Αντίγραφο του ΤΑΠΑ
|
Οι τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως αυτές καθορίζονται κυρίως από τα νομοσχέδιαγια το νέο οργανόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και για τη«βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», καθώς και το «κούρεμα» των αποθεματικών τουΤαμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ), είναι αποκαλυπτικές για τα εντελώς ασφυκτικά όρια του αστικού κράτους στο ζήτημα της διατήρησης της ιστορικής και μνημειακής συλλογικής μνήμης προς όφελος του λαού. Ουσιαστικά, αποδεικνύεται ότι ακόμη και η ύπαρξη αυτών των ορίων και το εύρος τους συναρτάται από τα κάθε φορά αποτελέσματα της πίεσης του λαϊκού κινήματος προς το αστικό κράτος, σε συνδυασμό με το κάθε φορά επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού, τις ανάγκες και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, όπως άλλωστε συμβαίνει με κάθε κατάκτηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της στον καπιταλισμό.
Σήμερα που το κεφάλαιο προσπαθεί, για μια ακόμη φορά, να φορτώσει τις συνέπειες της κρίσης του στους εκμεταλλευόμενους, ο πολιτιστικός τομέας όχι μόνο δεν «εξαιρείται» - όπως η μικροαστική αφέλεια θα περίμενε και που τώρα διαπιστώνει το αντίθετο με ειλικρινή έκπληξη - αλλά πάνω σε ό,τι απέμεινε από κάθε έννοια δημόσιας διαχείρισης του πολιτισμού εφαρμόζεται πιο άμεσα, πιο γρήγορα - άρα πιο ωμά και κυνικά - η αντιδραστική και επικίνδυνη πολιτική για την πλήρη εμπορευματοποίησή του.
Δυναμική η παρουσία του ΠΑΜΕ στους αγώνες των εργαζομένων στον πολιτισμό
|
Αυτό που άρχισε να σχηματοποιείται την τελευταία δεκαετία ως συνειδητή «απόσυρση» του κράτους από την πολιτιστική διαχείριση - ώστε ακόμη και τα τμήματα του πολιτιστικού εποικοδομήματος που για διάφορους αντικειμενικούς/ ιστορικούς λόγους έμεναν εκτός της άγριας εμπορευματοποίησης, όπως η πολιτιστική κληρονομιά, να μετατραπούν σε πεδίο κερδοσκοπίας του κεφαλαίου στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» - τώρα παίρνει ακόμη πιο συγκεκριμένη μορφή. Αλλωστε, εκτός από «μπίζνα» με μεγάλη προοπτική κέρδους, ο πολιτισμός αποτελούσε ανέκαθεν και το πλέον πρόσφορο «πλυντήριο» των συνειδήσεων.
Τα νομοσχέδια για το οργανόγραμμα του ΥΠΠΟΤ και για τη «βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» αλληλοσυμπληρώνονται. Το οργανόγραμμα είναι το πλαίσιο που απαιτείται για να υποστηρίξει το περιεχόμενο, όπως αυτό προκύπτει από τα «μνημόνια» συνεργασίας που συνέταξε το ΥΠΠΟΤ για το πώς θα γίνεται η αρχαιολογική έρευνα κατά τη διάρκεια κατασκευής των μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Παράλληλα, η μείωση... έως «εξαφάνιση», των δημοσίων δαπανών και στον πολιτισμό, αναδεικνύει το ΕΣΠΑ ως κύριο «αιμοδότη» του - μαζί με ό,τι απέμεινε από τα κονδύλια του ΤΑΠΑ - γεγονός που με τη σειρά του καθιστά ακόμη πιο σαφή τον αγοραίο προσανατολισμό των χρηματοδοτήσεων.
Από την πρόσφατη κινητοποίηση των εκτάκτων αρχαιολόγων στη Θεσσαλονίκη
|
Εχει σημασία να σημειωθεί ότι όλα αυτά σχεδιάζονται στο «φόντο» της διαχρονικής συνειδητής πολιτικής απαξίωσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε συνδυασμό με τη θεσμική θωράκιση που προσφέρει το αστικό κράτος στο κεφάλαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα - εκτός της υποχρηματοδότησης, της απληρωσιάς, των τραγικών ελλείψεων σε προσωπικό και της εργασιακής ομηρίας - είναι οι δυνατότητες που αφήνει ο ισχύων Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων του 2006 στην «κοινωνία των πολιτών» (δηλαδή στην τοπική διοίκηση, τις «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» και άλλους «πολιτιστικούς» φορείς του κεφαλαίου) να εμπλακούν στη διαχείριση και της πολιτιστικής κληρονομιάς σε περιφερειακό επίπεδο με αγοραία κριτήρια.
«Οργανώνοντας» την εισβολή της «αγοράς»
Ο Κώδικας ήταν το... «πρόγευμα» για το κυρίως «γεύμα» του «Καλλικράτη» και της περιφερειακής συγκρότησης του αστικού κράτους ως απάντηση στις σημερινές ανάγκες του κεφαλαίου. Οταν ο «Ρ» πριν δυο χρόνια (βλ. Ενθετο «7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ», 2/5/2010, σελ. 6) παρουσίαζε το πώς θα διαμορφωθεί το «πολιτιστικό» τοπίο στο πλαίσιο του «Καλλικράτη», διαπίστωνε, μεταξύ άλλων, ότι «θα σημάνει αλλαγές, σε δυσμενή κατεύθυνση, στη δομή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Ο σημερινός οργανισμός λειτουργίας του ΥΠΠΟ-Τ (ο οποίος έτσι κι αλλιώς έμεινε ανολοκλήρωτος) προφανώς θα "προσαρμοστεί" κι αυτός "αναλόγως". Οι εργασιακές σχέσεις στο υπουργείο και την Αρχαιολογική Υπηρεσία θα γίνουν ακόμη πιο "ευέλικτες" για να εξυπηρετήσουν τη νέα δομή, ενώ, οι περιφερειακές υπηρεσίες για την προστασία της κληρονομιάς θα λειτουργούν αποκλειστικά με βάση τα κριτήρια των "νέων" "αναγκών"».
Αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ας δούμε πώς περιγράφει την κατάσταση η Επιτροπή του ΠΑΜΕ στο ΥΠΠΟΤ μέσα από ανακοίνωσή της για τον προωθούμενο Οργανισμό: «Οι νέες θεσμικές αλλαγές αποκαλύπτουν τις πραγματικές βλέψεις της κυβέρνησης δηλαδή την κατάργηση της δημόσιας διαχείρισης του πολιτισμού υποκύπτοντας στις απαιτήσεις του κεφαλαίου για αύξηση της κερδοφορίας του.
- Σύμφωνα με το άρθρο 5 υπάγονται στο γενικό γραμματέα οι υπηρεσιακές μονάδες (Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλια, Συμβούλια Μουσείων κ.τ.λ.) δίνοντας περιθώρια παρέμβασης της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας στις αποφάσεις για την ανάδειξη και την προστασία των μνημείων με όρους που θα εξυπηρετούν την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα (σ.σ. εννοείται η καπιταλιστική ανάπτυξη).
- Στη δικαιοδοσία της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας θα άπτεται και η τύχη των εργαζομένων μέσα από τις αποφάσεις για μετακινήσεις, μεταθέσεις κ.τ.λ. του προσωπικού.
- Στο άρθρο 15 τονίζεται η παρακολούθηση και ο έλεγχος τήρησης του βασικού προγραμματισμού και του χρονοδιαγράμματος κάθε αρχαιολογικής έρευνας και εργασίας στο πλαίσιο των Μεγάλων Εργων. Εξάλλου, η επίσπευση της αρχαιολογικής έρευνας στα μεγάλα δημόσια έργα που αναφέρεται στο Μνημόνιο Συναντίληψης, καθώς και η άμεση εμπλοκή των εργολάβων - ιδιωτών στην πρόσληψη επιστημονικού και εργατοτεχνικού προσωπικού που πρόκειται να ψηφιστεί στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης, αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης για την εφαρμογή της πολιτικής του fast track.
- Παράλληλα, δρομολογείται άμεσα η σύνδεση των περιφερειακών υπηρεσιών Αρχαιοτήτων, όπως αναφέρονται, με τους δήμους (Καλλικράτης) μέσω του τμήματος Προγραμματισμού και Επιχειρησιακών Σχεδίων, με στόχο την εμπορευματοποίηση του πολιτισμού και την πλήρη υπαγωγή του πολιτισμού στον τουρισμό.
- Δεν διασαφηνίζεται η κατανομή του προσωπικού μετά τη συγχώνευση των Εφορειών, αντίθετα αφήνει ερωτηματικά όταν αναφέρεται πως μεταξύ άλλων αρμοδιοτήτων θα μετέχει ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες και ανεξάρτητα από την κατανομή του στα επιμέρους τμήματα.
- Σε κάθε Εφορεία συγκροτείται τμήμα φύλαξης αρχαιολογικών χώρων και μουσείων των αρμοδιοτήτων της, την ίδια στιγμή που η φύλαξη σωστικών ανασκαφών ήδη ανατίθεται σε εταιρείες security όπως ενδεικτικά αναφέρουμε την 24ηΕΒΑ (οδικοί άξονες ΠΕΘΑ, Ε-65).
- Επιπλέον, όσο η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα κορυφώνονται σε όλους τους εργαζόμενους λόγω των αναδιαρθρώσεων και της οικονομικής εξαθλίωσης, εντείνονται τα φαινόμενα τρομοκρατίας σε υπηρεσίες και χώρους δουλειάς».
Είναι φανερό ότι το ΠΑΜΕ αντιλαμβάνεται, ορθά, τα νομοσχέδια αυτά ως ενιαία στην αντίληψη και τους στόχους τους. Στις θέσεις του για το πολιτιστικό κομμάτι του νομοσχεδίου για τη «Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» συμπεραίνει ότι βρίσκεται «σε πλήρη συνάφεια με το (σ.σ. προωθούμενο) οργανόγραμμα του ΥΠΠΟΤ (...) με στόχο την εμπορευματοποίηση του πολιτισμού και την πλήρη υπαγωγή του πολιτισμού στον τουρισμό».
Από τις ρυθμίσεις που αφορούν «στον τρόπο διεξαγωγής των σωστικών ανασκαφών στα μεγάλα δημόσια έργα, στις προσλήψεις επιστημονικού και εργατοτεχνικού προσωπικού από τους εργολάβους κ.τ.λ.» προκύπτει ότι«υποβαθμίζεται ο ρόλος του κράτους και ειδικότερα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και θέτει νέα δεδομένα στη διαχείριση και προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς».
Ακόμη μία απόδειξη για τους πραγματικούς στόχους του προωθούμενου θεσμικού πλαισίου είναι και το γεγονός ότι, όπως σημειώνει το ΠΑΜΕ, «όλες οι παρεμβάσεις που γίνονται με αυτό το σχέδιο νόμου είναι περιττές, καθώς ο αρχαιολογικός νόμος προβλέπει ξεκάθαρα το πλαίσιο διενέργειας σωστικών ανασκαφών και αποκαταστάσεων μνημείων. Δεν υπάρχει κανένα θεσμικό κενό. Επίσης, όσα προβλέπονται για τη συντήρηση, ανάδειξη, μελέτη, δημοσίευση κ.λπ. στο παρόν σχέδιο νόμου και στο μνημόνιο που το συνοδεύει προβλέπονται ήδη στον αρχαιολογικό νόμο και αφορούν όλες τις αρχαιολογικές εργασίες».
Προς τι, λοιπόν, η «πρεμούρα» του αστικού κράτους; «Αυτό που γίνεται τώρα είναι ότι παγιώνεται και θεσμοθετείται η ανάμιξη των ιδιωτών στο αρχαιολογικό έργο. Θα αποτελέσει το εργαλείο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της έρευνας. Συνδέεται άμεσα με το fast track και αντιμετωπίζει πλέον τις αρχαιότητες όχι ως κοινωνικό αγαθό, που χρήζει αποκλειστικά δημόσιας διαχείρισης, αλλά ως εμπόδιο που πρέπει να παρακαμφθεί προς χάριν της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας». Της καπιταλιστικής, φυσικά...
«Μάρτης - γδάρτης» στα οικονομικά του πολιτισμού
Το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώνεται με τα παραπάνω χαρακτηριστικά βασίζεται σε αντίστοιχους προσανατολισμούς στη χρηματοδότηση του πολιτισμού και ειδικά στις δημόσιες δαπάνες. Σε αυτόν τον τομέα, ο περασμένος μήνας ήταν πραγματικό... «περιβόλι», αφού:
1) Στις αρχές Μαρτίου αποκαλύφθηκε το μέγεθος του «τσεκουρώματος» του κρατικού προϋπολογισμού στον πολιτισμό στο πλαίσιο της τροποποιημένης - προς τα κάτω - κατανομής των πιστώσεων. Η μείωση έφτασε το 4,7% ή 14,6 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα (306,5 εκ. ευρώ από 321 εκ. ευρώ). Το χειρότερο ακόμη είναι ότι η μείωση περιλαμβάνει και τις δαπάνες για τις σωστικές ανασκαφές, τα συστήματα ασφάλειας μουσείων (με τις κλοπές στην Εθνική Πινακοθήκη και στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας να έχουν συμβεί λίγο καιρό μόλις πριν) καθώς και στη συντήρηση αρχαιολογικών χώρων! Αντίστοιχα μειώνονται και οι δαπάνες για τα έξοδα μετακίνησης του προσωπικού της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας γεγονός που αποτελεί μία ακόμη πτυχή της υποβάθμισης των κρατικών δομών προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς σε μια χώρα όπως η Ελλάδα με αρχαιολογικό πλούτο διάσπαρτο ουσιαστικά παντού.
2) Προς τα τέλη Μαρτίου αποκαλύφθηκε και το «κούρεμα» του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ), μίας από τις κυριότερες «πηγές» χρηματοδότησης του αρχαιολογικού έργου. Τα έσοδα του ΤΑΠΑ προέρχονται από τα πωλητήρια και τα κυλικεία των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων και προωθούνται στη συντήρηση των αρχαιοτήτων, στις ανασκαφές, ακόμη και τα λειτουργικά έξοδα των Εφορειών Αρχαιοτήτων. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, ένας λογαριασμός 30 εκ. ευρώ που διατηρούσε το ΤΑΠΑ στην Τράπεζα της Ελλάδος... «μεταμορφώθηκε» σε ομόλογο πραγματικής αξίας 9 εκ. ευρώ! Ακόμη ένας λογαριασμός 17 εκ. ευρώ έμεινε με 5,5 εκ. ευρώ (αν και όχι σίγουρα λόγω «κουρέματος») από τα οποία, τα 3 εκ. ευρώ θα έπρεπε να πληρωθούν τις επόμενες μέρες. Ουσιαστικά, στις 27 Μαρτίου, το ΤΑΠΑ είχε διαθέσιμο, για το σύνολο των αναγκών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, το «συγκλονιστικό» ποσό... των δύο εκ. ευρώ! Γεγονός που ανάγκασε τη διοίκησή του να αποστείλει σε όλες τις Εφορείες αρχαιοτήτων μία «εξαιρετικά επείγουσα» επιστολή, παρακαλώντας για «ιδιαίτερα "σφικτή" διαχείριση και για αναζήτηση επίμονα της συμφερότερης λύσης ως προς τις δαπάνες των υπηρεσιών σας», αφού «το ΤΑΠΑ - λόγω απρόβλεπτων γεγονότων - έχει πρόσφατα περιοριστεί σημαντικά ως προς την ταμειακή του άνεση»...
Το κωμικοτραγικό της ιστορίας είναι ότι μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΤ και η διοίκηση του Ταμείου πανηγύριζαν για την οικονομική του κατάσταση...
3) Το «κερασάκι» στην «τούρτα» της υποχρηματοδότησης ήρθε στο τέλος Μαρτίου με την - προεκλογικού «αρώματος» - ημερίδα του ΥΠΠΟΤ για την πορεία υλοποίησης των έργων που έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ. Από εκεί επιβεβαιώθηκε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι τα πολλά εκατομμύρια ευρώ που δαπανώνται μέσω ΕΣΠΑ σε έργα συντήρησης και ανάδειξης μνημείων και αρχαιολογικών χώρων είναι προσανατολισμένα αμιγώς στην εξυπηρέτηση των αναγκών του κεφαλαίου στον τουρισμό.
Για την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΤ «η λεγόμενη "οικονομία των εμπειριών" είναι μια νέα και ιδιαίτερα δυναμική συνιστώσα σε ένα σύγχρονο αναπτυξιακό πλαίσιο που συνδέεται άμεσα με το προσφερόμενο τουριστικό προϊόν, καθώς κατ' ουσία αποτελεί σημαντικό υποσύνολο μιας σύγχρονης τουριστικής πολιτικής. Οι δημιουργοί "εμπειριών" επιζητούν να αποσπάσουν από τον τουρίστα/καταναλωτή το χρόνο, την προσοχή και τον οβολό του.Ως πρωταγωνιστής στη δημιουργία τέτοιων εμπειριών οφείλει να δρα και να ενεργεί και η Ελλάδα, και ειδικότερα το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, καθώς ιδιαίτερα η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας αποτελεί ένα μοναδικό πόρο που μπορεί να προσφέρει πραγματικά μοναδικές εμπειρίες. Θεωρούμε βέβαιο ότι το πολιτιστικό απόθεμα μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ανάπτυξη βιώσιμων τουριστικών επενδύσεων» (σ.σ. οι υπογραμμίσεις δικές μας)!
Το «όραμα» λοιπόν του ΥΠΠΟΤ είναι να μετατρέψει την Αρχαιολογική Υπηρεσία σε... «δημιουργό εμπειριών» των πελατών των μεγάλων τουριστικών γραφείων.
Οι ταξικές δυνάμεις όμως έχουν το δικό τους όραμα για τον πολιτισμό και την ουσιαστική του ανάπτυξη προς όφελος του λαού. Είναι οι άμεσοι μεν αλλά και με προοπτική στόχοι όπως τους θέτει η Επιτροπή του ΠΑΜΕ στο ΥΠΠΟΤ απευθυνόμενοι στους εργαζόμενους στον πολιτισμό:
«Σας καλούμε να συνταχθούμε μαζικά με τις ταξικές δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος και να παλέψουμε για έναν πολιτισμό που θα εξυπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες και όχι τα συμφέροντα εργολάβων και επιχειρηματιών.
Διεκδικούμε:
Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο.
Καμιά απόλυση. Καμιά αξιολόγηση. Σταθερή, μόνιμη δουλειά για όλους.
Λέμε όχι στην εμπορευματοποίηση του πολιτισμού»!