19 Φεβ 2012

Η A' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου


Η A' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου
Δημήτριος Υψηλάντης
Στις 20 Δεκέμβρη του 1821, στο χωριό Πιάδα, κοντά στην Αρχαία Επίδαυρο, άρχισε τις εργασίες της η πρώτη Εθνοσυνέλευση στη νεότερη ελληνική ιστορία με τη συμμετοχή πενήντα εννέα αντιπροσώπων. Δέκα αντιπρόσωποι προέρχονταν από την Πελοπόννησο, είκοσι επτά από την Ανατολική Στερεά, οκτώ από τη Δυτική Στερεά (ανάμεσά τους ένας εκπρόσωπος των Σουλιωτών κι ένας εκ των Tουρκαλβανών συμμάχων των Σουλιωτών), δεκατρείς από τις Σπέτσες, την Υδρα και τα Ψαρά, κι ένας από την Κάσο. Αντιπρόσωποι από άλλες περιοχές όπως η Κρήτη, οι Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα κλπ. δεν υπήρχαν1.
Ο Γ. Ασπρέας εξηγεί τη σύγκληση της συνέλευσης ως εξής2: «Το ευρύ σχέδιον των Φιλικών ήρχισε να εξασθενή ως εκ του περιορισμού της επαναστάσεως εις την κυρίως Ελλάδα, ήρχισε δε να αντικαθιστά τούτο εις τας αντιλήψεις των Ελλήνων ο αποχωρισμός από της Τουρκίας της Παλαιάς Ελλάδος και των νήσων, ο μόνος όστις εφαίνετο κατορθωτός. Συνεπώς, πάντες εθεώρουν ως έργον σπουδαιότατον τον σχηματισμόν γενικής κυβερνήσεως. Αλλά προς τούτο έπρεπε να συγκροτηθή Εθνική Συνέλευσις την οποία ο Δημ. Υψηλάντης συνεκάλεσε το πρώτον εις Αργος, τη προτάσσει δε του Μαυροκορδάτου επροτιμήθη η Πιάδα, ως απηλλαγμένη στρατιωτικών συγκεντρώσεων, δύο ώρας απέχουσα από της Επιδαύρου».
Αντίθετα από τον Ασπρέα ο John Petropoulos, δικαιολογεί τη σύγκλιση της Εθνοσυνέλευσης κάπως διαφορετικά: «Πώς αλλιώς - γράφει3- αν όχι με μια Εθνική Συνέλευση όπως η συνέλευση της Επιδαύρου τον Δεκέμβριο του 1821, θα μπορούσε να εκφραστεί η θέληση του έθνους, εφόσον δεν υπήρχε ούτε μία ομάδα ούτε κάποιο άτομο καθολικά αποδεκτό ως εκφραστής του έθνους; Πώς αλλιώς θα μπορούσε η ηγεσία να αποκτήσει και να διατηρήσει τη συνεργασία των διαφόρων κοινωνικών στοιχείων, αν όχι με την εγγύηση τακτικών συνελεύσεων, στις οποίες τα συμφέροντα κάθε κοινωνικής ομάδας θα εξετάζονταν από τους ίδιους τους εκπροσώπους της;».
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Ζήτημα δημοκρατισμού στο εσωτερικό της επανάστασης υπήρχε αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ειδυλλιακά όπως τα παρουσιάζει ο J. Petropoulos. Χωρίς αμφιβολία, αποστολή της Εθνοσυνέλευσης ήταν ν' αποφασίσει για το πρώτο πολίτευμα της Ελλάδας που η σημασία του ήταν μεγάλη αφού στην πραγματικότητα σήμαινε τη δημιουργία των προϋποθέσεων για ενιαία στρατιωτική και πολιτική διοίκηση των επαναστατημένων Ελλήνων, για μια κεντρική επαναστατική εξουσία. Εφόσον αυτό θα γινόταν κατορθωτό, η Εθνοσυνέλευση δε θα είχε κάνει τίποτα περισσότερο από το να αποτυπώσει στα όργανα που θα δημιουργούσε, τις αμοιβαίες σχέσεις, εκείνης της στιγμής, ανάμεσα στις τάξεις και στις κοινωνικές ομάδες που ανταγωνίζονταν και ταυτόχρονα υποστήριζαν την επανάσταση η κάθε μία για τους δικούς της λόγους. Στην πραγματικότητα αυτές οι σχέσεις, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, ήδη αποτυπώνονταν στη σύνθεση του σώματος των αντιπροσώπων. Μεγάλες προσωπικότητες που σφράγισαν τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία, όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Δ. Υψηλάντης, ο Ανδρούτσος, απουσιάζουν από τη συνέλευση4. Αυτό δεν ήταν τυχαίο.
Οι ταξικοί ανταγωνισμοί και η Επανάσταση
Η ελληνική επανάσταση δεν ήταν μια επανάσταση χωρίς εσωτερικές έριδες και αντιθέσεις. Πολύ περισσότερο δεν ήταν ξένη με τις κοινωνικές αντιθέσεις της εποχής. Οι ανταγωνισμοί αυτοί αποτυπώνονταν στο εσωτερικό της, τη διαπερνούσαν απ' άκρη σ' άκρη και σε τελευταία ανάλυση καθόρισαν όχι μόνο την έναρξη αλλά και την έκβασή της. Από πολιτική άποψη υπήρχαν τρία ρεύματα - τάσεις που αντανακλούσαν συγκεκριμένες κοινωνικές δυνάμεις, τάξεις και στρώματα της ελληνικής κοινωνίας εκείνης της εποχής. Ενα ρεύμα ήταν το αστικοδημοκρατικό που στηριζόταν στις λαϊκές μάζες και στην προοδευτική μερίδα της αστικής τάξης (κυρίως στα κατώτερα στρώματά της). Ενα δεύτερο ρεύμα ήταν το συντηρητικό- συμβιβαστικό που στηριζόταν στη συντηρητική μερίδα των αστών οι οποίοι συνεργάζονταν με τους κοτζαμπάσηδες και τον ξένο παράγοντα (κυρίως την Αγγλία). Τέλος το τρίτο ρεύμα ήταν το καθαρά αντιδραστικό, το οποίο αποτελούσαν τα φεουδαρχικά στοιχεία της κοινωνίας που μπήκαν στην επανάσταση για να την ελέγξουν, να εμποδίσουν το ριζοσπαστισμό της και να παραμερίσουν από τα κέντρα αποφάσεων προοδευτικές δυνάμεις που εξέφραζαν τις λαϊκές τάξεις5.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Στην προεπαναστατική περίοδο οι κοτζαμπάσηδες και η αντιδραστική αστική τάξη επιχείρησαν να ελέγξουν και να αμβλύνουν το ριζοσπαστισμό της Φιλικής Εταιρείας ενώ όταν η επανάσταση ξέσπασε θέλησαν να δρέψουν τους καρπούς της. «Πίσω από τις αγωνιζόμενες μάζες των αγροτών - γράφει ο Τ. Βουρνάς6- ο κοτζαμπασιδισμός καιροφυλακτούσε και μόλις απελευθερωνόταν μια περιοχή εκμεταλλευόμενος την αδυναμία των μαχητών, να παγιώσουν μια λαϊκή εξουσία, έσπευδε να εγκαταστήσει το δικό του μηχανισμό διοίκησης».
Η προσπάθεια της αντίδρασης να θέσει υπό τον έλεγχό της την Επανάσταση ξεδιπλώνεται από την πρώτη στιγμή με την προσπάθεια που κάνει ο κοτσαμπασιδισμός να δημιουργήσει παντού όργανα διοίκησης υπό τον απόλυτο έλεγχό του. Μέσα στο 1821, για παράδειγμα, οι κοτζαμπάσηδες δημιούργησαν το «Αχαϊκόν Διευθυντήριον», τη «Μεσσηνιακή Γερουσία» και στις 26 Μάη, στο μοναστήρι των Καλτετζών συνέστησαν την «Πελοποννησιακή Γερουσία». Επίσης διαίρεσαν τη Στερεά Ελλάδα σε Δυτική και Ανατολική. Την Ανατολική, μαζί με τη Μακεδονία ανέλαβε ο Θ. Νέγρης και τη Δυτική, μαζί με την Ηπειρο ανέλαβε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος7.
«Ενώ οι Τούρκοι έχαναν τις ελπίδες τους να αντιταχθούν στην επανάσταση - γράφει ο Καρλ Μέντελσον8- οι Ελληνες άρχισαν ν' ασχολούνται στη στερέωση των επιτυχιών τους. Ως τότε η διοίκηση στις απελευθερωμένες περιοχές έμενε η ίδια, σα να εξακολουθούσε η τουρκική δεσποτεία. Κάθε προύχοντας είχε αναλάβει για λογαριασμό του τα σουλτανικά προνόμια και αποτελέστηκε ένα είδος αυτοδιοικήσεως που στηριζόταν στην ατομική αυθαιρεσία και στερούνταν από κάθε ευθύνη. Ωστόσο κάθε μέρα γινόταν και πιο αισθητή η ανάγκη μιας κεντρικής εξουσίας... Με την ίδρυση της Κεντρικής αυτής επιτροπής, της Γερουσίας των Καλτετζών, έγινε ένα σταθερό βήμα και προετοιμαζόταν ένα απολυταρχικότερο μέλλον».
Ο ίδιος συγγραφέας δίνει επίσης μια πολύ μεστή και περιεκτική εικόνα για το πώς οι κοτζαμπάσηδες αντιλαμβάνονταν την επανάσταση. «Οι Ελληνες πρόκριτοι - γράφει9- είχαν για οδηγό τους το αξίωμα ότι όποιος ζημιώνει το έθνος δε ζημιώνει κανένα. Η επανάσταση ήταν γι' αυτούς επικερδής επιχείρηση. Επαιρναν από τους Ελληνες χωρικούς τους φόρους, που τώρα απλώς άλλαζαν κατεύθυνση και πήγαιναν στις τσέπες τους αντί για τις τσέπες των Τούρκων, όπως πρώτα, κι από πάνω έπαιρναν και τα χρήματα και τα σκεύη των Τούρκων... Μόλις έφυγε ο σουλτάνος, ο κοτζαμπάσης κάθε χωριού νόμισε τον εαυτό του για σουλτάνο κι άρχισε ν' αντιποιείται τα προνόμιά του».
Σ' αυτήν ακριβώς την κατάσταση θέλησαν να αντιταχθούν τα προοδευτικά στοιχεία της Φιλικής Εταιρείας με επικεφαλής τον Δ. Υψηλάντη και φυσικά οι οπλαρχηγοί που ήταν η προέκταση του λαού και που από την επιτυχή πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων αύξαναν συνεχώς το κύρος και την επιρροή τους. Μάταια όμως. Το μπλοκ αυτό ούτε ισχυρούς δεσμούς ενότητας είχε, ούτε την αποφασιστικότητα, ούτε την πολιτική πείρα που χρειαζόταν για να τα βγάλει πέρα. Ετσι έπεφτε από συμβιβασμό σε συμβιβασμό αφήνοντας τη μία ευκαιρία μετά την άλλη, χωρίς να ξεκαθαρίζει οριστικά την κατάσταση. Και το αποτέλεσμα δεν μπορούσε να είναι διαφορετικό από την ισχυροποίηση της αντίδρασης. Δεν έχει επομένως άδικο ο Γ. Ζεύγος που σημειώνει10: «Ο Υψηλάντης πρώτα και κοντά του ο Κολοκοτρώνης έπαιξαν σ' αυτή την περίοδο το ρόλο του σωτήρα των προκρίτων». Μια τελευταία δυνατότητα αντιστροφής της κατάστασης δόθηκε με την πτώση της Τριπολιτσάς. Τότε ο Υψηλάντης, ύστερα από πολλές συσκέψεις με τον Αναγνωστόπουλο, τον Παπαφλέσσα, τον Βάμβα και άλλους Φιλικούς, αποφάσισε να καλέσει τις επαρχίες να στείλουν αντιπροσώπους για τη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης. «Μετά την πτώσιν της Τριπολιτζάς - έγραφε στη σχετική έκκληση11- έπαυσαν και οι τυραννόφρονες και παν είδος τουρκολατρείας». Οι κοτσαμπάσηδες, όμως, αντιλήφθηκαν ότι γι' αυτούς γινόταν ο λόγος κι αντέδρασαν αμέσως με αποτέλεσμα ο Υψηλάντης να υποχωρήσει και πάλι στις αξιώσεις τους αντί να τραβήξει μια γραμμή ευθείας αντιπαράθεσης μαζί τους.
Τι απέδωσε η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου
Η εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου οργανώθηκε σύμφωνα με τους όρους που ήθελε η πλευρά της αντίδρασης. Γράφει χαρακτηριστικά ο Δ. Φωτιάδης12: «Οχι μονάχα δεν αντιπροσωπεύονταν στη Συνέλευση πολλά μέρη της επαναστατημένης Ελλάδας... παρά ούτε και ο αριθμός των πληρεξουσίων δεν ανταποκρινόταν στον πληθυσμό. Η μεγαλύτερη δυσαναλογία ήταν σε βάρος της Πελοποννήσου. Μα οι Μοραΐτες κοτζαμπάσηδες δε διαμαρτυρήθηκαν γι' αυτό, μια κι εκείνο που πιότερο από καθετί άλλο επιθυμούσαν στεκόταν ο παραγκωνισμός του Υψηλάντη κι αυτόν καλύτερα θα τον πετύχαιναν με την ολιγαρχική σύνθεση της συνέλευσης ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσης των πληρεξουσίων». Εχει επομένως απόλυτο δίκαιο ο Τ. Βουρνάς που με τη σειρά του σημειώνει13 ότι η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου - «δεν ήταν στην ουσία αντιπροσωπευτικό σώμα του μαχόμενου ελληνικού λαού αλλά κατασκεύασμα του αρχοντολογιού». Και προσθέτει: «Στη Ρούμελη και στην Υδρα οι αντιπρόσωποι διορίστηκαν από τα τοπικά κοτζαμπάσικα διοικητικά όργανα, ενώ στο Μοριά έγιναν διορισμοί από την Πελοποννησιακή γερουσία και διενεργήθηκαν ψευτοεκλογές».
Την πρωτοχρονιά του 1822 η Εθνοσυνέλευση διακήρυξε την ανεξαρτησία του ελληνικού έθνους που ήταν η πρώτη επίσημη πράξη της επαναστατημένης Ελλάδας.
«Το ελληνικό Εθνος - έγραφε το σχετικό ντοκουμέντο14- το υπό τη φρικώδη οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον διά των νομίμων παραστατών του εις εθνικήν συνειγμένην συνέλευσιν ενώπιον θεού και ανθρώπων την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».
Ακόμη η Συνέλευση ενέκρινε το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδας (Σύνταγμα) όπου στα 7 τμήματά του, τα 10 κεφάλαιά του και τα 107 άρθρα του, ανάμεσα στα άλλα κήρυσσε την ανεξιθρησκία και αναγνώριζε ως επικρατούσα θρησκεία την ορθόδοξη ανατολική, εξασφάλιζε την ισότητα των πολιτών απέναντι στο νόμο, καθιέρωνε την ελευθερία του Τύπου με μερικούς μόνο περιορισμούς και αποσαφήνιζε τον τρόπο οργάνωσης της Πολιτείας. Συγκεκριμένα προβλεπόταν να δημιουργηθούν δύο σώματα: Το βουλευτικό το οποίο θα αποτελούσαν 70 βουλευτές και το εκτελεστικό το οποίο θα είχε 5 μέλη. Πρόεδρος του Εκτελεστικού - της κυβέρνησης δηλαδή - εκλέχτηκε ο Α. Μαυροκορδάτος και η προεδρία στο βουλευτικό - που ήταν αξίωμα τιμητικό χωρίς εξουσία - δόθηκε στον Δ. Υψηλάντη.
«Στην πραγματικότητα - γράφει ο Douglas Dakin15- παρά την τόση συζήτηση περί δημοκρατικών αρχών, το Σύνταγμα απέβλεπε απλώς στην αντικατάσταση της παλιάς τουρκικής εξουσίας με μια ολιγαρχία προυχόντων».
Ο κοτσαμπασιδισμός και η αντιδραστική αστική τάξη δεν αρκέστηκαν στα παραπάνω. Ολοκλήρωσαν τη νίκη τους δίνοντας τη χαριστική βολή στη Φιλική Εταιρεία και σ' ό,τι μπορούσε να αποτελεί την ανάμνησή της μέσα στις γραμμές της επανάστασης. Συγκεκριμένα πέρασαν από την Εθνοσυνέλευση απόφαση που καταργούσε τα σύμβολα και τις σημαίες της Φιλικής Εταιρείας, δηλαδή το Φοίνικα και το μαύρο χρώμα, γιατί «σύμφωνα με όσα υποστήριξε στη Συνέλευση ο Μαυροκορδάτος, τίποτα δε θα έπρεπε να τη θυμίζει, μια και το όνομά της είχε συνταυτιστεί με τις επαναστατικές εταιρείες της Ευρώπης»16. Στη θέση των συμβόλων της Εταιρείας μπήκαν η Γλαύκα της Αθήνας και η κυανόλευκη σημαία17. Τέλος, η εθνοσυνέλευση ενέκρινε διακήρυξη όπου εμμέσως πλην σαφώς αποδοκιμαζόταν η Φιλική Εταιρεία. «Ο κατά των Τούρκων πόλεμος ημών - έγραφε η Διακήρυξη18- μακράν του να στηρίζηται εις αρχάς τινάς δημαγωγικάς και στασιώδεις19 ή ιδιωφελείς μέρους τινός του σύμπαντος Ελληνικού έθνους, σκοπούς είναι πόλεμος εθνικός, πόλεμος ιερός, του οποίου η μόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ημών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής...». Τη διακήρυξη αυτή ο Παπαρρηγόπουλος τη χαρακτηρίζει ως το καλύτερο κείμενο που εξέδωσε η εθνοσυνέλευση γιατί, όπως λέει, ανάμεσα στα άλλα «δικαιολογούσε την επανάσταση, την ξεχώριζε από τα δημαγωγικά κινήματα που τόσο τρομοκρατούσαν την Ευρώπη»20. Η διαπίστωση αυτή του Παπαρρηγόπουλου είναι μία επιπλέον επιβεβαίωση του ρόλου του ως κορυφαίου ιδεολόγου ιστορικού της αστικής τάξης όταν αυτή ήταν πλέον αντεπαναστατική.
Αν θέλαμε με δυο κουβέντες να χαρακτηρίσουμε την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου θα λέγαμε ότι με τη σύγκλησή της και ειδικότερα με τα αποτελέσματά της, η ηγεσία του αγώνα πέρασε στα χέρια των κοτζαμπάσηδων και των συντηρητικών στρωμάτων της αστικής τάξης που, όπως σημειώνει ο Γ. Ζέβγος21, ήθελαν «να κόψουν κάθε δεσμό που 'χε η ελληνική επανάσταση από τον καιρό του Ρήγα με τις επαναστατικές - δημοκρατικές δυνάμεις και παραδόσεις και να τη συνδέσουν με τις αντιδραστικές δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας». Ο δρόμος, πλέον, ήταν πολύ δύσκολος για τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό να επιβάλλει τα δίκαιά του, να δει την υλοποίηση των οραμάτων του. Προσπάθησε όμως να το κάνει και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ταξική πάλη στο εσωτερικό της επανάστασης συνεχίστηκε με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Οι δύο σκληροί εμφύλιοι πόλεμοι, που ακολούθησαν, αν κι έφεραν την επανάσταση στο χείλος της καταστροφής, απεικονίζουν αυτή την πραγματικότητα.
1. Ν. Δραγούμης: "Ιστορικαί Αναμνήσεις", εκδόσεις Ερμής, τόμος Α' σελ. 31
2. Γ. Ασπρέα: "Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος", εκδόσεις "Χρήσιμα Βιβλία", τόμος Α', σελ. 23-24
3. John A. Petropoulos: "Πολιτική και συγκρότηση κράτους στο ελληνικό βασίλειο (1833-1843)", εκδόσεις Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 61
4. "Ιστορία του Ελληνικού Εθνους", εκδόσεις ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, τόμος ΙΒ' σελ. 199
5. Τ. Βουρνά: "Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας 1821-1909", Εκδόσεις Τολίδη, σελ. 66
6. Τ. Βουρνά, στο ίδιο, σελ. 98-99
7. Γ. Κορδάτου: "Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας", εκδόσεις 20ός αιώνας, τόμος X, σελ. 364-368
8. Καρλ Μέντελσον-Μπάρτολντι: "Επίτομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης", εκδόσεις Τολίδη, σελ. 88
9. Καρλ Μέντελσον-Μπάρτολντι, στο ίδιο σελ. 95
10. Γ. Ζέβγου: "Σύντομη Μελέτη της Νεοελληνικής Ιστορίας", Εκδόσεις "ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ", Αθήνα 1945, μέρος Α' σελ. 66
11. Ιωαν. Φιλήμωνος: "Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως", έκδοση "Εταιρεία ελληνικών εκδόσεων", τόμος Δ', σελ. 342
12. Δ. Φωτιάδη: "Η Επανάσταση του '21", εκδόσεις Μέλισσα, τόμος 1ος, σελ. 192
13. Τ. Βουρνά, στο ίδιο, σελ. 107
14. Γ. Κορδάτου, στο ίδιο, σελ. 376
15. Douglas Dakin: "Ο Αγώνας των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία 1821-1833", εκδόσεις Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 117
16. Δ. Φωτιάδη, στο ίδιο, σελ. 194
17. "Ιστορία του Ελληνικού Εθνους" εκδοτικής Αθηνών, στο ίδιο, σελ. 212-215 κ.ά.
18. Γ. Κορδάτου, στο ίδιο, σελ. 378
19. Η αναφορά σε δημαγωγικές και στασιώδεις αρχές, εκείνη την εποχή φωτογράφιζε τις επαναστατικές μυστικές εταιρείες
20. Κ. Παπαρρηγόπουλου: "Ιστορία του Ελληνικού Εθνους", εκδόσεις Κάκτος, βιβλίο 16ο, σελ. 70
21. Γ. Ζέβγου, στο ίδιο, σελ. 69


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ