5 Ιαν 2012

To στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί και τα επακόλουθά του


To στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί και τα επακόλουθά του
Ο Νικόλαος Ζορμπάς (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Τη νύχτα της 14ης προς 15η Αυγούστου του 1909, στην Αθήνα υπήρξε μια ασυνήθιστη κινητικότητα, η οποία βεβαίως ήταν προάγγελος ενός σημαντικού γεγονότος για την ιστορία της Ελλάδας. Αμαξες και στρατιωτικά ιππήλατα οχήματα μετέφεραν αξιωματικούς και στρατιώτες στο Γουδί, όπου ήταν εγκατεστημένη η στρατιωτική φρουρά της Αθήνας. Ποιος ο σκοπός αυτής της στρατιωτικής κινητοποίησης και ποιοι ηγούνταν αυτών των ενεργειών, που σε μια νύχτα συγκέντρωσαν 449 αξιωματικούς, 2.546 στρατιώτες και ναύτες και 67 χωροφύλακες, όλοι οπλισμένοι, ενώ στο χώρο είχαν φτάσει και 22 πυροβόλα;Το πρωί της 15ης Αυγούστου, οι συγκεντρωμένες στρατιωτικές δυνάμεις διακήρυξαν την αντίθεσή τους προς την κυβέρνηση της χώρας, εκφράζοντας ταυτόχρονα την υποστήριξή τους προς το πρόγραμμα του «Στρατιωτικού Συνδέσμου», στον οποίο και υπάκουαν. Ετσι εκδηλώθηκε το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί, υπό την ηγεσία του «Στρατιωτικού Συνδέσμου». Βεβαίως, ήδη, πριν την εκδήλωσή του είχαν κυκλοφορήσει φήμες ότι επίκειται στρατιωτικό κίνημα.
Ετσι, η 15η Αυγούστου καταγράφηκε στην ιστορία ως η μέρα του στρατιωτικού κινήματος στο Γουδί, που σημάδεψε τις μετέπειτα κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Ηταν τυχαίο γεγονός; `Η πατούσε πάνω σε υπαρκτά προβλήματα στην Ελλάδα της τότε εποχής;
Η ελληνική πραγματικότητα
πριν το 1909
Για να το κατανοήσουμε καλύτερα, πρέπει να προσεγγίσουμε το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός στις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις της συγκεκριμένης περιόδου και τη θέση της Ελλάδας. Γιατί, πράγματι, είναι εποχή που γίνεται το πέρασμα του καπιταλισμού από το προμονοπωλιακό του στάδιο στο ιμπεριαλιστικό. Και στην Ελλάδα, τα βόρεια σύνορα της οποίας έφταναν τότε έως τη Θεσσαλία, και μάλιστα σύνορα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η εξέλιξη του καπιταλισμού ήταν αργόσυρτη με πολλά προβλήματα και εμπόδια, που οφείλονται σε ιστορικούς λόγους. Ο πιο βασικός ήταν ο συμβιβασμός ανάμεσα στα ανερχόμενα τμήματα της αστικής τάξης μετά την επανάσταση του 1821 με τους κοτζαμπάσηδες και τους τσιφλικάδες, γεγονός που έκανε τα ισχυρά φεουδαρχικά κατάλοιπα το μεγαλύτερο βαρίδι την καπιταλιστική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, η διαπλοκή της άρχουσας τάξης, που πήρε την εξουσία με την επανάσταση του 1821, με τις τότε ισχυρές καπιταλιστικές χώρες, κυρίως Αγγλία και Γαλλία και σε μικρότερο βαθμό με τη Ρωσία, λόγω της ανάμειξής τους στην ίδια την επανάσταση, αλλά και τα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα στην περιοχή, καθόριζαν όλο το 19ο αιώνα τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Συγκεντρωμένοι στο Πεδίον του Αρεως διαδηλωτές έκαναν πορεία προς την πλατεία Συντάγματος (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Βεβαίως, στην περίοδο που η διακυβέρνηση της Ελλάδας βρίσκεται υπό τον Χαρίλαο Τρικούπη (1882-1885,1887-1890) έγινε μια σοβαρή προσπάθεια να δοθεί ώθηση στις οικονομικές εξελίξεις στην κατεύθυνση ενίσχυσης και ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, με την προσέλκυση και ξένου κεφαλαίου, κυρίως με τη μορφή δανεισμού. Ετσι δημιουργούνται νέες βιομηχανίες, αναπτύσσονται οι συγκοινωνίες (το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας τότε αναπτύχθηκε) και γενικότερα γίνεται προσπάθεια ενδυνάμωσης του κεφαλαίου. Αλλά οι κυβερνήσεις Τρικούπη βρήκαν μπροστά τους τα εμπόδια των φεουδαρχικών καταλοίπων, ενώ ο δανεισμός απαιτούσε υπέρογκη φορολογία, την οποία επωμίζονταν οι λαϊκές μάζες. Ετσι, η οικονομική πολιτική του δεν επιτυγχάνει τα αποτελέσματα τα οποία προσδοκούσε, ενώ η υπερχρέωση στο εξωτερικό γίνεται αφόρητη. Ο Τρικούπης, κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, χάνει τις εκλογές και στη χώρα ξαναεμφανίζονται τα σημάδια της στασιμότητας στην εξέλιξη του καπιταλισμού. Βεβαίως, στη συνέχεια, έχουμε τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 για την προέκταση των συνόρων της Ελλάδας (η αστική τάξη είχε ανάγκη νέων εδαφών για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς), πόλεμος που κατέληξε σε ήττα και έφερε νέα δεινά για το λαό.
Στη χώρα, ήδη, έχει επιβληθεί ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος, που διήρκεσε για πάρα πολλά χρόνια.
Αλληγορική λαϊκή εικόνα της εποχής, που απεικονίζει την Ελλάδα να πατάσσει το «τέρας» της παλαιοκομματικής συναλλαγής (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Ταυτόχρονα, το αγροτικό πρόβλημα έμενε άλυτο. Οι τσιφλικάδες, διατηρώντας τα προνόμιά τους και σημαντικό μερίδιο στην εξουσία, συντηρούσαν τα φεουδαρχικά κατάλοιπα, ενώ ο αγροτικός πληθυσμός, οι κολίγοι στέναζαν υπό το ζυγό τους.
Δεν έλειπαν και οι ανοργάνωτες εξεγέρσεις των αγροτών κυρίως στη Θεσσαλία, υπό την επίδραση των ιδεών του Μαρίνου Αντύπα, τον οποίο δολοφόνησαν οι τσιφλικάδες το 1907, φοβούμενοι γενικότερη οργάνωση του κινήματος για τις απαλλοτριώσεις των τσιφλικιών και την απόδοσή τους στους αγρότες καλλιεργητές.
Εμπόδια στην ανάπτυξη
Βεβαίως, μετά τη σχεδόν στάσιμη ανάπτυξη της οικονομίας της Ελλάδας μετά τη διακυβέρνηση Τρικούπη, που διήρκεσε σχεδόν έως το 1907, υπάρχει μια εντεινόμενη για τις συνθήκες της Ελλάδας ανάπτυξη στον τομέα του εμπορίου, της ναυτιλίας και της βιομηχανίας. Αλλά σ' αυτήν την πορεία ανασχετικός παράγοντας στέκεται η ίδια η πολιτική των τότε κυβερνήσεων, που δεν μπορεί να πιάσει τα μηνύματα των καιρών για ενίσχυση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Την οικονομία της χώρας βάρυνε το μεγάλο δημόσιο χρέος, η αντιλαϊκή κατανομή των φόρων. Παράλληλα, έχουμε μία εξωτερική πολιτική προσαρμοσμένη στις επιδιώξεις του κεφαλαίου της Αγγλίας, και καθορίζεται απ' αυτές. Τα πολιτικά κόμματα δεν εκπροσωπούσαν ούτε τις λαϊκές τάξεις, αλλά ούτε και την αστική τάξη που αναπτυσσόμενη διεκδικούσε να ασκεί αυτή την εξουσία, χαράζοντας την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική που επέβαλλαν τα συμφέροντα και οι διεκδικήσεις της. Τα κόμματα εκείνης της περιόδου εκπροσωπούσαν τους τσιφλικάδες, μια μικρή ομάδα μεγαλοκεφαλαιούχων κυρίως τραπεζιτών και τα λεγόμενα τζάκια - τις ιστορικές οικογένειες. Επίσης, ο βασιλιάς Γεώργιος Α` αναμειγνυόταν ενεργά στην πολιτική ζωή της χώρας και στο στρατό.
Αυτή η πραγματικότητα προκαλούσε ήδη πριν από το Γουδί και το «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» λαϊκές κινητοποιήσεις. Διάφορα ψηφίσματα των συντεχνιών και των εμπορικών συλλόγων προηγήθηκαν από το κίνημα. Χαρακτηριστικά ήταν τα ψηφίσματα των Συντεχνιών Αθηνών - 3 Νοέμβρη 1908 - προς τη Βουλή και την κυβέρνηση εναντίον της φορολογικής πολιτικής και των εμπορικών συλλόγων προς τον βασιλέα - 15 Φλεβάρη 1909 - πάλι για το φορολογικό.
Η εξωτερική πολιτική που ακολουθούσαν όλες οι κυβερνήσεις ήταν επίσης αντιφατική. Μεγάλο μέρος ελληνικών εδαφών ήταν υπόδουλο στην οθωμανική αυτοκρατορία. Αλλά ο αγώνας για την απελευθέρωσή τους προσέκρουε στην πολιτική της Αγγλίας κυρίως και της Γαλλίας για διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γιατί αυτό επέτασσαν τα συμφέροντα του αγγλικού και του γαλλικού κεφαλαίου. Αλλά και η διαπλοκή της άρχουσας τάξης με το αγγλικό κεφάλαιο εμπόδιζε την πραγματοποίηση της απελευθέρωσης ελληνικών εδαφών, τα οποία είχε ανάγκη και η αστική τάξη της Ελλάδας για διεύρυνση της αγοράς.
Με δεδομένη αυτήν την πραγματικότητα και την αδυναμία των πολιτικών κομμάτων να την αντιμετωπίσουν, αλλά και την αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας, έπρεπε να δοθεί διέξοδος. Αυτή ανέλαβαν να τη δώσουν μια σειρά αξιωματικοί, οι οποίοι οργάνωσαν το «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» και στις 15 Αυγούστου 1909 προχώρησαν στο εγχείρημά τους με το κίνημα στο Γουδί.
Ας παρακολουθήσουμε συνοπτικά πώς το παρουσιάζει ο ιστορικός Βασίλης Λάζαρης στο σημαντικό του έργο «Οι ρίζες του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 287-292, στο κεφάλαιο με τίτλο «To στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί και τα επακόλουθά του» (οι υπότιτλοι στο θέμα είναι του «Ρ»):
«Το πέρασμα του καπιταλισμού στο στάδιο του ιμπεριαλισμού αποτέλεσε θεμελιακό γνώρισμα του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού. Ο ιμπεριαλισμός, ωστόσο, αναπτύχθηκε στις διάφορες χώρες ανισόμετρα και το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την παραπέρα όξυνση των εσωτερικών αντιθέσεων του καπιταλισμού και την αντίστοιχη διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών για νικηφόρες επαναστάσεις.
Το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα, γενικά, γνώριζε τότε μεγάλη ακμή, το κέντρο του, όμως, είχε ήδη μετατοπιστεί στην τσαρική Ρωσία, όπου το 1898 είχε ιδρυθεί το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα. Το 1903, το κόμμα αυτό είχε πραγματοποιήσει το δεύτερο συνέδριό του, κατά τη διάρκεια του οποίου μπήκαν από τον Βλαντίμιρ Ιλιτς Λένιν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός κόμματος νέου τύπου, που ήταν κατά απόλυτο τρόπο αντίθετο στον οπορτουνισμό και στην αστική τάξη και υποστήριζε αταλάντευτα την αναμφισβήτητη αναγκαιότητα της κοινωνικής εξέγερσης και της επιβολής της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Επρόκειτο για το Κόμμα των Μπολσεβίκων, που αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα και το 1905 καθοδήγησε τη ρωσική εργατική τάξη, όταν αυτή σαν ηγετική δύναμη πρωτοστάτησε στην αστικοδημοκρατική επανάσταση, που συγκλόνισε εκείνο το χρόνο τη Ρωσία.2 Παράλληλα, ο Λένιν συμπλήρωνε τη μαρξιστική κοσμοθεωρία με καινούρια στοιχεία, τη βελτίωνε ποιοτικά και την προσάρμοζε στις απαιτήσεις των νέων καιρών, ενώ συγχρόνως προετοίμαζε τους μπολσεβίκους για τις μελλοντικές αποφασιστικές επαναστατικές εξορμήσεις τους».
Η στρατιωτική εξέγερση
«Την ίδια εποχή, πάρα πολύ σημαντικά γεγονότα διαδραματίζονταν στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, οι προοδευτικοί αξιωματικοί του στρατού, εκφράζοντας τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, προχώρησαν στην οργάνωση ένοπλης εξέγερσης, η οποία εκδηλώθηκε τον Αύγουστο του 1909 και ανέτρεψε το παλιό πολιτικό καθεστώς. Επρόκειτο για τη στρατιωτική εξέγερση στο Γουδί, που αποτέλεσε καθοριστικό γεγονός για τις κατοπινές πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, αν και σαν κοινωνικό κίνημα δεν κατόρθωσε να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που του παρουσιάστηκαν και να αλλάξει από τη ρίζα του το πολιτικό σύστημα. Ο αστικός μετασχηματισμός στην Ελλάδα δεν πέρασε, άλλωστε, μέσα από βίαιες εκφράσεις, επειδή οι ίδιοι οι αστοί δεν ξεχώριζαν από τον κοτζαμπασισμό με αξεπέραστες οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις.
Πολλά υπήρξαν τα αίτια που προετοίμασαν τη στρατιωτική εξέγερση του 1909, ο ίδιος δε ο ηγέτης της, συνταγματάρχης Νικ. Ζορμπάς, είχε αναφερθεί με αρκετή σαφήνεια σ' αυτά. Είχε συγκεκριμένα υπογραμμίσει ότι επρόκειτο, εκτός των άλλων, για τη φαύλη βουλευτοκρατία και για τη συναλλαγή, για την οικονομική δυσπραγία, από αφορμή τη λειψή φορολογία που βάραινε κυρίως τα λαϊκά στρώματα, για την κακή απονομή της δικαιοσύνης, για την έλλειψη δημόσιας ασφάλειας, για τον άτυχο πόλεμο του 1897, για το άλυτο κρητικό πρόβλημα και για την ανικανότητα του κράτους να αναπτύξει οποιαδήποτε αποτελεσματική πολεμική δράση.3
Την εξέγερση οργάνωσε και πραγματοποίησε ο "Στρατιωτικός Σύνδεσμος", ο οποίος στη συνέχεια κάλεσε στην Αθήνα τον γνωστό Κρητικό πολιτικό Ελευθέριο Βενιζέλο, προκειμένου να αναλάβει αυτός τις απαραίτητες πρωτοβουλίες, που θα αποσκοπούσαν στην επιστροφή της χώρας στην ομαλότητα του κοινοβουλευτισμού, μετά την απαραίτητη, ωστόσο, εκκαθάριση του αμαρτωλού πολιτικού παρελθόντος. Ηταν μια ενέργεια, στην οποία είχαν οδηγηθεί οι στρατιωτικοί εξαιτίας της απογοήτευσής τους από την αντιδραστική στάση των παλιών κομμάτων απέναντί τους, αλλά και από αφορμή τη μεγάλη δημοτικότητα του Βενιζέλου, που μια τουλάχιστον μερίδα του αθηναϊκού Τύπου τον παρουσίαζε σαν το μοναδικό πολιτικό ηγέτη, που είχε τότε τη δυνατότητα να σώσει τη χώρα, ξεκαθαρίζοντας την κατάσταση με άμεσα ριζοσπαστικά μέτρα.
Ο Βενιζέλος, όμως, διαφώνησε απαρχής με την άποψη ορισμένων δημοκρατικών στοιχείων του "Στρατιωτικού Συνδέσμου" να καταργηθεί ο βασιλικός θεσμός, που ήταν η κυριότερη αιτία για την κακοδαιμονία του τόπου, ενώ παράλληλα πρότεινε στους στρατιωτικούς τη σύγκληση αναθεωρητικής και όχι συντακτικής Εθνοσυνέλευσης. Οπως αναφέρει σχετικά ο Γεώργ. Φιλάρετος, ο Βενιζέλος από τα τέλη ήδη του Δεκέμβρη του 1909, "είχε πλέον, ως φαίνεται, προσχωρήσει εις το στρατόπεδον των φιλογλυξβουργείων, οίτινες ενθαρρυνθέντες εκ τούτου δραστηρίως ειργάζοντο προς διάσωσιν της κινδυνευούσης δυναστείας"».4
Οι εκλογές και ο ρόλος
του Βενιζέλου
«Τον Αύγουστο του 1910 έγιναν εκλογές, ύστερα από σχετική εισήγηση του Βενιζέλου στα Ανάκτορα, ενώ στην πρώτη Αναθεωρητική Βουλή που προέκυψε από αυτές, οι παλαιοκομματικοί κατόρθωσαν να διατηρήσουν την πλειοψηφία των εδρών. Στη Βουλή, ωστόσο, μπήκαν και τρεις σοσιαλιστές βουλευτές, οι πληρεξούσιοι της Κεφαλονιάς Ν. Μαζαράκης, Κ. Δεστούνης και Πλ. Δρακούλης, που συγκρότησαν την πρώτη αριστερή κοινοβουλευτική ομάδα στη νεότερη ελληνική ιστορία.
Η ομάδα αυτή5, όπως και άλλες ομάδες μέσα στη Βουλή, είχε ζητήσει με επιμονή τη μετατροπή της Εθνοσυνέλευσης σε Συντακτική - ο Μ. Μαζαράκης μάλιστα είχε καταγγείλει τους "αναθεωρητικούς", ανάμεσα στους οποίους περιλαμβανόταν και ο Βενιζέλος, με σκληρά λόγια στη διάρκεια μιας αγόρευσής του, που τη διέκρινε ωστόσο και αρκετή αφέλεια. Οπως είχε τονίσει συγκεκριμένα, "δεν ήθελον την Συντακτικήν οι πλουτοκράται ολιγαρχικοί, οίτινες είχον έρμαια τα κόμματα, διότι ουδέποτε συνεισέφερόν τι υπέρ της πατρίδος. Δεν ήθελον την Συντακτικήν (εκείνοι), οίτινες εξεπόρνευσαν την τιμήν των αδελφών και των θυγατέρων ημών έναντι πινακίου φακής, οι θέλοντες τον εργάτην εργαζόμενον 48 ώρας, ει δυνατόν, την ημέραν και κύπτοντα υπό το βάρος της εργασίας, ενώ αυτοί διασκεδάζουσι με όσα υποφέρει και αποφέρει ο εργάτης. Δεν ήθελον την Συντακτικήν, όσοι ήθελον οι παπαγάλοι και οι γάτες των να είναι ανώτερα από τους εργάτας - (και δεν την ήθελον), διότι εφοβούντο (επίσης) την φορολογίαν των κεφαλαίων, την ελευθεροτυπίαν και τον έλεγχον".6
Ο Βενιζέλος, που σχημάτισε τότε την πρώτη κυβέρνησή του, ψηφίστηκε ανεπιφύλακτα από 150 πληρεξούσιους σε σύνολο 265, επειδή όμως ήθελε να υπάρχει μια Βουλή χωρίς επίμονα διαφωνούντες στους σκοπούς και στις ενέργειές του, δήλωσε ότι δεν τον ικανοποιούσε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας και εισηγήθηκε στον Γεώργιο Γκλίξμπουργκ τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και την προκήρυξη νέων εκλογών. Ο Γκλίξμπουργκ, που δεν ενδιαφερόταν πια για τους χρεοκοπημένους παλιούς πολιτικούς υποταχτικούς του, δέχτηκε την εισήγηση του Βενιζέλου και στις 28 του Νοέμβρη του 1910 έγιναν καινούριες εκλογές, στις οποίες δεν πήραν μέρος τα παλιά πολιτικά κόμματα.
Η Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές αυτές ήταν και πάλι αναθεωρητική. Αυτό ήθελε, άλλωστε, και ο Βενιζέλος, ο οποίος μάλιστα σε προεκλογικό λόγο, που είχε εκφωνήσει το Σεπτέμβρη του 1910 στην πλατεία Συντάγματος, είχε έρθει σε κατάφωρη αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα, υποστηρίζοντας ότι και η νέα Εθνοσυνέλευση έπρεπε να είναι αναθεωρητική και όχι συντακτική, όπως ζητούσαν με ιδιαίτερη επιμονή οι συγκεντρωμένοι».
Ορισμένες κατακτήσεις
«Από τη δεύτερη Αναθεωρητική ή Διπλή Βουλή, στην οποία ο Βενιζέλος είχε κερδίσει 307 έδρες σε σύνολο 364, ψηφίστηκε το νέο ελληνικό Σύνταγμα, με το οποίο προστατεύτηκαν τα ατομικά δικαιώματα, η ελευθερία του Τύπου και η ιδιοκτησία μέσα στα πλαίσια του φιλελεύθερου αστικού πολιτεύματος, καθιερώθηκε η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και η δωρεάν πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καταργήθηκε το φεουδαρχικό καθεστώς της Επτανήσου, κατοχυρώθηκε η ίδρυση γεωργικών συνεταιρισμών, καθορίστηκε η Κυριακή σαν ημέρα υποχρεωτικής αργίας, προωθήθηκε η ασφάλεια των εργαζομένων και η οκτάωρη εργασία, αναγνωρίστηκαν τα εργατικά συνδικάτα της Αθήνας και του Πειραιά, αποκλείστηκε η συμμετοχή των εργοδοτών στις εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και επιτράπηκε η απαλλοτρίωση μεγάλων εκτάσεων γης, αλλά μόνο με αποζημιώσεις. Στην πραγματικότητα ωστόσο το τελευταίο αυτό δεν εφαρμόστηκε - ο Βενιζέλος μάλιστα είχε τότε εμπιστευτεί στον Τούρκο πρεσβευτή στην Αθήνα, ο οποίος είχε εκδηλώσει σχετικά με το θέμα αυτό πολλές ανησυχίες, ότι "διά να γίνη απαλλοτρίωσις και διανομή κτημάτων, εχρειάζετο ειδικός νόμος, τον (δε) νόμον τούτον θα απέφευγε η κυβέρνησις να ψηφίση. Αι δηλώσεις, (εξ άλλου, αι ιδικαί του περί απαλλοτριώσεων) απέβλεπον εις λόγους δημοσίας τάξεως, διότι έδει να κατευνασθή η εξεγερθείσα γνώμη των γεωργών της Θεσσαλίας"».7
1. Γ. Ασπρέα: «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος», εκδόσεις «Χρήσιμα Βιβλία», τόμος Γ' σελ. 111.
2. Η ρωσική επανάσταση του 1905 είχε σχολιαστεί πολύ θετικά από το σύνολο σχεδόν των ελληνικών εφημερίδων της πρωτεύουσας και των επαρχιών. Οπως έγραφε ο Γερμανός της Πάτρας, φ. 1 Νοεμβρίου 1905, «σύμπαν το ρωσικόν έθνος είχεν εξεγερθή και εζήτει την αλλαγήν της καταστάσεως [...] η δε σύρραξις ήθελεν είσθαι φοβερά και ανωτέρα της Γαλλικής Επαναστάσεως».
3. Νικ. Ζορμπά, «Απομνημονεύματα», Αθήναι, 1925, σελ. 5.
4. Γεωργ. Φιλάρετου, «Εκλογή πολιτεύματος», Αθήναι, 1974, σελ. 17.
5. Η ομάδα εκλέχτηκε κάτω από τη σημαία του δρακουλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Δέκα χρόνια αργότερα ωστόσο οι σοσιαλιστικές δυνάμεις της Κεφαλονιάς συρρικνώθηκαν και αρκετοί ηγέτες της αυτομόλησαν στα αστικά κόμματα. Οι πιο πολλοί από τους αυτόμολους αυτούς συντάχτηκαν με το βενιζελισμό, αρκετοί όμως προχώρησαν πιο δεξιά, όπως ο Κ. Δεστούνης, που έγινε βασιλικός, και ο Βρασίδας Αλεξάτος, που προσχώρησε στους μεταξικούς. Μερικοί, πάντως, παρέμειναν πιστοί στη σοσιαλιστική ιδεολογία και αργότερα έχτισαν την πρώτη κομμουνιστική οργάνωση στο νησί.
6. «Αι αγορεύσεις του Ελληνικού Κοινοβουλίου» κλπ., τόμ. Α', σελ. 221.
7. Βλ. Δημ. Μπούσδρα, «Η απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών», Αθήναι, 1915, σελ. 223.


Επιμέλεια:
Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ