ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
του Ελισαίου Βαγενά
Θα ήταν υπερβολή αν σε ένα άρθρο φιλοδοξούσαμε να περιγράψουμε αναλυτικά την κατάσταση του κομμουνιστικού κινήματος στις 15 χώρες που προήλθαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Και αυτό γιατί, παρά την κοινή προέλευση, έχουμε διαφορετικές συνθήκες δράσης για τα ΚΚ, που έχουν να κάνουν με συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές καταστάσεις και εθνικο-ιστορικές παραδόσεις.
Εχουμε έτσι ΚΚ που είναι «κυβερνητικά» (ΚΚΔ Μολδαβίας), «φιλοκυβερνητικά» (ΚΚ Λευκορωσίας), νόμιμα στην αντιπολίτευση (Ρωσία, Ουκρανία, Καζακστάν, Κιργκιζία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Τατζικιστάν), αλλά και παράνομα (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν). Σε ορισμένες μάλιστα υπάρχουν φυλακισμένοι κομμουνιστές ηγέτες, όπως στη Λιθουανία, στο Καζακστάν, ενώ και στη Λετονία υπάρχουν διώξεις σε βάρος πρώην μελών του κόμματος και των σωμάτων ασφαλείας, αλλά και περιορισμοί πολιτικής δράσης.
Σε αυτό το άρθρο θα περιοριστούμε σε κρίσιμα ιδεολογικο-πολιτικά και οργανωτικά ζητήματα που απασχολούν το κομμουνιστικό κίνημα στην πρώην Σοβιετική Ενωση, δίνοντας ταυτόχρονα ορισμένες χρήσιμες πληροφορίες και μια σφαιρική εικόνα για την ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος στο χώρο αυτό.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ «ΔΙΕΙΣΔΥΣΗΣ» ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ
Το ζήτημα της στάσης απέναντι στην αστική εξουσία βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων και αντιπαραθέσεων στα πλαίσια των κομμουνιστικού κινήματος στην πρώην Σοβιετική Ενωση και φυσικά αποτελεί την καρδιά των διαφορών ανάμεσα στα ΚΚ. Η συζήτηση στη Ρωσία δίνει τον τόνο γι’ αυτό θα αναφέρουμε κάποια στιγμιότυπά της.
Πρόσφατα ο Γκενάντι Σελεζνιόφ, μέλος του Προεδρείου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσικής Ομοσπονδίας (ΚΚΡΟ) και πρόεδρος της Κρατικής Δούμας, μαζί με άλλα δύο στελέχη του κόμματος διαγράφτηκαν από το ΚΚΡΟ διότι, παρά την απόφαση του Κόμματός τους, αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τα δημόσια αξιώματά τους, στα οποία είχαν εκλεγεί εκπροσωπώντας το ΚΚΡΟ. Η δικαιολογία που πρόβαλαν είναι ότι από τις θέσεις αυτές μπορούν να βοηθήσουν χιλιάδες Ρώσους πολίτες να καλυτερεύσουν τη ζωή τους, ενώ ειδικά ο Σελεζνιόφ τόνισε ότι είναι «δημόσιος άντρας» και δεν μπορεί να βάζει το «κομματικό» συμφέρον πάνω από το «γενικό καλό».
Το ζήτημα δε συνδέεται απλώς με την περίπτωση Σελεζνιόφ, ούτε εστιάζεται μόνο στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΡΟ. Πριν το Σελεζνιόφ ήταν ο Ι. Ρίμπκιν, επίσης μέλος του Προεδρείου του ΚΚΡΟ και Πρόεδρος της Κρατικής Δούμας, αλλά και ολόκληρη πλειάδα στελεχών, νομαρχών, που μετά την εκλογή τους είτε αποχωρούν από το κόμμα είτε συμμετέχουν στην εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής της Ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Τα τελευταία χρόνια στη Ρωσία, περίπου 30 κυβερνήτες (από τους 89) έχουν εκλεγεί με την υποστήριξη των κομμουνιστών. Οπως δείχνει όμως η πραγματικότητα, κάθε άλλο παρά κατάφεραν να «αποδεσμευτούν» από την επιρροή του Κρεμλίνου αλλά στην πράξη ένα μεγάλο μέρος τους εφαρμόζει πολιτική υποταγής στα κεντρικά αντιλαϊκά σχέδια.
Ο Γκενάντι Ζιουγκάνοφ στην ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΡΟ στις 22.6.2002 σημείωνε: «Βλέπουμε πως ορισμένοι κυβερνήτες που εκλέχτηκαν και με τη δική μας υποστήριξη τρυπώνουν κάτω από την κεντρική εξουσία και για να ενισχύσουν το προσωπικό τους κύρος δηλώνουν την υποστήριξή τους στον Πούτιν. Αντίθετα εμείς χρειαζόμαστε τοπικούς ηγέτες με κύρος που θα υπερασπίζουν τα συμφέροντα της Πατρίδας, ανοιχτά θα υποστηρίζουν τη λαϊκο-πατριωτική αντιπολίτευση, χωρίς να ντρέπονται για την κομματική τους ένταξη»[1].
Ενα ακόμα σχετικό «κρούσμα» ανέφερε πρόσφατα η εφημερίδα «Σοβιέτσκαγια Ρωσία». Τη στιγμή που το ΚΚΡΟ ετοιμαζόταν να προκαλέσει δημοψήφισμα για να αποτρέψει την πώληση της γης και το πέρασμά της στα χέρια μεγαλοϊδιοκτητών, δηλαδή των νέων «κουλάκων» στην περιοχή του Ορενμπούργκ, ο κυβερνήτης Αλεξέι Τσερνίσεφ, στέλεχος του ΚΚΡΟ, υλοποιεί κεντρικό πρόγραμμα με τον τίτλο: «Αναγέννηση των κουλάκων!». Το Πρόγραμμα, που καταρτίστηκε από το υπουργείο Εργασίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές, προβλέπει να δίνεται σε κάθε επίδοξο κουλάκο χρηματική «βοήθεια» 30.000 ρουβλιών για αγορά ζώων και να χρηματοδοτηθεί η απασχόληση προσωπικού που θα χρειαστεί με 500 ρούβλια το μήνα, για κάθε εργαζόμενο[2].
Το Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας - Κόμμα των Κομμουνιστών της Ρωσίας (ΚΕΚΡ-ΚΚΡ) εκτιμά ότι ευθύνεται η πολιτική του ΚΚΡΟ και όχι οι αντικειμενικές δυσκολίες του ταξικού αγώνα, για το φαινόμενο του περάσματος στελεχών στις υπηρεσίες ενός αντιλαϊκού καθεστώτος. Το κόμμα αυτό σημειώνει ότι το ΚΚΡΟ βρέθηκε αντιμέτωπο με τη νέα εσωτερική κρίση εξαιτίας της λεγόμενης πολιτικής της «διείσδυσης στην εξουσία», δηλαδή της διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, στην οποία συμμετείχαν και συμμετέχουν στελέχη του. Πολιτική, που όπως εκτιμούν, διέδιδε το ίδιο το ΚΚΡΟ από την ίδρυσή του το 1993. Που στηρίζεται αυτή η κριτική; Από τα παραδείγματα που αναφέρουν τα στελέχη του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ σημειώνουμε ένα: Την περίοδο 1996-’97 η Ρωσία γνώρισε το μεγαλύτερο κύμα απεργιών στη μετασοβιετική ιστορία της. Η κατάσταση για το Γέλτσιν και την κυβέρνησή του χειροτέρεψε με την οικονομική κρίση το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1998. Τότε το ΚΚΡΟ ακολουθώντας τη θέση «να διεισδύσουμε στην εξουσία», που επίσημα είχε υιοθετηθεί από το 1996, όχι μόνο δεν έστρεψε τις εξελίξεις προς την κατεύθυνση της ανατροπής του αντιλαϊκού καθεστώτος, αλλά με στελέχη του, όπως ο Γ. Μασλιουκόφ, που ανέλαβε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του Γ. Πριμακόφ, βοήθησε στη σταθεροποίηση του καθεστώτος. Ετσι αυτό επανέκαμψε και προετοίμασε την πολιτική «αλλαγή» του Γιέλτσιν με τον Πούτιν.
Τα στελέχη του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ υποστηρίζουν ότι με τις αποφάσεις της ΚΕ του ΚΚΡΟ, για τη διαγραφή του Σελεζνιόφ και των άλλων δύο στελεχών του ΚΚΡΟ, δεν κόβεται ο «ομφάλιος λώρος» με την αντίληψη της διαχείρισης, του συμβιβασμού με το σύστημα, αφού η πολιτική ουσία του ζητήματος παρακάμπτεται και η προσοχή στρέφεται στα «οργανωτικά» ζητήματα της κομματικής πειθαρχίας.
Στο τελευταίο τακτικό (7ο) συνέδριο του ΚΚΡΟ (Δεκέμβρης 2000), ο Β. Ιλιούχιν, μέλος της ΚΕ του Κόμματος και γνωστός εισαγγελέας που το 1991 είχε κινήσει ποινική δίωξη ενάντια στο Μ. Γκορμπατσόφ, σημείωνε στην ομιλία του: «Με ανησυχία σημειώνω ότι από τα χείλη των ηγετών του κόμματος ακόμη ηχεί το γκορμπατσοφικό ρέψιμο, με τη μορφή των σκέψεων περί «πανανθρώπινων αξιών», περί «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», περί «διείσδυσης στην εξουσία», περί «περιορισμών στην επανάσταση», περί «συναίνεσης στην κοινωνία» κ.ά., ενώ λιγότερα λόγια ακούω για τον αγώνα ενάντια στην εξουσία, για το μισθωτό εργαζόμενο, για το σοσιαλισμό. Τα παραπάνω αποπροσανατολίζουν σοβαρά το κόμμα, το λαό, ο οποίος δεν ξέρει ποιον να υποστηρίξει, αφού όλα τα κόμματα με τα συνθήματά τους εμφανίζονται με το ίδιο πρόσωπο»[3].
Η παραπάνω εκτίμηση είναι ενδεικτική για το ότι ένα τμήμα του ΚΚΡΟ θεωρεί ότι υπάρχει πρόβλημα και δηλώνει ότι τάσσεται ενάντια στην ενσωμάτωση του Κόμματος, με την ανάληψη απ' αυτό του ρόλου του ενός εκ των δύο πυλώνων του δικομματικού αστικού πολιτικού συστήματος.
ΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ
Την Ανοιξη του 2001 υπήρξε η νίκη του Κόμματος των Κομμουνιστών της Δημοκρατίας της Μολδαβίας (ΚΚΔΜ) στις βουλευτικές εκλογές. Το εκλογικό σύστημα επέτρεψε στο ΚΚΔΜ με το 51% των ψήφων να αποκτήσει το 70% των εδρών και να εκλέξει στο αξίωμα του Προέδρου της χώρας τον Βλαντιμήρ Βορόνιν.
Στην κυβέρνηση που έχει σχηματίσει ο Β. Βορόνιν προσπάθησε να συσπειρώσει και δυνάμεις έξω-κομματικές, ακόμη και υπουργούς από την προηγούμενη «κεντρο-αριστερή» κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή δεν θέτει κανένα ζήτημα αλλαγής της πολιτικής «προσέγγισης» με την ΕΕ, την ένταξη της Μολδαβίας στο Σύμφωνο Σταθερότητας και την παραμονή στο ΝΑΤΟϊκό «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». Ζητήματα εξωτερικής πολιτικής που θέτει διαφορετικά από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι δύο: α) όχι στην ένταξη στο ΝΑΤΟ, β) όχι στην μετατροπή της GUUAM σε πολιτικό-στρατιωτικό συνασπισμό ενάντια στη Ρωσία.
Κύριο βάρος δίνεται στην επίλυση του προβλήματος της αποσχισμένης «Δημοκρατίας της Υπερδνειστερίας» και των κοινωνικών προβλημάτων. Ελπίζουν ότι η Ρωσία θα τους βοηθήσει να διευθετήσουν και τα δυο για τους δικούς της γεω-στρατηγικούς λόγους. Ηδη η Ρωσία έχει προχωρήσει στη ρύθμιση του χρέους και σε χαμηλότερες τιμές καυσίμων για τη Μολδαβία.
Γενικά το ΚΚΔΜ αν και μιλά για σοσιαλισμό, ως άμεσο στόχο θέτει την «αναγέννηση της οικονομίας της χώρας». Θεωρεί ότι από μόνη της η Μολδαβία δεν μπορεί να αποτελέσει τον «αδύνατο κρίκο» και να περάσει στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Απομένει λοιπόν η προσπάθεια καλυτέρευσης των κοινωνικό-οικονομικών συνθηκών για τη λαϊκή πλειοψηφία και η υπομονή για διαμόρφωση ευνοϊκότερων συνθηκών σε ένα ευρύτερο γεωγραφικό περιβάλλον και κυρίως στη Ρωσία. Πρόκειται για αντίληψη που είναι βαθιά εδραιωμένη στο κομμουνιστικό κίνημα της πρώην ΕΣΣΔ και ιδιαίτερα στα ΚΚ των μικρότερων σε πληθυσμό και φτωχότερων σε φυσικό πλούτου χωρών. Σ' αυτό συμβάλλουν ιστορικοί λόγοι, στους οποίους θα αναφερθούμε παρακάτω, αλλά και «σύγχρονες» αντιλήψεις που αναπτύσσονται στα πλαίσια του κινήματος, όπως π.χ. ότι: «σε πραγματική ανεξαρτησία και ουσιαστική κυριαρχία μπορούν να ελπίζουν μόνο εκείνοι οι λαοί, οι κοινωνίες και πολιτισμοί, οι οποίοι στα πλαίσια του κράτους τους κατάφεραν να επιλύσουν το πρόβλημα της εδαφικής αυτάρκειας, δηλαδή της γεωπολιτικής αυτοτέλειας»[4].
Με βάση αυτή την αντίληψη, το ΚΚΔΜ όντας στην κυβέρνηση έχει προωθήσει ορισμένα μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων, όπως είναι η αύξηση των μισθών και των συντάξεων, ενώ αυξήθηκε και το ΑΕΠ. Βέβαια, οι όποιες κυβερνητικές κινήσεις δεν αμφισβητούν ούτε κινούνται πέρα από τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δε σταμάτησε τις αντιδραστικές, δεξιές δυνάμεις, που επιδιώκουν τη «ρουμανοποίηση» της χώρας και την «ένωση» με τη «μητέρα Ρουμανία» να προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση και να μειώσουν την επιρροή του ΚΚΔΜ. Χαρακτηριστική της όλης εξέλιξης είναι η ανακοίνωση που εξέδωσε η αμερικανική πρεσβεία κατά τη διάρκεια των τελευταίων μεγάλων κινητοποιήσεων της αντιπολίτευσης[5]. Στην ανακοίνωση τονιζόταν ότι οι ΗΠΑ δε χρηματοδοτούν, ούτε βρίσκονται πίσω από τις προσπάθειες ανατροπής του Βορόνιν ή αλλιώς: «Ο κόσμος το 'χει τούμπανο και εμείς κρυφό καμάρι».
Αρκετά θολή παραμένει και η κατάσταση στη Λευκορωσία, όπου κυβερνά και με την υποστήριξη του ΚΚ Λευκορωσίας (ΚΚΛ) ο Αλεξάντρ Λουκασένκο. Αντίθετα, το Κόμμα των Κομμουνιστών της Λευκορωσίας (ΚΚΛ) θεωρεί «δικτατορική», αντιδημοκρατική την πολιτική συμπεριφορά του Λουκασένκο και βρίσκεται στην αντιπολίτευση. Ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε αντιθέσεις και μεγάλα συμφέροντα στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν σήμερα τον Λουκασένκο δεν έχουν ομοιογένεια, έχουν διαφορετικές αφετηρίες, αλλά και στρατηγικούς στόχους. Ετσι π.χ. στις γραμμές των υποστηρικτών του Λουκασένκο βρίσκονται όσοι θεωρούν ότι αυτός αντιστέκεται στις επιδιώξεις των ΝΑΤΟ-ΕΕ στην περιοχή και έχει διατηρήσει ορισμένες κατακτήσεις των εργαζομένων, σε σύγκριση με την κατάσταση στις υπόλοιπες σοβιετικές Δημοκρατίες. Η πρωτοπορία αυτού του κομματιού τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εργατικών κατακτήσεων και της επαναφοράς του σοβιετικού συστήματος εξουσίας. Από την άλλη τον υποστηρίζουν κοινωνικές δυνάμεις, όπως το διευθυντικό στρώμα που βέβαια αντιτίθεται στη φιλελευθεροποίηση και τις ιδιωτικοποιήσεις που προτείνει η ΕΕ, εφόσον αυτές κλονίσουν τη θέση του, όμως είναι αντίθετο και με την επιστροφή στο σοσιαλισμό.
Και εδώ, όπως και στην περίπτωση της Μολδαβίας, αλλά και στο σύνολο των πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών, μεγάλη επίδραση ασκούν τα γεγονότα στη Ρωσία. Βέβαια, είναι πια έντονη και η επίδραση των διάφορων ιμπεριαλιστικών κέντρων. Ετσι οι σχεδιασμοί των ΗΠΑ παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο σε όλες τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες και ιδιαίτερα αυτές του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, ενώ οι σχεδιασμοί της ΕΕ επηρεάζουν περισσότερο το Ευρωπαϊκό τμήμα της πρώην ΕΣΣΔ και ειδικότερα τις χώρες της Βαλτικής, που θεωρείται ότι ήδη βρίσκονται στον «προθάλαμο» της ΕΕ.
Επειδή τόσο στη Λευκορωσία ο Λουκασένκο όσο και στη Μολδαβία ο Βορόνιν έφτασαν στο αξίωμα του προέδρου της χώρας μέσα από εκλογικές διαδικασίες, έχουν αυξηθεί οι αυταπάτες στα ΚΚ για τη δυνατότητα επαναφοράς του σοσιαλισμού, μέσα από στάδια κοινοβουλευτικής εξέλιξης και εκλογικές νίκες. Για παράδειγμα, τρία στάδια προβλέπονται μέσα από τα Πρόγραμματα του ΚΚΡΟ και του ΚΚ Ουκρανίας. Ο Βορόνιν στη Μολδαβία εκλέχτηκε στη θέση του προέδρου, αφού πρώτα το ΚΚΔΜ κατάφερε να επιβάλει μια συνταγματική μεταρρύθμιση μετατρέποντας την Προεδρική Δημοκρατία σε Προεδρευόμενη. Το «σχήμα» αυτό μοιάζει να υιοθετείται και από το ΚΚ Ουκρανίας, που με απόφαση της ΚΕ, τάσσεται όχι μόνο ενάντια στην απομάκρυνση του Προέδρου Κούτσμα, αλλά και υπέρ μιας αντίστοιχης συνταγματικής αλλαγής[6]. Στην εισήγηση της ΚΕ αυτή η πρόταση συνδέεται με τη θέση του Λένιν για τη μετεξέλιξη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική[7]. Με μια τέτια όμως ερμηνεία δε συμφωνούν όλοι. Ο Β. Τερεσιούκ αναφέρει σχετικά: «Το κόμμα δε θα πρέπει να προβάλλει το σύνθημα της σταδιακής καλυτέρευσης της σημερινής δημοκρατίας από την προεδρική, στην προεδρικο-κοινοβουλευτική και στη συνέχεια στην καθαρά κοινοβουλευτική και παραπέρα στη σοβιετική, αλλά θα πρέπει να θέτει άμεσα το ζήτημα του μετασχηματισμού της σημερινής εξουσίας, σε εξουσία του προλεταριάτου της πόλης και του χωριού»[8].
ΚΚ ΣΕ ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ Ή ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΙΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ
Οπως ήδη έχουμε αναφέρει υπάρχουν ΚΚ που είναι απαγορευμένα και άλλα που εμποδίζεται ή περιορίζεται η δράση τους.
Θα αναφέρουμε ένα πρόσφατο παράδειγμα. Ο νέος νόμος για τα πολιτικά κόμματα στο Καζακστάν προβλέπει ότι αυτά, για να δρουν νόμιμα, θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον 50.000 μέλη και οργανώσεις σε όλες τις περιοχές της χώρας. Οπως σημειώνουν κομμουνιστές στο Καζακστάν, αυτές οι προϋποθέσεις είναι σήμερα «άπιαστες» ακόμη και για το φιλοπροεδρικό κόμμα[9].
Σε περιπτώσεις, ειδικά στις κεντροασιατικές πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες, οι διώξεις δεν κατευθύνονται μόνο ενάντια στους κομμουνιστές, αλλά και σε κάθε αντιπολιτευόμενη δύναμη: «Στο Ουζμπεκιστάν δεν υπάρχει νόμιμη αντιπολίτευση. Η παράνομη αντιπολίτευση χτυπιέται. Οι φυλακές είναι γεμάτες από ανθρώπους της αντιπολίτευσης και με όσους τους έχουν κατατάξει σ' αυτήν. Σχεδόν όλοι είναι καταδικασμένοι με βάση ποινικά άρθρα, ενώ ελάχιστοι απ' αυτούς έχουν την «τιμή» να θεωρούνται τρομοκράτες, υποδαυλιστές του εθνικού και ταξικού μίσους, ταραξίες του συνταγματικού συστήματος. Διώξεις δεν γίνονται μόνο ενάντια στους αντιπολιτευόμενους, αλλά και ενάντια στις οικογένειές τους και στους γνωστούς τους. Εάν «καρφώσουν» κάποιον άνθρωπο, τότε αυτός πάει χαμένος, άσχετα από το αν η «πληροφορία» αληθεύει»[10]. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που χωρίς ιδιαίτερες εσωτερικές αντιδράσεις αυτά τα καθεστώτα, με πρόσχημα την τρομοκρατία, δέχτηκαν στο έδαφός τους μετά την 11η Σεπτέμβρη αμερικανικά στρατεύματα και βάσεις!
Σε χώρες της κεντροασιατικής πρώην ΕΣΣΔ το κομμουνιστικό κίνημα βρίσκεται ακόμη σε φάση ανασυγκρότησης. Ετσι στο Καζακστάν ένα σημαντικό μέρος στελεχών του κόμματος που δραστηριοποιείται στο εργατικό κίνημα αποχώρησε από το ΚΚ Καζακστάν (ΚΚΚ) και προχωρά στην συγκρότηση νέου κόμματος με τον πιθανό τίτλο Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Καζακστάν (ΚΕΚΚ). Αν και στην ομάδα πρωτοβουλίας δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της διαμόρφωσης των προγραμματικών θέσεων του νέου κόμματος, είναι φανερό ότι εκδηλώνουν το ενδιαφέρον να συμμετέχουν όσοι έχουν απογοητευθεί από τη συναινετική γραμμή που ακολουθεί η σημερινή ηγεσία του ΚΚΚ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην προσπάθεια αυτή συμμετέχουν μεταξύ των άλλων ο Μαντέλ Ισμαήλοφ (για 3 χρόνια φυλακίστηκε από το καθεστώς Ναζαρμπάεφ για τη συνδικαλιστική του δράση) και ο Αινούρ Κουρμάνοφ συνδικαλιστής, Α΄ Γραμματέας της Κομσομόλ του Καζακστάν[11]. Βέβαια η προσπάθεια τους δε θα είναι εύκολη. Και αυτό γιατί κοντά σε όσα ήδη αναφέραμε, ο ποινικός κώδικας της χώρας προβλέπει και ποινές φυλάκισης «για συμμετοχή σε μη αναγνωρισμένη οργάνωση».
Στη Γεωργία, μια συγκέντρωση που οργάνωσε το Ενιαίο Κομμουνιστικό Κόμμα Γεωργίας (ΕΚΚΓ) υπέρ της ανασυγκρότησης της ΕΣΣΔ στις 25.2.2001 έγινε η αφορμή μιας έντονης αντικομμουνιστικής καμπάνιας. Το επιχείρημα ήταν ότι το ΕΚΚΓ είναι μια «αντικρατική» δύναμη, που δρα ενάντια στην κρατική υπόσταση της Γεωργίας. Η καμπάνια, που βέβαια ενισχύθηκε από τον Ε. Σεβαρντνάτζε, τον υπουργό Δικαιοσύνης του Μ. Σαακασβίλι, λίγο έλειψε να θέσει εκτός νόμου το ΕΚΚΓ[12].
Μεγάλο πρόβλημα δημιουργείται με τη νομοθεσία που ψηφίζεται και στη Ρωσία, δυστυχώς με τη συναίνεση ή ακόμη και ενεργή συμμετοχή βουλευτών του ΚΚΡΟ. Για παράδειγμα έχει εγκριθεί ο νόμος «Για το δικαίωμα των πολιτών στην ένωση», που απαγορεύει τη «δημιουργία ένωσης πολιτών που έχει στόχο ή μεθόδους δράσης την υποδαύλιση του κοινωνικού μίσους και εχθρότητας». Επίσης στον ποινικό κώδικα, προβλέπονται βαριές ποινές για «μαζικές ταραχές», για «καλέσματα σε βίαιη κατάληψη της εξουσίας». Ιδιαίτερα επικίνδυνος όμως είναι ο νέος νόμος «για τα πολιτικά κόμματα». Ανάμεσα στα πολλά που προβλέπονται σ’ αυτόν είναι ότι δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές έχουν κόμματα που παίρνουν από τις αρχές το χαρακτηρισμό «πολιτικό κόμμα». Για να πάρει αυτόν το χαρακτηρισμό ένα κόμμα θα πρέπει: Να δηλώσει στις αρχές τουλάχιστον 10.000 μέλη, σε τουλάχιστον 45 από τις 89 περιοχές της χώρας (άρθρο 3). Δε φτάνει μια απλή δήλωση για τον αριθμό των μελών, αλλά τόσο τα κεντρικά όσο και τα περιφερειακά όργανα του κόμματος είναι υποχρεωμένα (με βάση τα άρθρο 38) να δώσουν πλήρη στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ισχυρισμό τους, ότι έχουν δηλαδή 10.000 μέλη. Στη συνέχεια μια ειδική υπηρεσία για τον έλεγχο των κομμάτων (ειδικό σώμα εισαγγελέων) προχωρά στη διασταύρωση αυτών των στοιχείων. Κι αυτό γιατί σε περίπτωση που ο αριθμός των μελών του πέσει κάτω από 10.000, τότε χάνει την ιδιότητα του «κόμματος» (και το δικαίωμα να συμμετέχει στις εκλογές) και θεωρείται κοινωνική οργάνωση. Το κάθε κόμμα πρέπει μια φορά το χρόνο να ενημερώνει τις αρχές όχι μόνο για τον οικονομικό απολογισμό του, αλλά και τη χρονιάτικη πολιτική και οργανωτική δράση του, μεταξύ των άλλων και για τις μεταβολές στον αριθμό των μελών συνολικά και σε κάθε τοπική οργάνωση (άρθρο 27). Το κόμμα πρέπει να κάνει συνέδριο το αργότερο μια φορά στα 3 χρόνια, στο οποίο είναι υποχρεωμένο να προσκαλεί εκπροσώπους των αρχών, οι οποίοι άλλωστε μπορούν με βάση το σχετικό νομοσχέδιο να παρακολουθούν όλες τις εκδηλώσεις των κομμάτων, που πρέπει να είναι ανοιχτές, όπως π.χ. συνέδρια, συνδιασκέψεις (άρθρα 27 και 38). Στα πολιτικά κόμματα απαγορεύεται να έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα. Επιτρέπονται τα έσοδα από εκδοτικές δραστηριότητες, πώληση ακινήτων και συμβόλων (σουβενίρ) του κόμματος. Ενώ καθιερώνεται η κρατική χρηματοδότηση για τα κόμματα που έχουν ξεπεράσει το 3% στις εθνικές εκλογές. Απαγορεύονται οι ανώνυμες ενισχύσεις των κομμάτων από οπαδούς τους. Ετσι ο κάθε πολίτης που θέλει να ενισχύσει το κόμμα του πρέπει να στείλει ταχυδρομική επιταγή, δηλώνοντας όλα τα στοιχεία (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, αριθμό ταυτότητας), ενώ μπαίνει πλαφόν ανώτατης οικονομικής ενίσχυσης (έως 10.000 φορές ο κατώτατος μισθός που ορίζεται κάθε χρόνο από το κράτος). Στο νομοσχέδιο σημειώνεται ότι αυτή η ενίσχυση πρέπει να προέρχεται από «ιδίους» οικονομικούς πόρους που έχει ο συγκεκριμένος πολίτης, δηλαδή ο ίδιος πρέπει, αν του ζητηθεί, να αποδείξει από πού βρήκε τα συγκεκριμένα χρήματα με τα οποία ενίσχυσε το κόμμα του. Μάλιστα αν κάποιος δώσει ανώνυμα οικονομική βοήθεια στο κόμμα, τότε το κόμμα πρέπει ή να τον βρει και να του την επιστρέψει ή να δώσει το συγκεκριμένο ποσό στο κράτος (άρθρο 30).
Πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου έπαιξε ο Β. Ζόρκαλτσεφ, μέλος της ΚΕ του ΚΚΡΟ, πρόεδρος της Μόνιμης Επιτροπής της Κρατικής Δούμας για τις Κοινωνικές και Θρησκευτικές Οργανώσεις[13]. Αφού διαμορφώθηκε ο νόμος, λίγες μέρες πριν την ψήφισή του το ΚΚΡΟ δήλωσε ότι είναι ένας αντιδημοκρατικός νόμος και τον καταψήφισε, όχι όμως και το παραπάνω στέλεχός του, που υπερασπίστηκε το νόμο μέχρι τέλους, χωρίς καμία συνέπεια για την κομματική του ιδιότητα. Τα παραπάνω γεγονότα έδωσαν λαβή στον Β. Τιούλκιν, επικεφαλή του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ να σημειώσει: «Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΡΟ έβαλε τη σφραγίδα της και στο νόμο «για τα πολιτικά κόμματα». Η Επιτροπή για τις Κοινωνικές και Θρησκευτικές Οργανώσεις του μέλους της ΚΕ του ΚΚΡΟ Β. Ζόρκαλτσεφ επεξεργάστηκε όλη την αντίληψη του νόμου, τον πέρασε από τις κοινοβουλευτικές ακροάσεις και όταν πλέον η κατάσταση δεν μπορούσε να αλλάξει, τότε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΡΟ επέλεξε τη διαφωνία. Ολες αυτές οι ενέργειες στοχεύουν στη σταθεροποίηση του υπάρχοντος συστήματος»[14].
Ο νόμος προκάλεσε αρκετές συζητήσεις στα άλλα ΚΚ της Ρωσίας και πρώτα και κύρια στο Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας- Επαναστατικό Κόμμα των Κομμουνιστών (ΚΕΚΡ-ΕΚΚ). Ορισμένοι υποστήριξαν ότι δεν έχει νόημα να παραδώσει το κόμμα στις αρχές τα στοιχεία 10.000 μελών του και θα πρέπει να περιοριστεί στις εξωκοινοβουλευτικές μορφές και ίσως στην πορεία στην παράνομη δράση, αφού προβλέπεται η παραπέρα αντιδραστικοποίηση του καθεστώτος Πούτιν. Τελικά το Κόμμα απέρριψε αυτές τις σκέψεις και προχώρησε στο δρόμο της προσπάθειας «καταγραφής», δηλαδή νομιμοποίησης του κόμματος. Να τι γράφει σχετικά ο Β. Τιούλκιν: «Ορισμένοι μας κάνουν κριτική από τα αριστερά, ότι δήθεν πρόκειται για συναινετική στάση, για «στήσιμο» του κόμματος, για παράδοση των μελών του στον έλεγχο του καθεστώτος. Τι γίνεται, ρωτάνε, με το κόμμα λενινιστικού τύπου; Δήθεν, λένε, πάμε στα βήματα του ΚΚΡΟ κλπ. Αυτά είναι υπερβολές! Εμείς ως επαναστάτες μαρξιστές θα πρέπει να καταλάβουμε ότι άλλο το κόμμα για μας κι άλλο το κόμμα «γι' αυτούς». Υπάρχει τεράστια διαφορά. Για μας το κόμμα είναι η πρωτοπορία της εργατικής τάξης, μια οργάνωση ομοϊδεατών, η οποία ζει με τους δικούς της κανόνες, χρησιμοποιεί όλες της μορφές πάλης, που είναι γνωστές στη θεωρία και πρακτική του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, και σ' ό,τι αφορά τους αστικούς νόμους και την ηθική εμείς τα αντιμετωπίζουμε με το γνωστό τρόπο, θεωρώντάς τα κατηγορίες βαθιά ταξικές, που υπηρετούν τα συμφέροντα αυτού που τα φτιάχνει. Το Κόμμα, ως οργάνωση που καταγράφτηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης («γι' αυτούς»), είναι απλώς μόνο μια μορφή διεξαγωγής του αγώνα του κόμματός μας, μια πλατιά οργάνωση των οπαδών μας για τη χρησιμοποίηση των κοινοβουλευτικών δυνατοτήτων. Και μόνο! Μας ψήφισαν, ακόμη και στο πιο άσχημο αποτέλεσμά μας, το 1999, 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι. (Θα ήταν πολλοί περισσότεροι αν, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, πολλοί δεν απείχαν από τις εκλογές). Είναι ανάγκη να βοηθήσουμε τουλάχιστον το 1% αυτών των ανθρώπων να οργανωθούν, ώστε το κόμμα να μπορέσει να υλοποιήσει τη θέλησή τους, ώστε να μπορέσει να κινητοποιήσει όλους αυτούς τους ανθρώπους στον αγώνα και στην πραγματική πολιτική. Ξεκινώντας απ' αυτήν τη θέση αντιμετωπίζουμε τη νέα κατάσταση, το νόμο «για τα πολιτικά κόμματα»[15].
Η προσπάθεια του ΚΕΚΡ-ΕΚΚ προσέκρουσε στην άρνηση των ρωσικών αρχών να επανακαταγράψουν ως νόμιμο πολιτικό κόμμα το Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας -Επαναστατικό Κόμμα των Κομμουνιστών (ΚΕΚΡ-ΕΚΚ), με το επιχείρημα ότι έχει στον τίτλο του τη λέξη «Επαναστατικό». Το επιχείρημα ήταν ότι η λέξη «επανάσταση» και τα παράγωγά της σχετίζονται με την «βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος». Μετά από ένα εξάμηνο διαπραγματεύσεων και δικαστικών ενεργειών και με ορατό τον κίνδυνο αποκλεισμού του από τις βουλευτικές εκλογές του 2003, το Κόμμα αποφάσισε να μετονομασθεί σε Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας-Κόμμα των Κομμουνιστών της Ρωσίας (ΚΕΚΡ-ΚΚΡ) και πήρε έτσι την δυνατότητα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης να καταγραφεί ως «πολιτικό κόμμα». Απομένει βέβαια να υλοποιήσει και τις άλλες υποχρεώσεις του, μερικές απ' αυτές τις αναφέραμε παραπάνω.
Τέλος, αποκορύφωμα της αντιδραστικής νομοθεσίας που εγκρίθηκε το 2002 στη Ρωσία αποτελεί ο νόμος «Για την αντιπαράθεση με την εξτρεμιστική δραστηριότητα» και «για τις αλλαγές και προσθήκες στις νομοθετικές πράξεις της Ρωσικής Ομοσπονδίας σχετικά με την ψήφιση του Ομοσπονδιακού Νόμου "Για την απόκρουση της εξτρεμιστικής δραστηριότητας"». Ουσιαστικά, με βάση αυτά τα νομοσχέδια, διώξεις μπορούν να γίνουν με την υποψία και μόνο «εξτρεμιστικής δράσης!». Για παράδειγμα: Δίνεται το δικαίωμα απαγόρευσης της δράσης οποιουδήποτε κόμματος ή μαζικής οργάνωσης, πριν εκδοθεί απόφαση δικαστηρίου! Η αστυνομία μπορεί να διαλύσει οποιαδήποτε εκδήλωση αν κατά την εκτίμησή της συμβαίνει εκεί κάτι «εξτρεμιστικό!». Επίσης, δίνεται η δυνατότητα κλεισίματος σελίδων στο Ιντερνετ με «εξτρεμιστικό περιεχόμενο». Η συμμετοχή σε «εξτρεμιστική οργάνωση» μπορεί να τιμωρηθεί με φυλάκιση έως 4 χρόνια. Σε περίπτωση που μια οργάνωση ή κόμμα χαρακτηριστεί «εξτρεμιστική», τότε οποιοδήποτε μέλος της μπορεί να τιμωρηθεί με χρηματικό πρόστιμο ή με φυλάκιση έως 2 χρόνια. Ως «εξτρεμισμός» χαρακτηρίζεται η όποια «αντιπαράθεση με τα όργανα της κρατικής εξουσίας»!
Το καθεστώς βέβαια επικαλούμενο σήμερα τον μπαμπούλα του «εξτρεμισμού», δεν «πατά στον αέρα». Εχει προηγηθεί μια τεράστια δεκαετούς διάρκειας ιδεολογικοπολιτική «πλύση εγκεφάλου». Ειδικά στα πρώτα χρόνια αυτή η επιχείρηση δεν συνάντησε την ανάλογη αντίσταση, ίσως δεν είχαν διαμορφωθεί τα ανάλογα ιδεολογικοπολιτικά ταξικά «αντανακλαστικά». Ετσι το 1994 ο Γκ. Ζιουγκάνοφ, προσπαθώντας να δείξει σε τι διαφέρει το ΚΚΡΟ από τα ΚΚ που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, έγραφε: «Αυτοί οι "νέοι κομμουνιστές" απέρριψαν τις εξτρεμιστικές θέσεις περί ταξικής πάλης, οι οποίες απειλούσαν το λαϊκό σώμα με διασπάσεις και εσωτερικές συγκρούσεις»[16].
Παρόλα αυτά, οι νέοι νόμοι που επιβάλλονται δε δείχνουν μόνο πως η αστική τάξη νομοθετεί την «υπεροχή» της απέναντι στο εργατικό και λαϊκό κίνημα της Ρωσίας, αλλά και το ότι βιάζεται να «θωρακίσει» το καθεστώς της. Θα έχει φαίνεται σοβαρούς λόγους να το κάνει…
ΤΑΞΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ
Οι κοινωνικές συμμαχίες είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που εξαρτάται από τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες σε κάθε χώρα, από την κύρια και τις επιμέρους αντιθέσεις στην ιστορική φάση την οποία διανύει η συγκεκριμένη χώρα. Με ποιον λοιπόν θα πρέπει να συμμαχήσει η εργατική τάξη στις πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες;
«Υπερασπίζοντας τα συμφέροντα του Ρώσου εμπορευματοπαραγωγού, μπορούμε και πρέπει, εννοείται, να διαχωρίσουμε το κεφάλαιο το εθνικό και παραγωγικό από το κεφάλαιο το κομπραδόρικο και κερδοσκοπικό. Αυτή είναι μια στοιχειώδης απαίτηση της συγκεκριμένης ανάλυσης, που προβάλει από την προτεραιότητα των παλλαϊκών συμφερόντων.. Και τα συμφέροντα του υπαρκτού τομέα της οικονομίας, του ντόπιου παραγωγού, είναι ίδια με τα συμφέροντα της εργαζόμενης πλειοψηφίας του λαού»[17].
Από τα παραπάνω, όπως κι από πλήθος ακόμη δηλώσεων και ομιλιών, γίνεται φανερό ότι ο ηγέτης του ΚΚΡΟ κάνει ένα αστήρικτο επιστημονικά διαχωρισμό των τμημάτων του κεφαλαίου και προσβλέπει σε μια υποστήριξη ή και συνεργασία με αυτό που χαρακτηρίζει «εθνικό» κεφάλαιο, ποντάροντας στην ανάγκη και επιθυμία των επιχειρηματιών και υψηλόβαθμων διευθυντικών στελεχών για μέτρα προστασίας έναντι των ξένων ανταγωνιστών. Εξάλλου το ρωσικό κράτος στηρίζει με όλα τα μέσα το κεφάλαιο που εδράζεται στη χώρα στη σύγκρουσή του στο διεθνές επίπεδο για ζητήματα όπως οι όροι με τους οποίους οι ρωσικές μονοπωλιακές εταιρίες ενσωματώνονται ή θα ενσωματωθούν στην παγκόσμια αγορά.
Για το ίδιο θέμα, των κοινωνικών συμμαχιών, στο νέο πρόγραμμα του ΚΕΚΡ-ΕΚΚ σημειώνεται: «Μοναδικοί σύμμαχοι της εργατικής τάξης είναι η αγροτιά, η εργαζόμενη διανόηση και οι άλλοι εκμεταλλευόμενοι εργαζόμενοι. Συνοδοιπόροι σε ορισμένα στάδια μπορεί να είναι τα μικροαστικά στρώματα των επιχειρηματιών και μικρο-εμπόρων (δηλαδή εκείνοι οι άνθρωποι που η δραστηριότητα τους αντικειμενικά περιλαμβάνει την προσωπική τους εργασία και την εκμετάλλευση ξένης), καθώς επίσης οι υπάλληλοι, οι σπουδαστές οι συνταξιούχοι, οι φοιτητές, οι άνεργοι. Το επίπεδο της συνέπειας αυτών των συνοδοιπόρων καθορίζεται από το επίπεδο της προλεταριοποίησής τους και του περάσματος στις θέσεις της εργατικής τάξης»[18]. Το απόσπασμα αυτό δεν υπήρχε στο 1ο πρόγραμμα του ΚΕΚΡ (1992), αφού τότε λόγος γινόταν μόνο για την ανάγκη της «ενότητας της εργατικής τάξης με την αγροτιά και την εργαζόμενη διανόηση». Χρειάστηκε να περάσουν δέκα χρόνια, για να διαμορφωθεί μια διαφορετική ταξική συγκρότηση της κοινωνίας, στη βάση των χαρακτηριστικών που έχει η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία. Τα πρώτα χρόνια της καπιταλιστικής παλινόρθωσης τα νεοεμφανιζόμενα μικρομεσαία στρώματα (εμπόρων, επιχειρηματιών) θεωρούνταν από στελέχη του κομμουνιστικού κινήματος ως εντελώς αντιδραστικά τμήματα του πληθυσμού, αφού στήριζαν με κάθε τρόπο την πορεία καπιταλιστικοποίησης, προσβλέποντας σε κέρδη από τη διάλυση των μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων, τη φιλευθεροποίηση των τιμών κ.ά. Στο βαθμό που ο καπιταλισμός στη Ρωσία εδραιώθηκε, οξύνεται η αντίθεση των μικρομεσαίων στρωμάτων με το μεγάλο κεφάλαιο της χώρας συνεπώς και οι δυνατότητες συμπόρευσής τους με την εργατική τάξη. Η κοινωνική αυτή αλλαγή, όπως είδαμε παραπάνω στο απόσπασμα του νέου Προγράμματος του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ, αρχίζει να παίρνεται υπόψη.
Στην Ουκρανία ο Β. Τερεσιούκ, μέλος της ΚΕ του ΚΚ Ουκρανίας και υπεύθυνος διεθνών σχέσεων του κόμματος, εκτιμά για τη χώρα του τα εξής: «Τα συμφέροντα του δυτικού ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου, σ' ό,τι αφορά την Ουκρανία, είναι φανερό ότι συμπίπτουν όχι με τα συμφέροντα του δικού μας ολιγαρχικού κεφαλαίου, αλλά με τα συμφέροντα του μεσαίου και μικρού κεφαλαίου. Η ουσία αυτής της σύμπτωσης βρίσκεται στο ότι και οι μεν και οι δε ενδιαφέρονται για τη συρρίκνωση της οικονομικής δύναμης του μεγάλου κεφαλαίου. Οι δικοί μας μικρομεσαίοι γιατί αυτό δεν τους αφήνει να μεγαλώσουν περισσότερο, ενώ η Δύση γιατί επιδιώκει να καθαρίσει την αγορά για τα δικά της προϊόντα, αλλά και για να ελέγξει το ντόπιο κεφάλαιο, κάτι που μπορεί να γίνει ευκολότερα με το μικρό και μεσαίο κεφάλαιο… Να γιατί δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε μια συμμαχία με τη μικρή και μεσαία μπουρζουαζία ενάντια στους ολιγάρχες. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να ελπίζουμε στην ουδετεροποίησή της με τη βοήθεια των συνθημάτων για την αύξηση των δυνατοτήτων απασχόλησης και της μείωσης των φόρων για τους μικρούς επιχειρηματίες, με την προϋπόθεση της εθνικοποίησης των βασικών τομέων»[19].
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι τα ΚΚ κάνουν τις δικές τους αναλύσεις για την ταξική διαστρωμάτωση των κοινωνιών στις οποίες δρουν και οι οποίες, παρά τις κοινές συνθήκες του καπιταλισμού, έχουν διαφορές εξαιτίας της ανισόμετρης ανάπτυξής του στις χώρες που προήλθαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Με βάση αυτές τις αναλύσεις, σωστές ή λαθεμένες, καθορίζεται και η πολιτική των συμμαχιών αυτών των κομμάτων.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΑ ΜΕΤΩΠΑ
Στο Πρόγραμμά του το ΚΚΡΟ σημειώνει: «Σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού σταθερά αυξάνει η αντίσταση στο κυρίαρχο καθεστώς. Οργανώνονται και συσπειρώνονται οι λαϊκο-πατριωτικές δυνάμεις, οι δυνάμεις της κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης. Το ΚΚΡΟ, πιστό στα συμφέροντα των ανθρώπων της δουλιάς, θέτει ως στόχο του την ενοποίηση του κοινωνικοταξικού και του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος σε ένα ενιαίο μαζικό κίνημα αντίστασης, δίνοντας σε αυτό συνειδητό και στοχο-προσηλωμένο χαρακτήρα. Το κόμμα αγωνίζεται για την ενότητα, την ακεραιότητα, την ανεξαρτησία της χώρας, την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών της, τη φυσική και ηθική υγεία του λαού, για το σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης της Ρωσίας…» και παρακάτω: «Το ΚΚΡΟ θέτει ως στόχο του την ενεργοποίηση του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα του λαού της Ρωσίας. Σε αυτόν τον αγώνα υπάρχουν πραγματικοί και δυνάμει σύμμαχοι. Είναι τα πολιτικά κόμματα του σοσιαλιστικού, του κεντρώου και του συνεπούς δημοκρατικού χώρου, τα προοδευτικά πατριωτικά κινήματα. Είναι τα συνδικάτα, οι εργατικές, αγροτικές, γυναικείες, αντιστασιακές, νεολαιίστικες, επιχειρηματικές, διαφωτιστικές, πνευματικές οργανώσεις, οι θρησκευτικές ενώσεις όλων των παραδοσιακών θρησκευτικών δογμάτων. Εμείς σεβόμαστε τις απόψεις τους και δεν τους επιβάλλουμε τις δικές μας. Αλλά στο διάλογο και στη κοινή δράση με αυτούς, θεωρούμε απαραίτητο να μην κρύβουμε την πεποίθησή μας, ότι η υπεράσπιση των εθνικο-κρατικών συμφερόντων της Ρωσίας, οργανικά διαχέεται σήμερα με τον αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατική δουλεία, και την αντεπανάσταση, για το σοσιαλισμό και τις σοβιετικές μορφές λαϊκής εξουσίας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η ζωή θα επιβεβαιώσει το δίκιο μας»[20].
Στην κατεύθυνση αυτή το ΚΚΡΟ έκανε πολλές προσπάθειες να συγκροτήσει τη «Λαϊκο-πατριωτική Ενωση της Ρωσίας» (ΛΠΕΡ). Με την εμφάνιση όμως του Πούτιν στο προεδρικό αξίωμα οι γνωστότερες σύμμαχες δυνάμεις [η πλειοψηφία του Προεδρείου της ΛΠΕΡ: Α. Ρουτσκόι (Κοινωνικό-πολιτικό κίνημα «ΝΤΕΡΖΑΒΑ»), Μ. Λαψίν (Αγροτικό Κόμμα Ρωσίας), Α. Ποντμπεριόζκιν («Πνευματική κληρονομιά»)] αποχώρησαν είτε προς το κέντρο είτε ανοιχτά προς τις φιλοκυβερνητικές δυνάμεις. Παρόλα αυτά, το ΚΚΡΟ συνεχίζει τις προσπάθειες να ανασυγκροτήσει τη ΛΠΕΡ, την ύπαρξη της οποίας συνδέει και με τους στρατηγικούς του στόχους, ιδιαίτερα στο πρώτο από τα τρία στάδια περάσματος στο σοσιαλισμό, όπως αυτά περιγράφονται στο πρόγραμμά του.
Διαφορετική τακτική ακολουθεί το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ που προς το παρόν τουλάχιστον δεν έχει συγκροτήσει κάποιες πολιτικές «δομές» συνεργασίας, αλλά συνεργάζεται στις εκλογές για την Κρατική Δούμα με άλλα μικρότερα ΚΚ, το συνδικάτο «Ζασίτα», ανένταχτους συνδικαλιστές, με στόχο την εμφάνιση στην Κρατική Δούμα «Εργατικής κοινοβουλευτικής Ομάδας» [στις τελευταίες εκλογές δεν πέτυχε το στόχο του συγκεντρώνοντας στις εκλογές της 19.12.1999 για την Κρατική Δούμα 2,22% (1.481.890 ψήφους), ενώ το ΚΚΡΟ πήρε 24,29% (16.196.024 ψήφους)]. Επίσης σε περιφερειακό επίπεδο το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ συνεργάζεται με τη Ρωσική Παλλαϊκή Ενωση (Σ. Μπαμπούριν), όπως και με ορισμένες οργανώσεις του Αγροτικού Κόμματος Ρωσίας (Π.χ. στις εκλογές της περιοχής του Σβερντλόφσκ, στις 14.4.2002 το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ κατέβηκε στις τοπικές εκλογές με το ΑΚΡ, με την ονομασία «Κομμουνιστές και Αγροτιστές των Ουραλίων» αποσπώντας 4,18% (ή 47 χιλιάδες ψήφους), ενώ στις ίδιες εκλογές το ΚΚΡΟ συγκέντρωσε ποσοστό 7,32% (83 χιλιάδες ψήφους)[21].
Στο πρόσφατο 2ο συνέδριο του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ (10.8.2002) έγινε η εξής εκτίμηση και πρόταση: «Η αστική τάξη απέσπασε εύκολα από τα χέρια της ΛΠΕΡ τα κρατικο-πατριωτικά συνθήματα και με την ίδια ευκολία τα αμαύρωσε. Η λογική οδηγεί τους ιδεολόγους της αστικής τάξης στην εκπλήρωση αντίστοιχης κλοπής τμήματος των σοσιαλιστικών συνθημάτων. Δεν παρατηρείται τυχαία μια αναβίωση των σοσιαλδημοκρατικών και εθνικιστικών κατευθύνσεων, μια ενεργοποίηση της κοινωνικής δημαγωγίας της επίσημης προπαγάνδας.
Σε αυτές τις προσπάθειες, σε αυτή την τεχνητή ταραχή, σε αυτό το χυδαίο χαμαιλεοντισμό πρέπει να αντιπαραθέσουμε την ταξική προσέγγιση, την ενότητα δράσης των κομμουνιστών και πατριωτών, την οργάνωση των δυνάμεων που θα επιτρέψει να υλοποιήσουμε το δυναμικό της πλειοψηφίας της ρωσικής κοινωνίας, που είναι ο δρόμος του μοναδικού σοβιετικού πολιτισμού.
Απευθυνόμαστε σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις, που τάσσονται υπέρ του σοσιαλισμού (μεταξύ των άλλων και όσων εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο, στο ΚΚΡΟ, στη ΛΠΕΡ, στους αγροτιστές) με το κάλεσμα να ενώσουμε τις προσπάθειές μας σε ένα μπλοκ δυνάμεων της λαϊκής αντίστασης στις προσεχείς εκλογικές εκστρατείες»[22].
Θα ανταποκριθεί σε αυτό το κάλεσμα το ΚΚΡΟ; Το πιθανότερο είναι όχι και να γιατί: Στην Εισήγηση της Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΡΟ (22.6.2002), που ασχολήθηκε με τα ζητήματα των προσεχών βουλευτικών και προεδρικών εκλογών στη Ρωσία, σημειώνονται τα εξής: «Προσπαθώντας να διευρύνουμε την επιρροή μας στις μάζες θα πρέπει να καταλαβαίνουμε πολύ καλά το πώς συμπεριφέρεται σήμερα ο Ρώσος ψηφοφόρος. Σήμερα είναι αρκετά δομημένοι και σταθεροί τα τελευταία χρόνια οι μεγάλοι εκλογικοί χώροι. Ο μεγαλύτερος χώρος είναι ο αριστερός, που καταλαμβάνει το 1/3 όσων συμμετέχουν στις εκλογές. Αυτός ο χώρος αποτελείται από τρεις ομάδες: την καθαρά κομμουνιστική (που στις εκλογές παίρνει περίπου το 25% των ψήφων) και δύο μικρότερες: τη ριζοσπαστική-κομμουνιστική και την μετριοπαθή-σοσιαλιστική (που στις εκλογές παίρνει από 3-4% των ψήφων η καθεμιά). Οι κοινωνικοπολιτικές ιδιαιτερότητες και διαφορές αυτών των ομάδων μας είναι καλά γνωστές από τις εμπειρίες των προηγούμενων εκλογών. Οι ριζοσπάστες-κομμουνιστές ψηφίζουν στις εκλογές κόμματα τύπου ΚΕΚΡ, ενώ οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές υπέρ του κόμματος των συνταξιούχων κ.ά.» και παρακάτω: «Είναι φανερό ότι για να νικήσουμε στις εκλογές πρέπει να κάνουμε ένα απότομο άλμα στην προσέλκυση προς τη μεριά μας εκπροσώπων άλλων εκλογικών χώρων και ομάδων»[23].
Ετσι το πιθανότερο είναι και στις προσεχείς εκλογές το ΚΚΡΟ θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τους κεντρώους ψηφοφόρους, ενώ το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ θα προσπαθήσει να συσπειρώσει τις δυνάμεις που κινούνται «αριστερότερα» του ΚΚΡΟ.
Στις άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ τα ΚΚ δύσκολα προχωρούν σε πολιτικές συνεργασίες με άλλες δυνάμεις. Ετσι το παράδειγμα του ΚΚΡΟ για συγκρότηση «Λαϊκο-πατριωτικής Ενωσης» ακολούθησε στη Γεωργία το ΕΚΚ Γεωργίας, χωρίς μέχρι στιγμής να υπάρχουν κάποια ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι το μπλοκ αυτών των δυνάμεων συναντά την έντονη επίθεση του καθεστώτος Σεβαρντνάτζε, ο «φυσικός ηγέτης» αυτού του συνασπισμού, ο Ιγκορ Γκεοργκάτζε (στρατιωτικός, γιος του Παντελεμόν Γκεοργκάτζε - ηγέτη του ΕΚΚΓ) είναι εξόριστος, αφού κατηγορείται από τις αρχές της Γεωργίας για προσπάθεια δολοφονίας του Ε. Σεβαρντνάτζε.
Στις 31.8.2002 συνεδρίασε η ΚΕ του ΚΚ Ουκρανίας και αποφάσισε τη συμμετοχή του Κόμματος στην προσπάθεια απομάκρυνσης του καθεστώτος Κούτσμα. Στη σχετική απόφαση τονίζεται ότι με την πολιτική που ακολουθείται το 12% του πληθυσμού είναι άνεργο, το μέσο μεροκάματο στη χώρα είναι γύρω στο 1 δολάριο, τα επιδόματα ανεργίας είναι αστεία, εκατομμύρια εργαζόμενοι δεν παίρνουν δεδουλευμένα. Ταυτόχρονα, καταργούνται όλες οι κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων. Το καθεστώς προωθεί την είσοδο της Ουκρανίας στη «ΝΑΤΟϊκή μπότα». Προχωρά στη νοθεία των εκλογικών αποτελεσμάτων.
Με βάση τα παραπάνω το ΚΚΟυ αποφάσισε να προχωρήσει σε κοινές ενέργειες με άλλες πολιτικές δυνάμεις της Ουκρανίας, «συνειδητοποιώντας ότι στο σημερινό στάδιο θα πρέπει να λυθούν γενικά δημοκρατικά καθήκοντα, η επίλυση των οποίων θα δημιουργήσει πιο ευνοϊκές συνθήκες για την υλοποίηση των στρατηγικών στόχων των κομμουνιστών»[24].
Με βάση αυτήν την απόφαση το ΚΚΟυ συμμετέχει στο «επιτελείο» και στις κινητοποιήσεις των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, με τον τίτλο «Ουκρανία, ξεσηκώσου!», που ζητούν την απομάκρυνση Κούτσμα και τη διεξαγωγή πρόωρων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών. Στις κινητοποιήσεις συμμετέχουν επίσης το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ουκρανίας, το κεντροδεξιό μπλοκ «Μπιουτ», αλλά και οι δεξιές δυνάμεις της «Ουκρανίας μας» και του «Ρουχ».
Το ζήτημα των δημοκρατικών ελευθεριών είναι κυρίαρχο και στη Λετονία, που υπάρχει από το 1991 η απαγόρευση δράσης του ΚΚΛ. Το Γενάρη του 1994, ιδρύθηκε το «Σοσιαλιστικό Κόμμα Λετονίας»(ΣΚΛ) προσπαθώντας να εκφράσει στα πλαίσια της αστικής νομιμότητας όλους τους κατοίκους της χώρας που θεωρούν ότι η διέξοδος για τα προβλήματα των εργαζομένων βρίσκεται στο σοσιαλισμό. Η Ενωση Κομμουνιστών Λετονίας υπάρχει, αλλά δεν μπορεί να πάρει μέρος στις εκλογές, ενώ και η δράση της έχει περιορισμένο χαρακτήρα. Το ΣΚΛ συμμετέχει στις συναντήσεις των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων της Αθήνας και στο Πρόγραμμά του δηλώνει πως στηρίζεται στον «ιστορικό και διαλεκτικό υλισμό και την ταξική προσέγγιση»[25]. Από το 1999 Πρόεδρος του ΣΚΛ είναι ο Αλφρεντ Ρούμπιξ, (πρώην Α΄ Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚ Λετονίας στα χρόνια του σοσιαλισμού, νωρίτερα είχε διατελέσει και δήμαρχος της πρωτεύουσας Ρίγας, ενώ μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού το 1991 φυλακίστηκε για τις απόψεις του και απελευθερώθηκε το Νοέμβρη του 1997), ενάντια στον οποίο εξακολουθεί να ισχύει απαγόρευση, σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί να είναι υποψήφιος στις εκλογές. Το ΣΚΛ έχει συγκροτήσει έναν ευρύτερο συνασπισμό με τίτλο «Για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε μια Ενιαία Λετονία». Τα αρχικά του συνασπισμού στα ρώσικα είναι «ΖΑΠΤΣΕΛ» και ιδρύθηκε πριν τις βουλευτικές εκλογές του 1998, αρχικά σαν προσπάθεια εκλογικής καθόδου τριών κομμάτων, που όμως άντεξε στο χρόνο. Συμμετέχουν σε αυτήν το Κόμμα της Λαϊκής Συναίνεσης (ΚΛΣ), το κόμμα «Ισότητα» και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Λετονίας (ΣΚΛ). Μεγάλη ήταν η συμβολή του Αλφρεντ Ρούμπιξ στην επιτυχή έκβαση των συνομιλιών που έκαναν τα τρία κόμματα. Στις προηγούμενες βουλευτικές (1998), ο συνασπισμός «Για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε μια Ενιαία Λετονία» είχε συγκεντρώσει το 8% των ψήφων και εξέλεξε 16 βουλευτές στους 100 που έχει το Σέιμ (λετονικό Κοινοβούλιο). Σημαντική ήταν και η επιτυχία του στις περσινές τοπικές εκλογές. Στην πρωτεύουσα Ρίγα ήρθε δεύτερο (με 21%) και κατέλαβε τη θέση του αντιδημάρχου.
Ο συνασπισμός «Για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε μια Ενιαία Λετονία» τάσσεται ενάντια στον εθνικισμό και τους διαχωρισμούς των κατοίκων της χώρας με βάση την εθνικότητά τους, που έχει οδηγήσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού να μην είναι πολίτες. Εναντιώνεται στην απομάκρυνση του κράτους από το σχεδιασμό της ανάπτυξης της οικονομίας, στις ιδιωτικοποιήσεις, στην ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ. Αντιτίθεται στους περιορισμούς στην πολιτική και κοινωνική δράση που υπάρχουν σήμερα στη Λετονία. Πρόκειται για περιορισμούς που στρέφονται όχι μόνον ενάντια στα πρώην στελέχη του ΚΚ, αλλά και ενάντια στα μέλη των Σοβιέτ Εργατικών Κολεκτίβων, των οργανώσεων των βετεράνων του αντιφασιστικού πολέμου που, αν και είναι πολίτες, δεν μπορούν να εργαστούν σε κρατικά όργανα και υπηρεσίες, να θέσουν υποψηφιότητα για βουλευτές ή ακόμα και στα τοπικά όργανα Αυτοδιοίκησης. Ταυτόχρονα, ο συνασπισμός «Για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε μια Ενιαία Λετονία» τάσσεται υπέρ της διατήρησης, ενίσχυσης και διεύρυνσης των δημόσιων συστημάτων Παιδείας (να σημειωθεί εδώ ότι ήδη η ανώτατη εκπαίδευση στη Λετονία είναι επί πληρωμή) και Υγείας. Θεωρεί ότι το κράτος πρέπει να ακολουθήσει πολιτική ενίσχυσης των ντόπιων παραγωγών, ζητά από το κράτος να ενισχύσει την αγροτική οικονομία, αγοράζοντας (προπληρώνοντας) τουλάχιστον το 30% των αγροτικών προϊόντων. Επιδιώκει την αύξηση των μισθών και συντάξεων, την επιστροφή των χρημάτων στους μικροκαταθέτες των 30 ιδιωτικών τραπεζών που χρεοκόπησαν τα τελευταία χρόνια. Δυνατότητα λειτουργίας εθνικών σχολείων για τις μειονότητες, καθιέρωση ως δεύτερης επίσημης γλώσσας της ρώσικης, στις περιοχές όπου ο «ρωσόφωνος» πληθυσμός είναι πάνω του 25%. Διασφάλιση της στρατιωτικοπολιτικής ουδετερότητας της Λετονίας. Ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι τα παραπάνω βασικά στοιχεία της συμφωνίας δεν ήταν ένα μικρό επίτευγμα. Οπως δήλωσε πρόσφατα ο Ρούμπιξ, αρχικά υπήρχαν δυσκολίες, για παράδειγμα, σχετικά με τη θέση ενάντια στην ένταξη στο ΝΑΤΟ, στην πορεία όμως υπήρξε συμφωνία για το ζήτημα αυτό. Βέβαια, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά ζητήματα για τα οποία ο συνασπισμός δεν έχει κοινή θέση. Ετσι, για παράδειγμα, το ΣΚΛ τάσσεται ενάντια στην ένταξη στην ΕΕ, ενώ το «σύμμαχο» ΚΛΣ θεωρεί πως με την ένταξή της στην ΕΕ η Λετονία θα κάνει ένα βήμα αναγκαστικού «εκδημοκρατισμού», καταργώντας τις διακρίσεις που υπάρχουν για τις εθνικές μειονότητες[26].
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΣΣΔ
Λίγα χρόνια πριν τη διάλυση της ΕΣΣΔ οι φιλοκαπιταλιστικές δυνάμεις έντεχνα καλλιεργούσαν στις υπόλοιπες πρώην σοβιετικές ενωσιακές Δημοκρατίες το επιχείρημα ότι για κάθε πρόβλημα, για κάθε αδυναμία, ευθύνεται η εκμετάλλευση της Δημοκρατίας από τη Ρωσία, από τους ρώσους. Το επιχείρημα αυτό «δουλεύτηκε» πολύ, ακόμη και με ψεύτικα στοιχεία. Δεν είναι της ώρας να αναφερθούμε αναλυτικά, αλλά πρέπει να πούμε ότι πλέον έχει καταρρεύσει, συγκρίνοντας την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση που επικρατεί στις πρώην Ενωσιακές Δημοκρατίες σε σχέση με αυτή της Ρωσίας.
Σήμερα η παραπάνω προπαγάνδα απορρίπτεται, αλλά δεν είναι και λίγοι αυτοί που περνάνε στο άλλο άκρο, ταυτίζοντας καθετί το ρωσικό με το σοσιαλισμό, θεωρώντας ότι «ο σοσιαλισμός είναι η σύγχρονη μορφή του ρώσικου πατριωτισμού»[27] και ότι ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που έκαναν οι μπολσεβίκοι ήταν η ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική μάχη που έδωσαν ενάντια στο ρώσικο «μεγαλοκρατικό σωβινισμό», αδυνατίζοντας το «στύλο» πάνω στο οποίο στηριζόταν η χώρα[28].
Στα νέα κράτη που δημιουργήθηκαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ υπάρχουν ρωσόφωνες μειονότητες που σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν και το 40% του πληθυσμού. Τα ΚΚ εκεί υπερασπίζονται τα δικαιώματα αυτών των μειονοτήτων και από την άλλη αυτές οι μειονότητες στηρίζουν τις κομμουνιστικές και άλλες αριστερές δυνάμεις. Την ίδια ώρα τα ΚΚ τάσσονται παντού υπέρ της ανάπτυξης στενών σχέσεων με τη Ρωσία. Είναι φανερό ότι βλέπουν το μέλλον των χωρών τους σε αναπόσπαστη σχέση με το μέλλον της Ρωσίας, όχι μόνο ως «αντίβαρο» στη διεύρυνση της επιρροής του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στις χώρες τους, αλλά και για οικονομικούς, κοινωνικούς, ιστορικούς λόγους. Αυτές οι χώρες πριν την ύπαρξη της ΕΣΣΔ ήταν καταπιεσμένες και καθυστερημένες επαρχίες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όμως η σοσιαλιστική οικοδόμηση, τις ανέπτυξε και εκσυγχρόνισε, πολλές μάλιστα με αφετηρία προκαπιταλιστικές σχέσεις. Ενιαίες οικονομικές δομές αναπτύχθηκαν με βάση το σχεδιασμό της οικονομίας και πολύπλευρες στενές ισότιμες σχέσεις αναπτύχθηκαν μεταξύ των λαών.
Πως αντιμετωπίζουν τα ΚΚ το ζήτημα σήμερα, τη στιγμή που στη Ρωσία αναπτύσσεται και ισχυροποιείται ο καπιταλισμός; Να ένα παράδειγμα: Το ΚΚ Αρμενίας τάσσεται ανοιχτά υπέρ της «στρατηγικής συνεργασίας» της Αρμενίας με τη Ρωσία, ανεξάρτητα από το καθεστώς που επικρατεί. Υποστηρίζει την ένταξη της Αρμενίας στην Ενωση Ρωσίας-Λευκορωσίας και έχει συλλέξει πάνω από ένα εκατομμύριο υπογραφές στη μικρή πληθυσμιακά Αρμενία υπέρ της Ενωσης. Το 2001 οι Αρμένιοι κομμουνιστές, ενώ αρχικά είχαν αντίθετη θέση στην εκποίηση δημόσιων επιχειρήσεων, τελικά συμφώνησαν με την ιδιωτικοποίηση του συστήματος διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, μιας και στο διαγωνισμό θα συμμετέχει η «Ρωσική Μετοχική Ενωση - Ηλεκτρο-ενεργειακά Συστήματα»[29].
Γενικά το πρόβλημα της Ενωσης γύρω από τη Ρωσία μπαίνει σήμερα πολύ έντονα. Το τελευταίο διάστημα είδαμε τις ωμές απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου της Ρωσίας απέναντι στη Λευκορωσία, τις οποίες εκστόμισε ο Πούτιν. Αφού αρχικά επέπληξε δημόσια τον Λουκασένκο, που ήθελε να διατηρήσει το δικαίωμα του βέτο για τη Λευκορωσία σε σημαντικές αποφάσεις, λέγοντάς του «δε θα το κάνουμε εδώ ΕΣΣΔ», στη συνέχεια πρότεινε το διαμελισμό της Λευκορωσίας σε 7 περιοχές και την πρόσθεση αυτών των περιοχών στις 89 περιοχές που έχει σήμερα η Ρωσία[30].
Στο κομμουνιστικό κίνημα της Ρωσίας υπάρχουν και σ' αυτό το ζήτημα δύο βασικές απόψεις. Την μία τη διατυπώνει στην εισήγησή του στο 32ο συνέδριο της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ ο Γκ. Ζιουγκάνοφ: «Για μας η ενίσχυση του Ενωσιακού κράτους είναι το κυριότερο καθήκον. Πρώτα η Ενωση Ρωσίας και Λευκορωσίας. Στη συνέχεια η προσχώρηση σ' αυτήν της Ουκρανίας και της Μολδαβίας. Τέλος, η είσοδος σ' αυτή τη νέα Ενωση των σημερινών κρατών της Υπερκαυκασίας και της Κεντρικής Ασίας. Ετσι αντιλαμβανόμαστε εμείς, το ποια θα πρέπει να είναι η σειρά των ενοποιητικών διαδικασιών»[31].
Η θέση αυτή πηγάζει από την αντίληψη ότι «η σημερινή Ρωσική Ομοσπονδία δεν είναι ολόκληρη η Ρωσία, αλλά ένα κομμάτι της αιμόφυρτο»[32] και απαιτείται η εθελοντική επανένωση όλων των «τμημάτων» της που αποτελούσαν την ΕΣΣΔ.
Υπέρ της Ενωσης ή ακριβέστερα της ανασύστασης της ΕΣΣΔ τοποθετείται το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ, όπως και άλλα μικρότερα ΚΚ της Ρωσίας, [που ανταλλάσσουν απόψεις στα πλαίσια της Ρωσικής Κομμουνιστικής Ενωσης (ΡΚΕ)] προβάλλοντας όμως ως κυρίαρχο ζήτημα το περιεχόμενο, το ταξικό χαρακτήρα της νέας Ενωσης. Τη θέση τους διατυπώνει σε άρθρο του ο Β. Α. Βαζιούλιν. Αναφερόμενος στην παραπάνω θέση του Γκ. Ζιουγκάνοφ, σημειώνει: «Εδώ έχει παραληφθεί ένα βασικό ζήτημα: μπορούν οι κομμουνιστές να επιλύσουν ένα τέτιο καθήκον παραμένοντας στα πλαίσια του καπιταλιστικού κράτους της Ρωσίας; Κατά την άποψή μας, το να βάζεις ένα τέτοιο καθήκον χωρίς να λες με ακρίβεια και καθαρά ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την κατάκτηση από τις πραγματικές σοσιαλιστικές δυνάμεις της πολιτικής εξουσίας και την κατάργηση της κυριαρχίας του κεφαλαίου, είναι στην καλύτερη περίπτωση μια αυταπάτη.
Η έλλειψη στον καθορισμό του ζητήματος για τι είδους Ενωσιακό κράτος γίνεται λόγος, καπιταλιστικό ή σοσιαλιστικό, μαρτυρά ότι η υπάρχει η αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η ταξική φύση του κράτους, το περιεχόμενό του, είναι αδιάφορο, δεν έχει σημασία»[33].
Την κριτική αυτή ενστερνίζεται το ΚΕΚΡ-ΚΚΡ που τάσσεται υπέρ της ανασυγκρότησης ΕΣΣΔ, μέσω της ενοποίησης των Σοβιετικών Δημοκρατιών, ενώ δηλώνει πως «θα αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις, ώστε κέντρο μιας τέτοιας Ενωσης να γίνει μια Σοβιετική Σοσιαλιστική Ρωσία»[34].
ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΣΑΜΕ
Οι κομμουνιστές σήμερα να υπερασπιζόμαστε το σοσιαλισμό του 20ου αιώνα, το σοσιαλισμό που γνώρισε η ανθρωπότητα. Η μάχη αυτή δίνεται και στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όχι μόνο ενάντια στις διαστρεβλώσεις των δεξιών και κεντρώων δυνάμεων, αλλά και ενάντια σε «αριστερές» απόψεις, που εκφράζονται κυρίως και συχνά με χυδαίο τρόπο από τους τροτσκιστές. Στο στόχαστρο των τελευταίων ο υπαρκτός σοσιαλισμός, που «στολίζεται» τα γνωστά επιχειρήματα περί «γραφειοκρατίας», «σοσιαλ-ιμπεριαλισμού» κ.ά.
Δεν μπορούμε εδώ να επεκταθούμε σε όλα τα επιχειρήματα και τα ζητήματα που αναδεικνύονται σ' αυτήν την ιδεολογική διαπάλη, αλλά αξίζει να αναφέρουμε ένα απόσπασμα από ένα άρθρο απάντηση σε τέτοιες απόψεις, που με απλότητα, αλλά και ακρίβεια περιγράφει την αλήθεια:
«Το Σοβιετικό κράτος, το οποίο εσείς τόσο μισείτε, ήταν μια πραγματική δύναμη του προλεταριακού διεθνισμού από τη γέννησή του έως το θάνατό του... Θα σας θυμίσω, ότι χωρίς αυτό το Σοβιετικό κράτος δε θα υπήρχαν τα καλάσνικωφ για τους αγρότες της Νικαράγουα και της Αγκόλα, δε θα είχαν χτιστεί τα φράγματα του Ασουάν για την ανεξαρτησία των Αιγυπτίων φελάχων, δε θα υπήρχε η νίκη του βιετναμέζικου λαού. Χωρίς το διεθνισμό των σοβιετικών ανθρώπων και του κράτους τους, που ήταν όπλο του διεθνισμού τους, οι κοπέλες της Κούβας θα βρίσκονταν ακόμη στα αμερικάνικα πορνεία, αντί για τα πανεπιστήμια. Διεθνισμός είναι όταν ολόκληρες γενιές σοβιετικών ανθρώπων μοιράζονταν και το τελευταίο που είχαν, έβαζαν τα τρόφιμα με κουπόνια, αλλά ταυτόχρονα έστελναν ψωμί και όπλα παντού, σ' όποιον ήθελε να σταθεί στα πόδια του... Διεθνισμός είναι όταν δεκάδες χιλιάδες σοβιετικών ανθρώπων βοηθούσαν τους αγωνιζόμενους λαούς να αποκρούσουνε τις επιθέσεις των ιμπεριαλιστών, με αντίτιμο την ίδια τους τη ζωή... Διεθνισμός είναι όταν οι ανθρακωρύχοι της Βορκουτά και του Ντονμπάς μάζευαν από τους μισθούς τους εκατομμύρια ρούβλια για τους αγωνιζόμενους Αγγλους ανθρακωρύχους... Η Σοβιετική Ενωση έσπρωξε τον παγκόσμιο καπιταλισμό στην άκρη του γκρεμού, του επέβαλε να μεταρρυθμίσει τις χειρότερες πλευρές του, νίκησε το φασισμό, βοήθησε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους να ξεσηκωθούν ενάντια στη σκλαβιά, μεταμόρφωσε τεράστια εδάφη που βρίσκονταν σε καθυστέρηση σε σύγχρονες κοινωνίες με μορφωμένο πληθυσμό, και για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας μπόρεσε να εξασφαλίσει τη βιολογική ύπαρξη των πολιτών της, την ώρα ακόμη που και σήμερα στην «πλούσια» Δύση η λέξη «επιβίωση» είναι το ιδανικό των μαζών»[35].
Βέβαια, πέρα από τους τροτσκιστές, πολλοί είναι αυτοί που στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν το τι συνέβηκε, συχνά, όπως λέγεται, «πετούν το παιδί, μαζί με τα νερά», εκμηδενίζουν τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, αρνούνται να λάβουν υπόψη τους τις συγκεκριμένες ιστορικές και αντικειμενικές δυσκολίες. Γι' αυτούς γράφει ο Β. Σάπινοφ: «Οι σύγχρονοι σοσιαλιστές-ουτοπιστές συγκρίνουν την ύπαρξη των σοσιαλιστικών κοινωνιών του 20ού αιώνα με ένα ιδανικό «μοντέλο» του σοσιαλισμού, που ως ένα μέρος είναι αποκομμένο από τις εργασίες των κλασσικών του μαρξισμού, κι ένα άλλο τμήμα του το έχουν οι ίδιοι σκαρφιστεί. Ο,τι δε συμπίπτει με αυτή την κατασκευασμένη αντίληψη (που σε καθέναν απ' αυτούς που κάνει κριτική από τα «αριστερά» είναι και διαφορετική, αφού βγαίνει από το κεφάλι του), χαρακτηρίζεται «παραμόρφωση», «διαστρέβλωση» ή γενικά «κρατικός καπιταλισμός»… Πετώντας την εμπειρία των μεγάλων κοινωνικών επαναστάσεων, στιγματίζοντας ως «γραφειοκρατία», «κρατικό καπιταλισμό» κ.ά., οι «αριστεροί κριτικοί» μπαίνουν κάθετα στην παγκόσμια επαναστατική διαδικασία και η «πιο σωστή, κρυστάλλινα καθαρή μαρξιστική τους θέση» αποδεικνύεται στην πράξη ένα σύνολο δογμάτων και τσιτάτων, τα οποία είναι αποκομμένα από την πραγματική εξέλιξη και αποτελούν αντιμαρξιστική σοφιστική και εκλεκτισμό».[36]
Η ΠΟΛΙΤΙΚΟ-ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Σοβαρή αρνητική εξέλιξη το τελευταίο διάστημα στο κομμουνιστικό κίνημα της ΕΣΣΔ ήταν η διάσπαση της Ενωσης Κομμουνιστικών Κομμάτων - ΚΚΣΕ (ΕΚΚ-ΚΚΣΕ), που λειτουργούσε ως ένας κοινός τόπος συνάντησης των ΚΚ της πρώην ΕΣΣΔ (από τον Ιούλη του 1995). Η διάσπαση αυτή είχε ως πρόσχημα την ίδρυση από τον Ο. Σένιν του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ενωσης (Ρωσίας - Λευκορωσίας). Η πρωτοβουλία αυτή του Σένιν έγινε χωρίς την έγκριση των υπαρχόντων ΚΚ της Ρωσίας και Λευκορωσίας και συνδέθηκε και με την αποχώρηση του Σένιν από την ΚΕ του ΚΚΡΟ. Στη συνέχεια με πρωτοβουλία του ΚΚΡΟ έγινε «αντικατάσταση» του Σένιν και στη θέση του Προέδρου της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ εκλέχτηκε ο ηγέτης του ΚΚΡΟ Γκ. Ζιουγκάνοφ. Η ιδιαιτερότητα της υπόθεσης ήταν στο ότι αν κι η πλειοψηφία των ΚΚ της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ ήταν με το μέρος του ΚΚΡΟ, η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ (που είχαν εκλεγεί στο τελευταίο συνέδριο) δεν ήταν σαφές τι θα κάνουν. Ετσι η αντικατάσταση του Σένιν έγινε (από το ΚΚΡΟ) κατά παραβίαση των σχετικών καταστατικών κανόνων. Ως αποτέλεσμα σήμερα έχουμε δύο Ενώσεις ΚΚ-ΚΚΣΕ.
Σ' αυτήν που είναι επικεφαλής ο Γκ. Ζιουγκάνοφ συμμετέχουν: ΚΚΡΟ, ΚΚ Ουκρανίας, ΚΚΔ Μολδαβίας, ΚΚ Λευκορωσίας, ΚΚ Αρμενίας, Κόμμα των κομμουνιστών της Κιργκιζίας, ΚΚ Καζαχστάν, ΚΚ Αζερμπαϊτζάν, ΕΚΚ Γεωργίας, ΚΚ Ν. Οσετίας, καθώς επίσης και 4 ΚΚ των πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών, τα οποία δρουν σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες και δεν ανακοινώνονται ούτε τα ονόματα τους.
Σ' αυτήν που είναι επικεφαλής ο Ο. Σένιν, συμμετέχουν τα εξής ΚΚ: ΚΕΚΡ-ΚΚΡ, (το οποίο αποτελεί ένωση [28.10.2001] του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας και του Κόμματος των Κομμουνιστών της Ρωσίας), ΚΚ Τατζικιστάν, ΕΚ Λετονίας, ΚΚ Λιθουανίας, ΚΚ Υπερδνειστερίας, ΚΚ Αμπχαζίας, ΚΚ Ουζμπεκιστάν, ΕΚ Ουκρανίας, 4 οργανώσεις περιοχής του ΚΚ Καζαχστάν, οργανώσεις περιοχής ΚΚ Αζερμπαϊτζάν, το ΚΚ Ενωσης Ρωσίας-Λευκορωσίας, το ΚΚ Κιργκιστάν (διάσπαση του Κόμματος των Κομμουνιστών Κιργκιστάν), το Νέο ΚΚ Γεωργίας (διάσπαση του Ενιαίου ΚΚ Γεωργίας), το Κόμμα των κομμουνιστών της Ν. Οσετίας (διάσπαση του ΚΚ Ν. Οσετίας), ΚΚ Αζερμπαϊτζάν (διάσπαση του ΚΚ Αζερμπαϊτζάν).
Σίγουρα υπάρχουν πολιτικοί και ιδεολογικοί λόγοι για την παραπάνω διάσπαση της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ, που έγινε παρά το γεγονός ότι αυτά τα ΚΚ προέρχονται από το ΚΚΣΕ και δρουν στο έδαφος της πρώην ΕΣΣΔ. Δεν είναι της ώρας, ούτε μπορούμε σ' αυτό το άρθρο να τους αναλύσουμε.
Θα μπορούσαμε όμως να βγάλουμε ένα γενικότερο συμπέρασμα. Οτι η ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, που μπαίνει σήμερα πολύ επιτακτικά, δεν μπορεί να στηρίζεται απλώς στην προέλευση ή την κοινή ονομασία των κομμάτων, αλλά πρέπει να στηρίζεται στην ενίσχυση του συντονισμού, της κοινής δράσης, στην πολιτικοϊδεολογική ενότητα στη βάση του μαρξισμού - λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.
[1] http://www.kprf.ru/party/congress.asp
[2] «Οι Κουλάκοι αναγεννιούνται. Ο Νικιφορένκο σιωπά». 15.7.2002. www.rednews.ru/
[3] Β. Ιλιούχιν: http://www.duma.gov.ru/csecure/deputat/ilukhin/3.htm.
[4] Γκ.Ζιουγκάνοφ. «Μαθήματα της ζωής», 1997, σελ.78.
[5] ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 17.3.2002.
[6] Απόφαση ΚΕ του ΚΚ Ουκρανίας, 31.8.2002.
[7] Εισήγηση στην ΚΕ του ΚΚ Ουκρανίας. 31.8.2002. «Με ακρίβεια να καθορίσουμε τη θέση και το ρόλο του ΚΚ στο κρίσιμο στάδιο ανάπτυξης της χώρας».
[8] Β. Τερεσιούκ, «Ποια νίκη χρειάζεται το κόμμα των κομμουνιστών;»: http://www.left.ru/2002/17/tereshchuk67.html
[9] : http://www.left.ru/2002/17/vinkov17.html
[10] Ντ.Λέβιη. http://www.left.ru/2002/18/levyi68.html
[11] Γ. Βινκόφ. «Οι κομμουνιστές του Καζαχστάν ενώνονται σε κόμμα». http://www.left.ru/2002/17/vinkov17.html
[12] http://www.7days.ru, 28.2.2001. «Στη Γεωργία προτίθενται να απαγορεύσουν τους κομμουνιστές».
[13] «Ο Νόμος "για τα πολιτικά κόμματα" θα είναι ένα μικρό Σύνταγμα». 7.2.2001, http://www.postfactum.cityline.ru/2001/02/07/29404.html.
[14] Β. Τιούλκιν. «Συμβουλές στο δόκτορα Μέλνικοφ και στους ασθενείς του». http://www.communist.ru/lenta/?952
[15] Β. Τιούλκιν. «Ανοίγουν το λάκκο να μας θάψουν. Δε θα τους περάσει!» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 30.9.2001.
[16] Γκ.Ζιουγκάνοφ. «ΝΤΕΡΖΑΒΑ», 1994, σελ. 113.
[17] Γκ. Ζιουγκάνοφ: «Η παγκοσμιοποίηση και η τύχη της ανθρωπότητας», 2002, σελ. 300.
[18] Πρόγραμμα του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ: http://rkrp-rpk.ru/progr2810.htm.
[19] Β. Τερεσιούκ, «Ποια νίκη χρειάζεται το κόμμα των κομμουνιστών;»: http://www.left.ru/2002/17/tereshchuk67.html
[20] Πρόγραμμα του ΚΚΡΟ: http://www.kprf.ru/party/program.html
[21] Μπ. Γιατσμενιόφ. «Η επίθεση στον "αριστερό" χώρο»: http://www.communist.ru/lenta/?1032
[22] Υλικά 2ου συνεδρίου ΚΕΚΡ-ΚΚΡ. «Κάλεσμα προς όλες τις δυνάμεις που τάσσονται υπέρ του σοσιαλιστικού δρόμου ανάπτυξης της Ρωσίας».
[23] Εισήγηση στην ΚΕ του ΚΚΡΟ, 22.6.2002: «Για τη στρατηγική του ΚΚΡΟ στις εκλογικές εκστρατείες 2003-2004»: http://www.kprf.ru/party/congress.asp
[24] Απόφαση ΚΕ του ΚΚΡΟ, 22.6.2002.
[25] Πρόγραμμα του ΣΚΛ: http://www.vide.lv/lsp/programma__ru.htm
[26] ΛΕΤΟΝΙΑ - ΕΚΛΟΓΕΣ 2002. «Οι «κόκκινες μέλισσες» έτοιμες να πετάξουν!». ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 4.8.2002.
[27] Εισήγηση του Γκ. Ζιουγκάνοφ στο 7ο συνέδριο του ΚΚΡΟ, 2.12.2000.
[28] Γκ.Ζιουγκάνοφ. «Μαθήματα της ζωής», 1997, σελ.246.
[29] Caspian news agency (9.10.2001) http://www.gazeta.kz/art.asp?aid=7696.
[30] ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 17.8.2002.
[31] Εισήγηση του Γκ. Ζιουγκάνοφ στο 32ο συνέδριο της Ενωσης Κομμουνιστικών Κομμάτων - ΚΚΣΕ, 30.10.2001.
[32] Γκ.Ζιουγκάνοφ. «Μαθήματα της ζωής», 1997, σελ.24.
[33] Β.Α. Βαζιούλιν. «Αλλη μια φορά για το «μεγάλο σχέδιο» του Γκ.Α. Ζιουγκάνοφ (από τη σκοπιά του μαρξιστή)». Περιοδικό «Μαρξισμός και σύγχρονη εποχή», Νο 3-4 (20-21), 2001.
[34] Πρόγραμμα του ΚΕΚΡ-ΚΚΡ: http://rkrp-rpk.ru/progr2810.htm.
[35] Α. Μπαουμγκάρτεν. «Για το διεθνισμό στα λόγια και στην πράξη. Αφιερώνεται στη μνήμη των σοβιετικών πατριωτών-διεθνιστών». http://www.left.ru/2002/leto/baumgarten2.html
[36] Β. Σάπινοφ. «Υπάρχουν σωστές επαναστάσεις; Για τη μικροαστική-ιδεαλιστική προσέγγιση του σοσιαλισμού», www.communist.ru, No48.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου