14 Φεβ 2012

ΔΙΔΑΣΚΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ Η επαναστατική πείρα και η σημασία της



ΔΙΔΑΣΚΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η επαναστατική πείρα και η σημασία της
Συζήτηση του σ. Χ. Φλωράκη, Α΄ Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ και του σ. Χ. Βιέιρα, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚ Κολομβίας, «Για τη σημασία και τη χρησιμοποίηση της επαναστατικής πείρας». Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Προβλήματα της Ειρήνης και του Σοσιαλισμού» το Γενάρη του 1978. Ο «Ριζοσπάστης» της 11/1/78 είχε αναδημοσιεύσει τη συζήτηση απ' όπου και την αναδημοσιεύουμε σήμερα
Μαχητές του FARC
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Η επικαιρότητα της αναφοράς στο θέμα της χρησιμοποίησης της επαναστατικής πείρας, κατά τη γνώμη μου, είναι έκδηλη. Είναι γνωστό ότι οι νέες συνθήκες, τα νέα φαινόμενα της κοινωνικής ζωής, μπροστά στα οποία βρισκόμαστε, δημιουργούν την ανάγκη της δημιουργικής αντιμετώπισης, της ανάλυσης και της εκτίμησής τους ότι οι πολιτικές μας αποφάσεις πρέπει να είναι επιστημονικά θεμελιωμένες. Το προτσές της αφομοίωσης και της γνώσης του νέου και της επεξεργασίας της αντίστοιχης πολιτικής συνοδεύεται από τη φυσική αναφορά στο «παλιό», στα διδάγματα της ιστορίας. Σε σύνδεση μ' αυτό προωθείται νομοτελειακά στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της εφαρμοστικότητας ή του βαθμού της εφαρμοστικότητας εκείνης της πείρας, η οποία συσσωρεύτηκε από το επαναστατικό κίνημα στο παρελθόν.
Ορισμένες φορές το πρόβλημα τίθεται και πιο πλατιά: διδάσκει η ιστορία; Αυτό το πρόβλημα τίθεται όχι μόνο από τους επιστήμονες, αλλά και από τους πολιτικούς, οι οποίοι ταυτόχρονα καθόλου δεν καθοδηγούνται από ίδιους σκοπούς. Ή, απλά, μπορούμε να πούμε το εξής: ορισμένοι θέλουν να ξεκαθαρίσουν την αλήθεια ενώ άλλοι θέλουν να τη συσκοτίσουν. Γι' αυτό οι κομμουνιστές, όπως νομίζω, έχει σημασία να διαμορφώνουν τη στάση τους απέναντι σ' αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με τις σύγχρονες συνθήκες και με συμπεράσματα για την επαναστατική πράξη.
Κάτοικοι της ιστορικής πόλης της Καρθαγένης διαδηλώνουν κατά της επίσκεψης του Μπους το 2004
Associated Press
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Φυσικά, κατ' αρχήν το ζήτημα της σχέσης της ιστορίας και της σύγχρονης εποχής, της δυνατότητας πάνω στη βάση του παρελθόντος της αποκάλυψης των νομοτελειών της κοινωνικής εξέλιξης, να κρίνουμε για το παρόν και να παίρνουμε αποφάσεις, που επιδρούν στο μέλλον, δεν προέκυψε σήμερα. Αυτό το ζήτημα το έθεταν με το δικό τους τρόπο οι στοχαστές των διάφορων εποχών. Αλλά χρειάστηκε η μεγαλοφυία του Κ. Μαρξ για να τεθεί πραγματικά επιστημονικό θεμέλιο στη μελέτη του, να μετατραπεί η λύση του σε πραγματική δημιουργική δύναμη. Το πιο πειστικό και αναμφισβήτητο παράδειγμα γι' αυτό είναι η αιτιολόγηση του αναπόφευκτου της γέννησης του νέου κοινωνικού καθεστώτος - του σοσιαλισμού, που στηρίζεται στην επισταμένη μελέτη από τον Κ. Μαρξ της ιστορίας και της σύγχρονής του καπιταλιστικής πραγματικότητας των τάσεων της εξέλιξής της.
Ωστόσο, στην κάθε εποχή στη συγκεκριμένη ιστορική κατάσταση διαμορφώνονται τέτοιες ιδιαίτερες συνθήκες, οι οποίες ορισμένες φορές απορρίπτουν, θα έλεγε κανείς, την ίδια τη σκέψη για τη δυνατότητα της χρησιμοποίησης της παλιάς πείρας. Είναι γνωστό ότι υπάρχει η γνώμη ότι δήθεν στο σύνθετο, δυναμικά αναπτυσσόμενο κόσμο, ή όπως εκφράζονταν ο Χέγκελ, στην ανακατωσούρα των παγκόσμιων γεγονότων, «δεν βοηθάει η γενική αρχή», «η ανάμνηση παρόμοιων περιστατικών» (1) ότι το παρελθόν δεν έχει δύναμη σε σύγκριση με τη ζωτική αναγκαιότητα του παρόντος. Παρ' όλο το συζητήσιμο αυτής της σκέψης, μπορούμε, όπως λέγεται, να δούμε σ' αυτήν και μια δόση αλήθειας. Κατά τη γνώμη μου, η κατανόηση της αντικειμενικής διαλεκτικής αυτής της κατάστασης οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι αυτή υπαγορεύει κάθε άλλο παρά την απόρριψη των ουσιαστικών τρόπων των μέσων γνώσης (στα οποία συγκαταλέγονται και οι νόμοι της κοινωνικής εξέλιξης, που ανακαλύφθηκαν), αλλά προϋποθέτει τη βαθιά ανάλυση της ίδιας της κατάστασης στη σύνθεσή της με το παρελθόν.
Μαχητές του ΔΣΕ με τον οπλισμό τους
Μιλώντας για τη μεγαλειώδη ικανότητα του Κ. Μαρξ να αναλύει τα γεγονότα της σύγχρονης εποχής, ο Φ. Ενγκελς υπογράμμιζε παλιότερα ότι η τέτια ικανότητα στηρίζονταν σε δύο προϋποθέσεις: πρώτο, στη θαυμάσια γνώση από μέρους του της ιστορίας («Γι' αυτό τα γεγονότα», - τόνιζε ο Φ. Ενγκελς - ποτέ δεν τον αιφνιδίαζαν») (2) και, δεύτερο, στη σωστή θεωρητική κατανόηση της πραγματικότητας. Ασφαλώς, σ' αυτό βρίσκεται το κλειδί για την κατανόηση του ζητήματος, το οποίο εξετάζουμε.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Τα δικά μας συμπεράσματα για τη σημασία της επαναστατικής πείρας επίσης, αν θέλετε, στηρίζονται στην ίδια μας την πείρα. Θα αναφέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα:
Ο ιμπεριαλισμός και η ελληνική χρηματιστική ολιγαρχία ανέκοψαν τρεις φορές στη μεταπολεμική περίοδο την ανάπτυξη του δημοκρατικού προτσές στη χώρα μας, και σ' αυτό, δυστυχώς συντέλεσαν ορισμένα σοβαρά λάθη, που έκανε η καθοδήγηση του λαϊκού κινήματος. Στην αρχή, το 1944, έγινε επέμβαση των Αγγλων ιμπεριαλιστών, σε συνέχεια επέμβαση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, που άρχισε το 1947 με τη διακήρυξη του δόγματος Τρούμαν και την πραγματοποίηση του σχεδίου Μάρσαλ. Αυτή η επέμβαση, που στηρίζονταν στη συνδρομή, που είχε από την εσωτερική ελληνική αντίδραση, καθώς και ο εμφύλιος πόλεμος, που επέβαλαν στον ελληνικό λαό οι ιμπεριαλιστές, είχαν σαν αποτέλεσμα την ήττα του λαϊκού κινήματος της Ελλάδας, την εγκαθίδρυση της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής κυριαρχίας των ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα. Στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας βγήκαν οι πιο σκοτεινές δυνάμεις. Αλλά πώς έγινε δυνατό αυτό;
Από την πρόσφατη γενική απεργία στην Κολομβία. Διαδηλωτές κάνουν πορεία στους δρόμους της Μπογκοτά
Κατά τα τέλη του 1944, όταν η συντριβή του γερμανικού φασισμού από τις δυνάμεις των συμμάχων, και κατά πρώτο λόγο από το σοβιετικό στρατό, είχε προκριθεί, η Ελλάδα είχε πλήρως εκκαθαριστεί από τα γερμανοφασιστικά στρατεύματα. Ανδρεία, ηρωική πάλη ενάντια στο φασισμό διεξήγαγαν ο Ελληνικός Λαϊκο - Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) και το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) - μαζική οργάνωση του κινήματος. Αντίσταση στη χώρα που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του ΚΚΕ το 1941. Το ΕΑΜ είχε εκείνη την εποχή, δηλαδή το 1944, περίπου 1,5 εκατομμύριο μέλη, ανάμεσα στα οποία υπήρχαν 400 χιλιάδες κομμουνιστές. Ο βασιλιάς και η κυβέρνηση βρίσκονταν στο εξωτερικό είχαν φύγει στην Αίγυπτο ακόμα στις αρχές του πολέμου. Στη χώρα ουσιαστικά κυβερνούσε ο λαός. Οι βάσεις της λαϊκοδημοκρατικής εξουσίας - τα λαϊκά συμβούλια τα όργανα της λαϊκής πολιτοφυλακής, τα αιρετά δικαστήρια - είχαν δημιουργηθεί ακόμα το φθινόπωρο του 1943. Αλλά τι έγινε παραπέρα; Παραπέρα έγινε αυτό για το οποίο μιλήσαμε ήδη: οι Ελληνες κομμουνιστές και το λαϊκό κίνημα υπέστησαν ήττα. Θα ήθελα να υπογραμμίσω, ότι αυτή η ήττα δεν ήταν αναπόφευκτη, αν και η τότε κατάσταση στη χώρα ήταν δύσκολη. Υπήρχε η δυνατότητα διαφορετικής νικηφόρας έκβασης των γεγονότων, αν δεν διαπράττονταν μια σειρά σοβαρά λάθη.
Το ΕΑΜ, έχοντας με το μέρος του τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού και καλά εξοπλισμένο στρατό που έλεγχε τα τρία τέταρτα του εδάφους της χώρας, στη διάρκεια των συνομιλιών με τα αστικά κόμματα και την εμιγκρέδικη κυβέρνηση για το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας συμφώνησε να πάρει μόνο τα 25% των δευτερευόντων υπουργικών χαρτοφυλακίων. Δόσαμε στους αστικούς παράγοντες τις θέσεις του πρωθυπουργού, των υπουργών άμυνας, εσωτερικών, εξωτερικών κ.λπ. - όλα τα κλειδιά της εξουσίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Δεχτήκαμε - και αυτό είναι το κυριότερο ως προς τις συνέπειές του - την απόβαση στην Ελλάδα αγγλικών στρατευμάτων, θεωρώντας τα σύμμαχα. Αυτά δήθεν έπρεπε να βοηθήσουν στην απελευθέρωση της Ελλάδας. Και αυτό, τη στιγμή που η Ελλάδα είχε ήδη ουσιαστικά απελευθερωθεί από τις εθνικοαπελευθερωτικές δυνάμεις.
Από τι πήγαζαν αυτά τα λάθη;
Πρώτο, από τη λαθεμένη κατανόηση του ζητήματος για την ενότητα και τη συνεργασία με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις για τις πολιτικές συμμαχίες, αν και θα έλεγε κανείς, η πείρα του επαναστατικού κινήματος έπειθε: οι συμμαχίες δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσον επίτευξης καθορισμένου σκοπού. Συμμαχία στο όνομα τίνος πράγματος; - να, το κύριο ζήτημα. Η συμμαχία με τα αστικά κόμματα έπρεπε να οικοδομείται πάνω στη βάση ξεκάθαρου μελετημένου προγράμματος. Αυτή έπρεπε ταυτόχρονα να αντικατοπτρίζει τον πραγματικό συσχετισμό των δυνάμεων, ο οποίος διαμορφώνονταν προς όφελός μας.
Δεύτερο, η καθοδήγηση του ΕΑΜ δεν έβγαλε συμπεράσματα από τη μαρξιστικο-λενινιστική ανάλυση της ουσίας του ιμπεριαλισμού, δεν πήρε υπόψη την ιστορική πείρα και εκτίμησε λαθεμένα την πολιτική της Αγγλίας στο ελληνικό ζήτημα. Οι ηγέτες του ΕΑΜ λαθεμένα ξεκινούσαν στις αποφάσεις τους από το ότι το ίδιο το γεγονός της συμμετοχής της Μεγάλης Βρετανίας στον αντιχιτλερικό συνασπισμό προκαθόριζε δήθεν την ετοιμότητα του Λονδίνου να συμβάλει στον εκδημοκρατισμό της κρατικής και της κοινωνικής ζωής της Ελλάδας, γιατί οι Αγγλοι ήταν μέλη του αντιφασιστικού συμμαχικού συνασπισμού σύμμαχοι της ΕΣΣΔ, αγωνιζόνταν μαζί μ' αυτήν ενάντια στο φασισμό. Αυτό ήταν θεμελιακά νέο φαινόμενο, τόσο νέο, που η παλιά αντίληψη για την ιμπεριαλιστική ουσία της πολιτικής της βρετανικής κυβέρνησης απλούστατα ωχρίασε μπροστά σ' αυτό το φαινόμενο. Στην κατανόηση αυτού του ζητήματος μπερδεύτηκαν οι αναλογίες ανάμεσα στο κύριο και το παροδικό, το προσωρινό, σε εκείνο που καθορίστηκε μόνο από τις συγκεκριμένες συνθήκες της αντιχιτλερικής πάλης.
Οπως έδειξαν τα κατοπινά γεγονότα, η τέτια συμφωνία προξένησε ανεπανόρθωτη ζημιά στο δημοκρατικό κίνημα στη χώρα μας. Στην ουσία έτσι εμείς οι ίδιοι εκείνη τη στιγμή όχι μόνο βοηθήσαμε στην επιστροφή της αστικής τάξης στην εξουσία, αλλά και συντελέσαμε στο χάσιμο της κατακτημένης από το λαό μας εθνικής ανεξαρτησίας. Οι ολέθριες συνέπειες της συμφωνίας που έγινε δεν άργησαν να εκδηλωθούν. Ηδη το Σεπτέμβρη του 1944, γενικός διοικητής όλων των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, μαζί και του ΕΛΑΣ, διορίστηκε ο Αγγλος στρατηγός Σκόμπυ. Και περίπου, ύστερα από μια βδομάδα, αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα αγγλικά στρατεύματα. Η εσωτερική αντίδραση, στηριγμένη στις αγγλικές λόγχες, άρχισε μαζική τρομοκρατία, που μετεξελίχθηκε σε συνέχεια σε εμφύλιο πόλεμο.
Οι δυνάμεις του ΕΑΜ ήταν τεράστιες. Μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε - κι αυτό κατοπινά το υπογράμμιζε το Κόμμα στις αποφάσεις του, - ότι μέσα στις τέτιες συνθήκες υπήρχε η δυνατότητα να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα των λαϊκών μαζών. Και όχι μόνο λόγω της έκδηλης υπεροχής δυνάμεων αλλά και λόγω του ότι η ξεκάθαρα εκφρασμένη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού στις συνθήκες της διεθνούς κατάστασης εκείνης της εποχής θα έκανε αδύνατη την παραπέρα επέμβαση των αγγλικών στρατευμάτων - της μοναδικής πραγματικής δύναμης, που αντιπαρατάσσονταν στο Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό. Αλλά δεν έγινε ούτε αυτό.
Το ζήτημα βρίσκεται στο ότι αυτή την περίοδο, όταν μπροστά στον αριστερό συνασπισμό μπροστά στο ΕΑΜ και το Κομμουνιστικό Κόμμα ορθώθηκε μ' όλη την οξύτητα το ζήτημα της εκλογής των μορφών πάλης ενάντια στην επίθεση της εσωτερικής και της εξωτερικής αντίδρασης, όπως ήδη είπα δεν καταλάβαμε πλήρως το αντιδραστικό νόημα των σχεδίων των Αγγλων ιμπεριαλιστών και δεν αναδιοργανώσαμε αμέσως όλη τη δουλιά του κόμματος στη μορφή πάλης, που το Κόμμα τότε επέλεξε. Στην εποχή του ο Β. Ι. Λένιν τόνιζε ότι σε τέτια κατάσταση χρειάζεται είτε να αναγνωρίσεις, ότι «ούτε λόγος μπορεί να γίνει για πραγματική επανάσταση» (3) και τότε πρέπει ορθά - κοφτά να το δηλώσεις αυτό, για να μην παραπλανάς ούτε τον εαυτό σου, ούτε το λαό, είτε να αναγνωρίσεις, ότι «μπορεί και πρέπει να γίνει λόγος» για επανάσταση και τότε πρέπει να δεκαπλασιάσεις τις προσπάθειες του κόμματος για την οργάνωση της ένοπλης πάλης. Ή όπως έλεγε πάλι ο Λένιν: «Τότε πρέπει να θεωρούμε πως ο εμφύλιος πόλεμος έχει κηρυχτεί και συνεχίζεται, οπότε όλη η δράση του κόμματος πρέπει να υποταχτεί στην αρχή: "μια και έχουμε πόλεμο, όλα πρέπει να γίνονται όπως στον πόλεμο"». Οπως είναι γνωστό, ακριβώς έτσι δρούσαν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία και νίκησαν. Εμείς, όμως, χάνοντας καιρό, δόσαμε τη δυνατότητα στην αντίδραση να ανασυγκροτήσει τις γραμμές της, να αλλάξει το συσχετισμό των δυνάμεων προς όφελός της, σε τελευταία ανάλυση να οργανώσει τη φυσική εξόντωση των μελών του Κόμματός μας και των οπαδών του.
Αν το Κόμμα μας παλιότερα έπαιρνε πραγματικά υπόψη την πείρα των περασμένων επαναστάσεων, τότε θα έβγαζε το συμπέρασμα για το αναπόφευκτο της απεγνωσμένης αντίστασης της αντίδρασης και για την υποστήριξή της από το διεθνή ιμπεριαλισμό. το Κόμμα θα μπορούσε να πάρει πιο ώριμη απόφαση τη στιγμή της δοκιμασίας, αν, λόγου χάρη έστρεφε την προσοχή στο πώς υπεράσπιζε ο λαός της Ρωσίας στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου τις κατακτήσεις της επανάστασής του, ανάμεσα στ' άλλα και ενάντια στις επιβουλές των Αγγλων επεμβασιών, θα έπαιρνε σωστή απόφαση και σχετικά με τις πολιτικές συμμαχίες.
Μιλώντας για τα σοβαρότερα συμπεράσματα, που έχουμε βγάλει τώρα από την ίδια μας την πείρα, πρέπει ιδιαίτερα να υπογραμμίσω τον κίνδυνο του οπορτουνισμού στο ζήτημα της οικοδόμησης του μαρξιστικο-λενινιστικού κόμματος. Στα 1958 υπερίσχυσε στην καθοδήγηση του Κόμματός μας η οπορτουνιστική αντίληψη και αποφασίστηκε να μην τεθεί καθόλου ζήτημα για την ανάπτυξη των γραμμών του Κόμματος, για τη δημιουργία και το δυνάμωμα δικτύου κομματικών οργανώσεων και επιτροπών. Οι οργανώσεις του ΚΚΕ μέσα στη χώρα διαλύθηκαν, και στους κομμουνιστές πρότειναν να μπουν στο συνασπισμό των αριστερών οργανώσεων (ΕΔΑ). Προϋπετίθετο, ότι αυτοί εκεί θα ασκούν στην ΕΔΑ επίδραση θα την προσελκύουν στην πολιτική πλατφόρμα της εργατικής τάξης. Στην πραγματικότητα αυτή η πολιτική προξένησε τεράστια ζημιά στο Κόμμα. Οδήγησε σ' αυτό, που μπορούμε να ονομάσουμε ουσιαστική αυτοδιάλυση του ΚΚΕ. Αυτή η πολιτική προξένησε ζημιά και στην ΕΔΑ, η οποία παλιότερα έκανε πολλά καλά πράγματα και μπορούσε να κάνει ακόμα περισσότερα. Το ζήτημα βρίσκεται στο ότι ύστερα από τη διάλυση των οργανώσεων του ΚΚΕ οι κομμουνιστές έχασαν τη δυνατότητα να επιδρούν στοχοπροσηλωμένα στην ΕΔΑ, στηριζόμενοι στην πείρα, στη δύναμη και στο κύρος του Κόμματός τους. Αυτό υπονόμευσε επίσης γερά τις δυνατότητες αντίστασης στην αντίδραση.
Αφού πέρασε αυτές τις δυσκολίες, το Κόμμα πήρε μέτρα για το δυνάμωμα των οργανώσεών του.
Το συμπέρασμα για την ανάγκη να διδασκόμαστε από την ιστορία, το βγάλαμε βασανιστικά οι ίδιοι. Και μια που ήδη θυμηθήκατε τον Χέγκελ, ας μου επιτραπεί και μένα να υπενθυμίσω τη συνδεμένη με αυτόν γνώμη του Φ. Ενγκελς. Ο Φ. Ενγκελς, έγραφε ότι η ιστορία για μας τους κομμουνιστές, είναι το παν, αυτήν την εκτιμούμε πιο πολύ απ' ό,τι οποιαδήποτε άλλη φιλοσοφική διδασκαλία, «πιο πολύ ακόμα απ' ό,τι ο Χέγκελ», στον οποίο αυτή χρειαζόταν στο κάτω - κάτω «μόνο για την επαλήθευση του λογικού του κατασκευάσματος» (4).
Πώς να διδασκόμαστε από την Ιστορια;
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Αναμφίβολα η ιστορία διδάσκει να παίρνουμε υπόψη τα διδάγματά της να τα εκτιμούμε. Αλλά έπειτα από την αναγνώριση αυτού του γεγονότος προκύπτει ένα άλλο ζήτημα, πώς να διδασκόμαστε από την ιστορία: Θα συμφωνείτε ότι αυτό είναι εξαιρετικά πολύπλοκο ζήτημα.
Η μαρξιστική φιλοσοφία καθόλου δεν σκιαγραφεί ένα μεταφυσικό, μονοκόμματο σχήμα της ιστορικής εξέλιξης. Οι κομμουνιστές βλέπουν καλά την ποικιλομορφία της, όπως και όλη την πολυπλοκότητα της γνώσης της, όλες τις δυσκολίες, που κυρίως αρχίζουν ακριβώς όταν καταπιάνονται με την εξέταση του συγκεκριμένου υλικού, - ανεξάρτητα αν αυτό αναφέρεται στην περασμένη ή στη σύγχρονη εποχή, - όταν καταπιάνονται με την επιστημονική ανάλυσή του.
Θα αναφερθώ με τη σειρά μου σε ένα τέτοιο παράδειγμα: Στην Κολομβία και σε άλλες καπιταλιστικές χώρες, όπως ξέρετε τα τελευταία χρόνια, εμφανίστηκαν πολυάριθμες ομάδες υπερεπαναστατικής νεολαίας. Αυτές οι ομάδες τάσσονται υπέρ της τρομοκρατίας, υπέρ της δράσης των «μεμονωμένων ηρώων» και υποτιμούν τη δράση των λαϊκών μαζών. Βλέπουμε ότι αυτές διαπράττουν τα ίδια λάθη που διέπρατταν ακόμα τον ΧΙΧ αιώνα τα μέλη της ρωσικής επαναστατικής οργάνωσης «Ναρόντναγια βόλια», και καταλαβαίνουμε, ότι αυτό είναι ξεπερασμένο στάδιο της πάλης, ότι οι επαναστάσεις δεν γίνονται στα κρυφά. Αλλά αυτές οι ομάδες, χωρίς να έχουν διδαχτεί τίποτε από την παλαιά πείρα, αναφερόμενες, όμως, πάλι στην ιστορία κριτικάρουν τα λάθη που έκανε το Κόμμα μας και το κατηγορούν ότι στη διάρκεια της ύπαρξής του «δεν πραγματοποίησε την επανάσταση». Ταυτόχρονα αγνοούν ολότελα το ότι για τη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση χρειάζονται όχι μόνο ο υποκειμενικός παράγοντας, αλλά και οι κατάλληλες αντικειμενικές συνθήκες.
Η αναγνώριση της αντικειμενικής αλληλοσύνδεσης του παρελθόντος και του παρόντος, του γεγονότος, ότι η ιστορική πείρα είναι συστατικό μέρος της σύγχρονης κοινωνικής πράξης, ακόμα δεν εγγυάται την επιτυχία. Νομίζω ακόμα ότι οι επαναστάτες πιο συχνά παρουσίαζαν το κενό όχι της άρνησης της ιστορικής πείρας ή της δυσπιστίας απέναντί της, αλλά της ανικανότητας να τη χρησιμοποιήσουν.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Εδώ, προφανώς, προβάλλει το ζήτημα της μεθοδολογίας της χρησιμοποίησης της πείρας...
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Προφανώς ναι. Φυσικά, πολλά προβλήματα συνδεδεμένα μ' αυτό, έχουν μελετηθεί αρκετά καλά. Θα υπενθυμίσω, λόγου χάρη, ότι οι μαρξιστές ερεύνησαν βαθιά το ζήτημα της διαλεκτικής των γενικών νομοτελειών της επανάστασης και της ειδικής τους εκδήλωσης στις διάφορες χώρες, το ζήτημα του γενικού και του ιδιαίτερου στην πολιτική. Και πολλά έχουν ήδη περάσει από έλεγχο στην πράξη. Ιδιαίτερα στο προτσές της χρησιμοποίησης της πείρας των μπολσεβίκων της Ρωσίας στις κατοπινές σοσιαλιστικές επαναστάσεις. Αλλά όλα αυτά τα προβλήματα, καθώς και άλλα, προβάλλουν σήμερα, κατά πολύ, με νέο τρόπο, εκδηλώνοντας νέες τους πλευρές. Αυτό καθορίζεται από τον ίδιο το χαρακτήρα της παγκόσμιας ανάπτυξης και από την επίδρασή της στα πολιτικά προτσές. Μπροστά σε μας, τους κομμουνιστές, μπροστά στους θεωρητικούς μας, τους επιστήμονες, που αγωνίζονται στις γραμμές μας, πραγματικά προβάλλει το καθήκον της συνεπούς ανάπτυξης της μεθοδολογίας της χρησιμοποίησης της συσσωρευμένης πείρας.
Μπορούμε ακόμα να προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε ορισμένες αρχές επίκαιρες για τις σύγχρονες συνθήκες. Ας πάρουμε λόγου χάρη, το ζήτημα που θίξαμε ήδη για τα λάθη. Τις μέρες της τριακονταετίας του Κόμματός μας, το 1960, προετοιμάσαμε και εκδόσαμε μια ειδική έρευνα, που ονομάζονταν «30 χρόνια πάλης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κολομβίας». Σ' αυτό το βιβλίο η κύρια προσοχή δίνονταν ακριβώς στην ανάλυση των λαθών και των ηττών του Κόμματος τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό το βιβλίο έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος της χώρας μας. Και τώρα, οι εξτρεμιστικές ομάδες φροντίζουν να το επανεκδόσουν, και μάλιστα με το μοναδικό σκοπό - να καταδικάσουν το Κόμμα. Εμείς δεν φοβούμαστε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας. Οταν μου τυχαίνει να κάνω πολεμική γύρω σ' αυτό το ζήτημα θυμούμαι τους παλιούς ισπανικούς στίχους:
Καμαρώνετε, που τα όπλα σας
λαμποκοπούν
κι αστράφτουν.
Τα δικά μου όπλα έχουν κάπως
στραπατσαρισμένη όψη.
Μα ξέρετε γιατί;
Γιατί ήταν στον πόλεμο και έχουν
πάνω τους σημάδια σκληρών
χτυπημάτων...
Και, παρ' όλα αυτά, μπροστά μας υπάρχει το πρόβλημα μ' όλη την πολυπλοκότητά του: από τη μια μεριά, το κόμμα πρέπει αναλύοντας την ίδια του την πείρα, να ερευνά προσεχτικά τα λάθη χωρίς αυτό δεν μπορεί να κινείται προς τα μπρος, από την άλλη μεριά, ο αντίπαλος επιδιώκει να εκμεταλλεύεται τις ειλικρινείς αναγνωρίσεις των κομμουνιστών να τις στρέφει ενάντιά μας. Πώς θα πετύχουμε μεγαλύτερο όφελος και μικρότερη ζημιά σε αυτή την περίπτωση; Η στάση της παρασιώπησης για μας είναι απαράδεκτη, γιατί μπορεί να οδηγήσει στην επανάληψη των λαθών. Γι' αυτό παραμένει, ασφαλώς, μόνο μια δυνατότητα: να βαθαίνουμε στα λάθη μας μέχρι τέλους, να επιδιώκουμε να συνάγουμε τόσο πλήρη και βασισμένα συμπεράσματα, που στον αντίπαλο να μη μένει τίποτε για να πει κάτι. Δηλαδή χρειάζεται να τον ξεπερνούμε στην ανάλυση της ίδιας της πείρας μας και ως προς την πρακτικότητα και ως προς τη βαθύτητα. Αν και στην πράξη αυτό δεν είναι και τόσο απλό, πάντως ακριβώς αυτό επιδιώκουμε. Αλλά δεν θέλουμε να κάνουμε αυτομαστίγωση και δεν επιτρέπουμε ατιμώρητα να μας μαστιγώνουν, δίνουμε στις μάζες ξεκάθαρη απάντηση στο ζήτημα: τι κάναμε προηγούμενα λαθεμένα και τι σκοπεύουμε να κάνουμε στο μέλλον.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Εχετε δίκιο: η ανάλυση του παρελθόντος δεν πρέπει να είναι μονόπλευρη. Λογουχάρη, στην επιστημονική δράση η αλληλοσύνδεση των στοιχείων της θετικής και της αρνητικής πείρας είναι αναγνωρισμένο γεγονός. Κάτι το παρόμοιο, προφανώς μπορούμε να παρατηρήσουμε και στην ιστορία της ταξικής πάλης...
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Οι υπερεπαναστάτες, που κριτικάρουν το Κόμμα μας, δεν παίρνουν υπόψη ότι οι κομμουνιστές διαπαιδαγωγούνταν ακριβώς πάνω στη βάση όχι μόνο της θετικής, αλλά και, όπως εκφραστήκατε, της αρνητικής τους πείρας, και ακριβώς γι' αυτό εμείς σημειώσαμε επιτυχία, ιδιαίτερα στις γενικές εκλογές του 1974. Η συνολική πείρα της ιστορίας μάς εξόπλισε με τη γνώση των νόμων της και με αισιοδοξία. Υστερα από τη δημοσίευση του παραπάνω βιβλίου εμείς δεν κάναμε πια εκείνα τα λάθη που έγιναν προηγούμενα.
Και αυτό, αναμφίβολα, συνδέεται με το ότι κατανοήθηκε η βασική τους πηγή. Εμείς πια δεν σερνόμασταν στην ουρά της φιλελεύθερης αστικής τάξης.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Αλλά αυτό, νομίζω είναι μόνο η μια πλευρά του μεθοδολογικού ζητήματος για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της πείρας. Το παράδειγμα, που ανάφερα, όπως και το δικό σας παράδειγμα, τα άλλα διδάγματα, που αντλήσαμε από την ιστορία, πείθουν: για τη διαμόρφωση της πολιτικής του Κόμματος δεν αρκεί η στήριξη μόνο στη δική μας εθνική πείρα, η γνώση της ιστορικής ανάπτυξης μόνο της χώρας μας ακριβώς όπως δεν αρκεί, αν και αυτό είναι το κύριο, η γνώση της σύγχρονης κατάστασης στη χώρα μας.
Οπως σημειώνουν πολλοί ερευνητές, η ιδιομορφία της σύγχρονης κατάστασης συνίσταται στο ότι μπροστά στα μάτια μας διαμορφώνονται οικουμενικές σχέσεις ανάμεσα στις οικονομίες, τους πολιτισμούς, τους λαούς. Μέσα στην κατάσταση του αντιπαλαίματος των δύο κοινωνικών συστημάτων και της ορμητικής επιστημονικο -τεχνικής προόδου συντελείται ένα πρωτοφανές ως προς τις κλίμακες και το χαρακτήρα του προτσές αλληλοσυνύφανσης των κοινωνικών φαινομένων, βαθαίματος της αλληλοσύνδεσής τους. Γι' αυτό δεν αρκεί να ξέρουμε τις τάσεις ανάπτυξης στη χώρα μας, χρειάζεται η γνώση για τη σύγχρονη κατάσταση του ενιαίου επαναστατικού προτσές και για τις συνθήκες του χρειάζεται να μπορούμε μέσα σ' αυτή την κατάσταση να κάνουμε μια ορισμένη πρόγνωση των πιθανών συνεπειών των αποφάσεών μας χωρίς να το εμπιστευόμαστε αυτό στην αστική τάξη όπως, εδώ που τα λέμε, συνέβη με την καθοδήγηση του Κόμματός μας στα τέλη του πολέμου. Μόνη της η εθνική πείρα είναι αδύνατο στήριγμα σ' αυτή τη δουλιά.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω το περιστατικό, ότι, όσο και αν προσπαθούν οι αστοί ιδεολόγοι να διαστρεβλώσουν την ιστορία των χωρών του σοσιαλισμού ανάγοντας τις αδυναμίες και τις δυσκολίες σ' αυτό το δρόμο σχεδόν σε κάτι το αναπόφευχτο και σε γενικό νόμο, για τους κομμουνιστές η πείρα αυτών των χωρών και κατά πρώτο λόγο της Σοβιετικής Ενωσης, δεν μπορεί να υποβιβαστεί, γιατί αυτή βοηθάει να σκεφτόμαστε βαθύτερα και πιο υπεύθυνα να λύνουμε δημιουργικά τα σύνθετα προβλήματα. Καταφεύγουμε σ' αυτήν την πείρα όχι για να αντιγράψουμε τυφλά τα πρότυπα του παρελθόντος, αλλά για να αποκτήσουμε κατανόηση του παρόντος και μεγαλύτερη ελευθερία και στήριξη σ' αυτό το παρόν. Επιδιώκουμε επίσης να χρησιμοποιούμε δημιουργικά και την πείρα των αδελφών κομμάτων, που δρουν στις καπιταλιστικές χώρες.
Η ίδια η αλληλεπίδραση και το περιεχόμενο των διάφορων πλευρών του όλου, δηλαδή του προτσές του επαναστατικού περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, μπορούν να κατανοηθούν σήμερα, κατά τη γνώμη μου, μόνο πάνω στη βάση της αντίληψης για την εσωτερική ενότητα αυτού του όλου. Η θεώρηση του επαναστατικού προτσές στην ενότητα και την αλληλοσύνδεσή του με όλα τα προτσές της παγκόσμιας ανάπτυξης, ο υπολογισμός με βάση την πείρα τόσο των τάσεων της ανάπτυξής του σε παγκόσμια κλίμακα, όσο και της εκδήλωσης αυτών των τάσεων μέσα στη χώρα - τέτια είναι νομίζω, μια από τις σοβαρότερες μεθοδολογικές πλευρές της χρησιμοποίησης της πείρας.
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Εφόσον αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε ορισμένες μεθοδολογικές αρχές της χρησιμοποίησης από τους κομμουνιστές των χωρών μας της επαναστατικής πείρας θα ήθελα να στρέψω την προσοχή σε άλλη μια απ' αυτές, η οποία συνδέεται με τη διαλεκτική του παλιού και του νέου στην επαναστατική πάλη.
Είναι γνωστό ότι οι νομοτέλειες της επανάστασης δεν «εκπονούνται» αυθαίρετα την κάθε φορά εκ νέου, σε εξάρτηση από τις συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά αποτελούν κάποια «συνισταμένη» των αντιμαχόμενων τάσεων (και των παραδοσιακών, και των νεοεμφανισμένων) της αλληλεπίδρασης και της σύγκρουσης των επιδιώξεων όλων των δυνάμεων, που συμμετέχουν στην ιστορική κίνηση, είναι αποτέλεσμα της διασταύρωσης και του συνδυασμού των διάφορων κοινωνικών φαινομένων και κοινωνικών προτσές. Σε αυτά εκδηλώνεται η κύρια τάση της μεταβατικής περιόδου, που η ιδιομορφία της σε διάφορο χρόνο και στους διάφορους τόπους καθορίζεται από τον πλούτο του συγκεκριμένου περιεχομένου της κοινωνικής ζωής, από τη δράση των νόμων της ανάπτυξης της οικονομίας, της πνευματικής ζωής, της ανθρώπινης ψυχολογίας. Και όλα αυτά αμβλύνουν, δυσκολεύουν την ίδια τη δυνατότητα να διακρίνουμε το «νέο» και το «παλιό», και συνεπώς δυσκολεύουν και την κατανόηση του ζητήματος για το εφαρμόσιμο των συμπερασμάτων από την παλιά πείρα ή για το βαθμό του εφαρμόσιμού τους.
Θα αναφερθώ για άλλη μια φορά στο παράδειγμα της Κολομβίας. Στη χώρα μας παρατηρείται τώρα μια περίεργη ιστορική σύμπτωση βέβαια, κάθε άλλο παρά αθώα από την άποψη της ανάπτυξης της ταξικής πάλης στη χώρα. Το ζήτημα βρίσκεται στο ότι στην Κολομβία παραδοσιακά ήδη πάνω από έναν αιώνα, υπάρχει το δικομματικό σύστημα. Τα δυο ισχυρά αστικοτσιφλικάδικα κόμματα - το φιλελεύθερο και το συντηρητικό - εμφανίστηκαν στη χώρα γρήγορα, ύστερα από την απελευθέρωσή της από τον ισπανικό ζυγό την πρώτη πεντηκονταετία του ΧΙΧ αιώνα. Οι συντηρητικοί από την αρχή ακόμα κρατούσαν αντιδραστική στάση, εκφράζοντας τα συμφέροντα των μεγάλων τσιφλικάδων και στηριζόμενοι στην υποστήριξη των κορυφών της καθολικής εξουσίας. Το πρόγραμμά τους το ΧΙΧ αιώνα συμπυκνώνονταν στο εξής, με κάθε τρόπο να διατηρήσουν άθιχτους στις συνθήκες της δημοκρατίας όλους τους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς της εποχής των ισπανικών αποικιών. Το φιλελεύθερο κόμμα της κολομβιανής αστικής τάξης, που συμμερίζονταν προοδευτικές, δημοκρατικές αντιλήψεις. Αυτό αγωνίζονταν δραστήρια ιδιαίτερα, για την κατάργηση της δουλείας του νέγρικου πληθυσμού στη χώρα και νίκησε σ' αυτόν τον αγώνα. Ο οξυμένος ανταγωνισμός ανάμεσα στα κόμματα στη διάρκεια του ΧΙΧ αιώνα ήταν η αιτία των συνεχών εμφυλίων πολέμων και κρατικών πραξικοπημάτων.
Το Κόμμα μας δημιουργήθηκε το 1930 στην περίοδο της ανόδου της ταξικής πάλης, όταν στη χώρα κυβερνούσαν οι συντηρητικοί, και είναι φυσικό, ότι οι συμπάθειες πολλών ήταν τότε με το μέρος των φιλελεύθερων, που ήλθαν γρήγορα στην εξουσία. Η φιλελεύθερη κυβέρνηση του Αλφόνσο Λοπές, επιδιώκοντας να βρει στήριγμα στις λαϊκές μάζες, δημιούργησε νέα προοδευτική εργατική νομοθεσία. Στα συμφέροντα της αγροτιάς ανταποκρίνονταν σ' ορισμένο βαθμό ο νόμος για την αγροτική μεταρρύθμιση που ψηφίστηκε το 1936. Το Κομμουνιστικό Κόμμα βγήκε τότε από την παρανομία. Αυτή ήταν αντιφασιστική, προοδευτική για την εποχή της κυβέρνηση, αν και βέβαια ήταν αστική, και η υποστήριξή της από τους κομμουνιστές εκείνη την περίοδο ήταν σωστή.
Δεν έπρεπε, όμως, να χάνουμε από το οπτικό μας πεδίο το γεγονός ότι όταν οι πολιτικοί των κυρίαρχων τάξεων ξοφλούν τους λογαριασμούς μεταξύ τους και αγωνίζονται για την εξουσία μπορούν να υποφέρουν οι εργαζόμενοι και το Κόμμα τους. Αυτό συνέβηκε τη μεταπολεμική περίοδο και στη χώρα μας. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα παραδοσιακά κόμματα έφερε τότε μια περίοδο βίας οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος κόστισε στον κολομβιανό λαό 200 χιλιάδες ζωές. Ακριβώς αυτό μας έκανε να αναλύσουμε πολύ αυστηρά την πείρα μας της πάλης, να είμαστε προσεχτικοί απέναντι στη ρεφορμιστική δημαγωγία της φιλελεύθερης αστικής τάξης.
Τώρα πρόεδρος της Κολομβίας είναι και πάλι μέλος του φιλελεύθερου κόμματος και επιπρόσθετα γιος εκείνου του προέδρου Λοπές, για τον οποίο μίλησα, και ονομάζεται επίσης Αλφόνσο Λοπές Μίκελσεν. Θυμούμενοι το πρόσφατο παρελθόν και το τι τέλος είχαν όλα αυτά κρατήσαμε, φυσικά τώρα απέναντί του κριτική στάση αν και υπήρχε εποχή, που αυτός βρισκόταν στην αντιπολίτευση και το Κομμουνιστικό Κόμμα τον υποστήριζε στην πάλη ενάντι στο λεγόμενο «σύστημα της ισοτιμίας» (5)
Ο κύριος Λοπές, όμως, συμβιβάστηκε με την τάξη του και σήμερα στέκεται πλήρως στο πλευρό της και όχι στο πλευρό των εργαζόμενων μαζών.
Η τέτοια αλλαγή από μέρους του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν κατανοήθηκε από ορισμένους συντρόφους. Αυτοί θεωρούσαν ότι εφαρμόζουμε επικίνδυνη γραμμή. Κριτικάροντας ανοιχτά την κυβέρνηση Λοπές, λένε, ότι αυτή η κριτική εμπερικλείει τη δυνατότητα να ανατραπεί αυτή η κυβέρνηση και να έλθουν και πάλι στην εξουσία οι στρατιωτικοί. Ωστόσο, το Κομμουνιστικό Κόμμα, δεν θέτει το καθήκον της ανατροπής της κυβέρνησης, που υπάρχει. Οι κομμουνιστές επιδιώκουν μόνο το εξής: η ρεφορμιστική δημαγωγία του Λοπές να μην προξενεί ζημιά στην εργατική τάξη. Οσον αφορά το στρατιωτικό κρατικό πραξικόπημα, εμείς ξεσκεπάζουμε αποφασιστικά οποιαδήποτε σχέδια και ενέργειες, που αποβλέπουν σ' αυτό.
Ετσι, θέλω να υπογραμμίσω ότι σήμερα η υποστήριξη των φιλελεύθερων και του Λοπές υιού δεν θα σήμαινε καθόλου εκείνο, που σήμαινε η υποστήριξη των φιλελεύθερων την εποχή του Λοπές - πατέρα, ότι παρά την εξωτερική ομοιότητα δεν υπάρχει κοινό γνώρισμα στην ουσία της κατάστασης, αλλά ορισμένους αυτή η εξωτερική ομοιότητα τους παραπλανά.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Δηλαδή, θέλετε να πείτε, ότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να ταυτίσουμε τη νέα κατάσταση με την παλιά, να τοποθετήσουμε το νέο στα παλιά καλούπια, να μην καταλάβουμε το καινούργιο; Πρέπει, όμως, προφανώς, να αποφεύγουμε και τις δυο ακρότητες: από τη μια μεριά, δεν πρέπει να είμαστε τυφλοί απέναντι στις νέες επαναστατικές δυνατότητες, που μας προσφέρει η εποχή μας, και να σκεφτόμαστε μόνο μέσα στα δογματικά πλαίσια της πείρας του παρελθόντος, και από την άλλη να πέφτουμε κάτω από την επίδραση των απατηλών εικόνων, που δημιουργούνται από το δυναμισμό τη σύγχρονης ζωής, να υπερτιμούμε τα καινούργια φαινόμενα και να απορρίπτουμε εκείνο το όπλο, που ήδη δοκιμάστηκε καλά στις μάχες. Εχει σημασία, προφανώς, να ξέρουμε να διακρίνουμε το επίκαιρο και το μη επίκαιρο στην πείρα. Οπως δείχνει η ιστορία, η περιφρόνηση αυτής της πλευράς της χρησιμοποίησης της πείρας επίσης μπορεί να οδηγήσει σε λάθη, που καθορίζονται σ' αυτή την περίπτωση από τον παράγοντα της απόσπασης της πολιτικής από την πραγματικότητα.
Και κάτι άλλο. Κατά τη γνώμη μου, η επανάληψη των λαθών του παρελθόντος γίνεται συχνά για το λόγο ότι αυτό παύει να κατανοείται στο σύνολό του. Στη συνείδηση ενός λίγο ή λαθεμένα κατατοπισμένου μέρους ανθρώπων στις καπιταλιστικές χώρες, και κατά πρώτο λόγο της νεολαίας, το παρελθόν συχνά μυστικοποιείται λόγω της προκατειλημμένης υπογράμμισης από τον αστικό Τύπο ξεχωριστών, αποσπασμένων από το γενικό φόντο γεγονότων και έτσι αυτό το παρελθόν αρχίζει να ζει με διαστρεβλωμένη μορφή. Η έτσι προετοιμασμένη μαζική συνείδηση γίνεται ορισμένες φορές, και εμείς το ξέρουμε αυτό, πρόσφορο έδαφος για τη διάδοση διάφορων αντιδραστικών ιδεών. Λογουχάρη, τέτιες διαθέσεις επιδιώκουν να δημιουργήσουν και να χρησιμοποιήσουν οι νεοφασίστες, όλοι εκείνοι, που σήμερα προσπαθούν, άμεσα ή έμμεσα να εξιδανικεύσουν την «τάξη» της εποχής του φασισμού αποσιωπώντας τις βάρβαρες μέθοδες, με τις οποίες διατηρούνταν αυτή.
Οταν, όμως, το παρελθόν το αντιμετωπίζεις αντικειμενικά ολοκληρωμένα, τότε, νομίζω, είναι πιο δύσκολο να παραμορφώσεις τα γεγονότα, ή να μην τα εμπιστεύεσαι αυτά.
Να φροντίζουμε από κοινού για το κοινό κτήμα
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Θα ήθελα να επανέλθω στη σκέψη σας για τις αλληλοσυνδέσεις. Το σύγχρονο κόσμο μπορούμε να τον συγκρίνουμε με λίμνη, όπου η πέτρα που ρίχνει κανείς σε ένα μέρος, δημιουργεί κυκλικούς κυματισμούς, κίνηση του νερού σε όλη την επιφάνεια της λίμνης. Το ένα ή το άλλο πολιτικό βήμα των κομμουνιστών μιας χώρας μπορεί να προκαλέσει σήμερα συνέπεια πλατιάς διεθνούς κλίμακας. Ολα αυτά επιβάλλουν στους κομμουνιστές ιδιαίτερη ευθύνη για τις αποφάσεις τους, για το σταθμισμένο χαρακτήρα τους. Η γνώση όλου του πλούτου, όλου του συνόλου της επανασταστικής πείρας πολλών χωρών δυναμώνει τις πραγματικές δυνατότητες του κάθε κόμματος. Απ' αυτό απορρέει νομοτελειακά το συμπέρασμα, ότι η κατανόηση και η γενίκευση της κοινής πείρας είναι κοινή υπόθεση των κομμουνιστών.
Χ. ΦΛΩΡΑΚΗΣ: Αυτό, αναμφίβολα, είναι επίκαιρο. Στις συνθήκες, που το κάθε κόμμα αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για το μέλλον του λαού του, για τις τύχες του επαναστατικού προτσές στη χώρα, στις συνθήκες, που αυτό εφαρμόζει αυτοτελή πολιτική έχει ιδιαίτερη σημασία να βρεθούν οι ανταποκρινόμενες στο σύγχρονο επίπεδο ανάπτυξης του κομμουνιστικού κινήματος μορφές γενίκευσης της πείρας των διάφορων κομμάτων, που δρουν στις ειδικές συνθήκες των χωρών τους. Νομίζω ότι στο κλείσιμο του διαλόγου μας, είναι σωστό να θέσουμε το ζήτημα για την αναζήτηση μορφών γενίκευσης της επαναστατικής πείρας, οι οποίες θα ανταποκρίνονταν στις σύγχρονες συνθήκες, θα έπαιρναν πληρέστερα υπόψη τις ανάγκες του κάθε κόμματος και θα ανταποκρίνονταν στα συμφέροντα του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος. Οπως δικαιολογημένα τονίστηκε στη Διάσκεψη των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων της Ευρώπης στο Βερολίνο, κριτήριο της ορθότητας ή της σφαλερότητας αυτών ή των άλλων θέσεων μπορεί να είναι μόνο η πρακτική πείρα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται η δυνατότητα προκαταρκτικού ελέγχου αυτών των θέσεων, με σκοπό την αποφυγή των λαθών, στην πορεία θεωρητικής συζήτησης, με τη συντροφική αντιπαραβολή των απόψεων και της πείρας των διάφορων κομμάτων. Και εμείς θεωρούμε, ότι απ' αυτήν την άποψη σοβαρό ρόλο παίζει και πρέπει να παίζει το περιοδικό «Προβλήματα της ειρήνης και του σοσιαλισμού».
Χ. ΒΙΕΪΡΑ: Συμφωνώ μαζί σας και θα ήθελα, να κάνω ακόμα μια παρατήρηση. Η ελευθερία της επαναστατικής δημιουργίας συνδέεται αδιάρρηκτα με την κατανόηση της αναγκαιότητας, δηλαδή των γενικών νομοτελειών της ανάπτυξης της επανάστασης. Αλλά έχει σημασία όπως νομίζουμε να υπερνικήσουμε τη συναπαντούμενη ακόμα γνώση, που υπέβαλε η αστική προπαγάνδα, ότι δήθεν οι γενικές νομοτέλειες της ταξικής πάλης δεν είναι τίποτε άλλο παρά υποχρεωτική επανάληψη ενός και του ίδιου πράγματος στις διάφορες χώρες. Ή έτσι: η αναγνώριση των νομοτελειών σημαίνει δήθεν την αναγνώριση της ανάγκης να ενεργούμε σε όλα έτσι όπως ενέργησε κάποιος προηγούμενα. Αυτό δεν έχει τίποτε το κοινό με τη μαρξιστικο-λενινιστική κατανόηση της ιστορικής νομοτέλειας και της εκδήλωσής της. Δεν γίνεται λόγος για επαναλήψεις, αλλά για τις τάσεις, τις γενικές αρχές που ανοίγουν το δρόμο τους μέσα στις διαφορετικές συνθήκες με διαφορετικό τρόπο, μέσα από αποκλίσεις, όπως έλεγε ο Καρλ Μαρξ αλλά τον ανοίγουν με «σιδερένια αναγκαιότητα». Και όταν μιλούμε για τη στρατηγική των κομμουνιστών, που ξεκινάει από την αναγνώριση των ιστορικών νομοτελειών και από τη στήριξη σε αυτές, αυτό καθόλου δεν εμποδίζει την ευλυγισία στη δουλιά μας και ακόμα πιο πολύ δεν εμποδίζει, αλλά βοηθάει να μελετούμε κάθε τι το νέο.
Επανερχόμενος στο κύριο θα έλεγα το εξής: το ζήτημα για το πώς θα κάνουμε καλύτερη την ιστορία, είναι ζήτημα γνώσης των διδαγμάτων της ιστορίας. Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, έχει σημασία η επιστημονική τους έρευνα και γενίκευση.
(1) Χέγκελ. Απαντα, ρωσική έκδοση, τόμος VIII, σελ. 8.
(2) Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς, Απαντα, ρωσική έκδοση, τόμος 21, σελ. 259.
(3) Β. Ι. Λένιν. Απαντα, ρωσική έκδοση, τόμος 12, σελ. 219.
(4) Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς. Απαντα, ρωσική έκδοση, τόμος 1, σελ. 592.
(5) Το «σύστημα της ισοτιμίας» διακηρύχτηκε το 1958, ύστερα από την ανατροπή της στρατιωτικής δικτατορίας του Ρόχας Πινίλι. Μ' αυτή τη συμφωνία, που κλείστηκε ανάμεσα στα δύο παραδοσιακά κόμματα, ως το 1974 τη θέση του προέδρου την έπαιρναν με τη σειρά πότε οι φιλελεύθεροι, πότε οι συντηρητικοί, ανεξάρτητα από την έκβαση των εκλογών. Οι ιθύνοντες κύκλοι της Κολομβίας ονόμαζαν αυτό το σύστημα και «αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η μορφή του κράτους εξασφάλιζε κατά πρώτο λόγο την κυριαρχία της μεγάλης αστικής τάξης και των τσιφλικάδων. Ο Λοπές Μίκελσεν οργάνωσε και τέθηκε επικεφαλής του κινήματος ενάντια σ' αυτό το σύστημα. (Σημ. Σύνταξης).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ