17 Ιαν 2012



Η πρόταση του Κόμματος
Παρουσιάζοντας την πρόταση του Κόμματος για το πρόβλημα της διατροφής και τις λαϊκές ανάγκες, ο Γιάννης Σφυρής τόνισε:
«Το ΚΚΕ, σε αντίθεση με τις πολιτικές δυνάμεις του ευρωμονόδρομου, πιστεύει ότι τα τρόφιμα δεν μπορούν να αποτελούν εμπορεύματα και αντικείμενα κερδοσκοπίας.
Με βάση αυτή την αρχή, η πρότασή του για τον κλάδο των τροφίμων αποτελεί οργανικό κομμάτι της γενικότερης πρότασής του για λαϊκή οικονομία - λαϊκή εξουσία, που θα στηρίζεται στα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής και στους παραγωγικούς συνεταιρισμούς στους τομείς που υπάρχει μικρή συγκέντρωση της παραγωγής. Θα διευθύνεται από κεντρικό πανεθνικό σχεδιασμό, στη διαμόρφωση του οποίου οι εργαζόμενοι και όλα τα λαϊκά στρώματα θα συμμετέχουν ουσιαστικά.
Η πρόταση του ΚΚΕ για τα τρόφιμα είναι ολοκληρωμένη και αφορά τόσο στην παραγωγή των αγροτικών προϊόντων όσο και στη βιομηχανία παραγωγής των μεταποιημένων τροφίμων.
Τα κριτήρια
Για το ΚΚΕ βασικά κριτήρια παραγωγής των αγροτικών προϊόντων είναι η αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, δηλαδή του ανθρώπινου δυναμικού, των εδαφικών και κλιματολογικών συνθηκών, των επιστημονικών και τεχνικών κατακτήσεων. Η κάλυψη των σύγχρονων διατροφικών αναγκών του λαού μας με υγιεινά τρόφιμα. Και η προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.
Τα κριτήρια αυτά είναι αντίθετα με την κατεύθυνση της ΚΑΠ, που καταδικάζει στη στασιμότητα και τη συρρίκνωση την αγροτική παραγωγή της χώρας μας και στρεβλώνει τη σύνθεσή της σε βάρος της ζωικής παραγωγής.
Γι' αυτό η σύγκρουση με την ΕΕ και η ανατροπή της ΚΑΠ αποτελούν βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας σε όφελος του λαού και των μικρομεσαίων αγροτών.
Τα κριτήρια του ΚΚΕ είναι αντίθετα με τη λογική της ανταγωνιστικότητας και του κέρδους, γι' αυτό δε συμβιβάζονται με τα μεταλλαγμένα, τα κρεατάλευρα, τα ορυκτέλαια και τόσα άλλα μέσα και μεθόδους παραγωγής που αυξάνουν την παραγωγικότητα σε βάρος της υγείας και του περιβάλλοντος.
Βασικοί φορείς παραγωγής των αγροτικών προϊόντων θα είναι οι κοινωνικοποιημένες καθετοποιημένες μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις και οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί των μικρομεσαίων αγροτών. Οι φορείς αυτοί μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα της αγροτικής οικονομίας, να μειώσουν δραστικά το κόστος παραγωγής επειδή μπορούν να εξουδετερώσουν τα μειονεκτήματα του μικρού και πολυτεμαχισμένου κλήρου που υπάρχει σε σημαντικό βαθμό ακόμα στη χώρα μας. Σε συνδυασμό με την αύξηση των γεωργικών επενδύσεων που έχουν καθηλωθεί από τότε που η χώρα μας μπήκε στην ΕΟΚ, μπορούν να αυξήσουν την αγροτική παραγωγή και να λύσουν το πρόβλημα της διατροφικής εξάρτησης του λαού και της χώρας μας.
Καθοριστικό ρόλο στην ολόπλευρη και ισόρροπη παραγωγή των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων θα παίζει ο κρατικός λαϊκός τομέας, ο οποίος θα σχεδιάζει ολόκληρη την πολιτική τροφίμων, που θα υλοποιείται από τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς, τις κοινωνικοποιημένες βιομηχανίες τροφίμων, τους δημόσιους αγροτικούς οργανισμούς και ιδρύματα έρευνας και τις κρατικές επιχειρήσεις παραγωγής αγροτικών εφοδίων και μηχανημάτων.
Η μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων θα γίνεται από τις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις, ενώ ο ρόλος των παραγωγικών συνεταιρισμών στη μεταποίηση θα αφορά διαδικασίες διαλογής και τυποποίησης σε ορισμένα προϊόντα, όπως και μεταποίηση για προϊόντα τοπικού χαρακτήρα, μικρής οικονομικής σημασίας.
Η κοινωνικοποίηση των βιομηχανιών τροφίμων θα καταργήσει το κέρδος, που αποτελεί βασική αιτία της ακρίβειας και των διατροφικών σκανδάλων, και μαζί με τη λαϊκή συμμετοχή - που θα αποτελεί οργανικό στοιχείο σε όλες τις φάσεις της παραγωγής, της διακίνησης και του ελέγχου - θα εξασφαλίζει στο λαό φθηνά και υγιεινά τρόφιμα.
Ο έλεγχος των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων θα γίνεται από ειδικό ελεγκτικό φορέα, ο οποίος θα είναι ανεξάρτητος από τη διαδικασία παραγωγής και διακίνησης, με στόχο να αξιολογεί έγκαιρα την ασφάλεια των νέων τρόπων παραγωγής και να προλαμβάνει τυχαία γεγονότα που μπορούν να συμβάλλουν στην ακαταλληλότητα των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.
Μονόδρομος για τους μικρομεσαίους αγρότες
Η πρόταση του ΚΚΕ αποτελεί μονόδρομο για την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτών στο πλαίσιο των παραγωγικών συνεταιρισμών, συμβάλλει στη διατροφική αυτάρκεια του λαού μας και στο μέτρο των δυνατοτήτων της, στην αντιμετώπιση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος.
Συγκρούεται με τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, με την ΕΕ και τις πολιτικές δυνάμεις του ευρωμονόδρομου.
Η ρεαλιστικότητα της πρότασης του ΚΚΕ στηρίζεται στο κοινό συμφέρον της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς, απέναντι στα μονοπώλια και τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Σε αυτή τη βάση μπορεί να οικοδομηθεί η συμμαχία της εργατικής τάξης με τη μικρομεσαία αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης, για τη δημιουργία του Αντιιμπεριαλιστικού, Αντιμονοπωλιακού, Δημοκρατικού Μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία.
Το ΚΚΕ, τη δράση του για τη δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων τη συνδέει άμεσα με την πάλη του για την καθημερινή βελτίωση των διατροφικών προβλημάτων του λαού μας.
Στο πλαίσιο αυτής της πάλης διαφώνησε με τον ΠΟΕ, την ΚΑΠ και τις αναθεωρήσεις της και αποκάλυψε στους μικρομεσαίους αγρότες και σε όλα τα λαϊκά στρώματα το μονοπωλιακό χαρακτήρα της ΕΕ και του ΠΟΕ στην αγροτική οικονομία.
Εναντιώθηκε στις ποσοστώσεις και στα πρόστιμα συνυπευθυνότητας και πάλεψε για σύστημα τιμών και επιδοτήσεων που να εξασφαλίζει βιώσιμο εισόδημα στους μικρομεσαίους αγρότες, αλλά και φθηνά τρόφιμα στους εργαζόμενους.
Αποκάλυψε την περιβαλλοντική υποκρισία της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων και εναντιώθηκε σε τρόπους παραγωγής που υπονομεύουν τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Είναι το μοναδικό ελληνικό κόμμα που καταψήφισε όλους τους κανονισμούς για τα μεταλλαγμένα.
Θεωρεί τη λεγόμενη στροφή της γεωργίας στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων πρόσχημα για να συγκαλυφτεί η μείωση των ρυθμών αύξησης της αγροτικής παραγωγής που επιβάλλει η ΚΑΠ και επιμένει ότι η ποιότητα και η ποσότητα δεν είναι ασύμβατες έννοιες.
Διεκδικεί την κατάργηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, συμμετέχει και στηρίζει το κίνημα κατά της ακρίβειας, χωρίς να καλλιεργεί αυταπάτες ότι οι βιομηχανίες και οι πολυεθνικές τροφίμων μπορούν να εξασφαλίσουν φθηνά και υγιεινά τρόφιμα στα λαϊκά στρώματα.
Είναι αντίθετο στις νέες αντεργατικές εργασιακές σχέσεις και διεκδικεί μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους τους εργαζόμενους, μείωση του εργάσιμου χρόνου και των ορίων συνταξιοδότησης και ουσιαστικές αυξήσεις στις αποδοχές και συντάξεις, επειδή αποτελούν προϋποθέσεις και για τη διατροφική βελτίωση των λαϊκών στρωμάτων.
Είπε ΟΧΙ στα βιοκαύσιμα από ενεργειακές καλλιέργειες, επειδή δε συμβάλλουν στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος, αλλά αυξάνουν τις τιμές των τροφίμων και καταδικάζουν στον υποσιτισμό τα λαϊκά στρώματα.
Αντιστάθηκε στην πολιτική χρεοκοπίας και περιθωριοποίησης των αγροτικών συνεταιρισμών και την πώλησή τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο και διεκδικεί εκδημοκρατισμό και στήριξη των συνεταιρισμών από το κράτος για να λειτουργήσουν σαν μηχανισμοί αντίστασης στους εμποροβιομηχάνους.
Διεκδικεί μαζί με άλλους φορείς και κοινωνικές οργανώσεις στελέχωση των ελεγκτικών μηχανισμών και εξασφάλιση σύγχρονων υποδομών, για να κάνουν περισσότερους και ουσιαστικότερους ελέγχους. Ταυτόχρονα όμως, αποκαλύπτει σε όλα τα λαϊκά στρώματα ότι όσο το κέρδος αποτελεί βασικό κριτήριο παραγωγής των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, το διατροφικό πρόβλημα θα οξύνεται, η δημόσια υγεία θα υπονομεύεται, το περιβάλλον θα υποβαθμίζεται και οι οποιοιδήποτε έλεγχοι θα έχουν περιορισμένα αποτελέσματα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θα λειτουργούν σαν άλλοθι για να συνεχίζεται η ίδια κατάσταση.
Ολες οι πλευρές του διατροφικού προβλήματος δείχνουν ότι είναι ένα ταξικό πολιτικό πρόβλημα που αφορά πρώτα και κύρια την εργατική τάξη, τους μικρομεσαίους αγρότες και όλα τα λαϊκά στρώματα.
Γι' αυτό οι αγώνες τους για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος πρέπει να είναι συντονισμένοι και να φθάνουν μέχρι την αιτία του. Δηλαδή να συνδέονται με το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ