9 Μαρ 2019

ΠΥΡΑΓΓΕΛΟΣ «Να ντύσουμε τους γυμνούς»



«Τίποτα δεν είναι αληθινό, αλλά γι' αυτό ακριβώς καθετί μπορεί να είναι αλήθεια τη στιγμή που έχει κανείς την θέληση να το πιστέψει και τη δύναμη να το επιβάλει», έλεγε ο Λ. Πιραντέλο.
Οσο ο άνθρωπος θα μπορεί να σκέφτεται, να αμφισβητεί, να επαναστατεί και να κρίνει ελεύθερα αυτό που του συμβαίνει, όταν σταθεί αντιμέτωπος με τα «πάθη» του, τότε ίσως δει την αλήθεια, την πραγματική αλήθεια. Ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι τα πάθη αποτελούν συστατικό της ζωής μας και δεν δικαιολογούμαστε να τα αγνοούμε. Υποστήριζε ότι κάθε ηθική αρετή συνίσταται στην επιλογή του «μέσου» μεταξύ δύο ακραίων παθών. Η ανδρεία είναι η μεσότητα της δειλίας και του θράσους... η σωφροσύνη είναι η μεσότητα στην αναισθησία και την ακολασία... «ο λόγος» όμως για τον Αριστοτέλη είναι η δύναμη που μπορεί να μετατρέψει τα πάθη από αρνητικούς παράγοντες σε θετικούς για τη ζωή μας. Είναι για τον Πλάτωνα η ισορροπία της ψυχής όταν το θυμοειδές (διαθέσεις) και το επιθυμητικό (πάθη) υπόκεινται στον έλεγχο του λόγου. Είναι για τη ρητορική η τέχνη της πειθούς, είναι για την ποίηση, για την τέχνη, για τον δημιουργό η δύναμη εκείνη που ο άνθρωπος δεν σηκώνει απλώς το κεφάλι του αλλά τον ωθεί να ορθώσει το ανάστημά του σε όλα εκείνα που θα του φέρει η ίδια του η ζωή. Είναι τα πάθη που θα οδηγήσουν έναν μεγάλο δημιουργό, μέσα από τα δικά του βιώματα, μέσα από τις δικές του ανησυχίες, να οργανώσει το υλικό του και με την «αβάσταχτη γνησιότητα της δικής του αλήθειας» να παρακινήσει, να παροτρύνει, να παίξει, να σατιρίσει και μέσα από το έργο του να νιώσουμε τη φευγαλέα εκείνη συγκίνηση της κάθαρσης.
Ο Λουίτζι Πιραντέλο

«Την Ελλάδα την φέρνω μέσα μου. Αυτής το πνεύμα φωτίζει την σκέψη μου και παρηγορεί την ψυχή μου». Ο Πιραντέλο είναι εκείνος ο συγγραφέας που συμβάδισε με τις μεγάλες επιστημονικές αποκαλύψεις αλλά και με πολιτικές και ιστορικές ανακατατάξεις της εποχής του. Γεννήθηκε στο Αγκριτζέντο το 1867 από μεγαλοαστική οικογένεια ιδιοκτήτρια κτημάτων και ορυχείων θείου. Θα βιώσει την οικονομική καταστροφή της οικογενείας του και θα ζήσει όλο το κλίμα της φτωχολογιάς στα λιμάνια του σικελικού νότου. Η πατριαρχική φιγούρα και αργότερα η δική του οικογενειακή ταλαιπωρία με την ψυχική ασθένεια της γυναίκας του καθώς και η ταξική του θέση θα τον φέρουν αντιμέτωπο με τα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα που συνιστούν στη διερεύνηση του «είναι» και του «φαίνεσθαι» της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και της κοινωνίας. Ο Πιραντέλο ακολουθεί τον φασισμό και το δηλώνει. Πολλοί υποστήριξαν ότι το έκανε για οικονομικούς λόγους. Λίγο πριν πεθάνει, στο τελευταίο του έργο, «Οι γίγαντες του βουνού», σπάει τη σιωπή για το θέμα και αναπροσδιορίζει την άποψή του για το φασισμό και τον τρόπο εμπλοκής του μ' αυτόν. Οπως κάθε μεγάλος καλλιτέχνης έτσι και αυτός θα αμφισβητηθεί και αργότερα θα περάσει στην ιστορία σαν ένας αληθινός δραματικός ποιητής, τα έργα του οποίου διατηρούν όλη την ακτινοβολία του άξιου δραματικού είδους ενός μεγαλοφυούς δραματουργού, με πνεύμα, τεχνική, γνώση και απαράμιλλη κατανόηση για τον άνθρωπο. Ο Πιραντέλο παρέμεινε έφηβος, δεν προσπέρασε την τελειότητα του εφήβου και με αυτό το πνεύμα θα συνεχίσει να σκάβει βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, δημιουργώντας ένα παιχνίδι θάρρους και αλήθειας, πραγματικότητας και φαντασίας και όλων εκείνων των παθών που κάνουν τον «πιραντελικό λόγο» να έχει λόγο ύπαρξης και μοναδικότητα στην ιστορία της τέχνης. Ο «Πιραντελικός άνθρωπος» είναι αυτός που παραμένει δέσμιος των «κουστουμιών» που του επιβάλουν οι ξεπερασμένες κοινωνικές σχέσεις, το κράτος, η θρησκεία, η παιδεία, το χρήμα, ο καταναλωτισμός. Οταν ο άνθρωπος βρει την δύναμη να υπάρχει ως ελεύθερη, αυτόβουλη, σκεπτόμενη οντότητα, απαλλαγμένη από τα προβλήματα της ταξικής κοινωνίας τότε μόνο θα γίνει ικανός να καθορίζει τις συνθήκες της ζωής του.
Η υπόθεση του έργου
Η Ερσίλια Ντρέι είναι μια γυμνή κοινωνικά και οικονομικά δασκάλα, κουβερνάντα της μικρής κόρης του Ιταλού πρόξενου στη Σμύρνη. Ο Φράνκο Λασπίγια, αξιωματικός του Ναυτικού, την ερωτεύεται και αρραβωνιάζονται. Συγχρόνως γίνεται και ερωμένη του Ιταλού πρόξενου, παρά τη θέλησή της. Ενα απόγευμα αποσπάται η προσοχή της και η μικρή πέφτει από το μπαλκόνι και σκοτώνεται. Αφού αποκαλύπτεται ο παράνομος δεσμός της, η σύζυγος του πρόξενου την διώχνει, και αυτή, απελπισμένη, αφού μαθαίνει ότι ο αρραβωνιαστικός της ετοιμάζεται να παντρευτεί άλλη, αποφασίζει να εκπορνευτεί και να αυτοκτονήσει. «Δεν μπόρεσα να είμαι τίποτα», όπως λέει... Μέσα στην ανυπαρξία της προσπαθεί έστω την τελευταία στιγμή να γίνει κάτι... Ενώ διηγείται τους λόγους που την ώθησαν στην αυτοκτονία, δημιουργεί μια ιστορία ρομαντική, ένα μείγμα της αλήθειας και του ψεύδους, για να κρύψει την ηθική της γύμνια... Συγκινημένος από το δράμα της, ένας συγγραφέας τής προσφέρει προστασία και φιλοξενία για να γράψει πάνω της τη δική του ιστορία. Βλέποντας ότι όλοι προσπαθούν να ντύσουν τα γυμνά γεγονότα της ζωής της με ρούχα «δικά τους», οδηγείται για άλλη μια φορά στο θάνατο.
Η πολυπλοκότητα του ανθρώπου
Η παράσταση που έφτιαξε ο Γιάννος Περλέγκας είναι ένα δείγμα της πιραντελικής γραφής. Βασισμένη στο λόγο, με γκροτέσκα στοιχεία και - θα τολμούσα να πω - με ψήγματα μπρεχτικής ανάγνωσης, συνέθεσε ένα παζλ που ναι μεν αποτελούνταν από διαφορετικά κομμάτια, αλλά άφηνε την αίσθηση της απόλυτης κατανόησης του κειμένου. Θέλησε να βάλει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα κάνουν το πιραντελικό έργο να δημιουργήσει ανατροπές, σχολιασμούς και ενστάσεις για τη σωστή προσέγγισή του.
Το τρίπτυχο των «Επίγειων Απολαύσεων» του Ιερώνυμου Μπος, τα σκαλιά από τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, το τελευταίο κοστούμι της Ερσίλιας δημιούργησαν ένα αισθητικό αποτέλεσμα που, είτε αρέσει είτε δεν αρέσει, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το γεγονός ότι από κάτω υπήρξαν σκέψη, άποψη και ευαίσθητη αντιμετώπιση του εγχειρήματος.
Οι ηθοποιοί, σε απόλυτη σύμπνοια με τον σκηνοθέτη τους, απέδωσαν λεπτές αποχρώσεις των χαρακτήρων και μας χάρισαν μια παράσταση με ομοιογένεια. Η Μαρία Πρωτόπαππα είδε την Ερσίλια με ευαισθησία και ταυτόχρονα με μια δυναμική που κάποιες φορές παρέπεμπε σε αρχαία ελληνική τραγωδία. Η Εύη Σαουλίδου, με άνεση και σκηνική εξυπνάδα, έπαιξε την Σινιόρα Ονόρια ως σουμπρέτα. Ο Θανάσης Δήμου ήταν εξίσου αποτελεσματικός στο ρόλο του Λουντοβίκο Νότα, με ρυθμούς που κυριαρχούσαν. Ο Θάνος Τοκάκης έδωσε αρκετά στοιχεία από τον άβουλο και μικρό ανθρωπάκο Φράνκο Λασπίγια. Ο Γιάννος Περλέγκας απέδωσε το έργο με σκηνικό κύρος και ωριμότητα, τόσο στη σκηνή με την Μαρία Πρωτόπαππα όσο και στη συνολική του στάση απέναντι στο έργο. Ο Στέργιος Κοντακιώτης και η Μάγδα Κουκούλα ήταν καλοί.
Η μουσική του Κορνήλιου Σελαμσή ευαίσθητη και ενισχυτική της παράστασης. Τα σκηνικά της Γεωργίας Μπούρα με έμπνευση. Ατμοσφαιρικοί οι φωτισμοί του Νίκου Βλασσόπουλου. Τα κοστούμια της Λουκίας Χουλιάρα αισθητικά εναρμονισμένα με το σκηνικό και τη συνολική άποψη της παράστασης.
Ο Γιάννος Περλέγκας τοποθετεί, κατά την άποψή μου, ηθελημένα την παράσταση σε μια σχετικά άχρονη στιγμή της ύπαρξης των ηρώων του, ακριβώς για να επισημάνει την πολυπλοκότητα του ανθρώπου, το σύνθετο «εγώ» μας - τότε, τώρα και αύριο. Το καθαρτήριο του Δάντη, τα ψεύτικα λουλούδια που θυμίζουν θάνατο, το μαύρο γεράκι, το σύρσιμο των ηρώων πάνω στα σκαλιά, είναι ένας συμβολικός ρεαλισμός, για την αποδόμηση των θρησκευτικών, ηθικών και κοινωνικών επιταγών που ταλανίζουν τον άνθρωπο. Απαλλαγμένοι από τις νόρμες και αποδεχόμενοι τη ρευστότητα της ύπαρξής μας, ίσως έρθει η στιγμή που ελεύθεροι και ντυμένοι με τη δική μας μοναδική αλήθεια θα μπορέσουμε να ατενίσουμε τον - ζωγραφισμένο από εμάς πια - πίνακα της ζωής.
* Ο Πιραντέλο υποστήριζε ότι είναι ελληνικής καταγωγής και ότι το όνομά του είναι παραφθορά του «Πυράγγελος», έλεγε ότι έγραφε πάντα έχοντας ελληνική συνείδηση.

ΡΩΞΑΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ