19 Αυγ 2012

ΕΝΑΛΙΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ


ΕΝΑΛΙΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ
Εντυπωσιακή και πλούσια υποβρύχια αρχαιολογική «σοδειά»
Μερικές στιγμές από την υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα των τελευταίων μηνών και τα αποτελέσματά της
Αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή του κόλπου στο Ηράκλειο Κρήτης
Είναι γνωστό ότι ο ενάλιος αρχαιολογικός πλούτος της Ελλάδας «ανταγωνίζεται» στα «ίσια» αυτόν της στεριάς. Τα προβλήματα βέβαια στον τομέα της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας εξακολουθούν να είναι πολλά, όπως άλλωστε στο σύνολο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι της Εφορίας Εναλίων, όπως όλοι οι συνάδελφοί τους, προσφέρουν με αυταπάρνηση τις υπηρεσίες τους προς τον ελληνικό λαό για τη διατήρηση της ιστορικής του μνήμης. Μερικές στιγμές από αυτόν τον αγώνα, που αφορούν περίπου στον τελευταίο χρόνο, παρουσιάζει σήμερα ο «Ρ».
Κρήτη
Από 23 Σεπτεμβρίου έως 16 Οκτωβρίου του 2011 η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε υποβρύχια αναγνωριστική αρχαιολογική έρευνα στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου του Ηρακλείου Κρήτης, με βόρειο όριο τη νησίδα Δία. Ερευνήθηκε με απόλυτη ακρίβεια και συστηματικά θαλάσσια περιοχή περίπου 30 τ.χλμ. στον κόλπο του Ηρακλείου και στα νότια και ανατολικά της νησίδας Δία. Πρόθεση της Εφορείας ήταν να επαναπροσδιοριστούν οι στόχοι των ήδη εντοπισμένων αρχαίων ναυαγίων της έρευνας του Κουστό, αλλά και ο εντοπισμός νέων στόχων με ευρήματα σε ένα θαλάσσιο χώρο με έντονη ναυσιπλοΐα από την Προϊστορική περίοδο μέχρι σήμερα.
Η έρευνα ήταν επιτυχημένη αφού εντοπίστηκαν τέσσερα άγνωστα φορτία ναυαγίων με αμφορείς και χρηστικά αγγεία του πληρώματος. Πρόκειται για δύο ναυάγια ρωμαϊκών χρόνων, το ένα με κρητικούς αμφορείς του 1ου- 2ουαι. μ.Χ. και το άλλο με υστερορωμαϊκούς αμφορείς (5ος - 7ος αι. μ.Χ.), καθώς και δύο με βυζαντινούς αμφορείς, το ένα χρονολογούμενο στον 8ο - 9ο αι. μ.Χ. και το δεύτερο μεταγενέστερα. Επανεντοπίστηκε, επίσης, φορτίο ναυαγίων με ροδιακούς αμφορείς του 1ου - 2ουαι. μ.Χ., το οποίο είχε εντοπίσει και μερικώς ανασκάψει ομάδα αρχαιολόγων του τότε υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών και του Κουστό, το 1976.
Διάφορα αγγεία και αμφορείς από το χώρο του ναυαγίου του 2ου αι. μ.Χ., βάθος 1.180μ.(Υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας - Ιταλίας.)
Ολα τα ναυάγια τεκμηριώθηκαν με μετρήσεις και ανέλκυση ευρημάτων, κινηματογραφήθηκαν και αποτυπώθηκαν φωτογραφικά σε εικόνες υψηλής ανάλυσης για τη δημιουργία φωτομωσαϊκών.
Επιπλέον εντοπίσθηκαν τρία ναυάγια νεοτέρων χρόνων, που προστατεύονται από τον αρχαιολογικό νόμο ως πολιτιστικά αγαθά και τέσσερις περιοχές προσωρινής αγκυροβολίας (καταφύγια), οι οποίες βρίθουν αρχαιολογικού υλικού διαφόρων εποχών και προελεύσεων (αμφορείς, χρηστικά και επιτραπέζια αγγεία, λίθινες και μολύβδινες άγκυρες, αλιευτικά βάρη κλπ.).
Την διεύθυνση της έρευνας είχε ο καταδυόμενος αρχαιολόγος Δρ. Θ. Θεοδούλου, με τη συμμετοχή των καταδυόμενων αρχαιολόγων της ΕΕΑ Δ. Ευαγγελιστή και Γ. Κουτσουφλάκη. Προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων είναι η Δρ. Αγγελική Γ. Σίμωσι. Στην τεχνική υποστήριξη της έρευνας συνεργάστηκε το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), διά του γεωλόγου Δ. Σακελλαρίου, το οποίο διέθεσε το ερευνητικό σκάφος «Αλκυών», εξοπλισμένο με σύγχρονη τεχνολογία.
Λέσβος και Τήλος
Περίπου την ίδια περίοδο η Εφορεία Εναλίων προχώρησε σε επαναπροσδιορισμό και αποτύπωση εναλίων κτισμάτων στη θέση Πηγαδάκια της Λέσβου. Εκεί, το 1995 εντοπίστηκαν σε βάθος 2,5 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας θεμελιώσεις κτιρίων και πλήθος οστράκων. Με αφορμή το γεγονός αυτό και στο πλαίσιο της βελτίωσης του εκεί υπάρχοντος από παλιά αλιευτικού καταφυγίου, διενεργήθηκε λεπτομερής υποβρύχια αποτύπωση των ορατών στον πυθμένα κτιριακών καταλοίπων.
Αφρικανικός αμφορέας από το χώρο του ναυαγίου του 2ου αι. μ.Χ., βάθος 1.375μ.(Υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας - Ιταλίας.)
Αποτυπώθηκε μια κτιριακή ενότητα, που αποτελείται από δωμάτια ενδεικτικών διαστάσεων 4,10 Χ 6,33 μέτρα, 3,10 Χ 6,23 μέτρα, 2,30 Χ 3,15 μέτρα, σε κάποια από τα οποία διασώζονται δάπεδα με κεραμική πλακόστρωση, που συνθέτουν μια εξαιρετικά επιμελημένη κατασκευή. Στα ανατολικά τους εντοπίζεται μεγάλος ορθογώνιος χώρος διαστάσεων 31,68 Χ 5,00 μέτρα με δάπεδο από ασβεστοκονίαμα, που τον οριοθετούν τοίχοι πάχους 45 και 60 εκατοστών, ενώ διακρίνονται και τμήματα πήλινων αγωγών. Πολλοί από τους τοίχους των κτιρίων αυτών σώζονται σε ικανό ύψος, περίπου μισό μέτρο πάνω από τη θεμελίωση, ενώ εντοπίστηκε λίθινο τμήμα, που φέρει ραβδώσεις ημιβυθισμένο, που οι αρχαιολόγοι δεν γνωρίζουν αν πρόκειται για κίονα.
Στόχος της μελλοντικής έρευνας είναι να προσδιοριστεί εάν τα θεμέλια αυτά αποτελούν την προέκταση του αρχαίου παράλιου οικισμού του Κάτω Τρίτους που χρονολογείται, από τον 3ο αι. π.Χ. ως τον 3ο αι. μ.Χ.
Η υποβρύχια αποτύπωση πραγματοποιήθηκε από καταδυτικό κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων αποτελούμενο από την καταδυόμενη Αρχιτέκτονα Αικατερίνη Ταγωνίδου, τον καταδυόμενο Πολιτικό Μηχανικό Αθανάσιο Στεργίου και τον Δύτη Βασίλη Γλέζο, με την αμέριστη βοήθεια του Δήμου Λέσβου.
Στην Τήλο η Εφορεία Εναλίων «βούτηξε» από 29 Οκτωβρίου έως 4 Νοεμβρίου 2011 και επαναπροσδιόρισε δύο ήδη από το παρελθόν εντοπισμένα ναυάγια. Η ύπαρξη των ναυαγίων αυτών στον όρμο των Λιβαδίων της Τήλου, δίνει νέα στοιχεία για τη ναυτική ιστορία του νησιού από τους αρχαίους ακόμα χρόνους. Το ένα ναυάγιο έγινε στο μεσοπόλεμο (εμπίπτει στις διατάξεις αρχαιολογικού νόμου). Το ξύλινο σκαρί του (19 μ. Χ 6 μ.) σώζεται σε καλή κατάσταση. Βρέθηκε σε βάθος 10 μέτρων, 40 περίπου μέτρα νοτιοδυτικά της άκρης του μόλου, και περιείχε διαβρωμένους πυροκροτητές, πολλές δεσμίδες φυσιγγίων, διάφορα σκεύη, κομμάτια του εξοπλισμού του κ.ά. Στην περιοχή, κατά μήκος της βραχώδους ακτής μέχρι το φανό, σε βάθος 20 μ. εντοπίστηκε πλήθος οστράκων αμφορέων (οι περισσότεροι είναι ροδιακοί του 1ου αιώνα) και κεραμικών χρηστικών αγγείων. Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν την ύπαρξη ναυαγίου, θαμμένου στην άμμο.
Βόρειο Ιόνιο
Αγκυρα και εφιαλωμένα πιάτα από το ναυάγιο του 17ου-18ου αι., βάθος 1.260 μ. (Υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας - Ιταλίας.)
Εκπλήξεις έκρυβε η σωστική ενάλια αρχαιολογική έρευνα στο πλαίσιο του έργου κατασκευής του υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας - Ιταλίας «ΠΟΣΕΙΔΩΝ». Συγκεκριμένα, από 11 - 17 Μαΐου διενεργήθηκε από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, ο αρχαιολογικός έλεγχος στην προβλεπόμενη όδευση του υποθαλάσσιου αγωγού στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της νήσου Κέρκυρας και Παξών. Ο έλεγχος έγινε σε όλο το μήκος του αγωγού εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας καλύπτοντας μία έκταση περίπου 200 τ.χλμ. και μέχρι 1.400 μ. βάθος.
Εντοπίσθηκαν και ελέγχθηκαν 12 «στόχοι», από τους οποίους τρεις αποδείχθηκαν ότι ήταν αρχαία και ιστορικά ναυάγια. Το πρώτο ονομάσθηκε «ΠΟΣΕΙΔΩΝ 1» και εντοπίσθηκε σε βάθος 1.180 μ.. Πρόκειται για ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων, κατά μία πρώτη εκτίμηση του 3ου αι. μ.Χ. Ανελκύθηκαν δύο στόμια αφρικανικών αμφορέων, διαφορετικών τύπων, καθώς και ένα μαρμάρινο αγγείο ύψους 30 εκατ.. Από την κινηματογράφηση του ναυαγίου φαίνονται αμφορείς, μαγειρικά σκεύη, τουλάχιστον δύο άγκυρες, μέρος από το έρμα του πλοίου και ίχνη από το σκαρί του πλοίου.
Το δεύτερο ναυάγιο («ΠΟΣΕΙΔΩΝ 2»), εντοπίσθηκε σε βάθος 1.375 μ. και πρόκειται μάλλον για ναυάγιο πλοίου της ίδιας περιόδου με το προηγούμενο. Από το ναυάγιο σώζονται αμφορείς, πινάκια, μαγειρικά σκεύη, καθώς και διάφορα μεταλλικά αντικείμενα, μέρος από το έρμα και πιθανώς το σκαρί του πλοίου. Το τρίτο ναυάγιο («ΠΟΣΕΙΔΩΝ 3») εντοπίσθηκε σε βάθος 1.260 μ. και πρόκειται για πλοίο μάλλον νεότερων χρόνων πιθανώς 17ου-18ουαι. Από το πλοίο σώζεται το σκαρί του, οι σιδερένιες άγκυρες, μαγειρικά και αποθηκευτικά σκεύη και αγγεία (οινοχόες με εφυάλωση, πιάτα, πινάκια, χύτες κ.λπ.).
Σκιάθος - ναυάγιο υστερορωμαϊκών χρόνων
Ηταν η πρώτη έρευνα σε βαθιά νερά στο βόρειο Ιόνιο και αποδεικνύει την μεγάλη συχνότητα διέλευσης πλοίων από την περιοχή, ήδη από την αρχαιότητα. Μάλιστα, τα τρία ναυάγια είναι τα βαθύτερα εντοπισμένα αρχαία ναυάγια της Μεσογείου μέχρι σήμερα. Επιπλέον, η έρευνα αφενός εντόπισε και σε αυτά τα βάθη ίχνη συρόμενων δικτύων, που συχνά προκαλούν καταστροφές σε μη εντοπισμένα ναυάγια, και αφετέρου κατέρριψε τη θεωρία ότι τα αρχαία εμπορικά πλοία έπλεαν πολύ κοντά στις ακτές.
Την επί τόπου διεύθυνση της έρευνας από την πλευρά της ΕΕΑ είχε ο καταδυόμενος αρχαιολόγος Δρ. Δημ. Κουρκουμέλης. Στην όλη έρευνα ήταν σημαντική η συμβολή και η συνεργασία του πληρώματος του «Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ» και των επιστημονικών ομάδων του ΕΛΚΕΘΕ.
Σκιάθος
Σημαντικά αποτελέσματα για την ανάδειξη του ενάλιου αρχαιολογικού πλούτου της Σκιάθου, αποκάλυψε η πρώτη συστηματική υποβρύχια διερεύνηση που πραγματοποιήθηκε στο νησί, υπό την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, από τις 14 - 25 Μαΐου. Ερευνήθηκαν σε μεγάλη έκταση οι θαλάσσιες περιοχές του «παλαιού» λιμανιού της Σκιάθου, με το Ενετικό Φρούριο Μπούρτζι, τους Ταρσανάδες, τον όρμο Πλατανιά με τα Τρουλλονήσια, την Αγία Παρασκευή και την περιοχή της Κεχριάς.
Στο «παλαιό» λιμάνι, η θέση του οποίου συμπίπτει με αυτή του αρχαίου λιμένα, εντοπίστηκε αρχαίος κυματοθραύστης επί του οποίου σώζεται τμήμα μώλου βυζαντινών χρόνων.
Σκιάθος - Βυζαντινοί αμφορείς
Μεγάλος αριθμός κεραμικών οστράκων κυρίως διάσπαρτα τμήματα αμφορέων, εντοπίστηκαν και στη θαλάσσια περιοχή περιμετρικά του Ενετικού Φρουρίου Μπούρτζι καθώς και στη λιμενολεκάνη του «παλαιού» λιμανιού. Τα σημαντικότερα ευρήματα ανελκύστηκαν από το θαλάσσιο χώρο της λιμενολεκάνης (δύο ακέραιοι λύχνοι 4ουκαι 6ουαι., μαρμάρινο τμήμα που φέρει ταινία και άκανθα υστερορωμαϊκών χρόνων και δύο ακέραια αγγεία ύστερων κλασικών χρόνων).
Στη θέση Ταρσανάδες εντοπίστηκαν συστάδες από φορτίο ναυαγίου υστερορωμαϊκών χρόνων. Σε μικρή απόσταση από το «παλαιό» λιμάνι εντοπίστηκε ναυάγιο βυζαντινών χρόνων με κύριο φορτίο καλυπτήρες (κεραμίδες) μαζί με τμήματα βυζαντινών αμφορέων. Στον όρμο Πλατανιά σε μικρή απόσταση από την ακτή, εντοπίστηκε φορτίο ναυαγίου υστερορωμαϊκών χρόνων έντονα συλημένο, το οποίο καταλαμβάνει μεγάλη έκταση από τμήματα αμφορέων πακτωμένα στα βράχια.
Το «ΜΕΝΤΩΡ»
Τέλος, στις 9 Ιουλίου ολοκληρώθηκε, για δεύτερη χρονιά η υποβρύχια έρευνα στο ιστορικό ναυάγιο «ΜΕΝΤΩΡ» στα νοτιοανατολικά Κύθηρα κοντά στον Αυλαίμονα. Το πλοίο μετέφερε τα γλυπτά του Παρθενώνα στην Αγγλία, μέσω Μάλτας και βυθίσθηκε στην είσοδο του λιμένα του Αυλαίμονα στα νοτιοδυτικά Κύθηρα, το Σεπτέμβριο του 1802. Συνεπώς, αποτελεί πάντα το κίνητρο της έρευνας για την πιθανή ανεύρεση άλλων γλυπτών μέσα στην άμμο.
Οργανα ναυσιπλοΐας. Ναυάγιο «ΜΕΝΤΩΡ»
Η φετινή ανασκαφική έρευνα επικεντρώθηκε τόσο στην περιοχή της πρύμνης του, όπου το 2009 και το 2011, είχαν εντοπισθεί διάφορα αντικείμενα του πληρώματος και των επιβατών του πλοίου, όσο και στην αποκάλυψη και στον καθαρισμό τμήματος του σκαριού του πλοίου που φαινόταν να διασώζεται ακόμα σε αρκετά καλή κατάσταση.
Πράγματι αποκαλύφθηκε το σκαρί σε μήκος περίπου 10 μέτρων, προς την πλώρη και διαπιστώθηκε ότι τμήμα της έχει σπάσει στους βράχους του πυθμένα κατά τη βύθιση του πλοίου. Επίσης κατά τον καθαρισμό διαπιστώθηκε ότι σε διάφορα σημεία γύρω από το σκαρί υπάρχουν ευρήματα κυρίως προσωπικά αντικείμενα του πληρώματος ή των επιβατών, αφού βρέθηκαν πολλά κομβία στολών και ενδυμάτων, αλλά και άλλα ευρήματα όπως φιάλες και μία κλεψύδρα.
Κατά την διάρκεια της έρευνας βρέθηκαν πολλά ενδιαφέροντα αντικείμενα όπως όργανα ναυσιπλοΐας, ένας ναυτικός διαβήτης (κουμπάσο), γυάλινα μελανοδοχεία, φορητά μελανοδοχεία, ένα φορητό ρολόι, και μία επιπλέον πιστόλα (η τρίτη συνολικά με τις δύο άλλες που ανελκύθηκαν κατά την έρευνα του 2011), ένας λίθινος σφραγιδόλιθος με παράσταση πυροβόλου, μία χρυσή αλυσίδα και διάφορα διακοσμητικά αντικείμενα. Επίσης βρέθηκαν δύο χρυσά νομίσματα (το ένα του 1788 έχει ταυτισθεί ως Ολλανδικό), τρία αργυρά, σύγχρονα της περιόδου που ναυάγησε το πλοίο, καθώς και δύο αρχαία αργυρά νομίσματα (ένα βοιωτικό και ένα αθηναϊκό, το τελευταίο φαίνεται να είχε χρησιμοποιηθεί ως κόσμημα, αφού φέρει διαμπερή οπή).
Νομίσματα και προσωπικά αντικείμενα επιβατών και πληρώματος του πλοίου. Ναυάγιο «ΜΕΝΤΩΡ»
Μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφικής έρευνας, το ξύλινο σκαρί του πλοίου, για λόγους προστασίας, καλύφθηκε με ειδικό γεωύφασμα.
Για τους αρχαιολόγους, «τα αποτελέσματα της έρευνας, επιφέρουν πέραν του αρχαιολογικού και ιστορικό ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο ναυάγιο, αφού ορισμένα από τα αντικείμενα που έχουν ανασυρθεί μπορούν να ταυτισθούν με υπαρκτά πρόσωπα που επέβαιναν στο πλοίο και τα οποία πιθανώς να σχετίζονται με την υπόθεση της αφαίρεσης των γλυπτών του Παρθενώνα. Ιδιαίτερο επίσης ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός της διατήρησης ενός σημαντικού τμήματος του σκαριού του πλοίου, η μελέτη του οποίου μπορεί να συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση της ναυπήγησης των εμπορικών πλοίων της συγκεκριμένης περιόδου».
Την έρευνα διενήργησε κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, με επιστημονικό υπεύθυνο τον καταδυόμενο αρχαιολόγο Δρ. Δ. Κουρκουμέλη και τους καταδυόμενους υπαλλήλους Λούι Ζαν Μερσενιέ, αρχιτεχνίτη, Μανώλη Τζεφρόνη, δύτη, Θεμιστοκλή Τρουπάκη, τεχνολόγο - μηχανολόγο και Πέτρο Τσαμπουράκη, εργατοτεχνίτη.

Γ.Τ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ