ΛΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΑ
ΕΡΓΑΤΙΚΑ - ΛΑΪΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Στις σημερινές συνθήκες μιας ανελέητης στην κυριολεξία επίθεσης από το κεφάλαιο διεθνώς και στη χώρα μας αυτό που απαντάμε σαν Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας είναι ότι υπάρχει λύση. Η λύση που προτείνουμε είναι η οικοδόμηση του Λαϊκού Μετώπου που με τον αγώνα του θ’ ανοίξει το δρόμο, θα επιβάλλει τη Λαϊκή Εξουσία για να οικοδομηθεί στη χώρα μας η Λαϊκή Οικονομία. Και αυτές οι ιδέες στηρίζονται στις αντικειμενικές δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα. Οι στόχοι της Λαϊκής Οικονομίας είναι ρεαλιστικοί και γιατί υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις και γιατί είναι οι μοναδικοί που μπορούν να αποτελέσουν τον άλλο δρόμο που είναι απαραίτητος για τα λαϊκά στρώματα, την εργατική τάξη, για όλη τη φτωχολογιά της χώρας μας.
Νομίζω ότι με τη σημερινή μας συζήτηση για τη Λαϊκή Οικονομία μπορούμε να εμβαθύνουμε ακόμα περισσότερο σε αυτή τη θέση που έχει διατυπώσει το Κόμμα μας, και εσείς θα συμβάλλετε σημαντικά. Αυτή τη θέση επεξεργάστηκε ακόμα περισσότερο το 16ο Συνέδριο σαν μόνη ρεαλιστική λύση που πραγματικά μπορεί να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των εργαζομένων και γενικότερα του λαού, στηριγμένο στο ίδιο το Πρόγραμμα του Κόμματός μας και στη μεγάλη εμπειρία που έχει αποκτήσει σε όλη την ιστορία του και ιδιαίτερα στα χρόνια που μεσολάβησαν από το προηγούμενο συνέδριο.
Είναι γνωστό ότι ως κόμμα έχουμε την εκτίμηση ότι για την ελληνική κοινωνία τις τελευταίες δεκαετίες γίνονται φανεροί δύο δρόμοι εξέλιξης. Ο ένας δρόμος είναι αυτός που ζούμε καθημερινά που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλίων, των καπιταλιστών, γενικά σε βάρος του λαού. Είναι ο δρόμος, δηλαδή, της προσαρμογής και υποταγής στις αντεργατικές αντιλαϊκές επιλογές της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών. Αυτός είναι ο δρόμος που ζούμε. Ο άλλος δρόμος που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού, είναι ο δρόμος της συγκρότησης του Αντιμονοπωλιακού, Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου πάλης, που μπορεί να δώσει προοπτική στην εργατική τάξη, στα μικρομεσαία λαϊκά στρώματα της πόλης και του χωριού, και στη νεολαία. Αυτός ο δρόμος εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ελληνικού λαού.
Δεν υπάρχει, τονίζουμε και η ζωή το έχει αποδείξει, δεν υπάρχει κάποιος ενδιάμεσος δρόμος, ένας δρόμος υπερταξικός ή ο «τρίτος δρόμος» όπως λεγόταν παλαιότερα ή επιμένουν να τον ονομάζουν ορισμένοι σήμερα. Οι δρόμοι είναι δύο. Ο πρώτος εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλίων, ο δεύτερος εξυπηρετεί τα συμφέροντα του λαού, εναντιώνεται, αντιπαλεύει το ίδιο το σύστημα, τα μονοπώλια, το ιμπεριαλιστικό σύστημα και έχει προοπτική το σοσιαλισμό.
Οι εξελίξεις όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και τα τελευταία χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στα δύο συνέδρια του Κόμματος, κατά τη γνώμη μας, επιβεβαιώνουν αυτή τη βασική εκτίμηση που κάνουμε.
Σε ό,τι αφορά τις διεθνείς εξελίξεις και τις οικονομικές σχέσεις που επικρατούν στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, εκτιμάμε ότι αυτές φέρνουν τη σφραγίδα της πολιτικής αντίδρασης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών με τις διάφορες κρατικομονοπωλιακές και διακρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις που γίνονται ενάντια στους εργαζόμενους και τις λαϊκές δυνάμεις.
Το σύστημα δηλαδή επιτίθεται, διακρίνεται από ένταση της επιθετικότητας. Στρατηγική του έχει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις αλλά ταυτόχρονα, και γι’ αυτό είναι τόσο επιθετικό, έχει εσωτερικές δυσκολίες. Είναι οι αντιθέσεις που γεννιούνται από την ίδια την ανάπτυξη του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος. Δυναμώνουν οι αντιθέσεις του συστήματος, οξύνεται η αντίθεση εργασίας-κεφαλαίου που είναι σύμφυτη με την τάση για την τεράστια συγκέντρωση του κεφαλαίου, τα μεγάλα κέρδη από τη μια μεριά και από την άλλη η φτώχεια και η καταπίεση για τεράστιες μάζες. Αυτό δυσκολεύει το ίδιο το σύστημα στην αναπαραγωγή του. Οι κρίσεις υπερπαραγωγής είναι αναπόφευκτες, θα εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα, με μεγαλύτερο βάθος.
Η αύξηση του βαθμού κοινωνικοποίησης της παραγωγής καθώς και η συγκεντροποίηση κεφαλαίων εκφράζει την περαιτέρω ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για την εργατική κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Ομως, όσο κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, η κοινωνικοποίηση και η συγκεντροποίηση που συντελείται θα γίνονται ταυτόχρονα παράγοντες όξυνσης της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας. Και φυσικά, ταυτόχρονα θα οξύνονται και όλες οι αντιθέσεις του ιμπεριαλιστικού συστήματος και ανάμεσα στα τρία μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, και στις χώρες που είναι μέσα σε αυτά τα κέντρα και ιδιαίτερα στην περιοχή μας, τη Βαλκανική, όπου είναι ένας κόμβος πραγματικά, όπου συναντιόνται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Ακόμα και πλευρές αν εξετάσουμε, δείχνουν αυτές τις αντιθέσεις. Για παράδειγμα, ο «πόλεμος των άστρων». Φυσικά υπάρχει στο στόχαστρο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού η Κίνα και άλλες χώρες, αλλά ταυτόχρονα φαίνονται και οι ίδιες οι αντιθέσεις και αντιφάσεις του συστήματος. Ο πόλεμος των άστρων εμπεριέχει και έναν σοβαρότατο ανταγωνισμό που θα διεξαχθεί σε επίπεδο, ας το πούμε, δορυφόρων, γιατί όποιος ελέγχει τους δορυφόρους, ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και τα δίκτυα που παίζουν τεράστιο ρόλο στη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων κλπ..
Οξύνονται, κατά συνέπεια, όλες οι αντιθέσεις του συστήματος, το σύστημα δεν είναι ανίκητο, δεν είναι παντοδύναμο. Είναι δυσμενής ο συσχετισμός της δύναμης, σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί όμως να αλλάξει ο συσχετισμός δύναμης, να δρομολογείται, να αναπτύσσεται η ταξική πάλη, η λαϊκή πάλη όχι μόνο για αντίσταση και αποτροπή αντιλαϊκών μέτρων, αλλά στην κατεύθυνση πραγματικά της ανατροπής της κυριαρχίας των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, της κατάργησης δηλαδή της εξουσίας του. Αυτό σημαίνει να ανοίγει ένας άλλος δρόμος, αυτός ο δρόμος που είναι απαραίτητος και στις μέρες μας, παρά την ανατροπή που έχει συντελεστεί, είναι και επίκαιρος και αναγκαίος ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός.
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κινείται η ελληνική οικονομία και κατά συνέπεια οι εξελίξεις σε αυτήν δεν είναι ουδέτερες. Εκφράζει, δηλαδή, και η ελληνική οικονομία αυτό το δρόμο που είναι σε βάρος της εργατικής τάξης και γενικότερα του λαού μας. Είναι ο δρόμος της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας των μονοπωλίων, είναι ο δρόμος των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων, εδώ στην Ελλάδα, στα πλαίσια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, είναι με άλλα λόγια, ο δρόμος της σήψης που καταστρέφει παραγωγικές δυνάμεις με εξάρσεις στον κύκλο της κρίσης. Μπορεί να βγήκε λίγο ο ελληνικός καπιταλισμός από την κρίση υπερπαραγωγής, τα αποτελέσματα όμως σήμερα είναι αναιμικά, η κρίση θα επανεμφανιστεί. Χαρακτηρίζεται η ελληνική οικονομία από την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων με το κλείσιμο επιχειρήσεων, την ανεργία, με τον κίνδυνο πολέμων, που εκφράζεται εδώ στην περιοχή μας - οι εξελίξεις στην Γιουγκοσλαβία, το Κόσσοβο. Αυτή η κρίση θα εκφράζεται και με νέες μορφές όπως θνησιμότητα, μεταλλαγμένα διατροφικά προϊόντα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, χρήση ναρκωτικών λόγω της όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων και της αποξένωσης και φυσικά θα χαρακτηρίζεται από καταστροφές, αυτό που λέμε του περιβάλλοντος - με καύσωνες, πλημμύρες, σεισμούς.
Μέσα σε αυτό το περίγραμμα που κινείται η ελληνική οικονομία θα βαθαίνει φυσικά ο αντιλαϊκός της χαρακτήρας. Το σύστημα θα αντιδραστικοποιείται συνεχώς, όσο θα παίρνονται αυτά τα μέτρα και από αυτή την άποψη αν εξετάσει κανείς τους νόμους που προωθούνται, ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό, (τρομονόμος, νόμος ενάντια στις διαδηλώσεις), φανερώνεται πραγματικά η εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας θα είναι σε βάρος της εργατικής τάξης και του λαού. Θωρακίζεται, δηλαδή, το σύστημα και εδώ στη χώρα μας, γιατί η κυρίαρχη τάξη γνωρίζει ότι θα οξύνονται οι αντιθέσεις.
Η επόμενη κρίση είναι αναπόφευκτη, θα έχει βαρύτατες συνέπειες για τους εργαζόμενους, γιατί η χώρα μας λόγω της ενδιάμεσης εξαρτημένης θέσης της στο καπιταλιστικό σύστημα, είναι πιο ευάλωτη, αλλά και βρίσκεται λόγω της θέσης της στα Βαλκάνια, σε ένα πολύ επικίνδυνο κόμβο αντιθέσεων. Η επίθεση του κεφαλαίου θα είναι σφοδρή, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να δημιουργηθούν καταστάσεις αφύπνισης γενικότερα των λαϊκών μαζών, κατά συνέπεια, δυνατότητες συσπείρωσης ενάντια στην εξουσία των μονοπωλίων και της πλουτοκρατίας.
Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας είναι εμφανής από τα μέσο-και μακροπρόθεσμα μέτρα ή στοχεύσεις της κυβέρνησης, της ολιγαρχίας και των επιτελείων της ΕΕ. Επιδιώκουν γενίκευση και επιτάχυνση των μέτρων υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου με τις αναδιαρθρώσεις, ιδιαίτερα τις ιδιωτικοποιήσεις, την απελευθέρωση των αγορών, τις εργασιακές σχέσεις και πρόσφατα το Ασφαλιστικό. Το γενικό πλαίσιο της γραμμής πλεύσης για την ελληνική οικονομία προσδιορίστηκε με την ένταξη στην ΕΕ, ιδιαίτερα στη ζώνη του Ευρώ και εξειδικεύτηκε με το επικυρωμένο πρόγραμμα σύγκλισης-σταθερότητας του 2000-2003 και αποτυπώνεται φυσικά, στους κρατικούς προϋπολογισμούς και στον κρατικό προϋπολογισμό που τρέχει.
Τα αποτελέσματα των προηγούμενων χρόνων και οι προσδοκίες της ολιγαρχίας για τα επόμενα χρόνια είναι η αύξηση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, η αύξηση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησής του, η αύξηση της εξαγωγής του σε άλλες εθνικές ή και περιφερειακές αγορές. Η όποια θετική μεταβολή του ΑΕΠ και της παραγωγικότητας της εργασίας αφορούν την ενίσχυση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου. Ακόμα και αυτή η αύξηση του ΑΕΠ αυτά τα χρόνια δεν είχε θετικό αντίκρυσμα στη μεταβολή των μισθών και των συντάξεων. Το διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών και συνταξιούχων βρίσκεται καθηλωμένο στη δεκαετία του ’80. Σημαντικός επίσης αριθμός μικρών επιχειρήσεων ή καταστρέφονται ή επιβιώνουν στα όρια προς τα κάτω, δηλαδή του αφανισμού, ενώ ήδη έχουν αφανιστεί μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Ολα τα μέτρα που παίρνει η ελληνική κυβέρνηση ουσιαστικά οδηγούν στη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης και στη χειροτέρευση της κατάστασης της εργατικής τάξης, της μικρομεσαίας αγροτιάς, των μικρών επαγγελματοβιοτεχνών και της νεολαίας.
Ιδιαίτερα, στην αιχμή του δόρατος το τελευταίο διάστημα είναι το ασφαλιστικό. Προωθείται το λεγόμενο σύστημα τύπου Χιλής, όπου θα πάμε προς τα κάτω ακόμα περισσότερο στις κύριες συντάξεις και θα υπάρχει ένα σύστημα πιθανά με επικουρικές συντάξεις και ιδιωτική ασφάλιση. Τα μέτρα που παίρνουν και επεξεργάζονται στοχεύουν να «λύσουν», με βάση τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, το ζήτημα με την κοινωνική ασφάλιση για μια 25ετία και είναι δεμένα αυτά τα μέτρα με τους στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου. Η Επιτροπή της ΕΕ στις 11.10.2000, σε μια πολυσέλιδη μελέτη της με τίτλο: «Η μελλοντική εξέλιξη της κοινωνικής προστασίας», από μακροπρόθεσμη σκοπιά επισημαίνει τα ακόλουθα: «Από την πλευρά των εσόδων η διαρκής ικανότητα των κυβερνήσεων να συλλέγουν φόρους και εισφορές, έχει κρίσιμη σημασία. Αυτό μπορεί να επηρεαστεί από τη φοροαπαλλαγή για φορολογικές διαφορές, την κοινωνικότητα των φορολογικών βάσεων κλπ. Η μείωση του φορολογικού βάρους της εργασίας, (εννοούν δηλαδή τη μείωση της φορολογίας σε ό,τι αφορά το κεφάλαιο), πρέπει να ληφθεί υπόψη». Ολα αυτά όμως τι σημαίνουν; Σημαίνουν νέους φόρους στην εργατική τάξη, μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου, ώστε να εξασφαλίζονται, όπως τονίζει η έκθεση, σταθερά έσοδα σε ό,τι αφορά τους προϋπολογισμούς.
Από την άλλη πλευρά, τονίζουν, η εξέλιξη σε ένα πλαίσιο υγιών μακροοικονομικών πολιτικών και δημοσιονομικής πειθαρχίας συνίσταται στο να διασφαλιστεί ότι κάθε αύξηση των δαπανών δε θα παραγνωρίζει άλλες θεμιτές απαιτήσεις επί των δημοσίων προϋπολογισμών, όπως χρέος και εξόφληση των τόκων του χρέους. Κατά συνέπεια, καταλήγουν, πρέπει να ενιαιοποιηθούν τα μέτρα που παίρνονται από διάφορα κράτη της ΕΕ σε ό,τι αφορά την κοινωνική ασφάλιση και να κινηθούν στις εξής κατευθύνσεις:
Να αυξηθεί η επίσημη ηλικία συνταξιοδότησης (να δουλεύει δηλαδή η εργατική τάξη ως τα βαθιά γεράματα) ή
Να αυξηθεί ο αριθμός των ετήσιων εισφορών που θα απαιτούνται για θεμελίωση δικαιώματος για πλήρη σύνταξη, ή
Να μειωθεί η καταβαλλόμενη σύνταξη σε σχέση με τις εν ενεργεία αποδοχές και να ενθαρρυνθεί ταυτόχρονα η δημιουργία ιδιωτικών κεφαλαιοποιητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων.
Εκεί κινούνται, φυσικά, τα μέτρα που εξαγγέλλει και η ελληνική κυβέρνηση.
Οι τραπεζίτες είναι ακόμα πιο σαφείς. Σε μια μελέτη της ΑΛΦΑ ΜΠΑΝΚ τονίζεται: «Να δοθούν κίνητρα φορολογικά και στο ασφαλιστικό πεδίο, ούτως ώστε να δυσχεραίνεται η πρόωρη συνταξιοδότηση». Προσθέτουν δε ότι στον τομέα της Υγείας, της περίθαλψης και της φροντίδας των ηλικιωμένων πρέπει να γίνει προσπάθεια να μειωθεί η εξάρτηση των ηλικιωμένων από το κράτος.
Υπάρχει, δηλαδή, μια σφοδρή πλέον επίθεση. Αλλά ταυτόχρονα με αυτή την επίθεση κατά τη γνώμη μας θα ενταθεί, και με βάση αυτό το ζήτημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, η αντίθεση εργασίας-κεφαλαίου. Θα δυναμώσει δηλαδή η αγανάκτηση ευρύτατων λαϊκών μαζών και όχι μόνο της εργατικής τάξης, αλλά και της αγροτιάς και μικρών επιχειρηματιών και θα αποτελέσει τη βάση κοινής συμμαχίας, δημιουργίας μετώπου πάλης. Και αυτή η αγανάκτηση σε μεγάλο βαθμό, θα εξαρτηθεί αυτό βέβαια από τη δράση των συνδικάτων και του ίδιου του κόμματός μας, μπορεί να μετατραπεί σε οργανωμένη πάλη αντιπαράθεσης συνολικά με αυτή την πολιτική.
Σε κάποιο άρθρο αγγλικής εφημερίδας που διάβασα χθες αναδημοσιευμένο, διαφαίνεται και ο αντιλαϊκός χαρακτήρας, αλλά και οι αντιθέσεις του ίδιου του συστήματος. «Η κυβέρνηση, λέει, για να εκπληρώσει αυτές τις δεσμεύσεις που έχει - εννοεί το Σύμφωνο Σταθερότητας - πρέπει κυριολεκτικά να λύσει το Γόρδιο Δεσμό». Ποιος είναι αυτός ο Γόρδιος Δεσμός; Πρέπει η οικονομική πολιτική και στα επόμενα χρόνια να συγκεράσει τους αντιφατικούς στόχους της, μείωση των δημοσίων δαπανών με ταυτόχρονη ενδυνάμωση της κοινωνικής πολιτικής, δηλαδή η κυβέρνηση δυσκολεύεται να δώσει και αυτά τα ψίχουλα που λέει ότι θα δώσει εν όψει της αντιλαϊκής επέλασης, γιατί υπάρχει το ζήτημα του περιορισμού του πληθωρισμού και επιτάχυνσης των ρυθμών ανάπτυξης. Κατά συνέπεια, εδώ διαφαίνεται όχι μόνο η επέλαση, αλλά και η αντίθεση. Δηλαδή έχει φτάσει η κατάσταση πλέον, σε ένα τέτιο σημείο που ούτε τους μικροελιγμούς που θα ‘θελε να κάνει η κυβέρνηση, ίσως με ορισμένες ελάχιστες παροχές στα πιο εξαθλιωμένα οικονομικά στρώματα του ελληνικού πληθυσμού, να μην έχει πολλά περιθώρια να κάνει, όπως ομολογεί το άρθρο, που φυσικά είναι υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής.
Αυτό τον αντιλαϊκό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας αποδεικνύουν και άλλα μέτρα -για παράδειγμα η λεγόμενη απελευθέρωση των «κλειστών επαγγελμάτων»- όπου δε θα αποσκοπούν σε τίποτε άλλο, παρά να εισβάλλουν μεγάλες εταιρίες, ανώνυμες εταιρίες, σε κάθε τομέα και γενικότερα να συγκεντρώνεται το κεφάλαιο. Κατά συνέπεια, και στη χώρα μας έχουμε τεράστια συγκέντρωση-συγκεντροποίηση κεφαλαίου και παραγωγής, τεράστια κέρδη και αυτό θα οξύνει ακόμα περισσότερο την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας.
Τέλος κατά τη γνώμη μας, ξεπροβάλλει αντικειμενικά η αναγκαιότητα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής να περάσουν πλέον στην ιδιοκτησία της κοινωνίας. Αν εξετάσει κανείς γενικότερα αυτή τη συγκεντροποίηση, βγαίνει από μόνο του ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος στις σημερινές συνθήκες να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση. Γνωρίζετε πολύ καλά, για παράδειγμα, τρεις εταιρίες ελέγχουν ό,τι αφορά το πετρέλαιο. Εφτά περίπου εταιρίες ελέγχουν το ζήτημα της διατροφής του ελληνικού λαού με τη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων κλπ. Αρα ποια είναι η λύση στις σημερινές συνθήκες, αν όχι πλέον αυτά τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής να γίνουν κρατική λαϊκή περιουσία; Εξ αντικειμένου εκεί πρέπει να κινείται η λύση που θα δοθεί. Αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα παραδείγματα. Το ζήτημα της υγείας. Είναι απαραίτητο σήμερα να έχει κρατικό χαρακτήρα, δηλαδή υγεία δωρεάν για όλους, ισότιμη, ανεξάρτητα από το είδος του μισθού ή αν είναι κάποιος είναι άνεργος ή εργαζόμενος. Ή στο ζήτημα της Ασφάλισης, δημόσιο, κοινωνικό χαρακτήρα είναι απαραίτητο να έχει σήμερα η Κοινωνική Ασφάλιση. Το κράτος και οι καπιταλιστές πρέπει εξ ολοκλήρου να «επιβαρύνονται» με τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης. Το επιβαρύνονται σε εισαγωγικά γιατί όλα τα παράγουν οι εργαζόμενοι. Υπάρχουν πόροι για δημόσια, δωρεάν υγεία, για δημόσια δωρεάν παιδεία, για δημόσια Κοινωνική Ασφάλιση. Υπάρχουν πόροι. Είναι τα τεράστια έσοδα του κράτους που συλλέγει με τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι τα τεράστια συγκεντρωμένα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων και της πλουτοκρατίας.
ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ Η ΛΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Μέσα από όλες αυτές τις εξελίξεις ξεκινάει η αναγκαιότητα και η επικαιρότητα του σοσιαλισμού σήμερα. Μέσα από τις ίδιες τις εξελίξεις γίνεται ακόμα πιο φανερό ότι χρειάζεται να οργανωθεί η αντίσταση της εργατικής τάξης και άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, μια αντίσταση όχι μόνο αρνητική, αλλά επιθετική που να διεκδικεί όχι να ανέβει λίγο το κατώτερο όριο ζωής του εργαζόμενου, αλλά να ζητάει πραγματικά αυτό που είναι απαραίτητο για να αναπαράγεται η ίδια η εργατική δύναμη σύμφωνα με τις δυνατότητες που δίνει η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ο κοινωνικός πλούτος. Αλλά χρειάζεται γι’ αυτό να ανατραπεί το σύστημα. Μπορεί και σήμερα με παλλαϊκό αγώνα, με μαζικό αγώνα, να μπλοκάρεις, να αποτρέψεις, μπορεί και ορισμένες κατακτήσεις να έχεις, αλλά γενικότερα για να αλλάξει πορεία ο τόπος, χρειάζεται να ανατραπεί το σύστημα. Είναι δηλαδή άμεση ανάγκη και αυτή είναι μια πρόταση ρεαλιστική που κάνουμε σαν Κόμμα, που επεξεργαστήκαμε με το 16ο Συνέδριό μας, είναι άμεση ανάγκη, αλλά και ρεαλιστική λύση, η λύση της λαϊκής οικονομίας. Η Λαϊκή Οικονομία είναι η μόνη απάντηση στην εκμετάλλευση των εργαζομένων από τα μονοπώλια και το κεφάλαιο. Η Λαϊκή Οικονομία είναι ο δρόμος στον οποίο λύνεται η αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και την ατομική ιδιοποίηση του αποτελέσματός της. Είναι ο δρόμος στον οποίο ανατρέπονται τα μονοπώλια, καταργείται το καπιταλιστικό κέρδος ως κυρίαρχο κίνητρο παραγωγής και οργάνωσης της οικονομίας.
Ο δρόμος της Λαϊκής Οικονομίας θα στηρίζεται και θα προωθείται από τη Λαϊκή Εξουσία. Δεν μπορεί να υπάρξει, να οικοδομηθεί η Λαϊκή Οικονομία χωρίς μια Λαϊκή Εξουσία και αυτή αποτελεί την άμεση πολιτική απάντηση για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Οι στόχοι της Λαϊκής Οικονομίας, οι κατευθυντήριες ιδέες της από σήμερα είναι απαραίτητο να μπολιάζουν την πάλη του ελληνικού λαού. Και, κατά τη γνώμη μας, η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας. Γι’ αυτό ακριβώς είναι ρεαλιστικός στόχος και φυσικά είναι ρεαλιστικός στόχος και από την άποψη ότι είναι ο μόνος δρόμος που συμφέρει την ίδια την εργατική τάξη.
Η Ελλάδα, παρά τις καταστροφές που έχουν επιφέρει οι κρίσεις, η εισαγωγική διείσδυση εμπορευμάτων λόγω του μονοπωλιακού ανταγωνισμού και της ανισόμετρης ανάπτυξης, έχει τις προϋποθέσεις να διαμορφώσει και να αναπτύξει τη λαϊκή οικονομία. Προϋπόθεση για την ανάπτυξή της είναι οι πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα βασικά συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής να περάσουν στην ιδιοκτησία της κοινωνίας, να ανατραπεί η οικονομική κυριαρχία των μονοπωλίων, η μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία.
Πολλοί, αρκετές φορές και καλοπροαίρετα, μας ρωτούν. Καλά, τα πάντα θα κοινωνικοποιήσει η λαϊκή εξουσία; Οχι, δε θα κοινωνικοποιηθούν τα πάντα. Δίπλα στον κοινωνικοποιημένο τομέα θα αναπτύσσεται ο παραγωγικός συνεταιρισμός για τη μικρή και μεσαία αγροτιά, για τους μικρούς επιχειρηματίες ιδιαίτερα σε κλάδους μεταποίησης με πολύ μικρή συγκέντρωση. Και πραγματικά πηγάζει από τις ίδιες τις σημερινές εξελίξεις στην αγροτική οικονομία η αναγκαιότητα του παραγωγικού συνεταιρισμού της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς.
Αναπόσπαστο στοιχείο της Λαϊκής Οικονομίας είναι ο κεντρικός πανεθνικός σχεδιασμός και διεύθυνση της οικονομίας, που θα κινητοποιεί τα κοινωνικοποιημένα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, το εργατικό δυναμικό, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας και θα αξιοποιεί ταυτόχρονα κάθε θετική οικονομική συνεργασία με άλλες χώρες.
Είναι απαραίτητος φυσικά ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος. Οχι ο εργατικός ή κοινωνικός έλεγχος όπως τον εκφύλισε η σοσιαλδημοκρατία που τον περιόρισε σε κάποιες χωρίς ουσία συμμετοχές των εργαζομένων σε ορισμένα συμβούλια ή σε διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων, αλλά πραγματικός έλεγχος με διασφαλισμένη στην πράξη την ενεργητική συμμετοχή των εργαζομένων.
Αν δούμε τη Λαϊκή Οικονομία από τη μεριά αναζήτησης της άλλη πρότασης, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από αυτή την ανάγκη: Οι βασικές πηγές πλούτου, οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας να μπουν σε έναν εθνικό κρατικό σχεδιασμό και αυτές να ανήκουν στο λαό, να είναι λαϊκή περιουσία. Αυτή είναι η μόνη φιλολαϊκή πρόταση και μπορεί να γίνει αποδεχτή από τον ελληνικό λαό. Εχει ωριμάσει μέσα στα σπλάχνα του συστήματος η ανάγκη της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής. Αυτό που δεν έχει ωριμάσει είναι σε επίπεδο συνείδησης. Στοιχειωδώς αρχίζει να αναπτύσσεται, αλλά χρειάζονται πολύ περισσότερα στο επίπεδο της ταξικής πολιτικής συνείδησης.
Το κτίσιμο της Λαϊκής Οικονομίας, φυσικά, σε μια μεταβατική περίοδο δε θα γίνεται αυτόματα. Θα υπάρχουν βηματισμοί και αυτοί οι βηματισμοί ή οι ρυθμοί οικοδόμησης της Λαϊκής Οικονομίας από μια Λαϊκή Εξουσία, θα εξαρτώνται από το συσχετισμό της δύναμης. Δεν μπορούμε σαν ΚΚ σήμερα να προβλέψουμε τα πάντα. Γενικές κατευθύνσεις της Λαϊκής Οικονομίας και ιδέες μπορούμε να δώσουμε.
Δεν υπάρχει, όπως ανέφερα και στην αρχή, κάτι ενδιάμεσο, ανάμεσα στους δυο δρόμους ανάπτυξης. Ή καπιταλιστική ανάπτυξη, σαν αυτή δηλαδή που ζούμε, ή δρόμος φιλολαϊκός, ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, με βάση τη Λαϊκή Οικονομία. Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος. Το έχει δείξει η πείρα, γενικότερα στους λαούς, αν θέλετε η πείρα του εργατικού κινήματος για το λεγόμενο τρίτο δρόμο. Αυτός ο τρίτος δρόμος όμως αποδείχτηκε ότι ήταν στυλοβάτης του καπιταλιστικού συστήματος. Αλλά και στις μέρες μας υπάρχουν ζητήματα που είναι απαραίτητο να αναπτύξουμε και εδώ.
Για παράδειγμα, ο ΣΥΝ προτείνει σα λύση στις σημερινές συνθήκες της νεοφιλελεύθερης επίθεσης, να δημιουργηθεί μια «μεταφιλελεύθερη κυβέρνηση». Τι θα κάνει όμως αυτή μεταφιλελεύθερη κυβέρνηση; Η πρότασή τους γενικά περιορίζεται στο ότι πρέπει να αναπτυχθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα ότι θα ωφεληθεί δήθεν ο ελληνικός λαός αν ανέβει η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ σε σχέση με τις ΗΠΑ, αλλά ανταγωνιστική καπιταλιστική οικονομία σημαίνει μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Πώς θα εκτοπίσει τελικά το κεφάλαιο που παράγει στη χώρα μας προϊόντα που εισρέουν από άλλες καπιταλιστικές χώρες, αν δε ρίξει το εργατικό κόστος προς τα κάτω, όπως κάνει σήμερα. Ταυτόχρονα, λέει ο ΣΥΝ, αντιτίθεται στον «κρατισμό» δηλαδή χρειάζεται να υπάρξει ένας κρατικός τομέας μόνο εκεί που είναι απαραίτητος για να αναπτύσσεται ο ιδιωτικός τομέας. Μα αυτά δε συνιστούν λύση για το λαό. Μπορεί να σπέρνει μόνο ψευδαισθήσεις ότι στα πλαίσια του συστήματος μπορεί να υπάρξουν ρυθμίσεις φιλολαϊκές, αλλά αυτές οι ρυθμίσεις θα εντείνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο.
Το ΔΗΚΚΙ κάνει κριτική στο Κόμμά μας. Κάνει κριτική στην πρόταση μας. Φυσικά το κάθε κόμμα έχει δικαίωμα να κάνει κριτική. Το ΔΗΚΚΙ κάνει κριτική, λέγοντας ότι η πρόταση που έχουμε σαν ΚΚΕ, της εναντίωσης και της ρήξης με τις επιλογές των Βρυξελλών και της ΕΕ, δεν είναι μια λύση σωστή ή ρεαλιστικά υλοποιήσιμη. Με το τελευταίο συνέδριό του σε ό,τι αφορά την Οικονομία, αυτό που προτείνει είναι ότι μπορεί να υπάρξει λύση σήμερα μόνο στα πλαίσια, ας το πούμε άμυνας, αντίστασης και αυτή λύση μπορεί να βρεθεί αν δημιουργηθεί ένας όμιλος τραπεζών, μια τράπεζα στην ουσία με επίκεντρο την Εθνική, όπου θα έχει την πλειοψηφία το κράτος, με βάση αυτή την τράπεζα, μπορεί να παίρνονται μέτρα αντίστασης. Αυτή, κατά τη γνώμη μας, είναι μια πρόταση ουσιαστικά πιο πίσω από τις γνωστές θέσεις της μικτής λεγόμενης οικονομίας που χρόνια πριν διακήρυτταν ορισμένα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Φυσικά το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ προωθούν, ανεξάρτητα αν ορισμένες φορές δημαγωγεί η ΝΔ, αλλά η επιλογή της είναι να προωθηθούν, αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα και στο επίπεδο της οικονομίας. Κατά τη γνώμη μας η λύση είναι να μειωθεί αποφασιστικά η επιρροή των δυο αυτών κομμάτων, να αλλάξει ο συσχετισμός, γιατί θέμα συσχετισμού είναι τελικά το ζήτημα, πολιτικό είναι το ζήτημα. Αν αλλάξει ο συσχετισμός της δύναμης μέσα στο λαό, τότε μπορεί να δρομολογούνται άλλες λύσεις στην κατεύθυνση του Λαϊκού Μετώπου, που προτείνουμε εμείς. Χρειάζεται αποφασιστική μείωση των δύο αυτών κομμάτων, αλλά δεν αποτελούν λύση διάφορες άλλες προτάσεις που κινούνται μέσα στα πλαίσια και τη λογική διαχείρισης του συστήματος, όπως ανέφερα προηγούμενα για ορισμένα άλλα κόμματα. Σε αυτή τη λογική, φυσικά κινείται και το νέο κόμμα του κ. Αβραμόπουλου.
Η Λαϊκή Οικονομία για να οικοδομηθεί, χρειάζεται μια Λαϊκή Εξουσία να δρομολογεί αυτά τα μέτρα. Δε γίνεται χωρίς μια Λαϊκή Εξουσία. Οχι εξουσία όπως είναι η σημερινή ή η προηγούμενη ή διαφόρων άλλων σχημάτων, κεντροδεξιών, κεντροαριστερών. Δε χρειάζεται μια εξουσία που θα πατάει σε δυο βάρκες, χρειάζεται μια εξουσία που θα δρομολογήσει αυτά τα μέτρα. Και φυσικά χρειάζεται απεξάρτηση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, ρήξη με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αποδέσμευση τελικά από αυτούς τους οργανισμούς. Γιατί αν η χώρα μας αποδεσμευτεί τότε θα έχει μεγαλύτερες δυνατότητες να αναπτύξει τη Λαϊκή Οικονομία. Πρώτα απ’ όλα θα αναπτυχθούν οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της ίδιας της χώρας. Π.χ. σε ό,τι αφορά την αγροτική οικονομία, η κτηνοτροφία είναι πολύ κάτω. Κυριαρχεί η φυτική παραγωγή. Μπορεί να αλλάξει, κατά τη γνώμη μας αυτό. Οι ανάγκες γάλατος, για παράδειγμα είναι 1.200.000 τόνοι το χρόνο. Και όμως, υπάρχει η ποσόστωση, 600 ή 700.000 τόνοι Γιατί; Γιατί υπάρχει η ΕΕ. Να γιατί μια αποδεσμευμένη Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει καλύτερα και την ντόπια παραγωγή και ταυτόχρονα να αξιοποιεί, να αναπτύσσει σχέσεις με άλλες χώρες, που μπορεί είτε να αντιστρατεύονται την ίδια την ΕΕ και τις επιλογές της ή και χώρες που έχουν ορισμένες αντιθέσεις, οποιαδήποτε τελικά χώρα αρκεί να υπάρχει το αμοιβαίο όφελος.
Η διεθνοποίηση του κεφαλαίου δεν είναι μονόδρομος, μπορεί να δημιουργηθεί μια άλλη μορφή διεθνοποίησης, η σοσιαλιστική διεθνοποίηση σε ομάδα χωρών, οι εξελίξεις δεν μπορούν επακριβώς να προδιαγραφούν. Ταυτόχρονα η Λαϊκή Οικονομία και η Λαϊκή Εξουσία στη χώρα μας μπορεί να αναπτύσσει σχέσεις αμοιβαία επωφελείς με κράτη, κινήματα για να μπορεί να οικοδομηθεί η Λαϊκή Οικονομία.
Υπάρχουν δυνατότητες, αλλαγή του συσχετισμού χρειάζεται και αυτή η αλλαγή του συσχετισμού μπορεί να προέλθει από τη γραμμή της αντιμονοπωλιακής αντιιμπεριαλιστικής δημοκρατικής συσπείρωσης στα μέτωπα πάλης που σήμερα ανοίγονται και το Κόμμα μας καθημερινά τα ενισχύει. Σε αυτά τα μέτωπα πάλης μπορούν να συμμετέχουν και δυνάμεις, οι οποίες δε συμφωνούν σε όλα με το ΚΚΕ, με το τελικό του σκοπό, αλλά ακολουθούν μια γραμμή ρήξης, αντίστασης με επιλογές της ΕΕ, του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Αυτά τα μέτωπα πάλης είναι απαραίτητο να συγκροτηθούν ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, ενάντια στις επιλογές του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, μέτωπο πάλης ενάντια στην τρομοκρατία του τρομονόμου, στα διάφορα νομοσχέδια, για τις δημοκρατικές ελευθερίες, το δικαίωμα στην απεργία. Μέτωπα πάλης, συσπείρωσης της μικρομεσαίας αγροτιάς και των μικροΕΒΕ. Μέτωπο πάλης είναι και η πάλη για την εξέλιξη που έχουμε σε ό,τι αφορά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπου όχι μόνο εμπορευματοποιείται ο αθλητισμός, αλλά ταυτόχρονα θα πληρώσει τους αγώνες αυτούς πρώτα απ’ όλα η εργατική τάξη. Και με λιτότητα και με παραπέρα διάλυση των εργασιακών σχέσεων και με τακτική ταξικής ειρήνης που προωθεί η ΓΣΕΕ με την κυβέρνηση και την κ. Αγγελοπούλου.
Κατά συνέπεια στις σημερινές συνθήκες μαζί με την ανάπτυξη της πάλης, θα ‘θελα να τονίσω ότι εσείς ιδιαίτερα που σήμερα συζητάμε, μπορείτε να βοηθήσετε ουσιαστικά και στην παραπέρα μελέτη και επεξεργασία στα ζητήματα της Λαϊκής Οικονομίας που προτείνει το Κόμμα μας σαν διέξοδο. Μπορείτε να βοηθήσετε σημαντικά το Κόμμα και το λαϊκό κίνημα από τη σκοπιά της αποκάλυψης των αντιλαϊκών μέτρων, από τη σκοπιά των δυνατοτήτων που ξανοίγονται για την ανάπτυξη της πάλης της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Να βοηθήσετε δηλαδή όχι μόνο στην κεντρική κατεύθυνση της Λαϊκής Οικονομίας, να βοηθήσετε ακόμα και για την ανάπτυξη των μετώπων πάλης που προανάφερα.
* Κείμενο ομιλίας στην εκδήλωση-συζήτηση με οικονομολόγους που διοργάνωσε το Τμήμα Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ στις 12/3/2001, με θέμα: «Οι Θέσεις του ΚΚΕ για τη Λαϊκή Οικονομία, ως μόνη ρεαλιστική απάντηση για τα σημερινά προβλήματα από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου