Ο θρύλος λέει πως ο Τσε ανέλαβε το Υπουργείο Βιομηχανίας στην
επαναστατική Κούβα εξαιτίας μιας παρανόησης. Σήκωσε το χέρι του στο
υπουργικό συμβούλιο για να αναλλάβει τη θέση, επειδή νόμιζε πως άκουσε
το Φιντέλ να ρωτά αν υπάρχει στην αίθουσα κάποιος κομμουνιστής
(comunista), ενώ στην πραγματικότητα ο Φιντέλ ρωτούσε αν υπάρχει κανείς
οικονομολόγος (economista).
Ο Τσε δεν είχε σπουδάσει οικονομικά, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να καταπιαστεί με ζήλο με τα νέα του καθήκοντα, να καλύψει το αρχικό μειονέκτημα της σχετικής άγνοιας του αντιικειμένου και να κάνει μερικές πολύ οξυδερκείς παρατηρήσεις, με διαχρονική αξία για την πολιτική οικονομία του σοσιαλισμού. Ένα από τα πιο καίρια σημεία των σημειώσεών του ήταν η συντροφική κριτική που έκανε στους Σοβιετικούς για τη σταδιακά στροφή τους σε κριτήρια κέρδους, το νόμο της αξίας και την έμφαση που έδιναν στα υλικά κίνητρα -αντί για την εκπαίδευση και τη συνείδηση που διαμορφώνεται αντίστοιχα μέσω αυτής- για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Αντιγράφουμε και δημοσιεύουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το άρθρο του Τσε “σχετικά με το σύστημα χρηματοδότησης από τον προϋπολογισμό”, στο πλαίσιο του αφιερώματος στην Οχτωβριανή Επανάσταση, τιμώντας παράλληλα τη μνήμη του μεγάλου επαναστάτη, στα 50 χρόνια από τη δολοφονία του στη Βολιβία.
Η λέξη συνείδηση υπογραμμίζεται διότι θεωρείται βασική για την
τοποθέτηση του προβλήματος. Ο Μαρξ σκεπτόταν την απελευθέρωση του
ανθρώπου και έβλεπε τον κομμουνισμό σαν τη λύση των αντιθέσεων που
δημιούργησαν την αλλοτρίωσή του, ωστόσο σαν μια πράξη συνειδητή. Δηλαδή ο
κομμουνισμός δεν μπορεί να θεωρηθεί απλά και μόνο το αποτέλεσμα ταξικών
αντιθέσεων σε μια ψηλά αναπτυγμένη κοινωνία που θα λύνονταν στην πορεία
μιας μεταβατικής περιόδου για να φτάσει στην κορυφή. Ο άνθρωπος δρα
συνειδητά στην ιστορία. Χωρίς τη συνείδηση αυτή που περικλείει τη
συνείδηση του κοινωνικού του είναι, δεν μπορεί να υπάρξει κομμουνισμός.
Θελήσαμε να καθορίσουμε, με όλες αυτές τις παραθέσεις, τα θέματα που θεωρούμε βασικά για την ερμηνεία του συστήματος:
1. Ο κομμουνισμός είναι ένας στόχος της ανθρωπότητας, στον οποίο φτάνει συνειδητά. Επειτα, η εκπαίδευση και η εξάλειψη των ιχνών της παλιάς κοινωνίας στη συνείδηση των ανθρώπων έχουν τεράστια σημασία, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε ότι ποτέ δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια τέτοια κοινωνία χωρίς παράλληλες προόδους στην παραγωγή.
2. Οι μορφές διεύθυνσης της οικονομίας, τεχνολογική πλευρά του ζητήματος, πρέπει να επιλεγούν από τις πιο αναπτυγμένες και τις περισσότερο προσαρμόσιμες στη νέα κοινωνία. Η πετροχημική τεχνολογία του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το σοσιαλιστικό χωρίς να φοβηθούμε τη μόλυνση της αστικής ιδεολογίας. Το ίδιο συμβαίνει με καθετί που έχει σχέση με τις τεχνικές νόρμες διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής στον οικονομικό τομέα.
Θα μπορούσαμε, αν και κάπως τολμηρά, να παραφράσουμε τον Μαρξ όταν αναφέρεται στη χρήση της διαλεκτικής του Χέγκελ και να πούμε ότι οι τεχνικές αυτές ξαναστήνονται έτσι στα πόδια τους.
Πρέπει να διασαφηνίσουμε ότι αυτό που αναζητούμε είναι η αποτελεσματικότερη μορφή για να φτάσουμε στον κομμουνισμό. Δεν υπάρχει διαφορά αρχών. Ο οικονομικός υπολογισμός απέδειξε την πρακτική του αποτελεσματικότητα και ξεκινώντας από τις ίδιες βάσεις αποσκοπούμε στους ίδιους σκοπούς. Πιστεύουμε ότι το σχήμα δράσης του συστήματός μας, κατάλληλα ανεπτυγμένο, μπορεί να ανυψώσει την αποτελεσματικότητα της οικονομικής διαχείρισης του σοσιαλιστικού κράτους, να εμβαθύνει τη συνείδηση των μαζών και να ενισχύσει τη συνοχή του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος πάνω στη βάση μιας ολοκληρωμένης δράσης.
Μια ανάλυση των μεθόδων λογιστικής τεχνικής που χρησιμοποιούνται σήμερα στις σοσιαλιστικές χώρες μάς δείχνει ότι ανάμεσα σε αυτές και στις δικές μας βρίσκεται μια διαφοροποιημένη αντίληψη που θα μπορούσε να παραλληλιστεί με αυτή που υπάρχει στον καπιταλισμό, ανάμεσα στον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού και το μονοπώλιο. Τελικά οι προηγούμενες τεχνικές «στημένες στα πόδια τους» χρησίμευσαν σαν βάση για την ανάπτυξη και των δύο συστημάτων. Από εκεί και πέρα οι δρόμοι χωρίζουν, μια και ο σοσιαλισμός έχει τις δικές του σχέσεις παραγωγής και, συνακόλουθα, τις δικές του απαιτήσεις.
Το θέμα του υλικού κινήτρου σε αντίθεση με το ηθικό προκάλεσε πολλές συζητήσεις ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους. Ενα πράγμα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε: δεν αρνιόμαστε την αντικειμενική αναγκαιότητα του υλικού κινήτρου, είμαστε όμως επιφυλακτικοί προκειμένου να το χρησιμοποιήσουμε σαν ουσιαστικό μοχλό. Πιστεύουμε ότι στην οικονομία ο τύπος αυτός του μοχλού αποκτάει γρήγορα τη σημασία της κατηγορίας καθεαυτής και μετά επιβάλλει τη δική του δυναμική στις ανθρώπινες σχέσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πηγάζει από τον καπιταλισμό και είναι καταδικασμένος να πεθάνει στο σοσιαλισμό.
Πώς θα το κάνουμε να πεθάνει;
Μας απαντούν: Σιγά – σιγά μέσω της προοδευτικής αύξησης των καταναλωτικών αγαθών για το λαό, πράγμα που θα κάνει το κίνητρο αυτό περιττό. Μας φαίνεται πολύ αυστηρή ως μηχανισμός αυτή η αντίληψη. Τα καταναλωτικά αγαθά είναι το σήμα κατατεθέν και, τελικά, το μεγάλο στοιχείο στη διαμόρφωση της συνείδησης για τους υπερασπιστές του άλλου συστήματος. Κατά τη γνώμη μας, άμεσο υλικό κίνητρο και συνείδηση είναι δύο αντίθετες έννοιες.
Είναι ένα από τα σημεία όπου οι διαφωνίες μας παίρνουν συγκεκριμένες διαστάσεις. Δεν πρόκειται πια για δευτερεύουσας σημασίας διαφορές. Για τους οπαδούς της οικονομικής αυτοδιαχείρισης το άμεσο υλικό κίνητρο, προβαλλόμενο μέσα στο μέλλον, που συνοδεύει την κοινωνία στα διάφορα στάδια της οικοδόμησης του κομμουνισμού, δεν είναι αντίθετο στην «ανάπτυξη» της συνείδησης. Για μας είναι αντίθετο. Γι’ αυτό αντιμαχόμαστε την κυριαρχία του, γιατί αυτή θα σήμαινε καθυστέρηση στην ανάπτυξη της σοσιαλιστικής ηθικής.
Η λεπτή διαφορά ανάμεσα στους οπαδούς της αυτοδιαχείρισης και σε εμάς στηρίζεται πάνω στα επιχειρήματα της πληρωμής ενός κανονικού μισθού, του πριμ και της τιμωρίας. Η νόρμα παραγωγής είναι η μέση ποσότητα εργασίας που παράγει ένα προϊόν σε καθορισμένο χρόνο, με μέση αξιολόγηση και με συγκεκριμένες συνθήκες χρησιμοποίησης του εξοπλισμού. Είναι η προσφορά μιας ποσότητας εργασίας στην κοινωνία από ένα μέλος της, είναι η εκπλήρωση του κοινωνικού του καθήκοντος. Αν οι νόρμες ξεπεραστούν, τα έσοδα της κοινωνίας αυξάνονται και μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο εργάτης που τις ξεπερνά εκπληρώνει καλύτερα τα καθήκοντά του και αξίζει έτσι μια υλική ανταμοιβή. Δεχόμαστε αυτή την αντίληψη σαν ένα αναγκαίο κακό μιας μεταβατικής περιόδου, αλλά δε δεχόμαστε ότι η σωστή ερμηνεία της αρχής «απ’ τον καθένα ανάλογα με την ικανότητά του και στον καθένα ανάλογα με την εργασία του» πρέπει να είναι η πλήρης πληρωμή, πέρα απ’ το μισθό, του ποσοστού ξεπεράσματος μιας δοσμένης νόρμας (υπάρχουν περιπτώσεις όπου η πληρωμή ξεπερνάει το ποσοστό εκπλήρωσης της νόρμας, σαν έκτακτο κίνητρο της ατομικής παραγωγικότητας). Ο Μαρξ εξηγεί πολύ καθαρά στην «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» ότι ένα σημαντικό τμήμα του εργατικού μισθού πάει σε τομείς που βρίσκονται πολύ μακριά από αυτούς που έχει άμεση σχέση.
Για να συνοψίσουμε τις διαφωνίες μας:
Θεωρούμε το νόμο της αξίας σαν μερικά υπαρκτό, εξαιτίας των υπολειμμάτων της εμπορευματικής κοινωνίας που παραμένουν και που αντανακλώνται στον τύπο ανταλλαγής που πραγματοποιείται ανάμεσα στο κράτος – προμηθευτή και τον καταναλωτή. Πιστεύουμε ότι ειδικά σε μια κοινωνία με πολύ ανεπτυγμένο εξωτερικό εμπόριο, όπως η δική μας, ο νόμος της αξίας σε παγκόσμια κλίμακα πρέπει να αναγνωριστεί σαν ένα γεγονός που κυριαρχεί στις εμπορικές σχέσεις, ακόμα και στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο και αναγνωρίζουμε την ανάγκη να περάσει αυτό το εμπόριο σε μορφές πιο αναπτυγμένες στις χώρες της καινούργιας κοινωνίας, εμποδίζοντας να γίνουν βαθύτερες οι διαφορές ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες και τις πιο καθυστερημένες με την εμπορική ανταλλαγή. Με άλλα λόγια, πρέπει να βρούμε εμπορικούς τύπους που να επιτρέπουν τη χρηματοδότηση βιομηχανικών επενδύσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες, ακόμα και αν έρθουμε σε αντίθεση με τα συστήματα τιμών που υπάρχουν στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, πράγμα που θα επιτρέψει την όσο το δυνατό περισσότερο ισόμετρη πρόοδο ολόκληρου του σοσιαλιστικού στρατοπέδου με φυσικές συνέπειες τον περιορισμό των ανωμαλιών και την πρόσδοση μιας συνοχής στο πνεύμα του προλεταριακού διεθνισμού. (Η πρόσφατη συμφωνία ανάμεσα στην Κούβα και την ΕΣΣΔ είναι ένα δείγμα για το τι μπορεί να γίνει προς αυτή την κατεύθυνση). Αρνιόμαστε τη δυνατότητα της συνειδητής χρησιμοποίησης του νόμου της αξίας, στηριζόμενοι στη μη ύπαρξη μιας ελεύθερης αγοράς που να εκφράζει αυτόματα την αντίθεση ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή, αρνιόμαστε την ύπαρξη κατηγορίας εμπορευμάτων στη σχέση ανάμεσα σε κρατικές επιχειρήσεις και θεωρούμε όλους τους οργανισμούς τμήμα της ενιαίας μεγάλης επιχείρησης που είναι το κράτος (παρόλο που στην πράξη δε συμβαίνει ακόμη αυτό στη χώρα μας). Ο νόμος της αξίας και το πλάνο είναι δύο όροι που συνδέονται από μιαν αντίθεση και τη λύση της. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι ο συγκεντρωτικός σχεδιασμός είναι ο τρόπος ύπαρξης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, η κατηγορία που την ορίζει και το σημείο όπου η συνείδηση του ανθρώπου κατορθώνει επιτέλους να συνθέσει και να κατευθύνει την οικονομία προς το στόχο της, την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπινου όντος μέσα στα πλαίσια της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση
Ο Τσε δεν είχε σπουδάσει οικονομικά, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να καταπιαστεί με ζήλο με τα νέα του καθήκοντα, να καλύψει το αρχικό μειονέκτημα της σχετικής άγνοιας του αντιικειμένου και να κάνει μερικές πολύ οξυδερκείς παρατηρήσεις, με διαχρονική αξία για την πολιτική οικονομία του σοσιαλισμού. Ένα από τα πιο καίρια σημεία των σημειώσεών του ήταν η συντροφική κριτική που έκανε στους Σοβιετικούς για τη σταδιακά στροφή τους σε κριτήρια κέρδους, το νόμο της αξίας και την έμφαση που έδιναν στα υλικά κίνητρα -αντί για την εκπαίδευση και τη συνείδηση που διαμορφώνεται αντίστοιχα μέσω αυτής- για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Αντιγράφουμε και δημοσιεύουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το άρθρο του Τσε “σχετικά με το σύστημα χρηματοδότησης από τον προϋπολογισμό”, στο πλαίσιο του αφιερώματος στην Οχτωβριανή Επανάσταση, τιμώντας παράλληλα τη μνήμη του μεγάλου επαναστάτη, στα 50 χρόνια από τη δολοφονία του στη Βολιβία.
Θελήσαμε να καθορίσουμε, με όλες αυτές τις παραθέσεις, τα θέματα που θεωρούμε βασικά για την ερμηνεία του συστήματος:
1. Ο κομμουνισμός είναι ένας στόχος της ανθρωπότητας, στον οποίο φτάνει συνειδητά. Επειτα, η εκπαίδευση και η εξάλειψη των ιχνών της παλιάς κοινωνίας στη συνείδηση των ανθρώπων έχουν τεράστια σημασία, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε ότι ποτέ δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια τέτοια κοινωνία χωρίς παράλληλες προόδους στην παραγωγή.
2. Οι μορφές διεύθυνσης της οικονομίας, τεχνολογική πλευρά του ζητήματος, πρέπει να επιλεγούν από τις πιο αναπτυγμένες και τις περισσότερο προσαρμόσιμες στη νέα κοινωνία. Η πετροχημική τεχνολογία του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το σοσιαλιστικό χωρίς να φοβηθούμε τη μόλυνση της αστικής ιδεολογίας. Το ίδιο συμβαίνει με καθετί που έχει σχέση με τις τεχνικές νόρμες διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής στον οικονομικό τομέα.
Θα μπορούσαμε, αν και κάπως τολμηρά, να παραφράσουμε τον Μαρξ όταν αναφέρεται στη χρήση της διαλεκτικής του Χέγκελ και να πούμε ότι οι τεχνικές αυτές ξαναστήνονται έτσι στα πόδια τους.
Πρέπει να διασαφηνίσουμε ότι αυτό που αναζητούμε είναι η αποτελεσματικότερη μορφή για να φτάσουμε στον κομμουνισμό. Δεν υπάρχει διαφορά αρχών. Ο οικονομικός υπολογισμός απέδειξε την πρακτική του αποτελεσματικότητα και ξεκινώντας από τις ίδιες βάσεις αποσκοπούμε στους ίδιους σκοπούς. Πιστεύουμε ότι το σχήμα δράσης του συστήματός μας, κατάλληλα ανεπτυγμένο, μπορεί να ανυψώσει την αποτελεσματικότητα της οικονομικής διαχείρισης του σοσιαλιστικού κράτους, να εμβαθύνει τη συνείδηση των μαζών και να ενισχύσει τη συνοχή του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος πάνω στη βάση μιας ολοκληρωμένης δράσης.
Μια ανάλυση των μεθόδων λογιστικής τεχνικής που χρησιμοποιούνται σήμερα στις σοσιαλιστικές χώρες μάς δείχνει ότι ανάμεσα σε αυτές και στις δικές μας βρίσκεται μια διαφοροποιημένη αντίληψη που θα μπορούσε να παραλληλιστεί με αυτή που υπάρχει στον καπιταλισμό, ανάμεσα στον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού και το μονοπώλιο. Τελικά οι προηγούμενες τεχνικές «στημένες στα πόδια τους» χρησίμευσαν σαν βάση για την ανάπτυξη και των δύο συστημάτων. Από εκεί και πέρα οι δρόμοι χωρίζουν, μια και ο σοσιαλισμός έχει τις δικές του σχέσεις παραγωγής και, συνακόλουθα, τις δικές του απαιτήσεις.
Το θέμα του υλικού κινήτρου σε αντίθεση με το ηθικό προκάλεσε πολλές συζητήσεις ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους. Ενα πράγμα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε: δεν αρνιόμαστε την αντικειμενική αναγκαιότητα του υλικού κινήτρου, είμαστε όμως επιφυλακτικοί προκειμένου να το χρησιμοποιήσουμε σαν ουσιαστικό μοχλό. Πιστεύουμε ότι στην οικονομία ο τύπος αυτός του μοχλού αποκτάει γρήγορα τη σημασία της κατηγορίας καθεαυτής και μετά επιβάλλει τη δική του δυναμική στις ανθρώπινες σχέσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πηγάζει από τον καπιταλισμό και είναι καταδικασμένος να πεθάνει στο σοσιαλισμό.
Πώς θα το κάνουμε να πεθάνει;
Μας απαντούν: Σιγά – σιγά μέσω της προοδευτικής αύξησης των καταναλωτικών αγαθών για το λαό, πράγμα που θα κάνει το κίνητρο αυτό περιττό. Μας φαίνεται πολύ αυστηρή ως μηχανισμός αυτή η αντίληψη. Τα καταναλωτικά αγαθά είναι το σήμα κατατεθέν και, τελικά, το μεγάλο στοιχείο στη διαμόρφωση της συνείδησης για τους υπερασπιστές του άλλου συστήματος. Κατά τη γνώμη μας, άμεσο υλικό κίνητρο και συνείδηση είναι δύο αντίθετες έννοιες.
Είναι ένα από τα σημεία όπου οι διαφωνίες μας παίρνουν συγκεκριμένες διαστάσεις. Δεν πρόκειται πια για δευτερεύουσας σημασίας διαφορές. Για τους οπαδούς της οικονομικής αυτοδιαχείρισης το άμεσο υλικό κίνητρο, προβαλλόμενο μέσα στο μέλλον, που συνοδεύει την κοινωνία στα διάφορα στάδια της οικοδόμησης του κομμουνισμού, δεν είναι αντίθετο στην «ανάπτυξη» της συνείδησης. Για μας είναι αντίθετο. Γι’ αυτό αντιμαχόμαστε την κυριαρχία του, γιατί αυτή θα σήμαινε καθυστέρηση στην ανάπτυξη της σοσιαλιστικής ηθικής.
Η λεπτή διαφορά ανάμεσα στους οπαδούς της αυτοδιαχείρισης και σε εμάς στηρίζεται πάνω στα επιχειρήματα της πληρωμής ενός κανονικού μισθού, του πριμ και της τιμωρίας. Η νόρμα παραγωγής είναι η μέση ποσότητα εργασίας που παράγει ένα προϊόν σε καθορισμένο χρόνο, με μέση αξιολόγηση και με συγκεκριμένες συνθήκες χρησιμοποίησης του εξοπλισμού. Είναι η προσφορά μιας ποσότητας εργασίας στην κοινωνία από ένα μέλος της, είναι η εκπλήρωση του κοινωνικού του καθήκοντος. Αν οι νόρμες ξεπεραστούν, τα έσοδα της κοινωνίας αυξάνονται και μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο εργάτης που τις ξεπερνά εκπληρώνει καλύτερα τα καθήκοντά του και αξίζει έτσι μια υλική ανταμοιβή. Δεχόμαστε αυτή την αντίληψη σαν ένα αναγκαίο κακό μιας μεταβατικής περιόδου, αλλά δε δεχόμαστε ότι η σωστή ερμηνεία της αρχής «απ’ τον καθένα ανάλογα με την ικανότητά του και στον καθένα ανάλογα με την εργασία του» πρέπει να είναι η πλήρης πληρωμή, πέρα απ’ το μισθό, του ποσοστού ξεπεράσματος μιας δοσμένης νόρμας (υπάρχουν περιπτώσεις όπου η πληρωμή ξεπερνάει το ποσοστό εκπλήρωσης της νόρμας, σαν έκτακτο κίνητρο της ατομικής παραγωγικότητας). Ο Μαρξ εξηγεί πολύ καθαρά στην «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» ότι ένα σημαντικό τμήμα του εργατικού μισθού πάει σε τομείς που βρίσκονται πολύ μακριά από αυτούς που έχει άμεση σχέση.
Για να συνοψίσουμε τις διαφωνίες μας:
Θεωρούμε το νόμο της αξίας σαν μερικά υπαρκτό, εξαιτίας των υπολειμμάτων της εμπορευματικής κοινωνίας που παραμένουν και που αντανακλώνται στον τύπο ανταλλαγής που πραγματοποιείται ανάμεσα στο κράτος – προμηθευτή και τον καταναλωτή. Πιστεύουμε ότι ειδικά σε μια κοινωνία με πολύ ανεπτυγμένο εξωτερικό εμπόριο, όπως η δική μας, ο νόμος της αξίας σε παγκόσμια κλίμακα πρέπει να αναγνωριστεί σαν ένα γεγονός που κυριαρχεί στις εμπορικές σχέσεις, ακόμα και στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο και αναγνωρίζουμε την ανάγκη να περάσει αυτό το εμπόριο σε μορφές πιο αναπτυγμένες στις χώρες της καινούργιας κοινωνίας, εμποδίζοντας να γίνουν βαθύτερες οι διαφορές ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες και τις πιο καθυστερημένες με την εμπορική ανταλλαγή. Με άλλα λόγια, πρέπει να βρούμε εμπορικούς τύπους που να επιτρέπουν τη χρηματοδότηση βιομηχανικών επενδύσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες, ακόμα και αν έρθουμε σε αντίθεση με τα συστήματα τιμών που υπάρχουν στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, πράγμα που θα επιτρέψει την όσο το δυνατό περισσότερο ισόμετρη πρόοδο ολόκληρου του σοσιαλιστικού στρατοπέδου με φυσικές συνέπειες τον περιορισμό των ανωμαλιών και την πρόσδοση μιας συνοχής στο πνεύμα του προλεταριακού διεθνισμού. (Η πρόσφατη συμφωνία ανάμεσα στην Κούβα και την ΕΣΣΔ είναι ένα δείγμα για το τι μπορεί να γίνει προς αυτή την κατεύθυνση). Αρνιόμαστε τη δυνατότητα της συνειδητής χρησιμοποίησης του νόμου της αξίας, στηριζόμενοι στη μη ύπαρξη μιας ελεύθερης αγοράς που να εκφράζει αυτόματα την αντίθεση ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή, αρνιόμαστε την ύπαρξη κατηγορίας εμπορευμάτων στη σχέση ανάμεσα σε κρατικές επιχειρήσεις και θεωρούμε όλους τους οργανισμούς τμήμα της ενιαίας μεγάλης επιχείρησης που είναι το κράτος (παρόλο που στην πράξη δε συμβαίνει ακόμη αυτό στη χώρα μας). Ο νόμος της αξίας και το πλάνο είναι δύο όροι που συνδέονται από μιαν αντίθεση και τη λύση της. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι ο συγκεντρωτικός σχεδιασμός είναι ο τρόπος ύπαρξης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, η κατηγορία που την ορίζει και το σημείο όπου η συνείδηση του ανθρώπου κατορθώνει επιτέλους να συνθέσει και να κατευθύνει την οικονομία προς το στόχο της, την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπινου όντος μέσα στα πλαίσια της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου