9 Αυγ 2012

ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Οταν οι αριθμοί ευημερούν...



ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Οταν οι αριθμοί ευημερούν...
Μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία από την πρόσφατη έρευνα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου για την εικόνα του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου
Η συζήτηση για τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο διατηρεί το πάθος της αμείωτο για πολλά χρόνια. Από τον πλήρη μηδενισμό του - «κυκλοθυμικός», «εκτός πραγματικότητας», με «συμπτώματα παθογένειας» - μέχρι το «λιβάνισμά» του, η συζήτηση αυτή δεν αναδεικνύει μόνο το έντονο «μεσογειακό ταμπεραμέντο» μας, αλλά και την ύπαρξη της μετάβασης από τη «χρυσή» δεκαετία του '60 και τους «πειραματισμούς» της δεκαετίας του '70, σε ένα «σήμερα» που αναζητά απελπισμένα να ορίσει το θεματολογικό και καλλιτεχνικό του «πρόσωπο».
Βέβαια, αυτή η «απελπισία» δεν έχει «κινηματικό» χαρακτήρα - όπως συμβαίνει με τον αγγλικό κινηματογράφο και πιο έντονα παλιότερα με τον βορειοαμερικανικό - κάτι που βέβαια δεν είναι αναγκαστικά κακό, αφού οι συνθήκες για την ύπαρξη τέτοιων χαρακτηριστικών δημιουργούνται μέσα στην κοινωνία και από αυτήν και σε καμία περίπτωση από τις ατομικές προθέσεις. Αν όμως υπάρχει ένα χαρακτηριστικό που είναι διακριτό, αυτό είναι η, προς το παρόν, «αμυντική» παρουσία του ποιοτικού, σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου.
Το στοιχείο αυτό δε χαρακτηρίζει τους δημιουργούς - όχι όλους τουλάχιστον - οι οποίοι εξακολουθούν να ενσαρκώνουν με ποιοτικά κριτήρια το όραμά τους, όχι μέσα στις καλύτερες συνθήκες που μπορούν να υπάρξουν - το αντίθετο μάλιστα - αλλά τις ίδιες αυτές τις συνθήκες, τις ξένες με την καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά που τελικά θέτουν τους κανόνες του «παιχνιδιού» σε επίπεδο παραγωγής και διανομής. Με απώτερο στόχο βέβαια τα εισιτήρια, δηλαδή το κέρδος, που τελικά ρυθμίζει και εδώ τα πράγματα.
Η διαπίστωση αυτή είναι φυσικά κοινός τόπος πλέον και όχι μόνο στο σινεμά. Η θεωρία της επικοινωνίας έχει αποδείξει εδώ και δεκαετίες πόσο ψεύτικη είναι η - διατυπωμένη πάντα με την πιο απόλυτη «αθωότητα» - φράση «δίνουμε αυτό που ζητάει το κοινό». Η αλήθεια είναι πως το κοινό «ζητάει» αυτό για το οποίο έχει ήδη προετοιμαστεί να «ζητήσει».
Η έρευνα
Αυτές οι διαπιστώσεις ενισχύονται και με την πρόσφατη παρουσίαση της έρευνας που έκανε η εταιρία «Research International» για λογαριασμό του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, με τίτλο «Εικόνα σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου». Πρόκειται για τη δεύτερη συνεχόμενη έρευνα που γίνεται από το ΕΚΚ με τους παρακάτω στόχους: Στατιστική αποτύπωση της στάσης του κοινού απέναντι στο σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο, συνήθειες παρακολούθησης, προτιμήσεις, σημαντικότητα κριτηρίων επιλογής ταινιών, συγκρίσιμα στοιχεία με το παρελθόν, ιδανική εξέλιξη στο μέλλον, σχέση του κινηματογράφου με τα ΜΜΕ. Εννοείται πως ο χώρος δε μας επιτρέπει να παρουσιάσουμε όλα τα στοιχεία, αλλά αυτά που κατά τη γνώμη μας είναι τα πιο ουσιώδη.
Η έρευνα αποτυπώνει κατ' αρχάς ποσοτικά στοιχεία. Δηλαδή το βασικό κριτήριο είναι το πόσοι πήγαν να δουν ελληνική ταινία πρόσφατης παραγωγής. Οι ερωτήσεις που αφορούσαν το περιεχόμενο των ταινιών δε δόθηκαν στη δημοσιότητα, επειδή δεν υπήρξε προηγούμενη συνεννόηση με τους συντελεστές τους. Ωστόσο, ο πρόεδρος του ΕΚΚ, Μάνος Ευστρατιάδης, έκανε μια ενδιαφέρουσα περιγραφική αναφορά αυτών των στοιχείων που θα δούμε παρακάτω. Και που ίσως είναι και η σημαντικότερη πλευρά της έρευνας και αυτή που λογικά πρέπει να απασχολήσει τους ενδιαφερόμενους.
Η έρευνα έγινε με συνεντεύξεις από 1.010 άντρες και γυναίκες (με ισόποση εκπροσώπηση), από 18 έως 55 ετών, όλων των τάξεων, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα και Καβάλα. Βασικό κριτήριο ήταν να παρακολουθούν τουλάχιστον δύο ταινίες το χρόνο.
Βλέποντας... «Safe sex»
Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει ότι το ποσοστό των θεατών που είδαν έστω μία ελληνική ταινία την τελευταία διετία διπλασιάστηκε σε σχέση με τα αποτελέσματα της έρευνας του 1998. Συγκεκριμένα, το ποσοστό όσων δεν είδαν καμία ελληνική ταινία έπεσε στο μισό σε σχέση με το '98 και έφτασε το 24% από 48%. Σ' ό,τι αφορά στα εισιτήρια είχαμε πενταπλασιασμό τους για τις ελληνικές ταινίες. Βέβαια εδώ θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το εισπρακτικό «φαινόμενο» του «Safe sex». Αλλά και χωρίς αυτό υπάρχει αύξηση των εισιτηρίων.
Η συγκεκριμένη ταινία παρακολουθήθηκε από το 55% των ερωτηθέντων και είναι μακρά πρώτη από το δεύτερο «Φοβού τους Ελληνες» (30%) και «Θηλυκή εταιρεία» (23%). Οι ταινίες «Μια αιωνιότητα και μια μέρα» (21%), «Η διακριτική γοητεία των αρσενικών» (18%), «PEPPERMINT» (14%), «BLACK OUT» (13%) και «Βυσσινόκηπος» (11%) είναι αυτές με διψήφια νούμερα παρακολούθησης, ενώ οι υπόλοιπες 17 ταινίες έχουν μονοψήφια νούμερα.
Το κριτήριο ικανοποίησης από τη θέαση των ελληνικών ταινιών αυξήθηκε σημαντικά από το '98, αλλά παραμένει κάτω από το 50%. Μεγάλη είναι και η αύξηση των θετικών ποσοστών στο ερώτημα αν ανταποκρίνεται ο ελληνικός κινηματογράφος στην ελληνική πραγματικότητα. Το «μάλλον ανταποκρίνεται» αυξήθηκε από το 40% του '98 στο 46%, το «ανταποκρίνεται πολύ» πήγε στο 16% από 9%, ενώ το «μάλλον δεν ανταποκρίνεται» έπεσε στο 9% από 11% και το «δεν ανταποκρίνεται καθόλου» έπεσε στο 3% από 8%.
Το ενδιαφέρον είναι ότι στην αιτιολόγηση της θετικής άποψης για την ανταπόκριση του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, τα κριτήρια τα οποία δημιουργούν ευφορία στο ΕΚΚ εμφανίζονται μειωμένα. Συγκεκριμένα, από το σύνολο όσων έχουν θετική άποψη, το κριτήριο «τα θέματα έχουν σχέση με την πραγματικότητα» παραμένει πρώτο σε ποσοστά με 34%, αλλά είναι μειωμένο σε σχέση με το '98 κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Το κριτήριο «τα θέματα είναι βγαλμένα από τη ζωή» έρχεται δεύτερο με 31%, αλλά είναι και πάλι μειωμένο κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες. Το «θέματα είναι σύγχρονα» αυξήθηκε στο 21% από 18%, όπως και το κριτήριο του σεναρίου, 3% έναντι 2%. Οσο για το ποσοστό που θεωρεί πως γίνεται «πιο προσεγμένη δουλειά/ βγαίνουν έργα υψηλότερου επιπέδου» ήταν και το '98 πολύ χαμηλό με 4%, αλλά τώρα μειώθηκε ακόμη πιο πολύ και έπεσε στο 2%.
Μια και το «Safe sex» έκοψε πολλά εισιτήρια θεωρήθηκε πως έπρεπε να αποτελέσει ξεχωριστό πεδίο έρευνας. Το 47% όσων την είδαν πήγαν μετά από παρότρυνση φίλων και το 44% λόγω της διαφήμισης. Η διαφήμιση εξάλλου έρχεται πρώτη με 26% σαν λόγος παρακολούθησης συγκεκριμένων ελληνικών ταινιών κατά την τελευταία διετία. Οσο για το βαθμό επιρροής συγκεκριμένων κριτηρίων για την παρακολούθηση ελληνικών ταινιών έρχεται πρώτο το ποιοι ηθοποιοί παίζουν (με ελάχιστη μείωση από το '98), ο σκηνοθέτης, τα ΜΜΕ (με σημαντική πτώση), ενώ αντίθετα η επώνυμη κριτική αυξάνει το βαθμό επιρροής της στο 46% από το 41%.
Η αποδοχή του κοινού
Ολος αυτός ο κόσμος που πήρε μέρος στην έρευνα ρωτήθηκε και για το ποσοστό αποδοχής των ελληνικών ταινιών που είδε, εκ μέρους του. Τα αποτελέσματα αυτής της παράλληλης έρευνας δε δόθηκαν στη δημοσιότητα λόγω «δεοντολογίας». Η περιγραφή τους όμως ίσως μας αποκαλύπτει και άλλους λόγους. Από αυτά λοιπόν προκύπτει ότι ανάμεσα στις πέντε πρώτες ταινίες μεγαλύτερης αποδοχής περιλαμβάνεται μόνο μία ταινία που κινήθηκε πολύ καλά εισπρακτικά, μια ταινία που κινήθηκε καλά, δύο ταινίες με μέση εισπρακτική επιτυχία και μία με πολύ χαμηλή.
Χωρίς να μπούμε σε βαθύτερες αναλύσεις, αυτό το στοιχείο επιβεβαιώνει κατ' αρχάς το προφανές, ότι μια ταινία που πάει πολύ καλά εισπρακτικά, δεν είναι απαραίτητο να αρέσει κιόλας από την πλειοψηφία όσων την είδαν. Δεδομένου όμως και του γεγονότος ότι η διαφήμιση παίζει αποδεδειγμένα μεγάλο ρόλο για να μπει κάποιος στην αίθουσα, όπως και το «καστ» των ηθοποιών, προκύπτει ότι μια ταινία που θα μπορούσε δυνητικά να τύχει ευρύτερης αποδοχής, δε θα τα καταφέρει αν δε «ρίξει» χρήμα στη διαφήμιση και αν δεν έχει «ονόματα» στο καστ.
Οντως, λοιπόν, αυξήθηκε ο κόσμος που βλέπει κινηματογράφο. Αυξήθηκε και ο κόσμος που βλέπει ελληνικό κινηματογράφο. Επιβεβαιώνεται μάλιστα και το ότι το ποιοτικό έργο τέχνης «μιλάει» στον αποδέκτη... αρκεί να του δοθεί η δυνατότητα να φτάσει ως αυτό. Επιβεβαιώνεται όμως και ότι το χρήμα εξακολουθεί να παίζει καταλυτικό ρόλο. Γεγονός που δεν πρέπει να επιτρέπει σε κανέναν να είναι ευτυχισμένος για την εικόνα του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου.

Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ