να
εκπολιτίζει τους υπηκόους του. Πάω στοίχημα πως εσείς, είστε από τους…
ανόητους που θέλουν δημόσια θεάματα. Για να μην πω και δημόσια Υγεία και
Παιδεία…
Το έργο όμως ολοκληρώθηκε κι είναι μεγαλοπρεπές. Παραχωρήθηκαν στο ΙΣΝ2,
με έδρα τις Βερμούδες, 238 στρέμματα. Και θα εισπράττει ενοίκιο από την
ΕΛΣ μόνο (!!!) 48,5 εκατομμύρια ανά έτος. Αυτό σημαίνει πως σε 10 έως
13 χρόνια το κόστος του έργου θα έχει αποσβεστεί από τα έσοδα κι
υπολείπεται σχεδόν ένας αιώνας κερδοφόρας προίκας για τον Οργανισμό που
θα διαχειρίζεται το Χώρο. Αυτός ο Οργανισμός (ΑΕ) που θα διαχειρίζεται
το «Κέντρο Πολιτισμού», άρα και την Εθνική Βιβλιοθήκη και την Εθνική
Λυρική Σκηνή, θα είναι ιδιωτικού δικαίου, όπως αναφέρεται στο σχετικό
νόμο (3785/09). Θα έχει, δε, λόγο και μάλιστα τελικό το ΙΣΝ, έστω κι αν
δεν εκπροσωπείται στο ΔΣ.
Ξέχασα
να σας γράψω πως το ΙΣΝ θα έχει τη γενική εμπορική εκμετάλλευση του
χώρου, και εμμέσως πλην σαφώς θα ελέγχει τη λειτουργία της Εθνικής
Βιβλιοθήκης, της ΕΛΣ, θα αποφαίνεται, τελεσιδίκως, για οποιαδήποτε
μεταβολή των χρήσεων, των όρων δόμησης, των υποδομών και λειτουργιών της
ευρύτερης περιοχής του Φαλήρου, του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου
Καλλιθέας, ακόμη και των οδικών αξόνων και τεχνικών έργων που
περιβάλλουν το «Κέντρο Πολιτισμού». Αλλά είναι το Δημόσιο που δεσμεύεται
για την εξασφάλιση χρηματοδότησης, η οποία, σύμφωνα με τη σύμβαση, θα
είναι «αντάξια της ποιότητας και της διεθνούς ακτινοβολίας του Κέντρου
Πολιτισμού» 3.
Παραδόξως,
ο Δήμαρχος θα συνεχίσει να εκλέγεται από τους δημότες Καλλιθέας. Μεταξύ
μας, αλλά τέτοια σύμβαση δεν υπέγραψαν ούτε οι αυτόχθονες της
Αμερικανικής Ηπείρου, πριν εξαφανιστούν από τους Κονκισταδόρες.
Αλλά κι αυτά τα εκατομμύρια της «Δωρεάς» για τα οποία εκστασιάζονται πολλοί, που τα βρήκε το Ίδρυμα κι ο μέγας «ευεργέτης»;
Αν
πάμε πίσω μισό αιώνα και κάτι ψιλά, για την ακρίβεια στο 1939, θα δούμε
τον κυρ-Σταύρο να «απαλλοτριώνει» χρήματα των Κουμάνταρων4 και να παίρνει τα πλοία που θα αγόραζε γι’ αυτούς στο όνομά του.
Το 1947 καταφέρνει να καρπωθεί 16 Liberties5
από τα εκατό που πούλησαν οι ΗΠΑ, σε Έλληνες εφοπλιστές με την εγγύηση
του ελληνικού Δημοσίου κι έτσι δεν ξοδεύτηκαν οι τελευταίοι. Επίσης, με
τους ίδιους όρους, μικρό αριθμό δεξαμενοπλοίων «Τ2».
Εν
τω μεταξύ, έχει αποζημιωθεί με 2.000.000 δολάρια για τα 6 πλοία του που
βυθίστηκαν κατά τον Β΄ΠΠ. Αυτό ήταν το κέρδος του Σταύρου από τον
πόλεμο.
Αντίστοιχα,
για να έχουμε μια πλήρη εικόνα, το κόστος των ναυτεργατών στον ίδιο
πόλεμο ήταν 3.000 νεκροί, 150 που παραφρόνησαν κατά την διάρκεια των
επιχειρήσεων και άγνωστος αριθμός τραυματιών.
Το
ίδιο διάστημα, οι εφοπλιστές ζούσαν στην ασφάλεια και στη χλιδή, στα
πολυτελή ξενοδοχεία της Ν. Υόρκης, του Λονδίνου, του Μπουένος Άιρες κλπ
αυγατίζοντας τα χρήματά τους με τους ναύλους και τα ναυάγια των
σαπιοκάραβών τους.
Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο τον Α. Ωνάση6 να περιγράψει το αιματοβαμμένο φαγοπότι των μετέπειτα ευεργετών, ώστε να μην κατηγορηθούμε, αδίκως, για… κομμουνιστές:
«…Ιδού
μια εικών, ετέρου επιλέκτου μέλους. Ευρισκόμεθα στον Αύγουστον του 1939
με 7.500 λίρας μαζευμένας δυσκολώτερα και από ιστορικός σύλλογος
μουσείων, προβαίνομεν εις αγοράν κουρέλας αξίας 15.000 λιρών με δάνειον
χάριν της ελληνικής σημαίας και υποθήκης. Μετ’ ολίγας εβδομάδας από της
ενάρξεως του πολέμου χάνεται το σκάφος και εισπράττομεν 165.000 λίρας,
ήτοι είκοσι δύο φορές το επενδυθέν κεφάλαιο».
Και συμπληρώνει αποτιμώντας τη λοβιτούρα:
«Ωχριά και αυτή η ρουλέτα ακόμη».
Στην ίδια επιστολή ο Ωνάσης σχολιάζει τη χαριστική – με τη βοήθεια του ελληνικού δημοσίου, σύμβαση παραχώρησης των Liberties:
«Μας
χαρίζει το ρωμαίικο 100 «Λίμπερτυς» σημερινής αξίας 70 εκατομμυρίων
δολαρίων, με εισόδημα 35 εκατομμυρίων δολ. ετησίως και το σύνολον του
εισοδήματος των 377 καραβιών υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια διά την
περίοδον ανοίξεως 1947 -1948. Πολλά, τα πάντα οφείλετε εις το Έθνος,
αυτό δε όχι μόνον δεν σας οφείλει τίποτε, αλλά σας έχει χαρισθεί
σκανδαλωδώς. Όχι μόνον σχεδόν δεν σας φορολογεί, σχεδόν δεν σας ζητεί
συνάλλαγμα, αλλά ενώ περισσεύουν εις τα ταμεία σας, σήμερα τον δέκατο
μήνα της εκμεταλλεύσεως, αρκετά για να εξοφλήσετε πάνω από τα δύο τρίτα
του χρέους σας, αυτό θα σας περιμένει 17 χρόνια».
Οι Έλληνες εφοπλιστές εύχονταν την βύθιση των πλοίων τους. Ωνάσης έφη:«… ένα σκαρί αξίας
20.000 λιρών, χρεωμένο κατά 10.000 λίρας. Κηρύσσεται πόλεμος και το
ασφαλίζομεν αντί 250.000 λιρών καταβάλλοντες ασφάλιστρον περίπου 10.000
λίρας διά ταξίδιον διάρκειας 60 ημερών… Αντιθέτως, εάν ετορπιλλίζετο το
καράβι, επραγματοποιείτο μυθώδες κέρδος και ασύδοτον. Λοιπόν, προ του
τελευταίου άθλιου πειρασμού ερωτώ: Τι είναι επόμενον να εύχεται κανείς;
Φυσικά και το τερατώδες, τον τορπιλλισμόν βέβαια, ει δυνατόν άνευ
απωλείας ψυχών».7
Προέτρεπε δε, ο Ωνάσης, στην ίδια επιστολή, σαρκάζοντας τα τεκταινόμενα: «…να
ιδρυθή μπροστά στας στήλας του Ολυμπίου Διός ή επάνω στη Σαλαμίνα το
μνημείον του αγνώστου Γερμανού τορπιλλοβολητού, (του) Αγγλου ασφαλιστού
και προ παντός αγνώστου Ελληνος υπουργού Οικονομικών8 που επέτρεψε τέτοια σκανδαλώδη κατάστασι».
Έτσι
αυγάτιζε το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Το 1996, για παράδειγμα, ο μέσος όρος
ηλικίας του ελληνικού στόλου ήταν 23 χρόνια – κατά πολύ μεγαλύτερος από
όλες τις ανεπτυγμένες χώρες.9 Την ίδια περίοδο περίπου κι από στοιχεία του ΥΕΝ, το 53% του ελληνόκτητου στόλου ήταν από αγορές μεταχειρισμένων πλοίων.
Ας
επιστρέψουμε όμως στον «ευεργέτη» μας. Πνιγμένοι και κουφάρια ναυτικών
κι εργατών πίσω κι εκατομμύρια κέρδη μπροστά και «δόξα». Μυθικές αγορές
νησιών, πανάκριβες συλλογές έργων τέχνης11, καθελκύσεις ιδιωτικών σκαφών αστρονομικής αξίας, συνθέτουν το εφοπλιστικό «όνειρο».
Από
τα μέσα της δεκαετίας του ’50 άρχισε να επενδύει στην Ελλάδα,
επωφελούμενος του ευνοϊκού νομοθετικού πλαισίου. Οι δύο σπουδαιότερες
επενδύσεις του είναι τα «Ελληνικά Διυλιστήρια» Ασπροπύργου (σήμερα ΕΛΔΕ)
και τα «Ελληνικά Ναυπηγεία» στον Σκαραμαγκά, που για μεγάλο διάστημα
υπήρξε το μεγαλύτερο ναυπηγείο στη Μεσόγειο. Απ’ τα οποία όταν
«κρατικοποιούνται» το 1985, καρπώνεται 14.000.000 δολάρια. Πρόλαβε,
βεβαίως, να δηλητηριάσει το περιβάλλον του Θριάσιου Πεδίου.
«Ευεργέτες» χτισμένοι σε θαλασσοδάνεια, πλοία – φέρετρα μιας χρήσης, χιλιάδες πνιγμένους και χαριστικές συμβάσεις.
Το
μοτίβο, με τις κάθε λογής «δωρεές» των «ευεργετών», τηρείται
απαρέγκλιτα: Αφού δεν άφησαν τίποτα όρθιο, λίγο πριν τα τινάξουν,
πρόσφεραν στο κράτος ένα μικρό μέρος από τα αιματοβαμμένα κέρδη τους.
Τελευταία ακολουθούν το δρόμο της ίδρυσης «μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων»
όπου καταθέτουν το ελάχιστο των κερδών που απομύζησαν από το λαό, το
οποίο στην πορεία αυγαταίνει με τη συνδρομή κρατικού χρήματος. Ποιος
(και πόσο) αφελής θα εκλάβει ως τυχαία και άδολη, την γενική πρεμούρα
μονοπωλίων κι εφοπλιστών για την παραγωγή «ιδρυμάτων πολιτισμού» και
μέσω αυτών την παρέμβασή τους στις τέχνες και στον πολιτισμό; Το
ενδιαφέρον της αστικής τάξης δεν είναι τυχαίο, όχι μόνο για την
αναπαραγωγή των κεφαλαίων της διά μέσου της καλλιτεχνικής δημιουργίας
αλλά για την χειραγώγηση του λαού μέσω της διαμόρφωσης συνειδήσεων. Το
ΙΣΝ, καθίσταται σαφές πως, δεν θα αποχωρήσει, κατ’ ουσία από την
λειτουργία του έργου. Μέσω αυτής της «δωρεάς» κατάφερε να ελέγχει
νευραλγικούς τομείς του πολιτισμού με έντονο συμβολισμό και ισχυρή
απήχηση στην κοινωνία. Ήδη το «Ίδρυμα» μέσω του Future Library12 βάζει χέρι σε δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες σε όλη τη χώρα.
Ήρθε η ώρα να γευτούν η τέχνη και ο πολιτισμός των ιθαγενών την «ευεργεσία» του Νιάρχου και του ομώνυμου Ιδρύματος.
1 Εθνική Λυρική Σκηνή.
2 Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
3 Στους όρους της σύμβασης, που δείχνουν ότι δεν πρόκειται για «εθνική δωρεά», αλλά για ξεπούλημα, όλα τα παραπάνω, προβλέπονται συγκεκριμένα:
4 Συγγενείς, που τους έφαγε τα λεφτά.
5
“Liberty”: Τύπος φορτηγών πλοίων χωρητικότητας 10.000 τόνων, που
ναυπηγήθηκαν στις ΗΠΑ μεταξύ του 1941 και 1945, σε γραμμή παραγωγής για
τις ανάγκες του πολέμου. Κατασκευάστηκαν με προοπτική το ένα ταξίδι κι
έτσι διέθεταν τον ελάχιστο εξοπλισμό και την ανάλογη αντοχή.
Τα
εναπομείναντα περίπου 2400 επωλήθησαν με ευνοϊκούς όρους, μετά το τέλος
του πολέμου στους συμμάχους, μεταξύ των οποίων και οι Έλληνες. Κατά το
1946/47 δόθηκε η δυνατότητα σε Έλληνες εφοπλιστές να αγοράσουν 100 πλοία
έναντι $650.000 το ένα, με προκαταβολή 25% της τιμής και το υπόλοιπο με
έντοκη πίστωση για 17 χρόνια με την εγγύηση της Ελληνικής Κυβέρνησης
6 Επιστολή του Ωνάση το 1947 στον Μανώλη Κουλουκουντή, πρόεδρο της ΕΕΕ. Η
επιστολή δημοσιεύθηκε το 1953 στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» και
αναδημοσιεύθηκε, σε τρία μέρη, στα τεύχη του Απρίλη, του Μάη, και του
Ιούνη της ίδιας χρονιάς, στο περιοδικό «ΕΝΩΣΙΣ» της ΠΕΜΕΝ.
7 Στην ίδια επιστολή
8 Αναφερόμενος στον τότε υπουργό Αβραάμ.
9 Από στοιχεία του Loyd Register (διεθνής ασφαλιστικός οργανισμός). Ο αντίστοιχος μ.ο. για την Λιβερία ήταν τα 12 χρόνια και για την Ιαπωνία τα 10.
12 Το
Future Library είναι αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία – θυγατρική του
ΙΣΝ. Γεννήθηκε στη Βέροια το 2011 όταν το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
συνέλαβε την ιδέα να βάλει χέρι (ή πόδι) στις δημόσιες και δημοτικές
βιβλιοθήκες της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου