Το μακελειό στη Φλόριντα με τους πυροβολισμούς ενός 19χρονου που άησε
στον τόπο δεκάδες συμμαθητές του, ήταν το όγδοο αντίστοιχο περιστατικό
από τις αρχές του χρόνου -κι είμαστε ακόμα στο Φλεβάρη. Σύμπτωση που
επαναλαμβάνεται, παύει να είναι τέτοια και αποδεικνύει πως κάτι σάπιο
υπάρχει στη “χώρα της ελευθερίας”.
Συχνά, στο δημόσιο λόγο μπαίνει στο στόχαστρο ως αίτιο των επαναλαμβανόμενων περιστατικών αιματηρής βίας, η ελευθερία της οπλοκατοχής για τους πολίτες των ΗΠΑ. Χωρίς να μπούμε στην ουσία της εκτίμησης αυτής ή σε μια διαδικασία υπεράσπισης του συγκεκριμένου δικαιώματος, περιοριζόμαστε να σημειώσουμε πόσο αποπροσαντολιστικό ή και υποκριτικό είναι να το ιεραρχεί κανείς ψηλά στην ανάλυσή του, ως παράγοντα, από τη στιγμή πχ που ένα μεγάλο ποσοστό δολοφονιών διενεργούνται από τις νόμιμες αρχές και τα αστυνομικά τους όργανα, που αδειάζουν τα πιστόλια τους για πλάκα στον κόσμο και πυροβολούν στο ψαχνό για ψύλλου πήδημα και προπαντός για τη δική μας ασφάλεια.
Το όπλο είναι ένα εργαλείο και δεν μπορεί να ευθύνεται από μόνο του για τους τρόπους χρήσης του. Το μαχαίρι -όπως και το πιστόλι- δεν είναι από μόνο του φονικό εργαλείο, χωρίς το χρήστη που ενεργεί συγκεκριμένα με αυτό.
Η σαπίλα στη “χώρα της ελευθερίας” δεν ξεκινά από την οπλοκατοχή, αλλά από μια βαθύτερη, συνολική νοοτροπία – κουλτούρα που καλλιεργείται γύρω από τα όπλα και τη χρήση τους, μέσα από χίλια ρυάκια. Βιντεοπαιχνίδια με ήρωες που σκοτώνουν τους κακούς, ταινίες και σειρές με αντίστοιχη θεματολογία και “καλούς μπάτσους” που ξεπαστρεύουν το κακό και όλο τον κόσμο, για να σώσουν τον κόσμο, κοκ.
Και προπαντός η λογική του ατομισμού, που θέλει τον άνθρωπο να είναι λύκος για τους συνάνθρωπούς του, αν θέλει να επιβιώσει, πατώντας πάνω στα πτώματα άλλων. Η στρεβλή ανάδειξη ενός καταπατημένου “εγώ” -σε μια κοινωνία που αποθεώνει διάφορα “εγώ” αλλά ποτέ ολοκληρωμένες προσωπικότητες- που βιώνει υπαρξιακά κενά και τα εκφράζει ως μίσος για τους άλλους, για την κοινωνία ως σύνολο.
Οτιδήποτε από τα παραπάνω -και όλα αυτά μαζί- μπορει να βρίσκεται στον πυρήνα τέτοιων πράξεων, ακόμα και ως κραυγή αγωνίας για προσοχή και “δημοσιότητα”. Και η οπλοκατοχή έρχεται απλά να κουμπώσει στα παραπάνω και να τα διευκολύνει, όχι όμως να τα προκαλέσει ως κινούν αίτιο.
Όσο ο νοσηρός πυρήνας παραμένει, τα συμπτώματα ασφαλώς δεν μπορούν να καταπολεμηθούν. Και οι καταδίκες και τα ευχολόγια θα ακούγονται ως κούφια νανουρίσματα, καθώς περιμένουμε το ένατο αντίστοιχο περιστατικό για να καταγραφεί στη στατιστική.
Συχνά, στο δημόσιο λόγο μπαίνει στο στόχαστρο ως αίτιο των επαναλαμβανόμενων περιστατικών αιματηρής βίας, η ελευθερία της οπλοκατοχής για τους πολίτες των ΗΠΑ. Χωρίς να μπούμε στην ουσία της εκτίμησης αυτής ή σε μια διαδικασία υπεράσπισης του συγκεκριμένου δικαιώματος, περιοριζόμαστε να σημειώσουμε πόσο αποπροσαντολιστικό ή και υποκριτικό είναι να το ιεραρχεί κανείς ψηλά στην ανάλυσή του, ως παράγοντα, από τη στιγμή πχ που ένα μεγάλο ποσοστό δολοφονιών διενεργούνται από τις νόμιμες αρχές και τα αστυνομικά τους όργανα, που αδειάζουν τα πιστόλια τους για πλάκα στον κόσμο και πυροβολούν στο ψαχνό για ψύλλου πήδημα και προπαντός για τη δική μας ασφάλεια.
Το όπλο είναι ένα εργαλείο και δεν μπορεί να ευθύνεται από μόνο του για τους τρόπους χρήσης του. Το μαχαίρι -όπως και το πιστόλι- δεν είναι από μόνο του φονικό εργαλείο, χωρίς το χρήστη που ενεργεί συγκεκριμένα με αυτό.
Η σαπίλα στη “χώρα της ελευθερίας” δεν ξεκινά από την οπλοκατοχή, αλλά από μια βαθύτερη, συνολική νοοτροπία – κουλτούρα που καλλιεργείται γύρω από τα όπλα και τη χρήση τους, μέσα από χίλια ρυάκια. Βιντεοπαιχνίδια με ήρωες που σκοτώνουν τους κακούς, ταινίες και σειρές με αντίστοιχη θεματολογία και “καλούς μπάτσους” που ξεπαστρεύουν το κακό και όλο τον κόσμο, για να σώσουν τον κόσμο, κοκ.
Και προπαντός η λογική του ατομισμού, που θέλει τον άνθρωπο να είναι λύκος για τους συνάνθρωπούς του, αν θέλει να επιβιώσει, πατώντας πάνω στα πτώματα άλλων. Η στρεβλή ανάδειξη ενός καταπατημένου “εγώ” -σε μια κοινωνία που αποθεώνει διάφορα “εγώ” αλλά ποτέ ολοκληρωμένες προσωπικότητες- που βιώνει υπαρξιακά κενά και τα εκφράζει ως μίσος για τους άλλους, για την κοινωνία ως σύνολο.
Οτιδήποτε από τα παραπάνω -και όλα αυτά μαζί- μπορει να βρίσκεται στον πυρήνα τέτοιων πράξεων, ακόμα και ως κραυγή αγωνίας για προσοχή και “δημοσιότητα”. Και η οπλοκατοχή έρχεται απλά να κουμπώσει στα παραπάνω και να τα διευκολύνει, όχι όμως να τα προκαλέσει ως κινούν αίτιο.
Όσο ο νοσηρός πυρήνας παραμένει, τα συμπτώματα ασφαλώς δεν μπορούν να καταπολεμηθούν. Και οι καταδίκες και τα ευχολόγια θα ακούγονται ως κούφια νανουρίσματα, καθώς περιμένουμε το ένατο αντίστοιχο περιστατικό για να καταγραφεί στη στατιστική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου