14 Ιαν 2014

«Διαταξικές» συμμαχίες της αστικής τάξης και η στάση των κομμουνιστών και του εργατικού κινήματος

 «Διαταξικές» συμμαχίες της αστικής τάξης και η στάση των κομμουνιστών και του εργατικού κινήματος



Το μεγάλο κεφάλαιο δεν μπορεί να ασκεί την εξουσία του μόνο του. Η συμμαχία με διάφορα στρώματα του πληθυσμού είναι επιβεβλημένη. Καθοριστική είναι φυσικά η μικροαστική τάξη στο σύνολο σχεδόν των εκφάνσεων της. Ωστόσο και μέρος των αγροτών, καθώς και μιας «μικροαστικοποιημένης» (στον τρόπο και την ποιότητα ζωής) μερίδας των εργαζομένων. Με αυτόν τον τρόπο το κεφάλαιο και το αστικό κράτος είναι σε θέση να ασκούν την εξουσία τους απρόσκοπτα και με λιγότερες αντιστάσεις, καθώς υφίσταται μια νομιμοποίηση του καθεστώτος καπιταλιστικής εκμετάλλευσης από ένα μέρος της κοινωνίας. Κατά βάση πρόκειται για την ιδανική άσκηση ταξικής κυριαρχίας, καθώς οι πιο άμεσες μορφές εξουσίας τείνουν συχνά να είναι πιο ασταθείς και ως εκ τούτου παροδικές.


Στην Ελλάδα τέτοιου είδους συμμαχίες στηρίχθηκαν ποικιλοτρόπως από τον αστικό κρατικό μηχανισμό. Έχουμε φυσικά τους διορισμούς, οι οποίοι παίξανε στην μεταδικτατορική Ελλάδα ίσως τον σημαντικότερο ρόλο στην απορρόφηση κοινωνικών κραδασμών. Ωστοσό δεν πρόκειται για την μόνη μορφή. Ο εύκολος δανεισμός, οι διάφορες επιδοτήσεις, μέχρι και η έλειψη «ζλου»εκ μέρους του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και η ανοχή εκ μέρους του κράτους σε κάθε είδους αυθερεσίες ακόμα και πολύ μικρών επιχειρηματιών, δημιούργησαν αρκετά ευνοϊκές συνθήκες για μια μερίδα (και το τονίζουμε ότι πρόκειται μονάχα για μια μερίδα) μικροαστών, οι οποίοι είχαν την δυνατότητα να αποκοπούν από την μισθωτή εργασία και να διάγουν μια ζωή με άνω του μέσου όρου ποιότητα όντας «αφεντικά του ευατού τους». Παρόμοια φαινόμενα υπήρξαν και σε μια ορισμένη, πάλι, μερίδα των αγροτών. Για την εργατική τάξη αρκεί να αναφερθούν στην «εργατική αριστοκρατία», στον εργοδοτικό συνδικαλισμό και γενικά τα οφέλη που συνεπαγόταν η κομματική ταυτότητα.

Ο ίδιος όμως ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής υπονομεύει αυτές τις συμμαχίες. Η ανισόμετρη ανάπτυξη, ο ανταγωνισμός στην παραγωγή, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και εντέλει οι κρίσεις υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης επιβάλουν στο κεφάλαιο την περιοδική διάλυση των δεσμών της με αυτά τα στρώματα του πληθυσμού.

Από αυτήν την εξέλιξη προκύπτει συνήθως ένα ιδιαίτερο κοινωνικό συνονθύλευμα, που αποτελείται από αυτούς τους «απογοητευμένους», «ριγμένους», «αγανακτισμένους» και στο το οποίο παρατηρείται μια τάση συγχώνευσης με τον υπόλοιπο «λαό». Πρόκειται όμως για ένα ιδιαίτερα ασταθές, ετερόκλητο σύνολο χωρίς πραγματική εσωτερική συνοχή. Με άλλα λόγια δεν έχει ταξικό χαρακτήρα ως σύνολο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εργατική τάξη και κομμουνιστικό κόμμα δεν πρέπει να υπερεκτιμούν τον ρόλο του, ούτε να υποτιμούν τον κίνδυνο που ενέχει μια τέτοια κατάσταση.

Το σημαντικότερο είναι ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ενιαία, ομοιογενής ως προς τα ταξικά χαρακτηριστικά ομάδα. Ούτε βέβαια μπορούμε να κρύβουμε τα προβλήματα με την συμπερίληψη της στον λαό, έτσι γενικά. Τα κριτήρια αντιμετώπισης αυτής της ομάδας οφείλουν να είναι όπως πάντα ταξικά. Αυτό όμως δεν αφορά μόνο την θεωρητική ή ρητορική αντιμετώπιση του ζητήματος. Η ίδια οργάνωση πρέπει να γίνει με κριτήρια ταξικά. Αυτό ούτως ή άλλως πρέπει να θεωρείται δεδομένο, αλλά ιδιαίτερα σε τέτοιες καταστάσεις αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Επίσης αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία η πρωτοπορία της εργατικής τάξης στον αγώνα. Η συντριπτική πλειονότητα της εργατικής τάξης δεν μετείχε σε αυτήν την «ανίερη» συμμαχία. Όχι δεν το ήθελε, αλλά γιατί απλά δεν μπορούσε. Γιατί στο έδαφος του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής η εργατική τάξη είναι καθυποταγμένη στο κεφάλαιο και τα μονοπώλια. Γιατί αυτή είναι πολύ απλά η λογική του κεφαλαίου. Κατά συνέπεια τα συμφέροντα της εργατικής τάξης παρέμειναν σταθερά καθ’όλες αυτές τις μετακινήσεις. Σταθερά παραμένουν και τώρα. Τα άλλα στρώματα, ακόμα και τα πιο εξαθλιωμένα, δεν βιώνουν με τον ίδιο τρόπο την ταξική πάλη. Μπορεί να βιώνουν τις συνέπειες της άναρχης παραγωγής, αλλά δεν βιώνουν την ευθεία σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας μέσα στον εργασιακό χώρο. Αυτή η σύγκρουση είναι φυσικό να βιώνεται ακόμα λιγότερο από τα «αγανακτiσμένα» στρώματα που αναφέραμε. Στην συνείδησή τους τείνουν να υπερισχύουν υποκειμενικοί, «πολιτικοί» παράγοντες και όχι αντικειμενικοί, οικονομικοί. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει βέβαια να υιοθετούνται ούτε σε αυτήν την περίπτωση ισοπεδωτικές οπτικές. Πρέπει πάντα να ξεπροβάλει ως καθοριστικό το ταξικό κριτήριο.

Γι’αυτόν όμως τον λόγο βασικό πεδίο πάλης για τους κομμουνιστές παραμένει πάντα ο χώρος εργασίας, δηλαδή ο κατ’εξοχήν τόπος της σύγκρουσης κεφαλαίου και εργατικής τάξης. Η δράση σε όλα τα άλλα πεδιά, χωρίς να παραμελείται, πρέπει να καθορίζεται από τους συσχετισμούς στο πεδίο αυτό της καθοριστικής πάλης της εργατικής τάξης. Μόνο όταν οι συσχετισμοί σε αυτό το πεδίο αλλάξουν προς όφελος των εργαζομένων είναι δυνατόν να επιτευχθούν νίκες.

Οι κομμουνιστές δεν είναι αδιάφοροι προς την αγανάκτηση, την καταστροφή που βιώνουν χιλιάδες ή εκαττομύρια στρώματα του πληθυσμού. Έχουν ωστόσο την γνώση και την πείρα που τους βοηθάει να αποφύγουν διάφορα «πυροτεχνήματα» που πάνε συχνά την κοινωνία και το κίνημα χρόνια ή και δεκαετίες πίσω. 

1 σχόλιο:

TOP READ