Η 100ή επέτειος της Οχτωβριανής Επανάστασης αποτελεί αφορμή για την
έκδοση πολλών σχετικών βιβλίων, από διάφορες οπτικές, φιλικά κι εχθρικά
διακείμενες. Ως παραδείγματα θα μπορούσαν να αναφερθούν δύο βιβλία από
τις εκδόσεις Τόπος.
Το πρώτο λέγεται “Ικάρια Πτήση” κι αποτελεί ένα συνοπτικό χρονικό της Επανάστασης, των αιτιών που οδήγησαν σε αυτήν και των πρώτων της βημάτων. Όπως προκύπτει από αρκετές παρουσιάσεις του βιβλίου, ο συγγραφέας (Γιάννης Χλιουνάκης) διακρίνει τα σπέρματα του σταλινισμού -όπως τον ονομάζει- στο λενινισμό, όχι ως ένα είδος συνέχειας της επαναστατικής πορείας, αλλά ως εκφυλισμός και άρνησή της. Παράλληλα, υιοθετεί αρκετά στοιχεία από τους προβληματισμούς και την κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ -που κρίνεται ως προφητική. Δε θα μπορούσα να εκφράσω ολοκληρωμένη άποψη, αλλά προσωπικά αυτά τα στοιχεία μου φαίνονται αρκούντως αποθαρρυντικά. Θα κρατήσω όμως τον τίτλο του βιβλίου και τους όμορφους συνειρμούς που προκαλεί για μια επανάσταση, που έπεσε μαχόμενη, επειδή πέταξε πολύ ψηλά…
Το δεύτερο βιβλίο είναι του Χ. Κεφαλή, συμβούλου του εκδοτικού, που αναφέρεται στο “Λένιν” ως “διάνοια της επανάστασης”. Θα ήταν εντελώς παράλογο να επιχειρήσω μια παρουσίαση ή κριτική χωρίς να έχω διαβάσει το βιβλίο, συνεπώς θα περιοριστώ στη γενική παρατήρηση πως αρκετές σύγχρονες μελέτες για το Λένιν απαιτούν ειδικά φίλτρα από τον αναγνώστη, καθώς επιχειρούν να φορτώσουν στο Βλαδίμηρο τις δικές τους απόψεις και να βρουν έτσι μια μορφή νομιμοποίησής τους στο λενινιστικό έργο, επιλέγοντας τα αποσπάσματα που θεωρούν πιο βολικά για αυτόν το σκοπό.
Αμέσως παρακάτω, θα φανεί γιατί επιμένω τόσο στο οπτικό πρίσμα του συγγραφέα.
Τις προάλλες ένα δελτίο τύπου ενημέρωνε για το επόμενο βιβλίο του Χ. Κεφαλή, που έχει τίτλο “υπόθεση Κατίν” και υπότιτλο “η ιστορική αλήθεια και ο Ριζοσπάστης”. Μια σύντομη ματιά στο σύνδεσμο θα πείσει και τον πιο δύσπιστο για τις πραγματικές προθέσεις του συγγραφέα, που ούτως ή άλλως δεν προσπαθεί να κρυφτεί. Το κίνητρό του δεν είναι απλά να βρει την ιστορική αλήθεια για ένα πολυσυζητημένο γεγονός, αλλά να αποδείξει την αντισοσιαλιστική φύση του σταλινισμού -sic- και του σημερινού σταλινικού ΚΚΕ, ως πολιτικού του απόγονου…
Λέτε άραγε να πρόκειται για κάποιας μορφής εμπάθεια; Το όνομα του συγγραφέα ακούγεται οικείο, αλλά το βιογραφικό του σημείωμα δε μας βοηθάει να θυμηθούμε όλες του τις συγγραφικές στιγμές. Στην πραγματικότητα, αποκρύπτει σκόπιμα το καταπληκτικό του πόνημα “οι τρεις μέρες που δε συγκλόνισαν τον κόσμο”, όπου αναφέρεται στη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991, μετά το 13ο Συνέδριό του, και βγάζει τόση χολή, που δύσκολα θα μπορούσε να την φανταστεί κανείς, ακόμα πιο δύσκολα να την φτάσει -ακόμα κι αν ήταν ορκισμένος φασίστας.
Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από εκείνο το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα μέσα της δεκαετίας του 90′ από τις εκδόσεις Παρείσακτος.
Δε νομίζω πως υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε την αναπαραγωγή της “σάτιρας” του Κεφαλή, που καταλήγει στο ότι ο σταλινισμός είναι μια αστική -κι αλλού την αναφέρει ως φασιστική- διαστροφή του σοσιαλισμού. Ενώ χρησιμοποιεί την παρωδία ως μέσο, επικαλούμενος το Λένιν (!) (γιατί να μη συνδυάσουμε το τερπνό με το ωφέλιμο; Γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε κάποιο αστείο ή μισοαστείο τέχνασμα για να πιάσουμε επ’ αυτοφώρω κάτι γελοίο, κάτι βλαβερό…;) και τον Τρότσκι («το γελοίο σκοτώνει, προπάντων όταν πρόκειται για το κόμμα της επανάστασης»).
Ο μοναδικός λόγος που εκτέθηκαν αναλυτικά όλα αυτά, είναι γιατί εκθέτουν τον ίδιο το συγγραφέα, κι αποτελούν ένα πολιτικό στριπτίζ ως προς τις πραγματικές του προθέσεις, την προαίρεσή του και την αξιοπιστία του -για εντιμότητα δεν μπορεί να γίνει καν λόγος…
Το πρώτο λέγεται “Ικάρια Πτήση” κι αποτελεί ένα συνοπτικό χρονικό της Επανάστασης, των αιτιών που οδήγησαν σε αυτήν και των πρώτων της βημάτων. Όπως προκύπτει από αρκετές παρουσιάσεις του βιβλίου, ο συγγραφέας (Γιάννης Χλιουνάκης) διακρίνει τα σπέρματα του σταλινισμού -όπως τον ονομάζει- στο λενινισμό, όχι ως ένα είδος συνέχειας της επαναστατικής πορείας, αλλά ως εκφυλισμός και άρνησή της. Παράλληλα, υιοθετεί αρκετά στοιχεία από τους προβληματισμούς και την κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ -που κρίνεται ως προφητική. Δε θα μπορούσα να εκφράσω ολοκληρωμένη άποψη, αλλά προσωπικά αυτά τα στοιχεία μου φαίνονται αρκούντως αποθαρρυντικά. Θα κρατήσω όμως τον τίτλο του βιβλίου και τους όμορφους συνειρμούς που προκαλεί για μια επανάσταση, που έπεσε μαχόμενη, επειδή πέταξε πολύ ψηλά…
Το δεύτερο βιβλίο είναι του Χ. Κεφαλή, συμβούλου του εκδοτικού, που αναφέρεται στο “Λένιν” ως “διάνοια της επανάστασης”. Θα ήταν εντελώς παράλογο να επιχειρήσω μια παρουσίαση ή κριτική χωρίς να έχω διαβάσει το βιβλίο, συνεπώς θα περιοριστώ στη γενική παρατήρηση πως αρκετές σύγχρονες μελέτες για το Λένιν απαιτούν ειδικά φίλτρα από τον αναγνώστη, καθώς επιχειρούν να φορτώσουν στο Βλαδίμηρο τις δικές τους απόψεις και να βρουν έτσι μια μορφή νομιμοποίησής τους στο λενινιστικό έργο, επιλέγοντας τα αποσπάσματα που θεωρούν πιο βολικά για αυτόν το σκοπό.
Αμέσως παρακάτω, θα φανεί γιατί επιμένω τόσο στο οπτικό πρίσμα του συγγραφέα.
Τις προάλλες ένα δελτίο τύπου ενημέρωνε για το επόμενο βιβλίο του Χ. Κεφαλή, που έχει τίτλο “υπόθεση Κατίν” και υπότιτλο “η ιστορική αλήθεια και ο Ριζοσπάστης”. Μια σύντομη ματιά στο σύνδεσμο θα πείσει και τον πιο δύσπιστο για τις πραγματικές προθέσεις του συγγραφέα, που ούτως ή άλλως δεν προσπαθεί να κρυφτεί. Το κίνητρό του δεν είναι απλά να βρει την ιστορική αλήθεια για ένα πολυσυζητημένο γεγονός, αλλά να αποδείξει την αντισοσιαλιστική φύση του σταλινισμού -sic- και του σημερινού σταλινικού ΚΚΕ, ως πολιτικού του απόγονου…
Λέτε άραγε να πρόκειται για κάποιας μορφής εμπάθεια; Το όνομα του συγγραφέα ακούγεται οικείο, αλλά το βιογραφικό του σημείωμα δε μας βοηθάει να θυμηθούμε όλες του τις συγγραφικές στιγμές. Στην πραγματικότητα, αποκρύπτει σκόπιμα το καταπληκτικό του πόνημα “οι τρεις μέρες που δε συγκλόνισαν τον κόσμο”, όπου αναφέρεται στη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991, μετά το 13ο Συνέδριό του, και βγάζει τόση χολή, που δύσκολα θα μπορούσε να την φανταστεί κανείς, ακόμα πιο δύσκολα να την φτάσει -ακόμα κι αν ήταν ορκισμένος φασίστας.
Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από εκείνο το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα μέσα της δεκαετίας του 90′ από τις εκδόσεις Παρείσακτος.
Για αυτό το λόγο λοιπόν, αμέσως μετά την επιστροφή της Αλέκας συγκλήθηκε στον Περισσό ένα έκτακτο ακτίφ ανώτατων κομματικών στελεχών, στο οποίο προήδρευσε η ίδια. Σε αυτό συμμετείχαν ακόμη μερικοί από τους πιο πιστούς «παλιούς αγωνιστές» του ΚΚΕ, οι Χαρίλαος Φτωχάκης, Βάσος Κοτσάνας, Αντώνης Αγαθιέλος, Κώστας Τσογλάνης, Νίκος Λελούδης, Ορέστης Καρεκλόφ, Γιώργης Τριχαλινός, Τάκης Ταμάσης, Λούλα Πολυλογά και Ρούλα Κουτούτσικου, μαζί με τους νεότερους Μάκη Σαΐνη, Σπύρο Χαβατζή, Μήτσο Κοτόπουλο και Δημήτρη Κουτσουμπό. Εκεί αποφασίστηκε να απευθύνει το ΚΚΕ μια επαναστατική διακήρυξη στο λαό, κάνοντας έκκληση για την αποστολή σοβιετικών στρατευμάτων και στη χώρα μας. Σα δικαιολογία, σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, επρόκειτο να προβληθεί το γεγονός ότι το Μοσχάτο –αυτή η συμπαθής συνοικία των Αθηνών- είναι στην πραγματικότητα μια προαιώνια σοβιετική αποικία, που την είχαν ιδρύσει τον 9ο αιώνα μ.Χ. λενινιστές κομσομόλοι από τη Μόσχα, για να την υφαρπάξουν αργότερα οι Κολοκοτρωναίοι ιμπεριαλιστές. Μετά την αποβίβασή τους στο Μοσχάτο, τα σοβιετικά στρατεύματα θα έπαιρναν τον ηλεκτρικό και, αφού κατέβαιναν στον Περισσό, θα ενώνονταν με τις πλατιές μάζες των κομματικών στελεχών για να τις οδηγήσουν στο σοσιαλισμό. Μάλιστα για να φανεί ότι η εξέγερση έχει λαϊκή βάση, συμφωνήθηκε να απευθύνει την έκκληση ένα «Σωματείο Σλαβόφωνων του Μοσχάτου», που ιδρύθηκε πάραυτα για αυτό το σκοπό.Η ιστορική αναφορά αφορά το πραξικόπημα του Αυγούστου στη Μόσχα, μια παράξενη στρατιωτική κίνηση, στα όρια της παρωδίας, που έβαλε ταφόπλακα στο σοβιετικό σύστημα, βγάζοντας στον αφρό του Γέλτσιν, ως ηγέτη της νέας εποχής… Εκτός από τα παραπάνω “ευφάνταστα” προσωνύμια αναφέρονται επίσης με πρωτοφανή εμπάθεια τα Ξεμωραΐτης, Πολυξερίδης, Κλάψας, Ρεβιζιονιστάκος, κ.ά.
Έτσι, με τις ιστορικές αυτές αποφάσεις, που πάρθηκαν εκείνο το σημαδιακό πρωινό της 20ής Αυγούστου, το ΚΚΕ μπήκε πάνοπλο στο δρόμο της εξέγερσης. Βέβαια εδώ μπορεί να προβληθεί σαν αντίρρηση το γεγονός ότι τελικά δεν έγινε καμία απολύτως εξέγερση. Το τι ακριβώς συνέβηκε και πώς οι μέρες αυτές αποδείχτηκαν τελικά οι «Τρεις μέρες που δε συγκλόνισαν τον κόσμο» θα εκτεθεί ακριβώς στα επόμενα μέρη.Τι ακριβώς εκθέτει στις επόμενες (γεμάτες αντίστοιχη έμπνευση) τριακόσιες σελίδες του πονήματός του ο Κεφαλής; Το «τι πραγματικά συνέβη εκείνες τις μέρες στον Περισσό». Τη «σπουδή στη διαγραφή των ανανεωτικών», το «διαβόητο σύνθημα Είμαστε ηλίθιοι που ρίχτηκε από το Ριζοσπάστη» κι αρχικά καταγγέλθηκε ως προβοκάτσια των ανανεωτικών, χωρίς να διαψευστεί ωστόσο στη συνέχεια για να μη ρίξει νερό στο μύλο της λαθολογίας. Τη στήριξη των «συντηρητικών» από τους αηδιανιστές της Αυριανής. Το μυστικό λόγο του Χαρίλαου στην ΚΕ, που βοήθησε τους «συντηρητικούς» να πάρουν οριακά την πλειοψηφία. Τις αποτυχημένες προσπάθειές του να ακριβοπουλήσει το ξινισμένο επαναστατικό κρασί του κουκουέ. Την επίθεση με χαστούκια ενός παρείσακτου στην Αλέκα Πιτσιρίκα για να δει αν είναι ζωντανή ή μουμιοποιημένη, ενώ αυτή τις έτρωγε στωικά, γιατί υποψιαζόταν κάποια προβοκάτσια που θα την εμπόδιζε να γράψει την προκήρυξη της εξέγερσης. Τις διαλείψεις της από τα χτυπήματα που την έκαναν να βλέπει το Βάσο Κοτσάνα ως Λένιν, να του εξομολογείται τον έρωτά της, να του την πέφτει και να φτάνει, σε δεύτερο χρόνο, σε οργασμό, ενώ παράλληλα απειλούσε πως θα συμμετέχει σε καλλιστεία κι εφόσον δεν έβγαινε πρώτη, θα προχωρούσε σε πραξικόπημα. Τη συνεπή πτέρυγα που εκδίωξε τους ανανεωτικούς –αφού πρώτα βγάλει τη Μαρία Μαδανάκη, απόγονο του Μανιαδάκη- και τραγούδησε τον ύμνο του ΚΚΕ: εμπρός της γης οι κουκουέδες, του Στάλιν σκλάβοι εμπρός, εμπρός, ω νάτο απ’ τον κρατήρα βγαίνει της Βάρκιζας το θείο φως. Πάνε πια οι παλιοχαφιέδες, προδότες, Άρηδες, τρελοί, τώρα τραβάν οι κουκουέδες, μπροστά με τη σωστή γραμμή.
Δε νομίζω πως υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε την αναπαραγωγή της “σάτιρας” του Κεφαλή, που καταλήγει στο ότι ο σταλινισμός είναι μια αστική -κι αλλού την αναφέρει ως φασιστική- διαστροφή του σοσιαλισμού. Ενώ χρησιμοποιεί την παρωδία ως μέσο, επικαλούμενος το Λένιν (!) (γιατί να μη συνδυάσουμε το τερπνό με το ωφέλιμο; Γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε κάποιο αστείο ή μισοαστείο τέχνασμα για να πιάσουμε επ’ αυτοφώρω κάτι γελοίο, κάτι βλαβερό…;) και τον Τρότσκι («το γελοίο σκοτώνει, προπάντων όταν πρόκειται για το κόμμα της επανάστασης»).
Ο μοναδικός λόγος που εκτέθηκαν αναλυτικά όλα αυτά, είναι γιατί εκθέτουν τον ίδιο το συγγραφέα, κι αποτελούν ένα πολιτικό στριπτίζ ως προς τις πραγματικές του προθέσεις, την προαίρεσή του και την αξιοπιστία του -για εντιμότητα δεν μπορεί να γίνει καν λόγος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου