ΤΟ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΥ
του Κύριλλου Παπασταύρου
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στο παρόν σημείωμα ασχολούμαστε με τον τροτσκισμό, όπως εμφανίστηκε ιστορικά ως οπορτουνιστικό ρεύμα μέσα στο εργατικό κίνημα, καθώς και με τη σύγχρονη παρουσία του. Η ανάγκη γι’ αυτή την ενασχόλησή μας πηγάζει: α) Από τη συχνή προβολή που γίνεται στο πρόσωπο του Τρότσκι από τους μηχανισμούς του συστήματος, η οποία συνοδεύεται από αντιιστορικές επιθέσεις στο πρόσωπο των Στάλιν και Λένιν και με άξονα την αμφισβήτηση και το μηδενισμό της πορείας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Με αφορμή την 89η επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία αποκτά και μια τρέχουσα επικαιρότητα η αντιμετώπιση της δήθεν δικαίωσης του Τρότσκι για το ανέφικτο της σοσιαλιστικής νίκης στη Ρωσία. β) Από το γεγονός ότι μια σειρά ομάδες στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς, οι οποίες αυτοχαρακτηρίζονται ως τροτσκιστικές ή έχουν αναφορές στον Τρότσκι, αναπτύσσουν δράση σε χώρους νεολαίας, ιδιαίτερα σε σχολεία και σε πανεπιστήμια, αλλά και σε ορισμένους εργασιακούς χώρους. Η οργανωμένη δύναμη αυτών των ομάδων δεν τις κάνει υπολογίσιμη δύναμη στο κίνημα, ωστόσο αποτελούν φορείς που με «αριστερό» και «επαναστατικό» προσωπείο αναπαράγουν αστικές ή οπορτουνιστικές απόψεις και συμβάλλουν στον εγκλωβισμό σε ακίνδυνες για το σύστημα συσπειρώσεις. Δημιουργούν εμπόδια στη δράση του ΚΚΕ και της ΚΝΕ για την προώθηση της στρατηγικής του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό και το άμεσο πολιτικό καθήκον στη γραμμή του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου, στην ιδεολογική και πολιτική πάλη για το σοσιαλισμό.
Για να έχουμε έναν οδηγό στην κατανόηση πλευρών του τροτσκισμού, προκαταβολικά λέμε ότι υπήρξε οπορτουνιστικό ρεύμα μέσα στο εργατικό κίνημα, που χαρακτηριζόταν από τη μικροαστική υπερεπαναστατική φρασεολογία στα λόγια και στον απόλυτο συμβιβασμό στην πράξη. Στη δεκαετία του 1930, στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης της ΕΣΣΔ, αυτό το ρεύμα ανέπτυξε ανοιχτά εχθρική στάση απέναντι στην ΕΣΣΔ, ως ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα ο τροτσκισμός στάθηκε εχθρικός προς τη λενινιστική θεωρία και πράξη.
Α. Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΥ
ΩΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ
ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ
Αρκετές φορές ο Τρότσκι και οι σύγχρονοι οπαδοί του αυτοχαρακτηρίζονται ως μπολσεβίκοι ή έχουν πολλές αναφορές στους μπολσεβίκους. Ο μπολσεβικισμός όμως «υπάρχει σαν ρεύμα πολιτικής σκέψης και σαν κόμμα από τα 1903»[1] και ο τροτσκισμός πάντα υπήρξε εχθρικός προς τον μπολσεβικισμό. Αφετηρία του τροτσκισμού υπήρξε η μη αναγνώριση της λενινιστικής διδασκαλίας για το κόμμα νέου τύπου. Ηδη από το 2ο συνέδριο του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ) στα 1903 ο Τρότσκι στη συζήτηση για το καταστατικό τάχθηκε με τους αντιπάλους του Λένιν. Στο ζήτημα του καταστατικού πλειοψήφησαν οι επαναστατικές θέσεις του Λένιν και η πτέρυγα που τις υποστήριξε πήρε από τότε το όνομα μπολσεβίκοι (πλειοψηφίσαντες), ενώ η ομάδα των οπορτουνιστών (Τρότσκι, Μάρτοφ, Αξερλοντ) μειοψήφησαν και έτσι ονομάστηκαν μενσεβίκοι.
Είναι χαρακτηριστικό πώς απευθυνόταν ο Τρότσκι στο Λένιν την περίοδο αυτής της διαπάλης. Παραθέτουμε ορισμένα αποσπάσματα από το βιβλίο του Τρότσκι Τα Πολιτικά μας καθήκοντα[2] που εκδόθηκε το 1904, χαρακτηριστικά των απόψεών του και αποδεικτικά της αντι-μαρξιστικής, οπορτουνιστικής σκέψης του. Ανατρέπουν τους ισχυρισμούς των τροτσκιστών ότι οι διαφωνίες του Λένιν με τον Τρότσκι ήταν επί μέρους. Ο Τρότσκι ασκώντας κριτική στο έργο του Λένιν «Ενα βήμα μπρος δύο βήματα πίσω» έγραφε:
«Δεν είναι δυνατόν να εκδηλώσει κανείς περισσότερο κυνισμό απέναντι στην καλύτερη ιδεολογική κληρονομιά του προλεταριάτου απ’ ό,τι ο σύντροφος Λένιν! Για εκείνον ο μαρξισμός δεν είναι μέθοδος επιστημονικής ανάλυσης»[3].
Σε άλλο σημείο αναφέρει τα εξής:
«Ο αρχηγός της αντιδραστικής πτέρυγας του Κόμματός μας, ο σύντροφος Λένιν , δίνει έναν ορισμό της σοσιαλδημοκρατίας[4] που αποτελεί θεωρητική επιβουλή σε βάρος του ταξικού χαρακτήρα του Κόμματος μας»[5]. Ο Λένιν -λέει ο Τρότσκι- «διαμόρφωσε μια τάση που φάνηκε καθαρά μέσα στο Κόμμα, την αστική- επαναστατική τάση»[6].
Σε άλλο σημείο αναφερόμενος στην εφημερίδα «Ισκρα»[7]:
«Σκοπός της Ισκρα ήταν να τρομοκρατεί σε θεωρητικό επίπεδο την διανόηση. Για τους σοσιαλδημοκράτες της σχολής αυτής, η ορθοδοξία είναι κάτι που προσεγγίζει πάρα πολύ την απόλυτη εκείνη «Αλήθεια» που ενέπνεε τους Ιακωβίνους (αστούς επαναστάτες). Η ορθόδοξη Αλήθεια προβλέπει τα πάντα. Οποιος το αμφισβητεί αυτό πρέπει να απομπεφθεί, όποιος αμφιβάλλει είναι κοντά στο να απομπεφθεί»[8].
Κατά τα χρόνια 1910-1914 στο χώρο του ΣΔΕΚΡ στην ουσία δεν υπάρχει ένα ενιαίο κόμμα παρά ξεχωριστά κόμματα που συσπειρώνονται γύρω από τα δικά τους έντυπα και έχουν τα δικά τους όργανα. Βασικά κόμματα είναι οι μπολσεβίκοι[9] του Λένιν, δύο ομάδες μενσεβίκων[10] οι τροτσκιστές και οι οτζοβιστές[11]. Οι τροτσκιστές παριστάνουν τους συμφιλιωτές ανάμεσα σε μπολσεβίκους και μενσεβίκους, όμως στην ουσία υποστηρίζουν θέσεις των μενσεβίκων - λικβινταριστών[12].
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου ο τροτσκισμός αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του «κεντρισμού»[13], που ήταν ένα ρεύμα στους κόλπους της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας που ταλαντευόταν μεταξύ του σοσιαλσοβινισμού και του μικροαστικού πασιφισμού και πάλευε για την ενότητα των επαναστατών με τους οπορτουνιστές.
Στην πορεία ανάπτυξης της επανάστασης οι τροτσκιστές έκαναν μία δήλωση συμφωνίας με τη γραμμή των μπολσεβίκων και στο 6ο συνέδριο των μπολσεβίκων έγιναν δεκτοί στις γραμμές των μπολσεβίκων. Ετσι ο Τρότσκι έγινε μέλος του κόμματος των μπολσεβίκων τον Ιούλιο του 1917.
Αλλά και μετά την είσοδό τους στο κόμμα των μπολσεβίκων ο Τρότσκι διατήρησε την αυτονομία του και συνέχισε την πάλη ενάντια στο Λένιν.
Οι τροτσκιστές αντιτάχθηκαν στη Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ[14] το 1918, ματαιώνοντας έτσι την έγκαιρη υπογραφή της ειρήνης πράγμα που επέφερε ακόμα μεγαλύτερες απώλειες, στη νεαρή και αδύναμη ακόμα σοβιετική εξουσία.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου του 1918-1920, κάτω από τις δυσκολίες εκείνης της περιόδου, ο τροτσκισμός διαμορφώθηκε σε οπορτουνιστικό ρεύμα μέσα στο ΠΚΚ(μπ). Το 1920-1921 οι τροτσκιστές υπήρξαν πρωτεργάτες της εσωκομματικής πάλης για τη μορφή των εργατικών συνδικάτων. Δημιούργησαν φράξια με το δικό τους πολιτικό πρόγραμμα. Την ουσία του προγράμματός τους αποτελούσε η μετατροπή των εργατικών συνδικάτων σε εξάρτημα του κρατικού μηχανισμού και η αμφισβήτηση του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Η κυριότερη θέση του τροτσκισμού ήταν η άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Ακολουθώντας τους ηγέτες των μενσεβίκων, οι τροτσκιστές ισχυρίζονταν ότι εξαιτίας της τεχνικοοικονομικής καθυστέρησης της χώρας σε συνθήκες καπιταλιστικής περικύκλωσης η εργατική τάξη της ΕΣΣΔ δε θα μπορούσε να εδραιώσει την εξουσία της και να οικοδομήσει τη σοσιαλιστική κοινωνία. Γι’ αυτό ισχυρίζονταν πως η νίκη της επανάστασης θα ήταν πολύ μικρής διάρκειας και ότι η σοβιετική εξουσία θα υποχωρούσε αν δεν επικρατούσαν σοσιαλιστικές επαναστάσεις και στις ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να εξασφάλιζαν κρατική βοήθεια προς την εργατική τάξη της ΕΣΣΔ. Ο τροτσκισμός αντιτάχθηκε στις αρχές συγκρότησης του κόμματος νέου τύπου και προφασιζόμενος την υπεράσπιση της εσωκομματικής δημοκρατίας διεκδικούσε την ύπαρξη και λειτουργία φραξιών μέσα στο κόμμα.
Κάτω από την επίδραση του Τρότσκι δημιουργήθηκαν τροτσκιστικές ομάδες και σε άλλα κόμματα, όπως στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Τσεχία κ.α. Στην ΕΣΣΔ υπό τον τροτσκισμό συνενώθηκαν όλες οι αντικομματικές ομάδες. Απάντηση στον τροτσκισμό έδωσαν με άρθρα, ομιλίες και τοποθετήσεις σε κομματικά σώματα οι Β. Ι. Λένιν και ο Ι. Β. Στάλιν. Ο τροτσκισμός καταδικάστηκε από συνέδρια και πολλές ολομέλειες της ΚΕ.
Το 15ο συνέδριο του ΠΚΚ(μπ) 1927 ενέκρινε τη απόφαση της ΚΕ για τη διαγραφή από το κόμμα των Τρότσκι και Ζηνόβιεφ. Από την 9η ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1928 τονίστηκε πως το να ανήκει κανείς στον τροτσκισμό είναι ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του μέλους της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από το 6ο συνέδριο της Κομιντέρν (1928).
ΕΠΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Τόσο οι τροτσκιστές όσο και οι αστοί δίνουν στη διαπάλη στο Κόμμα και το Κράτος της ΕΣΣΔ τη δεκαετία του ‘20 και του ‘30 χαρακτήρα προσωπικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στον Τρότσκι και το Στάλιν. Η αστική προπαγάνδα παρουσιάζει τον Τρότσκι σαν τον αγνό, άδολο και προδομένο επαναστάτη. Αυτή η προπαγάνδα δεν είναι τυχαία αν αναλογιστούμε πόσο καλοδουλεμένη και βαθιά είναι και σε πόσα μέσα διαχέεται (ντοκιμαντέρ, αστικός τύπος, κινηματογράφος, σχολικά βιβλία κλπ.). Ετσι οι τροτσκιστές έχουν ένα ακόμα μέσο στην προβολή των απόψεών τους που τις κάνει να είναι διαδομένες σε βαθμό δυσανάλογο με τις οργανωτικές τους δυνατότητες. Αλλά και το σύστημα αντικειμενικά έχει κάθε συμφέρον να τις προβάλλει γιατί οι απόψεις αυτές καλλιεργούσαν και καλλιεργούν τη γραμμή της ηττοπάθειας. Δεν ήταν όμως πάλη προσώπων, αλλά πάλη πολιτικών θέσεων γύρω από ζητήματα οικοδόμησης του σοσιαλισμού, της διακυβέρνησης του κράτους κλπ. Πάλη μέσα σε πρωτόγνωρες καταστάσεις.
Ο Τρότσκι και οι οπαδοί του αντιμετώπιζαν «δογματικά» το μαρξισμό, όπως άλλωστε έκαναν και πολλοί δεξιοί οπορτουνιστές ηγέτες της Β΄ Διεθνούς - είχαν ένα «ιδανικό μοντέλο» σε σχέση με την επανάσταση και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού που απείχε πολύ από τη σύνθετη πραγματικότητα της Ρωσίας του 1917. Οι τροτσκιστές ως «μικροαστοί διανοούμενοι» στην ουσία δεν εμπιστεύονταν τις μάζες της εργατικής τάξης ότι είναι ικανές να καθοδηγήσουν τα φτωχά λαϊκά στρώματα που αποτελούνταν από αγρότες. Δεν πίστευαν ότι υπό την καθοδήγηση του κομμουνιστικού κόμματος οι αμόρφωτες και πολιτικά καθυστερημένες μάζες θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τους στόχους της επανάστασης του Οκτώβρη, να στηρίξουν τη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Θεωρούσαν ότι έπρεπε να επιβληθεί «δικτατορία στο χωριό» για να μειωθεί η αντίσταση της «εχθρικής» προς του εργάτες αγροτιάς, περιμένοντας τη βοήθεια της προλεταριακής επανάστασης από τη Δύση. Πρότειναν επίσης και πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς στο όνομα του επαναστατικού πολέμου και της «εξαγωγής της επανάστασης». Το επαναστατικό κύμα όμως της περιόδου 1918-1923 δεν κατάφερε να επικρατήσει σε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα εκτός από τη Ρωσία. Γι’ αυτό βέβαια δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς τους μπολσεβίκους επειδή δε διεξήγαγαν επαναστατικό πόλεμο και δεν έκαναν εξαγωγή της επανάστασης, τη στιγμή που στη χώρα τους δεν είχε τελειώσει ο εμφύλιος πόλεμος, που αντιμετώπιζαν ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πραξικοπήματα, την περίοδο που πάσχιζαν για την επικράτηση της σοβιετικής εξουσίας σε όλη τη χώρα.
Η λογική των τροτσκιστών οδηγούσε αντικειμενικά σε αδιέξοδο. Μη έχοντας αφομοιώσει το μαρξισμό ως επιστήμη αλλά ως δόγμα, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τη συνθετότητα των καθηκόντων που έμπαιναν στη Σοβιετική Εξουσία σε μια χώρα που πραγματικά ξεκινούσε από χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και η μεγαλύτερη πλειοψηφία του πληθυσμού της ήταν αγρότες. Δεν μπορούσαν να αντιληφθούν την εξέλιξη της στρατηγικής της επανάστασης στη βάση της μελέτης του ιμπεριαλισμού. Επέμεναν δογματικά σε παλιότερες εκτιμήσεις των Μαρξ - Ενγκελς και γενικά των μαρξιστών έως τις αρχές του 20ού αιώνα σε σχέση με την εκδήλωση και επικράτηση της σοσιαλιστικής επανάστασης στις χώρες της ανεπτυγμένης καπιταλιστικά Δυτικής Ευρώπης. Ο ίδιος όμως ο Λένιν συνέβαλε στην περαιτέρω επεξεργασία του μαρξισμού, διατυπώνοντας τη θεωρία «του αδύναμου κρίκου στην αλυσίδα του ιμπεριαλισμού» -στηριγμένη στο νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού- σύμφωνα με την οποία το παγκόσμιο σύστημα του ιμπεριαλισμού είναι δυνατό να «σπάσει» στη χώρα που συγκεντρώνει μια σειρά προϋποθέσεις (ιστορικές, οικονομικές και πολιτικές) που την καθιστούν πιο ευάλωτη στην εμφάνιση επαναστατικής κρίσης. Θεμελίωσε θεωρητικά τη δυνατότητα εκδήλωσης και επικράτησης της επανάστασης σε μια χώρα. «...Ωστόσο το σύνθημα των Ηνωμένων Πολιτειών του κόσμου σαν αυτοτελές σύνθημα είναι αμφίβολο αν θα ήταν σωστό, πρώτο γιατί συγχωνεύεται με το σοσιαλισμό και, δεύτερο γιατί θα μπορούσε να προκαλέσει τη λαθεμένη ερμηνεία ότι είναι αδύνατη η νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα (υπογράμμιση συντάκτη), λαθεμένη ερμηνεία για τη στάση αυτής της χώρας απέναντι στις υπόλοιπες. […] Η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού . Από εδώ βγαίνει ότι είναι δυνατή η νίκη του σοσιαλισμού στην αρχή σε λίγες ή και σε μια μόνη παρμένη χώρα»[15].
Την ίδια περίοδο ο Τρότσκι στο περιοδικό «Νάσε Σλόβο» έγραφε απαντώντας στο άρθρο του Λένιν: «…είναι μάταιο να πιστεύουμε ότι μια λ.χ. επαναστατική Ρωσία θα μπορούσε να αντέξει μπροστά σε μια συντηρητική Ευρώπη ή ότι μια σοσιαλιστική Γερμανία θα μπορούσε να παραμείνει απομονωμένη μέσα στο καπιταλιστικό κόσμο. Το να εξετάζουμε τις προοπτικές της επανάστασης μέσα στα εθνικά πλαίσια θα σήμαινε ότι γινόμαστε θύματα της ίδιας εκείνης εθνικής στενότητας που αποτελεί την ουσία του σοσιαλπατριωτισμού»[16].
Από την άλλη δεν πρέπει να αγνοούμε το γεγονός ότι η χώρα στην οποία έσπασε η ιμπεριαλιστική αλυσίδα το 1917 δεν ήταν και οποιαδήποτε χώρα, αλλά η Τσαρική Ρωσική Αυτοκρατορία -που συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό εδαφών με πλούσιο υπέδαφος- στην οποία αναπτυσσόταν ο μονοπωλιακός καπιταλισμός με ιδιαιτερότητες τη βαθιά ανισομετρία στο εσωτερικό της και την εντονότερη διατήρηση προκαπιταλιστικών στοιχείων, κυρίως στην αγροτική παραγωγή, αλλά και στο εποικοδόμημα.
Τη στιγμή που η επανάσταση με τις αφάνταστες δυσκολίες του εμφυλίου και της οξύτατης ταξικής πάλης στο εσωτερικό της Ρωσίας πάλευε να σταθεί και να στεριώσει τη Σοβιετική Εξουσία, ενώ τόσο ο Λένιν όσο και ο Στάλιν ως ηγέτης του ΠΚΚ(μπ) και όλη η ηγεσία των μπολσεβίκων θεωρητικά και πρακτικά αξιοποιούσαν όλες τις αντικειμενικές και υποκειμενικές δυνατότητες για την κατάκτηση της επαναστατικής εξουσίας της εργατικής τάξης και το πέρασμα στο σοσιαλισμό στη συγκεκριμένη χώρα, ο Τρότσκι καλλιεργούσε την ηττοπάθεια, αποπροσανατόλιζε από το ζήτημα της σταθεροποίησης της Σοβιετικής Εξουσίας και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Την άποψή τους για την αδυναμία επικράτησης της επανάστασης στη Ρωσία τη στήριζαν στη θέση ότι είναι αδύνατη η ενσωμάτωση των φτωχών και μεσαίων αγροτών στην επανάσταση, αδύνατη η διατήρηση της εργατοαγροτικής συμμαχίας, ότι είναι αναπόφευκτη η σύγκρουση της εργατικής τάξης με πλατιές αγροτικές μάζες και -κατά συνέπεια- μόνη λύση μπορεί να είναι η αναμονή βοήθειας από τις προλεταριακές επαναστάσεις της Δύσης. Την άποψη αυτή ο Τρότσκι την είχε διατυπώσει από το 1905, χρησιμοποιώντας τη μαρξιστική θέση της αδιάκοπης ή διαρκούς επανάστασης που είχε διατυπωθεί παλιότερα από τους Μαρξ και Ενγκελς (1850)[17] που προέβλεπε τη δυνατότητα μετεξέλιξης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική και την επέκτασή της από χώρα σε χώρα στα πλαίσια της αντίληψης για επανάσταση στην ανεπτυγμένη καπιταλιστική Ευρώπη.
Η διαρκής όμως επανάσταση όπως την αντιλαμβανόταν ο Τρότσκι σήμαινε σύγκρουση με τους αγρότες που τους θεωρούσε όλους, ανεξάρτητα της ταξικής διαφοροποίησης στο χωριό, ως αντιδραστική μάζα. Ο Λένιν σχολιάζοντας αυτή τη θέση του Τρότσκι έγραφε:«Η πρωτότυπη θεωρία του Τρότσκι παίρνει από τους μπολσεβίκους την πρόσκληση για αποφασιστικό επαναστατικό αγώνα και την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και από τους μενσεβίκους την άρνηση του ρόλου της αγροτιάς»[18]. Ο Τρότσκι ερμήνευε «δογματικά» τα πραγματικά δεδομένα που αφορούσαν τόσο το γεγονός ότι οι αγρότες ως μικροϊδιοκτήτες, προσκολλημένοι στη γη τους και την ιδιοκτησία τους, δεν ήταν ενιαία τάξη, δεν μπορούσαν να παίξουν με βάση την κοινωνική τους θέση προοδευτικό ρόλο στην κοινωνική εξέλιξη, όσο και την κατάσταση της αγροτιάς στη Ρωσία εκείνης της περιόδου. Επί της ουσίας επρόκειτο για μια μηχανιστική αντίληψη για την ταξική πάλη, απολυτοποίηση της αντιδραστικής τάσης (πλευράς) του μικροϊδιοκτήτη και εξαφάνιση της δυνατότητας αντιπαράθεσής του με την αστική τάξη στο πλευρό του προλεταριάτου, έλλειψη εμπιστοσύνης στη δυνατότητα του προλεταριάτου και του Κόμματός του να ηγηθεί όλων των καταπιεζόμενων μαζών. Αυτή η δυνατότητα προβλέπεται από τους Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς κάτι που φαίνεται στο έργο τους το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», όπου αναφέρεται ότι οι αγρότες μπορούν να λειτουργούν «επαναστατικά» «σχετικά με το επικείμενο πέρασμά τους στο προλεταριάτο και τότε δεν υπερασπίζονται τα σημερινά αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εγκαταλείπουν τη δικιά τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου»[19]. Και ακόμα πιο καθαρά στη «18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»: «Ετσι τα συμφέροντα των αγροτών δεν βρίσκονται πια, όπως τον καιρό του Ναπολέοντα, σε αρμονία αλλά σε αντίθεση με τα συμφέροντα της αστικής τάξης, με το κεφάλαιο. Συνεπώς οι αγρότες βρίσκουν το φυσικό τους σύμμαχο και καθοδηγητή στο προλεταριάτο των πόλεων που καθήκον του είναι η ανατροπή του αστικού καθεστώτος»[20]. Οι τροτσκιστές δεν έβλεπαν ούτε την αναγκαιότητα συμβιβασμών με την αγροτική μάζα που αποτελούσε τη μεγάλη πλειοψηφία της Ρωσίας ούτε τις δυνατότητες πλατιά τμήματα της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς να ενσωματώνονται στο πρόγραμμα της επανάστασης σε αντίθεση με τους καπιταλιστές ιδιοκτήτες της γης, τους κουλάκους. «Ο χωρισμός της αγροτιάς σε στρώματα δυνάμωσε τον ταξικό αγώνα στους κόλπους της, ξύπνησε πάρα πολλά στοιχεία που κοιμούνταν πολιτικά, έφερε κοντά στο προλεταριάτο των πόλεων το αγροτικό προλεταριάτο. […] Στην πράξη ο Τρότσκι βοηθάει τους φιλελεύθερους εργατικούς πολιτικούς της Ρωσίας που με την «άρνηση» του ρόλου της αγροτιάς δείχνουν ότι δε θέλουν να ξεσηκώσουν τους αγρότες σε επανάσταση»[21].
Ο συμβιβασμός με την αγροτιά, δηλαδή η επιλογή του δρόμου της συνεταιριστικοποίησης της αγροτιάς μέσα από το μοίρασμα της γης -που με την Οκτωβριανή Επανάσταση είχε γίνει και παρέμενε κρατική ιδιοκτησία- για οικογενειακή εκμετάλλευση δε σήμαινε εγκατάλειψη του σοσιαλιστικού στόχου για κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και της δικτατορίας του προλεταριάτου. Λάμβανε όμως υπόψη το συσχετισμό ταξικών δυνάμεων στη ρωσική κοινωνία, επένδυε στην όξυνση των ταξικών διαφοροποιήσεων μέσα στην ίδια την αγροτιά, προσάρμοζε τη συγκέντρωση της κατακερματισμένης αγροτικής παραγωγής με τέτοιο τρόπο που να διευκολύνεται ο δρόμος της κοινωνικοποίησής της: «Και τι σημαίνει ειρήνευση στο χωριό; Σημαίνει έναν από τους βασικούς όρους για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Δεν μπορεί να χτίσει κανείς σοσιαλισμό όταν έχει επιδρομές συμμοριών και εξεγέρσεις ανάμεσα στους αγρότες. Τώρα έχουμε αύξηση της καλλιεργούμενης έκτασης ως το προπολεμικό επίπεδο (95%), ειρήνευση του χωριού συμμαχία με το μεσαίο αγρότη, λίγο πολύ οργανωμένη φτωχολογιά, δυναμωμένα τα Σοβιέτ στο χωριό και μεγαλωμένο το κύρος του προλεταριάτου και του κόμματος στο χωριό.
Δημιουργήσαμε έτσι τις συνθήκες που μας επιτρέπουν να συνεχίσουμε την επίθεση ενάντια στα καπιταλιστικά στοιχεία στο χωριό, να εξασφαλίσουμε παραπέρα επιτυχημένη οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη χώρα μας»[22].
Τη στιγμή που μετά τον εμφύλιο έμπαινε το καθήκον της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά, ο Τρότσκι υποστήριζε τη βίαιη με στρατιωτικά μέσα κολεκτιβοποίηση της γης που στην ουσία θα σήμαινε εμφύλιο πόλεμο στο χωριό.
Η κολεκτιβοποίηση πραγματοποιήθηκε το 1929-1933 μέσα από σκληρή ταξική αντιπαράθεση, στην οποία έγινε κατορθωτό να τραβηχτεί με το μέρος της κολεκτιβοποίησης μεγάλο μέρος της φτωχής αγροτιάς. Σε αυτές τις συνθήκες ο Τρότσκι και οι οπαδοί του το 1930, αλλάζοντας θέση πανικοβλημένοι από την όξυνση της ταξικής πάλης, κατήγγειλαν την κολεκτιβοποίηση και αποκουλακοποίηση[23] ως «γραφειοκρατική περιπέτεια». Το Μάρτη του ίδιου χρόνου ο Τρότσκι μιλάει για: «τον ουτοπικό αντιδραστικό χαρακτήρα της κολεκτιβοποίησης σε ποσοστό 100%. […] Η αναγκαστική οργάνωση συνεταιριστικών αγροκτημάτων δίχως την τεχνολογική υποδομή που μόνο αυτή θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ανωτερότητά τους απέναντι στα μικρά αγροκτήματα είναι μια αντιδραστική ουτοπία». Εκείνη την περίοδο προφήτευε ότι «τα κολχόζ θα καταρρεύσουν ενόσω θα περιμένουν την τεχνική υποδομή»[24].
Η πραγματικότητα τους διέψευσε, παρά την υπερβολή και τα λάθη που έγιναν στην προώθηση της σωτήριας για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση κατεύθυνση της κολλεκτιβοποίησης.
Οι τροτσκιστές θεωρούσαν τα συνδικάτα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση ως όργανα διοίκησης της εξουσίας της εργατικής τάξης και ήθελαν να επιβάλουν στρατιωτική λειτουργία στο εσωτερικό τους. Επί της ουσίας πίσω από αυτή την αντίληψη «κρύβονταν» οι αντιλήψεις τους πως η δικτατορία του προλεταριάτου ως εξουσία ασκείται άμεσα από την τάξη στο σύνολό της και αφού η τάξη στο σύνολό της δεν ήταν ώριμη, η «ωριμότητα» θα «επιβαλλόταν» με διοικητικά μέτρα πάνω της. Πρόκειται για γραφειοκρατική αντίληψη που εξέφραζε για άλλη μια φορά τη διανοουμενίστικη υποτίμηση προς τη δυνατότητα των μαζών να πείθονται από την κομμουνιστική δουλιά. Ο Λένιν αντιπαρατέθηκε διεξοδικά με τον Τρότσκι στο συγκεκριμένο ζήτημα. Στο έργο του «Τα συνδικάτα, η τρέχουσα στιγμή και τα λάθη του Τρότσκι» συγκεκριμένα αντιπαραθέτει: «Δεν μπορείς όμως να πραγματοποιήσεις τη δικτατορία του προλεταριάτου μέσω της καθολικής οργάνωσής του. Γιατί όχι μόνο σε εμάς μια από τις πιο καθυστερημένες καπιταλιστικές χώρες αλλά και σε όλες τις άλλες καπιταλιστικές χώρες το προλεταριάτο εξακολουθεί να είναι τόσο διηρημένο, τόσο ταπεινωμένο, τόσο εξαγορασμένο σε μερικά μέρη (συγκεκριμένα από τον ιμπεριαλισμό σε ορισμένες χώρες) που η καθολική οργάνωση του προλεταριάτου δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την δικτατορία του. Τη δικτατορία μπορεί να την πραγματοποιήσει μόνο η πρωτοπορία που αφομοίωσε την επαναστατική δραστηριότητα της τάξης »[25].
Για το ρόλο που έπρεπε να παίζουν τα συνδικάτα ο Λένιν στο ίδιο έργο σημείωνε: «Δεν μπορείς να πραγματοποιείς τη δικτατορία χωρίς μερικά «λουριά μεταβίβασης» από την πρωτοπορία προς τη μάζα της πρωτοπόρας τάξης, από την τάξη αυτή προς τη μάζα των εργαζομένων»[26].
Επίσης ο Ι. Β. Στάλιν σημείωνε:
«Τα επαγγελματικά συνδικάτα μπορούν να ονομαστούν καθολική οργάνωση της εργατική τάξης που είναι η κυρίαρχη τάξη στη χώρα μας. Είναι το σχολειό του κομμουνισμού. Αναδείχνουν από τις γραμμές τους, τους καλύτερους ανθρώπους για την καθοδηγητική δουλιά σ’ όλους τους τομείς της διακυβέρνησης της χώρας. Πραγματοποιούν τη σύνδεση ανάμεσα στα πρωτοπόρα και στα καθυστερημένα στοιχεία της εργατικής τάξης. Συνενώνουν τις εργατικές μάζες με την πρωτοπορία της εργατικής τάξης». Διευκρίνιζε επίσης ότι σε σχέση με το ρόλο του Κόμματος στη δικτατορία του προλεταριάτου ότι: «Μ’ αυτό, βέβαια, δεν πρέπει να εννοούμε ότι το κόμμα μπορεί ή πρέπει να υποκαταστήσει τα επαγγελματικά συνδικάτα, τα Σοβιέτ και τις άλλες μαζικές οργανώσεις. Το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου. Δεν την ασκεί όμως άμεσα, αλλά με τη βοήθεια των επαγγελματικών συνδικάτων, μέσω των Σοβιέτ και των διακλαδώσεών τους. Χωρίς αυτά τα «λουριά μεταβίβασης», θα ‘ταν αδύνατη μια κάπως στερεή δικτατορία»[27].
Και συμπληρώνει στο ίδιο άρθρο:
«Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος («δικτατορία» του κόμματος) μπορούμε να βάλουμε το σημείο ισότητας, ότι μπορούμε να ταυτίσουμε τους δυο αυτούς όρους, ότι μπορούμε να υποκαταστήσουμε τον πρώτο με το δεύτερο»[28].
Ο Λένιν επεσήμαινε ότι η ουσία της διαφωνίας βρισκόταν ακριβώς στο ζήτημα των μεθόδων πλησιάσματος και σύνδεσης με τις μάζες, κάτι που ο Τρότσκι αντιμετώπιζε με ένα μηχανιστικό τρόπο, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν τις διαφοροποιήσεις στην ωριμότητα των εργατικών μαζών, αλλά και τις αδυναμίες που είχε η ίδια η σοσιαλιστική εξουσία στην πρώτη φάση επικράτησής της (μεταβατική περίοδο μέσα στη μεταβατική περίοδο την περιέγραφε ο Λένιν) που χρειαζόταν τα συνδικάτα όχι για να ταυτίζεται με αυτά, αλλά για να στηρίζεται σε αυτά. Ο Τρότσκι και οι οπαδοί του «απλοποιούσαν» με διατάγματα και διοικητικά μέτρα τις σύνθετες και πολύπλοκες διαδικασίες διαμόρφωσης της σοσιαλιστικής συνείδησης των μαζών στην περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οπου επικράτησαν στην ηγεσία των συνδικάτων, ήρθαν σε αντίθεση με τις εργατικές μάζες.
Τις αντιλήψεις του αυτές ο Τρότσκι, παρά την καταψήφισή τους από τα αντίστοιχα κομματικά όργανα, συνέχισε να τις υποστηρίζει σε όλη τη διάρκεια της διαπάλης στο ΠΚΚ(μπ) τη δεκαετία του 1920.
Συνοψίζοντας την κριτική παρουσίαση των αντιλήψεων του Τρότσκι, θα λέγαμε ότι τις χαρακτήριζε: Δογματισμός και άρνηση της δυνατότητας νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Επιφύλαξη απέναντι στις μάζες που οδηγούσε σε αυταρχισμό και διοικητισμό. Επιφύλαξη απέναντι στο ρόλο του Κόμματος στη δικτατορία του προλεταριάτου. Μικροαστική αντίληψη της ελευθερίας γνώμης και άποψης που οδηγούσε σε διαλυτική-φραξιονιστική δουλιά μέσα στο ΠΚΚ(μπ).
ΩΣ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ
Η εμμονή στην άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα οδήγησε στην άρνηση της σοσιαλιστικής φύσης του κράτους της ΕΣΣΔ. Ο Τρότσκι κατηγόρησε την ηγεσία του ΠΚΚ(μπ) για βοναπαρτισμό, προβλέποντας το αδύνατο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη Ρωσία και σε αυτή τη βάση πέρασε βήμα το βήμα σε όλο και πιο αντιδραστικές θέσεις και πράξεις.
Στη δεκαετία του 1930, με δεδομένη την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα ενάντια στη Σοβιετική Ενωση, ο τροτσκισμός καλούσε στην ουσία σε αντεπαναστατική ανατροπή του εργατικού κράτους. Συνέπραξε με κάθε αντιπολιτευόμενη και σαμποταριστική ομάδα στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ για την επιτυχία του σκοπού του. Είναι αποδεδειγμένες οι σχέσεις των Τροτσκιστών με μια σειρά αντικομματικές και αντισοβιετικές ομάδες στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ της δεκαετίας του 1930.
Ο Τρότσκι τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της βίαιης ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας, θέτοντας το ερώτημα: «Είναι δυνατή μια ειρηνική κατάργηση της γραφειοκρατίας;» και απαντώντας: «Υστερα από την πείρα των τελευταίων χρόνων θα ήτανε παιδιάρισμα να σκεφτεί κανένας πως η σταλινική γραφειοκρατία θα μπορούσε να διαλυθεί με ένα συνέδριο του κόμματος ή των σοβιέτ. Στην πραγματικότητα το 12ο συνέδριο (στις αρχές του 1923) ήταν το τελευταίο συνέδριο του μπολσεβίκικου κόμματος… Για να παραμερίσουμε τη διευθύνουσα κλίκα δεν απομένουνε πια κανονικοί δρόμοι, «συνταγματικοί». Για να αναγκάσουμε τη γραφειοκρατία να παραδώσει την εξουσία στα χέρια της προλεταριακής πρωτοπορίας, αυτό μπορεί να το κάνουμε μονάχα με τη βία»[29].
Θεωρούσε ότι δε θα ήταν βέβαια εύκολη υπόθεση, αφού αναγνώριζε γι’ αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «σταλινική γραφειοκρατία» ότι: «οι κοινωνικές ρίζες της γραφειοκρατίας βρίσκονται […] μέσα στο προλεταριάτο αν όχι στην ενεργητική του υποστήριξη, στην ανοχή του»[30].
Η νίκη της αντεπανάστασης στο τέλος της δεκαετίας του 1980 δεν επιβεβαιώνει ιστορικά τις τροτσκιστικές θέσεις και προβλέψεις. Ο σοσιαλισμός δεν «κατέρρευσε» ούτε μετασχηματίστηκε σε έναν καπιταλισμό, στη δεκαετία του 1920, όπως υποστηρίζουν οι τροτσκιστές. Η πάλη του καινούργιου με το παλιό είναι μέσα στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Συνείδηση γι’ αυτή είχαν και ο Λένιν και ο Στάλιν ως ηγέτες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Β. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
Ως κύρια έκφραση του τροτσκισμού στην Ελλάδα μπορεί να καταγραφεί το «αρχειομαρξιστικό» ρεύμα της δεκαετίας του 1930. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, πολύ πριν από τη συγκρότηση του τροτσκισμού, εμφανίστηκε η περιοδική έκδοση «Αρχείον του μαρξισμού», με βασική γραμμή «πρώτα μόρφωση και μετά δράση». Ο «αρχειομαρξισμός» αποτέλεσε οπορτουνιστικό ρεύμα στους κόλπους του εργατικού ελληνικού κινήματος. Η αντιπαράθεση του ΚΚΕ με τον αρχειομαρξισμό ήταν έντονη στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από την ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος για το 1ο Συνέδριο της Εργαζόμενης νεολαίας: «Μέλη του «Αρχείου» σύνεδροι και μη, βλέποντας την αποτυχία τους και επιδιώκοντας την διάλυση του συνεδρίου επετέθησαν με «φαλτσέτες» και σουγιάδες εναντίον των συνέδρων μελών και μη της κομμουνιστικής νεολαίας καθώς και αντιπροσώπων της αποσπασθείσης από το «αρχείο» τρίτης λεγόμενης καταστάσεως»[31].
Το 1930 διαμορφώθηκε η «Κομμουνιστική Ομάδα Μαρξιστών Λενινιστών - Αρχειομαρξιστών», η οποία το 1934 μετονομάστηκε σε «Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας». Οι «αρχειομαρξιστές» αναγνωρίστηκαν ως το επίσημο τμήμα στην Ελλάδα της λεγόμενης «Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης» που στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε «4η Διεθνή»[32]. Από αυτό προήλθαν οι βασικές τροτσκιστικές οργανώσεις που αποτέλεσαν τμήμα της «4ης Διεθνούς». Ο «αρχειομαρξισμός» στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές του 1930 είχε επιρροή σε ορισμένα τμήματα της εργατικής τάξης, εξ αιτίας και της έλλειψης προσανατολισμού του ΚΚΕ στη δουλιά με τις μάζες, λόγω της εσωκομματικής κρίσης.
Στη συνέχεια η αντιμετώπιση της εσωκομματικής κρίσης στη βάση της έκκλησης της Κομμουνιστικής Διεθνούς και η ανάπτυξη των δεσμών με τις μάζες επέδρασε στην ανάπτυξη της οργανωμένης δύναμης της επιρροής του, περιορίζοντας την αντίστοιχη επιρροή των «αρχειομαρξιστών».
Το «αρχειομαρξιστικό» ρεύμα διασπάστηκε σε δυο ομάδες: η μια ομάδα με επικεφαλής τον Δημήτρη Γιωτόπουλο ήρθε σε ρήξη με τον Τρότσκι το 1934 και η άλλη ομάδα με επικεφαλής το Δ. Βιτσώρη ακολούθησε την «4η Διεθνή». Χαρακτηριστικό στοιχείο του αντικομμουνιστικού εκφυλισμού του «Αρχειομαρξιστικού Κόμματος Ελλάδας» του Δ. Γιωτόπουλου είναι το χαιρετιστήριο γράμμα που έστειλε η 3η Συνδιάσκεψή του το 1949, όντας νόμιμο κόμμα, στην κυβέρνηση για τη νίκη της επί του ΔΣΕ. Μετά τη διάλυση του «αρχειομαρξιστικού κόμματος» τη δεκαετία του 1950 τα περισσότερα στελέχη του εντάχθηκαν σε αστικά κόμματα.
Στο τροτσκιστικό ρεύμα στην Ελλάδα έγιναν αλλεπάλληλες διασπάσεις και μετονομασίες οργανώσεων όλη τη δεκαετία του 1930 και του 1940. Το τέλος του πολέμου βρήκε μια σειρά μικρές οργανώσεις να διεκδικούν για τον εαυτό τους τον τίτλο του «Ελληνικού Τμήματος της 4ης Διεθνούς».
ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΣΕ
Την περίοδο της κατοχής λίγοι τροτσκιστές πήραν θέση υπέρ της Εθνικής Αντίστασης και εντάχθηκαν ή συνεργάστηκαν με το ΕΑΜ. Η πλειοψηφία των τροτσκιστικών ομάδων κράτησαν στάση εναντίωσης στην αντίσταση, θεωρώντας την συνέχεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Η στάση αυτή καθορίστηκε και από τη θέση τους απέναντι στην ΕΣΣΔ και το ζήτημα υπεράσπισή της. Για την πλειοψηφία των Ελλήνων τροτσκιστών και των επίσημων εκπροσώπων της «4ης Διεθνούς» στην Ελλάδα δεν έμπαινε ζήτημα υπεράσπισης της ΕΣΣΔ. Θεωρούσαν ότι η σύναψη συμφωνιών της ΕΣΣΔ με τα ιμπεριαλιστικά κράτη «αποθαρρύνει και απογοητεύει το παγκόσμιο προλεταριάτο και γίνεται εμπόδιο στη μετατροπή του παρόντος πολέμου σε εμφύλιο»[33] επίσης πίστευαν ότι «οι ήττες της ΕΣΣΔ θα εξάψουν τις μάζες θα της διδάξουν την αλήθεια και το ένστικτό τους θα τις οδηγήσει στην υπεράσπιση των κατακτήσεων του Οκτώβρη»[34].
Με βάση αυτές τις αντιλήψεις οι τροτσκιστές -μεταφέροντας «δογματικά» τα συνθήματα συναδέλφωσης των στρατιωτών των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών συνασπισμών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο- κάλεσαν τον Ελληνικό λαό να μην αντισταθεί ένοπλα στους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές γιατί έχει απέναντί του ένοπλους εργάτες και αγρότες, με τους οποίους θα έπρεπε να επιδιώξει συμφιλίωση, ώστε ο πόλεμος να μετατραπεί σε σοσιαλιστική επανάσταση.
Αυτές οι θέσεις οδηγούν σε εκτιμήσεις σαν αυτές που συναντάμε στην κοινή προκήρυξη δύο κυριότερων τροτσκιστικών ομάδων στην περίοδο της κατοχής, του «Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας» και του «Κόμματος Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας»:
«Οι εκτελεσθέντες του Μαΐου το 1944 είναι θύματα της πολιτικής του Σταλινικού κόμματος στη χώρα μας που με τον ανταρτοπόλεμο, τα σαμποτάζ, το σκοτωμό των γερμανών εργατών και αγροτών και της πράξης ατομικής τρομοκρατίας δίνει στους Γερμανούς στρατοκράτες τις απαιτούμενες δικαιολογίες για να αποκεφαλίζουν το εργατικό κίνημα»[35].
Με προτροπή της 4ης Διεθνούς το 1946 πραγματοποιήθηκε συνέδριο ενοποίησης των διαφόρων τροτσκιστικών ομάδων. Παραθέτουμε τα παρακάτω χαρακτηριστικά αποσπάσματα που
προέρχονται από την «Ειδική έκδοση» στις 15 του Γενάρη 1946 του «Εργατικού Μετώπου», οργάνου της ΚΕ του «Διεθνιστικού Επαναστατικού Κόμματος» (τροτσκιστές - Ελληνικό Τμήμα της 4ης Διεθνούς), όπου δημοσιεύτηκαν οι «εισηγήσεις της ΚΕ» για το «ενοποιητικό συνέδριο των τροτσκιστών της Ελλάδας»:
«Δεν υπάρχει μέσα στις συνθήκες του πολέμου διαφορά ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία, στον σταλινισμό, στα αστικά - δημοκρατικά κόμματα και στο φασισμό.
[…] Το καθήκον του προλεταριακού κόμματος (σ.σ. εννοεί τους τροτσκιστές) μέσα στις συνθήκες της κατοχής είναι να οξύνει την πάλη του εναντίον των εθνικιστικών οργανώσεων και να προφυλάξει την εργατική τάξη από το αντιγερμανικό μίσος και το εθνικιστικό δηλητήριο»[36]. Εννοείται πως ως εθνικιστικές οργανώσεις χαρακτηρίζονται το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ κλπ.
Παρακάτω: «Το προλεταριακό κόμμα (σ.σ. εννοεί τους τροτσκιστές) καταδικάζει όλους τους πατριωτικούς αγώνες οσοδήποτε μαζικό χαρακτήρα κι αν έχουν και οποιεσδήποτε μορφές κι αν παίρνουν και καλεί ανοιχτά τους εργάτες ν’ απέχουν απ’ αυτούς. […] Συμμετοχή στο "κίνημα αντιστάσεως" μ’ οποιοδήποτε πρόσχημα και μ’ οποιαδήποτε δικαιολογητικά σημαίνει συμμετοχή στον πόλεμο. Η απόσπαση των μαζών από την επιρροή των εθνικιστικών οργανώσεων και η πάλη για τη σοσιαλιστική επανάσταση, δεν είναι δυνατή παρά έξω απ’ αυτές τις οργανώσεις και με μια άγρια πάλη εναντίον τους και εναντίον της εθνικιστικής τους πολιτικής. Ολη η δράση του ΕΑΜ στην Ελλάδα ήταν βαθιά αντιδραστική». […] Με τις δολοφονίες των Γερμανών έδινε (το ΕΑΜ) αφορμή και προσχήματα σε άγρια μέτρα των αρχών κατοχής εναντίον του πληθυσμού. […] Ο ΕΛΑΣ... και στην εσωτερική του διάρθρωση ήταν αντιδραστικός. […] «Το κίνημα του Δεκέμβρη» το έκαναν γιατί «η σταλινική γραφειοκρατία, τα στρατιωτικά πραιτοριανά στοιχεία, οι καπεταναίοι των ανταρτών ενδιαφέρονταν... για την εξασφάλισή τους απ’ τις αντεκδικήσεις για τα απειράριθμα κακουργήματα που διέπραξαν σ’ όλη τη χώρα. […] Ο ΕΛΑΣ όχι μόνο επεμβαίνει για να προλάβει μια ευρύτερη και ορμητικότερη ανάπτυξη του μαζικού κινήματος, αλλά συντρίβει και υποτάσσει το μαζικό κίνημα. […] Ποτέ οι εργάτες δε γνώρισαν περισσότερο βάρβαρη τρομοκρατία απ’ αυτή που επέβαλε το ΕΑΜ. […] Εκείνο που συγκρατεί τις μάζες, εκείνος που δεν τις αφήνει ν’ αναπτύξουν όλη τους τη δραστηριότητα και όλη την ακατάβλητη μαχητικότητά τους είναι το σταλινικό κόμμα. Αυτό το φρένο πρέπει να το σπάσουμε.
[…] Κύρια πολιτικά μας συνθήματα στην καθημερινή μας πάλη: Ειρήνη δίχως προσαρτήσεις και αποζημιώσεις. Αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής απ’ τη Γερμανία, Ιταλία κλπ. […] Το κόμμα μας δεν διεξάγει κανένα αγώνα εναντίον των Αγγλων και για την απομάκρυνσή τους. […] Η "Λαϊκή Δημοκρατία"... είναι το τελευταίο μέσο που η αστική τάξη χρησιμοποιεί για να εμποδίσει τις μάζες να καταλάβουν την εξουσία. […] Το σταλινικό κόμμα εναντίον των επαναστατημένων μαζών χρησιμοποιεί, όπως μας το έδειξε ο Δεκέμβρης και η Ισπανική πείρα καθαρά φασιστικές μέθοδες. […] Το προλεταριακό κόμμα (σημ. είναι οι τροτσκιστές) θα πρέπει ταυτόχρονα να οργανώσει ομάδες αυτοάμυνας εναντίον των σταλινικών γκάγκστερς. […] Το ΚΚΕ δεν απειλεί το καθεστώς της ατομικής ιδιοχτησίας, αντίθετα το υπερασπίζει και είναι γι’ αυτό και τυπικά και ουσιαστικά κόμμα της ελληνικής μπουρζουαζίας»[37].
Οι τροτσκιστές ακολουθούσαν την εξής τακτική: Χρησιμοποιώντας το σύνθημα της σοσιαλιστικής επανάστασης και προβάλλοντας ασάφειες στη στρατηγική του ΚΚΕ (π.χ. «Λαϊκή Δημοκρατία»), επί της ουσίας στήριξαν τον γερμανο-ιταλικό και στη συνέχεια τον αγγλοαμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τις επεμβάσεις του στην Ελλάδα, στήριξαν την επίθεση της αστικής τάξης ενάντια στο ΕΑΜικό κίνημα και αργότερα ενάντια στο ΔΣΕ. Για τους ταγματασφαλίτες και την τρομοκρατία της άρχουσας τάξης δεν υπήρχε ούτε μια μοναδική λέξη στην περίφημη αυτή εισήγηση. Πάλη ενάντια στο ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ ήταν τα κύρια καθήκοντα των τροτσκιστών στην περίοδο της Κατοχής και μετά.
Η στάση αυτή εξηγεί τη χρεοκοπία του τροτσκισμού στην Ελλάδα και τη συνεχόμενη κρίση του, τόσο κατά τη διάρκεια της Κατοχής όσο και μεταπολεμικά, οδηγώντας στην εκμηδένιση της επιρροής του. Ο τροτσκισμός στην Ελλάδα αντιμετώπισε μια από τις πιο σοβαρές ιδεολογικοπολιτικές κρίσεις που έχει γνωρίσει σε χώρα. Με βάση τα παραπάνω ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν την περίοδο της Κατοχής και στον εμφύλιο οι τροτσκιστές από το ένοπλο λαϊκό κίνημα, ως προδότες όχι της πατρίδας αλλά της εργατικής τάξης, δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση.
Το τελευταίο διάστημα έχουν κάνει την εμφάνισή τους εκδόσεις και αφιερώματα που στοχεύουν να ηρωοποιήσουν τους τροτσκιστές σαν θύματα του «σταλινισμού» στην Ελλάδα. Η προσπάθεια αυτή εντάσσεται στα πλαίσια της γενικότερης αντικομμουνιστικής εκστρατείας αναθεώρησης της Ιστορίας που έχει σαν στόχο να μετατρέψει το θύτη σε θύμα και το ανάποδο, δικαιώνοντας ακόμα και τους ταγματασφαλίτες και τους συνεργάτες των Ναζί. Η περίοδος της Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου αποτελεί μια κρίσιμη ιστορική περίοδο για την άρχουσα τάξη της χώρας μας, ήταν η μοναδική στιγμή στην ιστορία του 20ού αιώνα που κινδύνεψε να χάσει την εξουσία, που ένιωσε το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια της.
Αξιοποιείται σήμερα ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης που προέκυψε λόγω των αντεπαναστατικών εξελίξεων στην Ευρώπη στο τέλος του 20ού αιώνα για να περάσει με τη μάσκα του «ιστορικού πλουραλισμού», η αντικομμουνιστική συκοφαντία και διαστρέβλωση. Ο αντικομμουνιστικός χαρακτήρας και ρόλος του τροτσκισμού είναι αυτός που τον έκανε και τον κάνει χρήσιμο για την άρχουσα τάξη της χώρας μας γι’ αυτό και εξυμνείται.
Με βάση τα παραπάνω είναι τουλάχιστον αστεία τα διάφορα αφιερώματα σε εφημερίδες των τροτσκιστικών ομάδων για τον εμφύλιο, τη μάχη του Δεκέμβρη, στα οποία εγκαλούν το ΚΚΕ ότι «πρόδωσε την επανάσταση», τη στιγμή που οι πολιτικοί τους πρόγονοι βρίσκονταν στην απέναντι πλευρά.
Γ. Ο ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ
Ο τροτσκισμός υπήρξε ρεύμα πολυδιασπασμένο παρόλο που πάντοτε προσπαθούσε να διαμορφώσει καρικατούρες διεθνούς (4η Διεθνής κ.ά.). Σήμερα υπάρχουν διάφορες ομάδες που χαρακτηρίζονται τροτσκιστικές και άλλες που υιοθετούν μια σειρά πολιτικών θέσεων και κινούνται γύρω από μια «κοινή παράδοση», τμήμα της οποίας είναι ο τροτσκισμός. Σημείο διαχωρισμού για τις διάφορες παραδοσιακές τροτσκιστικές ομάδες και άλλες (νεοτροτσκιστικές θα μπορούσαμε να πούμε) που αποτελούν μετεξέλιξή τους είναι η δεκαετία του 1950, όταν ο Τόνι Κλιφ διατύπωσε τη θεωρία του «κρατικού καπιταλισμού» σε σχέση με το χαρακτήρα της ΕΣΣΔ, σε διάκριση από τον Τρότσκι που χαρακτήριζε την ΕΣΣΔ ως «εκφυλισμένο εργατικό κράτος». Στη βάση του νεοτροτσκισμού κινείται η «Διεθνής Σοσιαλιστική Τάση» (International Socialist Tendency) που δημιουργήθηκε το 1977. Σε διεθνές επίπεδο υπάρχουν και άλλα τέτοιου είδους διεθνή τροτσκιστικά κέντρα, στα οποία ανήκουν σχεδόν όλες οι ομάδες που εμφανίζονται ως τροτσκιστικές σε επίπεδο μιας χώρας.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των τροτσκιστών στη Γαλλία κατά τις δεκαετίες 1950, 1960, 1970 και σήμερα. Οι διάφορες τροτσκιστικές ομάδες είχαν ισχυρούς δεσμούς με τη σοσιαλδημοκρατία και αποτέλεσαν «λίκνο» στελεχών της, όπως π.χ. του Λιονέλ Ζοσπέν. Ανέπτυξαν σημαντική αντικομμουνιστική δράση, σε τέτοιο βαθμό που η «Le Monde» τους χαρακτήρισε «αριστερό αντικομμουνιστικό ρεύμα». Επαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάσπαση της CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας) το 1948 και στη δημιουργία της FO, η οποία αποτέλεσε αντικομμουνιστική συνδικαλιστική ένωση -συμμετείχαν και οι δεξιοί συνδικαλιστές- ανήκε παραδοσιακά στα «Ελεύθερα Συνδικάτα» και στηριζόταν από τη CIA[38]. Σήμερα οι τροτσκιστές, επωφελούμενοι από την οπορτουνιστική μετάλλαξη του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, διεκδικούν αναβαθμισμένο ρόλο, κερδίζοντας σημαντικά ποσοστά σε διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις. Κάνουν «αριστερή» κριτική στο ΓΚΚ, αλλά φροντίζουν να έχουν καλές σχέσεις με τα πιο δεξιά στοιχεία μέσα σε αυτό και τη CGT, να δηλώνουν τη νομιμοφροσύνη τους στο αστικό σύστημα, την πρόθεσή τους για συμμετοχή σε κεντροαριστερά σενάρια. Είναι χαρακτηριστικό ότι μια από τις βασικές ομάδες τους η LCR (Λίγκα Επαναστατών Κομμουνιστών), στα πλαίσια συνεργασίας της με τη δεύτερη βασική ομάδα, τη LO (Εργατική Πάλη), διέγραψε από το πρόγραμμά της το στόχο της «δικτατορίας του προλεταριάτου», χαρακτηρίζοντάς το ως «σταλινικής έμπνευσης»[39].
Στην Ελλάδα υπάρχουν διάφορες τροτσκιστικές ομάδες με περιθωριακή δράση («Επαναστατικό Εργατικό Κόμμα», «Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας», «Κομμουνιστικός Σύνδεσμος-Εργατική Εξουσία», «Ξεκίνημα» κλπ.). Εντονότερη παρουσία έχει το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (πρώην Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση). Η παρουσία του αρκετές φορές είναι αισθητή κυρίως με τη μορφή της εξόρμησης με την εφημερίδα τους. Αρκετά από τα στελέχη τους προβάλλονται στον αστικό τύπο. Από την άποψη των θέσεων και του ιδεολογικοπολιτικού στίγματος θα το χαρακτηρίζαμε ως νεο-τροτσκιστικό.
Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα αποτελεί το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Τάσης. Ισως πρόκειται για το μεγαλύτερο τμήμα της Τάσης στην Ευρώπη μετά από το Βρετανικό αδερφό κόμμα (SWP)[40]. Προέρχεται από μια ομάδα φοιτητών που βρέθηκαν στο Λονδίνο το 1967 μετά την άνοδο της Χούντας των Συνταγματαρχών. Αρχικά είχαν ιδεολογικές επιρροές από το μαοϊσμό και συγκρότησαν πολιτική οργάνωση με την ονομασία «Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση». Κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο Λονδίνο, η εν λόγω οργάνωση ήρθε σε επαφή με τους Διεθνείς Σοσιαλιστές (International Socialists) του Tony Cliff και απέκτησαν επιρροές από το ρεύμα του Τροτσκισμού που αντιπροσώπευαν οι τελευταίοι. Κατά την επιστροφή των στελεχών της Οργάνωσης Σοσιαλιστικής Επανάστασης στην Ελλάδα όμως χάθηκαν οι επαφές με τους Διεθνείς Σοσιαλιστές, για να αποκατασταθούν και πάλι στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (όπου η οργάνωση IS είχε ήδη μετονομαστεί σε SWP). Ακολούθως η ΟΣΕ στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μετονομάστηκε σε ΣΕΚ. Η ΟΣΕ τη δεκαετία του 1970 εξέδιδε το περιοδικό «Μαμή», στη συνέχεια και σήμερα ως ΣΕΚ εκδίδει την εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη» και το περιοδικό «Σοσιαλισμός από τα Κάτω». Η ΟΣΕ (μετέπειτα ΣΕΚ) από το 1989 μέχρι το 1993 διένυσε μια περίοδο «ανόδου» (σ.σ.: την περίοδο των ανατροπών και της νίκης της αντεπανάστασης στις χώρες του σοσιαλισμού) και από τότε βρίσκεται σε διαρκή κρίση και ημι-παράλυση[41] (η οποία δεν πρέπει να εξετασθεί, ασχέτως της ανασυγκρότησης των ταξικών δυνάμεων στη χώρα μας). Το 2001 το ΣΕΚ διασπάστηκε. Μια μερίδα του δημιούργησε τη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ), η οποία συνδέεται ιδεολογικοπολιτικά με το Αμερικάνικο τμήμα της Τάσης, που αποχώρησε και αυτό από την Τάση. Η ΔΕΑ συμμετέχει στη συγκρότηση του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ), χώρο συμμαχίας του ΣΥΝ.
Η παρουσία του ΣΕΚ στη χώρα μας σε μεγάλο βαθμό αποτελεί μεταφορά στην Ελλάδα αυτούσιων των θέσεων και της δράσης του Αγγλικού ΣΕΚ. Μια ματιά στην ιστοσελίδα του SWP κάνει ολοφάνερη την αντιγραφή, όχι μόνο σε βασικές ιδεολογικές θέσεις, αλλά και στα συνθήματα και τη μορφή. Κύριες μορφές δράσης της είναι (ήταν) η εξόρμηση με την εφημερίδα και η διοργάνωση συζητήσεων ανά βδομάδα. Επί της ουσίας πρόκειται για μια οργάνωση χωρίς πολιτικό πρόγραμμα -τουλάχιστον δημοσιευμένο- που ανάγει σε «σοσιαλιστική δουλιά» τον ακτιβισμό. Δεν υπάρχει στρατηγικό σχέδιο, απλά τακτικισμός και γενική και αφηρημένη προπαγάνδα για την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Σε όσους μαζικούς φορείς, π.χ. σωματεία, συλλόγους κλπ., έχουν κάποια επιρροή, στηρίζουν κάποια κινητοποίηση ή τη συμμετοχή σε κάποια από τις δραστηριότητες που έχει αποφασίσει κάποιο Φόρουμ ή η IST (International Socialist Tendensy - Διεθνής Σοσιαλιστική Τάση). Δεν επεξεργάζονται ιδιαίτερα διεκδικητικά πλαίσια και στόχους πάλης, σημασία δίνουν στις μορφές πάλης. Ετσι δεν έχει σημασία το πλαίσιο της απεργίας, της διαδήλωσης ή της κατάληψης, αλλά οι ίδιες οι κινητοποιήσεις, στις οποίες προσδίδουν «επαναστατικό χαρακτήρα», ανεξάρτητα από τον πολιτικό τους προσανατολισμό.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΟΙΝΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ
ΤΡΟΤΣΚΙΣΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ
Οι βασικές τροτσκιστικές ομάδες στην Ελλάδα και διεθνώς, παρά τις όποιες επί μέρους διαφοροποιήσεις, έχουν τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:
1. Αναφορές στον Τρότσκι
Υπερασπίζονται την πολιτική διαδρομή του Τρότσκι. Προβάλλουν με κάποιο εκλεκτικισμό και όχι ως σύστημα πολιτικής σκέψης (που έτσι και αλλιώς δεν είναι) τις διάφορες τροτσκιστικές θέσεις. Εχουν επιλεκτικές αναφορές στο Λένιν και στο έργο του για να θεμελιώσουν την άποψη ότι ο Τρότσκι ήταν συνεχιστής του Λένιν. Φέρνουν σε αντιπαράθεση το Λένιν με το Στάλιν. Αναπαράγουν όλη την «αντι-σταλινική» επιχειρηματολογία.
2. Αντισοσιαλιστική προπαγάνδα
Μηδενίζουν την προσφορά του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα στην ΕΣΣΔ και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Θεωρούν κοινωνική πρόοδο την ανατροπή του, υποστηρίζουν κάθε αντεπαναστατική ενέργεια που αναπτύχθηκε στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες για την παλινόρθωση του καπιταλισμού, χαρακτηρίζοντάς την ως λαϊκή επανάσταση.
Για παράδειγμα το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα στην Ελλάδα και η πολιτική φιλολογία της IST, της διεθνούς οργάνωσης στην οποία ανήκει, χαιρετίζουν τις ανατροπές και χαρακτηρίζουν ως «λαϊκά κινήματα» και «λαϊκές εξεγέρσεις» ακόμη και ενέργειες, για τις οποίες η ίδια η CIA και πρώην αξιωματούχοι καπιταλιστικών κρατών αναγνωρίζουν την έμμεση ή άμεση συμμετοχή τους.
Αναπαράγουν όλη την αντικομμουνιστική και αντισοβιετική προπαγάνδα για το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Ετσι στο τεύχος 593 της εφημερίδας «Εργατική Αλληλεγγύη» του ΣΕΚ αναφέρεται:
«H Pωσία του Στάλιν ήταν, στα χαρτιά, ανυποχώρητη απέναντι στον φασισμό. "H EΣΣΔ" γράφει ο Xόμπσμομ, "Ηταν δημοφιλής κυρίως λόγω της συνέπειας που έδειχνε στην αντίθεσή της προς τη ναζιστική Γερμανία, πράγμα που την παρουσίαζε τόσο διαφορετική σε σχέση με τους δισταγμούς της Δύσης...". Tον Aύγουστο του 1939, όμως, η "ανυποχώρητη" Pωσία ήρθε σε μυστική συνεννόηση με τη Γερμανία. Το διαβόητο σύμφωνο Mολότοφ-Pίμπεντροπ "χάρισε" στην EΣΣΔ τις χώρες της Bαλτικής και "μοίρασε" την Πολωνία ανάμεσα στις δύο χώρες. Το Σεπτέμβρη του 1939, την ίδια ώρα που τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στη δυτική Πολωνία ο "κόκκινος στρατός" του Στάλιν εισέβαλε στην ανατολική. Eνα μήνα αργότερα η Πολωνία είχε πάψει να υπάρχει. Χρειάστηκε η επιχείρηση "Mπαρμπαρόσα", η αιφνιδιαστική επίθεση της Γερμανίας στη Pωσία τον Iούνη του 1941 για να περάσει ο Στάλιν στην πλευρά των "συμμάχων"»[42].
Με τέτοιου είδους συκοφαντίες επιδιώκουν να μηδενίσουν την καθοριστική συμβολή της ΕΣΣΔ στον αντιφασιστικό αγώνα, καθώς και τη συμβολή του κομμουνιστικού κινήματος στη νίκη των λαών ενάντια στην ιμπεριαλιστική πολεμική επίθεση του Αξονα, αθωώνοντας παράλληλα το ρόλο των καπιταλιστικών κρατών στην ενίσχυση του φασισμού στην Ευρώπη.
Υιοθετούν την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα πως οι σοσιαλιστικές χώρες στην ανατολική Ευρώπη προέκυψαν ως αποτέλεσμα της προέλασης του Κόκκινου Στρατού και μόνο. Ετσι λένε: «Στις χώρες της Aν. Eυρώπης, όπως στη "Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας"… πουθενά δεν υπήρξε μια εργατική επανάσταση που αργότερα ηττήθηκε… Oι στρατιές του Στάλιν τις κατέλαβαν καθώς προέλαυναν προς το Bερολίνο το 1944-45. Και μετά ο νέος χάρτης της Eυρώπης επικυρώθηκε και επίσημα στην κυνική μοιρασιά των σφαιρών επιρροής που έκαναν οι "Σύμμαχοι" στις διασκέψεις της Γιάλτας και του Πότσνταμ. Κανείς δε ρώτησε τους εργάτες της Πολωνίας αν θέλουν να είναι στη ρώσικη "σφαίρα επιρροής", όπως κανείς τους δε ρώτησε τους εργάτες της Eλλάδας αν θέλουν τους Bρετανούς και τους Aμερικάνους "προστάτες"»[43]. Σε αυτήν την περίπτωση εξισώνουν δυο διαμετρικά αντίθετες εκδηλώσεις διεθνούς ταξικής αλληλεγγύης. Από τη μια μεριά του διεθνούς κεφαλαίου με την αγγλοαμερικανική εισβολή στη χώρα μας, από την άλλη με τη διεθνιστική υποστήριξη της ΕΣΣΔ, του Κόκκινου Στρατού προς την προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και τη θετική επίδραση που είχε στους εργαζόμενους αυτών των χωρών και όλου του κόσμου.[44]
Ως συνέπεια της προσέγγισής τους περί «κρατικού καπιταλισμού» στην ΕΣΣΔ και τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, θεωρούν ως ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη την αντιπαράθεση σοσιαλισμού - καπιταλισμού από το 1945 μέχρι το 1989:
«Το Σύμφωνο της Bαρσοβίας δεν ήταν το "αντίπαλο δέος" στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, όπως υποστήριζε η σταλινική αριστερά της εποχής εκείνης, αλλά ένα ανταγωνιστικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο που καταπίεζε και καταλήστευε τον κόσμο "του", με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καταπίεζε και λήστευε τον "δικό του" κόσμο το NATO»[45].
Αυτές οι απόψεις ενισχύουν την αστική ιδεολογία και προπαγάνδα για το ανεδαφικό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
3. Η σύμπραξη με τη σοσιαλδημοκρατία
Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα, ιδιαίτερα στην Ελλάδα και την Ευρώπη, για τις ανοιχτές ή υπόγειες διασυνδέσεις του τροτσκισμού με τη σοσιαλδημοκρατία, ως αποτέλεσμα και της τακτικής «εισοδισμού» που ακολουθούν οι τροτσκιστές. Η δράση των τροτσκιστών διευκόλυνε τόσο τη διαμόρφωση του απαραίτητου «αριστερού» προφίλ στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, όσο και την «από τα αριστερά» αντικομμουνιστική τακτική αυτών των κομμάτων απέναντι στα ΚΚ. Σήμερα ο τροτσκισμός συμπράττει με τη σοσιαλδημοκρατία με πολλούς τρόπους. Πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είχαν και έχουν τροτσκιστικές τάσεις στο εσωτερικό τους, π.χ. στην Ελλάδα η τροτσκιστική ομάδα «Ξεκίνημα» κυκλοφορούσε την εφημερίδα της, αναγράφοντας στον τίτλο «Ξεκίνημα - Μαρξιστική τάση του ΠΑΣΟΚ». Επί σειρά ετών στήριζαν εκλογικά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, το Εργατικό Κόμμα στην Αγγλία, ιδιαίτερα σε περιόδους που στο εργατικό κίνημα υπήρχαν μεγάλες αυταπάτες για το χαρακτήρα και το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας. Οι τροτσκιστές εξωράιζαν και εξωραΐζουν με επαναστατικές κορώνες αυτή τους τη σύμπλευση, π.χ. καλούσαν τον κόσμο να ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ και ταυτόχρονα μιλούσαν για επανάσταση και σοσιαλισμό, με «θεωρίες» ότι για τους επαναστάτες δεν έχουν σημασία οι εκλογές.
Σήμερα η ολοφάνερη θέση της σοσιαλδημοκρατίας -σαν αστικό πολιτικό κόμμα- τους αναγκάζει να παίρνουν αποστάσεις, να έχουν διαφοροποιήσει την τακτική τους.
Παρόλα αυτά, ιδιαίτερα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, είναι «φυσικοί» σύμμαχοι των σοσιαλδημοκρατικών συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, στηρίζουν την τακτική τους σε ευθεία αντίθεση με τις ταξικές δυνάμεις. Οι δυνάμεις τόσο του ΣΕΚ όσο και των υπόλοιπων τροτσκιστικών ομάδων συμμετέχουν στις συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις που διοργανώνουν οι συμβιβασμένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ στο όνομα της «ενότητας» της εργατικής τάξης και «της δουλιάς όπου είναι οι μάζες».
Οι δυνάμεις αυτές επιτίθενται στην τακτική του ΚΚΕ στο συνδικαλιστικό κίνημα και τη στήριξη που δίνει στην ταξική συνδικαλιστική συσπείρωση, στο ΠΑΜΕ, αναπαράγοντας όλη την επιχειρηματολογία για σεχταρισμό, απομονωτισμό, διασπαστική τακτική. Η επιλογή αντιπαράθεσης με το ΠΑΜΕ αντικειμενικά εξυπηρετεί τον κυβερνητικό εργοδοτικό συνδικαλισμό.
Ας δούμε για παράδειγμα, με ποιον τρόπο αναφέρονται στη συγκέντρωση του εργοδοτικού συνδικαλισμού στην απεργία της 11ης Μαΐου 2005: «Η συμμετοχή στο Πεδίο του Αρεως ήταν εντυπωσιακή», προσθέτοντας για τη στάση των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ: «Eστω και αν οι ηγεσίες της ΓΣEE και της AΔEΔY ταλαντεύτηκαν και διχάστηκαν για το πώς να απαντήσουν στην πρόκληση της κυβέρνησης, ο κόσμος ένιωσε την πρόκληση και έστειλε το μήνυμα ότι δεν σκοπεύει να υποταχθεί μοιρολατρικά, με σταυρωμένα χέρια»[46].
Οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ δεν είναι ούτε «άτολμες» ούτε «ταλαντεύονται», είναι συνειδητοί υποστηρικτές της πολιτικής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, της στρατηγικής του κεφαλαίου. Ρόλος τους είναι με ελιγμούς και ταλαντεύσεις να εκτονώνουν και να ενσωματώνουν τις εργατικές διαθέσεις και ταυτόχρονα να αναπαράγουν τον πολιτικό εγκλωβισμό της εργατικής τάξης στα πλαίσια της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης.
Σε αυτή την κατεύθυνση οι τροτσκιστές μαζί με τους σύγχρονους δεξιούς οπορτουνιστές του ΣΥΝ προσφέρουν καλή υπηρεσία, αναπαράγοντας αυταπάτες περί αγωνιστικού και «αριστερού ΠΑΣΟΚ», εμφανίζοντας τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ ως υπερασπιστές της ενότητας της εργατικής τάξης, κρύβοντας τον υπονομευτικό τους ρόλο στο συνδικαλιστικό κίνημα.
4. Η στήριξη διαφόρων σχημάτων ενσωμάτωσης
Οι τροτσκιστικές ομάδες είναι βασικοί υποστηρικτές των «Κοινωνικών Φόρουμ». Θεωρούν ότι μέσα από τέτοια σχήματα διαμορφώνεται το υποκείμενο της «παγκόσμιας επανάστασης», ο παγκόσμιος συντονισμός της. Οι διάφορες εκφράσεις του τροτσκισμού διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο μέσα σε αυτά τα σχήματα, θεωρώντας ότι αποτελούν δικαίωση των απόψεών τους για προτεραιότητα της πάλης σε διεθνές επίπεδο και υποτίμησης της πάλης σε εθνικό. Οι θεωρίες για «νέα κινήματα» σε αντίθεση με τα «παλιά» αναχρονιστικά και «ξεπερασμένα» που συνδέονται με το κομμουνιστικό κίνημα, ο έντονος αντικομμουνισμός με τη μορφή του αντισταλινισμού αυτών των σχημάτων, η ακτιβίστικη λογική, διαμορφώνουν ένα ευνοϊκό για τη δράση των τροτσκιστών περιβάλλον. Οι τροτσκιστές διεκδικούν το ρόλο της «αριστερής» και «επαναστατικής» πτέρυγας αυτών των σχημάτων ενσωμάτωσης, στα οποία κυριαρχεί η σοσιαλδημοκρατία και οι διάφοροι εκπρόσωποι των πολιτικών ρύθμισης του καπιταλισμού. Με «επαναστατική» φρασεολογία συμβάλλουν στην εκτόνωση της λαϊκής δυσαρέσκειας, κυρίως άπειρων τμημάτων της εργατικής τάξης, της νεολαίας και των μικροαστικών δυνάμεων, στον εγκλωβισμό τους στα διάφορα σχήματα ενσωμάτωσης. Ακολουθούν την παραδοσιακή γραμμή των διαφόρων οπορτουνιστών και σοσιαλδημοκρατών, συμβιβασμού και συνεργασίας του «αντιπολεμικού» κινήματος με κάποιο από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, στο όνομα της πάλης ενάντια σε ένα άλλο (π.χ. ενάντια στην κυριαρχία των ΗΠΑ στα πλαίσια της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης»). Χαρακτηριστικά αναβαθμισμένος ήταν ο ρόλος τους στο 3ο «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ» που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο υπό την αιγίδα του δήμου του Λονδίνου, με χορηγό επικοινωνίας την εφημερίδα «Γκάρντιαν» και με ευθύνη διοργάνωσης από την ανώνυμη εταιρία «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ - Λονδίνο 2005 ΑΕ», ρόλο που διεκδίκησαν και στη συνέχεια στο 4ο «ΕΚΦ» στην Αθήνα. Είναι συστηματική η προσπάθεια να δημιουργούνται σχήματα που συνυπάρχουν κομμουνιστικές ή κομμουνιστογενείς δυνάμεις μαζί με τροτσκιστές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις υπό την αιγίδα του οπορτουνισμού. Με θετικό τρόπο αντιμετωπίζουν οι τροτσκιστές και την ίδρυση του «Ευρωπαϊκού Αριστερού Κόμματος». Μάλιστα το εκλογικό σχήμα στο οποίο συμμετέχουν οι τροτσκιστές στη Μ. Βρετανία, το «Respect» του πρώην βουλευτή των Εργατικών Γκάλαγουεϊ, έκανε αίτηση για να γίνει μέλος του «ΕΑΚ». Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση: «Την Κυριακή 30 Οκτώβρη ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του 1ου Συνεδρίου του Ευρωπαϊκού Αριστερού Κόμματος. Ηταν μια εντυπωσιακή συνάντηση από άποψη συμμετοχής. Εκεί ήταν παρόντες και παρούσες αντιπρόσωποι και προσκαλεσμένοι από όλα σχεδόν τα αριστερά κόμματα της Ευρώπης. Διάχυτη ήταν η αίσθηση ότι ιδιαίτερα μετά το Γαλλικό και Ολλανδικό «Οχι» στο Ευρωσύνταγμα και τα αποτελέσματα των Γερμανικών εκλογών, κάτι νέο έχει γεννηθεί»[47].
5. Η στάση τους απέναντι στον ιμπεριαλιστικό οργανισμό της ΕΕ
Χαρακτηριστικό στοιχείο όλων των τροτσκιστικών ομάδων είναι η σχεδόν μηδενική ανάδειξη του ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι αναφορές στα κείμενά τους είναι περιορισμένες. Μάλιστα παλιότερα επιτίθεντο έντονα στο ΚΚΕ για τη θέση του ενάντια στην ΕΕ, εκτιμώντας ότι αυτή η θέση είναι εθνικιστική, εκφράζει τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης που διεκδικεί καλύτερες θέσεις στα πλαίσια του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Το ζήτημα της πάλης ενάντια στην ΕΕ, της αποδέσμευσης, δεν μπαίνει πουθενά γιατί ένας τέτοιος στόχος συνδέεται με τη λενινιστική και όχι τροτσκιστική ανάλυση του ιμπεριαλισμού, με το λενινιστικό νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης, με τη θεωρία του «αδύναμου κρίκου» του ιμπεριαλισμού και τη δυνατότητα εκδήλωσης και νίκης της επανάστασης σε μια χώρα. Από την άλλη η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αντιμετωπίζεται από διάφορα τροτσκιστικά ρεύματα σαν πεδίο ταξικής πάλης και συνηγορεί στην αντίληψή τους για πέρασμα της ταξικής πάλης από το εθνικό στο περιφερειακό επίπεδο και της θεωρίας τους για παγκόσμια επανάσταση. Αλλωστε ο ίδιος ο Τρότσκι αποτέλεσε έναν από τους βασικούς εμπνευστές του συνθήματος των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, επηρεασμένος από τις αναλύσεις του Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό, σύνθημα το οποίο απέρριψε ο Β. Ι. Λένιν στο έργο του «Για το σύνθημα των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», υποστηρίζοντας σαφέστατα ότι η υιοθέτηση ενός τέτοιου συνθήματος θα σήμαινε απόρριψη του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης, της δυνατότητας νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα.
Ταυτόχρονα η δραστήρια και ενεργητική τους συμμετοχή και υποστήριξη στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ και το σύνθημα του «μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή», τους κατατάσσει στους απολογητές του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, τους κάνει τμήμα του σύγχρονου ευρωπαϊκού «σοσιαλσοβινισμού» που εμφανίζεται με τη στήριξη του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου ως αντίπαλου δέους σε αυτό των ΗΠΑ.
6. Η επίθεση στο κομμουνιστικό κίνημα
Ολες οι σύγχρονες τροτσκιστικές ομάδες, ενώ δρουν συστηματικά ως αντικομμουνιστική δύναμη -όπως έκανε ιστορικά το τροτσκιστικό ρεύμα- καλύπτονται πίσω από το «Μαρξιστικό» αυτοχαρακτηρισμό και τις αναφορές τους στους κλασσικούς του Μαρξισμού, την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Ο αντικομμουνισμός τους στην Ελλάδα συνοδεύεται με «επιθέσεις φιλίας» στο ΚΚΕ, με κύριο στόχο μέλη και στελέχη του. Οι επιθέσεις φιλίας έχουν βασικό χαρακτηριστικό την εξύμνηση των μελών και των οπαδών του ΚΚΕ ως αγωνιστές, αλλά ταυτόχρονα ως πολιτικά αμόρφωτους που ακολουθούν την πολιτική ενός «ρεφορμιστικού» κόμματος, του ΚΚΕ. Η τακτική αυτή είναι επεξεργασμένη, αφού στην προσπάθεια να μπερδέψουν, δε διστάζουν να κολακεύουν μέλη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ για την επιλογή ένταξης στην οργανωμένη πάλη, να τους αποκαλούν «συντρόφους» κλπ. Την ίδια τακτική εξυπηρετεί και ο ιδεολογικός εκλεκτικισμός τους. Αξιοποιούν τσιτάτα από τους κλασσικούς του μαρξισμού αποκομμένα από τις συνθήκες που ειπώθηκαν είτε για να στηρίξουν τις θέσεις τους είτε για να επιτεθούν στο ΚΚΕ.
Βασικές πλευρές της πολεμικής τους ενάντια στο ΚΚΕ και την ΚΝΕ είναι οι εξής:
Προσπάθεια να αποδείξουν ότι όλη η ιστορική πορεία του Κόμματος είναι μια πορεία προδοσίας της ηγεσίας προς τη βάση του, τις πλατιές λαϊκές μάζες που το ακολουθούσαν. Από το ΕΑΜ, τη μάχη του Δεκέμβρη, το ΔΣΕ, τα Ιουλιανά, το Πολυτεχνείο μέχρι σήμερα. Αναπαράγουν δηλαδή το σχήμα αντίθεσης βάσης - ηγεσίας. Ως αιτία της «προδοτικής στάσης» του ΚΚΕ προβάλλουν τη «σταλινική - ρεφορμιστική γραμμή του». Συνολικά θεωρούν τη γραμμή στο κομμουνιστικό κίνημα των δεκαετιών του 1920-1930 υπεύθυνη για την ήττα των επαναστάσεων στην Ευρώπη, για την άνοδο του φασισμού, κλπ.
Διαστρεβλώνουν συνειδητά την πολιτική του ΚΚΕ. Αναπαράγουν μια σειρά «πασοκικής» έμπνευσης επιχειρηματολογία, όπως π.χ. τα περί συνεργασίας του Κόμματος με τη ΝΔ. Στο στόχαστρό τους δε βρίσκονται επιμέρους ζητήματα αλλά η ουσία της πολιτικής του Κόμματος, όπως η στάση του απέναντι στα Φόρουμ, απέναντι στον οπορτουνισμό, η τακτική του ενάντια στις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, η στάση του απέναντι στην εμπειρία οικοδόμησης του σοσιαλισμού τον 20ό αιώνα κλπ. Ετσι «χρεώνουν» στο Κόμμα ότι κρατάει «αρνητική στάση απέναντι σε μεγάλες μάχες», ότι οι ηγεσίες του Κόμματος και της ΚΝΕ κρατούν «σεχταριστική και συντηρητική αντιμετώπισή τους προς τα κινήματα που εμπνέουν χιλιάδες νέους και που βάζουν στόχο ένα καλύτερο κόσμο».
Τα περί «ενότητας της αριστεράς» αποτελούν από τα πιο βασικά επιχειρήματα στις «επιθέσεις φιλίας» των τροτσκιστών και ιδιαίτερα της ΔΕΑ -που συμμετέχει στο ΣΥΡΙΖΑ- και του ΣΕΚ σε δυνάμεις του Κόμματος και της ΚΝΕ. Οπως ήδη αναφέραμε οι τροτσκιστές πάντα προσπαθούσαν να παίξουν ρόλο «συγκολλητικής ουσίας» ανάμεσα στο επαναστατικό ρεύμα και τον οπορτουνισμό. Οντας τμήμα του οπορτουνισμού, γι’ αυτούς δεν υπάρχει οπορτουνισμός και δε γίνεται καμιά αναφορά τέτοιου είδους στα κείμενά τους. Γι’ αυτό άλλωστε το ΣΕΚ κάνει κριτική στο ΣΥΝ για ατολμία και ηττοπάθεια και όχι στην ουσία της πολιτικής του: «Μια νέα Aριστερά είναι εφικτή, μπορεί να εκφράσει αυτή τη δυναμική και να γίνει πονοκέφαλος για τον Kαραμανλή αλλά και για την αφυδατωμένη αντιπολίτευση Παπανδρέου. Aρκεί να αφήσει πίσω της τους σεχταρισμούς που τόσα χρόνια έχουν γίνει το σήμα κατατεθέν της ηγεσίας του KKE. Aκόμα και αυτή τη στιγμή το μόνο που έχει ο Pιζοσπάστης για την Aριστερά στη Γερμανία είναι επιθέσεις. Aρκεί ν’ αφήσει πίσω της την ηττοπάθεια που κουβαλάει η ηγεσία του ΣYN. Aκόμα και το Σαββατοκύριακο των Γερμανικών εκλογών, ο Aλέκος Aλαβάνος καλούσε τη νεολαία να μην ακολουθεί τα καλέσματα “ελάτε να αλλάξετε τον κόσμο”, αλλά “ελάτε να συναντηθούμε, μπας και μπορούμε ν’ αλλάξουμε μερικά πράγματα στον κόσμο”»[48]. Μάλιστα προωθούν όχι μόνο την ενότητα των «αριστερών οργανώσεων», αλλά και την ενότητα με τη λεγόμενη «αριστερή σοσιαλδημοκρατία» που στην Ελλάδα τη βλέπουν στο πρόσωπο του Πολυζωγόπουλου και των εργοδοτικών συνδικαλιστών. Σε τελευταία ανάλυση υποστηρίζουν: «Για τον κόσμο του ΠAΣOK και όλης της Aριστεράς υπάρχει η ελπίδα ότι υπάρχει ένας κόσμος που παλεύει και ότι μπορεί αυτή η πάλη να έχει και πολιτική έκφραση». «Tο θέμα δεν είναι να ψάχνουμε ποιο θα είναι το αριστερό κομμάτι μέσα στο ΠAΣOK που θα σπάσει και θα δημιουργήσει αντίστοιχες συνθήκες με τη Γαλλία, τη Γερμανία ή την Aγγλία. H ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Tα μοντέλα δεν είναι ίδια για το πώς σπάει ένας κόσμος και δημιουργεί αριστερότερα κόμματα από τη σοσιαλδημοκρατία. Tο βασικό είναι ότι το ρόλο που δεν παίζει το ΠAΣOK την ώρα που το κίνημα απεργεί, διαδηλώνει και οργανώνει τη κόντρα του με τη NΔ, χρειάζεται να τον παίξουμε εμείς όπως το κάναμε μέχρι τώρα με τις απεργίες, με τη Θεσσαλονίκη»[49].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο αντικομμουνισμός των τροτσκιστικών ομάδων, σε τελευταία ανάλυση, τις φέρνει κοντά όχι μόνο στη σοσιαλδημοκρατία και στη «νέα αριστερή» οπορτουνιστική πολιτική, αλλά και προς την αντιδραστική προπαγάνδα και πρακτική. Παρά την αριθμητικά πολύ μικρή οργανωμένη δύναμή τους, δεν πρέπει να υποτιμηθεί ότι ο μαρξίζων μανδύας τους προσφέρει «επαναστατικό» άλλοθι σε στρατηγικές θέσεις της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας και πολιτικής. Η αστική τάξη τις αξιοποιεί, όπως και όλα τα ρεύματα του δεξιού και αριστερού οπορτουνισμού, για την ενσωμάτωση ριζοσπαστικών τάσεων που αναπτύσσονται στο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα.
[1] Β. Ι. Λένιν: Απαντα τ. 41, σελ 6, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[2] Τα αποσπάσματα είναι παρμένα από το βιβλίο του Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[3] Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», σελ. 66, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[4] Με τον όρο σοσιαλδημοκρατία εννοούσαν τα μαρξιστικά εργατικά κόμματα εκείνης της εποχής.
[5] Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», σελ. 66, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[6] Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», σελ. 67, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[7] «Ισκρα» (Σπίθα): Η πρώτη πανρωσική παράνομη πολιτική μαρξιστική εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1900 από το Λένιν. Η εφημερίδα είχε ως σκοπό το ξεπέρασμα της ιδεολογικής σύγχυσης του οργανωτικού κατακερματισμού και του ερασιτεχνισμού που χαρακτήριζαν τη δουλιά των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών, να αντιπαλέψει τις οπορτουνιστικές επιρροές στο εργατικό κίνημα. Το διάστημα 1900-1903 η «Ισκρα» έγινε βασικός εκφραστής της συνεπούς μαρξιστικής άποψης στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας και συνέβαλε στη διαμόρφωση του μπολσεβίκικου ρεύματος. Το 1903, ως αποτέλεσμα του συμβιβασμού του Πλεχάνοφ με τους μενσεβίκους οπορτουνιστές, η εφημερίδα έπαψε να εκφράζει τους μπολσεβίκους. Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι ίδρυσαν τότε άλλη εφημερίδα τη «Βπέριοντ» (Εμπρός).
[8] Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», σελ. 67, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[9] Μπολσεβίκοι: Αποτέλεσαν το μαρξιστικό επαναστατικό ρεύμα μέσα στο ΣΔΕΚΡ στις αρχές του 20ού αιώνα υπό την καθοδήγηση του Β.Ι. Λένιν. Το 2ο Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ το 1903 αποτέλεσε σταθμό στη διαμόρφωση του μπολσεβίκικου ρεύματος. Μπολσεβίκοι σημαίνει πλειοψηφία και ονομάστηκαν έτσι για να χαρακτηρίσουν την πλειοψηφία του 2ου Συνεδρίου που στήριξε τις θέσεις του Λένιν σε αντίθεση αυτών του Μάρτοφ, Τρότσκι ,Αξελροντ κ.ά. που αποτέλεσαν τη μειοψηφία - μενσεβίκοι. Το ρεύμα αυτό απέκτησε διεθνούς εμβέλειας επίδραση, αγωνίστηκε σκληρά ενάντια στο δεξιό οπορτουνισμό της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας ιδιαίτερα την περίοδο του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Οι μπολσεβίκοι με τις θέσεις τους καθοδήγησαν τη Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση και τη διαδικασία συγκρότησης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος με την ίδρυση της Γ΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς.
[10] Μενσεβίκοι: Μενσεβίκοι σημαίνει μειοψηφήσαντες. Το όνομά τους το πήραν κατά τη διάρκεια της διαπάλης στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας στο 2ο Συνέδριό του το 1903. Οι Μενσεβίκοι αποτέλεσαν τη μειοψηφία που αντιτάχθηκε στις προτάσεις του Λένιν για το σχέδιο καταστατικού και προγράμματος του Κόμματος. Επί της ουσίας λειτουργούσαν σαν ξεχωριστό κόμμα μέσα στο ΣΔΕΚΡ. Το 1912 στην 6η Πανρωσική Διάσκεψη διαγράφτηκαν από το Κόμμα. Οι Μενσεβίκοι αποτελούσαν βασικό εκφραστή του ρώσικου οπορτουνισμού, συνένωναν διάφορες αντι-μπολσεβίκικες ομάδες. Αντιτάχθηκαν στην Οκτωβριανή Επανάσταση, οι περισσότεροι πήραν σοσιαλσοβινιστική θέση την περίοδο του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Η αριστερή πτέρυγα των Μενσεβίκων διεθνιστών κράτησε μια ασυνεπή πασιφιστική «διεθνιστική» στάση περιοριζόμενη μόνο στην καταδίκη του πολέμου. Αντιτάχτηκαν στην εθνικοποίηση της Βιομηχανίας, υποστήριζαν ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση είναι ανώριμη, μια αντιδραστική ουτοπία που θα αποτύχει. Στις περιοχές που καταλύθηκε προσωρινά η Σοβιετική Εξουσία συμμετείχαν σε κυβερνήσεις των αντεπαναστατών. Μετά την επικράτηση της επανάστασης συνέχισαν παράνομα και από το εξωτερικό την αντισοβιετική δραστηριότητα. Ο τροτσκισμός στη διαμόρφωσή του προήλθε από τους κόλπους του μενσεβικισμού και συνέχισε να υποστηρίζει μενσεβίκικες θέσεις, όπως το αδύνατο επικράτησης της επανάστασης, την αντίθεσή του στη λειτουργία του κόμματος νέου τύπου κλπ.
[11] Οτζοβιστές: Ομάδα του ΣΔΕΚΡ που υποστήριζε την αποχώρηση των Σοσιαλδημοκρατών από την Κρατική Δούμα (το κοινοβούλιο στην περίοδο της τσαρικής Ρωσίας).
[12] Λικβινταρισμός: Διαλυτισμός. Η υποστήριξη με τον ένα ή άλλο τρόπο της διάλυσης του κόμματος, είτε με τη μορφή της απόλυτα νόμιμης δράσης είτε με τη μη ύπαρξή του ως πολιτικής οργάνωσης με συγκεκριμένο πρόγραμμα και αρχές λειτουργίας και δράσης, αλλά με τη μορφή μιας γενικής πολιτικής διαφώτισης.
[13]Κεντρισμός: «Κεντρώο» οπορτουνιστικό ρεύμα στο εργατικό κίνημα που εμφανίστηκε ως «συμφιλιωτής» ανάμεσα στο ανοιχτά δεξιό οπορτουνιστικό ρεύμα και στο επαναστατικό μαρξιστικό ρεύμα στους κόλπους της Β΄ Διεθνούς. Βασικός εκφραστής του κεντρισμού υπήρξε ο Κάουτσκυ. Επί της ουσίας πρόκειται για συγκαλυμμένο δεξιό αναθεωρητισμό - ρεφορμισμό με επαναστατική φρασεολογία γι’ αυτό και πιο επικίνδυνο για το εργατικό κίνημα. Οι κεντριστές μετά τη διάσπαση της Β΄ Διεθνούς συγκρότησαν τη Διεθνή της Βιέννης ή 2 ½ Διεθνή, η οποία το 1923 ενώθηκε με τη Διεθνή της Βέρνης (που αποτελούνταν από τα περισσότερα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της χρεοκοπημένης Β΄ Διεθνούς) και συγκρότησαν τη Σοσιαλιστική Εργατική Διεθνή.
[14] «Συνθήκη Μπρεστ-Λίτοφσκ»: Συνθήκη ειρήνης που υπογράφτηκε το 1918 ανάμεσα στη Σοβιετική Ρωσία από τη μια πλευρά και το συνασπισμό των λεγόμενων «Κεντρικών Δυνάμεων» του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Βουλγαρία, Τουρκία) από την άλλη. Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν στις 22 Δεκεμβρίου του 1917 και η Συνθήκη υπογράφτηκε στις 3 Μαρτίου 1918. Οι όροι της συνθήκης ήταν επαχθείς για τη Σοβιετική Ρωσία, παρ’ όλα αυτά αποτέλεσε μια αναγκαιότητα, η οποία αξιοποίησε την πολεμική σύρραξη ανάμεσα στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου με στόχο την έξοδο της Σοβιετικής Ρωσίας από τον πόλεμο και την περιφρούρηση της Επανάστασης, το κέρδισμα χρόνου. Κατά τη διάρκεια των πολύμηνων διαπραγματεύσεων στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ρωσίας ξέσπασαν έντονες διαφωνίες ανάμεσα στη γραμμή υποστήριξης της Συνθήκης που εξέφραζε ο Β. Ι. Λένιν και σε αυτές τις ομάδες κυρίως τους «αριστερούς κομμουνιστές» του Μπουχάριν και τους τροτσκιστές που διαφωνούσαν με την επικύρωσή της. Η βάση της αντίθεσης αυτών των ομάδων ήταν η άποψη ότι η Συνθήκη θα έβαζε εμπόδια στην εκδήλωση της επανάστασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γύρω από την αντίθεση στη Συνθήκη συσπειρώθηκαν εκτός από αυτές τις δύο ομάδες οι εσέροι, οι μενσεβίκοι και άλλες αντεπαναστατικές ομάδες προβάλλοντας και σοβινιστικά συνθήματα. Ο Λένιν άσκησε κριτική σε αυτές τις θέσεις και πάλεψε σκληρά για να επικυρωθεί η Συνθήκη από τα αρμόδια όργανα του Κόμματος και της Σοβιετικής Εξουσίας. Οι καθυστερήσεις και οι ταλαντεύσεις στοίχισαν ακόμα πιο βαρείς όρους για τη Σοβιετική Ρωσία. Η Συνθήκη επικυρώθηκε στις 15 Μαρτίου 1918 από το 4ο έκτακτο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ. Η Νοεμβριανή Επανάσταση του 1918 στη Γερμανία και η ανατροπή του Κάιζερ έδωσαν τη δυνατότητα στη Σοβιετική Ρωσία να ακυρώσει τη Συνθήκη.
[15] Β. Ι. Λένιν: «Για το σύνθημα των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», Απαντα, τ. 26, σελ. 362-363.
[16] Λ. Τρότσκι: «1917», τ. 3, ρωσική έκδοση (Ι. Β. Στάλιν: «Απαντα», τ. 9, σελ 36).
[17] «Μα οι ίδιοι (σ.σ.: εννοεί οι προλετάριοι) θα συντελέσουν περισσότερο απ’ όλα στην τελική τους νίκη όταν ξεκαθαρίσουν στον εαυτό τους τα ταξικά τους συμφέροντα, όταν πάρουν την αυτοτελή κομματική τους θέση όσο μπορεί πιο γρήγορα όταν δεν παρασυρθούν ούτε στιγμή από τα υποκριτικά λόγια των δημοκρατών μικροαστών και όταν δεν ξεφύγουν από το δρόμο της ανεξάρτητης οργάνωσης του κόμματος του προλεταριάτου. Η πολεμική τους κραυγή πρέπει να είναι διαρκής επανάσταση» (Κ. Μαρξ - Φ. Ενγκελς: Προσφώνηση της ΚΕ στην Ενωση των Κομμουνιστών, «Διαλεχτά Εργα», τόμος Ι, σελ. 122 ).
[18] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 27, σελ. 81, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[19] Κ. Μαρξ - Φ. Ενγκελς: «Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», σελ. 38, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[20] Κ. Μαρξ: «18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», σελ. 149, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[21] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 27, σελ. 82, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[22] Ι. Β. Στάλιν: Απαντα, τ. 10, σελ. 222-223, εκδόσεις «Γνώσεις».
[23] Κουλάκοι: Ορος που χρησιμοποιήθηκε ως όνομα της αστικής τάξης του χωριού στη Ρωσία του 19ου και 20ού αιώνα. Οι κουλάκοι εμφανίστηκαν με την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής, ήταν το ανώτερο εύπορο τμήμα του αγροτικού πληθυσμού. Μίσθωναν εργάτες γης, νοίκιαζαν ζώα και εργαλεία παραγωγής στους φτωχούς αγρότες, έπαιζαν ρόλο τοκογλύφων και είχαν στην ιδιοκτησία τους μια σειρά εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων στο χωριό, ήταν επίσης και ιδιοκτήτες σε ταβέρνες, πανδοχεία κλπ. Η αντιπαράθεσή τους με τους τσιφλικάδες γινόταν στη βάση του ότι τα υπολείμματα της δουλοπαροικίας έμπαιναν εμπόδιο στην ανάπτυξη των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων στο χωριό. Οι κουλάκοι αντέδρασαν στην Οκτωβριανή Επανάσταση οργανώνοντας αντεπαναστατικές δραστηριότητες. Παρά την ανάπτυξή τους την περίοδο της ΝΕΠ, η βασική κατεύθυνση της σοβιετικής εξουσίας ήταν ο περιορισμός των κουλάκων. Η πολιτική της κολεκτιβοποίησης οδήγησε στη ριζική μείωση και την ουσιαστική κατάργηση της τάξης των κουλάκων.
[24] Λούντο Μάρτενς: «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν», σελ. 130-131, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[25] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 42, σελ. 204, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[26] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 42, σελ. 204, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[27] Ι. Β. Στάλιν: «Το Κόμμα και η εργατική τάξη στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου». ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4/2002.
[28] Ι. Β. Στάλιν: «Το Κόμμα και η εργατική τάξη στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου». ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4/2002.
[29] Λ. Τρότσκι: «Ταξική φύση του Σοβιετικού κράτους», σελ. 28-29, εκδόσεις «Στόχοι», Αθήνα 1976.
[30] Λ. Τρότσκι: «Ταξική φύση του Σοβιετικού κράτους», σελ. 29, εκδόσεις «Στόχοι», Αθήνα 1976.
[31] Το 1ο Συνέδριο της εργαζόμενης νεολαίας «Ανακοινωθέν του Πολιτικού Γραφείου», «Ριζοσπάστης» 18 Απρίλη του 1927. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 274.
[32] Βλ. Αναστάση Γκίκα: «Αρχειομαρξισμός - Το κύριο ρεύμα του Τροτσκισμού στην Ελλάδα» ΚΟΜΕΠ, τ. 6/2003.
[33] Α. Στίνα «Η ΕΣΣΔ και η πάλη για την Παγκόσμια Επανάσταση» (1940) (πηγή: Μ. Εμμανουηλίδη «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 101, εκδόσεις «Φιλίστωρ»).
[34] Δ. Βουρσούκης « Η Σοβιετική Ρωσία και ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος» (Δελτίο συζήτησης ΕΟΚΔΕ- ΚΔΕΕ 1939) (πηγή: Μ. Εμμανουηλίδη «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 101, εκδόσεις «Φιλίστωρ»).
[35] Προκήρυξη ΔΚΕΕ και ΚΔΕΕ [αχρονολόγητη] Αρχείο Χ. Αναστασιάδη, κιβ. 39, φακ. 582. (πηγή: Μ. Εμμανουηλίδη «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 124, εκδόσεις «Φιλίστωρ»).
[36] Από την Εισήγηση του Ν. Ζαχαριάδη στη 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (12/2/1946), αναδημοσιευθέντα αποσπάσματα με τίτλο «Ο τροτσκισμός» στον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη», 14 Δεκεμβρίου 2004.
[37] Από την Εισήγηση του Ν. Ζαχαριάδη στη 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (12/2/1946), αναδημοσιευθέντα αποσπάσματα με τίτλο «Ο τροτσκισμός» στον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη», 14 Δεκεμβρίου 2004.
[38] Γαλλική Εφημερίδα του «Κομμουνιστικού Συντονισμού», Νο 45, 21 Δεκεμβρίου 2001, άρθρο με τίτλο: «Ποιοι είναι οι τωρινοί τροτσκιστές;».
[39] Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 30 Νοεμβρίου 2003, άρθρο Ν. Σερετάκη.
[41] Ανοιχτή επιστολή του Αμερικάνικου τμήματος στα παραρτήματα της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Τάσης για τη διάσπαση στο Ελληνικό ΣΕΚ, 25 Μαρτίου 2001.
[42] Εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη», τεύχος 593, άρθρο του Σ. Κοντογιάννη στη στήλη Ιμπεριαλισμός και αντιιμπεριαλισμός, με τίτλο: «Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, ιμπεριαλιστικός όπως και ο πρώτος».
[43] Εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη», τεύχος 578, «Ανατολικό Βερολίνο, Ιούνιος 1953 - Πενήντα χρόνια από την Πρώτη εργατική εξέγερση ενάντια στο σταλινισμό». Το κείμενο βασίζεται σε άρθρο του Ian Birchall.
[44] Για περισσότερα στοιχεία σε σχέση με τις επαναστάσεις και τη διαμόρφωση των «Λαϊκών Δημοκρατιών» στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης καθώς και για τις αντεπαναστατικές προσπάθειες και ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις δείτε:
ΚΕ του ΚΚΕ «60 χρόνια από την μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Επος και διδάγματα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 11 Νοεμβρίου 2001, αφιέρωμα: «Η ιμπεριαλιστική αντεπανάσταση» .
Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ του ΚΚΕ , « Ο αντικομμουνισμός χθες και σήμερα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[45] Εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη», τεύχος 598, άρθρο του Σ. Κοντογιάννη στη στήλη Ιμπεριαλισμός και αντιιμπεριαλισμός, με τίτλο: «Ο Ιμπεριαλισμός του Ψυχρού Πολέμου».
[46] Εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη», τεύχος 669, κεντρικό άρθρο με τίτλο: «ΑΠΕΡΓΙΑ 11 ΜΑΗ Πανεργατική οργή ενάντια στον Καραμανλή».
[47] «Εργατική Αλληλεγγύη», φύλλο 692, Νοέμβριος 2005. Αρθρο με τίτλο: «Το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στην Αθήνα. Οι κρίσιμες επιλογές δε συζητήθηκαν».
[48] «Εργατική Αλληλεγγύη», φύλλο 687. Κεντρικό άρθρο με τίτλο: «Το μήνυμα της Γερμανίας. Μια νέα Αριστερά είναι εφικτή».
[49] «Εργατική Αλληλεγγύη», φύλλο 688, ομιλία της Μαρίας Στύλου στην εκδήλωση με τίτλο: «Μια νέα αριστερά στην Ευρώπη. Σοκ για τους από πάνω, ελπίδες για τους από κάτω».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου