29 Ιαν 2012

Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850


Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850
ΙΙ. 13 ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ 1849
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Από το 1830, η αστικοδημοκρατική ομάδα, με τους συγγραφείς της, τους εκπροσώπους της, τις αξίες της, τις φιλοδοξίες της, τους βουλευτές της, τους στρατηγούς της, τους τραπεζίτες και τους δικηγόρους της, συγκεντρώθηκε γύρω από μια παρισινή εφημερίδα, τη Νασιονάλ. Η εφημερίδα αυτή είχε τις δικές της εκδόσεις στις επαρχίες. Η κλίκα τηςΝασιονάλ ήταν η δυναστεία της τρίχρωμης δημοκρατίας. Κατέλαβε αμέσως όλα τα κρατικά αξιώματα, τα υπουργεία, τη διεύθυνση της αστυνομίας, τη διεύθυνση των ταχυδρομείων, τις θέσεις των νομαρχών, τις θέσεις των ανώτερων αξιωματικών που είχαν μείνει κενές στο στρατό. Επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας βρισκόταν ο στρατηγός της, ο Καβενιάκ, και ο αρχισυντάκτης της Μαράστ έγινε ο μόνιμος πρόεδρος της συντακτικής εθνοσυνέλευσης. Στα σαλόνια του, σαν τελετάρχης, απέδιδε τιμές εξ ονόματος της «καθώς πρέπει» δημοκρατίας.
(...)
Η πρώτη πράξη της συντακτικής εθνοσυνέλευσης ήταν ο διορισμός μιας ανακριτικής επιτροπής γιατα γεγονότα του Ιούνη και της 15ης του Μάη, και για τη συμμετοχή των ηγετών του σοσιαλιστικού και του δημοκρατικού κόμματος στα γεγονότα αυτών των ημερών. Η ανάκριση στρεφόταν άμεσα ενάντια στον Λουί Μπλαν, τον Λεντρί - Ρολέν και τον Κοσιντιέρ. Οι αστοί δημοκράτες φλογίζονταν από ανυπομονησία να ξεφορτωθούν τους αντιπάλους αυτούς. Την ικανοποίηση της μνησικακίας τους δεν μπορούσαν να την εμπιστευθούν σε πιο κατάλληλο υποκείμενο από τον κ. Οντιλόν Μπαρό, τον πρώην αρχηγό της δυναστικής αντιπολίτευσης, την ενσάρκωση του φιλελευθερισμού, το μεγαλόπρεπο μηδενικό (nullite grave), την εμβριθή επιπολαιότητα που δεν είχε να εκδικηθεί μονάχα μια δυναστεία, αλλά και να ζητήσει λογαριασμό από τους επαναστάτες για τη ματαίωση μιας πρωθυπουργίας.

(...)
Το σχέδιο για φορολογία του κεφαλαίου, που είχε συλλάβει η προσωρινή κυβέρνηση και που το υιοθέτησε ξανά ο Γκουτσό - με τη μορφή ενός ενυπόθηκου δανείου - απορρίφθηκε από τη συντακτική συνέλευση. Ο νόμος που περιόριζε τη μέρα εργασίας σε δέκα ώρες καταργήθηκε. Η φυλάκιση για χρέη μπήκε ξανά σ' εφαρμογή, αποκλείστηκε η συμμετοχή στο σώμα των ενόρκων μεγάλου τμήματος του γαλλικού πληθυσμού που δεν ξέρει ούτε ανάγνωση, ούτε γραφή. Γιατί όχι κι από το δικαίωμα ψήφου; Ξαναεφαρμόστηκε η κατάθεση χρηματικής εγγύησης για τις εφημερίδες. Περιορίστηκε το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
Στη βιασύνη τους όμως να ξαναδώσουν πίσω στις παλιές αστικές σχέσεις τις παλιές τους εγγυήσεις και να εξαλείψουν κάθε ίχνος που άφησαν πίσω τους τα κύματα της επανάστασης, οι αστοί δημοκράτες σκόνταψαν σε μιαν αντίσταση που τους «απειλούσε» με αναπάντεχο κίνδυνο.
Κανένας δεν είχε αγωνιστεί στις μέρες του Ιούνη για τη σωτηρία της ιδιοκτησίας και για την αποκατάσταση της πίστης πιο φανατικά από τους Παρισινούς μικροαστούς - τους καφετζήδες, τους εστιάτορες, τους ταβερνιάρηδες, τους μικρεμπόρους, πραματευτάδες, επαγγελματίες κ.λπ. Το μαγαζί ανασκουμπώθηκε και βάδισε ενάντια στο οδόφραγμα για ν' αποκαταστήσει την κυκλοφορία που οδηγεί από το δρόμο στο μαγαζί. Πίσω όμως από το οδόφραγμα στέκονταν οι πελάτες κι οι οφειλέτες, μπρος του οι πιστωτές του μαγαζιού. Κι όταν τα οδοφράγματα γκρεμίστηκαν και οι εργάτες συντρίφτηκαν, κι όταν οι μαγαζάτορες, μεθυσμένοι από τη νίκη, έτρεξαν πίσω στα μαγαζιά τους, βρήκαν την είσοδο φραγμένη από ένα σωτήρα της ιδιοκτησίας, έναν επίσημο πράκτορα της πίστης, που τους παρουσίαζε τις απειλητικές επιστολές: ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο! ληξιπρόθεσμο νοίκι! ληξιπρόθεσμη τραβηχτική! χρεοκοπημένο μαγαζί! χρεοκοπημένος μαγαζάτορας!

Διάσωση της ιδιοκτησίας! Ομως το σπίτι όπου κατοικούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Το μαγαζί που φυλάγανε δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Τα εμπορεύματα που πουλούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Ούτε το μαγαζί τους, ούτε το πιάτο όπου τρώγανε, ούτε το κρεβάτι όπου κοιμούνταν ανήκαν πια σ' αυτούς. Απ' αυτούς ακριβώς έμπαινε ζήτημα να σωθεί αυτή η ιδιοκτησία προς όφελος του ιδιοκτήτη που τους είχε νοικιάσει το σπίτι, του τραπεζίτη που τους είχε προεξοφλήσει το γραμμάτιο, του κεφαλαιούχου που τους είχε δανείσει μετρητά χρήματα, του εργοστασιάρχη που είχε εμπιστευθεί σ' αυτούς τους λιανοπωλητές εμπορεύματα για πούληση, προς όφελος του μεγαλέμπορα που είχε δώσει επί πιστώσει τις πρώτες ύλες σ' αυτούς τους επαγγελματίες. Αποκατάσταση της πίστης! Μα η ξαναδυναμωμένη πίστη αποδείχτηκε ένας ζωηρός και γεμάτος ζήλο θεός, ακριβώς γιατί έδιωξε από τους τέσσερις τοίχους του τον αναξιόχρεο οφειλέτη μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά του, παραδίνοντας την εικονική ιδιοκτησία του στο κεφάλαιο και ρίχνοντας τον ίδιο στη φυλακή για χρέη, στη φυλακή που ξαναϋψώθηκε απειλητικά πάνω από τα πτώματα των εξεγερμένων του Ιούνη.
Οι μικροαστοί είδαν με τρόμο ότι τσακίζοντας τους εργάτες παραδώσανε τους εαυτούς τους χωρίς αντίσταση στα χέρια των πιστωτών τους. Η χρεοκοπία τους, που από το Φλεβάρη και ύστερα κέρδιζε χρόνο και που είχε φαινομενικά αγνοηθεί, κηρύχτηκε ανοιχτά ύστερα από τον Ιούνη.

Η ονομαστική ιδιοκτησία τους είχε αφεθεί απείραχτη τόσο καιρό, όσο χρειαζόταν για να τους οδηγήσουν στο πεδίο της μάχης, εν ονόματι της ιδιοκτησίας. Τώρα που είχε ξεκαθαριστεί ο μεγάλος λογαριασμός με το προλεταριάτο, μπορούσε να ξαναξεκαθαριστεί κι ο μικρός λογαριασμός με τον μπακάλη. Στο Παρίσι, το συνολικό ποσό των γραμματίων που εκκρεμούσε η πληρωμή τους ήταν πάνω από 21 εκατομμύρια φράγκα, στις επαρχίες πάνω από 11 εκατομμύρια. Οι ιδιοκτήτες άνω των 7.000 εμπορικών επιχειρήσεων του Παρισιού δεν είχαν πληρώσει το νοίκι τους από το Φλεβάρη.
(...)
Στο πρώτο σχέδιο Συντάγματος που καταρτίστηκε πριν από τις μέρες του Ιούνη, βρισκόταν ακόμα το «droit au travail», το δικαίωμα στην εργασία, η πρώτη αδέξια διατύπωση όπου συνοψίζονται οι επαναστατικές αξιώσεις του προλεταριάτου. Αυτό μετατράπηκε στο droit a l' assistance, στο δικαίωμα να παίρνει βοήθημα απ' το δημόσιο. Και ποιο σύγχρονο κράτος δεν τρέφει τους απόρους του με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο; Το δικαίωμα στην εργασία είναι, με την αστική έννοια, ένας παραλογισμός, ένας άθλιος, ευσεβής πόθος. Πίσω όμως απ' το δικαίωμα στην εργασία κρύβεται η βία πάνω στο κεφάλαιο, πίσω απ' τη βία πάνω στο κεφάλαιο η ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής, η υπαγωγή τους στην οργανωμένη εργατική τάξη, επομένως, η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, του κεφαλαίου και των αμοιβαίων σχέσεών τους. Πίσω απ' το «δικαίωμα στην εργασία» βρισκόταν η εξέγερση του Ιούνη. Η συντακτική συνέλευση, που έθετε ουσιαστικά το επαναστατικό προλεταριάτο εκτός νόμου, ήταν για λόγους αρχής υποχρεωμένη να βγάλει τη διατύπωση του δικαιώματος εργασίας απ' το Σύνταγμα, αυτό το νόμο των νόμων, ήταν υποχρεωμένη να ρίξει το ανάθεμα στο «δικαίωμα στην εργασία».
Στις 21 του Μάρτη, στην ημερήσια διάταξη της εθνοσυνέλευσης βρισκόταν το νομοσχέδιο του Φοσέ ενάντια στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι: Η κατάργηση των λεσχών. Το άρθρο 8 του Συντάγματος εγγυάται σ' όλους τους Γάλλους το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Η απαγόρευση των λεσχών ήταν, λοιπόν, μια αναμφισβήτητη παραβίαση του Συντάγματος, και η συντακτική η ίδια έπρεπε να ευλογήσει τη βεβήλωση των αγίων της. Οι λέσχες όμως ήταν τα σημεία συγκέντρωσης, τα συνωμοτικά κέντρα του επαναστατικού προλεταριάτου. Η ίδια η εθνοσυνέλευση είχε απαγορεύσει το συνασπισμό των εργατών ενάντια στους κεφαλαιοκράτες τους. Και οι λέσχες, τι άλλο ήταν παρά ένας συνασπισμός ολόκληρης της εργατικής τάξης ενάντια σ' ολόκληρη την αστική τάξη, η συγκρότηση ενός εργατικού κράτους ενάντια στο αστικό κράτος; Μήπως δεν ήταν άλλες τόσες συντακτικές συνελεύσεις του προλεταριάτου και άλλες τόσες ετοιμοπόλεμες στρατιωτικές μονάδες της εξέγερσης; Εκείνο που έπρεπε πριν απ' όλα να θεσπίσει το Σύνταγμα, ήταν η κυριαρχία της αστικής τάξης. Είναι φανερό, λοιπόν, πως με το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, το Σύνταγμα μπορούσε να εννοεί μόνο τα σωματεία που βρίσκονταν σε αρμονία με την κυριαρχία της αστικής τάξης, δηλαδή με το αστικό καθεστώς. Αν, για λόγους θεωρητικής ευπρέπειας, το Σύνταγμα εκφραζόταν γενικά, δεν υπήρχαν τάχα η κυβέρνηση και η εθνοσυνέλευση για να το ερμηνεύσουν και να το εφαρμόσουν σε κάθε ειδική περίπτωση; Και αν στην προκατακλυσμιαία εποχή της δημοκρατίας, οι λέσχες απαγορεύονταν ουσιαστικά από την κατάσταση πολιορκίας, δε θα έπρεπε μήπως ν' απαγορεύονται από το νόμο, στην ταχτοποιημένη, συγκροτημένη δημοκρατία; Οι τρίχρωμοι δημοκράτες δεν είχαν τίποτε άλλο ν' αντιτάξουν σ' αυτή την πεζή ερμηνεία του Συντάγματος εκτός από την εμφαντική φρασεολογία του Συντάγματος. Ενα μέρος απ' αυτούς, οι Πανιέρ, Ντικλέρ κ.λπ., ψήφισαν για την κυβέρνηση και της εξασφάλισαν έτσι την πλειοψηφία. Το άλλο μέρος, με τον αρχάγγελο Καβενιάκ και τον πατέρα της εκκλησίας Μαράστ επικεφαλής, όταν εγκρίθηκε το άρθρο για την απαγόρευση των λεσχών, αποσύρθηκε σε μια ιδιαίτερη αίθουσα του γραφείου, μαζί με τον Λεντρί - Ρολέν και τους ορεινούς - «και αντάλλαξαν γνώμες». Η εθνοσυνέλευση είχε παραλύσει: Δεν είχε πια απαρτία. Στην κατάλληλη στιγμή, στα γραφεία της επιτροπής, ο κ. Κρεμιέ θυμήθηκε ότι από δω μπορεί κανείς να πάει κατευθείαν στο δρόμο, κι ότι τώρα δεν ήταν πια Φλεβάρης του 1848, αλλά Μάρτης του 1849. Το κόμμα της Νασιονάλ, ξαφνικά φωτίστηκε και γύρισε πίσω στην αίθουσα των συνεδριάσεων της εθνοσυνέλευσης και από πίσω του ακολούθησαν οι ορεινοί, εξαπατημένοι για μιαν ακόμα φορά, που ενώ τυραννιούνταν διαρκώς από επαναστατικές διαθέσεις, επιζητούσαν επίσης διαρκώς συνταγματικές δυνατότητες κι ένιωθαν τον εαυτό τους ακόμα περισσότερο στη θέση του όταν βρίσκονταν πίσω από τους αστούς δημοκράτες παρά όταν βρίσκονταν μπροστά στο επαναστατικό προλεταριάτο. Ετσι παίχτηκε η κωμωδία. Και η συντακτική η ίδια είχε θεσπίσει ότι η παραβίαση του γράμματος του Συντάγματος αποτελεί τη μόνη πιστή πραγματοποίηση του πνεύματός του.
Δεν έμενε να κανονιστεί παρά ένα μόνο σημείο, η σχέση της συγκροτημένης δημοκρατίας με την ευρωπαϊκή επανάσταση, η εξωτερική πολιτική της. Στις 8 του Μάη 1849 επικρατούσε μια ασυνήθιστη έξαψη στη συντακτική, που ζούσε τις τελευταίες της μέρες. Η επίθεση του γαλλικού στρατού ενάντια στη Ρώμη, η απόκρουσή του από τους Ρωμαίους, η πολιτική του ατίμωση και η στρατιωτική του καταισχύνη, η άνανδρη δολοφονία της δημοκρατίας της Ρώμης από τη γαλλική δημοκρατία, δηλαδή η πρώτη ιταλική εκστρατεία του δεύτερου Βοναπάρτη βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη. Οι ορεινοί είχαν για μιαν ακόμα φορά παίξει το μεγάλο τους ατού: Ο Λεντρί - Ρολέν είχε καταθέσει στο προεδρικό τραπέζι την απαραίτητη μήνυση ενάντια στην κυβέρνηση, κι αυτή τη φορά ενάντια και στον Βοναπάρτη, για παραβίαση του Συντάγματος.
(...)
Στις 28 του Μάη συνήλθε η νομοθετική συνέλευση. Στις 11 του Ιούνη επαναλήφθηκε η σύγκρουση της 8 του Μάη και, στο όνομα των ορεινών, ο Λεντρί - Ρολέν έκανε μήνυση ενάντια στον πρόεδρο και την κυβέρνηση για παραβίαση του Συντάγματος, για το βομβαρδισμό της Ρώμης. Στις 12 του Ιούνη, η νομοθετική συνέλευση απέρριψε τη μήνυση ακριβώς όπως την είχε απορρίψει στις 11 του Μάη η συντακτική συνέλευση, μα τη φορά αυτή το προλεταριάτο έσπρωξε τους ορεινούς στους δρόμους, όχι όμως σε οδομαχίες, αλλά μονάχα σε μια παρέλαση. Αρκεί να ειπωθεί ότι οι ορεινοί βρίσκονταν επικεφαλής αυτής της κίνησης, για να ξέρουμε ότι το κίνημα νικήθηκε και ότι ο Ιούνης του 1849 ήταν μια γελοιογραφία τόσο καταγέλαστη όσο και τιποτένια του Ιούνη του 1848. Η μεγάλη υποχώρηση της 13 του Ιούνη δεν επισκιάστηκε παρά από την ακόμα μεγαλύτερη έκθεση της μάχης του Σανγκαρνιέ, του μεγάλου άνδρα που ξεφούρνισε το κόμμα της τάξης. Κάθε κοινωνική εποχή χρειάζεται τους μεγάλους άνδρες της κι όταν δεν τους βρίσκει, τους εφευρίσκει, όπως λέει κι ο Ελβέτιος.
Στις 20 του Δεκέμβρη υπήρχε μονάχα το πρώτο μισό της συγκροτημένης αστικής δημοκρατίας, ο πρόεδρος. Στις 28 του Μάη συμπληρώθηκε με το άλλο μισό, με τη νομοθετική συνέλευση. Τον Ιούνη του 1848 η διαμορφωμένη αστική δημοκρατία είχε χαράξει τη μέρα της γέννησής της στο μητρώο της Ιστορίας με μιαν απερίγραπτη μάχη ενάντια στο προλεταριάτο, και τον Ιούνη του 1849, την είχε χαράξει η συγκροτημένη αστική δημοκρατία με μιαν ακατονόμαστη κωμωδία που έπαιξε με τη μικροαστική τάξη. Ο Ιούνης του 1849 ήταν η Νέμεση του Ιούνη του 1848. Τον Ιούνη του 1849 δε νικήθηκαν οι εργάτες, μα πέσανε οι μικροαστοί που στέκονταν ανάμεσα σ' αυτούς και στην επανάσταση. Ο Ιούνης του 1849 δεν ήταν η αιματηρή τραγωδία ανάμεσα στη μισθωτή εργασία και στο κεφάλαιο, μα το γεμάτο με φυλακές αξιοθρήνητο δράμα, που παίχτηκε ανάμεσα στον οφειλέτη και τον πιστωτή. Το κόμμα της τάξης είχε νικήσει, ήταν παντοδύναμο, έπρεπε τώρα να δείξει τι ήταν!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ