18 Ιαν 2012

Μάχη με το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό σε συνθήκες κρίσης


Η εκδήλωση της οικονομικής κρίσης στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία πρέπει να οδηγήσει μεγαλύτερο μέρος των εργατικών δυνάμεων σε ταξικά πολιτικά συμπεράσματα, αλλά και σε ανάλογη μαχητική στάση, να ανταποκριθούν στο σύνθημα του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για «Αντεπίθεση».
Το κύριο πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι μπορούν να στηρίζονται με μεγαλύτερη πεποίθηση στο ΚΚΕ, να το τροφοδοτούν με τη δική τους συμμετοχή στην οργανωμένη πάλη ενάντια στην καπιταλιστική εργοδοσία, με αντίσταση και απειθαρχία στα καλέσματα της ταξικής συνεργασίας από τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό, από τις αστικές ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, από τους εκπροσώπους τους στην Τοπική και Νομαρχιακή Διοίκηση, σε διάφορους θεσμούς ενσωμάτωσης και βέβαια από τους κυβερνητικούς και ευρωενωσιακούς μηχανισμούς. Πιο αποφασιστικά και μαζικά να εγκαταλείψουν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και τους δορυφόρους τους, και να στηρίξουν πολιτικά το ΚΚΕ.
Το κύριο ιδεολογικό συμπέρασμα είναι ότι το ΚΚΕ και στις πιο «μαύρες» συνθήκες του εργατικού κινήματος στο τέλος του 20ού αιώνα αποκάλυπτε την ουτοπία ή καλύτερα την αστική απάτη περί αέναης ανάπτυξης του καπιταλισμού, ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας με δήθεν κοινό όφελος για μισθωτούς και κεφαλαιοκράτες. Δηλαδή το ΚΚΕ με σταθερότητα μίλησε για το αναπόφευκτο της οικονομικής κρίσης για όλες τις καπιταλιστικές οικονομίες, τα παλιά και τα νέα «θαύματα» του καπιταλισμού. Πρόβλεψε την κρίση και για εκείνες τις καπιταλιστικές οικονομίες που διέθεταν συγκριτικά υψηλότερο της Ελλάδας κατά κεφαλήν ΑΕΠ1 και βιοτικό επίπεδο, που από τις δυνάμεις του ευρωμονόδρομου προβλήθηκαν ως φωτεινό μέλλον. Το Κόμμα μας πρόβλεψε το αναπόφευκτο βαθύτερων και επομένως συγχρονισμένων κρίσεων, το υπόβαθρο των οποίων θα δημιουργήσει τις συνθήκες κλονισμού της αστικής κυβερνητικής σταθερότητας. Πρόβλεψε την αναποτελεσματικότητα της πολιτικής απελευθέρωσης των αγορών στη μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση του σύμφυτου προβλήματος της καπιταλιστικής οικονομίας, να μην μπορεί να εξασφαλίζει την απρόσκοπτη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου, όπως άλλωστε συνέβαινε και με την κεϋνσιανή πολιτική. Ετσι και τώρα, το ΚΚΕ προβλέπει την αναποτελεσματικότητα των όποιων κρατικών παρεμβάσεων.

Με την ίδια ταξική συνέπεια και διορατικότητα σήμερα το ΚΚΕ προβλέπει το αναπόφευκτο μιας βαθιάς και απότομης όξυνσης όλων των κοινωνικών αντιθέσεων και των ενδοϊμπεριαλιστικών, τέτοιων που θα οδηγήσουν σε γενική οικονομική και πολιτική κρίση, δηλαδή σε συνθήκες για να μπει στην ημερήσια διάταξη η έφοδος για την κατάκτηση της εξουσίας. Οι σημερινές συνθήκες επιβάλλουν να επιταχυνθούν οι διεργασίες ανάλογης ανασύνθεσης του εργατικού κινήματος. Αυτό είναι και ένα από τα ζητούμενα της περιόδου μεταξύ 18ου και 19ου Συνεδρίου, δίνοντας έμφαση σε καθήκοντα του Κόμματος για την πραγματοποίηση αυτού του στόχου.
Φίλοι του Κόμματος και συναγωνιστές, προβληματισμένοι εργαζόμενοι αναρωτιούνται για το βάθος της σημερινής κρίσης, για τις συνέπειές της στις λαϊκές δυνάμεις, για τα βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα περιθώρια κάποιας αστικής διαχείρισης να αναστείλει το βάθος της, να προκαλέσει ουσιαστική ανάκαμψη.
Το βάθος της σημερινής κρίσης δεν μπορεί ακόμη να μετρηθεί γιατί αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο διεθνής αστικός συντονισμός είναι ένδειξη της μεγάλης έκτασης και του βάθους της. Εκπρόσωποι του συστήματος όπως ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζαςδεν αποκλείουν να εξελιχθεί ως η μεγαλύτερη μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο.
Βεβαίως πρόβλεψη ή και εκτίμηση για μεγαλύτερο βάθος της κρίσης επιβάλλει ταχύτητα στην ιδεολογική και οργανωτική ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, ικανού να επηρεάσει ανάλογα και το κίνημα άλλων λαϊκών δυνάμεων.
Αυτό πρέπει να είναι η αφετηρία της ετοιμότητας και όχι το δίλημμα μεταξύ εναλλακτικών αστικών πολιτικών διαχείρισης, στήριξης του ενός ή άλλου μείγματος κρατικής παρέμβασης - ιδιωτικού κεφαλαίου και των αντίστοιχων κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών - κυβερνητικών σχημάτων.
Οι συνθήκες εκδήλωσης της οικονομικής κρίσης συνεπάγονται επιτάχυνση στην αλλαγή διάθεσης των μαζών και στις πολιτικές εξελίξεις. Ομως η κατεύθυνση των κοινωνικών διαθέσεων και των πολιτικών εξελίξεων δεν είναι εξ ορισμού δοσμένη. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από τη μακρόχρονη ιστορία του καπιταλισμού και πολύ περισσότερο του περασμένου αιώνα, όσο και από τη σημερινή κατάσταση του εργατικού κινήματος, π.χ. στις ΗΠΑ.
Επομένως προέχει η προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα, ο προσανατολισμός της δράσης του εργατικού κινήματος, ο προσανατολισμός, η μαχητικότητα και οι μορφές οργάνωσης της λαϊκής συμμαχίας.
Σήμερα, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο αντικειμενικά συγκρούονται δυο γραμμές:
1) Η γραμμή του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού (συγκλίνουν ο αστικός ρεφορμισμός με τον οπορτουνισμό χωρίς να συμπίπτουν) με κύριο χαρακτηριστικό τους το κάλεσμα στην ταξική συνεργασία.
2) Η γραμμή της ταξικής πάλης σε όλα τα επίπεδα, ιδεολογικό - πολιτικό - οργανωτικό.

Η ρεφορμιστική και οπορτουνιστική γραμμή

Κατ' αρχήν, ας ξεχωρίσουμε την οπορτουνιστική γραμμή, με κύριο φορέα όχι γενικώς το ΣΥΡΙΖΑ, ούτε και γενικώς το ΣΥΝ, αλλά ειδικώς τις δυνάμεις του που προέκυψαν εγκαταλείποντας το Κόμμα, γι' αυτό έχουν μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε αντικαπιταλιστικές αναλύσεις και συνθήματα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Αυτή η καθαρά οπορτουνιστική τάση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, κι όχι η δήθεν πιο συνεπής αριστερή - ριζοσπαστική, καλεί σ' επίλυση της κρίσης μ' ένα συμβόλαιο εργατικής τάξης - λαϊκών στρωμάτων και κεφαλαίου υπό την πολιτική αιγίδα μιας αριστερής κυβέρνησης, στην οποία θα τους ήταν απαραίτητο ένα ΚΚΕ με οπορτουνιστική πολιτική. Την ίδια γραμμή εκφράζουν και οπορτουνιστικές δυνάμεις που ενσωματώθηκαν στο ΠΑΣΟΚ.
Αυτό εκφράζουν οι επιμέρους πολιτικές της προτάσεις, όπως τρεις τράπεζες κρατικές για να αναδομηθεί το τραπεζικό σύστημα, να ελεγχθεί η «ασύδοτη» τραπεζική κερδοφορία ή για να διοχετεύεται η κρατική χρηματοδότηση στη βιομηχανία, στη λεγόμενη πραγματική οικονομία.
Συνιστούν αυτές οι προτάσεις πολιτική ανακούφισης των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων μέσα σ' ένα δήθεν ρεαλιστικό πλαίσιο συσχετισμού, αφού σήμερα δεν έχουν ακόμη διαμορφωθεί κυρίως οι υποκειμενικές συνθήκες ανατροπής της οικονομικής κυριαρχίας των μονοπωλίων και της πολιτικής τους εξουσίας;
Για την αρνητική απάντηση στο ερώτημα αρκεί να δούμε πώς σκέφτεται και κινείται αυτή η εξουσία. Τα ίδια περίπου υποστηρίζει και ο ΣΕΒ: Επιστροφή στην πραγματική οικονομία, που σημαίνει «επένδυση, σκληρή δουλειά και αποταμίευση», με άλλα λόγια νέες θυσίες των μισθωτών για την έξοδο από την κρίση.
Ελάχιστα διαφέρει η ανάλυση του ΣΥΝ3 από του κ. Δασκαλόπουλου, προέδρου του ΣΕΒ, στην παρέμβασή του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, στις 20 Νοέμβρη 2008. Υποστήριξε ότι χρειάζεται μεγαλύτερη ανάμειξη του Δημοσίου στις τράπεζες για την ενίσχυση της οικονομίας. Θεωρεί ότι «ο ασύδοτος χρηματο-οικονομικός καπιταλισμός προκάλεσε τα σημερινά δεινά»... «διαμορφώθηκε αγορά που δεν υπέκειτο σε κανένα κανόνα, καμιά εποπτεία και αδιαφορούσε αν βρισκόταν σε αναντιστοιχία με την κοινωνία», ότι απαιτείται «στροφή από την εικονική οικονομία της χρηματοπιστωτικής κερδοφορίας στην πραγματική οικονομία της εργασίας, της παραγωγής του δημιουργικού μόχθου».
Τα επιτελεία της ΕΕ επεξεργάζονται νέα έκτακτα ενιαία μέτρα χρηματοδότησης περίπου στο 1% του ΑΕΠ από εθνικούς πόρους, συντονισμένη μείωση ΦΠΑ κατά μία ποσοστιαία μονάδα, μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων ομάδων, δημόσιες επενδύσεις στις τηλεπικοινωνίες και σε άλλα έργα υποδομής υψηλής τεχνολογίας, επιδόματα εκπαίδευσης σε ανέργους και μέτρα τόνωσης της κατανάλωσης.
Στην ίδια γραμμή ο κ. Προβόπουλος, διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, θεωρεί μάλλον μετριοπαθές το ποσό των 28 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, γιατί αυτό αντιπροσωπεύει μερίδιο μικρότερο του 1,5% στο ευρωενωσιακό πακέτο των περίπου 2 τρισ. ευρώ, ενώ αντίστοιχα η ποσοστιαία συμμετοχή του ελληνικού ΑΕΠ στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ είναι πάνω από 1,5%. Με άλλα λόγια, τάσσεται υπέρ περισσότερων κρατικών επενδύσεων στη σημερινή φάση.
Υποστηρίζει ότι χρειάζεται ένταση της προσπάθειας δημοσιονομικής εξυγίανσης, εξορθολογισμός και ανακατανομή δαπανών με αύξηση εσόδων και πάταξη της φοροδιαφυγής. Αναδιάρθρωση πρωτογενών δαπανών υπέρ εκπαίδευσης, έρευνας, νέων τεχνολογικών υποδομών, ότι ο έλεγχος του δημόσιου χρέους πρέπει να συνδυάζεται με επιμήκυνση του χρόνου μείωσης των ελλειμμάτων, αλλά και καθεστώς επιτήρησης, ανάκληση των έκτακτων μέτρων όταν υποχωρήσει ο κίνδυνος.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η αλλαγή στο μείγμα μεταξύ «κρατικής παρέμβασης - ιδιωτικού κεφαλαίου/ανοιχτής αγοράς» δεν είναι «αριστερό», ριζοσπαστικό προνόμιο ούτε φιλεργατική εναλλακτική πολιτική. Και βέβαια, υπάρχουν παραλλαγές στο μείγμα, που όλες μπορούν να ανταποκρίνονται στην ενίσχυση της κρατικής παρέμβασης. Διόλου τυχαία, σε κοινή παρέμβαση της καγκελαρίου της Γερμανίας Αγκ. Μέρκελ και του προέδρου της Γαλλίας Ν. Σαρκοζίυποστηρίζεται ότι «δεν υπάρχει ένα και μοναδικό μοντέλο (η υπογράμμιση δική μας) για τη διαμόρφωση σχεδίου, το οποίο να μπορεί να εφαρμοστεί από το σύνολο των 27 κρατών - μελών, καθώς τα δημοσιονομικά δεδομένα κάθε κράτους ποικίλλουν». Ετσι, μπορούν όλα τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, και τα αριστερά (βλέπε οπορτουνιστικά), να κάνουν αντικυβερνητική πολιτική, χωρίς να θίγουν ούτε την εξουσία των μονοπωλίων ούτε τη διακρατική συμμαχία τους, την ΕΕ. Αντίθετα, ένας τύπος («μοντέλο») της αστικής προσαρμογής στην προσπάθεια διάσωσης του συστήματος με τον «αριστερό» (βλέπε οπορτουνιστικό) μανδύα του, αποκτά μεγαλύτερη διεισδυτικότητα, ως ξένη πολιτική, στο εργατικό κίνημα.
Ως τέτοια προσαρμογή δεν μπορεί να απαλλάξει τον καπιταλισμό από τις εσωτερικές του αντιφάσεις ούτε να υπερβεί τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Το πολύ πολύ να τις μεταφέρει πιο διογκωμένες στο μεσοπρόθεσμο μέλλον. Σε τελευταία ανάλυση και τα κρατικά έσοδα είναι η συγκεντρωμένη υπεραξία των μισθωτών που μέσω άλλου μηχανισμού (όχι από τις τράπεζες αλλά από τον κρατικό προϋπολογισμό) γίνονται κεφάλαιο στα χέρια των ιδιωτών, των καπιταλιστών της βιομηχανίας.
Ομως αυτή η πολιτική προσαρμογή είτε στην καθαρά ρεφορμιστική μορφή της (πλασάρεται σήμερα στις ΗΠΑ με πρόεδρο τον Ομπάμα) είτε ως ρεφορμιστική - οπορτουνιστική (βλέπε την επικαλούμενη από το ΣΥΝ συνεργασία σοσιαλιστών - κομμουνιστών - οικολόγων για την ανάδειξη αριστερής κυβέρνησης), μπορεί να δώσει ανάσα στο αστικό πολιτικό σύστημα αποκλειστικά και μόνο γιατί μπορεί να ανακόψει τη δυνατότητα ριζοσπαστικοποίησης, μαχητικοποίησης των εργατικών μαζών και της ανάπτυξης μιας πραγματικά λαϊκής συμμαχίας για άμεση πάλη σ' επίπεδο εξουσίας.
Αυτή τη γραμμή πίεσης στο εργατικό κίνημα ασκούν ανώτερα μεσαία στρώματα που απότομα χάνουν θέσεις σε περίοδο κρίσης, όπως τα σχετιζόμενα με τα «κλειστά επαγγέλματα», μεσαίοι αγρότες, ενδεχομένως και κάποια μισθωτά στρώματα και σίγουρα τμήματα της κρατικής υπαλληλίας, που πλήττονται λόγω της απελευθέρωσης των αγορών και της κατάργησης του κρατικού μονοπωλίου.
Για τη θωράκιση του κινήματος χρειάζεται πιο αποφασιστική και πειστική πάλη π.χ. για το ανέφικτο να λειτουργήσει μία κρατική τράπεζα ως φορέας άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής στις σημερινές συνθήκες της ΕΕ, των εξαγωγών κεφαλαίων από ελληνικές τράπεζες όπως η Εθνική.
Με άλλα λόγια, απαιτείται πιο σύνθετη ιδεολογική - πολιτική δουλειά για να αποδείξεις ότι σε τελευταία ανάλυση ούτε μέσω του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή της Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδας στο παρελθόν ασκήθηκε φιλολαϊκή πολιτική, έστω και αν είχαν υψηλότερα επιτόκια καταθέσεων ή χαμηλότερα επιτόκια χορηγήσεων, αλλά αυτά ήταν ενταγμένα σε διαφορετικές από τις σημερινές σκοπιμότητες της κρατικής παρέμβασης.
Κυρίως χρειάζεται να αποκαλύψουμε τη σύμπλευση του οπορτουνισμού με τον αστικό ρεφορμισμό, φορείς του οποίου δεν είναι μόνο κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ, αλλά και η ίδια η ΝΔ, οι ίδιες οι κοινωνικές δυνάμεις του κεφαλαίου.
Σε αυτή τη βάση να αποκαλύπτεται η σύμπλευση και παρέμβαση δυνάμεων του αστικού ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτή την περίοδο επιχείρησαν ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ κοινή κάθοδο σε σωματεία με ταξικό προσανατολισμό, π.χ. στους ηλεκτρολόγους της Ζώνης, συντονίστηκαν για να αποτρέψουν ταξικά προσανατολισμένη διοίκηση στο Εργατικό Κέντρο του Πειραιά.
Σε αποπροσανατολιστική κατεύθυνση κινούνται και οι δυνάμεις της ΝΔ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση του κ. Παναγόπουλου (ΓΣΕΕ) στην ΚΟ της ΝΔ. Υποστήριξε την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στις τράπεζες και όπου δεν υπάρχει οικονομική επάρκεια να παρέμβει το κράτος με κρατικοποιήσεις. Εκανε κριτική στο Σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού ότι περιλαμβάνει πρόσθετους φόρους και μειώνει πόρους από διαθέσιμες επενδύσεις. Πρόκειται για την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος ως «λαϊκή εσωκομματική» αντιπολίτευση στη ΝΔ, υποστηρίζοντας ότι τα χρήματα προς τις τράπεζες πρέπει να διατεθούν για τη χορήγηση στεγαστικών δανείων προς τα νοικοκυριά και για κεφαλαιακή ενίσχυση των επιχειρήσεων και όχι για να «κλείσουν» οι «μαύρες τρύπες» των τραπεζών.
Βεβαίως όλα αυτά αντανακλούν τις αστικές αντιφάσεις, τη διαπάλη, διεθνώς και στην ΕΕ, ως προς το χαρακτήρα της κρατικής παρέμβασης. Κάθε μερίδα αυτής της διαπάλης συμβάλλει στην ανάδειξη των βαθιών αντιφάσεων του συστήματος, που πρέπει να αξιοποιούνται από το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Π.χ. στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ φιλοξενείται η γραμμή που υποστηρίζει ότι η άμεση κρατική παρέμβαση έχει κατά 50% μειωμένη αποτελεσματικότητα λόγω της γραφειοκρατίας. Ο πρόεδρος της Attica Bank, Τρ. Κολλίντζας, στο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου (25 Νοέμβρη 2008), υποστήριξε ότι «οι αγορές θα πρέπει να αποφασίσουν ποιες επιχειρήσεις θα επιβιώσουν και ποιες όχι», ενώ τάχθηκε υπέρ της παρέμβασης για τη στήριξη των «ευπαθών ομάδων του πληθυσμού».
Η αστική διαπάλη, στην οποία εμπλέκεται και ο κύριος οπορτουνιστικός πολιτικός φορέας, έχει και στοιχείαμονοπωλιακού ανταγωνισμού και μεταξύ των τραπεζών αλλά και μεταξύ άλλων ομίλων με μεγάλες βιομηχανικές μονάδες. Πρόκειται για ανταγωνισμό σε μια νέα φάση συγκεντροποίησης του κεφαλαίου μέσω πτωχεύσεων αλλά και εξαγορών/συγχωνεύσεων, όπως πιο καθαρά υποστηρίζει ο πρόεδρος της MIG, κ. Βγενόπουλος.
Βεβαίως έχει και στοιχεία ανταγωνισμού μεταξύ ιμπεριαλιστικών κέντρων και μέσα σε αυτά. Αυτός ο παράγων κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη ιδεολογικής - πολιτικής - οργανωτικής ετοιμότητας του εργατικού κινήματος, της λαϊκής συμμαχίας.
Η παγκόσμια ιστορία του καπιταλιστικού συστήματος και μάλιστα στο μονοπωλιακό του στάδιο, επιβεβαιώνει ότι οι αλλαγές στο μοίρασμα των αγορών δε γίνονται αναίμακτα. Και αμερικανικές πηγές, όπως η πρόσφατα δημοσιοποιημένη Εκθεση με τίτλο «Παγκόσμιες τάσεις ως το 2025» του Αμερικανικού Εθνικού Συμβουλίου Πληροφοριών (National Intelligence Council) προβλέπει σταθερή ενίσχυση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ανατολή σε σύγκριση με τη Δύση (ΗΠΑ, Ευρώπη). Αλλωστε, Κίνα και Ρωσία ενισχύουν τις οικονομικές και άλλες συνεργασίες τους με κράτη της αμερικανικής ηπείρου, ενώ συνεχίζεται η διεθνής ανταγωνιστική κούρσα στην κατασκευή πυρηνικών συστημάτων νέας γενιάς.

Η γραμμή της ταξικής πάλης

Η ένταση της ταξικής πάλης αφορά όλες τις πτυχές της, την ιδεολογική - πολιτική ζύμωση και τη διαπάλη μέσα στις μαζικές οργανώσεις, την πολιτικοποίηση των στόχων πάλης, τις μορφές οργάνωσης του εργατικού κινήματος, του κινήματος των αγροτών και των μικροεπαγγελματιών, τις ιδιαίτερες μορφές οργάνωσης νέων και γυναικών, αφορά όλα αυτά τα κύτταρα από τα οποία θα διαμορφωθεί το αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό, δημοκρατικό Μέτωπο, το λαϊκό ποτάμι ανατροπής της αστικής εξουσίας.
Σταθερός άξονας πάλης η διεκδίκηση στην κατεύθυνση να πληρώσει το κεφάλαιο, πίεση για αποσπάσεις βελτίωσης της θέσης των εργαζομένων στη γραμμή της ανατροπής των εκμεταλλευτικών σχέσεων. Το εργατικό κίνημα να μη βάλει πλάτη στους αστικούς προβληματισμούς, των πολιτικών ή άμεσα των κεφαλαιοκρατών, για τη διαχείριση της κρίσης. Μόνο 27 όμιλοι (το 10% των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών) από όλους σχεδόν τους κλάδους συγκέντρωσαν - σύμφωνα με τις επίσημες δημοσιεύσεις - 2,33 δισ. ευρώ καθαρά κέρδη στο 9μηνο του 2008 και είναι δυσαρεστημένοι γιατί στο αντίστοιχο 9μηνο του 2007 είχαν συγκεντρώσει 2,88 δισ. ευρώ. Και μόνο αυτό το στοιχείο αρκεί για να μην μπουν οι εργαζόμενοι σε καμιά λογική παραίτησης από διεκδικήσεις, προκειμένου να μη γίνουν απολύσεις.
Η απάντηση στις Σειρήνες που καλούν σε συνεργασία εργατών και βιομηχάνων, είναι η ανάπτυξη αγώνων, η άσκηση πίεσης στη γραμμή:
Νομοθετική απαγόρευση των απολύσεων στις βιομηχανίες με ταυτόχρονη εφαρμογή του 35ωρου - 5ήμερου - 7ωρου, συνδυασμένου με βασικό μισθό 1.400 ευρώ και κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ για τις εργασιακές σχέσεις, διεκδίκηση όλων των αιτημάτων που αφορούν ανέργους, συνταξιούχους, λαϊκή στέγη, ιατροφαρμακευτική κάλυψη, φορολογία κλπ.
Αυτή η γραμμή του εργατικού - συνδικαλιστικού αγώνα να λειτουργήσει ως άσκηση πίεσης - απόσπασης κατακτήσεων αλλά και ως σχολείο ιδεολογικής - πολιτικής αφύπνισης.
Σε αυτή τη μάχη καλούμαστε όλοι και όλες να μπούμε πιο δυναμικά και αποτελεσματικά, με επαναστατική πεποίθηση, πρωτοβουλία και έμπνευση, με αντοχή στις πιέσεις και στις δυσκολίες, με κατανόηση - υπομονή και επιμονή μπροστά στους δισταγμούς και τις ταλαντεύσεις των εργαζομένων.
Αυτό που μπορεί να γίνει από εμάς δεν έχει ακόμη εξαντλήσει τα όριά του, γι' αυτό δεν μπορούμε να εξαιρέσουμε τη δική μας κατάσταση από αυτήν του εργατικού κινήματος. Είναι ακόμη πολλές και αναξιοποίητες οι εφεδρείες που διαθέτουμε, μεταξύ αυτών δυνάμεις εξ ορισμού πιο κοντά στις μάζες, όπως εκλεγμένοι σε δημοτικά και νομαρχιακά συμβούλια.
Ολες οι κομματικές και κνίτικες δυνάμεις, μαζί με τους φίλους του Κόμματος και συνεργαζόμενους στα διάφορα μέτωπα πάλης να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, συλλογικές και ατομικές, για να ενισχυθεί το ιδεολογικό - πολιτικό στοιχείο στην επικοινωνία μας με τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, να ενταθεί η δουλειά για την οργάνωσή τους σε διάφορες μορφές αγώνα, να συνδεθούν τα αιτήματα στα διάφορα μέτωπα πάλης και τις συσπειρώσεις με την προοπτική της πολιτικής ανατροπής. Γιατί πραγματική διέξοδος από την κρίση μπορεί να δρομολογηθεί μόνο με την κοινωνική και πολιτική ανατροπή.
Παραπομπές:
1. Εχει σημασία να θυμίσουμε ότι η πτωχεύσασα Ισλανδία είχε το 2ο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ και ήταν πρώτη σε βιοτικό επίπεδο.
2. Συνέντευξη του Ζ. Κ. Τρισέ στο βρετανικόSKYNEWS, ΒΗΜΑ, 20/11/08 στην οποία υποστηρίζει: «Συνολικά η παγκόσμια οικονομία βρίθει ελαττωμάτων... Είναι απολύτως απαραίτητη η συνεργασία των βιομηχανικών χωρών, περιλαμβανομένης της ΕΕ και των ΗΠΑ, με τις αναδυόμενες οικονομίες για την έξοδο από την κρίση».
3. Ακόμα πιο αποκαλυπτικά εξέφρασε ο εκπρόσωπος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ Γ. Δραγασάκης τη σύμπλευσή του με προτάσεις του προέδρου της MIG, Α. Βγενόπουλου για το δημόσιο έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας ή για τη δημιουργία ενός πυρήνα τραπεζών δημοσίου συμφέροντος σε ημερίδα της ΟΤΟΕ («Ριζοσπάστης» 28/11/08).
4. «Le Figaro» και «Frankfurter Allgemeine Zeitung», 24 Νοέμβρη 2008.

Της
Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ
μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ