16 Οκτ 2017

Η εξειδίκευση του αστικού σχεδιασμού προϋποθέτει βαριές θυσίες του λαού





Η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών, εκφράστηκε και με μαζική συμμετοχή στο συλλαλητήριο των συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλων φορέων της περιοχής
Eurokinissi
Η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών, εκφράστηκε και με μαζική συμμετοχή στο συλλαλητήριο των συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλων φορέων της περιοχής
Στη Λάρισα και από το βήμα του «4ου Αναπτυξιακού Συνεδρίου», συνεχίστηκε στις 10 - 11 Οκτώβρη, η προσπάθεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να πείσει ότι όλοι μαζί, αφεντικά κι εργάτες, μονοπωλιακοί όμιλοι και λαϊκά στρώματα, πρέπει να «συστρατευτούμε για το εθνικό καλό», αυτό της «δίκαιης ή καθόλου ανάπτυξης», κατά τον πρωθυπουργό. Αρκεί, «όλοι εμείς μαζί να έχουμε τη διάθεση για συναινέσεις» με τους εκμεταλλευτές, «να απαλλαγούμε από "αγκυλώσεις"», όπως τα εργατικά και άλλα δικαιώματα, «να συνθέσουμε και να συζητήσουμε, χωρίς τις στρεβλώσεις του παρελθόντος», το πώς θα θωρακίσουμε την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου...
Το δίλημμα είναι ένα
Κοινός τόπος σε όλες τις ομιλίες ήταν η ανάγκη αλλαγής του «στρεβλού παραγωγικού μοντέλου και στη Θεσσαλία». Ο πρωθυπουργός είπε ότι αυτή «η στρέβλωση γέννησε την κρίση, τις παθογένειες, τους ημέτερους», ενώ ο δήμαρχος Λάρισας και στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, Καλογιάννης, είπε ότι «γίναμε σοφότεροι από την πολύμορφη κρίση», γι' αυτό να βάλουμε πλάτη όλοι «με δημοκρατικό διάλογο, για να γίνει η Λάρισα ακόμη πιο ανοιχτή σε επενδύσεις, ιδέες, τουρισμό», αφού «τώρα γνωρίζουμε το μοντέλο που χρεοκόπησε τη χώρα».
Κατά το γνωστό κατασκεύασμα, που σκοπεύει να μπερδέψει το λαό και να τον εγκλωβίζει στους στόχους του κεφαλαίου, η καπιταλιστική οικονομία και κοινωνία γίνεται «μοντέλο», χωρίζεται σε «καλούς» και «κακούς», «ικανούς να διαχειριστούν και ανίκανους», έντιμους και ανέντιμους, κάποιους που έχουν «καλό σχέδιο» (οι ίδιοι) και άλλους (οι προηγούμενοι) που είχαν «στρεβλό».
Οσο κι αν προσπαθούν με «σχήματα», «μοντέλα» και κάλπικες διαχωριστικές γραμμές να κρύψουν τις πραγματικές προτεραιότητες του αστικού σχεδιασμού, πανελλαδικά και στη Θεσσαλία, το πραγματικό δίλημμα δεν παρακάμπτεται. Κι αυτό είναι: Ανάπτυξη για ποιον; Για το κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους, τους μεγαλοαγρότες ή για τους εργαζόμενους, τους φτωχούς αγρότες, τους επαγγελματοβιοτέχνες, το λαό; Το σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση έχει ήδη απαντήσει στο βασικό αυτό ερώτημα...
«Αγροτοβιομηχανικό κέντρο», αλλά για ποιον;
Με βάση τις αστικές προτεραιότητες, που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο, η Θεσσαλία προτάσσεται ως «αγροτοβιομηχανικό και τουριστικό κέντρο» με στόχους «τη μεγιστοποίηση των εξαγωγών, την ανάπτυξη στοχευμένων κλαδικών σχεδίων και επενδύσεων, την αναδιάρθρωση καλλιεργειών, με στροφή μεταξύ άλλων σε αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά»... Η πλειοψηφία των ομιλητών του συνεδρίου ασχολήθηκε με την ανάπτυξη αυτού του στόχου, επιχειρώντας να πείσει ότι «σε μας, τους ...πολίτες, θα αναδιανεμηθεί κοινωνικά η ανάπτυξη, τα οφέλη των επενδύσεων».
Ομως, κανείς δεν είπε, γιατί στις ήδη κερδοφόρες αγροτοδιατροφικές βιομηχανίες της περιοχής, οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν «συμμετέχουν στην αναδιανομή των κερδών», αλλά αντίθετα χτυπιούνται οι Συλλογικές τους Συμβάσεις και οι μισθοί, εντατικοποιείται και γίνεται λάστιχο η δουλειά τους, βιώνουν τη βαρβαρότητα των μνημονίων. Επίσης, κανείς δεν είπε γιατί το τρόφιμο που φτάνει στο τραπέζι της λαϊκής οικογένειας είναι ακριβό, ενώ ταυτόχρονα η τιμή που πουλάει ο αγρότης - παραγωγός είναι εξευτελιστική.
Περιγράψανε επίσης οι περισσότεροι το «νέο μοντέλο» αγρότη ως «σύγχρονο επιχειρηματία από εργάτη γης», «οργανωμένο σε ομάδες παραγωγών, με περιβαλλοντική συνείδηση και καινοτόμες τεχνολογίες».
Σε ποιους απευθύνονται; Στις μεγάλες επιχειρήσεις, αφού αυτοί μπορούν να διαθέσουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για σχέδια βελτίωσης της παραγωγής, «καινοτόμες τεχνολογίες» κ.ο.κ., και όχι βέβαια η μάζα των αγροτών, που «στενάζει» από την πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης, τη φορολεηλασία, την «μπότα» των μεγαλεμπόρων και των αγροτοβιομηχάνων. Σ' αυτούς και γι' αυτούς τους σκοπούς απευθύνονται τα κονδύλια του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης των εκατομμυρίων ευρώ.
Η ίδια η πραγματικότητα, εξάλλου, ακυρώνει την πολιτική φλυαρία που συνόδευσε τα παραπάνω, όπως ότι «όλοι (οι αγρότες) μπορούνε με την στροφή στην ποιότητα, με καινοτόμες δράσεις, με εκπαίδευση και επανεκπαίδευση», να το καταφέρουν αυτό. Η κυβέρνηση της «δίκαιης ανάπτυξης», όμως, πρέπει να απαντήσει γιατί από το 36% του αγροτικού πληθυσμού στη χώρα το 1980, σήμερα έχει απομείνει περίπου το 6% στην αγροτική παραγωγή.
Πρέπει να δώσει απάντηση, γιατί ο μέσος όρος κλήρου στην Ελλάδα σήμερα είναι στα 61 στρέμματα, ενώ πριν από χρόνια ήταν στα 44. Δεν μπορεί εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες να ήταν ανίκανοι για «ορθολογική διαχείριση της παραγωγής», ούτε «τεμπέληδες». Εκτός κι αν είναι και στις χώρες της ΕΕ το ίδιο «τεμπέληδες και ανίκανοι», γιατί στην ΕΕ ο μέσος όρος κλήρου είναι στα 161 στρέμματα.
Καπιταλιστική οικονομία σημαίνει επιτάχυνση των ρυθμών συγκέντρωσης της γης και παραγωγής, ως διαδικασία αντικειμενική, που δεν σταματά, αντίθετα επιταχύνεται με τις συνεργατικές μορφές καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και τις ομάδες παραγωγών, που προκρίνουν κυβέρνηση και ΚΑΠ. Φυσικά, η ταχύτητά της εξαρτάται από μια σειρά παράγοντες, ιστορικούς, γεωγραφικούς, αλλά και την κατάσταση του κινήματος, πόσο καθυστερεί μέτρα που προωθούν αυτήν τη διαδικασία.
Με κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο εντάσσονται και τα έργα υποδομών.
Για παράδειγμα, πλευρά που αφορά ζωτικά την αγροτική παραγωγή και όλη την περιοχή της Θεσσαλίας είναι το έργο της εκτροπής του Αχελώου. Η στάση της κυβέρνησης είναι χαρακτηριστική: Προπαγανδιστικά ο πρωθυπουργός το παρουσίασε ως μη ρεαλιστικό, λόγω των αποφάσεων του ΣτΕ, ενώ η ίδια το έχει υπονομεύσει με κάθε τρόπο. Τα μικρά έργα που εξήγγειλε, είναι η ασπιρίνη, που είναι μεν αναγκαία, όμως δε λύνει το πρόβλημα της άρδευσης, ύδρευσης, τελικά της ερημοποίησης που απειλεί τη Θεσσαλία.
Τα κυβερνητικά στελέχη περηφανεύτηκαν για όσα κάνανε «που δεν μπόρεσαν» οι προηγούμενοι, όπως ο Ε65, η ΠΑΘΕ και άλλα σχετικά με τον κλάδο των μεταφορών, τις ηλεκτροδοτήσεις γραμμών του ΟΣΕ, το λιμάνι του Βόλου, το αεροδρόμιο της περιοχής. Εξήγγειλαν διάφορες μελλοντικές συμπράξεις, κοινοπραξίες και άλλες εμπορικές μορφές, με τον ΟΣΕ, τη ΓΕΩΣΕ, την ΕΡΓΟΣΕ και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας το επόμενο διάστημα.
Αυτά τα έργα είναι απαραίτητα με βάση τις στοχεύσεις τους, για να παίξει η Θεσσαλία «πραγματικό ρόλο διαμετακομιστικού κέντρου» λόγω της θέσης της. Η επίτευξη αυτού του στόχου διασφαλίζει στο εμπορικό, βιομηχανικό και άλλα τμήματα του κεφαλαίου γρήγορη μεταφορά των εμπορευμάτων, πράγμα που σημαίνει και πιο γρήγορη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, δηλαδή πιο γρήγορη κερδοφορία.
Πολλά από αυτά τα έργα είναι απαραίτητα στα λαϊκά στρώματα. Ομως το κριτήριο για την επιλογή τους δεν είναι αυτό. Ενας υπουργός μάλιστα, ειρωνευόμενος προφανώς τα συνθήματα των συνδικαλιστικών οργανώσεων που διαδήλωναν απ' έξω, σημείωσε ότι πρώτα «πρέπει να ανατραπεί το καπιταλιστικό τραπεζικό σύστημα και η ευρωπαϊκή πολιτική που χρηματοδοτεί μ' αυτό τον τρόπο» και μετά «να επιλεγούν έργα, που ικανοποιούν μόνο κοινωνικές ανάγκες».
Επιβεβαίωσε και μ' αυτόν τον τρόπο ότι κριτήριο της όποιας επένδυσης και από την πλευρά του κράτους στον καπιταλισμό, είναι η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων και όχι βέβαια οι λαϊκές ανάγκες. Γι' αυτό και μια σειρά έργα, απαραίτητα για το λαό (π.χ. αντιπλημμυρικά, αντισεισμικά, αντιπυρικά) δεν είναι «επιλέξιμα». Γι' αυτό και όσα φτιάχνονται ο λαός τα χρυσοπληρώνει επανειλημμένα, είτε με τη μορφή της φορολογίας είτε καθημερινά χρησιμοποιώντας τα οδικά δίκτυα, τα μέσα μαζικής μεταφοράς με διόδια, με πανάκριβα εισιτήρια.
Παράλληλα, η διαμόρφωση της Θεσσαλίας και ως «τουριστικού» κέντρου περνά και μέσα από τη γρήγορη ανάπτυξη τέτοιων επενδύσεων στον κλάδο των μεταφορών, «συνδυάζοντας τα κρατικά και κοινοτικά κονδύλια με ιδιωτικά κεφάλαια, κι έτσι αποκαθιστώντας την συκοφαντημένη έννοια της συνεργασίας δημόσιου - ιδιωτικού τομέα».
Αυτές τις προτεραιότητες έθεσε ο υπουργός, μιλώντας για τη χρηματοδότηση των μεγαλοξενοδόχων και γενικά της τουριστικής επιχειρηματικότητας, με προτεραιότητες μάλιστα στο «θρησκευτικό και ιατρικό τουρισμό», υπενθυμίζοντας ότι «η χρονιά σημείωσε ρεκόρ για τη Θεσσαλία». Από αυτό το ρεκόρ, οι εργαζόμενοι της περιοχής στον κλάδο πρέπει να σκεφτούν τι (δεν) κέρδισαν σε δικαιώματα, μισθούς, παροχές, ποιότητα ζωής, όπως και ευρύτερα τα λαϊκά στρώματα σε αναψυχή - διακοπές.
Στην υπηρεσία του κεφαλαίου Εκπαίδευση και Ερευνα
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε «κέντρο επιχειρηματικής καινοτομίας», που θα εγκατασταθεί στην «Κίτρινη αποθήκη», στο Βόλο, με χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους, με σκοπό την ακόμα στενότερη σύνδεση του πανεπιστημίου με τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Με αντίστοιχη λογική, η «Αβερώφειος» Γεωργική Σχολή εντάσσεται σε χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ, στο πλαίσιο του προγράμματος «ερευνώ, επιχειρώ, καινοτομώ», και με την επιδίωξη να παίξει έναν αντίστοιχο ρόλο στην αγροτική οικονομία.
Η σύνδεση της Εκπαίδευσης με την παραγωγή είναι αντικειμενικό ζήτημα σε κάθε κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Το θέμα είναι ποια συμφέροντα εκφράζει αυτή η σύνδεση. Σήμερα, η αξιοποίηση της Ερευνας, των νέων τεχνολογιών, τα «χρηματοδοτικά κίνητρα για τη χρηματοδότηση της Ερευνας και των καινοτομιών» έρχονται να υπηρετήσουν τις προτεραιότητες των επενδυτών, που θα παραγγέλνουν κυριολεκτικά την έρευνα στους κλάδους που τους ενδιαφέρουν, όπως αγροδιατροφικό, τουριστικό, Υγεία, Μεταφορές, Ενέργεια.
Την ίδια στιγμή, ερευνητές, μεταπτυχιακοί, νέοι επιστήμονες, που σπούδασαν με όλες τις δυσκολίες, είναι αυτοί που θα «καινοτομούν» για λογαριασμό των επενδυτών, χωρίς εργασιακά και άλλα δικαιώματα. Ενώ για τη μεγάλη μάζα των φοιτητών, οι σπουδές μετατρέπονται σε ένα όλο και πιο ακριβό εμπόρευμα.
Αυτή η ανάπτυξη έχει την αντίστοιχη έκφραση και στις υπόλοιπες υπηρεσίες, όπως της Υγείας, του Πολιτισμού. Γι' αυτόν το λόγο προτάθηκε, για παράδειγμα, η δημιουργία «ογκολογικού κέντρου έρευνας ανδρονικής θεραπείας» με νέες τεχνολογίες, αλλά δεν ειπώθηκε κουβέντα για την Υγεία ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό, την εμπορευματοποίηση των κρατικών δομών Υγείας. Γι' αυτό η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας βάφτισε «ισχυρό κράτος κοινωνικής προστασίας» τα ψίχουλα για τους εξαθλιωμένους που αφήνει πίσω η αντιλαϊκή πολιτική. Αυτός είναι ο «κοινωνικός χαρακτήρας» του κράτους, απόλυτα συνεπής με τις ανάγκες της τάξης που αυτό υπηρετεί.
Στη μάχη με τα συμπεράσματά μας
Η γοητευτική ετικέτα που δώσανε στην περιοχή ως «πυλώνα» του εθνικού αναπτυξιακού τους σχεδίου, επιχειρεί να σπείρει για ακόμη μια φορά τη μαζική παραπλάνηση ότι «κάτι καλύτερο θα έρθει» ή έστω την πλάνα ελπίδα «μήπως κάτι μπορεί να αλλάξει, πόσο χειρότερα μπορούν να πάνε τα πράγματα».
Η κυβέρνηση απευθύνεται σε όλους εκείνους και εκείνες, που μαζί με τις προηγούμενες κυβερνήσεις μετέτρεψαν σε υποζύγια, που κουβαλάμε τα μνημόνια και τις «εποπτείες», τα χρέη και τα ελλείμματα της τάξης που υπηρετούν. Ποντάρει στην υποχώρηση του κινήματος, στην απογοήτευση, στις χαμηλές απαιτήσεις, στο ότι οι παραγωγοί του πλούτου δεν έχουν αποφασίσει να μπούνε στον ταξικό αγώνα. Οι θυσίες που τους ζητά είναι χωρίς ημερομηνία λήξης.
Στον ίδιο κόσμο απευθυνόμαστε κι εμείς, μ' αυτόν επιδιώκουμε να συζητήσουμε τη διέξοδο που προτείνει το Κόμμα μας. Οι Κομματικές Οργανώσεις στη Θεσσαλία, ενόψει και του «αναπτυξιακού συνεδρίου», οργάνωσαν πολιτικές εξορμήσεις στους χώρους δουλειάς, στις πόλεις και τα χωριά της περιοχής, συζήτησαν με χιλιάδες εργαζόμενους και ανθρώπους των λαϊκών στρωμάτων. Η δουλειά αυτή εκφράστηκε και στην αγωνιστική απάντηση που δόθηκε με τη μαζική πανθεσσαλική κινητοποίηση ταξικών - αγωνιστικών φορέων στη Λάρισα.
Είναι μπροστά μας αυτή η συζήτηση μέσα στο κίνημα, είναι στο χέρι μας να την κρατήσουμε ζεστή, φτάνοντας πλατιά στην εργατική τάξη. Είναι στο χέρι μας η δουλειά μας να γίνει πιο αποτελεσματική ώστε να εμπνέει, να πείθει, τελικά να εντάσσει περισσότερους εργαζόμενους, αγρότες, νέους στην πάλη, στον οργανωμένο αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο και τους σχεδιασμούς του.

Της
Μαρίας ΓΑΒΑΛΑ*
* Η Μαρία Γαβαλά είναι μέλος της ΚΕ και του Γραφείου της ΕΠ Θεσσαλίας του ΚΚΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ