ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
Στην τελευταία διακυβερνητική διάσκεψη (Συνθήκη Νίκαιας, Δεκέμβρης 2000) αποφασίστηκαν μια σειρά από θεσμικές αλλαγές, αναγκαίες για την προσαρμογή του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού στον οξυμένο ανταγωνισμό με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα για ένα προσωρινό και ασταθή συμβιβασμό των αντιθέσεων μεταξύ των Κρατών-Μελών (Κ-Μ). Μεταξύ των τροπολογιών υπήρχε και μία που αφορούσε τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και συνοδευόταν από μία σχετική δήλωση[1].
Η ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ
Σήμερα στο ευρωκοινοβούλιο υπάρχουν 626 βουλευτές που προέρχονται από 130 εθνικά πολιτικά κόμματα. Οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χωρίζονται σε 8 πολιτικές ομάδες, ενώ υπάρχουν και 14 ανεξάρτητοι βουλευτές. Οι κοινοβουλευτικές ομάδες αποτελούν τους φορείς έκφρασης των κομμάτων -εθνικών ή ευρωπαϊκών- και ως προς αυτό δεν προβλέπονται αλλαγές. Μέχρι τη Συνθήκη της Νίκαιας η χρηματοδότηση αφορούσε μόνο τις κοινοβουλευτικές ομάδες. Τα ευρωπαϊκά κόμματα δεν χρηματοδοτούντο αυτοτελώς.
Ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα είναι: Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ/ΕΔ), το 1992 ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚ) και το 1993 ακολούθησαν οι Φιλελεύθεροι (ΦΙΛ) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των Πρασίνων Κομμάτων (ΠΡΣ/ΕΕΣ), τα οποία εκφράζονται με τις αντίστοιχες κοινοβουλευτικές ομάδες.
Οι πολιτικές ομάδες αυτή τη στιγμή είναι οι εξής:
Η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος/ΕυρωπαίωνΔημοκρατών (ΕΛΚ/ΕΔ) με 232 βουλευτές, στην οποία ανήκει το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚ) με 181 βουλευτές, που ανήκει το ΠΑΣΟΚ.
Η Ομάδα του Ευρωπαίκού Κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών και Μεταρρυθμιστών (ΦΙΛ) με 52 βουλευτές.
Η Ομάδα των Πρασίνων/Ελεύθερης Ευρωπαϊκής Συμμαχίας (ΠΡΣ/ΕΕΣ) με 46 βουλευτές.
Η Ομάδα της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς/Βόρειας Πράσινης Αριστεράς (ΕΕΑ/ΒΠΑ) με 42 βουλευτές, στην οποία ανήκει το ΚΚΕ, το ΔΗΚΚΙ και ο ΣΥΝ.
Η Ομάδα της Ενωσης για την Ευρώπη των Εθνών (ΕΕΕ) με 21 βουλευτές.
Η Τεχνική Ομάδα των Ανεξάρτητων βουλευτών (ΤΑΒ) με 19 βουλευτές.
Η Ομάδα για την Ευρώπη της Δημοκρατίας και της Διαφοράς (ΕΔΔ) με 18 βουλευτές και οι Μη Εγγεγραμμένοι (ΜΕ) που είναι 15 βουλευτές.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήδη από τη δεκαετία του 1980 ζητά, να υπάρξει νομική βάση για το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ προβλέφτηκε για πρώτη φορά νομική βάση για τα πολιτικά κόμματα, με την αναφορά ότι τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν μεγάλη σημασία ως παράγοντες της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Πιο ειδικά ορίζεται στο άρθρο 191 της Συνθήκης ΕΚ ότι «τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ολοκλήρωση στα πλαίσια της Ενωσης. Συμβάλλουν στη δημιουργία ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ενωσης».
Στη συνέχεια, η Συνθήκη της Νίκαιας (Δεκέμβρης 2000) διεύρυνε το άρθρο 191 για να αποτελέσει τη νομική βάση δημιουργίας και χρηματοδότησης ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Μετά τη Νίκαια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με το καταστατικό και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, την οποία συζήτησε και αποδέχτηκε με 349 ψήφους υπέρ, 80 κατά και 17 αποχές το ευρωκοινοβούλιο, υιοθετώντας ταυτόχρονα ορισμένες τροπολογίες για τη διενέργεια ελέγχων και την ενίσχυση της διαφάνειας σε ό,τι αφορά τα οικονομικά των εν λόγω κομμάτων.
Τα κυριότερα σημεία του κανονισμού είναι:
Η υποχρέωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων να έχουν καταστατικό, πρόγραμμα και δραστηριότητες σύμφωνα με τις καπιταλιστικές αρχές της ΕΕ και με έλεγχο από ανεξάρτητη επιτροπή εξεχουσών προσωπικοτήτων για την τήρησή τους, όπως φαίνεται στις τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 1 (καθορίζει βασικούς άξονες καταστατικού) του προτεινόμενου κανονισμού[2], που είναι οι εξής:
α) Οτι το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα είναι εγκαταστημένο στην ΕΕ, β) ότι έχει συστήσει πολιτική ομάδα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου ή έχει την πρόθεση να συστήσει τέτια ομάδα ή να συμμετάσχει σε ήδη υφιστάμενη ομάδα γ) ότι, με βάση το πρόγραμμά του και τις δραστηριότητές του, τηρεί τις θεμελιώδεις αρχές που καταγράφονται στη συνθήκη για την ΕΕ όσον αφορά τη δημοκρατία, το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου.
Χρηματοδότηση δικαιούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα που έχουν εκλεγμένους σε ευρωπαϊκό ή εθνικό ή περιφερειακό κοινοβούλιο, σε πέντε τουλάχιστον Κ-Μ ή έχουν 5% των ψήφων στις τελευταίες εκλογές σε 5 τουλάχιστον Κ-Μ, δημοσιοποιώντας τον προϋπολογισμό και τους λογαριασμούς τους και ελεγχόμενα δημοσιονομικά από υπηρεσία εξωτερικών και ανεξάρτητων ελεγκτών.
Οι πόροι κατανέμονται ως εξής: το 15% σε όλα τα κόμματα και το 85% στα ευρωπαϊκά κόμματα που έχουν εκλεγμένους στο ευρωκοινοβούλιο ανάλογα με τον αριθμό των ευρωβουλευτών.
Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ
ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
Από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον κανονισμό του Συμβουλίου και τα ψηφίσματα του ευρωκοινοβουλίου δεν καθορίζεται λεπτομερειακά η δομή των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων (τρόπος εκλογής, λήψη αποφάσεων κλπ.) όμως καθορίζονται οι γενικές αρχές, οι όροι και προϋποθέσεις της δημιουργίας τους. Ετσι αυτά τίθενται από το διακρατικό ιμπεριαλιστικό κέντρο και δεν είναι αποτέλεσμα εθελοντικής συνεννόησης για δράση με βάση κοινούς ιδεολογικοπολιτικούς άξονες. Υποχρεώνουν σε αποδοχή των συνθηκών του αντιδραστικού, αντιλαϊκού οικοδομήματος της ΕΕ. Αυτή την έννοια έχει το άρθρο 1, παρ. γ του κανονισμού, ότι το καθένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα θα βασίζει το πρόγραμμα και τις δραστηριότητές του στις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ για τη δημοκρατία, το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Δηλαδή, σεβασμό στη δικτατορία των ευρωπαϊκών μονοπωλίων που ονομάζουν κράτος δικαίου με ευρωαστυνομία, συνθήκη Σένγκεν, ευρωένταλμα, ευρωστρατό, νόμους κρατικής τρομοκρατίας κ.ά., για να συνεχίζουν να επιβάλλουν όλο και πιο σκληρά αντιλαϊκά προγράμματα λιτότητας, σε εργαζόμενους με όλο και λιγότερα δικαιώματα και ελευθερίες, προκειμένου να διασφαλίζουν τα κέρδη του κεφαλαίου.
Αλλά και ο έλεγχος των λογαριασμών των κομμάτων και η δημοσιοποίηση των δωρεών (εισφορών) εκπορεύεται από την ίδια αντιδραστική λογική που προωθείται και στο ελληνικό κοινοβούλιο από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο όνομα, δήθεν, της διαφάνειας, στην πραγματικότητα για να αυξηθεί η αστυνόμευση της πολιτικής δράσης.
Συμπέρασμα: Από τα παραπάνω προκύπτει η προσπάθεια παρέμβασης που γίνεται, για να δημιουργηθεί πλαίσιο συνασπισμού κομμάτων (ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα), προσαρμοσμένο στο γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών, οικοδομώντας έτσι κόμματα με τις προδιαγραφές της ιμπεριαλιστικής ιδεολογίας και επιχειρώντας να απαξιώσει και με αυτό τον τρόπο στις συνειδήσεις των λαών το πρωταρχικό πεδίο ταξικής πάλης, που είναι ο εθνικός χώρος. Οι αρχές, όροι και υποχρεώσεις (προϋποθέσεις άρθρου 1) οδηγούν στην ουσία στον αποκλεισμό κομμάτων που έχουν αντικαπιταλιστικό και αντιευρωενωσιακό χαρακτήρα.
ΟΙ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
Κατά καιρούς έχει συζητηθεί στο ευρωκοινοβούλιο το θέμα των ευρωπαϊκών κομμάτων[3]. Κατά τη διεξαγωγή της έχουν εκφραστεί διάφοροι προβληματισμοί και έχουν γίνει προτάσεις, χωρίς να ληφθούν αποφάσεις, για εκλογή ενός ποσοστού ευρωβουλευτών, μέσα από ενιαίο ευρωψηφοδέλτιο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Το 1998 η Επιτροπή Θεσμικών Θεμάτων με εισήγηση της[4] στο Ευρωκοινοβούλιο ανέφερε χαρακτηριστικά τα εξής: «Η ιδέα των υπερεθνικών ψηφοδελτίων για τις ευρωεκλογές η οποία πριν μερικά χρόνια κρίθηκε ως ουτοπία, σήμερα κερδίζει έδαφος. Ενα σύστημα του είδους αυτού θα αφορούσε το 10% του συνόλου των εδρών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα συνέβαλε αναμφίβολα στη δημιουργία μίας νέας ευρωπαϊκής πολιτικής συνειδήσεως και στη δημιουργία πραγματικών ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Εξάλλου, θα έδιδε στις ευρωεκλογές μία διάσταση που θα ήταν περισσότερο ευρωπαϊκή και θα είχε μικρότερη σχέση με τα εθνικά πολιτικά διακυβεύματα», προτείνοντας μάλιστα να εφαρμοστεί από τις ευρωεκλογές του 2009. Αλλά και αργότερα σε ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Συμπληρωματική συμβολή της Επιτροπής στη διακυβερνητική διάσκεψη για τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις - Το καθεστώς των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων»[5] αναφέρεται: «Η επιτροπή πρότεινε ... να εκλέγεται στο μέλλον ένα μέρος των ευρωβουλευτών βάσει πανευρωπαϊκών καταλόγων. Η ιδέα αυτή οδηγεί κατά τρόπο φυσικό στην αναγνώριση του καθεστώτος των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα συνέβαλε στο να συνειδητοποιηθεί από τους εκλογείς η ευρωπαϊκή διάσταση της πολιτικής ζωής (σελ.2)».
Στην τελευταία συζήτηση το Μάη του 2001 συζητήθηκε και εγκρίθηκε η έκθεση[6] της κ. SCHLEICHER Ευρωβουλευτού από το ΕΛΚ, για τη χρηματοδότηση και το καταστατικό των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Αποδεχόμενη τα βασικά σημεία της πρότασης κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[7] ανέφερε μεταξύ άλλων στην αιτιολογική της έκθεση[8]: «Ο έλεγχος αυτών των προϋποθέσεων (του ευρωπαϊκού κόμματος) πραγματοποιείται με την υποβολή καταστατικού στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Από το καταστατικό αυτό πρέπει να προκύπτει επίσης σαφώς η δημοκρατική εσωτερική δομή του κόμματος: πρέπει τα ηγετικά στελέχη να εκλέγονται δημοκρατικά, το κόμμα να τηρεί τις θεμελιώδεις αρχές που καταγράφονται στη Συνθήκη και στο χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, όσον αφορά τη δημοκρατία, το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου». Σε άλλο σημείο: «Τα κόμματα οφείλουν να δηλώνουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους λογαριασμούς και τις πηγές χρηματοδότησης τους, συμπεριλαμβανομένων όλων των παροχών τρίτων. Επιπλέον, η πρόταση κανονισμού προβλέπει ενιαίες διαδικασίες εκθέσεων, λογιστικής και ελέγχου των λογαριασμών, καθώς και εξωτερικό και ανεξάρτητο έλεγχο των λογαριασμών των κομμάτων». Εισηγητικά στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου[9], ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το κονδύλι για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα προβλέπεται στη γραμμή Β3-500 του κοινοτικού προϋπολογισμού και ανέρχεται σε 7 εκατ. ευρώ για όλα τα πολιτικά κόμματα (2,3 δισ. δρχ. για 626 βουλευτές). Καθορίζεται επίσης ο τρόπος κατανομής του ποσού αυτού. Ηδη από το Φλεβάρη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υποβάλει σχέδιο κανονισμού που προβλέπει διατάξεις για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα. Ανάμεσα στις διατάξεις αυτές αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι τα κόμματα θα πρέπει να καταθέσουν το καταστατικό τους, με την υπόδειξη ότι θα πρέπει να αποδεικνύει τον ευρωπαϊκό τους χαρακτήρα και να σέβεται τις θεμελιώδεις αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Σε άλλο πάλι σημείο αναφέρει ότι «τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα δεν επιτρέπεται να ενισχύουν τα εθνικά κόμματα με τα κονδύλιά τους για τη διεξαγωγή προεκλογικών αγώνων ή άλλου είδους εκδηλώσεων».
Επίσης εγκρίθηκε από την ολομέλεια του ΕΚ σειρά τροπολογιών, που κύριο στόχο είχαν να καταστήσουν ακόμα πιο αυστηρές τις προβλέψεις σχετικά με τον έλεγχο και τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. «Ετσι προβλέπεται ότι τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να δημοσιοποιούν τις δωρεές που λαμβάνουν (οι ανώνυμες δωρεές απαγορεύονται) καθώς και να επιτρέπουν οι λογαριασμοί τους και γενικότερα τα οικονομικά τους να γίνονται αντικείμενο εξωτερικού ελέγχου. Επιχειρήσεις του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα δε θα πρέπει να μπορούν ούτε να κάνουν δωρεές σε ευρωπαϊκά κόμματα, αλλά ούτε και να γίνονται μέλη τους. Κόμματα τα οποία θα έχουν λάβει χρηματοδότηση, υπό όρους όμως που αντίκεινται στις διάφορες προϋποθέσεις του σχετικού Κανονισμού και ιδίως όσον αφορά το σεβασμό των αρχών της δημοκρατίας, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, καθώς και του ελέγχου και της διαφάνειας των οικονομικών, αλλά και της τήρησης της αρχής του χωρισμού από τους εθνικούς πολιτικούς σχηματισμούς, θα είναι δυνατόν να τύχουν αναστολής της κοινοτικής χρηματοδότησης, ενώ θα πρέπει επίσης να επιστρέψουν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά. Εκτός αυτού προβλέπεται και η δυνατότητα επιβολής χρηματικών ποινών»[10].
Σε ό,τι αφορά τις απόψεις των πολιτικών ομάδων του ευρωκοινοβουλίου, κύρια σημεία των τοποθετήσεών τους αναφέρονται από τα πρακτικά[11]:
O εκπρόσωπος της ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος/Ευρωπαϊκή Δημοκρατία (ΕΛΚ/ΕΔ), (Hans-Gert POETTERING) υπογράμμισε ότι «το καθεστώς το οποίο θα υιοθετηθεί τελικά αναφορικά με τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα είναι εξαιρετικής σημασίας για το μέλλον του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Παρόλη την κριτική που ενδεχομένως ακούγεται ή ακούστηκε (στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου), υπάρχει μία γενική συναίνεση για την καθιέρωση ενός σαφούς καθεστώτος, ενώ θα πρέπει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) να σκεφθεί τρόπους, ούτως ώστε να εμποδιστεί στο μέλλον μια μειοψηφία, η οποία αντιτίθεται στην πρόοδο της Ευρώπης, να προβάλλει προσκόμματα στη διαδικασία ενοποίησης». Τόνισε ότι «αυτό το οποίο χρειάζεται το ΕΚ είναι περισσότερη διαφάνεια, αλλά και να συνεχίσει να καταβάλλει προσπάθειες για να φέρει ακόμη πιο κοντά του τα κόμματα από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Θα πρέπει πάντως στο πλαίσιο της υιοθέτησης του καθεστώτος για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα να τους αναγνωρισθεί η νομική προσωπικότητα».
Ο εκπρόσωπος της ομάδας του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚ), (Enrique BARSN CRESPO) τόνισε ότι «πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική στιγμή για την ευρωπαϊκή δημοκρατία καθώς η συζήτηση γίνεται πλέον για τους πρωταγωνιστές της, δηλαδή τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα... Αυτό που χρειάζεται να γίνει τώρα είναι η απόφαση που θα ληφθεί να μην παραμείνει μια απλά θεωρητική διακήρυξη αρχών, αλλά να μετουσιωθεί σε πράξη δίνοντας σάρκα και οστά στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, τα οποία θα πρέπει επιπλέον να αναπτυχθούν ανεξάρτητα και να μην αποτελέσουν απλά παραρτήματα των πολιτικών ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου... Η σχετική συζήτηση που ανοίγει σήμερα θα πρέπει να συνεχισθεί για να δημιουργηθεί μαζί με την κοινωνία μια κοινή πολιτική βούληση σε μια κρίσιμη καμπή της ευρωπαϊκής οικοδόμησης».
Ο εκπρόσωπος της ομάδας των Φιλελευθέρων (ΦΙΛ), (Jules MAATEN) είπε: «Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα …πρέπει συνεπώς να μπορούν να λειτουργούν ανεξάρτητα και αυτόνομα... Προέχει λοιπόν να θεσπιστεί ένα διαφανές καθεστώς χρηματοδότησης, καθώς χρειάζεται «σταθερότητα στη δημοκρατία». Ενόψει δε της διεύρυνσης, τα νέα κόμματα των υποψηφίων χωρών θα πρέπει να αισθάνονται οικεία στο νέο πολιτικό τοπίο όπου θα δραστηριοποιούνται, κάτι το οποίο εξυπηρετεί η πρόταση...». Εκφράζοντας λοιπόν την υποστήριξή του στην πρόταση του ψηφίσματος ο κ. ΜΑΑΤΕΝ κατέληξε τονίζοντας «…ότι δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί ο προτεινόμενος μηχανισμός για την ενίσχυση αμιγώς εθνικών πολιτικών κομμάτων».
Η εκπρόσωπος της ομάδας των Πρασίνων/Ελεύθερη Ευρωπαϊκή Συμμαχία (ΠΡΣ/ΕΕΣ), (Nelly MAES) υποστήριξε ότι «η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων είναι ειδικότερα σημαντική. Για να γίνει όμως αυτό τα ευρωπαϊκά κόμματα χρειάζονται χρήματα. Αυτά θα πρέπει να τους δοθούν με συγκεκριμένο και διαφανή τρόπο και όχι με τον μέχρι σήμερα ανορθόδοξο τρόπο χρηματοδότησης. Γι' αυτό θα πρέπει να καθορισθεί ένα καλύτερο πλαίσιο που θα εγγυάται τον έλεγχο και τη διαφάνεια. Η πολιτική της ομάδα διαφωνεί με το να μπορούν να δίνονται δωρεές από εταιρίες. Το σημαντικό είναι να εξασφαλισθεί η αυτονομία και η ανεξαρτησία των βουλευτών και των κομμάτων. Είναι γνωστό ότι κάθε χώρα έχει τα δικά της μικρά σκάνδαλα. Γι' αυτό το λόγο οι δωρεές θα πρέπει να είναι διαφανείς· να είναι γνωστό από που προέρχονται τα κονδύλια και σε τι ακριβώς χρησιμεύουν. Από την άλλη πάλι, ο σχηματισμός των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων θα πρέπει να είναι εφικτός και ανοικτός χωρίς εξαιρετικά υψηλά κριτήρια και κατώφλια. Η πρόβλεψη του κριτηρίου των 5 κρατών μελών ως ελάχιστου κατωφλίου για ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα είναι ένα καλό κριτήριο. Τα περιθώρια χρηματοδότησης θα πρέπει επίσης να καθορίζονται λεπτομερειακά, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος της ύπαρξης «μυστικών κονδυλίων». Και βεβαίως απαράβατη αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει ν΄ αποτελεί ο σεβασμός των θεμελιωδών αρχών της Ενωσης».
Η Γερμανίδα ευρωβουλευτής του PDS, Sylvia-Yvonne KAUFMANN που εκπροσωπούσε την Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά/Βόρεια Πράσινη Αριστερά (ΕΕΑ/ΒΠΑ), τόνισε ότι «η Ενιαία Ευρωπαϊκή Αριστερά απαρτίζεται από πολλά κόμματα των οποίων οι πεποιθήσεις και οι ευαισθησίες ήταν ενίοτε διαφορετικές· έτσι, ορισμένα μέλη διερωτώνται πόσο σκόπιμη είναι η υποβολή της πρότασης του ψηφίσματος, δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι δραστηριοποιούνται σε εθνικό επίπεδο και όχι κατ’ ανάγκη σε ευρωπαϊκό· τίθεται λοιπόν το ερώτημα κατά πόσο οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όντως εκπροσωπούν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και όχι την εθνική κοινή γνώμη. Πράγματι, οι υφιστάμενες ευρωπαϊκές πολιτικές ομάδες έχουν δυστυχώς, συχνά, πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους», επεσήμανε η κ. KAUFFMANN, τονίζοντας ότι «στη Γερμανία π.χ., υπάρχουν πολίτες οι οποίοι είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί έναντι των κομμάτων: μόνο 3% των Γερμανών είναι οργανωμένα μέλη ενός κόμματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εμπνέονται από δημοκρατικές πεποιθήσεις. Καλό είναι λοιπόν να μη συγχέουμε το δημοκρατικό αίσθημα κατανάγκη με ένα κόμμα». Η ίδια προσωπικά, ωστόσο, εξέφρασε «την υποστήριξή της προς την έκθεση, στο μέτρο το οποίο εξυπηρετείται η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων και των συνεισφορών και στο μέτρο στο οποίο δημιουργείται ασφάλεια δικαίου, παραδεχόμενη ότι η υφιστάμενη πρακτική πράγματι δεν μπορεί να συνεχιστεί όπως καταδεικνύει και η κριτική που άσκησε το Ελεγκτικό Συνέδριο».
Ο Josι RIBEIRO E CASTRO εκπρόσωπος της Ενωσης για την Ευρώπη των Εθνών (EEE) τόνισε ότι «οι απόψεις του δεν εκπροσωπούν όλα τα μέλη της πολιτικής του ομάδας καθώς υπάρχουν διιστάμενες απόψεις. Ολοι πάντως συμφωνούν επί της αρχής ότι η πλειοψηφία δεν μπορεί και δεν πρέπει να παίρνει αποφάσεις σε βάρος της νομιμότητας. Πώς εφαρμόζεται συγκεκριμένα το άρθρο 208 της Συνθήκης; Τι γίνεται με τη Συνθήκη της Νίκαιας που δεν έχει ακόμα επικυρωθεί; Πώς θα διασφαλιστεί η νομιμότητα όταν δημιουργείται μια άλλη έννοια των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων», διερωτήθηκε ο κ. RIBEIRO. «…Ο κανονισμός που πρόκειται να εκδοθεί είναι κατά των κομμάτων, καθώς στερείται νομικής βάσης και δεν προβλέπεται στη Συνθήκη... Το άρθρο 191 της Συνθήκης λέει για το σημαντικό ρόλο των κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως παραγόντων της ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δε δίνει όμως κανένα δικαίωμα για μια διακριτική μεταχείριση εις βάρος των κομμάτων. Οι μοναδικές διαφοροποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με βάση την εκλογική τους δύναμη και όχι βάσει μυστικών μηχανισμών. Είναι αδιανόητο να διατυπώνονται προτάσεις σαν την εξεταζόμενη, οι οποίες καταπατούν βάναυσα το πνεύμα της δημοκρατίας».
Εκ μέρους της Ευρώπης της Δημοκρατίας και της Διαφοράς ΕΔΔ ο Jens-Peter BONDE επισήμανε ότι «μπορεί η Συνθήκη της Νίκαιας να εισάγει τη νομική βάση του άρθρου 308 για την υποστήριξη των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτό όμως δε συναντάται στη Συνθήκη του Αμστερνταμ. Συνεπώς, η ίδια η βάση της πρότασης είναι παράτυπη καθώς δεν έχει επικυρωθεί η Συνθήκης της Νίκαιας. Ακόμη όμως και αν είχε συμβεί αυτό, η Συνθήκη της Νίκαιας δε μιλά για υπερεθνικά κόμματα, τα οποία ουσιαστικά επιθυμεί να χρηματοδοτήσει η κ. SCHLEICHER (πρόταση του κανονισμού). Η ενίσχυση όμως κάποιων κομμάτων και όχι κάποιων άλλων αντιβαίνει στο πνεύμα της δημοκρατίας, και καταπατά τις επιλογές των εκλογέων, καθώς δε θα είναι πλέον ισότιμος ο ανταγωνισμός κατά μια -εκ των πραγμάτων- διαβλητή εκλογική διαδικασία».
Ο Olivier DUPUIS εκπρόσωπος από την Τεχνική ομάδα Ανεξάρτητων Βουλευτών (ΤΑΒ, I) ανέφερε ότι «τα χθεσινά και τα σημερινά γεγονότα αποτελούν έναν ακόμα σκοτεινό σταθμό στην ιστορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το τελευταίο συμπεριφέρθηκε στην υπόθεση αυτή ως «Κοινοβούλιο τσαρλατάνων και γελωτοποιών» και είναι βέβαιο ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα έχει ευρύτατο πεδίο δράσης». Διερωτήθηκε δε «αν όλα αυτά γίνονται για να υπάρξει καταδίκη του ΕΚ από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καθώς μόνο τυφλός δεν μπορεί να δει ότι υπάρχει πρόβλημα νομικής βάσης στην πρόταση κανονισμού. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχουν και άλλα σημεία. Γίνεται π.χ. λόγος για κόμματα που θα πρέπει να έχουν διαρκή χαρακτήρα. Τι θα πει αυτό; Πώς διαπιστώνεται η διάρκεια ενός κόμματος; Το Προεδρείο του ΕΚ θα κληθεί δηλαδή να αποφασίσει κατά πόσο ένα κόμμα είναι άξιο να δεχθεί ή όχι χρηματοδότηση; Πρόκειται δηλαδή για ένα είδος απονομής πολιτικής δικαιοσύνης; Τα πολιτικά κόμματα είναι ή τουλάχιστον θα πρέπει να είναι η έκφραση της κοινωνίας των πολιτών. Συνεπώς ή, η κοινωνία των πολιτών θα δώσει χρήματα στα κόμματα για να επιβιώσουν, γιατί την εκφράζουν ή, θα είναι καταδικασμένα να εκλείψουν γιατί δεν την εκφράζουν. Αυτό που γίνεται με την πρόταση κανονισμού που συζητείται σήμερα, είναι στην πραγματικότητα ένα ακόμα βήμα στην κατεύθυνση της γραφειοκρατικοποίησης της Ευρώπης και της κοινωνίας της. Πρόκειται για κόμματα που ζουν εν κενώ και χωρίς την κοινωνία. Αυτό δείχνει άλλωστε και το Ευρωβαρόμετρο των τελευταίων μηνών· δηλαδή την όλο και μεγαλύτερη απόκλιση μεταξύ της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και της ευρωπαϊκής κοινωνίας». Και καταλήγοντας ο κ. DUPUIS τόνισε ότι «αυτό που στην πραγματικότητα γίνεται σήμερα είναι η δημιουργία ενός νέου φόρου σε βάρος των ευρωπαίων πολιτών που τους εξαναγκάζει να χρηματοδοτούν την ευρωπαϊκή κομματική γραφειοκρατία. Πρόκειται για πράγματα αδιανόητα που στρέφονται κατά των πολιτών, και γι' αυτό η πολιτική του ομάδα θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την ακύρωση αυτού του κανονισμού».
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι οι πολιτικές ομάδες που έχουν σχηματίσει ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και είναι σύμφωνες με την ΕΕ και την ολοκλήρωσή της, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και των σχεδιασμών τους, υπερθεματίζουν και υποστηρίζουν το ξεπέρασμα νομικών εμποδίων για το καταστατικό και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Με αυτή την έννοια το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν έχουν κανένα πρόβλημα για να λειτουργούν εντός του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού και Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος αντίστοιχα, αφού συμφωνούν πλήρως με τις αρχές λειτουργίας τους.
Η Ευρωκοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ λειτουργεί μέσα από την αριστερή ομάδα GUE/NGL, που βασίζεται στη χαλαρή συνεργασία, όπου κάθε πολιτική συνιστώσα κρατάει το δικαίωμα να λέει και να ψηφίζει σύμφωνα με τις αρχές και θέσεις του κόμματος που εκπροσωπεί. Μέσα στην ομάδα της GUE/NGL υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις για μια σειρά ζητήματα π.χ. για την ΕΕ και το μέλλον της, για τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και οργανισμούς, για την κεντροαριστερά, για την τρομοκρατία κ.ά. Δεν υπάρχει λοιπόν ενιαία αντίληψη για βασικά ιδεολογικά πολιτικά ζητήματα, γι’ αυτό η κάθε συνιστώσα κρατά το δικαίωμα της άποψής της. Θεωρούμε λοιπόν ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει και από αυτή τη σκοπιά ενιαίο αριστερό ευρωπαϊκό κόμμα. Γιατί σε αυτή την περίπτωση θα φιμώνονται θεμελιακές διαφορές του ΚΚΕ ή άλλων συνιστωσών που βρίσκονται σε αντίθεση με την πλειοψηφούσα άποψη, π.χ. στο θέμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην ΟΔ Γιουγκοσλαβίας. Οι περισσότερες συνιστώσες στην GUE/NGL είχαν ανοχή ή και στήριζαν αυτόν τον πόλεμο, όπως το Γαλλικό ΚΚ και το Κόμμα των Ιταλών Κομμουνιστών που ήταν συνεργαζόμενοι στις κυβερνήσεις των χωρών τους κατά τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας. Επίσης, διαφορετικές θέσεις υπάρχουν και για την ίδρυση ευρωπαϊκού αριστερού κόμματος. Δε συμφωνούν με τη δημιουργία του τα κόμματα από Δανία, Σουηδία, Φινλανδία Πορτογαλία, ΚΚΕ, άλλα κρατούν στάση αναμονής και άλλα είναι υπέρ.
Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ
Το ΚΚΕ είχε έγκαιρα ασχοληθεί με το θέμα του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Στην απόφαση της ΚΕ για τις εξελίξεις στην ΕΕ, μεταξύ άλλων ανεφέρεται: «Είναι εμφανής η προσπάθεια να επιβληθεί (μέσω των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων) ένα κλασσικό ή αναπαλαιωμένο δικομματικό σύστημα στην ΕΕ και σε όλες τις χώρες, με τις συμμαχίες του, τις παραφυάδες του, τα αναχώματά του απέναντι στο λαϊκό κίνημα, με στόχο να αποκλείσει με έναν δημοκρατικό μανδύα τις διαφορετικές πολιτικές εκφράσεις στην κοινωνία και κάθε φωνή αντίστασης στα ιμπεριαλιστικά σχέδια... Πραγματικός τους στόχος είναι να δημιουργηθούν πρόσθετες ασφαλιστικές δικλείδες για τον εγκλωβισμό, την ενσωμάτωση και τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Να μειωθεί και να αποδυναμωθεί σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου ο ρόλος των κομμάτων που αντιτίθενται στην ΕΕ και στην προώθηση της «ευρωπαϊκής ιδέας» και της «ευρωπαϊκής συνείδησης». Δεν πρόκειται για προώθηση της διεθνιστικής ιδέας, αλλά για τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική ενοποίηση»[12].
Γι’ αυτό και η ευρωκοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ καταψήφισε την έκθεση και τον κανονισμό για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, αναφέροντας ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Σ. Κόρακας μεταξύ άλλων τα εξής: «Με δέλεαρ ειδικά οικονομικά κίνητρα, νομοθετούνται δεσμευτικοί, στην ουσία, κανόνες για την ίδρυση και λειτουργία των Ευρωπαϊκών Κομμάτων. Οι αυστηρές αυτές δεσμεύσεις αφορούν αφ’ ενός το καταστατικό τους και αφ' ετέρου την εκλογική δύναμη που πρέπει να συγκεντρώνει ένα κόμμα για να θεωρηθεί «Ευρωπαϊκό» και να τύχει της σχετικής χρηματοδότησης. Ετσι, το κόμμα αυτό «πρέπει να έχει σαφείς ευρωπαϊκούς στόχους, όπως είναι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έστω και αν η προσέγγισή του φαίνεται αντίθετη». Αυτό το «φαίνεται» είναι πολύ ύποπτο. Θα εγκριθεί ένα Κόμμα που, όπως το ΚΚΕ δε φαίνεται απλώς να έχει, αλλά «έχει» σαφώς αντίθετη προσέγγιση στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση; Παρακάτω αναφέρεται ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, αν διακηρύττει την «αδιαλλαξία». Δηλαδή, η διακηρυγμένη αδιαλλαξία απέναντι στο φασισμό ή, πολύ περισσότερο στον ταξικό αντίπαλο και την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, είναι απαγορευτικός όρος;
Σε ό,τι αφορά την εκλογική δύναμη, προτείνεται ότι το κόμμα θα πρέπει είτε να έχει εκλεγμένους αντιπροσώπους στο Ευρωκοινοβούλιο ή στα εθνικά κοινοβούλια τουλάχιστον σε 5 κράτη-μέλη (ή στο 1/3 των κρατών-μελών ή στο 1/4 μελλοντικά των κρατών, μελών σύμφωνα με τη σημερινή ψηφοφορία), είτε να έχει πάρει στις τελευταίες Ευρωεκλογές τουλάχιστον 5% σε τουλάχιστον 5 κράτη-μέλη (ή στο 1/3 των κρατών-μελών ή στο 1/4 μελλοντικά των κρατών-μελών). Πρόκειται για άμεση παρέμβαση στο εκλογικό σύστημα κάθε χώρας με την εισαγωγή υψηλότατων εκλογικών ποσοστών, που στην πράξη θα αποκλείσουν εκείνες τις φωνές που τάσσονται ενάντια στο λεγόμενο «ευρωπαϊκό ιδεώδες», δηλαδή στην ιμπεριαλιστική φύση της ΕΕ.
Τέλος, στο όνομα της διαφάνειας, προβλέπεται η δημοσιοποίηση των εισφορών. Αφού όμως δεν μπαίνει κανένα όριο στο ύψος της εισφοράς, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι θα καταγράφονται τα ονόματα ακόμη και των μελών ή των φίλων ενός κόμματος που καταθέτουν τη συνδρομή τους σε αυτό. Η έκθεση θεωρεί κατάκτηση στον τομέα της διαφάνειας την απαγόρευση δωρεών προς ένα κόμμα από επιχειρήσεις του Δημοσίου. Αλοίμονο αν έλεγε το αντίθετο! Το πρόβλημα όμως είναι οι δωρεές του παντοδύναμου ιδιωτικού τομέα, για τον οποίο τηρεί σιγή ιχθύος.
Η επιχειρούμενη υποχρεωτική δημιουργία ευρωπαϊκών κομμάτων αποτελεί ωμή επέμβαση στο πολιτικό σύστημα κάθε χώρας. Στοχεύει στην αποδυνάμωση του ρόλου των εθνικών κομμάτων και ιδίως εκείνων που αντιτίθενται στην ΕΕ. Τα κόμματα είναι φορείς που θα πρέπει να εκφράζουν την ελεύθερη βούληση των μελών τους, τόσο σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα τους όσο και τους κανόνες λειτουργίας τους. Με την, από τα πάνω, δημιουργία των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων αποβλέπουν στο να περάσουν στους λαούς την αποδοχή, ως μονόδρομου, της ιμπεριαλιστικής ενοποίησης της ΕΕ ως μοιραίας και υποχρεωτικής πορείας, να κτυπήσουν -κι αν καταφέρουν να αποκλείσουν- από το Ευρωκοινοβούλιο τις αντίθετες φωνές, αλλά και να απομακρύνουν ακόμη περισσότερο τους εργαζόμενους από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων που τους αφορούν άμεσα».
Με βάση όλα όσα εκθέσαμε στο παρόν άρθρο, το ΚΚΕ αντιτίθεται στη δημιουργία «Αριστερού Ευρωπαϊκού Κόμματος» που προωθούν άλλες δυνάμεις που συμμετέχουν στη GUE/NGL, μεταξύ των οποίων και ο ΣΥΝ. Αποκαλύπτει και αντιπαλεύει τους στόχους που προωθεί η ΕΕ μέσω της δημιουργίας ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων.
[1] «Συνθήκη της Νίκαιας», σελ. 44, SN 533/00. Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2000. ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ. Αρθρο 191 ΣΕΚ: «Τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν παράγοντα για την ολοκλήρωση στα πλαίσια της Ενωσης. Συμβάλλουν στη δημιουργία ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ενωσης. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251, καθορίζει το καθεστώς των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ιδίως τους κανόνες για τη χρηματοδότησή τους». Δήλωση σχετικά με το άρθρο 191 ΣΕΚ προς καταχώρηση στην τελική πράξη της Διάσκεψης. «Η Διάσκεψη υπενθυμίζει ότι οι διατάξεις του άρθρου 191 δε συνεπάγονται καμία μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην Ευρωπαϊκή Ενωση και δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των σχετικών συνταγματικών διατάξεων των κρατών μελών. Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τον κοινοτικό προϋπολογισμό δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για την άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε εθνικό επίπεδο. Οι διατάξεις σχετικά με τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων εφαρμόζονται επί της αυτής βάσης σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις που εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
[2] COM (2000) 898 τελικό/13.2.2001.
[3] Το Δεκέμβρη 1996 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε εγκρίνει, με βάση την έκθεση της Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων (εισηγητής: Δημήτρης Τσάτσος), ψήφισμα σχετικά με τη «συνταγματική θέση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων», ΕΕ C 20 της 20ής Γενάρη 1997, σελ. 20 και 29, έκθεση A4-342/96, καθώς και την έκθεση Α5-0058/1999 (Γιώργου Δημητρακόπουλου), ΕΕ C 189 της 7ης Ιουλίου 2000, σελ.104 και σελ. 222.
[4] Α4-0212/2-6-1998 έκθεση σχετικά με την εκπόνηση σχεδίου εκλογικής διαδικασίας περιλαμβάνουσας κοινές αρχές για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σελ. 21, (εισηγητής Γ. Αναστασόπουλος του ΕΛΚ/ΕΔ).
[5] COM(2000)444/τελικό 12.7.2000.
[6] Α5-0167/3 Μάης 2001.
[7] COM (2000) 898, τελικό/13.2.2001.
[8] Α5-0167/3, Μάης 2001, σελ. 19.
[9] «Νέα της Συνόδου». Ανακοίνωση Τύπου της 17. 5.2001, σελ. 4.
[10] «Νέα της Συνόδου». Ανακοίνωση Τύπου 17.5.2001, δημοσιεύτηκαν στις 6.6.2001.
[11] «Νέα της Συνόδου». Ανακοίνωση Τύπου 17.5.2001, δημοσιεύτηκαν στις 6.6.2001.
[12] Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ: «Οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση: Οικονομική και νομισματική πολιτική και «Ατζέντα 2000». Η μάχη των ευρωεκλογών», Δεκέμβρης 1998.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου