18 Ιαν 2012

ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Με την έκδοση αυτή, το ΚΚΕ αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, το έμπρακτο ενδιαφέρον του για τα καθημερινά προβλήματα, που αφορούν άμεσα την εργατική τάξη και όλους τους εργαζόμενους. Προβλήματα, με τα οποία τα λαϊκά στρώματα βρίσκονται συνέχεια αντιμέτωπα και τις συνέπειες των οποίων «εισπράττουν» άλλοτε καθημερινά, σε «μικρές» αλλά έντονες δόσεις (κυκλοφοριακό, καθαριότητα), άλλοτε ως καταστροφικά περιστατικά (σεισμοί, πλημμύρες) και άλλοτε με ενδιάμεση μορφή (συσσώρευση απορριμμάτων, επιφανειακή κατάκλυση ομβρίων).
Προβλήματα, τα οποία όλο και περισσότερο επιδεινώνονται και θίγουν όλο και μεγαλύτερο μέρος του λαού, και ιδιαίτερα τα πλατιά λαϊκά στρώματα.
  • Το κυκλοφοριακό είναι σήμερα, ένα από τα πιο οξυμένα προβλήματα των μεγάλων πόλεων της χώρας, όχι, πια, μόνο της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, αλλά και των άλλων μεγάλων και μεσαίων αστικών κέντρων της υπαίθρου.
  • Το ζήτημα της αντισεισμικής θωράκισης γίνεται τώρα πιο επιτακτικό, καθώς το «μοντέλο» οικιστικής μεγέθυνσης της παραγωγής κατοικίας, αλλά και των έργων, που εφαρμόστηκε, καθιστά περισσότερο ευάλωτα τα λαϊκά στρώματα στους σεισμούς και σε μεγαλύτερη έκταση από ό,τι πριν.
  • Η αυτονόητη απαίτηση για ορθολογική διαχείριση των απορριμμάτων παραμένει ένα ανεκπλήρωτο ζητούμενο, με αποτέλεσμα, καθώς η ποσότητα και επικινδυνότητα των στερεών αποβλήτων αυξάνεται συνεχώς, τα μεν μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα να κάθονται πλέον πάνω σε μια «ταχυφλεγή» βόμβα, η δε περιφέρεια να έχει μετατραπεί σε φορέα χιλιάδων «αποστημάτων», των ανεξέλεγκτων χωματερών.
  • Τέλος, το αγωνιώδες αίτημα για μια ουσιαστική αντιπλημμυρική προστασία σε όλη τη χώρα, αναπαράγεται κάθε χρόνο όλο και πιο έντονο, όλο και πιο καθολικό καθώς το «αναπτυξιακό» μοντέλο της άρχουσας τάξης έχει καταστήσει το «φυσικό κεφάλαιο» του τόπου (γη, νερά, δάση, οικοσυστήματα) πηγή προσπορισμού υπερκερδών στο μεγάλο κεφάλαιο.
Κοινός παρονομαστής των προβλημάτων αυτών, όπως επανειλημμένα έχει καταγραφεί και σε πολλές επιστημονικοτεχνικές εκδηλώσεις, παραμένει, όπως και σε πολλά άλλα φαινόμενα της καθημερινής μας ζωής, μια κραυγαλέα αντίφαση: Ενώ η επιστήμη και η τεχνική μπορούν να δώσουν σήμερα πλήρεις έως και ικανοποιητικές, κατά περίπτωση, λύσεις στα προβλήματα αυτά, η πολιτική βούληση της άρχουσας τάξης και των πολιτικών της εκφραστών είναι η εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών, η επικυριαρχία του κέρδους σε βάρος των συμφερόντων, των δικαιωμάτων και αναγκών της εργατικής τάξης και γενικότερα των λαϊκών στρωμάτων.
Τα προβλήματα αυτά, η επιδείνωσή τους και οι συνέπειές τους έχουν άμεση σχέση, είναι συνυφασμένα και με άλλες πολιτικές όπως της χωροταξίας και πολεοδομίας, της πολιτικής γης και κατοικίας, της κοινωνικής πολιτικής και του χαρακτήρα της, των υποδομών της, της περιβαλλοντικής πολιτικής, της εργασίας και της παραγωγής, της υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, κλπ.
Είναι συνυφασμένα συνολικά με τις ταξικές επιλογές ανάπτυξης της χώρας.
Αναδεικνύεται έτσι, για άλλη μια φορά, και με την έκδοση αυτή, ότι η λύση των «μικρών» και μεγάλων προβλημάτων του τόπου δεν είναι θέμα τεχνικό. Είναι ζήτημα βαθιά πολιτικό. Καταθέτοντας, επομένως, τις θέσεις του ΚΚΕ για τα πιο πάνω ζητήματα, είμαστε υποχρεωμένοι να τονίσουμε, για άλλη μια φορά, το αυτονόητο: Η οριστική επίλυσή τους δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά από τα άλλα προβλήματα των εργαζομένων. Απαιτεί την εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής, έτοιμης να συγκρουστεί με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και όσα άλλα διαπλέκονται με τα πρώτα. Μια πολιτική στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας, που προτείνει το Κόμμα μας, τους καρπούς της οποίας θα απολαμβάνει ο λαός. Μια πολιτική διαμετρικά αντίθετη με τη βάρβαρη καπιταλιστική λογική της μεγιστοποίησης, με οποιοδήποτε τίμημα, του ατομικού κέρδους, και της «ελεύθερης αγοράς», που ευθύνεται για τα μεγάλα προβλήματα του εργαζόμενου λαού.
Υπό αυτή την οπτική, πιστεύουμε ότι το φυλλάδιο αυτό μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στη βαθύτερη συνειδητοποίηση του εργατικού και του μαζικού κινήματος και στην κινητοποίησή του όχι μόνο για επιμέρους βελτιώσεις της ποιότητας ζωής, αλλά, και κυρίως, για την ανάγκη μιας συνολικής δράσης για την ανατροπή της σημερινής «νέας τάξης πραγμάτων» στη χώρα μας.
ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Σήμερα, πέρα από την Αττική, προστίθενται όλο και περισσότερες περιοχές της χώρας που χαρακτηρίζονται «ανοχύρωτες», αφού στη ζέστη ασφυκτιούν, στο χιόνι παραλύουν, στο σεισμό καταστρέφονται, σκοτώνονται και στη βροχή πνίγονται.
Σε κάθε βροχή γινόμαστε μάρτυρες εκτεταμένων καταστροφών από πλημμύρες.
Ανθρώπινες ζωές χάνονται, περιουσίες εξαφανίζονται, εγκαταστάσεις, δίκτυα και έργα υποδομής παθαίνουν ανεπανόρθωτες ζημιές.
Οταν βρέχει δε σκεφτόμαστε πού θα γίνουν οι καταστροφές, αλλά, ακόμη χειρότερα, τι καταστροφές θα γίνουν σε συγκεκριμένα σημεία.
Σήμερα, πολλές αστικές περιοχές πλήττονται συχνά από πλημμύρες, ακόμη και σε μικρές σχετικά βροχοπτώσεις (μικρής έντασης και διάρκειας) και είναι βέβαιο ότι θα θρηνήσουμε πολλές ανθρώπινες ζωές και θα υποστούμε τεράστιες οικονομικές ζημιές, αν δεν πάρουμε, έστω και την τελευταία αυτή στιγμή, ουσιαστικά μέτρα για τη θωράκισή τους, καθώς και των γύρω περιοχών.
Σε πολλές περιοχές τα υφιστάμενα έργα αποχέτευσης ομβρίων και οι υφιστάμενες μελέτες, είναι ανεπαρκείς και δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι παροχές ομβρίων λόγω ανεπάρκειας - ανυπαρξίας δικτύων, αυξημένου όγκου λόγω αλλαγής χρήσεων γης, εμποδίων κλπ. δεν καταλήγουν στους φυσικούς τους αποδέκτες (θάλασσα, ποτάμια, χείμαρροι) ή στους βασικούς συλλεκτήρες ομβρίων, με αποτέλεσμα γενικά ολόκληρες περιοχές μπορούν να χαρακτηριστούν, σε ό,τι αφορά τις πλημμύρες, αθωράκιστες.

Σε πολλές περιπτώσεις, κατασκευασμένα βασικά έργα ομβρίων δεν έχουν ολοκληρωθεί (παραμένουν τυφλά) και δεν είναι εναρμονισμένα με τα διάφορα έργα υποδομής (οδοποιία, λιμενικά, κοινής ωφέλειας), με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνονται στο σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν. Ακόμα χειρότερα, η κατασκευή τους σε αρκετές των περιπτώσεων μεγιστοποιεί καταστάσεις πλημμυρών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, από την άποψη αυτή, μπορούν να αναφερθούν π.χ. στην Αττική οι εγκλωβισμένες χαμηλές περιοχές στο Φαληρικό Ορμο, μεταξύ των υπερυψωμένων Κηφισό, Ιλισό, Λεωφόρο Ποσειδώνος.
Επίσης, διάφοροι φορείς έχουν κατασκευάσει, σημαντικά έργα (Αττική Οδός, Λ. Κηφισού, Λ. Υμηττού, Διεθνές Αεροδρόμιο στα Σπάτα, Ιππικό Κέντρο Μαρκοπούλου), ή κατασκευάζουν (προαστιακός σιδηρόδρομος, τραμ, ανάπλαση παράκτιων περιοχών Σαρωνικού), τα οποία επηρεάζουν καθοριστικά την αντιπλημμυρική προστασία ολόκληρων περιοχών της Αττικής, αφού δεν είναι ενταγμένα σε έναν συνολικό σχεδιασμό αντιπλημμυρικής προστασίας, με αποτέλεσμα να γίνονται αιτία για πλημμυρικά φαινόμενα.
Τέλος, βασικά αντιπλημμυρικά έργα της δεκαετίας του 1955 - 1965 εκτελέστηκαν με μελέτες του 1934, ενώ μέχρι πρότινος προγραμματίζονταν και εκτελούνται έργα με προβλέψεις (υδρολογικά στοιχεία κλπ.) και μελέτες της εποχής του 1960 - 1980 και μάλιστα με νοοτροπία και γνώσεις που πλέον έχουν ξεπεραστεί.
Οι άμεσες πιεστικές αποχετευτικές ανάγκες είχαν επιβάλει στο παρελθόν την αντιμετώπιση αποχετευτικών έργων σχεδόν αποκλειστικά μόνο εντός των κατοικημένων περιοχών. Σήμερα, όμως, η μεγάλη και απρογραμμάτιστη επέκταση των πόλεων, σε συνδυασμό με την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος, των περιοχών (κατάργηση φυσικής ανοιχτής κοίτης ρεμάτων, πυρκαγιές, αποψίλωση δασών, λατομεία, σταδιακή εγκατάλειψη αγροτικής γης, παράκτιες επιχώσεις και έργα) οδηγούν στην ανάγκη αντιμετώπισης του συνολικού προβλήματος των πλημμυρών, με μέτρα που πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο στις κατοικημένες περιοχές, όσο και εκτός αυτών. Επίσης, η ανεπίτρεπτη αλλά συνεχής και απρογραμμάτιστη μεταβολή των γενικότερων πολεοδομικών συνθηκών επιβάλλουν άμεσα και στη συνέχεια την ανά χρονικά διαστήματα επανεξέταση των συνθηκών λειτουργίας όλων των αποχετευτικών έργων, ώστε να ελέγχεται κατά πόσον ισχύουν οι αρχικές βασικές παραδοχές και να γίνονται οι απαραίτητες αναθεωρήσεις και προσαρμογές ως προς τις υφιστάμενες συνθήκες και τις υπάρχουσες προβλέψεις.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το έργο του Κηφισού, όπου οι παραδοχές του αρχικού σχεδιασμού του δεν έχουν απλά ανατραπεί, αλλά ουδεμία σχέση έχουν με την εξέλιξη που ακολούθησε.
Κάποιοι διατείνονται ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε συχνότερες και εντονότερες βροχοπτώσεις. Τα στατιστικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι οι βροχές, σε συχνότητα και ποσότητα, δε διαφέρουν ουσιαστικά από αυτές που έπεφταν στις διάφορες περιοχές π.χ. της πρωτεύουσας. Αντίθετα, έχουν πολλαπλασιαστεί τα μπαζώματα των ρεμάτων και η μετατροπή αγροτικής και δασικής γης, ακόμη και δάσους, σε οικιστική, με συνέπεια να επιταχύνεται η απορροή από τις υψηλές (ανάντη) περιοχές προς τις χαμηλότερες (κατάντη) και να παρατηρούνται με μεγαλύτερη συχνότητα τα πλημμυρικά φαινόμενα. Πιο συγκεκριμένα, στην Αττική τετραπλασιάστηκαν οι ποσότητες νερού που πρέπει να διοχετευτούν στους τελικούς αποδέκτες (ενώ παλιότερα το 80% του νερού της βροχής πήγαινε στο έδαφος και το 20% πήγαινε στη θάλασσα, τώρα τα ποσοστά αυτά έχουν αντιστραφεί). Παράλληλα, έχει τριπλασιαστεί η ταχύτητα απορροής των νερών, αφού η μέση τιμή του συντελεστή απορροής κυμαίνεται μεταξύ 0,25 και 0,30 για εξωαστικές περιοχές, ενώ φτάνει από 0,90 έως 0,95 στις πυκνά δομημένες περιοχές.
Η διάχυση αρμοδιοτήτων είναι και αυτή μία από τις αιτίες των πλημμυρών. Η ευθύνη αυτή «γλιστράει», όπως το νερό π.χ. στην Αττική, ανάμεσα σε 5 - 6 υπουργεία, νομαρχίες, σε δεκάδες δήμους, κοινότητες και 3.500 υπηρεσίες.

Ολα αυτά σημαίνουν ότι: Οι θάνατοι, οι καταστροφές δεν είναι το μοιραίο αποτέλεσμα μιας μεγάλης βροχής. Είναι το φυσικό επακόλουθο μιας πολιτικής που υποτάσσει τη ζωή, το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων στους νόμους του κέρδους.
Πιστεύουμε ότι αποτελούν προσβολή στη νοημοσύνη του λαού οι τυπικά επαναλαμβανόμενες δηλώσεις των εκπροσώπων όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων (αφού έχουν κοινή κατεύθυνση και δράση) για δήθεν προγραμματισμό και κατασκευή έργων, όταν:
  • Προώθησαν και προωθούν συνειδητά την αλόγιστη επέκταση των πόλεων προς όφελος των κερδοσκόπων.
Σήμερα, αν κτιστούν τα νόμιμα οικόπεδα με το συντελεστή που επιτρέπεται γι' αυτά στην Αττική, μπορεί να κατοικήσουν πάνω από 15 εκατομμύρια άνθρωποι.
Ακόμη χειρότερα, αυτές οι επεκτάσεις των σχεδίων πόλης έγιναν χωρίς την εξασφάλιση των αναγκαίων έργων υποδομής.
  • Επέτρεψαν, νομιμοποίησαν την καταπάτηση, την κάλυψη των ρεμάτων, το κτίσιμο σ' αυτά, ή για κυκλοφοριακούς λόγους.
  • Νομιμοποίησαν την αυθαίρετη δόμηση.
  • Αντί για προστασία και ανάπτυξη του δασικού πλούτου, νομοθέτησαν δασοκτόνα νομοθεσία, με βάση την καταστροφική αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος κατά το 2001.
Εξαιρούν από τις αναδασώσεις τεράστιες καμένες περιοχές. Δάση προσφέρονται για εκμετάλλευση στο κεφάλαιο (στα καζίνο και σε επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας).
  • Αντί για την προστασία των ελεύθερων χώρων, προχώρησαν στην τσιμεντοποίησή τους, αλλά και σχεδιάζουν κτίσιμο σ' αυτούς ολόκληρων πόλεων (όπως π.χ. στο Ελληνικό) ή γηπέδων (Γουδί). Οι χώροι των στρατοπέδων που απομακρύνονται δίνονται αντιπαροχή.

Οι προβαλλόμενες σαν δεσμεύσεις έχουν χάσει κάθε έννοια, αφού:
Τα όποια έργα προστασίας από πλημμύρες:
  • Είναι μηδαμινά σε σχέση με τα απαιτούμενα.
  • Είναι αποσπασματικά, δεν εντάσσονται σε ένα ενιαίο δεσμευτικό πρόγραμμα με μακροχρόνιο ορίζοντα.
  • Κατασκευάζονται με προδιαγραφές που δεν ικανοποιούν τις ανάγκες του λαού, αλλά τα συμφέροντα και κέρδη εργολάβων με καταστροφικές συνέπειες.
Είναι απαράδεκτο να γίνεται προγραμματισμός, υποτίθεται, για ένα συνολικό σχεδιασμό αντιπλημμυρικής προστασίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αποκτηθείσα πείρα από τη μέχρι τώρα λειτουργία των αντιπλημμυρικών έργων που έχουν εκτελεστεί, χωρίς εκσυγχρονισμό της νοοτροπίας του σχεδιασμού, χωρίς ύπαρξη έγκυρων υδρολογικών, γεωλογικών, εδαφοτεχνικών και σεισμολογικών στοιχείων και χωρίς εφαρμογή της σύγχρονης επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας.
Η αναφορά στο κόστος των έργων αναδεικνύει την αδιαφορία για τη ζωή, την περιουσία των εργαζομένων.
Οταν: Το κόστος της αντιπλημμυρικής προστασίας είναι μικρότερο από τις δαπάνες για την αποκατάσταση των ζημιών.
Και είναι σαφώς μικρότερο από τη γενικότερη δαπάνη αντιμετώπισης των καταστροφικών επιπτώσεων από τις πλημμύρες.
  • Οταν χαρίζονται τεράστια ποσά στο μεγάλο κεφάλαιο, σπαταλιούνται σε έργα βιτρίνας και όχι σε προτεραιότητες που επιβάλλουν οι ανάγκες.

Και είναι γνωστό ότι οι δημόσιες επενδύσεις κατευθύνονται σε έργα που επιβάλλονται και εξυπηρετούν πολυεθνικές, υπηρετούν επιλεξιμότητες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και άλλων ονομαζόμενων εθνικών στόχων.
Για την πλήρη θωράκιση της Αττικής π.χ. από τις πλημμύρες, απαιτείται να εκτελεστούν έργα συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ, όπως δήλωσε πρόσφατα σε ημερίδα του ΤΕΕ ο καθ' ύλην αρμόδιος υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ. Οπως, όμως, ομολόγησε ο ίδιος - και φάνηκε από την κατάθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2005 - υπάρχει αδυναμία εξεύρεσης των απαραίτητων κονδυλίων, αφού από την κυβέρνηση θεωρούνται σπουδαιότερες άλλες προτεραιότητες, (όπως για παράδειγμα τα προγράμματα για την «εξέλιξη της επιχειρηματικότητας»...).
Σε κάθε βροχή, σε κάθε πλημμύρα γίνεται φανερή.
  • Η έλλειψη σχεδίου για την άμεση εκτέλεση δράσεων που θα μπορούσαν να προλάβουν και να περιορίσουν τις συνέπειες αντίστοιχων φαινομένων.
  • Η έλλειψη συντονισμού οργάνων και φορέων, η απουσία οργάνου που μπορεί να πάρει άμεσες αποφάσεις.
  • Η έλλειψη τεχνικού εξοπλισμού σε περιοχές με σοβαρά και κρίσιμα προβλήματα.
  • Η έλλειψη ανθρώπινου και ειδικευμένου δυναμικού σε πολλές υπηρεσίες.
Σε κάθε πλημμύρα αναδεικνύεται η ανάλγητη πολιτική των κυβερνήσεων απέναντι στους πληγέντες, με ελάχιστες αποζημιώσεις και μέτρα.

Εμείς, κάθε φορά, σε καταστροφές που γίνονται από διάφορα φαινόμενα και από πλημμύρες, καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις και μέτρα επούλωσης των πληγών.
Ομως δε σταματάμε εκεί.
Προτείνουμε ολόκληρη σειρά μέτρων, τα οποία πρέπει να ληφθούν, για να περιοριστούν να μην επαναληφθούν αντίστοιχα φαινόμενα και καταστροφές.
Για την αντιπλημμυρική προστασία είναι επιτακτικά αναγκαίο:
1. Να ολοκληρωθεί από τα αρμόδια υπουργεία και φορείς (ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, ΕΥΔΑΠ, κλπ.) και να δημοσιοποιηθεί ύστερα και από γνώμη, τουλάχιστον των αρμόδιων Επιμελητηρίων (ΤΕΕ, ΓΕΩΤΕΕ) και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ένας συνολικός και επικαιροποιημένος σχεδιασμός για τη συνολική και ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ενας τέτοιος σχεδιασμός πρέπει να παίρνει υπόψη του τα νέα υδρολογικά δεδομένα σε κάθε περιοχή, όπως:
  • Την αυξημένη απορροή των ομβρίων, λόγω μείωσης της δασοκάλυψης από πυρκαγιές, καταπατήσεις, κλπ.
  • Την αυξημένη, επίσης, παροχή φερτών υλών.
  • Τη συντελεσθείσα περαιτέρω μείωση της διατομής των φυσικών ρεμάτων ή την πλήρη εξαφάνισή τους.
  • Την κάλυψη ελεύθερων επιφανειών με δρόμους, κατοικίες ή άλλες κατασκευές, λόγω επεκτάσεων, αυθαίρετης δόμησης, κλπ.
  • Την κατασκευή των διάφορων τεχνικών έργων.

Ο σχεδιασμός πρέπει να έχει μακρύ χρονικό ορίζοντα προβλέψεων. Θα πρέπει να περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων για δασοκαλύψεις, απαγορεύσεις επεκτάσεων, ορθολογικών χρήσεων γης, διάνοιξη ρευμάτων, μικρά φράγματα κατακράτησης φερτών υλών, τοπικά έργα εκτροπής υδάτων, κλπ. Συνολική διαχείριση των υδρολογικών λεκανών, των χειμάρρων από τις πηγές, δασοτεχνικά έργα διευθέτησης της κοίτης τους.
Θα πρέπει να στηρίζεται σε πλήρη γνώση της υφιστάμενης κατάστασης.
Να είναι δυναμικό.
Να επανεξετάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα.
2. Να καθοριστεί εύλογο και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα κατασκευής των αντίστοιχων έργων, με ιδιαίτερη έμφαση στην ιεράρχησή τους. Χωρίς αυτό τα όποια έργα χάνουν, σε μεγάλο ποσοστό, την αξία τους και λειτουργούν αποσπασματικά.
Θα περιέχει χρονικές δεσμεύσεις για υλοποίηση όλων των κατευθύνσεων για την πολεοδομία, τη χρήση των ελεύθερων χώρων, τις χρήσεις γης, τις αναδασώσεις, την προστασία του δασικού πλούτου, κλπ.
Τη λήψη όλων των απαιτούμενων νομοθετικών μέτρων.
3. Δέσμευση των απαιτούμενων αντίστοιχων κονδυλίων με σαφή καταγραφή τους στους προϋπολογισμούς του κράτους.
4. Είναι φανερό ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός απαιτεί την ύπαρξη ενός φορέα που, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή των όποιων υπουργείων ή άλλων οργανισμών, θα έχει την ευθύνη και τη λήψη αποφάσεων και μέτρων ώστε:
  • Να τηρηθεί αυστηρά η επιβαλλόμενη χρονική ιεράρχηση των έργων διευθέτησης και αντιπλημμυρικής προστασίας.
  • Να περιφρουρηθούν από την επίσημη και ανεπίσημη αυθαιρεσία τα έργα που εκτελούνται, ώστε να μην επιστρέψουμε στην αρχική κατάσταση.
  • Να εκτελεστεί ενιαία και όχι αποσπασματικά το σύνολο των έργων.
  • Να κατασκευαστούν τα έργα με τις επιβαλλόμενες επιστημονικές μεθόδους, όπως επισημαίνεται από τους ειδικούς επιστήμονες π.χ. η αναγκαιότητα κατασκευής των έργων από τα κατάντη προς τα ανάντη. Τα όποια έργα κατασκευάζονται να εναρμονίζονται με το περιβάλλον και να βοηθούν στην προστασία από τις πλημμύρες, αλλά και τη σωστή διαχείριση του υδατικού δυναμικού της περιοχής. Ο περιβαλλοντικός σχεδιασμός των αντιπλημμυρικών έργων αποτελεί άμεση ανάγκη και θα πρέπει να εναρμονίζεται με την ορθή διαχείριση των υδατικών πόρων. Επίσης, όπως δείχνει η σύγχρονη διεθνής εμπειρία, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι δυνατόν, θα πρέπει να γίνονται προσπάθειες για την επαναφορά των υδατορεμάτων που έχουν διευθετηθεί στη φυσική τους κατάσταση.

5. Πέρα από τα μέτρα αυτά, είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός επικαιροποιημένου και αξιόπιστου σχεδίου που διαμορφώνεται με τη συμμετοχή της ΤΑ, των επιστημονικών, συνδικαλιστικών και παραγωγικών φορέων. Ενα σχέδιο δράσης που μπορεί να εφαρμόζεται κατά διοικητική περιφέρεια με την εμφάνιση αντίστοιχων φαινομένων.
6. Η εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου δράσης βρίσκεται στην ευθύνη των περιφερειακών αρχών σε κάθε διοικητική περιφέρεια της χώρας. Οι αρχές αυτές είναι απαραίτητο: Να έχουν στη διάθεσή τους το σύνολο του σχεδιασμού και τη δυνατότητα λήψης άμεσων μέτρων.
  • Να διατίθενται σ' αυτές όλα τα μέσα της περιοχής, τεχνικό και ανθρώπινο δυναμικό των Δημοσίων Υπηρεσιών, της αυτοδιοίκησης και των ιδιωτών.
  • Να αποφασίζει για τις επιμέρους ενέργειες και για συνολικές επεμβάσεις.
7. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι πέρα από τα μέτρα αυτά απαιτούνται εδώ και τώρα βραχυπρόθεσμα μέτρα, έργα, παρεμβάσεις που θα περιορίζουν τουλάχιστον τις επιπτώσεις από αντίστοιχα φαινόμενα.
Προστασία κάθε ελεύθερου χώρου, μεγάλου ή μικρού. Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στην τσιμεντοποίηση των ελεύθερων χώρων στο όνομα των κερδών του κεφαλαίου.
Αγωνιζόμαστε για την απόκτηση νέων ελεύθερων χώρων.
Επισημαίνουμε την ανάγκη για:

Τη μείωση των αδιαπέρατων επιφανειών. Είμαστε αντίθετοι στο τσιμεντάρισμα των πλατειών, των ακάλυπτων χώρων των πολυκατοικιών, των αυλών των σχολείων κλπ.
Κατασκευή διαπερατών ή ημιπερατών πεζοδρομίων.
Κατασκευή και ολοκλήρωση των δικτύων ομβρίων στις πόλεις, αλλά και συντήρησή τους, μόνιμο καθαρισμό από φερτά υλικά.
Ειδικά μέτρα, για τις καταλήψεις της κοίτης χειμάρρων, τις παράνομες συνδέσεις, τον καθαρισμό των χειμάρρων.
Οσο δεν εφαρμόζονται τα παραπάνω, όσο συνεχίζεται η ίδια πολιτική, οι καταστροφές θα επαναλαμβάνονται.
Η συχνά χρησιμοποιούμενη φράση ότι πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε με τις βροχές και τις πλημμύρες, για μας αποκτά ένα διαφορετικό περιεχόμενο. Δε συνηθίζουμε. Δεν αποδεχόμαστε τις καταστροφές. Απαιτούμε, διεκδικούμε την οργάνωση της ζωής μας, τα κτίρια, την πόλη μας, ώστε ακόμη και όποια απρόβλεπτα φαινόμενα, να έχουν τις μικρότερες δυνατές συνέπειες.
Σ' αυτή την κατεύθυνση, θα απαιτήσουμε τη στήριξη της επιστημονικής έρευνας, την ενίσχυσή της με μέσα και προσωπικό. Θα αξιοποιήσουμε και τις επιστημονικές μελέτες, για να αναδείξουμε τα προβλήματα τόσο στην Αττική, όσο και σε ολόκληρη τη χώρα.
Η ενεργοποίηση, η κινητοποίηση και η διεκδικητική δράση των εργαζομένων σε κάθε περιοχή μπορεί να επιβάλει τη λήψη άμεσων μέτρων για την προστασία της ζωής και της περιουσίας τους.
Ομως, είναι φανερό ότι και το πρόβλημα των πλημμυρών, όπως και τα υπόλοιπα θέματα που αφορούν στην ποιότητα ζωής και τις ανάγκες των εργαζομένων, είναι πρόβλημα βαθιά πολιτικό.
Απαιτεί μια άλλη πολιτική. Απαιτεί κεντρικό σχεδιασμό και αντιμετώπιση. Απαιτεί λαϊκή εξουσία και οικονομία.
ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΘΩΡΑΚΙΣΗ
Η χώρα μας είναι η πιο σεισμογενής περιοχή της Ευρώπης (στην Ελλάδα εκλύεται το 50% της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης) και μια από τις πλέον σεισμογενείς περιοχές του κόσμου.
Οι σεισμοί δεν μπορούν να αποφευχθούν. Οι καταστροφές από τους σεισμούς μπορούν να αποφευχθούν ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιηθούν.
Η τραγική αντίφαση, που εκδηλώνεται σήμερα στη χώρα μας και μάλιστα με δραματικό τρόπο, προκύπτει, από τη μια πλευρά, από τη βεβαιότητα του σεισμού που οπωσδήποτε θα συμβεί και από την άλλη από την αναλγησία της γενικότερης πολιτικής της ελεύθερης αγοράς, με την οποία αντιμετωπίζεται η αντισεισμική προστασία της χώρας, η ζωή και η περιουσία των κατοίκων της, αλλά και οι επιπτώσεις που οι σεισμοί προκαλούν.
Είναι μεγάλοι οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η σεισμική δράση, αλλά κυρίως είναι τεράστιοι κίνδυνοι που εγκυμονεί η έλλειψη μιας διαρκούς και συνεχώς βελτιούμενης πολιτικής αντισεισμικής προστασίας από τους εκάστοτε διαχειριστές της εξουσίας.
Οι σεισμοί δείχνουν με τη δική τους, συχνά μακάβρια, μορφή το σημερινό δρόμο ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας η οποία στηρίζεται:
  • Στην εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών.
  • Στην επικυριαρχία του κέρδους πάνω στο συλλογικό συμφέρον.
Οι σεισμοί ανέδειξαν δραματικά τα δομικά προβλήματα των σύγχρονων ελληνικών πόλεων:
  • Ασφυκτικές συνθήκες ζωής, καταθλιπτικές πυκνότητες κατοίκησης, μεγάλοι συντελεστές δόμησης.
  • Ελλειψη κατάλληλων και επαρκών ελεύθερων χώρων για την εκτόνωση του πληθυσμού την ώρα του σεισμού και για την εγκατάσταση των πληγέντων.
  • Ελλειψη προσβάσεων ακόμη και για τα ασθενοφόρα ή τις δυνάμεις της πυροσβεστικής και των άλλων μονάδων βοήθειας.
  • Επικίνδυνη συνύπαρξη πλάι - πλάι ή ακόμη και στο ίδιο κτίριο επικίνδυνων χρήσεων, όπως κτίρια διαχείρισης ή εμπορίας καυσίμων (βενζινάδικα, εμπορία υγραερίων) με κατοικίες, καταστήματα, γραφεία.
  • Τη δημιουργία βιομηχανιών πετρελαίου σε γειτνίαση με εργοστάσιο πυρομαχικών και κοντά στον οικιστικό ιστό, κατά παράβαση ακόμη και διεθνών οδηγιών και αποφάσεων.
  • Τη δίοδο αγωγών καυσίμων μέσα από τον οικιστικό ιστό, όπως το φυσικό αέριο για τις αστικές περιοχές ή της κηροζίνης για το αεροδρόμιο των Σπάτων και τις καταστροφικές συνέπειες που μπορεί να έχουν σε περίπτωση ισχυρού σεισμού.

Άμεσης προτεραιότητας θέμα είναι η αντιμετώπιση των κτιρίων που έπαθαν ζημιές από τους προηγούμενους σεισμούς.
Ένας τεράστιος αριθμός οικογενειών (υπολογίζεται σε πάνω από 50.000 μόνο από τον τελευταίο σεισμό της Αθήνας του 1999) προφανώς με τα χαμηλότερα εισοδήματα, ζουν σε κατοικίες που είχαν χαρακτηριστεί ακατάλληλες για χρήση.
Χιλιάδες πληγέντες αναγκάστηκαν από τα πράγματα να παρακάμψουν τις διαδικασίες που ουσιαστικά εμπόδιζαν την έκδοση αδειών επισκευής (ήταν ελάχιστες οι αιτήσεις και ακόμη λιγότερες οι άδειες για επισκευές και ανακατασκευές) προχώρησαν στην επισκευή των ακινήτων τους και τις περισσότερες φορές έπεσαν στα πλοκάμια των επιτήδειων της ελεύθερης αγοράς.
Τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν αποσπασματικά, μίζερα και τελικά επικίνδυνα για τη ζωή των κατοίκων, ψίχουλα οι αποζημιώσεις, μηδαμινά τα χρήματα για επισκευές και ανακατασκευές.
Διαδικασίες χρονοβόρες. Υπηρεσίες με προσωπικό ελάχιστο και χρονικά περιορισμένων εργασιακών σχέσεων.
Σήμερα, κανείς δε γνωρίζει ποια κτίρια και πώς επισκευάστηκαν.
Ετσι και οι σημερινοί χρήστες, αλλά και οι αυριανοί, δε γνωρίζουν τι θα γίνει σε ένα νέο σεισμό.
Αλλά και επισκευές που έγιναν με άδειες (χωρίς έλεγχο βέβαια και αυτές) ακολούθησαν την καταστροφική κρατική κατεύθυνση, η οποία αντί να επιβάλλει τη θωράκιση των πληγέντων κτιρίων καθόρισε την επισκευή τους με την επαναφορά στην κατάσταση που ήταν αυτά τα κτίρια πριν τους σεισμούς, δηλαδή στην κατάσταση με την οποία έπαθαν τις καταστροφές.
Οι κυβερνήσεις τουλάχιστον των τριών τελευταίων δεκαετιών είναι ο ηθικός αυτουργός για κάθε ατύχημα σε νέο σεισμό σ' αυτά τα κτίρια και στα κτίρια που κατοικούνται χωρίς επισκευή ή χωρίς έλεγχό της.

Αρνήθηκαν τη δημιουργία μητρώου βλαβέντων κτιρίων και την παρακολούθηση και τον έλεγχο των επισκευών τους, καθώς και τη λειτουργία του σαν βιβλίου αναφοράς σε κάθε μεταβίβαση και ενοικίαση.
Μείζον ζήτημα αποτελεί η ασφάλεια των κτιρίων μαζικής συνάθροισης που θα έπρεπε κατά προτεραιότητα να ελεγχθούν. Αναφερόμαστε σε Νοσοκομεία, Δημόσιες Υπηρεσίες, Ναούς, χώρους όπου φοιτά και διασκεδάζει η νεολαία, δηλαδή εκπαιδευτικά ιδρύματα (Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια), φροντιστήρια, χώροι διασκέδασης, συνεδριακά κέντρα, κινηματογράφοι, θέατρα, αθλητικοί χώροι κλπ.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγουν οι υποδομές και τα ιστορικά μνημεία.
Παρά τις εξαγγελίες, από το 1999 έχουν γίνει μηδαμινοί έλεγχοι σε σχέση με τις ανάγκες.
Κανένας προγραμματισμός, ελάχιστες παρεμβάσεις, αγνώστου ποιότητας επισκευές, όπου έγιναν.
Καρκινοβατεί ο έλεγχος και η αντισεισμική προστασία των κτιρίων κατά τη χρήση τους. Αφού κατασκευαστεί ένα κτίριο, δεν υπάρχει ουσιαστικά διαδικασία, ώστε να καταγράφονται και να ελέγχονται οι αλλαγές κάθε κτιρίου κατά τη διάρκεια της ζωής του, δηλαδή οι τυχόν μεταβολές που υφίσταται π.χ. αλλαγές χρήσης, ζημιές και σημαντικές παρεμβάσεις (θεμελιώσεις και υπόγεια νερά, αλλαγές και μετατοπίσεις υποστυλωμάτων κλπ.), καθώς και πληροφορίες για τη συντήρησή του.
Ιδιαίτερη, όμως, αναφορά θα πρέπει να γίνει για τους χώρους εργασίας και τους χώρους όπου φοιτά και διασκεδάζει η νεολαία.
Οι χώροι εργασίας στο μεγαλύτερο μέρος τους, όπως απέδειξαν και οι τελευταίοι σεισμοί, βρίσκονται σε άθλια κατάσταση.
Εγκαταστάσεις αυθαίρετες, ακατάλληλες και καταπονημένες με έλλειψη ακόμη και των άκρως απαραίτητων διόδων πρόσβασης και εξόδου για έκτακτες ανάγκες.
Η ανυπαρξία αποτελεσματικών ελεγκτικών μηχανισμών (Επιθεώρηση Εργασίας) και η έλλειψη συνδικαλιστικών ελευθεριών (σε πάνω από το 80% των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα απουσιάζει η συνδικαλιστική οργάνωση ή έστω Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας) ενισχύει τον αυταρχισμό των εργοδοτών και την αδιαφορία τους στη λήψη μέτρων, αφού δε νιώθει καμία πίεση.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα, με την εφαρμογή των ελαστικών σχέσεων εργασίας, με την περιορισμένη απασχόληση, που κάνουν τους εργαζομένους πιο ευάλωτους στις εργοδοτικές πιέσεις, εμποδίζουν τη συνδικαλιστική έκφραση, αλλά και με τη χειραγώγηση των επιθεωρήσεων εργασίας σε επίπεδο μη ενοχλητικό για τους εργοδότες και κυρίως τους ισχυρούς.
Δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη γραπτή εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου. Σπάνια - ή σχεδόν ποτέ - βλέπουμε τις προτάσεις των ελεγκτικών αρχών και τα προτεινόμενα μέτρα.

Δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση που θα εξασφαλίζει επαρκώς τους εργαζομένους και τους φορείς τους σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας.
Το γεγονός ότι το σημερινό ανεπαρκές νομοθετικό πλαίσιο δεν εφαρμόζεται, είναι ταξική επιλογή προς όφελος του κεφαλαίου.
Συνδέεται με την έλλειψη δημοκρατίας στους χώρους δουλιάς, αλλά και αναδεικνύει τις τεράστιες ευθύνες του κυβερνητικού συνδικαλισμού για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα.
Χώροι όπου φοιτά και διασκεδάζει η νεολαία
Υπήρξαν από την αρχή σοβαρές καταγγελίες για επικίνδυνα δημόσια σχολεία, για ιδιωτικά σχολεία (πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), αλλά και ιδιωτικές σχολές όπου έγιναν επισκευές χωρίς τον έλεγχο από δημόσιες αρχές και επισκευάστηκαν, ποιος ξέρει πώς, για να αρχίσουν να λειτουργούν.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα, της Πάτρας, όπου, σύμφωνα με έρευνα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ) εκατοντάδες κτίρια σχολείων και δημοσίων υπηρεσιών είναι επικίνδυνα, αφού δεν έχουν αποκατασταθεί επαρκώς από τους σεισμούς, ακόμη του 1993 και 1995, αλλά και της Θεσσαλονίκης, στην οποία, σύμφωνα με έρευνα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου σε 167 σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 80% βαθμολογήθηκαν κάτω από το μισό της κλίμακας βαθμολογίας για το σεισμό (πήραν κάτω από 2 στην κλίμακα 0-5,5). Από αυτά το 48% κάτω από 1 και το 18% κάτω από 0.
Είναι ανάγκη να επισημάνουμε ότι η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα, πέρα από τα άλλα αρνητικά, δυσκολεύει αρκετά την οργανωμένη συμπεριφορά των μαθητών, αλλά και να καταγγείλουμε ότι ακόμη και σήμερα επιχειρείται η κατασκευή και συνύπαρξη σχολείων πάνω από βενζινάδικα, χώρους στάθμευσης κλπ.
Παντελής, σχεδόν, έλλειψη ελέγχου στα κτίρια των διάφορων ιδιωτικών σχολών και ιδιαίτερα στα φροντιστήρια. Τα τελευταία στεγάζονται σε κτίρια, τα περισσότερα από τα οποία είναι παλαιά και, κυρίως, δεν πληρούν τους όρους ασφαλούς διαφυγής σε κάθε έκτακτο γεγονός και όχι μόνο στο σεισμό.

Παράλληλα, οι μεγαλύτεροι χώροι διασκέδασης της νεολαίας στεγάζονται σε παλαιά κτίρια αποθηκών, που υπερπληρώνονται, χωρίς κανείς να γνωρίζει τις δυνατότητες αντιμετώπισης ενός σεισμού, αλλά και άλλων εκτάκτων γεγονότων.
Σχεδιασμός έκτακτης ανάγκης. Ετοιμότητα. Ενημέρωση
και πληροφόρηση
Κάθε φορά, με την εκδήλωση ενός σεισμού, αναδεικνύεται πιο έντονα, όχι απλώς η έλλειψη αντισεισμικής θωράκισης της χώρας, αλλά και:
α) Η ελάχιστη έως μηδαμινή ενημέρωση του κόσμου για την αντιμετώπισή του,
β) Η έλλειψη ενός σχεδίου άμεσης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των επιπτώσεων,
γ) Η έλλειψη ενημερωμένου συνόλου τεχνικών και διοικητικών μηχανισμών που είναι αναγκαίοι για την προώθηση και επίλυση των προβλημάτων των πληγέντων.
Οι προτάσεις του ΚΚΕ
Η αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας δεν είναι απλά μια τεχνοκρατική διαδικασία, που να απαιτεί μόνο μια επιστημονική, ερευνητική και τεχνική προσέγγιση, αλλά έχει σημαντικές κοινωνικοοικονομικές πτυχές που συνδέονται με τις αιτίες που γεννούν την ευπάθεια του δομημένου, κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος σε σεισμό.
Οι πτυχές αυτές είναι συνυφασμένες με τις καπιταλιστικές διαδικασίες παραγωγής του δομημένου περιβάλλοντος, δηλαδή των κτιρίων και των έργων υποδομής, των πόλεων και των οικισμών. Βασίζεται στην εμπορευματοποίηση της γης και στην κερδοσκοπία πάνω σε αυτήν και οδηγεί σε άναρχη δόμηση, μεγάλες οικιστικές πυκνότητες, εντατική χρήση της γης, στην έλλειψη προγραμμάτων λαϊκής στέγης.
Για την αντιμετώπιση των αιτίων, επομένως, απαιτείται μια τελείως διαφορετική κοινωνικοπολιτική αντίληψη για τη διαχείριση της γης, τη ρύθμιση του χώρου, την ανάπτυξη της κοινωνικής κατοικίας και των κατασκευών.
Οι προτάσεις μας για την αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας στηρίζονται όχι μόνο στις επιστημονικές γνώσεις και προτάσεις, αλλά ιδίως σε μια άλλη πολιτική αντίληψη ανάπτυξης της χώρας.
Ο σεισμός - και βέβαια οι επιπτώσεις του - δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται και να διερευνάται μόνο σαν ένα φυσικό φαινόμενο, αλλά σαν ένα σύνθετο φαινόμενο με πολλαπλές διαστάσεις (κοινωνικές, οικονομικές - πολιτιστικές κλπ.).
Η συχνά χρησιμοποιούμενη φράση: «Πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε με τους σεισμούς» για μας σημαίνει:
Οχι να συνηθίσουμε, όχι να αποδεχόμαστε τις καταστροφικές συνέπειες του σεισμού, αλλά να συνειδητοποιήσουμε ότι απέναντι στο αναπόφευκτο γεγονός των σεισμών που έρχονται, απαιτούμε και διεκδικούμε την οργάνωση της ζωής, των κτιρίων, της πόλης μας, της παραγωγικής διαδικασίας, τη λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων, ώστε το φαινόμενο να έχει τις μικρότερες δυνατές συνέπειες.
Η προστασία της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου, η προστασία της ζωής των κατοίκων, πέρα από το κοινωνικό περιεχόμενο που έχει, αποτελεί ένα τεράστιο ανταποδοτικό έργο και με την οικονομική έννοια του όρου.
Απαιτείται απόρριψη των σημερινών πρακτικών, αφού οι όποιες νομοθεσίες, κανονισμοί, ρυθμίσεις έχουν νόημα και προοπτική μόνο εάν συνοδεύονται με μέτρα κοινωνικής πολιτικής στο πλαίσιο μιας άλλης κοινωνικοπολιτικής αντίληψης.

Γνωρίζουμε ότι αυτό βρίσκεται σε αντίθεση με την εφαρμοζόμενη πολιτική και με τις γενικότερες κατευθύνσεις για την αγορά γης και στέγης που με την ενεργό συμμετοχή της χώρας μας αποφασίζονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Γίνεται φανερό ότι δίχως σύγκρουση με την αντιλαϊκή πολιτική και τα οικονομικά της στηρίγματα, η ανθρώπινη υπόσταση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων θα διακυβεύεται καθημερινά, θα συντρίβεται και θα πετιέται στις χωματερές της ελεύθερης αγοράς.
Και στις σημερινές συνθήκες, όμως, καταθέτουμε προτάσεις οι οποίες:
Μπορούν και πρέπει να αποτελούν απαιτήσεις και διεκδικήσεις των εργαζομένων σε κάθε περιοχή, νομό, δήμο και γειτονιά και δράσης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το σεισμό.
Προτάσεις για τον αντισεισμικό σχεδιασμό
Η αντισεισμική προστασία και θωράκιση απαιτεί έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που να προωθεί ισόρροπα αφ' ενός δομικού χαρακτήρα μακροπρόθεσμα μέτρα για την πρόληψη των σεισμικών επιπτώσεων και αφ' ετέρου μέτρα άμεσης απόδοσης για την καλύτερη αντιμετώπιση της κατάστασης μετά από έναν καταστροφικό σεισμό. Τα μέτρα αυτά αναφέρονται σε ένα ευρύ φάσμα και περιλαμβάνουν:
  • Την ανάπτυξη της έρευνας (ποσοτικά και ποιοτικά με διάθεση χρηματοδότησης, ανθρώπινου δυναμικού και εξοπλισμού), το συντονισμό και την ισόρροπη ανάπτυξη ερευνητικών προσπαθειών σε ένα σύνολο επιστημονικών περιοχών: Τη σεισμοτεκτονική, την αντισεισμική τεχνολογία, τη χωροταξία - πολεοδομία, τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, κλπ.
  • Τη σύνταξη μικροζωνικών μελετών και μελετών γεωλογικής καταλληλότητας που θα λαμβάνονται υπόψη στον πολεοδομικό σχεδιασμό, τον καθορισμό όρων δόμησης, τη μελέτη των κτιρίων και έργων υποδομής.

Οι μελέτες αυτές είναι απαραίτητες για τον καθορισμό των πολεοδομικών ρυθμίσεων (όρων δόμησης, κλπ.), ώστε να ανταποκρίνονται στις σεισμικές ιδιότητες της περιοχής, αλλά και για τη λήψη γενικότερων αποφάσεων, όπως για τις επεκτάσεις των πόλεων, που σήμερα, αντί να στηρίζονται σε κριτήρια ασφάλειας και ποιότητας ζωής, υπηρετούν την παραπέρα εμπορευματοποίηση της γης, την κερδοσκοπία, τις πελατειακές σχέσεις.
Ακόμη και μετά τους τελευταίους σεισμούς του 1999 συνεχίζονται οι επεκτάσεις, χωρίς να έχουν γίνει οι μικροζωνικές μελέτες.
Παράλληλα, συνεχίζεται η ένταξη στα σχέδια πόλης περιοχών αυθαιρέτων, χωρίς να προβλέπεται, έστω και τυπικά, διαδικασία ελέγχου αντοχής στις σεισμικές συνθήκες της περιοχής.
  • Τη σύνταξη μελετών χωροθέτησης των μεγάλων έργων και των σημαντικών εγκαταστάσεων που να λαμβάνουν υπόψη το σεισμικό κίνδυνο της περιοχής.
Είναι φανερό ότι απαιτούνται παρεμβάσεις στις ήδη δομημένες αστικές περιοχές, αλλά και στις επεκτάσεις του σχεδίου πόλης που να βασίζονται στις βασικές χωροταξικές και πολεοδομικές αρχές.
Είναι ανάγκη να αναπτυχθεί ένα κίνημα που θα διεκδικεί, θα απαιτεί:
  • Την κατοχύρωση για κάθε επέκταση σχεδίου πόλεως (αν απαιτείται να γίνει) των αναγκαίων χώρων για την κοινωνική, πολιτιστική υποδομή, την περιβαλλοντική αναβάθμιση της περιοχής, τη βελτίωση της καθημερινής ζωής των κατοίκων, αλλά και την κάλυψη των αναγκών που θα προκύψουν μετά από σεισμό (ελεύθεροι χώροι για την εκτόνωση και προσωρινή διαμονή του πληθυσμού, προσβάσεις, οδοί διαφυγής).
  • Την προστασία κάθε ελεύθερου χώρου, ιδίως στις πυκνοδομημένες αστικές περιοχές, την απόκτηση νέων χώρων, την αξιοποίηση των στρατοπέδων που απομακρύνονται. Την αποτροπή της κατάληψης, έστω και προσωρινής, ή της τσιμεντοποίησης των ελεύθερων χώρων που επιχειρείται με διάφορα προσχήματα, ή «εθνικούς στόχους».
  • Πεζοδρόμια ασφαλή, επαρκή και χωρίς εμπόδια, όπως κάγκελα και μπάρες, ώστε να επιτρέπουν και ασφαλή διαφυγή του πληθυσμού, σε περίπτωση καταστροφικού σεισμού.
  • Συγκοινωνιακό σχεδιασμό και ρυθμίσεις για αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών, όπως λωρίδες πρόσβασης οχημάτων παροχής βοήθειας, και ειδικές ρυθμίσεις που θα επιβάλλονται την ώρα του σεισμού.
  • Την απομάκρυνση από τις κατοικημένες περιοχές των χρήσεων που μπορούν να δημιουργήσουν πρόσθετες αλυσιδωτές καταστροφές, όπως πυρκαγιές, εκρήξεις, έκλυση επικίνδυνων χημικών. Την αντιπαράθεση στην πολιτική που επιτρέπει όχι μόνο τη διατήρηση, αλλά και την ανάπτυξή τους.
  • Τη λήψη ειδικών μέτρων ασφαλείας των δικτύων, όπως φυσικού αερίου και άλλων, που διέρχονται από τον οικιστικό ιστό και τη διενέργεια ελέγχων για την τήρηση των προδιαγραφών και των μέτρων ασφαλείας.
Είναι πια κοινή η άποψη ότι απαιτούνται ριζικές παρεμβάσεις στους όρους, στις προδιαγραφές αλλά και στις διαδικασίες παραγωγής των έργων, ιδιαίτερα των ιδιωτικών, αλλά και των δημόσιων που θεσμικά υπόκεινται σε αυστηρότερους κανόνες για την παραγωγή τους.
Για μας το επίπεδο ασφάλειας μιας κατασκευής δεν είναι ένα επιστημονικό ή τεχνικό μέγεθος. Είναι πολιτική επιλογή, που στηρίζεται σε επιστημονικοτεχνικά στοιχεία, αλλά με σαφείς κοινωνικές παραμέτρους, και είναι ταξική.
Από αυτή την άποψη η εφαρμοζόμενη πολιτική φανερώνει: Οχι την τεχνική αδυναμία της, αλλά την πολιτική άρνησή της να εξασφαλίσει την ασφάλεια των έργων.
  • Είναι ανάγκη η συνεχής αναθεώρηση και βελτίωση του αντισεισμικού κανονισμού, σύμφωνα με την πρόοδο της έρευνας και της επιστημονικής γνώσης.
  • Σύνταξη μικροζωνικών μελετών και εφαρμογή των αποτελεσμάτων τους για τη μελέτη των έργων.
  • Καθορισμός σύγχρονων προδιαγραφών που θα καλύπτουν τη μελέτη, κατασκευή, επίβλεψη και συντήρηση των έργων.
  • Προδιαγραφές και έλεγχος της ποιότητας των υλικών που ενσωματώνονται στην κατασκευή, που σήμερα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος.
  • Αποσαφήνιση του ρόλου και των ευθυνών των εμπλεκόμενων στην παραγωγή έργων, δηλαδή του μελετητή, του κατασκευαστή, του επιβλέποντα. Διασφάλιση της δυνατότητας που έχουν οι τεχνικοί να εφαρμόζουν τους Κανονισμούς, χωρίς συνέπειες στην επαγγελματική τους υπόσταση.
  • Πλαίσιο τακτικών ελέγχων και συντήρησης των κτιρίων και έργων κατά τη χρήση τους.
  • Πολιτική και μέτρα για την αντιμετώπιση των αυθαιρέτων.
  • Δημιουργία μητρώου κτιρίων και έργων για την παρακολούθηση, τον έλεγχο των επισκευών τους και τη λειτουργία τους ως βιβλίου αναφοράς σε κάθε μεταβίβαση και ενοικίαση των κτιρίων, για την ασφαλή χρησιμοποίησή τους.
  • Για μας οι προδιαγραφές και οι όροι κατασκευής κτιρίων και έργων πρέπει να ενσωματώνουν κάθε νέα γνώση, πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις λειτουργίας και ασφάλειας των έργων. Ο καθορισμός τους και ο έλεγχος της εφαρμογής τους είναι υποχρέωση του κράτους και πρέπει να ανατεθεί στο δημόσιο τομέα.
Απαιτείται η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα, ο οποίος, στα πλαίσια μιας άλλης λειτουργίας προς όφελος του λαού, θα αναλάβει τη δημιουργία και τον έλεγχο των όρων και προδιαγραφών, αλλά και της ποιότητας των υλικών.
  • Είμαστε αντίθετοι στην υποχρεωτική ιδιωτική ασφάλιση των κτιρίων που προβάλλεται ως η πανάκεια στο ζήτημα της αποκατάστασης των σεισμόπληκτων κτιρίων και της ασφάλειας των έργων.
Οχι μόνο γιατί δημιουργείται ένα ακόμη πεδίο δράσης και κερδοσκοπίας του μεγάλου κεφαλαίου μέσω της διαχείρισης των κεφαλαίων από την ασφάλιση, αλλά και γιατί θα επιδιώξουν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία νέων όρων στο σχεδιασμό, μελέτη και παραγωγή των ακινήτων στη χώρα μας.
Για τους χώρους εργασίας
Απαιτούνται:
- Ο πραγματικός έλεγχος των συνθηκών εργασίας στη βιομηχανία με τη συμμετοχή όλων των συναρμοδίων φορέων και του συνδικαλιστικού κινήματος. Η διαμόρφωση πρωτοκόλλου για το περιεχόμενο ελέγχου από μεικτές επιτροπές με βάση το σύνολο του νομοθετικού πλαισίου.
- Η ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση των δυνάμεων της Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ).
- Η υιοθέτηση χρονοδιαγράμματος των ελέγχων με προτεραιότητα στις περιοχές υψηλής επικινδυνότητας.
- Η θεσμοθέτηση της ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζομένων απέναντι στον επαγγελματικό κίνδυνο.
- Το ελάχιστο που πρέπει άμεσα να γίνει είναι η συνδυασμένη εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου (εκσυγχρονισμένου με βάση τις σημερινές απαιτήσεις), δηλαδή του αντισεισμικού κανονισμού κτιρίου, του πλαισίου για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και του νόμου για την πρόληψη των Βιομηχανικών Ατυχημάτων Μεγάλης Εκτασης. Δεν αρκεί ο έλεγχος της στατικής επάρκειας των κτιρίων στις βιομηχανίες, αλλά απαιτείται και ο έλεγχος της διαδικασίας παραγωγής μέσα στις επιχειρήσεις, δηλαδή πώς χρησιμοποιείται ο χώρος.
Για τους χώρους όπου φοιτά και διασκεδάζει η νεολαία
Πέρα από τα άλλα μέτρα και ελέγχους, που είναι απαιτητά για όλα τα κτίρια, είναι επιτακτική ανάγκη:
  • Να θεσμοθετηθεί ειδικό πλαίσιο κατασκευής και λειτουργίας αυτών των χώρων, τόσο όσον αφορά στη συνύπαρξή τους με άλλες επικίνδυνες χρήσεις, τον επιτρεπόμενο αριθμό χρηστών, την ασφαλή λειτουργία τους, τα μέτρα αντιμετώπισης εκτάκτων γεγονότων.
  • Να εφαρμοστεί ειδικό σχέδιο εκκένωσης των χώρων αυτών, που θα πρέπει να δοκιμάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Παράλληλα, η αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας πρέπει να περιέχει σαν βασικά σημεία ενός ολοκληρωμένου προγράμματος:
  • Τη συνεχή ενημέρωση του κόσμου για τη σεισμικότητα της περιοχής όπου ζει, για τον τρόπο αντιμετώπισης του φαινομένου τόσο ατομικά, όσο και σε επίπεδο γειτονιάς και δήμου.
  • Την εκπαίδευση από την παιδική ηλικία. Την «αντισεισμική» αγωγή σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης.
Ενημέρωση που θα οδηγεί όχι απλώς στο να γνωρίζει πώς θα προστατευτεί από το σεισμό, ή και πώς πρέπει να τακτοποιεί τα πράγματα στο σπίτι, στην εργασία, πού πρέπει να πάει και πότε, αλλά και - το βασικότερο - να μάθει να διεκδικεί ό,τι είναι απαραίτητο για να αντιμετωπίσει το σεισμό στο σπίτι του, στη γειτονιά, στο δήμο του.
Απαιτεί τη θεσμοθέτηση επικαιροποιημένου, ολοκληρωμένου, αξιόπιστου και εφαρμόσιμου σχεδίου αντιμετώπισης του φαινομένου σε όλη τη χώρα, ανά περιφέρεια και νομό.
Απαιτεί εκσυγχρονισμό και ενίσχυση του μηχανισμού επέμβασης που θα λειτουργεί με συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των φορέων των εργαζομένων.
Η άμεση απόκριση στο σεισμό και η παροχή βοήθειας δεν μπορεί να στηρίζεται κάθε φορά στο φιλότιμο και τον αλτρουισμό, του δυναμικού που εμπλέκεται (της Πυροσβεστικής, του ΕΚΑΒ, μηχανικών, άλλων ειδικών δυνάμεων), αλλά απαιτείται να ενισχυθεί ηθικά, υλικά και επιστημονικά.
Απαιτεί επαρκές ποσοτικά και ποιοτικά προσωπικό, κατάλληλα εκπαιδευμένο, καθώς και η αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή (ειδικά μηχανήματα, εξοπλισμός, κλπ.).
Σχέδιο κινητοποίησης του ειδικού μηχανισμού ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Εφαρμογή έτοιμων σχεδίων εκτάκτων αναγκών για την πρόσβαση των νοσοκομειακών μονάδων και των μονάδων παρέμβασης στις πληγείσες περιοχές, εφαρμογή ειδικών μέτρων κυκλοφορίας.
Θεσμοθέτηση σχεδίου αναγκαστικής κινητοποίησης όλων των μηχανισμών της πρώην κοινής ωφέλειας, που σήμερα ιδιωτικοποιείται.
Απαιτείται η εφαρμογή ενός σχεδίου που θα καλύπτει:
- Την άμεση αντιμετώπιση των αναγκών των πληγέντων
- Καταβολή αποζημιώσεων
- Ενημέρωση για τις απαιτούμενες διαδικασίες έκδοσης αδειών επισκευής, ανακατασκευής των βλαβέντων κτιρίων
- Τη γρήγορη διεκπεραίωση
- Την καταγραφή Μητρώου των κτιρίων.
Επομένως, απαιτείται η οργάνωση μηχανισμού, που θα αποτελείται από ανθρώπους με εμπειρία (ήδη υπάρχουν) και νέα στελέχη με προηγούμενη εκπαίδευση στη βάση ολοκληρωμένου και συνεχώς επικαιροποιημένου σχεδίου. Με εργασιακές σχέσεις μόνιμης και ειδικευμένης εργασίας και όχι με 6μηνα ή 8μηνα, όπως είχαν οι εργαζόμενοι στους διάφορους μηχανισμούς.
  • Απαιτείται ένα συνεχώς εξελισσόμενο σχέδιο ενημέρωσης και ειδίκευσης Τεχνικών, Μηχανικών, εργαζομένων στα τεχνικά έργα, ώστε εύκολα οργανωμένα και αξιόπιστα να μπορούν να εργαστούν στις κατασκευές, τις επισκευές, τις ανακατασκευές κλπ.
  • Απαιτείται η συγκρότηση ενός μηχανισμού που θα έχει ή θα μπορεί να προμηθευτεί αστραπιαία όλα τα απαραίτητα για την πρώτη ανακούφιση των πληγέντων, όπως σκηνές, κουβέρτες κλπ. και θα μπορεί να οργανώσει τη ζωή (τροφή, νερό, καθαριότητα), αλλά και τους απαραίτητους μηχανισμούς Υγείας και Πρόνοιας, που θα μπορεί να προμηθευτεί και εγκαταστήσει καταλύματα, που θα αντικαταστήσουν τις σκηνές.
  • Απαιτείται η εφαρμογή ενός συστήματος ελέγχου των υλικών, που ενσωματώνονται στην οικοδομή η οποία επισκευάζεται, αλλά και ελέγχου των ιδιοτήτων και του κόστους των ειδικών υλικών που απαιτούνται για την επισκευή των κτιρίων, ώστε αυτή να γίνεται σωστά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και με το μικρότερο κόστος.
  • Απαιτείται, επομένως, η δημιουργία ενός δημόσιου εκσυγχρονισμένου μηχανισμού ελέγχου σε όλα τα επίπεδα παραγωγής των έργων, μελέτη, επίβλεψη, κατασκευή, ελέγχου της ποιότητας των υλικών και των τιμών του.
  • Απαιτείται η θεσμοθέτηση μέτρων που θα εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση και θα αφορούν:
- Στις τιμές των κτιρίων και των ενοικίων τους.
- Στις τιμές των υλικών κατασκευής, ώστε να περιοριστεί όσο είναι δυνατόν η κερδοσκοπία.
Αντισεισμική θωράκιση και απασχόληση
Η αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας είναι ένα τεράστιο έργο που απαιτεί συνεχή απασχόληση σ' αυτό χιλιάδων επιστημόνων, πολλών ειδικοτήτων (σεισμολόγων, γεωλόγων, γεωφυσικών, χωροτακτών, πολεοδόμων, μηχανικών αναδομής, συγκοινωνιολόγων, επιστημόνων ελέγχου υλικών κλπ.), αλλά και χιλιάδων ειδικευμένων εργατοτεχνιτών και διοικητικών υπαλλήλων.
Μπορεί να απασχολήσει χιλιάδες εργαζόμενους παραγωγικά, να ανακουφίσει την ανεργία δεκάδων κλάδων. Ενα τέτοιο σχέδιο και η εφαρμογή του θα περιορίσει δραστικά ζημιές και θύματα, αλλά και τις τεράστιες δαπάνες που έχουμε ως χώρα για την αποκατάσταση (κι αυτή μίζερη, αποσπασματική και ελάχιστη) των καταστροφών από τους σεισμούς.
Η αντισεισμική θωράκιση ως έργο υποδομής
Είναι φανερό ότι η αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας είναι ένα τεράστιο έργο υποδομής σε σχέση με τα μεγάλα έργα (λιμάνια, γέφυρες, δρόμοι), που η κυβερνητική προπαγάνδα προσπαθεί να παρουσιάσει σαν μοναδικά.
Απουσιάζουν από την προπαγάνδα και τη λογική της έργα που δεν ενδιαφέρουν και είναι σε βάρος του κεφαλαίου και βοηθούν το ανέβασμα της ποιότητας της εργατικής δύναμης, τους όρους διαβίωσης και δουλιάς.
Μεγάλα έργα για την Υγεία, την Πρόνοια, την Παιδεία, την Αρδευση, την Υδρευση, τη διαχείριση των Νερών, την προστασία του Περιβάλλοντος κλπ., αλλά και την αντιπυρική, αντιπλημμυρική και βέβαια αντισεισμική προστασία της χώρας.
Προβάλλουν το επιχείρημα της έλλειψης χρημάτων.
Είναι ψεύτικο και αποπροσανατολιστικό επιχείρημα, γιατί ακόμη και μέσα στο σημερινό πλαίσιο διαχείρισης υπάρχουν χρήματα.
1ον. Σαν ζωτικής σημασίας έργο υποδομής θα έπρεπε οι πόροι από την Ευρωπαϊκή Ενωση, τους οποίους έχει πληρώσει πολλαπλάσια ο λαός μας, να κατευθυνθούν σ' ένα σημαντικό τους ποσοστό σ' αυτό.
2ον. Κάθε χρόνο δαπανώνται 450 εκ.ευρώ (150 δισ. δρχ.) για την όποια, περιορισμένη κι αυτή, αποκατάσταση των ζημιών από τους σεισμούς. Μόνο για το σεισμό της Αθήνας μέχρι σήμερα έχουν δαπανηθεί πάνω από 1.200 εκ. ευρώ (400 δισ. δρχ.). Η δαπάνη αυτή αντιστοιχεί μόνο σε αποκατάσταση των βλαβών σε κτίρια και σε παροχή άμεσης μικρής βοήθειας στους πληγέντες, και δεν περιλαμβάνει το πολλαπλάσιο κόστος που προκύπτει από τις έμμεσες συνέπειες (όπως η διακοπή της λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων, η ανεργία, οι μακροχρόνιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις). Και ένα μόνο μέρος αυτών να είχε διατεθεί έγκαιρα και οργανωμένα για την αντισεισμική προστασία, η επένδυση αυτή θα είχε αποσβεστεί, επειδή οι συνέπειες σε ζωές και καταστροφές θα είχαν δραστικά περιοριστεί.
3ον. Θα μπορούσαμε να χρηματοδοτήσουμε μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού, όχι με μείωση των κοινωνικών δαπανών, αλλά των στρατιωτικών δαπανών που δεν κατευθύνονται για την καλώς εννοούμενη άμυνα της χώρας, αλλά για να ικανοποιήσουν τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ.
4ον. Υπάρχουν τεράστια ποσά, υπολογίζονται πάνω από 1.800 εκ.ευρώ (600 δισ. δρχ.) από την ανταλλάξιμη περιουσία των προσφύγων του 1922, και θα μπορούσε μέρος τους να κατευθυνθεί στην αποκατάσταση και ανάπλαση των προσφυγικών περιοχών, όπου απαιτείται.
5ον Το κράτος αυθαίρετα παρακρατεί, από το 1990 μέχρι σήμερα, από την ΤΑ, σε σημερινές τιμές, πάνω από 9 δισ. ευρώ (3 τρισ. δρχ.). Θα έπρεπε να αποδοθούν για να καλύψουν βασικές ανάγκες πολεοδομικής ανασυγκρότησης των πόλεων, την απόκτηση ελεύθερων χώρων κλπ.
6ον. Και ένα μόνο μέρος από τα τεράστια ποσά με τα οποία ο λαός μας επιβαρύνθηκε για τις φιέστες των Ολυμπιακών Αγώνων και Εργων, τις υπερβάσεις, τα τρομερά κόστη, αν κατευθύνονταν στην κάλυψη βασικών αναγκών της αντισεισμικής προστασίας, θα είχαμε πολλαπλάσια οφέλη για την οικονομία.
Τα ζητήματα αυτά, η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει την πολιτική βούληση να τα αντιμετωπίσει σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Το ΚΚΕ θεωρεί ότι χρειάζεται να αναπτυχθεί ο αγώνας του εργατικού και ευρύτερα του λαϊκού κινήματος σ' αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση.
Συντονισμένος αγώνας για την εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής που θα προωθεί την ενιαία συνδυασμένη ικανοποίηση του συνόλου των λαϊκών αναγκών.
ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΑ - ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ
Η διαχείριση των απορριμμάτων στη χώρα μας, ύστερα από μια 15ετία πλήρους κυβερνητικής απραξίας, βρίσκεται σήμερα μπροστά σε τραγικά αδιέξοδα. Αδιέξοδα τα οποία πολύ σύντομα θα κληθεί να πληρώσει (και με την κυριολεκτική και με τη μεταφορική έννοια του όρου) ο εργαζόμενος λαός.
Και αυτό, τη στιγμή που έχει διαμορφωθεί στον επιστημονικο - τεχνικό χώρο της χώρας μια ενιαία αντίληψη για το βέλτιστο συνδυασμό των μεθόδων διαχείρισης που περιλαμβάνει:
  • Μείωση της ποσότητας και βλαπτικότητας των παραγόμενων απορριμμάτων, ορθολογική συλλογή και μεταφορά με μηχανική αποκομιδή και Σταθμούς Μεταφόρτωσης.
  • Ανάκτηση χρήσιμων υλικών με διαλογή στην πηγή.
  • Μηχανική ανακύκλωση, με ανάκτηση καυσίμου, αλλά και εδαφοβελτιωτικού υλικού.
  • Ασφαλή τελική διάθεση.
  • Υγειονομική ταφή των υπολοίπων σε σύγχρονους και ασφαλείς, περιβαλλοντικά και υγειονομικά, χώρους.
  • Κατάργηση και αποκατάσταση των ανεξέλεγκτων χωματερών.
  • Παράλληλα, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών, ειδική αντιμετώπιση των εργαζομένων στα απορρίμματα (ένταξη στα βαρέα, πρόσθετα μέτρα για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας).
Παρ' ολ' αυτά, η μέχρι σήμερα αντιμετώπιση αναδεικνύει το αντιλαϊκό περιεχόμενο της εφαρμοζόμενης πολιτικής, αφού όχι μόνο ελάχιστα έχουν γίνει, αλλά και προωθείται γοργά η ιδιωτικοποίηση, η εφαρμογή αντιπεριβαλλοντικών μεθόδων και τεχνολογιών, η επαύξηση των εξοντωτικών τελών ήδη σε βάρος των δημοτών.
Μερικές πλευρές του προβλήματος είναι χαρακτηριστικές:
  • Εφτά χρόνια μετά την ήδη καθυστερημένη δημοσίευση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) για τη διαχείριση τωνεπικίνδυνων αποβλήτων, σε πείσμα των συνεχών, κατά καιρούς, υπουργικών διαβεβαιώσεων, δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί ούτε ο Εθνικός Σχεδιασμός. Πόσο μάλλον οι χωροθετήσεις και οι απαιτούμενες εγκαταστάσεις επεξεργασίας τους. Και στο μεταξύ, τα απόβλητα αυτά εξακολουθούν να συσσωρεύονται σε ακατάλληλους χώρους, όταν δεν απορρίπτονται, ανεξέλεγκτα, σε αδέσποτες χωματερές, σε απότομα πρανή, ακόμη και σε ρέματα.
  • Το μεγαλύτερο μέρος των μολυσματικών αποβλήτων της χώρας, μηδέ της Αττικής εξαιρουμένης (παρ' όλο που αυτή διαθέτει σύγχρονη εγκατάσταση θερμικής καταστροφής) παρεισφρέει παράνομα στα οικιακά απορρίμματα. Η ολοκληρωμένη ενδονοσοκομειακή διαχείριση παραμένει ακόμη κενό γράμμα μιας ΚΥΑ του 2003, την οποία κυβέρνηση, κλινικάρχες και διευθυντές ΠΕΣΥΠ και νοσοκομείων, συνεχίζουν να γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, προς μεγάλη ικανοποίηση των συμφερόντων που βολεύονται με τη δήθεν «αδρανοποίηση» των αποβλήτων μεγάλων νοσηλευτικών μονάδων.
  • Οι ανεξέλεγκτες χωματερές, τρεισήμισι χιλιάδες πηγές ρύπανσης και προσβολής της δημόσιας υγείας, παγίδες θανάτου, ενίοτε, για τους εργαζόμενους στην καθαριότητα, συνεχίζουν το καταστροφικό τους έργο. Σε μια χοντροκομμένη προσπάθεια υποβάθμισης του προβλήματος, οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις εισήγαγαν τη «δημιουργική λογιστική» και στον τομέα αυτό, καθώς τον τελευταίο χρόνο ως ανεξέλεγκτες υπολογίζουν μόνο τις καιόμενες χωματερές, δηλαδή τις 1.450 περίπου, χωρίς να προσμετρούν τις άλλες 2.000 εγκαταλειμμένες χωματερές της υπαίθρου, που εξακολουθούν να ρυπαίνουν. Ηδη το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε και δεύτερο (μετά από αυτό του Κουρουπητού Χανίων) βαρύ πρόστιμο για τη χωματερή στους «Πέρα Γαληνούς» του Ηρακλείου, επίκειται τρίτο πρόστιμο για τη χωματερή στο «Επιτάλιο» της Ολυμπίας και έπεται συνέχεια.
  • Η ανακύκλωση των αποβλήτων από τις συσκευασίες συνεχίζει να καρκινοβατεί, ενάμιση και πάνω χρόνο μετά την παράδοσή της από την κυβέρνηση στο μεγάλο κεφάλαιο, παρ' όλο που εκατομμύρια ευρώ κατευθύνονται κάθε χρόνο στη διαχειρίστρια ανώνυμη εταιρία, προερχόμενα από τις τσέπες των καταναλωτών, δηλαδή των εργαζομένων.
  • Και το χειρότερο: Παραμένει ακόμη σε τέλμα η υλοποίηση των Περιφερειακών Σχεδιασμών σε όλη τη χώρα, για την κατασκευή σύγχρονων ΧΥΤΑ και άλλων μονάδων επεξεργασίας, επιδεινώνοντας κάθε μέρα όλο και περισσότερο το ήδη οξυμένο (και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό) πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων. Πρόβλημα που εμφανίζεται με ιδιαίτερη σοβαρότητα στα μεγάλα αστικά κέντρα και της Θεσσαλονίκης αλλά και της Αθήνας, όπου υπάρχει και η δική μας αντίθεση.
  • Η λάσπη της Ψυττάλειας εξακολουθεί να συσσωρεύεται στο νησάκι (για πόσο ακόμη;), όταν δεν αποτίθεται με εισαγγελική εντολή στον ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων, θέτοντας ξανά σε κίνδυνο, με τα υπάρχοντα οριακά δεδομένα, την υγεία των εργαζομένων και των κατοίκων της περιοχής, κατά σαφή παραβίαση των γενικών διατάξεων της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος και η διαχείριση των στερεών αποβλήτων.

Στην Αττική, ειδικότερα, η κατάσταση έχει πλέον οδηγηθεί στο απροχώρητο. Σήμερα, άλλος χώρος για την ελεγχόμενη διάθεση των στερεών αποβλήτων της Αττικής δεν υπάρχει.
Το τελευταίο τμήμα του λειτουργούντος ΧΥΤΑ ΙΙ βρίσκεται ήδη σε φάση κορεσμού. Σε λίγους μήνες, αν δεν καταρρεύσει λόγω υπερφόρτωσης και συνέργειας άλλων αιτίων και το τμήμα αυτό θα έχει υπερκορεστεί. Ομως, ούτε καν ο χώρος της Φυλής (για τον οποίο είμαστε αντίθετοι) και τον οποίο αυθαίρετα και σε αντίθεση με την εκπονηθείσα μελέτη του 2003, επέλεξαν κυβέρνηση, ΤΕΔΚΝΑ και ΕΣΔΚΝΑ, δεν έχει ακόμη δημοπρατηθεί.
Ετσι κι αλλιώς, ακόμη και τώρα να δημοπρατούνταν το έργο, οι λίγοι μήνες που απομένουν μέχρι τη φάση του απόλυτου υπερ-κορεσμού δεν επαρκούν ούτε για να δημοπρατηθεί. Πόσο μάλλον για την κατασκευή των έργων. Πού θα οδηγούνται, λοιπόν, οι 5.000 τόνοι των απορριμμάτων που παράγονται κάθε μέρα; Πόσο απασχολεί το πρόβλημα την κυβέρνηση, την Περιφέρεια, την ΤΕΔΚΝΑ, τον ΕΣΔΚΝΑ αλλά και τους μεγάλους, τουλάχιστον, δήμους της Αττικής;
Στην πράξη, ελάχιστα, αν κρίνουμε από τις λιγοστές δημόσιες τοποθετήσεις αλλά και τις επιλεκτικές αποστάσεις που κρατούν από το πρόβλημα οι εκπρόσωποι των πιο πάνω φορέων:
  • Η κυβέρνηση αρνείται να διατυπώσει ολοκληρωμένα τη θέση της για ένα θέμα που καίει, παρ' όλο που ως αντιπολίτευση είχε συνεχείς δημόσιες παρεμβάσεις. Ενα σχεδόν χρόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, η ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ αρκείται, σε γενικόλογες διατυπώσεις, πιστή αντιγραφή των αοριστιών των προκατόχων της. Ενα «πακέτο» 150 εκ. ευρώ, πληρωμένο με το παραπάνω από το λαό μας, λόγω των καθυστερήσεων, κινδυνεύει να παραμείνει ατόφιο στα ταμεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
  • Ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας της Αττικής αντί να δραστηριοποιηθεί σε μια κατεύθυνση λύσης του προβλήματος, μπλέκει περισσότερο τα πράγματα. Επιμένει, κατά παράβαση και της υπάρχουσας νομοθεσίας, μέσα από μια ασαφή προγραμματική σύμβαση (βλ. σχετικό σχόλιο) να αναλάβει αυτή, (η Περιφέρεια) αντί του κατεξοχήν αρμόδιου ΕΣΔΚΝΑ, την εκτέλεση του έργου, σε μια κατεύθυνση παραπέρα υποβάθμισης του ρόλου του ΕΣΔΚΝΑ.
  • Το ΔΣ της ΤΕΔΚΝΑ (ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΣΥΝ που έχει και τον Πρόεδρο) συνεπές, όμως, με τις προηγούμενες αποφάσεις του ίδιου και των στελεχών της συναινετικής διοίκησης της ΤΕΔΚΝΑ λέει «ναι» στη διάσπαση του ΕΣΔΚΝΑ, «ναι» στις «σύγχρονες» τεχνολογίες καύσης, «ναι» στην ιδιωτικοποίηση βασικών τομέων της διαχείρισης των απορριμμάτων) προτίμησε, τελικά, να κουκουλώσει για άλλη μια φορά το πρόβλημα.
  • Η δικομματική (ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ), σήμερα, Εκτελεστική Επιτροπή του ΕΣΔΚΝΑ, ακολουθεί την ίδια απαράλλαχτη στάση των προκατόχων της τελευταίας δεκαετίας. Προσπαθεί να αποκρύψει την εκρηκτικότητα του προβλήματος να καλύψει τις τεράστιες ευθύνες των προηγούμενων και της σημερινής κυβέρνησης, οδηγώντας έτσι την όλη κατάσταση (και αναλαμβάνοντας την ευθύνη γι' αυτό), στο αναπόφευκτο αδιέξοδο της επικείμενης ανεξέλεγκτης διάθεσης των απορριμμάτων όλης της Αττικής. Παράλληλα, συνεχίζει την ίδια τακτική της ιδιωτικοποίησης σημαντικών δραστηριοτήτων του ΕΣΔΚΝΑ, όπως η διαχείριση των μολυσματικών αποβλήτων, η συντήρηση του εξοπλισμού, η σταθερή εμπλοκή ιδιωτών στις καθημερινές εργασίες διάθεσης των απορριμμάτων.
  • Αμοιρες, όμως, ευθυνών δεν είναι και οι Δημοτικές Αρχές (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ) των ΟΤΑ - μελών του ΕΣΔΚΝΑ, αφού στην πράξη κάλυψαν και καλύπτουν όλες τις πιο πάνω επιλογές κυβερνήσεων και Διοικήσεων του ΕΣΔΚΝΑ.
Ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, μεθοδεύεται, στην ουσία, ένα χωρίς προηγούμενο περιβαλλοντικό έγκλημα στην Αττική, με τεράστιες, παράλληλα, επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, σε βάρος ειδικότερα των κατοίκων του Θριάσιου Πεδίου, αφού ο χώρος που έχει επιλεγεί, δηλαδή αυτός της Φυλής, είναι ο ίδιος με το σημερινό ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων, επέκταση του οποίου αποτελεί.
Ενα έγκλημα που ήδη προαναγγέλλεται από τα διαπιστωμένα αδιέξοδα, το οποίο Κυβέρνηση - Περιφέρεια - ΤΕΔΚΝΑ και ΕΣΔΚΝΑ το γνωρίζουν, αφού όλοι αυτοί, συναινετικά, το αφήνουν σε γνώση τους να εξελιχθεί, χωρίς να έχουν πάρει έγκαιρα τα επιβαλλόμενα, για την αποτροπή του, μέτρα και χωρίς ακόμη και την έσχατη αυτή στιγμή να εκδηλώνεται κάποια θετική αντίδραση για τον περιορισμό, έστω, των δραματικών επιπτώσεων.
Τι κρύβεται, όμως, πίσω από μια τέτοια συνειδητή στάση; Οχι, βέβαια, κάποια συγκυριακή ανικανότητα αλλά, αντίθετα, μιασταθερή, όλα αυτά τα χρόνια, πολιτική βούληση να φτάσει και να ξεπεράσει το πρόβλημα τα κρίσιμα όριά του. Να ξεσπάσει και στην Αττική, στο εκατονταπλάσιο αυτή τη φορά, το φαινόμενο «Κουρουπητός», ώστε να προετοιμαστεί από κάθε πλευρά το έδαφος στο μεγάλο κεφάλαιο (πολυεθνικές, τράπεζες και ντόπιοι μεγαλοεργολάβοι), να περάσει τις δικές του (προβαλλόμενες και ως «σωτήριες») λύσεις: Την ολοκληρωτική ιδιωτικοποίηση, τα εξοντωτικά τέλη σε βάρος των δημοτών, την επιβολή αντιπεριβαλλοντικών μεθόδων και τεχνολογιών, αφού τα κριτήρια επιλογής τους δε θα είναι κοινωνικά - περιβαλλοντικά, αλλά υπηρετούντα τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντά τους.

Στην αντίπερα όχθη, το ΚΚΕ στήριζε έμπρακτα το έργο και το πρόγραμμα του ΕΣΔΚΝΑ από το 1978 έως και το 1994. Αλλά και στη μετέπειτα περίοδο των υπαναχωρήσεων και των συμβιβασμών, περίοδο που το πρόβλημα διογκωνόταν και οξυνόταν, δε σώπασε. Ειδικότερα από το 1996 - οπότε οι χειρισμοί του τότε υπουργού ΠΕΧΩΔΕ ανέτρεψαν άρδην, με την ένοχη συνέργεια της τότε διοίκησης του ΕΣΔΚΝΑ (ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ - ΝΔ), μια διαφαινόμενη λύση του προβλήματος - μέχρι σήμερα πρόβαλε επανειλημμένα και με πολλούς τρόπους το ζήτημα:
  • Με Ερωτήσεις στη Βουλή και τοποθετήσεις βουλευτών του.
  • Με τοποθετήσεις στελεχών του σε εκδηλώσεις φορέων, σε συνέδρια και ημερίδες.
  • Με ρεπορτάζ και άρθρα στο «Ριζοσπάστη».
  • Με τοποθετήσεις αιρετών μελών του σε συνέδρια της ΤΕΔΚΝΑ και της ΚΕΔΚΕ, καθώς και στο ΔΣ του ΕΣΔΚΝΑ.
  • Με παρεμβάσεις αιρετών μελών του σε συνεδριάσεις των Νομαρχιακών Συμβουλίων (Αθήνας, Ανατολικής Αττικής) και του ΔΣ του Δήμου Αθήνας.
  • Με ανακοινώσεις του Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Περιβάλλοντος, καθώς και των κομματικών του οργανώσεων.
  • Με την ενεργητική και αμέριστη συμπαράστασή του στις δίκαιες κινητοποιήσεις μαζικών φορέων και κατοίκων του Θριάσιου Πεδίου και των άλλων περιοχών των γειτονικών με τον ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων, για να παύσει οριστικά η διοχέτευση των απορριμμάτων στην ευρύτερη περιοχή τους.
Σε αντίθεση με τις θέσεις των άλλων πολιτικών κομμάτων, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ, που εκφράζουν τη συναντίληψή τους με θέσεις υπέρ της ιδιωτικοποίησης, της πολυδιάσπασης του ενιαίου φορέα διαχείρισης, της εισαγωγής των «καινοτομικών» τεχνολογιών της καύσης, πυρόλυσης κ.ά., το ΚΚΕ, με συνέπεια και συνέχεια, διατυπώνει όλο αυτό το διάστημα και στηρίζει ένα συνολικό πλαίσιο θέσεων για την ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων στην Ελλάδα, αλλά και για την ευαίσθητη περιοχή της Αττικής, ειδικότερα το πλαίσιο αυτό είναι το παρακάτω:
1. Να χωροθετήσει άμεσα η κυβέρνηση τους νέους χώρους για τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας και ταφής των απορριμμάτων, χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς, με βάση τις τεκμηριωμένες μελέτες, επιστημονικοτεχνικά και χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες, με όρους διαφάνειας (όσο μπορεί να υπάρξει αυτή) και συμμετοχής όλων των εμπλεκομένων φορέων.
2. Να προχωρήσει, χωρίς άλλες καθυστερήσεις, η αποκατάσταση των ανεξέλεγκτων χωματερών σε όλη τη χώρα και όχι να μετατίθεται συνεχώς για το μέλλον (βλ. σχετικό πίνακα με τις υπάρχουσες ανεξέλεγκτες χωματερές και τις επιπτώσεις τους).
3. Παραμένουμε αταλάντευτοι στη θέση ενάντια στην καύση των απορριμμάτων, σε όλη τη χώρα (βλ. σχετικό πίνακα με τα βασικά μειονεκτήματα της καύσης των απορριμμάτων).
4. Είμαστε αντίθετοι σε κάθε μορφή ιδιωτικοποίησης μέρους ή του συνόλου της καθαριότητας. Η δραστηριότητα της διαχείρισης των απορριμμάτων, περιλαμβάνοντας και την ανακύκλωση, να ασκείται μόνο από τις υπηρεσίες των ΟΤΑ (Συνδέσμων, Δήμων και Κοινοτήτων), όπως αυτές προβλέπονται από τους Οργανισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας τους, και στις οποίες πρέπει να υπαχθούν όσοι εργαζόμενοι απασχολούνται και σήμερα μέσω Δημοτικών Επιχειρήσεων ή άλλων ΝΠΙΔ.
5. Να δημοσιευτεί, επιτέλους, ο σχεδιασμός και οι τεχνικές προδιαγραφές, να προχωρήσει η χωροθέτηση και να αρχίσουν τα έργα διαχείρισης των επικίνδυνων αποβλήτων.
6. Να αρχίσει άμεσα η εφαρμογή της νομοθεσίας για την ολοκληρωμένη ενδο - και εξωνοσοκομειακή διαχείριση τωνμολυσματικών αποβλήτων.
7. Να καλυφθούν τα κενά που υπάρχουν ακόμη στη νομοθεσία διαχείρισης των αποβλήτων, στη βάση εξυπηρέτησης των πραγματικών αναγκών και όχι των επενδυτικών προσδοκιών και των άλλων συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.
8. Να διασφαλιστούν έγκαιρα, με ευθύνη και δαπάνες του κράτους, οι πόροι που απαιτούνται για την εκτέλεση των έργων που προβλέπονται από τους περιφερειακούς σχεδιασμούς.
9. Να είναι οι Σύνδεσμοι των Δήμων, οι ενιαίοι διαδημοτικοί φορείς διαχείρισης (μεταφόρτωσης, επεξεργασίας, τελικής διάθεσης) των απορριμμάτων, περιλαμβανόμενης και της αποκλειστικής λειτουργίας από τις υπηρεσίες τους των συναφών εγκαταστάσεων, με ενίσχυση, όμως, του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα του έργου τους, με διαφάνεια (όσο αυτή μπορεί να υπάρχει στα πλαίσια του συστήματος) με απρόσκοπτη ένταξη σ' αυτόν όλων των ΟΤΑ της κάθε περιοχής, που το επιθυμούν και χωρίς πολιτικούς αποκλεισμούς στην επιλογή της διοίκησής τους.

10. Ειδικά για την Αττική, να αποκλειστεί η ενιαία περιοχή των Ανω Λιοσίων, Ασπροπύργου, Ελευσίνας και Φυλής, ως χωροταξικά και ρυπαντικά υπερκορεσμένη, από την περαιτέρω αναζήτηση των υποψηφίων ΧΥΤΑ, χωρίς το δεύτερο τεράστιο εργοστάσιο Μηχανικής Ανακύκλωσης (με την όποια τεχνολογική του μορφή) να τοποθετείται πάλι στη Δυτική Αττική. Η εξεύρεση χώρων να μην περιοριστεί μόνο στα όρια του Νομού Αττικής, αλλά να επεκταθεί και στην ευρύτερη περιοχή στο πλαίσιο μιας πιο ολοκληρωμένης και κοινής αντιμετώπισης του προβλήματος. Τα έργα αποκατάστασης του παλαιού ΧΔΑ (Χώρου Διάθεσης Απορριμμάτων) να επεκταθούν άμεσα στο υπερκορεσμένο τμήμα Ι του ΧΥΤΑ και σταδιακά στο κορεσμένο τμήμα ΙΙ.
11. Να αρχίσει άμεσα η διαδικασία της οριστικής παύσης λειτουργίας του ΧΥΤΑ Ανω Λιοσίων με την έναρξη των έργων σταδιακής αποκατάστασης του ΧΥΤΑ ΙΙ και την ολοκλήρωση της αποκατάστασης των προηγούμενων τμημάτων του ΧΥΤΑ.
12. Να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την έναρξη του τεράστιου έργου της απορρύπανσης της ευρύτερης περί του ΧΥΤΑ Ανω Λιοσίων περιοχής (μελέτη, εξασφάλιση χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, δημοπράτηση, υλοποίηση).
13. Να εκλογικευτούν τα αντισταθμιστικά στο ύψος που είχε αρχικά αποφασίσει η ΓΣ της ΤΕΔΚΝΑ, δηλαδή το 1,5% των τακτικών εσόδων των ΟΤΑ, αντί του 4,4% που είναι σήμερα. Γενικότερα, οι αντισταθμιστικές παροχές να καλύπτονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό (αλλά όχι από τα χρήματα της ΤΑ, όπως είχε προτείνει η προηγούμενη κυβέρνηση), στα πλαίσια κατάργησης και των «ανταποδοτικών τελών» καθαριότητας, που αποτελούν, στην ουσία, μια δεύτερη φορολογία για το λαό.
Καταθέτοντας τις θέσεις μας αυτές, είμαστε υποχρεωμένοι να τονίσουμε, για άλλη μια φορά, το αυτονόητο: Ο μόνος δρόμος για την υλοποίηση των παραπάνω προτάσεων και όσων ακόμα κριθούν συμφέρουσες για το κοινωνικό σύνολο, είναι η ανυποχώρητη πάλη του λαού και ιδιαίτερα όσων επί δεκαετίες δέχονται μονόπλευρα στην περιοχή τους το κύριο βάρος των απορριμμάτων, αλλά και των εργαζομένων στην καθαριότητα. Απαιτεί μια άλλη πολιτική που θα αντιμετωπίζει ενιαία και συνολικά τα κοινωνικά προβλήματα του λαού. Απαιτεί βαθύτερες αλλαγές στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Μια Διάτρητη «Προγραμματική Σύμβαση»
με τις ευλογίες ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ
Από κοινού κυβέρνηση (μέσω του υφυπουργού Εσωτερικών), Περιφέρεια Αττικής, ΕΣΔΚΝΑ και ΤΕΔΚΝΑ, με την υπόδειξη και τις ευλογίες της ΕΕ, συναποφάσισαν ήδη (με την ομόφωνη ψήφο των εκπροσώπων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ) την υπογραφή, μεταξύ των τριών πρώτων φορέων, μιας εξόφθαλμα παράνομης «Προγραμματικής Σύμβασης» με την οποία:
  • Στερούν από τον ΕΣΔΚΝΑ (κύρια από τα πολιτικά του όργανα) την κατοχυρωμένη, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, αρμοδιότητα και ευθύνη για την υλοποίηση των έργων ή δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στον εγκεκριμένο Περιφερειακό Σχεδιασμό, και τη μεταφέρει, σε ό,τι αφορά τον ΧΥΤΑ Δυτικής Αττικής, στην Περιφέρεια Αττικής και στον ιδιώτη Τεχνικό Σύμβουλο, ώστε από εκεί πιο εύκολα να οδηγηθεί στους ιδιώτες.
  • Αφήνουν συγκεχυμένο το ζήτημα του φορέα διαχείρισης του νέου ΧΥΤΑ, αφού παρεμβάλλουν την Περιφέρεια ως Φορέα Υλοποίησης και ως Προϊσταμένη Αρχή, στρώνοντας και από αυτή την πλευρά το δρόμο στους ιδιώτες. Ο ρόλος, άλλωστε, των τεχνικών υπηρεσιών του ΕΣΔΚΝΑ ως «επιβλέπουσας υπηρεσίας» τίθεται εξαρχής σε εσφαλμένη νομικά βάση και, σε κάθε περίπτωση, ακυρώνεται από τις υπερ - αρμοδιότητες του ιδιώτη Τεχνικού Συμβούλου.
  • Συνεχίζουν την αδικία σε βάρος του λαού της Δυτικής Αττικής και ιδιαίτερα του υπερκορεσμένου από ρύπους Θριάσιου Πεδίου, αφού εμμένουν να παραμείνει ο νέος ΧΥΤΑ στον ίδιο χώρο με τον ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων, επιλογή με την οποία έχουμε ήδη δηλώσει επανειλημμένα τη ριζική μας αντίθεση.
  • Συνεχίζουν τη λογική της αδιαφάνειας και της κοροϊδίας όλων μας, αφού κάνει λόγο για «δυναμικότητα σχεδιασμού» του νέου ΧΥΤΑ, ίση με 825.000 τόνους απορριμμάτων ετησίως, ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι πρόκειται για την υπερδιπλάσια ποσότητα (2.000.000 τόνων ετησίως), αφού τίποτα δεν έχει γίνει προς την κατεύθυνση υλοποίησης των άλλων εγκαταστάσεων εκτός Δυτικής Αττικής που προβλέπει ο Περιφερειακός Σχεδιασμός.
  • Επιχειρούν να δημιουργήσουν κλίμα αβεβαιότητας και εκφοβισμού, ως προς το εργασιακό τους μέλλον, σε βάρος των εργαζομένων του ΕΣΔΚΝΑ, με την προσδοκία ότι έτσι θα επιτύχουν την ανοχή τους στις μεσοβέζικες «λύσεις» τους που «δείχνουν», όμως, καθαρά προς την ιδιωτικοποίηση.

ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΕΣ ΧΩΜΑΤΕΡΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Καιόμενες 1.350
Με προσωρινή επικάλυψη 1.150
Εγκαταλειμμένες 1.000
Σύνολο 3.500
ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΕΣ ΧΩΜΑΤΕΡΕΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
Νομαρχία Ανατολικής Αττικής 14
Νομαρχία Δυτικής Αττικής 8
Νομαρχία Πειραιά 3
Νομαρχία Αθηνών -
Σύνολο 25
ΤΑ ΒΑΣΙΚΟΤΕΡΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ
Εκπομπές ιδιαίτερα επικίνδυνων αερίων ρύπων (διοξίνες, βαρέα μέταλλα).
  • Παραγωγή «ειδικών» και επικίνδυνων στερεών και υγρών αποβλήτων.
  • Αυξημένη συμβολή στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.
  • Απαίτηση και για ΧΥΤΑ επικίνδυνων αποβλήτων.
  • Αντικίνητρο στο στόχο της μείωσης των παραγόμενων απορριμμάτων.
  • Αντικίνητρο στην ανακύκλωση χαρτιού - πλαστικού - ξύλου.
  • Εξαιρετικά υψηλό κόστος κατασκευής και λειτουργίας, με το οποίο επιβαρύνονται απ' ευθείας οι δημότες, δηλαδή ο εργαζόμενος λαός.
  • Τεχνικά ακατάλληλη μέθοδος για απορρίμματα υψηλής υγρασίας και μεγάλης εποχικής διακύμανσης όπως τα απορρίμματα της χώρας μας.
  • Πλήρης εξάρτηση από την πολυεθνική εταιρία κατασκευής και λειτουργίας της μονάδας, δηλαδή ευθεία ιδιωτικοποίηση.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΩΝ ΧΩΜΑΤΕΡΩΝ
Οι επιπτώσεις των ανεξέλεγκτων χωματερών είναι πολλές και σοβαρές:
  • Για τη δημόσια υγεία, μέσω των τρωκτικών και των άλλων ζώων (σκυλιά, γουρούνια, πρόβατα), που τρέφονται, έστω και σποραδικά, στους χώρους ανεξέλεγκτης απόρριψης και αποτελούν (για μερικά απ' αυτά και μέσω της τροφικής αλυσίδας) φορείς μετάδοσης διάφορων ασθενειών.
  • Για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας των εργαζόμενων που εμπλέκονται με τη λειτουργία τους.
  • Για τα νερά, επιφανειακά και υπόγεια, που προσβάλλονται από τα εξαιρετικά ρυπασμένα στραγγίσματα.
  • Για τον αέρα και, σε συνέχεια, για τη δημόσια υγεία, λόγω των καπνών, πλούσιων και σε τοξικούς ρύπους (π.χ. διοξίνες) που αναδύονται από τους καιόμενους σκουπιδότοπους για να καταλήξουν ξανά στο έδαφος.
  • Για το πράσινο, λόγω της συνεχούς απειλής πυρκαγιών, που πολλές φορές, όπως γνωρίζουμε, εκδηλώνονται με καταστροφές χιλιάδων στρεμμάτων δάσους.
  • Για το τοπίο, πέραν των ανωτέρω, και, εξαιτίας της άμεσης και έμμεσης οπτικής του υποβάθμισης (εικόνα ανεξέλεγκτου σκουπιδότοπου, διεσπαρμένα πλαστικά και χαρτιά).
  • Για την τοπική ανάπτυξη της περιοχής, που πλήττεται καίρια από τις πιο πάνω επιπτώσεις (Γεωργία - Κτηνοτροφία - Αλιεία, Τουρισμός, Φυσικό Κεφάλαιο).
Αστικές Συγκοινωνίες
Ο κάτοικος της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων στη χώρα μας βιώνει καθημερινά το άγχος της κυκλοφορίας, είτε χρησιμοποιεί τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ), είτε - εφόσον αυτά δεν τον εξυπηρετούν (λόγω της χάραξης των δρομολογίων, της μικρής χρονικής συχνότητας και πυκνότητας δρομολογίων, των καθυστερήσεων κλπ.)- αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει το ιδιωτικό του αυτοκίνητο, μπλέκοντας στο κυκλοφοριακό χάος.
Πολλοί πιστεύουν ότι αυτή η κατάσταση είναι δεδομένη και δεν αλλάζει με τίποτα ή ρίχνουν τις ευθύνες στα ΜΜΜ ζητώντας νέους δρόμους για τα ΙΧ τους, είτε πάλι ζητούν επιμέρους τροποποιήσεις σε τομείς της συγκοινωνιακής πολιτικής, χάνοντας όμως τη γενική θεώρηση του προβλήματος.
Οι αστικές συγκοινωνίες στο γενικό οικονομικό πλαίσιο
Η διαμορφωθείσα σήμερα κατάσταση της χώρας και των αστικών της κέντρων δεν είναι τυχαία και δεν οφείλεται σε έλλειψη πολιτικής. Είναι αποτέλεσμα και συνέπεια των πολιτικών που εφαρμόστηκαν από τις αστικές δυνάμεις και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους ήδη από το τέλος του Εμφυλίου και μετά.
Στα μέσα της δεκαετίας του '50 και έπειτα προωθήθηκε η παγκόσμια πρωτοτυπία της «αντιπαροχής» ως λύση του οικιστικού προβλήματος και καταστράφηκαν οι πόλεις και η ιστορία τους. Αναπτύχθηκε η παραπέρα εμπορευματοποίηση της γης, η μετατροπή της αγροτικής γης σε οικιστική, η καταπάτηση της δημόσιας γης και των δασών, η τσιμεντοποίησή τους - που συνεχίζεται ραγδαία μέχρι σήμερα.
Στον τομέα των μεταφορών, εξυπηρετώντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες, τις εταιρίες πετρελαιοειδών, ελαστικών, εμπορίας ΙΧ κ.ά., δόθηκε «πριμοδότηση» στο ΙΧ και αποδιοργανώθηκαν τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Την περίοδο αυτή ξηλώθηκε το τραμ, το τρένο Λαυρίου, κατασκευάστηκαν οδικές αρτηρίες με ατελέσφορες διανοίξεις κ.ά. καταστρέφοντας το δημόσιο χώρο και τέθηκε στο αρχείο το θέμα της κατασκευής μετρό.

Η σύμφυτη με το σύστημα ανισόμετρη ανάπτυξη των περιοχών της χώρας (η παραγωγική, κοινωνική, πολιτιστική υποβάθμιση της υπαίθρου, με τα υδροκέφαλα αστικά κέντρα) αναπαράγει και οξύνει τα κυκλοφοριακά προβλήματα.
Στη χώρα μας καμιά από τις μέχρι σήμερα αστικές κυβερνήσεις δεν έδωσε και δεν μπορεί να δώσει μορφή και λειτουργία στις πόλεις μας, που να είναι σε όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
Τα πάντα έχουν αφεθεί στους νόμους της αγοράς και η πόλη γίνεται αντικείμενο αγοραπωλησίας της γης, υπηρεσιών, ακόμη και του περιβάλλοντος. Τα κοινωνικά αγαθά γίνονται εμπόρευμα και το ιδιωτικό κέρδος κυριαρχεί και εκτοπίζει το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων.
Η πολιτική των συγκοινωνιών στη χώρα μας
Το κυκλοφοριακό πρόβλημα σήμερα αφορά όλες τις μεγάλες ελληνικές πόλεις.
Επαψε πια να είναι χαρακτηριστικό μόνο της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, όπου παρά τα, κατά καιρούς, πολυδιαφημισμένα μέτρα, γίνεται όλο και πιο οξύ.
Η εφαρμογή της ίδιας πολεοδομικής πολιτικής μέχρι σήμερα αναπαράγει και οξύνει τα προβλήματα:
  • με τις εντάξεις νέων περιοχών στο σχέδιο πόλεως,
  • με τη δραματική πύκνωση που δημιουργήθηκε στις πόλεις με την αύξηση των συντελεστών δόμησης,
  • με το κτίσιμο κάθε ελεύθερου χώρου (σε ήδη υπερκορεσμένες περιοχές, όπως το Λεκανοπέδιο της Αθήνας και γενικότερα της Αττικής).

Μετά τη λεηλασία των ελεύθερων χώρων, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, εξακολουθεί και προωθείται γοργά η τσιμεντοποίησή τους. Ο χώρος των στρατοπέδων που φεύγουν δίνεται αντιπαροχή, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων πόλεων.
Στα πλαίσια αυτά και η πολιτική στον τομέα των συγκοινωνιών δεν έχει αλλάξει, ισχύει η σκανδαλώδης πριμοδότηση στο ΙΧ και τις οδικές μεταφορές. Τεράστια ποσά δαπανώνται σε οδικά έργα, σε σχέση με αυτά που δαπανώνται για την υποδομή και τον εκσυγχρονισμό των ΜΜΜ.
Είναι γεγονός ότι γίνονται κάποια έργα (οδικές αρτηρίες, ανισόπεδοι κόμβοι, μετρό και τραμ κλπ.) που ανταποκρίνονται, -όχι ολοκληρωμένα πάντα - στις οξυμένες ανάγκες, τα οποία αναγκάζονται να τα κατασκευάσουν για να αμβλύνουν τα προβλήματα.
Ομως οι προτεραιότητες που δίνονται, η ελλιπής χάραξη των γραμμών, ο τρόπος ανάθεσης και κατασκευής τους, η μεγάλη καθυστέρηση έναρξής τους και οι επανειλημμένες παρατάσεις των προθεσμιών, η διαχείρισή τους, όταν επιτέλους τελειώσουν, δημιουργούν σοβαρά προβλήματα.
Στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης και με τη μέθοδο της δήθεν «αυτοχρηματοδότησης», ο λαός χρυσοπληρώνει διπλά και τριπλά. Πληρώνει για τη χρηματοδότησή τους με την αντιλαϊκή φορολογία και ξαναπληρώνει για τη χρήση τους, ενώ το κεφάλαιο, χωρίς να καταβάλλει ουσιαστικά δικά του χρήματα, διαχειρίζεται τα έργα, κερδίζει τεράστια ποσά και το κράτος εγγυάται για τα κέρδη του.
Τα όποια συγκοινωνιακά έργα, λόγω της προτεραιότητας που δίνεται στα οδικά έργα, όχι μόνο δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ήδη στρεβλή ανάπτυξη του κυκλοφοριακού συστήματος στις πόλεις, αλλά δημιουργούν νέες δυσλειτουργίες, που το οξύνουν συνεχώς. Ο κορεσμός τους επέρχεται σε μικρό χρονικό διάστημα.
Παράλληλα, η συνέχιση του ίδιου τρόπου διαχείρισης του συγκοινωνιακού, η ελλειμματική υποδομή και η ραγδαία αύξηση της ιδιοκτησίας ΙΧ οδηγεί σε έκρηξη.
Σήμερα το συγκοινωνιακό σύστημα στις μεγάλες πόλεις είναι:
  • πανάκριβο για την κοινωνία
  • αντιπαραγωγικό
  • αναχρονιστικό στο σχεδιασμό και τα μέσα
  • ανεπαρκές, δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού.
Το κυκλοφοριακό πρόβλημα τελικά έχει πολιτικές αφετηρίες και αίτια. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται απλά ως θέμα οικονομικής και τεχνοκρατικής μόνο διαχείρισης, όπως το εμφανίζουν, γιατί η συγκοινωνιακή πολιτική και τα αποτελέσματά της έχουν άμεση σχέση και συνδέονται με άλλες πολιτικές:
-- οικονομικής πολιτικής (εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων)
-- χωροταξίας, πολεοδομίας (χρήσεις γης, κατοικία, λειτουργία της πόλης)
-- κοινωνικής πολιτικής (κοινωνικές εξυπηρετήσεις)
-- περιβαλλοντικής διαχείρισης
-- εργασίας.
Οσο η επικρατούσα πολιτική δεν ανταποκρίνεται στα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργαζομένων, όσο εμφανίζεται ότι προσπαθεί δήθεν να «συμβιβάσει» τα συμφέροντα της εργασίας και του κεφαλαίου, ενώ στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετεί παρά μόνο το μεγάλο κεφάλαιο, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί και να αναπαράγει τα ίδια προβλήματα πιο οξυμένα.
Το ΚΚΕ προτείνει
Οι προτάσεις του ΚΚΕ για τις συγκοινωνίες είναι αναπόσπαστα συνδεμένες με την πρόταση για τη γενικότερη ανάπτυξη της χώρας που έχει στο κέντρο της τον εργαζόμενο και τις σύγχρονες ανάγκες του.
Μια ανάπτυξη που το περιεχόμενό της δεν περιορίζεται σε κάποιους δείκτες, χωρίς να τους υποτιμούμε, αλλά αναπτύσσεται στο ολοκληρωμένο περιεχόμενό της, που είναι κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό πολιτισμικό και απαντά, προς όφελος των εργαζομένων, στο ερώτημα: ποιος ωφελείται και ποιος χάνει σε αυτή την ανάπτυξη;
Με αυτή την αφετηριακή θέση, καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις για τις συγκοινωνίες, ως στόχο στις σημερινές συνθήκες, που στηρίζονται στους παρακάτω βασικούς άξονες:
  • Οι αστικές συγκοινωνίες και ο σχεδιασμός τους παρεμβαίνουν καθοριστικά στη λειτουργία των πόλεων.
Πρέπει να υπηρετούν ευρύτερους στόχους όπως την ποιότητα ζωής, το περιβάλλον, την πολεοδομική ανασυγκρότηση, την οικονομική ανάπτυξη των περιοχών, την παραγωγή, την ψυχική υγεία των εργαζομένων.
  • Οι υπηρεσίες των αστικών συγκοινωνιών πρέπει να έχουν κοινωνικό χαρακτήρα.
  • Οι μεταφορές στην πόλη αποτελούν κοινωνικό δικαίωμα.

Δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται με τα οικονομικά κριτήρια της «ελεύθερης αγοράς», δεν μπορεί να γίνουν επιχείρηση με βάση το κέρδος και μάλιστα με τη στενή λογιστική έννοια.
  • Οι συγκοινωνίες πρέπει να είναι δημόσιες, χωρίς ανάμειξη του ιδιωτικού κεφαλαίου, κάτω από τον ευρύ έλεγχο και με την αποφασιστική συμμετοχή των εργαζομένων.
Οπου το κεφάλαιο έχει αναλάβει τις μεταφορές (αλλά και κάθε είδους κοινωνικού χαρακτήρα δραστηριότητα, όπως παιδεία, υγεία, ασφάλιση κλπ.) έχει οδηγήσει σε αποσύνθεση του συστήματος, σε πολυδάπανες υπηρεσίες, αφού ενδιαφέρεται για το δικό του και μόνο στενό όφελος και κέρδος. Αλλά και όπου κάποιες δραστηριότητες μεταφέρονται από το κεφάλαιο στο κράτος, στην ουσία και πάλι το ιδιωτικό συμφέρον υπηρετείται. Για παράδειγμα, οι κρατικοποιήσεις των λεωφορείων, των Ελληνικών Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων, αφού είχε πλέον απαξιωθεί το τροχαίο υλικό και η υποδομή τους, στην εξυπηρέτηση του κεφαλαίου αποσκοπούσαν. Και μετά τις απαραίτητες επενδύσεις και τον εκσυγχρονισμό τους από το κράτος έγινε προσπάθεια να δοθούν τα λεωφορεία, το 1992, στο κεφάλαιο.
Την ίδια επίσης κατεύθυνση εξυπηρετεί η μεγαλύτερη επιδότηση του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης από την κρατική ΕΘΕΛ της Αθήνας.
Αλλά και η διεθνής εμπειρία αναδεικνύει, πολλές φορές, τον αρνητικό για τα λαϊκά στρώματα ρόλο της ιδιωτικοποίησης των συγκοινωνιών.
Ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν αναφερθεί οι επιπτώσεις που είχε στις δημόσιες συγκοινωνίες η ιδιωτικοποίησή τους, όπως στο Λονδίνο, όπου έχει δοθεί στον ιδιωτικό τομέα το σύνολο σχεδόν των λεωφορειακών γραμμών. Οπως αναφέρεται στο σχετικό δελτίο της ΕΕ «...δεν υπάρχει κεντρικός φορέας για το σχεδιασμό των υπηρεσιών... οι εγγυήσεις ποιότητας περιορίζονται στις ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας...» και σημειώνεται ότι «...οι διακινούμενοι επιβάτες μειώθηκαν σημαντικά (-27%) παρότι η χιλιομετρική απόσταση που διήνυσαν τα λεωφορεία αυξήθηκε ιδιαίτερα (+24%)... το πραγματικό κόμιστρο αυξήθηκε κατά 25%...».
Μας βρίσκει, από κάθε άποψη, αντίθετους η ιδιωτικοποίηση των συγκοινωνιών, αλλά και η ανάθεση διαχείρισής τους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΤΑ) με όποια μορφή, είτε μέσω διαδημοτικών σχημάτων ή μέσω κάθε Δήμου. Λόγω των κατευθύνσεων και του ρόλου που παίζει σήμερα η ΤΑ, αλλά και λόγω της διάσπασης, του ενιαίου της διαχείρισης που είναι απαραίτητη. Μια τέτοια λύση οδηγεί στο πέρασμα της δημόσιας περιουσίας στη λεγόμενη ιδιωτική «πρωτοβουλία» και την πρόσθετη επιβάρυνση των εργαζομένων, με διάφορες μορφές:
* Ιδιωτικοποίηση τμημάτων του συστήματος
* Εφαρμογή της ανταποδοτικότητας
* Επιδότηση από την ΤΑ, που σημαίνει μείωση των χρημάτων της, με άλλα λόγια, μεταφορά του κόστους στους εργαζομένους.
Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη στη σύγχρονη πόλη:
1. Η χρήση του ΙΧ να περιοριστεί στο ελάχιστο αναγκαίο γιατί:
-- Το ΙΧ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο καταλαμβάνει 20-40m2 οδοστρώματος ανά επιβάτη, ενώ το λεωφορείο 1,9m2, το τρόλεϊ 1,2mόσο και το τραμ.
-- Παράλληλα απαιτεί χώρο στάθμευσης που σήμερα είναι περίπου το 1/3 του χώρου κατοικίας, αλλά και άλλο χώρο στο τέρμα του προορισμού, έτσι που συνολικά καταλαμβάνει χώρο 30 φορές μεγαλύτερο από ένα μέσο μαζικής μεταφοράς ανά μεταφερόμενο επιβάτη.
-- Η κατανάλωση ενέργειας ανά μεταφερόμενο επιβάτη είναι 7-10 φορές περισσότερη από αυτή των μέσων μαζικής μεταφοράς.
-- Η παραγωγή καυσαερίων είναι αντίστοιχη και η ηχορύπανση.
-- Τέλος, θα πρέπει να αναφερθούμε σ' αυτό που αρκετοί επιστήμονες ονομάζουν «κοινωνική μόλυνση», τη συνύφανση δηλ. του χρήστη με το αυτοκίνητο που χρησιμοποιείται σαν μέσο δήθεν ανάδειξης της προσωπικότητάς του, ενώ στην πραγματικότητα τον απομονώνει και του δημιουργεί αίσθημα εγωκεντρισμού και επιθετικότητας, που είναι μέσα στα πλαίσια που προωθεί ο καπιταλισμός για τους ανθρώπους (ατομικότητα, αντιπαλότητα με όλους, αντί συνεργασία και συλλογικότητα), με προφανείς και τις πολιτικές επιπτώσεις.
Υπάρχουν μερικές χρήσεις όπου είναι απαραίτητο το ΙΧ, όπως σε ορισμένα επαγγέλματα (γιατροί, πλασιέ, τεχνίτες, διάφορες μικρομεταφορές στην πόλη κ.ά.) που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν από τα ΜΜΜ, όμως αν απορροφήσουν τα ΜΜΜ το μεγάλο όγκο σταθερής κίνησης των εργαζομένων σπίτι - εργασία - σπίτι (που αποτελούν και το 60% των καθημερινών κινήσεων στην πόλη), τότε το πρόβλημα ελαχιστοποιείται. Επίσης και ένα μέρος της θεωρούμενης απαραίτητης χρήσης του ΙΧ στην αναψυχή (βραδινή έξοδος ή ακόμη και εκδρομές) μπορεί επίσης να απορροφηθεί από τα ΜΜΜ, αρκεί αυτά να είναι ορθολογικά διαρθρωμένα.
2. Η αποφασιστική ενίσχυση, προνομιακή λειτουργία των ΜΜΜ.
Είναι μεγάλης σπουδαιότητας η σημασία των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και ιδιαίτερα των μέσων σταθερής τροχιάς (προαστιακός, μετρό και τραμ) που πρέπει να αποτελούν το βασικό δίκτυο, με το οποίο να συνεργάζονται τα άλλα μέσα (λεωφορεία και τρόλεϊ).
Αυτά τα μέσα μπορούν να αναπτύσσουν μεγάλη ταχύτητα, μεταφέρουν πολλαπλάσιους επιβάτες, δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον, έχουν μικρότερα ποσοστά ατυχημάτων, καταλαμβάνουν μικρότερο χώρο ανά επιβάτη. Περιορίζουν την κάλυψη του εδάφους.
Η επιλογή των κατάλληλων ΜΜΜ πρέπει να γίνεται με κύριο στόχο την εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών και με επιστημονικά κριτήρια, τα βασικότερα των οποίων είναι: Ο φόρτος κυκλοφορίας που καλείται να εξυπηρετήσει η συγκεκριμένη γραμμή ή δίκτυο, η μεταφορική ικανότητα του μέσου, το κατασκευαστικό και λειτουργικό κόστος του κάθε μεταφορικού μέσου.
Ετσι, δεν μπορεί κανείς να μιλάει αποκλειστικά υπέρ του μετρό, ούτε υπέρ του τραμ ή των τρόλεϊ, αλλά να επιλέγει για κάθε γραμμή το κατάλληλο μέσο και, φυσικά, όλα μαζί οφείλουν να συνεργάζονται στον κοινό στόχο, που είναι η συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση των λαϊκών μαζών.
Η σωστή και ολοκληρωμένη λειτουργία των ΜΜΜ θα περιορίσει τη χρήση του ΙΧ, με συνέπεια τον περιορισμό των εισαγωγών αυτοκινήτων, ελαστικών, ανταλλακτικών, καυσίμων.
Περιορίζεται το άγχος από το κυκλοφοριακό χάος.
Περιορίζονται δραστικά τα ατυχήματα, που έχουν σοβαρότατες κοινωνικές συνέπειες, καθώς και επιπτώσεις στο χώρο της υγείας, αλλά και της οικονομίας.
3. Να ληφθούν όλα τα μέτρα ώστε να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για μια σωστή συγκοινωνία, που είναι:
-- Πυκνότητα δρομολογίων στο χώρο. Πρέπει να καλύπτεται ο χώρος μιας πόλης, σε κεντρικά σημεία από στάσεις και σταθμούς με ακτίνα εξυπηρέτησης 300-400 μέτρα και σε περιφέρειες από 600-700 μέτρα, και να μπορεί να μεταφέρεται ο καθένας τουλάχιστον στις βασικές κινήσεις της πόλης με μία το πολύ μετεπιβίβαση.
-- Πυκνότητα δρομολογίων στο χρόνο. Τα δρομολόγια πρέπει να είναι πυκνά, ιδίως τις ώρες έναρξης και λήξης της εργασίας, αφού οι κύριες μετακινήσεις είναι κατοικία - εργασία - κατοικία. Να συνδυάζεται και με την κατανομή των δρομολογίων στο χώρο, ώστε οι κύριες κινήσεις να έχουν πυκνά δρομολόγια.
-- Ταχύτητα. Είναι βασικός παράγοντας για τη χρήση των ΜΜΜ. Σήμερα μόνο το μετρό και οι ηλεκτρικοί σιδηρόδρομοι μπορούν να ικανοποιήσουν αυτήν την ανάγκη. Απαιτείται η λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την ταχεία κυκλοφορία των λεωφορείων, τρόλεϊ και ιδίως του τραμ.
-- Ανεση. Οι μεταφορές πρέπει να παρέχουν στον εργαζόμενο άνεση σε αξιοπρεπή και σύγχρονα οχήματα. Τα πανάρχαια οχήματα, βρώμικα, με καυσαέρια, με ανώμαλη κίνηση και θόρυβο είναι προσβολή στην ίδια την αξιοπρέπεια του εργαζόμενου, που επιλέγοντας την «ατομική λύση» καταφεύγει στο ΙΧ, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την κυκλοφορία και τη ζωή στην πόλη.
-- Ασφάλεια. Η προστασία της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας θα όφειλε να ήταν το πρώτο μέλημα. Ομως συμβαίνει το αντίθετο. Οδικό δίκτυο χωρίς σωστές προδιαγραφές, κυκλοφορούντα οχήματα χωρίς (πρακτικά) τεχνικό έλεγχο, οδήγηση ανεξέλεγκτη και έξω από τους κανόνες και τους κανονισμούς κυκλοφορίας.
-- Αξιοπιστία δρομολογίων. Ενα μεταφορικό σύστημα πρέπει να λειτουργεί με αξιοπιστία για να είναι και εξυπηρετικό και κατά συνέπεια ελκυστικό στον εργαζόμενο. Αυτό είναι εφικτό με το μετρό και σε μεγάλο βαθμό με το τραμ, αντίθετα με το λεωφορείο και το τρόλεϊ που είναι απρόβλεπτη η διάρκεια των δρομολογίων τους. Η αξιοπιστία εξαρτάται και από τη διαχείριση της κυκλοφορίας. Οταν δεν έχουμε ικανό αριθμό οχημάτων ή δε γίνεται επαρκής συντήρηση ή δεν έχουμε οδηγούς, προφανώς δεν μπορούμε να μιλάμε για αξιοπιστία δρομολογίων. Επίσημα ο ΟΑΣΑ υπολογίζει ότι εκτελούνται μόνο ένα 50-70% των προγραμματισμένων δρομολογίων!
-- Ενιαίο κόμιστρο. Το συγκοινωνιακό σύστημα πρέπει να είναι ενιαίο, μια και αποτελείται από πολλές γραμμές και διαφορετικά μέσα μεταφορών. Είναι απαραίτητη η καθιέρωση και ενιαίου κομίστρου, με το οποίο μπορεί ο χρήστης να μετεπιβιβάζεται από τη μία γραμμή και μέσο, στο άλλο, για να φθάσει στον τελικό του προορισμό.
-- Φθηνό κόμιστρο. Ενα συγκοινωνιακό σύστημα, πρέπει να έχει φθηνό κόμιστρο. Αυτό σημαίνει ότι, κατ' αρχήν, πρέπει να είναι σε χαμηλά επίπεδα, και στη συνέχεια να υπάρχουν πολλές και ειδικές κατηγορίες μειωμένου κομίστρου
Για την ικανοποίηση των παραπάνω απαιτείται:
  • Ενιαίος Δημόσιος Φορέας Αστικών Συγκοινωνιών κατά περιοχή, με την ενοποίηση των υπαρχόντων φορέων και την ένταξη σ' αυτόν όλων των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς.
Αυτό θα εξυπηρετήσει:
    * Τη χάραξη ενιαίας συγκοινωνιακής πολιτικής κατά πολεοδομική ενότητα ή πολεοδομικό συγκρότημα.
* Το συνολικό σχεδιασμό του δικτύου με την επιλογή των κατάλληλων μέσων, το συντονισμό μεταξύ τους με την αξιοποίηση και των νέων τεχνολογιών, αλλά και με τα άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς (σιδηρόδρομος, πλοία κλπ.).
* Την ενιαία διαχείριση της κυκλοφορίας, της μετεπιβίβασης και της ολοκληρωμένης πληροφόρησης προς τους χρήστες, ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η χρήση του ΙΧ και οι χώροι στάθμευσής του.
* Τη συνεχή παρακολούθηση των κυκλοφοριακών συνθηκών σε κάθε περιοχή, τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων και τη λήψη των απαραίτητων μέτρων.
Με τα παραπάνω επιτυγχάνεται η μεγαλύτερη δυνατή αξιοποίηση των μέσων μαζικής μεταφοράς, καλύτερη εξυπηρέτηση των εργαζομένων.
Με την ενιαία οικονομική διαχείριση εξασφαλίζεται ακόμη, η μείωση του κόστους, καταργείται η πολυδιάσπαση των συγκοινωνιών, η διαφορετική αντιμετώπιση και μάλιστα με βάση το κέρδος, αλλά και η διαφορετική αντιμετώπιση και διάσπαση των εργαζομένων στον κλάδο των συγκοινωνιών.
Μπορεί να ικανοποιηθεί οργανωμένα η αντικατάσταση των μέσων, η συντήρησή τους χωρίς αυτή να προκαλεί προβλήματα στην ικανοποίηση των αναγκών των χρηστών.
Μέσα από την αξιοποίηση αυτή των ΜΜΜ μπορεί να εφαρμοστεί ενιαίο φτηνό κόμιστρο, αλλά και η δωρεάν χρήση τους, ορισμένες ώρες (5-8 π.μ.) από τους εργαζομένους, όπως και να εκδοθούν ειδικές κατηγορίες εισιτηρίων που αναφέρονται σε διαδρομές ή ειδικές ομάδες πληθυσμού, π.χ. μαθητικό, φοιτητικό και άλλων στρωμάτων με χαμηλές οικονομικές δυνατότητες. Να υπάρχουν χρονικές κατηγορίες εισιτηρίων (μηνιαία κάρτα, εβδομαδιαία, κάρτα για τις εργάσιμες μέρες, κάρτα για συγκεκριμένη διαδρομή κλπ.).
Τελικά, η πιο πάνω επιδότηση του εισιτηρίου προσφέρει πολλαπλάσια έσοδα στην οικονομία, στο περιβάλλον, στην ποιότητα ζωής των εργαζομένων στην παραγωγή.
Είναι ανάγκη να επισημάνουμε ότι μια τέτοιου είδους συγκοινωνιακή πολιτική προϋποθέτει και απαιτεί να είναι ελεύθερος και δημόσιος ο χώρος όπου αυτή υλοποιείται και να μην ανατίθεται η διαχείρισή του σε ιδιώτες.
Μας βρίσκει αντίθετους η ανάθεση και διαχείριση έργων με την κοινά πια αναγνωρισμένη ληστρική, υπέρ του κεφαλαίου, λεγόμενη μέθοδο της «αυτοχρηματοδότησης» ή «συγχρηματοδότησης», όχι μόνο γιατί αυτό που κατοχυρώνει είναι τα κέρδη του κεφαλαίου, αλλά και γιατί ιδιωτικοποιεί το δημόσιο χώρο, περιορίζει δραστικά και μακροπρόθεσμα την ενιαία, προς όφελος των εργαζομένων, παραπέρα εξέλιξη των συγκοινωνιών.
Παράλληλα όμως με όλα τα παραπάνω, είναι απαραίτητη και η λήψη βασικών μέτρων σε καίριους τομείς:
Α. Καμιά νέα χωροταξική, πολεοδομική παρέμβαση, όπως επεκτάσεις πόλεων, εντάξεις αυθαίρετων, καθορισμός νέων χρήσεων γης, δεν πρέπει να γίνεται χωρίς την απαραίτητη κυκλοφοριακή μελέτη, που θα καθορίζει τα απαιτούμενα μέτρα επικαιροποίησης των ρυθμιστικών σχεδίων των πόλεων.
Β. Εξασφάλιση των δικαιωμάτων και αναγκών των πεζών και ιδιαίτερα των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΑμΕΑ). Προτείνουμε την ανάπτυξη εκτεταμένου δικτύου πεζοδρόμων με κριτήριο την απρόσκοπτη κυκλοφορία των πεζών και όχι τα κέρδη από τη χρήση τους, μέσω της αλόγιστης κατάληψής τους.
Προτείνουμε μέτρα ενθάρρυνσης ασφαλούς κυκλοφορίας και στάθμευσης των δικύκλων και ιδιαίτερα των ποδηλάτων, με την καθιέρωση και προοδευτική επέκταση ειδικών ασφαλών διαδρομών. Την απελευθέρωση των πεζοδρομίων για άνετη κίνηση πεζών και ατόμων με ειδικές ανάγκες.
4. Ο δημόσιος χώρος για μας ούτε πουλιέται, ούτε νοικιάζεται.
Χρησιμοποιείται ελεύθερα απ' όλους χωρίς πληρωμή.
Οπου υπάρχει πρόβλημα στάθμευσης:
-- Καθορίζονται οι χώροι όπου επιτρέπεται η στάθμευση. Οπου επιτρέπεται, αυτή γίνεται για συγκεκριμένη χρονικό διάστημα π.χ. 2 ώρες. Για την παράβαση επιβάλλονται οικονομικές και διοικητικές ποινές. Παράλληλα θα πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα και να γίνουν έργα για την ικανοποίηση ειδικών κατηγοριών οχημάτων άμεσης επέμβασης (ασθενοφόρα, πυροσβεστική) αλλά και των ταξί, των δικύκλων και εκείνων των επαγγελμάτων που δεν έχουν καθορισμένες και σταθερές διαδρομές (τεχνίτες επισκευών, οχήματα ειδικών αναγκών).
Είμαστε αντίθετοι με την κατασκευή χώρων στάθμευσης στο κέντρο των πόλεων.
Με τέτοια πρακτική δείχνει το αδιέξοδο της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Από τη μια διευκολύνεται η είσοδος αυτοκινήτων στο κέντρο της πόλης και από την άλλη υποστηρίζεται δήθεν η ανάγκη αποτροπής που συχνά φτάνει στην εξαγγελία εφαρμογής διαπυλίων τελών.
Η ανάγκη για χώρους στάθμευσης σε σταθμούς ορισμένων μέσων μεταφοράς (όπως μετρό) μπορεί και πρέπει να αντικατασταθεί από πυκνά και συχνά δρομολόγια που μπορούν να εξασφαλιστούν με τη λήψη και εφαρμογή μέτρων που αναφέραμε προηγουμένως.
Θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα ως τώρα έσοδα του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (ΕΤΕΡΠΣ) για κατασκευή χώρων στάθμευσης μόνο για τους κατοίκους των οικείων περιοχών.
5. Λήψη πρόσθετων ειδικών ρυθμίσεων:
  • Είναι απαραίτητο να υπάρξουν οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις αλλά και ενιαίο σύστημα σήμανσης που θα ικανοποιεί την προνομιακή λειτουργία των μέσων μαζικής μεταφοράς, άλλως αυτά απαξιώνονται, όπως επιχειρείται με το τραμ (μη εφαρμογή του πράσινου κύματος).
  • Ελεγχος της ποιότητας των κατασκευών συστηματική συντήρηση οδών και βελτίωση της οδικής ασφάλειας, με βελτίωση ή αποφυγή των επικίνδυνων σημείων, με φωτισμό, με απομάκρυνση των διαφημιστικών πινακίδων, με υιοθέτηση ενιαίων προδιαγραφών για τα οδικά έργα και έλεγχο της εφαρμογής τους.
  • Εφαρμογή συστήματος κυκλοφοριακής αγωγής από τα πρώτα βήματα των παιδιών. Εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων για την έκδοση αδειών οδήγησης.
  • Επαναφορά στην Τροχαία του καθοριστικού της ρόλου στη σήμανση (σε συνεργασία με το ΥΠΕΧΩΔΕ) αλλά και ανάπτυξη του ρόλου της στην πρόληψη των ατυχημάτων με συνεχείς και ουσιαστικούς ελέγχους. Εφαρμογή του αθροιστικού συστήματος (point system), αλλά όχι σε εισπρακτική κατεύθυνση, όπως συνηθίζουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις.
  • Αντιπαλότητα στην πρακτική που θέλει το αυτοκίνητο στοιχείο της προσωπικότητας του χρήστη. Λήψη μέτρων για τηνκυκλοφοριακή συμπεριφορά των οδηγών, μακριά όμως από χαφιεδίστικους μηχανισμούς παρακολούθησης και αυταρχικές πρακτικές.
  • Λήψη ειδικών μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως για τον έλεγχο των καυσίμων, την εφαρμογή ηλεκτροκίνησης ορισμένων οχημάτων (π.χ. τροφοδοσίας, ειδών καθημερινής κατανάλωσης), τη μείωση της ηχορύπανσης, την ανάπτυξη ευρέως δημοσίου συστήματος Κέντρων Τεχνολογικού Ελέγχου, τη διαχείριση των παλιών οχημάτων στο τέλος του κύκλου ζωής τους, των απενεργοποιημένων καταλυτών, των άχρηστων ελαστικών, των χρησιμοποιημένων λαδιών κλπ.
Για όλα τα παραπάνω έχουν εκπονηθεί κατά καιρούς σημαντικές επιστημονικές μελέτες, που μπορούν να αξιοποιηθούν στη λήψη και εφαρμογή των επιβαλλομένων μέτρων.
Οσο όμως συνεχίζεται η ίδια πολιτική της πριμοδότησης του ΙΧ, που ωφελεί την κερδοσκοπία των εμπόρων αυτοκινήτων, καυσίμων, ανταλλακτικών, ελαστικών, τα φαινόμενα θα αναπαράγονται και θα οξύνονται.
Η ποιότητα ζωής των εργαζομένων θα επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο και από το συγκοινωνιακό.
Απαιτείται η εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει το γεγονός, ότι η ενεργοποίηση, η δράση των εργαζομένων σε κάθε περιοχή αλλά και συνολικά, σ' αυτή την κατεύθυνση, που θα βάζει σε πρώτη προτεραιότητα την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, αποτελεί προϋπόθεση για την υιοθέτηση και την εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ