18 Ιαν 2012

25η ΜΑΡΤΙΟΥ 1942 Πώς σώθηκαν 13.000 παιδιά στη Ρούμελη



25η ΜΑΡΤΙΟΥ 1942
Πώς σώθηκαν 13.000 παιδιά στη Ρούμελη
Ενα κιτρινισμένο χαρτί, καρφιτσωμένο στο Μουσείο του Μικρού Χωριού, θυμίζει μια άγνωστη στους πολλούς ιστορία της Κατοχής. «Να ξαναδούνε τα παιδιά μας το φως της λευτεριάς», γράφει το χαρτί και την ιστορία του ζωντανεύει με τη μαρτυρία της η αγωνίστρια Ναυσικά Φλέγκα - Παπαδάκη, 60 χρόνια μετά, και τη βλέπουμε να ξαναζεί αυτήν την εποχή μιλώντας κάτω από τη φωτογραφία της εκείνων των φλογισμένων χρόνων με τη χλαίνη της ΕΠΟΝίτισσας και τα μαλλιά της ν' ανεμίζουν. Συντρόφισσα του βετεράνου της Εθνικής Αντίστασης Βαγγέλη Παπαδάκη - του Τάσου Λευτεριά, καπετάνιου της ΧΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, η Ναυσικά είναι αυτή που έγραψε στην Κατοχή το κοσμαγάπητο τραγούδι «Βαριά στενάζουν τα βουνά/ κι ο ήλιος σκοτεινιάζει/ το δόλιο το Μικρό Χωριό/ και πάλι ανταριάζει». Στις 25 Μαρτίου του 1942 εγκαινίασε το χωριό της το πρώτο συσσίτιο για τα παιδιά που πεινούσαν και σε λίγο διάστημα συσσίτια και παιδικοί σταθμοί ξεφύτρωσαν σε πλήθος χωριά της Ρούμελης, σώζοντας 13.000 παιδιά - το μέλλον του τόπου μας! Μια εκστρατεία ζωής, τόσο διαφορετική από τη φιλανθρωπία και τον εκσυγχρονισμένο «εθελοντισμό» που προπαγανδίζεται σήμερα... Αλλά ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
«Ολα ξεκίνησαν, λέει, από μια συζήτηση που είχα μ' έναν καθηγητή, φιλόλογο από το χωριό μας, τον αξέχαστο Δημητράκη το Θάνο. Ηταν μέλος του ΕΑΜ, αλλά δεν το ήξερα. Κι εγώ ήμουν μέλος του ΕΑΜ από την Αθήνα, πριν έρθω στο Μικρό Χωριό, αλλά δεν το είχα πει σε κανέναν. Το βράδυ, λοιπόν, έπαιρνα από το σπίτι κρυφά από τη μητέρα μου ψωμί, τυρί, βούτυρο, μέλι ό,τι βρισκόταν και τα πήγαινα σε μια πολύ φτωχή οικογένεια που τα παιδιά της πεινούσαν. Ηταν μετανάστες, είχαν αποκλειστεί με τον πόλεμο και δεν είχαν τίποτα - ούτε χωράφια ούτε κότες. Οπως κατέβαινα στην πλατεία, στο σκοτάδι, με είδε ο Θάνος και με ρώτησε πού πάω. Του εξήγησα και του ζήτησα να μην πει σε κανέναν τίποτα γιατί δεν ήθελα να το μάθει η μητέρα μου. "Γιατί να το κάνεις κρυφά", μου είπε "και να μη δώσουμε φανερά και σ' αυτή και σ' άλλες οικογένειες στο χωριό που έχουν παιδιά και πεινάνε; Ετσι θ' ακολουθήσει και άλλος κόσμος...".
Συμφώνησα, αλλά δεν ήξερα πώς θα γίνει αυτό. Δώσαμε ραντεβού για την επόμενη στο γραφείο της κοινότητας να το συζητήσουμε. Είχε δίκιο, η Ευρυτανία είναι πανέμορφη, έχει έλατα, αλλά το έδαφός της είναι άγονο. Οι κάτοικοι ζούσαν περισσότερο με το συνάλλαγμα που έστελναν οι δικοί τους από το εξωτερικό. Οταν με έφερε ο πατέρας μου στο Καρπενήσι, εξαιτίας του πολέμου, τότε αντίκρισα τους πρώτους πρησμένους από την πείνα γέρους και τα παιδιά του χωριού ν' αδυνατίζουν τόσο ώστε να μην μπορούν να πάρουν τα πόδια τους...
Την επόμενη το πρωί ο καθηγητής, που ήταν πολύ νέος, μου μίλησε για το σχέδιό του: Να καταγράψουμε τα παιδιά του χωριού που δεν έχουνε να φάνε. Πραγματικά, πήγαιναν στα σπίτια και ζητιάνευαν ένα κομμάτι ψωμί. Ετσι αποφασίσαμε να οργανώσουμε συσσίτιο στο σχολείο του χωριού που ήταν κλειστό. Θα χρειαζόταν ένα καζανάκι - από ένα πιάτο, ένα πιρούνι, ένα κουτάλι να δίνανε όλες οι οικογένειες θα τα καταφέρναμε! Συμφωνήσαμε να αρχίσει το πρώτο συσσίτιο στη γιορτή της 25ης Μαρτίου ώστε να το γιορτάσει όλο το χωριό...
Ο ίδιος ανέλαβε να μιλήσει στους συγχωριανούς και στον παπά. Το βράδυ λέω της μητέρας μου: "Εγώ θα κατέβω κάτω γιατί θα μιλήσει ο Θάνος γι' αυτό και γι' αυτό το ζήτημα". "Καλά, παιδάκι μου, καλό είναι αυτό, να τα σώσετε τα παιδιά"!
Μια γυναίκα στον άμβωνα!
Πήγα λοιπόν το βράδυ εκεί, είχα φωνάξει και μερικά κορίτσια ακόμη, ήταν η αδελφή του Θάνου κι άλλες με προοδευτικά αδέλφια που ήταν μέλη του ΕΑΜ στην Αθήνα. Ολοι οι χωριανοί είδαν την πρόταση με καλό μάτι. Βγάλαμε μια μικρή επιτροπή από κοπέλες του χωριού για να καταγράψουμε τις ανάγκες: Την Αντιγόνη Θάνου, την Πιπίτσα Πολύζου, την Γιάννα Ζορμπαλά, την Μαργαρώ Δημοπούλου, την Φρόσω Κομπορόζου, την Ασπασία Γιαννακοπούλου και εμένα. Ηταν 32 παιδιά που έπρεπε να φροντίσουμε και δέκα γέροι που μόλις μας είδαν άρχισαν να παρακαλάνε: "Δώστε μας κι εμάς να μην πεθάνουμε - ένα τόσο δα κομμάτι να μας δώσετε"! Πραγματικά, στις 25 Μάρτη του 1942 έγινε η πρώτη διανομή φαγητού στα παιδιά και στους γέροντες, μετά το τελείωμα της λειτουργίας και την εκφώνηση της πρώτης μου ομιλίας. Αρχικά ο παπάς, ένας πολύ καλός άνθρωπος, δίσταζε να αφήσει μια γυναίκα να μιλήσει από τον άμβωνα γιατί δεν είχε ξαναγίνει κάτι τέτοιο - αλλά τελικά πείστηκε. Μίλησε πρώτος ο Πάνος ο Παναγιωτόπουλος, ο δικηγόρος, από το χωριό μας και ύστερα εγώ. Είχα ζητήσει να γράψει ο καθηγητής την ομιλία ή τουλάχιστον να δούνε πριν μιλήσω αυτά που θα έγραφα, αλλά ο Θάνος ήταν ανένδοτος. "Θα τη φτιάξεις μόνη σου όπως νιώθεις κι ό,τι πιστεύεις"! Την έγραψα πρόχειρα σ' ένα χαρτί που βρήκα στο σπίτι με λογαριασμούς του πατέρα μου (Αυτό υπάρχει στο Μουσείο του Μικρού Χωριού).
Οταν βγήκα έξω, ο Δημητράκης ο Θάνος με αγκαλιάζει με δακρυσμένα μάτια: "Μίλησε κι ο Πάνος μας όμορφα, μα εσύ είπες στην ομιλία σου μια φράση Ναυσικά μου: Να ξαναδούνε τα παιδιά μας το φως της λευτεριάς! Καταλαβαίνεις τι σπουδαίο είναι αυτό που είπες σήμερα. Μπράβο! Ξεκίνα τώρα να το οργανώσεις σωστά αυτό που βάλαμε όλοι μαζί μπροστά πρώτα στο χωριό μας κι ύστερα σ' όλα τα γύρω χωριά".
Αλλά και οι γυναίκες κλαίγανε μέσα στην εκκλησία. Κι όταν βγήκα έξω, όλες ήταν πρόθυμες να συνεισφέρουν. "Κι εγώ θα σε βοηθήσω...". ¨"Κι εγώ θα σε βοηθήσω...". Δεν έμεινε καμιά γυναίκα στο χωριό να μην έρθει να προσφέρει. Και δεν ήταν μόνο να μαγειρέψεις, ήταν να κουβαλήσεις ξύλα, να πλύνεις τα καζάνια και τα πιάτα. Επειτα ράψαμε πετσετούλες από παλιά σεντόνια και τις απλώναμε χάμω να τρώνε τα παιδιά γιατί δεν είχαμε τραπέζια. Το καλοκαίρι τα βγάζαμε τα μικρά απ' έξω, στην αυλή. Για πρωινό τούς είχαμε ψωμί κι ελιές και ζάχαρη στο ψωμί - αυτό ήταν βασικό. Αν είχαμε και τυρί, τους δίναμε... Ετσι ξεκίνησαν οι πρώτοι παιδικοί σταθμοί, όπου παιδιά μέχρι 12 χρόνων, εκτός από το φαγητό, μάθαιναν γράμματα και ψυχαγωγούνταν από τους δασκάλους - ΕΠΟΝίτες και ΕΠΟΝίτισσες - γιατί τότε όλα τα σχολεία είχαν κλείσει. Η προσπάθεια αρχικά εξαπλώθηκε μέσω της "Πανευρυτανικής Ενωσης Νέων", γιατί τότε η ΕΠΟΝ δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί, ούτε η Εθνική Αλληλεγγύη είχε φτάσει ακόμα σ' εμάς. Μετά την Απελευθέρωση του Καρπενησίου (το Μάη του 1943) άρχισε να οργανώνεται εδώ η Εθνική Αλληλεγγύη. Εκ των ενόντων ξεκίνησαν όλα. Από την "Πανευρυτανική Ενωση Νέων"».
Στη Συνδιάσκεψη...
Ετσι, λοιπόν, η Ναυσικά με το ψευδώνυμο «Πρωτομαγιά» όργωνε την Ευρυτανία. Οταν δημιουργήθηκε η ΕΠΟΝ, το Φλεβάρη του '43, έγινε μια συνδιάσκεψη στο χωριό Καλεσμένο, με στόχο να προσχωρήσει η «Πανευρυτανική Ενωση» στην ΕΠΟΝ.
«Εκεί, στη συνδιάσκεψη, έγινε μια πολύ σπουδαία δουλιά. Μια ελεύθερη γνώμη, τι να σου πω, να κάνουν προτάσεις τα παιδιά με μια σοβαρότητα... Ολοι προσχώρησαν στην ΕΠΟΝ, κανείς δε θέλησε να φύγει, παρόλο που δεν ήταν υποχρεωμένοι, αν είχαν κάποια αντίρρηση... Η ΕΠΟΝ στη συνέχεια έστησε παιδικούς σταθμούς σ' όλη την Ευρυτανία, τη Ρούμελη. Φθάσαμε μέχρι τα σύνορα της Ηπείρου και τη Λιβαδειά. Υστερα άρχισαν και στη Θεσσαλία να οργανώνουν συσσίτια...
Μόνο στη Ρούμελη σώθηκαν 13.000 παιδιά. Το γνωρίζουμε αυτό, γιατί σε κάθε χωριό είχαμε καταστάσεις. Αυτές τις καταστάσεις, όταν έγινε από την ΕΠΟΝ ο "Σύλλογος Προστασίας Παιδιού", στο τέλος του 1943, τις συγκεντρώσαμε και μετρήσαμε τον αριθμό».
ΕΠΟΝίτισσα πια, η Ναυσικά Φλέγκα, μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Ευρυτανίας, παίρνει μέρος στη συγκρότηση του παιδικού σταθμού Καρπενησίου. Δημιουργήθηκε ένας πρότυπος παιδικός σταθμός που στέγαζε 150 παιδιά. Επικεφαλής της ομάδας ΕΠΟΝιτών και ΕΠΟΝιτισσών η Αλέκα Μυριαλή, αθλήτρια, που είχε έρθει από την Αθήνα. «Είναι τόσο μακρύς ο κατάλογος των κοριτσιών με την πολύτιμη προσφορά τους στον αγώνα, ήταν τόσος ο ενθουσιασμός! Ποια να πρωτοθυμηθώ; Χάρη σ' αυτές σώθηκε η νέα γενιά του τόπου μας...».
Δεν αφήσαμε να πεθάνει το μέλλον
«Κι όλ' αυτά έγιναν με αυταπάρνηση, εθελοντικά. Αυτός ο εθελοντισμός δεν έχει καμιά σχέση με τη φιλανθρωπία κάποιων εύπορων κυριών. Ηταν μια εθελοντική κοινωνική προσφορά, συνειδητή και οργανωμένη από το λαϊκό κίνημα. Τίποτα δεν ήταν υποχρεωτικό. Ομως, η νεολαία που είχε ενταχθεί στην ΕΠΟΝ έβλεπε αυτό το ζήτημα σανπατριωτικό καθήκον, ότι πρέπει τα μικρά παιδιά να επιζήσουν. Ακόμα και οι κοπέλες που δεν ήταν μέλη της ΕΠΟΝ είχαν προσφερθεί να βοηθήσουν στην προσπάθεια για την επιβίωση της νέας γενιάς. Ο καθένας προσπαθούσε να δώσει κάτι περισσότερο. Οι νεολαίοι βγαίνανε στην πλατεία και λέγανε¨"όποιος θέλει να μας φέρει καλαμπόκι, φασόλια" - γινόταν ανακοίνωση κι όποιος ήθελε, έφερνε. Αν κάνεις, λέει, η Ναυσικά Φλέγκα μια έρευνα για το τι γινόταν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θα διαπιστώσεις ότι πουθενά δεν υπήρχε αυτό που προσέφερε η νεολαία της Ελλάδας μέσα από την ΕΠΟΝ για τη σωτηρία των παιδιών. Οχι μόνο στη Ρούμελη, αλλά και στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία, στην Αθήνα. Οι σημερινοί άνθρωποι μέσης ηλικίας υπάρχουνε, ζούνε, είναι αυτά τα παιδιά που σώθηκαν και προσέφεραν πάρα πολλά για τη δημοκρατία και το κίνημα.
Σήμερα που έχουμε ένα πισωγύρισμα με τη φτώχεια, με την ανεργία, με τους μετανάστες που δεν μπορούν να συντηρηθούν, με τα τόσα παιδιά που ζητιανεύουν στους δρόμους και καθαρίζουν τζάμια στα αυτοκίνητα, βλέπουμε ότι δεν υπάρχει μια οργανωμένη κρατική μέριμνα γι' αυτά τα μικρά, να τα μαζέψει από τους δρόμους, να τα φροντίσει, να τα στείλει στο σχολείο. Εμείς πώς τα καταφέραμε με τόσο αντίξοες συνθήκες μέσα στον πόλεμο; Μπορούμε να στηριχτούμε στη φιλανθρωπική αρωγή των πλούσιων κυριών; Αυτή δεν είναι μέριμνα για το παιδί, ούτε τα 5-10 ιδρύματα που υπάρχουν μπορούν να σώσουν το σύνολο των παιδιών που γυρίζουν στους δρόμους».


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ