10 Ιαν 2012

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ


ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ
ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ  
του Ούλριχ Χούαρ

ΟΙ ΝΕΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΑΛΗΣ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1900

            Με τον 20ό αιώνα, ξεκίνησε η εποχή των ιμπεριαλιστικών πολέμων και προλεταριακών επαναστάσεων: Ο ισπανοαμερικανικός πόλεμος του 1898, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως πρώτος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο ρωσοϊαπωνικός πόλεμος του 1904-5, οι Βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-13, ξέσπασμα του Α΄ παγκοσμίου πολέμου το 1914, αγροτικές εξεγέρσεις στις αποικίες και ημιαποικίες, που έπαιρναν το χαρακτήρα απελευθερωτικών πολέμων, η εξέγερση των Μπόξερς (Yihetuan) στην Κίνα 1895-1901 (Ο λόγος των Ούνων του Γερμανού Αυτοκράτορα Βίλχελμ Β΄), ο πόλεμος των Μπόερς στη Νότιο Αφρική 1899-1902, η εξέγερση των Χερέρο και Νάμα κάτω από την ηγεσία του θρυλικού Χέντρικ Βίτμποϊ (Hendrick Witbooi) το 1904 στη «γερμανική νοτιοδυτική Αφρική» τη σημερινή Ναμίμπια.  (Μετά από την εκστρατεία εξόντωσης των γερμανικών αποικιοκρατικών δυνάμεων, τα κατάλοιπα των Χερέρο διώχθηκαν στην έρημο χωρίς νερό. Μόνο 15.000 από τους 80.000 Χερέρο επέζησαν από την εκστρατεία εξόντωσης). Το 1906 μια μεγάλη εξέγερση των Ζουλού, υπό τον Μπαμπάτα στη Νότιο Αφρική, οι κρίσεις του Μαρόκο το 1906 και 1911, η δημοκρατική επανάσταση στην Κίνα το 1911-1913, η δημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία του 1905, το Φλεβάρη του 1917 και έπειτα η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Αυτή η καθόλου πλήρης απαρίθμηση επαναστατικών κινήσεων και ιμπεριαλιστικών πολέμων καθιστά σαφές ότι τα επαναστατικά κόμματα της εργατικής τάξης έπρεπε να εξετάσουν την οργανωτική τους δομή και να την προσαρμόσουν στις νέες συνθήκες. Η κατάσταση αυτή εξηγεί γιατί το οργανωτικό ζήτημα καταλάμβανε στο Λένιν μια ανώτερη θέση απ’ ό,τι στους Μαρξ-Ενγκελς. Στον 19ο αιώνα, έπρεπε να συνδεθεί ο επιστημονικός σοσιαλισμός με το εργατικό κίνημα, να ιδρυθούν κομμουνιστικά κόμματα (από τη δεκαετία του ‘70 ονομάζονταν σοσιαλδημοκρατικά κόμματα) στις χώρες στις οποίες ο καπιταλισμός είχε προχωρήσει πιο πολύ, να ενωθεί το διεθνές εργατικό κίνημα. Καθήκον ήταν να προετοιμαστεί η εργατική τάξη στην προλεταριακή επανάσταση. Η σοσιαλιστική επανάσταση δεν ήταν ακόμα στην ημερήσια διάταξη.
            Οι νέες συνθήκες πάλης μπορούν να σκιαγραφηθούν σύντομα με τα πέντε χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού, όπως τα διατύπωσε ο Λένιν...
            Το προλεταριάτο, με τη δημιουργία του ιμπεριαλισμού, έφτασε τις παραμονές της επανάστασής του. Γι’ αυτό το σκοπό η εργατική τάξη (όχι μόνο στη Ρωσία, αλλά σε όλα τα αναπτυγμένα  ιμπεριαλιστικά κράτη) χρειάστηκε ένα κόμμα, το οποίο θα αντεπεξερχόταν στο ύψος των καθηκόντων μιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Η δημιουργία τέτιων κομμάτων είχε ευθύς εξ αρχής διεθνή χαρακτήρα και δεν ήταν ειδικό ρωσικό καθήκον. Ωστόσο, στους μπολσεβίκους και, σε σημαντικό βαθμό, στην προσωπικότητα του Λένιν οφείλεται ότι ίδρυσαν πρώτοι ένα τέτιο Κόμμα.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΝΕΟΥ ΤΥΠΟΥ

            Σε ό,τι αφορά την επεξεργασία της κομματικής θεωρίας του Λένιν, αναφέρονται συνήθως - και από αριστερούς - δύο από τα έργα του, το «Τι να κάνουμε;» (1902) και το «Ενα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω» (1904). Σωστό στο βαθμό που και στα δύο έργα εμπεριέχονται βασικά πράγματα σχετικά με το κομματικό ζήτημα. Ωστόσο, δεν μπορεί η κομματική θεωρία του Λένιν να περιοριστεί σε αυτά τα δύο έργα του. Και στα δύο θα ψάξεις μάταια να βρεις τον όρο «Κόμμα Νέου Τύπου». Δεν τον περιλαμβάνουν ακόμα. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο στάδια στην επεξεργασία της κομματικής του θεωρίας, το πρώτο από το 1902 μέχρι την κατάρρευση της Β΄ Διεθνούς το 1914 και το δεύτερο από το 1914 μέχρι το θάνατό του το 1924.
            Στο πρώτο στάδιο, ο Λένιν ασχολήθηκε κυρίως με την υπεράσπιση του μαρξισμού σαν θεωρία και με την κομματική αντίληψη του Μαρξ ενάντια στον αναθεωρητισμό, που ανέβαινε γύρω στα 1900. Αλλά, πρώτα, πρέπει να τονίσουμε το εξής: Δεν πρόκειται με κανέναν τρόπο για ένα «ειδικό ρωσικό», αλλά για ένα διεθνές πρόβλημα. Ο Λένιν, σε όλα τα έργα του, επισήμανε τακτικά τι ήταν διεθνής υπόθεση και τι ήταν ρωσική υπόθεση, καθώς και το γεγονός ότι πρέπει να διακρίνουμε ανάμεσα στις τυπικά ρωσικές και τις γενικές, διεθνείς συνθήκες...
            Στο έργο του «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας»[1] , ο Λένιν αντιπαρατέθηκε στον αναθεωρητισμό του Μπερστάιν. Και αυτό είχε καθολική σημασία. Δεν ήταν μονάχα η «οικοδόμηση μιας πανρωσικής οργάνωσης ικανής για τη μάχη», που ενδιέφερε τον Λένιν, αλλά ταυτόχρονα τον ενδιέφερε το τσάκισμα της «νέας» κατεύθυνσης στην κομματική θεωρία μέσα στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, το τσάκισμα του μπερνσταϊνισμού, που επεκτεινόταν γύρω στα 1900[2]. Η αντιπαράθεσή του με τους Δυτικοευρωπαίους και τους Ρώσους μπερσταϊνικούς (τους οικονομιστές) φαίνεται διάχυτα στις 194 σελίδες του έργου αυτού. Δεν ήταν μονάχα η υπεράσπιση της κομματικής θεωρίας του Μαρξ, αλλά ταυτόχρονα και οι νέοι τόνοι, σαν συνέχειά της, στο οργανωτικό ζήτημα που είχαν σημασία. Το βασικό πρόβλημα στο «Τι να κάνουμε;» ήταν ο χαρακτήρας του Κόμματος, δηλαδή αν ήταν «Κόμμα της κοινωνικής επανάστασης» ή «δημοκρατικό Κόμμα της κοινωνικής μεταρρύθμισης». Αυτό το ζήτημα ήταν διεθνές και εξακολούθησε στα επόμενα εκατό χρόνια να αποτελεί αντικείμενο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στον επαναστατικό μαρξισμό-λενινισμό και την αστική-αναθεωρητική ιδεολογία στο διεθνές εργατικό κίνημα. Η επίθεση που έγινε στο επαναστατικό Κόμμα - και μαζί του και στην κομματική θεωρία του Μαρξ - γινόταν κάτω από το σύνθημα της «ελευθερίας της κριτικής». Δηλαδή της «ελευθερίας» να μετατρέψουν το επαναστατικό κόμμα σε μικροαστικό ρεφορμιστικό κόμμα, να εισαγάγουν αστικές ιδέες και αστικά στοιχεία στο σοσιαλισμό[3]. Η «ελευθερία κριτικής» δε σημαίνει «την αντικατάσταση μιας θεωρίας από μια άλλη, αλλά την ελευθερία απέναντι σε κάθε ολοκληρωμένη και βαθιά μελετημένη θεωρία, σημαίνει εκλεκτικισμό και έλλειψη αρχών»[4]. Ο Λένιν επανήλθε στην «ελευθερία της κριτικής» αρκετές φορές σε άλλες εργασίες του, όπως στο σύγγραμμα «Σχετικά με την ομάδα των «Βπεριοντοφικών»», τον Αύγουστο 1910. Εκεί, απαντάει στο αίτημα ενός συντρόφου, «να εξασφαλιστεί, στα μέλη του κόμματος, πλήρης ελευθερία της επαναστατικής και φιλοσοφικής σκέψης τους»[5]. «Το σύνθημα αυτό είναι πέρα για πέρα οπορτουνιστικό. Σε όλες τις χώρες, ένα τέτιο σύνθημα το έριχναν μέσα από τις γραμμές των σοσιαλιστικών κομμάτων μόνο οι οπορτουνιστές και στην πράξη δε σήμαινε τίποτε, παρά «ελευθερία» διαφθοράς της εργατικής τάξης από την αστική ιδεολογία. «Ελευθερία σκέψης» (διάβαζε: ελευθερία τύπου, λόγου, συνείδησης) ζητάμε από το κράτος (και όχι από το κόμμα), καθώς και την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι. Αλλά το κόμμα του προλεταριάτου είναι μια ελεύθερη ένωση, που ιδρύθηκε για τον αγώνα ενάντια στις «σκέψεις» (διάβαζε: ενάντια στην ιδεολογία) της αστικής τάξης, για την υπεράσπιση και εφαρμογή μιας ορισμένης κοσμοθεωρίας και, συγκεκριμένα, της μαρξιστικής»[6]...
            Ο Λένιν δεν έβλεπε ποτέ τον ηγετικό ρόλο του Κόμματος αφηρημένα, σαν εκ των προτέρων δοσμένο, αλλά σαν κάθε φορά συγκεκριμένο μέσα από τη σύνδεση του αυθόρμητου εργατικού κινήματος με το σοσιαλισμό. Η σοσιαλιστική συνείδηση δεν μπορεί να δημιουργηθεί αυθόρμητα στο εργατικό κίνημα, αλλά πρέπει να εισαχθεί απ’ έξω σε αυτό και, μάλιστα, για το λόγο ότι η μάζα των εργατών, εγκλωβισμένη στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, οι οποίες καθορίζουν τη ζωή της, βρίσκεται κάτω από την επίδραση της αστικής ιδεολογίας. Ετσι, οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι αυθόρμητες και οι κυρίαρχες μέσα στις λαϊκές μάζες, συμπεριλαμβανομένης και της εργατικής τάξης. Αυτό ισχύει, ακόμα περισσότερο, σήμερα, που οι μεγάλοι μεγιστάνες των μέσων κυριαρχούν σχεδόν αποκλειστικά στα σύγχρονα μέσα δημοσίευσης. Η εργατική τάξη μόνη της δεν πάει πιο πέρα από το συνδικαλιστικό αγώνα για κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Μόνη της, αυθόρμητα, δεν μπορεί να διεξαγάγει τον πολιτικό ταξικό αγώνα μέχρι την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Χωρίς πολιτική-ιδεολογική καθοδήγηση του Κόμματος, δεν υπάρχει επαναστατικό εργατικό κίνημα. Η αστική τάξη έχει απόλυτα συνειδητοποιήσει αυτό το γεγονός. Γι’ αυτό το λόγο, στρέφει τον αγώνα της με όλα κάθε φορά τα απαιτούμενα μέσα -συμπεριλαμβανομένης της μαζικής σφαγής- ενάντια στο επαναστατικό κόμμα, όπως έχει αποδειχθεί επαρκώς ιστορικά. Το επαναστατικό κόμμα είναι η μόνη οργάνωση, που μπορεί, σε καιρούς κρίσης, να γίνει επικίνδυνη για την εξουσία και την κυριαρχία του κεφαλαίου.
Ο ρόλος του Κόμματος σαν πρωτοπορία πρέπει να κατακτηθεί και να κρατηθεί. Δεν αρκεί, σύμφωνα με το Λένιν, «να αυτοαποκαλούμαστε «εμπροσθοφυλακή»». Πρέπει να «δρούμε κατά τέτιο τρόπο, ώστε όλα τα άλλα τμήματα να μας βλέπουν και να αναγκάζονται ν’ αναγνωρίσουν, ότι βαδίζουμε στην πρωτοπορία». Οι εκπρόσωποι των άλλων τμημάτων δεν είναι τόσο «κουτοί» ώστε «να παίρνουν τα λόγια μας τοις μετρητοίς, όταν λέμε ότι είμαστε η «εμπροσθοφυλακή»»[7]...
Στο 2ο Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ (Ιούλιος-Αύγουστος 1903) το οργανωτικό ζήτημα, το Καταστατικό του κόμματος, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων. Προβλήματα, που η απάντησή τους έχει, επίσης, γενική σημασία. Οι διαφωνίες ανάμεσα στο προλεταριακό επαναστατικό (μπολσεβίκοι) και το διανοητικό-οπορτουνιστικό ρεύμα (μενσεβίκοι), οι οποίες βγήκαν στο Συνέδριο αυτό στην επιφάνεια, αφορούσαν κυρίως οργανωτικά ζητήματα, με πυρήνα το ζήτημα του συγκεντρωτισμού. Κάτω από αυτό το πρίσμα, συζητήθηκε και το ζήτημα της πρώτης παραγράφου του Καταστατικού, δηλαδή το ζήτημα του μέλους του κόμματος. Το επίμαχο θέμα ήταν αν το μέλος έπρεπε να δρα με τη προσωπική του συμμετοχή σε μια κομματική οργάνωση και μάλιστα κάτω από τον έλεγχό της (Λένιν) ή θα έπρεπε «να δουλεύει δραστήρια για την πραγματοποίηση των σκοπών κάτω από τον έλεγχο και την καθοδήγηση των οργάνων του κόμματος» (Μάρτοφ, ως ένας από τους αντιπροσώπους της οπορτουνιστικής πτέρυγας)[8]. Το θέμα ήταν, δηλαδή, η κατανόηση της κομματικής πειθαρχίας.
Η διαφωνία αυτή δεν έμοιαζε και «τόσο ουσιώδης», όμως «κάθε μικρή διαφωνία μπορεί να γίνει μεγάλη ... μπορεί να αποκτήσει τεράστια σημασία, αν αποτελέσει αφετηρία στροφής» γιατί τότε μπορεί να οδηγήσει «το κόμμα στη διάσπαση»[9].
Κατά τη διατύπωση του Μάρτοφ «ο κάθε απεργός», ο κάθε μαθητής γυμνασίου, ο κάθε καθηγητής, που θα δρούσε υπό την «καθοδήγηση» μιας κομματικής οργάνωσης ή, που θα την «υποστήριζε τακτικά», μπορούσε να χαρακτηριστεί κομματικό μέλος, συνεπώς να αποφύγει την κομματική πειθαρχία. Η διατύπωση του Μάρτοφ, πράγματι, θα «εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της αστικής διανόησης που σκιάζεται την προλεταριακή πειθαρχία και οργάνωση. Κανένας δεν θα τολμήσει να αρνηθεί ότι εκείνο που χαρακτηρίζει τη διανόηση, σαν ιδιαίτερο στρώμα των σύγχρονων κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών, είναι ίσα-ίσα ο ατομικισμός και η ανικανότητα για πειθαρχία και οργάνωση ... και η ιδιότητα αυτή της διανόησης συνδέεται αδιάρηχτα με το συνηθισμένο τρόπο ζωής της, με τον τρόπο που βγάζει το ψωμί της, που συγγενεύει πολύ, πάρα πολύ, με τους όρους ζωής των μικροαστών (δουλιά κατ’ άτομο ή κατά πολύ μικρές ομάδες κτλ.). Τέλος, δεν είναι τυχαίο και το γεγονός ότι ίσα-ίσα οι υπερασπιστές της διατύπωσης του Μάρτοφ υποχρεώθηκαν να προβάλουν τα παραδείγματα των καθηγητών και των γυμνασιοπαίδων! ... για το άρθρο 1 ... οι οπαδοί του αστικο-διανοουμενίστικου ατομικισμού ήρθαν σε σύγκρουση με τους οπαδούς της προλεταριακής οργάνωσης και πειθαρχίας»[10].
Αν συγκρίνει κανείς τις συζητήσεις του Λένιν και του Μάρτοφ για την πρώτη παράγραφο του Καταστατικού με τα σχετικά άρθρα της «Ενωσης των Κομμουνιστών» του 1847[11], τότε γίνεται σαφές, ποιος συνετέλεσε τη «ρήξη» με το μαρξισμό στην κομματική θεωρία. Δεν ήταν ο Λένιν, αλλά ο Μάρτοφ...

ΓΙΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ


Με το ξέσπασμα του Α΄ παγκοσμίου πολέμου και την κατάρρευση της Β΄ Διεθνούς, επειδή τα διαλυμένα από τον οπορτουνισμό σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για τις πολεμικές πιστώσεις και υποστήριζαν ανοιχτά τις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις στους εγκληματικούς τους πολεμικούς στόχους, οι επαναστατικές δυνάμεις στα κόμματα αυτά βρέθηκαν μπροστά σε νέα καθήκοντα.
Οι οπορτουνιστές ηγέτες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων έβαλαν στην άκρη τα -δεσμευτικά για τα κόμματα- ψηφίσματα των Συνεδρίων της Β΄ Διεθνούς της Στουτγάρδης (Αύγουστος 1907) και της Βασιλείας (Νοέμβρης 1912).
            Μετατράπηκαν σε «σοσιαλσοβινιστές», οι οποίοι πέρασαν με τα όλα τους στο πλευρό της αντίστοιχης αστικής τάξης τους. Το μόνο κόμμα που τήρησε τα ψηφίσματα ήταν οι Μπολσεβίκοι, οι οποίοι έριξαν το σύνθημα να μετατραπεί ο ιμπεριαλιστικός ληστρικός και κατακτητικός πόλεμος σ’ έναν εμφύλιο για την ανατροπή της καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας, όπως ήταν το αίτημα του ψηφίσματος του Συνεδρίου της Στουτγάρδης και όπως επιβεβαιώθηκε στο Συνέδριο της Βασιλείας. Σύμφωνα με τα ψηφίσματα αυτά, «οι εργαζόμενες τάξεις και οι κοινοβουλευτικές αντιπροσωπίες τους στις χώρες που συμμετείχαν, ήταν υποχρεωμένες … να δώσουν τα πάντα … για να εμποδίσουν το ξέσπασμα του πολέμου … Αν, παρ’ όλα αυτά, ο πόλεμος θα ξεσπούσε, είναι χρέος να δουλέψουν για το γρήγορο τερματισμό του και να προσπαθήσουν με όλες τους τις δυνάμεις να εκμεταλλευτούν την από τον πόλεμο δημιουργημένη οικονομική και πολιτική κρίση για να εξεγείρουν το λαό και, με αυτόν τον τρόπο, να επισπεύσουν τον παραμερισμό της καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας»[12].
Με το πέρασμα των ηγεσιών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, ιδιαίτερα της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας στις θέσεις της ιμπεριαλιστικής μπουρζουαζίας, επισφραγίστηκε πια η τύχη αυτών των κομμάτων: έπαψαν να είναι προλεταριακά, διεθνιστικά, επαναστατικά κόμματα. Ηταν η στιγμή που εμφανίζεται για πρώτη φορά στα γραπτά του Λένιν, η έννοια ενός τέτιου νέου τύπου κόμματος και μάλιστα για πρώτη φορά –απ’ ό,τι ξέρω- στο άρθρο του «Και τώρα;» (Για τα καθήκοντα των εργατικών κομμάτων απέναντι στον οπορτουνισμό και το σοσιαλσοβινισμό) του Γενάρη 1915: «Ο τύπος των σοσιαλιστικών κομμάτων της εποχής της ΙΙης Διεθνούς ήταν: ένα κόμμα που ανεχόταν στις γραμμές του τον οπορτουνισμό, έναν οπορτουνισμό που συσσωρευόταν ολοένα και περισσότερο στις δεκαετίες της «ειρηνικής» περιόδου, που όμως διατηρούνταν μυστικός,  προσαρμοζόταν στους επαναστάτες εργάτες, δανειζόταν από αυτούς τη μαρξιστική ορολογία και απέφευγε κάθε σαφή διαχωρισμό αρχών. Ο τύπος αυτός έφαγε το ψωμί του»[13].
Επίσης ο Λένιν προέβλεπε ότι μετά το τέλος του πολέμου -που το θεωρούσε, άλλωστε, δυνατό ήδη το 1916- αυτοί οι οπορτουνιστές, «όλοι τους αυτοί ... θα ταχθούν με το μέρος της αστικής τάξης, που οπωσδήποτε θα βρει κάποιο πρόσχημα για να απαγορέψει να γίνει λόγος για ταξικό μίσος και ταξική πάλη…»[14]. Στο σύγγραμμά του «Η χρεοκοπία της ΙΙης Διεθνούς» του Ιούνη 1915 εξετάζει πρώτα, πώς έγινε και κατάρρευσαν τα παλαιά κόμματα και έπειτα προχωρεί στη δημιουργία μιας «νέας οργάνωσης». Αυτό έχει ενδιαφέρον από μεθοδολογική άποψη, αλλά και από άποψη αιτιολόγησης της αναγκαιότητας ενός κόμματος νέου τύπου. Οι αιτίες δεν πρέπει να αναζητηθούν στην προσωπική βιογραφία των τάδε ή δείνα αυθεντιών, αλλά στις σχέσεις του ιδεολογικού-πολιτικού περιεχομένου του σοσιαλσοβινισμού με προγενέστερα ρεύματα στο σοσιαλισμό, του σημερινού διαχωρισμού των σοσιαλιστών σε αντίπαλους και υπερασπιστές του σοσιαλσοβινισμού προς τους προγενέστερους, ιστορικά, διαχωρισμούς[15].
Ολοι συμφωνούν ότι ο οπορτουνισμός δεν είναι ούτε τυχαίος ούτε αμαρτία ούτε παραπάτημα ούτε προδοσία επιμέρους προσώπων, αλλά το κοινωνικό προϊόν μιας ολόκληρης ιστορικής εποχής… Ο οπορτουνισμός εκτράφηκε από το Λεγκαλισμό...
Δυο πράγματα είναι αξιοσημείωτα σε αυτές τις εξηγήσεις:
1. Από άποψη περιεχομένου, το «νέο» Κόμμα -το Κόμμα Νέου Τύπου- προσδιορίζεται ως κόμμα απαλλαγμένο από οπορτουνισμό, ως επαναστατικό ταξικό κόμμα, το οποίο δημιουργείται στην πάλη ενάντια στο οπορτουνιστικό κομματικό προεδρείο, σπάζοντας την κομματική πειθαρχία. Και με αυτό το Κόμμα Νέου Τύπου γύρισε πάλι στο Μαρξ και τον Ενγκελς. Η αποκατάσταση της κομματικής θεωρίας του Μαρξ σημαίνει, επομένως, κόμμα «παλαιού» τύπου. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για «ρήξη» με την κομματική θεωρία του Μαρξ.
2. Ο Λένιν σκιαγραφεί το πρώτο μέρος, τα πρώτα βήματα των επαναστατών στη Γερμανία στη δημιουργία του Κόμματος Νέου Τύπου. Στη Γερμανία, παρακαλώ! Το Κόμμα Νέου Τύπου, επομένως, δεν ήταν μονάχα ρωσικό κόμμα, όχι απλώς τύπος κόμματος που ανταποκρινόταν στις ιδιαίτερες ρωσικές συνθήκες, αλλά ο τύπος του κόμματος που -σε συνέχεια της αντίληψης του Μαρξ περί κόμματος- ανταποκρινόταν στις νέες συνθήκες του ιμπεριαλισμού και που είχε βάλει την προλεταριακή επανάσταση στην ημερήσια διάταξη σαν μοναδικό διέξοδο από την καταστροφή. Η αντίληψη του Λένιν για το Κόμμα Νέου Τύπου είχε καθολική σημασία.
Ο Λένιν, στις «Σημειώσεις ενός δημοσιολόγου» του, του Φλεβάρη 1922, έγραφε σχετικά με τα ευρωπαϊκά κόμματα, ότι «ο μετασχηματισμός ενός ευρωπαϊκού κόμματος κοινοβουλευτικού, κόμματος παλιού τύπου, που στην ουσία είναι ρεφορμιστικό, πασαλειμένο μόνο με λίγη επαναστατική μπογιά, ο μετασχηματισμός ενός τέτιου κόμματος σε κόμμα νέου τύπου, σε ένα κόμμα πραγματικά επαναστατικό, πραγματικά κομμουνιστικό, είναι πολύ δύσκολο πράγμα». Και προειδοποίησε αμέσως: «Αν οι κομμουνιστές της Ευρώπης δεν χρησιμοποιούν γι’ αυτή τη ριζική, την εσωτερική τους βαθιά αλλαγή όλης της οργάνωσης και όλης της δουλιάς των κομμάτων τους, το χρονικό διάστημα (το πολύ σύντομο ίσως) που μεσολαβεί ανάμεσα στις περιόδους της εξαιρετικής όξυνσης των επαναστατικών συγκρούσεων, που πέρασαν πολλές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής το 1921 και στις αρχές του 1922, θα κάνουν ένα πολύ μεγάλο έγκλημα»[16].
Ο Λένιν προσδιόρισε το περιεχόμενο του Κόμματος Νέου Τύπου στη γνωστή του πολεμική «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι» με την έννοια «μπολσεβικισμός». Ο μπολσεβικισμός είχε γίνει παγκόσμιος μπολσεβικισμός, είχε «δώσει την ιδέα, τη θεωρία, το πρόγραμμα και την τακτική, που ξεχωρίζουν συγκεκριμένα και πρακτικά από το σοσιαλσοβινισμό και το σοσιαλπασιφισμό». Ο μπολσεβικισμός «επέφερε τη χαριστική βολή» στην παλαιά, σαπισμένη Διεθνή, δημιούργησε τα ιδεολογικά και τακτικά θεμέλια της Γ΄ Διεθνούς, «η οποία λαμβάνει υπόψη και τις κατακτήσεις της ειρηνικής περιόδου, αλλά και τις εμπειρίες της εποχής των επαναστάσεων, που ήδη έχει αρχίσει».
Ο μπολσεβικισμός μετάφρασε την ιδέα της «δικτατορίας του προλεταριάτου» από τα λατινικά, πρώτα στα ρώσικα, έπειτα σε όλες τις γλώσσες του κόσμου και έδειξε με το παράδειγμα της σοβιετικής εξουσίας, ότι οι εργάτες και οι φτωχοί αγρότες ακόμα σε μια καθυστερημένη χώρα ήταν σε θέση να κρατήσουν την εξουσία ενάντια στη ρωσική αστική τάξη, που είχε την υποστήριξη όλου του κόσμου και να δημιουργήσει μια δημοκρατία ανώτερη και ευρύτερη από όλες τις προηγούμενες δημοκρατίες του κόσμου, δηλαδή να καταπιαστεί με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Ο μπολσεβικισμός, έλεγε ο Λένιν, έχει προωθήσει τόσο πολύ την ανάπτυξη της προλεταριακής επανάστασης στην Ευρώπη και στην Αμερική, όσο δεν το κατάφερε μέχρι τότε κανένα, μα κανένα κόμμα σε καμιά χώρα. Εδειξε το σωστό δρόμο για να σωθούν οι άνθρωποι από τον τρόμο του πολέμου και του ιμπεριαλισμού, έτσι ώστε να είναι κατάλληλος σαν παράδειγμα τακτικής για όλους[17].
Κι εδώ, ο Λένιν τονίζει τον καθολικό χαρακτήρα του μπολσεβικισμού, του μπολσεβίκικου κόμματος, του Κόμματος Νέου Τύπου. Δεν είναι καθόλου περίεργο που η διεθνής αστική τάξη και οι ρεφορμιστικές καταβολάδες της στο εργατικό κίνημα διεξήγαγαν και διεξάγουν υστερικές καμπάνιες ακριβώς ενάντια στο Κόμμα Νέου Τύπου. Κάνει εντύπωση, όμως, όταν μέσα σε κομμουνιστικά κόμματα εμφανίζονται θεωρητικοί, που πιστεύουν ότι οφείλουν να συμμετάσχουν στην αντικομμουνιστική χορωδία και να καταδικάσουν το Κόμμα Νέου Τύπου και όταν, στα κομματικά προεδρεία, τέτιες συμπεριφορές γίνονται ανεχτές. Σε συνάρτηση με όλα αυτά έχουμε και την αλλαγή του ονόματος του Κόμματος από ΣΔΕΚΡ σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσίας (Μπολσεβίκοι), μετέπειτα ΚΚΣΕ.
Θέμα ήταν να γίνει μια οριοθέτηση, ένας διαχωρισμός από τα παλαιά «επίσημα σοσιαλιστικά κόμματα», που είχαν γίνει εμπόδιο πια «για το επαναστατικό σοσιαλιστικό εργατικό κίνημα»[18]. Ακολούθησαν το γερμανικό, αλλά και τα άλλα ευρωπαϊκά, αμερικανικά, ασιατικά και αφρικανικά κόμματα, μερικά από τα οποία ιδρύθηκαν μόλις μετά από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Σε μερικές χώρες, δεν υπήρχαν καν εργατικά κόμματα πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση, επομένως ούτε οπορτουνιστικά. Αυτά, ευθύς εξ’ αρχής ονομάζονταν κομμουνιστικό κόμμα. Τα ρεφορμιστικά κόμματα δημιουργήθηκαν με την ενεργό «βοήθεια» ξένων δυνάμεων, προπαντός αντιπροσώπων της Β΄ Διεθνούς, στην Ασία και στην Αφρική αρκετά μετά[19]...
Ο Λένιν, στο 2ο Συνέδριο της ΚΔ (Ιούλης-Αύγουστος 1920), αντιπαρατέθηκε με όσους χρησιμοποιούν το επιχείρημα, ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι τάχα κάτι το διαφορετικό από τη δικτατορία μιας «οργανωμένης και ταξικά συνειδητής μειοψηφίας». Τέτιες αντιλήψεις κυκλοφορούσαν πολύ ανάμεσα στους «αριστερούς» κομμουνιστές, όπως «δικτατορία των μαζών» στη θέση της «δικτατορίας των ηγετών» κλπ. Κάτω από τις συνθήκες του καπιταλισμού, ήταν η απάντηση του Λένιν, τα πολιτικά κόμματα της εργατικής τάξης μπορούν να περιλαμβάνουν τη μειοψηφία της τάξης μονάχα. Παρομοίως, οι πραγματικά ταξικά συνειδητοί εργάτες δεν αποτελούν σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία παρά μονάχα τη μειοψηφία όλων των εργατών. Από αυτή την κατάσταση των πραγμάτων ακριβώς, προκύπτει ότι «μόνο η συνειδητή αυτή μειοψηφία μπορεί να καθοδηγήσει τις πλατιές εργατικές μάζες και να τις τραβήξει πίσω της»[20].
Σε γράμμα του προς τους Γερμανούς κομμουνιστές, στις 14 Αυγούστου 1921, ο Λένιν επισημαίνει, ότι το ζήτημα της κατάκτησης της πλειοψηφίας δεν πρέπει να κατανοηθεί τυπικά, δεν πρέπει να κατανοηθεί με την έννοια της μικροαστικής «δημοκρατίας» των ρεφορμιστών. Σαν παράδειγμα παρέπεμψε στα γεγονότα της Ρώμης, τον Ιούλη 1921, όταν όλο το προλεταριάτο, «ακολούθησε τους κομμουνιστές ενάντια στους φασίστες, και το ρεφορμιστικό προλεταριάτο των συνδικάτων και το κεντριστικό του Κόμματος του Σεράτι, αυτό ήταν η κατάκτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το μέρος μας»[21].
Δεν ήταν καθόλου ακόμα η «αποφασιστική πλειοψηφία», αλλά μονάχα μια «μερική, παροδική μόνο, τοπική κατάκτηση, ωστόσο μια κατάκτηση της πλειοψηφίας».
Μπορεί να υπάρχουν τέτιες πλειοψηφίες. Το ζήτημα ήταν να «την προετοιμάζουμε πιο σοβαρά και πιο επισταμένα, ας μη χάσουμε καμμιά σοβαρή ευκαιρία όταν η αστική τάξη αναγκάζει το προλεταριάτο να ξεσηκωθεί για αγώνα, ας μάθουμε να καθορίζουμε σωστά τις στιγμές όταν οι μάζες του προλεταριάτου δεν μπορούν να μην ξεσηκωθούν μαζί μας»[22].
Στο Λένιν ανήκει η προσφορά ότι ήταν ο ιδρυτής του Κόμματος Νέου Τύπου, του μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος. Με την ίδρυση της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς (Μάρτης 1919), η κομματική θεωρία του Λένιν έγινε η κύρια ιδέα στην ίδρυση κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων. Η έννοια «κύρια ιδέα» αφορά το γενικής ισχύος αξίωμα ενός κομμουνιστικού κόμματος, το οποίο ήδη οι Μαρξ-Ενγκελς είχαν επεξεργαστεί: Προλεταριακός χαρακτήρας, διεθνισμός, καθοδήγηση εκ μέρους της εργατικής τάξης, σύνδεση της θεωρίας του επιστημονικού σοσιαλισμού με το αυθόρμητο εργατικό κίνημα, κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου σαν πολιτική προϋπόθεση για την αναίρεση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και κυκλοφορίας, κατάργηση της ταξικής διαίρεσης της κοινωνίας, σχεδιασμένη διεύθυνση της παραγωγής και της κατανομής προς όφελος των εργαζομένων με σκοπό την ικανοποίηση των υλικών και πολιτιστικών τους αναγκών σε όλο και ανώτερο επίπεδο, καθώς και τη δημιουργία προϋποθέσεων για την ολόπλευρη προσωπικότητα, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός σαν οργανωτική αρχή, εγκαθίδρυση της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής κοινωνίας.
Αυτά τα αξιώματα διαμορφώνουν τα κριτήρια του Κόμματος Νέου Τύπου, δηλαδή της αποκατάστασης του κόμματος του Μαρξ στην πάλη ενάντια στο ρεβιζιονισμό κάτω από τις νέες συνθήκες αγώνα στον ιμπεριαλισμό. Τα νέα στοιχεία στο Λένιν αφορούσαν την οργανωτική δομή του Κόμματος, την έμφαση της αναγκαιότητας να καταπολεμηθεί ο ρεβιζιονισμός όχι μόνο στη θεωρία αλλά και στο οργανωτικό ζήτημα. Το καινούργιο ήταν ότι η ταξική πάλη έπρεπε να διεξαχθεί πια όχι μόνο προς τα έξω αλλά και μέσα στο Κόμμα ενάντια στο ρεβιζιονισμό στη θεωρία και στην οργάνωση. Η εξαιρετική οξύτητα της ταξικής πάλης κάτω από συνθήκες ιμπεριαλισμού μπορεί να οδηγήσει κατά καιρούς σε υπερτόνωση του συγκεντρωτισμού, σε ιδιαίτερα αυστηρές μορφές κομματικής πειθαρχίας. Αυτή ήταν η περίπτωση στη Ρωσία. Αλλά και σε άλλες χώρες -στην Κίνα και σε άλλες ημιαποικιακές χώρες καθώς και σε αποικίες- θα μπορούσε να ήταν αναγκαία τέτια ή παρόμοια μέτρα. Δεν αποτελούν αξίωμα γενικής ισχύος, αλλά εμφανίζονται παντού, εκεί όπου οξύνονται οι ταξικοί αγώνες, ιδιαίτερα σε επαναστατικές καταστάσεις ή κάτω από συνθήκες μιας φασιστικής δικτατορίας.
Νέο φαινόμενο στην οργανωτική δομή ήταν οι κλαδικές κομματικές οργανώσεις δίπλα στις εδαφικές. Με τη δημιουργία των κλαδικών έγινε η σύνδεση κόμματος με την τάξη, κομμουνιστών και εργατοϋπαλλήλων στο χώρο εργασίας.
Οι κλαδικές κομματικές οργανώσεις καταλάμβαναν θέση-κλειδί στην άσκηση του ηγετικού ρόλου του Κόμματος. Η εφαρμογή του αξιώματος του Κόμματος Νέου Τύπου έγινε κάτω από τις εκάστοτε συγκεκριμένες εθνικές συνθήκες, στις οποίες δούλευαν τα κόμματα και αυτές ήταν πάρα πολύ διαφορετικές στην Κίνα, στην Ινδία, Ν. Αφρική, Κούβα, Βραζιλία, ΗΠΑ, Γερμανία, Σαουδική Αραβία ή στις Μολούκες. Οι αρχές του Κόμματος Νέου Τύπου δεν μπορούσαν ποτέ -ούτε την εποχή που ο Στάλιν είχε την ηγεσία του ΚΚΣΕ ασκώντας σημαντική επίδραση στην ΚΔ- να εφαρμοστούν σαν καλούπι με την έννοια της σκέτης απομίμησης. Προσέξτε: ο Στάλιν ήταν θεωρητικά πολύ καταρτισμένος ώστε να απαιτήσει ή να επιζητήσει να υλοποιηθούν στην πράξη τέτιες ανοησίες.
Για να αποσαφηνιστεί ένα από τα προβλήματα, επισημαίνουμε την ίδρυση ή την ανάπτυξη κομμάτων σε ισλαμικές χώρες ή σε χώρες με έναν ως επί το πλείστον καθολικό πληθυσμό. Το να ζητήσεις από κομματικά μέλη ή υποψήφια μέλη σε τέτιες χώρες να αναγνωρίσουν τη μαρξιστική-λενινιστική φιλοσοφία και να παραιτηθούν από την πίστη τους θα ήταν σαν να είχες παραιτηθεί από την ίδια την ίδρυση κομμουνιστικών κομμάτων. Ο Λένιν, όσον αφορά τους όρους αποδοχής μελών εκ μέρους του ΚΚ Ρωσίας (μπ) στις κεντρικές ασιατικές χώρες, είχε απορρίψει με έμφαση μια τέτια «απαίτηση»,  σαν επιζήμια.
Επομένως, όποιος ψάχνει στην ιστορία των κομμάτων νέου τύπου λάθη, καταχρήσεις εξουσίας, σκάνδαλα κλπ., θα βρει αρκετά για τα οποία μπορεί να ανησυχήσει. Ομως, όλες αυτές οι ζημιές, καυγάδες, διενέξεις και σκάνδαλα δεν αλλάζουν τίποτα στις ιστορικά σημαντικές αποδόσεις των κομμάτων νέου τύπου. Χωρίς αυτά τα κόμματα, δε θα υπήρχαν ούτε Σοβιετική Ενωση ούτε Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ούτε σοσιαλιστική Κούβα ούτε ΓΛΔ ούτε παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα ούτε κατάρρευση του κλασικού αποικιοκρατικού συστήματος και ούτε θα μπορούσαν να είχαν επιτευχθεί στην καπιταλιστική ΟΔΓ κοινωνικές και δημοκρατικές πρόοδοι, οι οποίες τώρα με την καταστροφή του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού καταργούνται με ζήλο. Χωρίς τον αγώνα γεμάτο θυσίες εκατομμυρίων κομμουνιστών οργανωμένων σε κόμματα νέου τύπου σε  όλο τον κόσμο, οι οποίοι επένδυσαν τη ζωή και την υγεία τους, δε θα υπήρχε το τεράστιο αυτό βήμα προόδου της ανθρωπότητας. Για πρώτη φορά, δημιουργήθηκε ένα παγκόσμιο σύστημα, στο οποίο καταργήθηκε η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και κυκλοφορίας, έγιναν τα πρώτα βήματα -έγιναν, δεν ολοκληρώθηκαν!- στην εγκαθίδρυση ενός σοσιαλιστικού κοινωνικού συστήματος με σχεδιασμένη διεύθυνση και αποδείχθηκε εμπειρικά: ο σοσιαλισμός είναι εφικτός. Είναι δυνατό να υπάρχει ένας κόσμος χωρίς ατομικούς ιδιοκτήτες, χωρίς καπιταλιστικά κονσέρν, τράπεζες, μεγαλοκτηματίες. Και μάλιστα, ακόμα και στα πρώτα, ανολοκλήρωτα ακόμα, με λάθη και ελλείψεις κοινωνικά και δημοκρατικά του επιτεύγματα, ήταν κατά πολύ ανώτερο από το καπιταλιστικό σύστημα. Ο Βάλτερ Ούλμπριχτ είπε το 1968 στη συνδιάσκεψη για τη ζωτικότητα των διδαγμάτων του Μαρξ, ότι το πέρασμα των πιο σημαντικών μέσων παραγωγής σε λαϊκή ιδιοκτησία σήμανε απλά την αρχή της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Μίλησε για εμβρυακή κατάσταση του οικονομικού συστήματος του σοσιαλισμού.
Οι κομμουνιστές ήταν οι πρώτοι, που κήρυξαν τον πόλεμο στο φασισμό σαν την ως τώρα ανώτερη μορφή βαρβαρικής άσκησης εξουσίας του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Οι κομμουνιστές είχαν τα περισσότερα θύματα, πλήρωσαν το μεγαλύτερο φόρο αίματος στον αντιφασιστικό αντιστασιακό αγώνα, κάτι το οποίο θα ήθελαν σήμερα να ξεχαστεί. Τι είναι τα λάθη μπροστά σε αυτά τα παγκόσμια ιστορικά κατορθώματα; Οι κομμουνιστές μισούνται, συκοφαντούνται, κυνηγιούνται και ακόμα και εκτελούνται από ολόκληρο τον αστικό κόσμο, όχι εξαιτίας των λαθών τους, αλλά εξαιτίας αυτών των κατορθωμάτων (διότι έδειξαν, έστω μόνο προσωρινά πρώτα στην Ευρώπη, ότι μια κοινωνία χωρίς καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και κυκλοφορίας μπορεί να υπάρχει). Εξαιτίας των παγκοσμίων ιστορικών κατορθωμάτων τους το μίσος, οι συκοφαντίες και οι διαστρεβλώσεις χτυπάνε το Κόμμα Νέου Τύπου και μαζί του τους πιο σημαντικούς ηγέτες τους, όπως είναι οι Λένιν, Στάλιν, Μάο, Ταίλμαν, Πικ, Ούλμπριχτ, Κάστρο και, όπου δεν μπορούν να κάνουν τους νεκρούς να πεθάνουν, οι κληρονόμοι των δολοφονιών τους -και αυτό είναι ακόμα πιο ανέντιμο- τους «απονευρώνουν» και τους «εντάσσουν» σαν κύριους μάρτυρες στην αστική ιδεολογική μηχανή ενάντια στην κομματική θεωρία του Λένιν, όπως τη Ρόζα Λούξεμπουργκ !
Ας αντιστρέψουμε το ερώτημα: ποιο μενσεβίκικο ή παρόμοιο κόμμα «δημοκρατικών σοσιαλιστών» έχει καταφέρει σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου οτιδήποτε για την αναίρεση της καπιταλιστικής κοινωνίας ή το έχει προσπαθήσει τουλάχιστον; Που έκαναν τα σοσιαλδημοκρατικά ή σοσιαλιστικά κόμματα, όπου ανέλαβαν κυβερνήσεις- στη Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία -έστω ένα βήμα στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού; Εκαναν, όμως, τα πάντα για να σταθεροποιήσουν τις καπιταλιστικές σχέσεις εξουσίας και ιδιοκτησίας σε καιρούς κρίσης και να αποτρέψουν τις μάζες από αποφασιστικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις.
Αν η αστική τάξη και οι ιδεολόγοι της συκοφαντούν τα κόμματα νέου τύπου, είναι κατανοητό αυτό, διότι μόνο τέτια κόμματα μπορούν να γίνουν επικίνδυνα για την ταξική τους κυριαρχία στην επόμενη μεγάλη κρίση. Η αστική τάξη αποδείχνει με αυτό ότι έχει ταξική συνείδηση. Παραμένει, όμως, ακατανόητο59,  πώς θεωρητικοί και ιστορικοί μέσα σε κομμουνιστικά κόμματα μπορούν να φτάσουν στο σημείο να ισχυριστούν, ότι δεν αποδείχθηκε σωστή η κομματική θεωρία του Λένιν: ότι το Κόμμα Νέου Τύπου είναι η «αιτία» της ήττας του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού. Διότι μάλλον το αντίστροφο συμβαίνει: Η ήττα του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού άρχισε με την καταστροφή των κομμάτων νέου τύπου από το ρεβιζιονισμό, που όλο εξαπλωνόταν. Φυσικά, το ότι μπόρεσε να επιβληθεί σε πολλά κόμματα οφείλεται σε αντικειμενικά αίτια, που πρέπει να αναζητηθούν στις εσωτερικές και εξωτερικές κοινωνικές συνθήκες. Αυτό, όμως, είναι ένα θέμα ξεχωριστό, που δεν έχει κλείσει καθόλου ακόμα.
Οταν ο Χόμπσμπαουμ λέει, ότι «μπορούμε να είμαστε σίγουροι», ότι η τρίτη χιλιετία «θα σφραγιστεί» από την Οκτωβριανή Επανάσταση και ο Μπάρινγκ πιστεύει, ότι αυτό, που «άρχισε με το Λένιν... δεν έχει λήξει καθόλου ακόμα»,  ίσως οι δυο τους να έχουν δίκιο -παρ' όλες τις αντίθετες θέσεις τους- ακόμα και εφόσον δεν πρόκειται αμέσως για μια ολόκληρη χιλιετία, αλλά πρώτα για τον 21ο αιώνα, που βρίσκεται μπροστά μας. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα θα αναπτερωθεί εκ νέου.
Και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μια τέτια ανάκαμψη μπορεί να γίνει κάτω από την ηγεσία ενός μενσεβίκικου, ενός οπορτουνιστικού κόμματος διανοουμένων που αποτελείται από λογοτεχνικά ωραία πνεύματα.
Μια νέα ανάκαμψη του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος θα είναι δυνατή μονάχα σε συνθήκες σκληρών ταξικών αγώνων κάτω από την ηγεσία ενός επαναστατικού, ενός μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος, ενός κόμματος νέου τύπου. Το ότι αυτό το κόμμα θα περάσει από βαθμιαίες, ποσοτικές αλλαγές μέσα στη μαρξιστική-λενινιστική του ποιότητα ανάλογα με τις νέες συνθήκες αγώνα του 21ου αιώνα, είναι πιθανό, αλλά να πιθανολογείς σχετικά με αυτό, ωστόσο, είναι τόλμημα μοχθηρό. Από τα αξιώματα ενός επαναστατικού κόμματος, όπως τα επεξεργάστηκαν ήδη ο Μαρξ και ο Ενγκελς και τα ανάπτυξε παραπέρα ο Λένιν, δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε τμήματα, χωρίς να παραιτηθούμε από τον επαναστατικό χαρακτήρα του και να ξεπέσουμε σε μικροαστικό, ρεφορμιστικό κόμμα με σοσιαλιστική ετικέτα. 
Quo Vadis? (πού πας;) Επαναστατικό αγωνιστικό κόμμα ή κόμμα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων; Μπροστά μας πάλι σήμερα το ερώτημα, όπως πριν από 100 χρόνια. Δεν υπάρχει «τρίτος» τύπος ανάμεσα σε αυτούς τους δύο.
Ο 21ος αιώνας θα δείξει τι θα αποφασίσουν εκείνοι που δρουν στα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα.




  Εκτενή αποσπάσματα από το τέταρτο και τελευταίο μέρος μελέτης με τίτλο: «Για την πολιτική οργάνωση των κομμουνιστών στην Ιστορία και στη σημερινή εποχή», που δημοσιεύεται σε συνέχειες, από το τεύχος 2/2000, στο γερμανικό περιοδικό «Βάϊσενζεερ Μπλέττερ» (Weissenseer Blatter).
[1] Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 1-193. Η γερμανική μετάφραση κυκλοφόρησε το Μάρτη από τις εκδόσεις Ντιτς στη Στουτγάρδη.
[2] Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 1-193.
[3] Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας». Απαντα, εκδ. Εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 9.
[4] Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας». Απαντα, εκδ. Εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 23.
[5] Β. Ι. Λένιν: «Σχετικά με την ομάδα των «βπεριοντοφικών». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 19, σελ. 321.
[6] Β. Ι. Λένιν: «Σχετικά με την ομάδα των «βπεριοντοφικών». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 19, σελ. 321. Η υπογράμμιση υπάρχει στο πρωτότυπο.
[7] Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 85.
[8] Β. Ι. Λένιν: «Ενα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 8, σελ. 232.
[9] Β. Ι. Λένιν: «Ενα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 8, σελ. 245. Η υπογράμμιση υπάρχει στο πρωτότυπο.
[10] Β. Ι. Λένιν: «Ενα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 8, σελ. 259-260.
[11] Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Καταστατικό της Ενωσης των Κομμουνιστών». Εργα, γερμανική έκδοση, τ. 4, σελ. 596 -601.
[12] Ψήφισμα του Διεθνούς Συνεδρίου των Σοσιαλιστών στη Στουτγάρδη στο σημείο της ημερήσιας διάταξης, «Ο μιλιταρισμός και οι διεθνείς συγκρούσεις», που έγινε δεκτό στις 24 Αυγούστου 1907. Η παράθεση είναι από την «Ιστορία του γερμανικού εργατικού κινήματος», τ. 2, σελ. 370. Βερολίνο 1966 (γερμανική έκδοση). Οι υπογραμμίσεις είναι του συγγραφέα.
[13] Β. Ι. Λένιν, «Και τώρα;». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 26, σελ. 112.
[14] Β. Ι. Λένιν, «Και τώρα;». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 26, σελ. 112.
[15] Β. Ι. Λένιν «Η χρεοκοπία της ΙΙης Διεθνούς». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 26, σελ. 211 κ.ε.
[16] Β. Ι. Λένιν: «Σημειώσεις ενός δημοσιολόγου». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 44, σελ. 421.
[17] Β. Ι. Λένιν: «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 37, σελ. 306-307.
[18] Β. Ι. Λένιν: «Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΡ (μπ)». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 38, σελ. 107-108.
[19] Επειδή αυτό το θέμα είναι ξεχωριστό, πρέπει να περιοριστώ εδώ στην απλή αναφορά της κατάστασης των πραγμάτων.
[20] Β. Ι. Λένιν: «Λόγος για το ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος. 23 του Ιούλη». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 236.
[21] Β. Ι. Λένιν: «Γράμμα προς τους Γερμανούς κομμουνιστές». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 44, σελ. 98.
[22] Β. Ι. Λένιν: «Γράμμα προς τους Γερμανούς κομμουνιστές». Απαντα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 44, σελ. 99.
59 Βλ. Χ. Μάγκερ: «Μόνο ένα κόμμα σύμφωνα με το μοντέλο του Στάλιν;» Στο: «Τετράδια Ιστορίας της ΛΔΓ», 51. Βερολίνο 1998, σελ. 1 και 59 (στα γερμανικά).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ