5 Αυγ 2012

Γλυκόλαλη «αλήτισσα», πλουμιστή κυρά...


Γλυκόλαλη «αλήτισσα», πλουμιστή κυρά...
«Ταξίδι» στο μαγικό κόσμο της λατέρνας, με «ξεναγό» τον Πάνο Ιωαννίδη, συγγραφέα του βιβλίου «Λατέρνα - Η αρχόντισσα του δρόμου»
Είναι ένα μουσικό κουτί, που αναβλύζει αναμνήσεις, πολιτισμό, ομορφιά, ιστορία, τέχνη... Ο λόγος για τη λατέρνα, το μουσικό όργανο, που αγαπήθηκε πολύ από τον ελληνικό λαό, συνοδεύοντας για δεκαετίες τους χορούς και τα γλέντια του. Αυτή η γλυκόλαλη αλήτισσα, η πλουμιστή κυρά των δρόμων, που πέρασε για μεγάλο διάστημα στη λήθη, ξαναζωντάνεψε τα τελευταία χρόνια - επτά δεκαετίες μετά από την κατασκευή της τελευταίας, το 1925 - στο εργαστήριο κυλινδρικών οργάνων του Πάνου Ιωαννίδη, στη Νέα Γωνιά της Χαλκιδικής. Μηχανολόγος τεχνικός - χορδιστής πιάνων, ο Π. Ιωαννίδης από το 1990 ξεκίνησε έρευνα για την κατασκευή και αναβίωση της «ελληνικής» λατέρνας και τον εμπλουτισμό του ρεπερτορίου της, ενώ παράλληλα παράγει λατέρνες.
Ο ίδιος είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Λατέρνα - Η αρχόντισσα του δρόμου», που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Music Corner». Το βιβλίο, πέρα από την ιστορία και τις τεχνικές της λατέρνας, περιέχει και CD με 18 ηχογραφήσεις από λατέρνες που έχει κατασκευάσει - η πρώτη συλλογή από μια σειρά που θα ακολουθήσει και αφορά στο πιο ευαίσθητο κομμάτι της λατέρνας, το Πολίτικο τραγούδι.
Γνώστης και λάτρης της λατέρνας - «από τότε που άρχισα να ασχολούμαι μαζί της δεν μπορώ να ξεκολλήσω», λέει - ο Π. Ιωαννίδης είναι ο «ξεναγός» μας σε αυτή τη γοητευτική «συνάντηση» με το άλλοτε δοξασμένο όργανο, «που αξίζει να σταθεί πάλι στα πόδια του».
Μεσουράνησε για οκτώ δεκαετίες
Η ιστορία της λατέρνας (la torno= αυτό που γυρίζει) χάνεται στο χρόνο. Απόγονος μιας ολόκληρης κληρονομιάς αυτομάτων οργάνων, η πρώτη λατέρνα κατασκευάστηκε το 1808 από έναν κατασκευαστή πιάνων στο Bristol της Αγγλίας, ο οποίος έβγαλε τα πλήκτρα και τα αντικατέστησε με έναν κύλινδρο με καρφιά. Κυκλοφόρησε στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Βόρεια Ιταλία και στις Ανατολικές Πολιτείες της Αμερικής.
Το εξώφυλλο του βιβλίου του Πάνου Ιωαννίδη
Εκρηκτική ήταν η εξάπλωσή της ειδικά στις ελληνικές παροικίες και κέντρα (Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Κάιρο, Αλεξάνδρεια, Σμύρνη, Βουκουρέστι κλπ.), με τεχνίτες Ελληνες και Αρμένιους, που έγραψαν ελληνική και ευρωπαϊκή μουσική. «Αρχίζοντας από το 1850», αναφέρει ο Π. Ιωαννίδης, «μεσουράνησε για πάνω από 80 χρόνια στις τότε ελληνικές κοινότητες των αστικών κέντρων, γέμισε τον κόσμο με μουσική - σε μια εποχή που δεν υπήρχε ραδιόφωνο, γραμμόφωνο, τηλεόραση... τίποτα. Ετσι χάραξε τη μουσική του 20ού αιώνα με πάνω από 10.000 όργανα σε κυκλοφορία τότε και με στρατιές "σταμπαδόρων", "εργολάβων κυτίων", "καρφωτών", "μπαλκονάδων"... Για κάθε όργανο 800 περίπου ώρες δουλειάς, για κάθε κύλινδρο 7.000 καρφιά για τα 9 τραγούδια».
Εξαπλώθηκε γρήγορα σε σοκάκια, ταβέρνες, πανηγύρια και σπίτια και γράφτηκαν Σμυρναίικα, δημοτικά, ρεμπέτικα, κανταδόρικα, εθνικά εμβατήρια, ακόμη και πόλκες, μαζούρκες, βαλσάκια και ταγκό, πολλά από τα οποία είναι ανέκδοτα. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις αρχές του 20ού αιώνα υπήρχαν γύρω στις 5.000 λατέρνες σε Κωνσταντινούπολη, Αθήνα και Πειραιά.
Σε μια εποχή που ο κόσμος μπορούσε να ακούσει μουσική μόνο σε κέντρα, γάμους και πανηγύρια, η λατέρνα ήταν η μόνη εναλλακτική λύση, το μαζικό μέσο μουσικής, με την οποία ο κόσμος ψυχαγωγήθηκε, χόρεψε, διασκέδασε, τόνωσε την εθνική του συνείδηση, «άκουσε».
Οργανοποιοί και σταμπαδόροι
Η τεράστια επιτυχία της λατέρνας οφειλόταν σε 2-3 «Φράγκους» Κωνσταντινουπολίτες, τον Τουρκόνι, τον Καρμέλλο και τον Αρμάο, που το 1855 έκαναν ένα δυνατό ξεκίνημα, οργανώνοντας μια γραμμή παραγωγής ευρωπαϊκού προτύπου και συνθέτοντας και γράφοντας αξιόλογη μουσική. Κυκλοφόρησαν λατέρνες από 33 έως 42 «πλήκτρα» και πλήθυναν τα εργαστήρια, οι βιοτεχνίες, οι μαθητές. Υπήρχαν δύο ομάδες ειδικοτήτων: Οι πρώτοι - οι «Οργανοποιοί» - κατασκεύαζαν το όργανο και οι δεύτεροι - οι «Σταμπαδόροι» - έκαναν τα τραγούδια. Οι γνωστότεροι ήταν οι: Τουρκόνι, Αρμάο, Γεωργίου, Καρμέλλο, Μπρίντιζι, Τριπολιτσιώτης, Πολύκαρπος, Παπανδρέου, Ντικράν, Αλή Μπέη, Ευθυμίου, Φωτίου, άνθρωποι που είχαν τεράστια δόξα στην κοινωνία τους.
Λατέρνα σε σφενδάμι (εσωτερικό)
Στην Ελλάδα η λατέρνα μεσουράνησε από τα μισά του 19ου μέχρι σχεδόν τα μισά του 20ού αιώνα: Δούλεψε, έζησε και αγαπήθηκε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου - κάτι που το μαρτυρούν τα πλήθη των οργάνων που κυκλοφόρησαν και η ανεπανάληπτη μουσική κληρονομιά που άφησαν. «Χαρακτηριστικό, του μεγέθους της "πιάτσας" της λατέρνας, είναι ότι στη Θεσσαλονίκη το 1913 (ο πληθυσμός της ήταν περίπου 120.000 κάτοικοι), υπήρχαν 40 λατερνεργάτες καταχωρημένοι στο πρώτο εργατικό συνδικάτο που ιδρύθηκε στην Ελλάδα εκείνη τη χρονιά», αναφέρει ο Π. Ιωαννίδης. «Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν 6 εργαστήρια λατερνών, που το καθένα απασχολούσε 5-10 εργάτες. Οι ειδικότητες, πολλές, για να βγει ολοκληρωμένο όργανο: ο Μαέστρος, ο σταμπαδόρος, ο καρφωτής, ο αρματωτής, ο σαλιγκαρτζής, ο τορναδόρος, ο ξεχονδριστής, ο μαραγκός, ο γραβιετζής. Χαρισματικοί άνθρωποι, αν σκεφτεί κανείς ότι μεγαλούργησαν σε ένα αυταρχικό καθεστώς εργασίας, χωρίς πληροφόρηση, χωρίς δικαιώματα και χωρίς μέσα και εργαλεία. Ακόμη και τις βίδες τους συχνά τις έφτιαχναν λιμάροντας καρφιά, και όλα αυτά ανάμεσα σε πολύ και κακό ανταγωνισμό».
Πέθανε άδοξα
Ο παραγκωνισμός της λατέρνας άρχισε να έρχεται με το γραμμόφωνο και το ραδιόφωνο. Η χαριστική βολή δόθηκε από τον δικτάτορα Μεταξά και τον αρχηγό της αστυνομίας Παπαβραμίδη, οι οποίοι κυνήγησαν τις λατέρνες κατατάσσοντάς τες μαζί με το ρεμπέτικο στις δραστηριότητες του υποκόσμου. Μετά από 70 χρόνια μεγαλείου, πέθανε άδοξα. Το χειρότερο είναι ότι πολλοί τη θυμούνται σα μέσο ζητιανιάς, ενώ αρκετές από αυτές που κυκλοφορούν στους δρόμους είναι «μαϊμούδες» (ξύλινα κουτιά με κασετόφωνα).
Σήμερα υπάρχουν περίπου 200 στην Ελλάδα, οι περισσότερες εκτός λειτουργίας, που χρειάζονται πλήρη ανακατασκευή. Οι τελευταίες λατέρνες κατασκευάστηκαν γύρω στο 1935 από τα εργαστήρια του Πολύκαρπου και του Φωτίου στη Θεσσαλονίκη. Λίγοι σταμπαδόροι συνέχισαν μεταπολεμικά να παράγουν κυλίνδρους και μουσική, όπως ο περίφημος Αρμάο (εγγονός του πρώτου Αρμάο) που συνεργάστηκε και με τον Χατζιδάκι, με τελευταίο τον Τσώνη στις Σέρρες μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα. Οσες λατέρνες επέζησαν μετά τον πόλεμο κακοποιήθηκαν από παλαιοπώλες και ζητιάνους, δίνοντας το στίγμα της φτώχειας και της μιζέριας στο όργανο.
Λατέρνα σε παλιά βελανιδιά
Από τον Ιανουάριο του 1995 κατασκευάζονται εξ ολοκλήρου καινούριες λατέρνες, συνοδευόμενες από καινούριους κυλίνδρους, στο εργαστήριο του Π. Ιωαννίδη. Παράλληλα, με την προσπάθεια για βελτίωση ακουστική, τεχνική και αισθητική του οργάνου, ξεκίνησε καμπάνια για καταγραφή και ηχογράφηση όσων παλιών κυλίνδρων έχουν μείνει - με σκοπό την επανέκδοση σε CD - που αποτελούν μοναδική πολιτιστική κληρονομιά. Επίσης, γίνεται έρευνα για περισσότερα στοιχεία και προσπάθεια για δημιουργία μικρού μουσείου. Ο πρώτος καινούριος κύλινδρος, για να αποκρυπτογραφηθεί, να σπάσει ο κώδικας των παλιών Σταμπαδόρων και να τελειοποιηθεί, χρειάστηκε πάνω από 5.000 ώρες δουλειάς. Δεν υπήρχαν αρχεία, παρτιτούρες, εργαλεία, μήτρες, οδηγίες τίποτα... Για τα 9 τραγούδια του καρφώθηκαν 7.000 καρφιά!
«Η λατέρνα είναι ένα όργανο, που έχει ομορφιά, ενέργεια», λέει ο Π. Ιωαννίδης, τονίζοντας ότι «μπορεί να λειτουργήσει και σήμερα, να ξαναπάρει τη θέση που της ανήκει και της αξίζει».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ