|
Το κτίριο όπου πραγματοποιήθηκε το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ φιλοξένησε την εκδήλωση του Κόμματος
|
Φίλες και φίλοι,
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η
φετινή χρονιά είναι μια ξεχωριστή χρονιά για όλους μας. Είναι μια
ξεχωριστή χρονιά για την εργατική τάξη, το λαό, το εργατικό κίνημα.
Γιατί το Κόμμα μας γιορτάζει τα 100 χρόνια ζωής και δράσης του.
Ξεχωριστά
χαιρετίζουμε την αντιπροσωπεία του αδελφού Κόμματος στη χώρα που μας
φιλοξενεί, του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Στέλνουμε διεθνιστικό
χαιρετισμό στα μέλη και τους φίλους του DKP και της SDAJ. Εκτιμούμε την
πολύχρονη κοινή δράση ανάμεσα στα Κόμματά μας και τις Κομμουνιστικές
Νεολαίες και θα εργαστούμε για την ενίσχυσή της το επόμενο διάστημα.
Χαιρετίζουμε
τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες, τους φίλους του ΚΚΕ και της
ΚΝΕ, που έζησαν και ζουν στη Γερμανία, σε άλλες χώρες του εξωτερικού
είτε παλιότερα ως πολιτικοί πρόσφυγες είτε ως μετανάστες εργάτες,
επιστήμονες είτε ως φοιτητές. Ολοι σας είχατε και έχετε τη δική σας
ξεχωριστή συμβολή σε αυτήν την ηρωική 100χρονη Ιστορία του Κόμματός μας.
Είμαστε περήφανοι για κάθε στιγμή της ηρωικής δράσης μας
Οι
αλύγιστοι της ταξικής πάλης έγραψαν τις δικές τους ηρωικές σελίδες.
Υποδεχόμαστε τον νέο αιώνα έχοντας βαθιά στο μυαλό και την καρδιά μας
όχι μόνο την Ιστορία, το ηρωικό παρελθόν, αλλά κυρίως την αυριανή Ελλάδα
της εργατικής εξουσίας. Τη νέα κοινωνία του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Αυτήν
τη θέληση, την αισιοδοξία, την αντλούμε από τις ρίζες μας, από τις
κόκκινες σημαίες μας. Την αντλούμε από τις σύγχρονες εκρηκτικές
αντιθέσεις που δεν χωράνε στον παλιό κόσμο της εκμετάλλευσης ανθρώπου
από άνθρωπο.
Δεν ωραιοποιούμε τα πράγματα ούτε υποτιμάμε τις
δυσκολίες που έχουμε μπροστά μας. Είμαστε περήφανοι γιατί το Κόμμα μας
αναμετρήθηκε με τα δύσκολα, πέρασε από φωτιά και από σίδερο, άντεξε,
στάθηκε όρθιο. Είμαστε περήφανοι για κάθε στιγμή της ηρωικής δράσης μας.
Και
πιστεύουμε πως κάθε εργαζόμενος, κάθε αγωνιστής, κάθε αριστερός,
προοδευτικός άνθρωπος, που προβληματίζεται για το παρόν και το μέλλον,
έχει πολλά να διδαχθεί και να εμπνευστεί από αυτήν την ηρωική δράση, από
τη συναρπαστική Ιστορία του ΚΚΕ, του επαναστατικού κόμματος της
εργατικής τάξης στην Ελλάδα.
Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ και η συμβολή του
Το
9ο Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο, σε αυτό το κτίριο που
βρισκόμαστε σήμερα, το Δεκέμβρη του 1973. Πήραν μέρος 86 αντιπρόσωποι.
Με συμβουλευτική ψήφο συμμετείχαν 23 αντιπρόσωποι, σύνολο δηλαδή 119.
Από τους αντιπροσώπους έφθασαν με δυσκολία, παράνομα από την Ελλάδα, 33
αντιπρόσωποι. Οι υπόλοιποι ήταν από τις Οργανώσεις των πολιτικών
προσφύγων στις σοσιαλιστικές χώρες και από τις Οργανώσεις των μεταναστών
στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Γραμματέας
του Κόμματος ήταν ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο οποίος είχε αντικαταστήσει
πριν από 1 χρόνο, το 1972, τον Κώστα Κολιγιάννη, που ήταν Γραμματέας της
ΚΕ από το 8ο Συνέδριο το 1961, ενώ είχε αναλάβει αυξημένα καθήκοντα
στην καθοδήγηση του ΚΚΕ από την 6η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ το 1956, με
Πρόεδρο του Κόμματος τον Απόστολο Γκρόζο.
Το 9ο
Συνέδριο συζήτησε την έκθεση δράσης της απερχόμενης ΚΕ και το σχέδιο νέου Προγράμματος του Κόμματος.
Είχε
προηγηθεί πλατιά εσωκομματική συζήτηση στις ΚΟ, κυρίως στις χώρες του
εξωτερικού, αλλά με μεγάλες δυσκολίες και στις Οργανώσεις που είχαν
ανασυγκροτηθεί και δημιουργηθεί μέσα στην Ελλάδα, σε συνθήκες βαριάς
παρανομίας.
Το 9ο Συνέδριο εξέτασε μια μεγάλη περίοδο, κυρίως από
το 8ο το 1961 έως το 9ο το Δεκέμβρη του 1973. Αντικειμενικά επεκτάθηκε
και στην προηγούμενη περίοδο της δεκαετίας του 1950, μετά τη μεγάλη
κρίση που ξέσπασε το 1956 με την παρέμβαση των 6 αδελφών Κομμάτων και
την αλλαγή ηγεσίας στο ΚΚΕ με την καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη, ενώ
ακολούθησε η διάλυση των Κομματικών Οργανώσεων το 1958 και η ένταξη των
κομμουνιστών μέσα στην ΕΔΑ.
Μέσα σε αυτά τα χρόνια το Κόμμα
γνώρισε επίσης μια μεγάλη κρίση, αλλά διασώθηκε η ύπαρξή του από την
επέλαση του δεξιού οπορτουνισμού. Η 12η
Ολομέλεια το 1968
αποτελεί σημαντικό σταθμό στην Ιστορία του Κόμματος, γιατί υπερασπίστηκε
τις αρχές του μαρξισμού - λενινισμού, άφησε κομμουνιστικά
αντανακλαστικά, παρά τις σοβαρές αντιφάσεις που περιείχε η στρατηγική.
Το
9ο Συνέδριο μετά από μια μακρά περίοδο πάλης με τον οπορτουνισμό, με τη
δεξιά αναθεωρητική ομάδα, προσέφερε στη διαπάλη, εντοπίζοντας μια σειρά
λάθη και παραλείψεις, «γλιστρήματα» του παρελθόντος, όπως:
Αποκατέστησε
βασικές καταστατικές αρχές λειτουργίας και δράσης με βάση τον
δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, τον μαρξισμό - λενινισμό και τον
προλεταριακό διεθνισμό. Σωστά κριτίκαρε την προηγούμενη ηγεσία και τις
αποφάσεις για διάλυση των ΚΟΒ στην Ελλάδα, σε συνθήκες παρανομίας κ.λπ.
Είναι
θετικό ότι δεν συντάχθηκε με τις ευρωκομμουνιστικές απόψεις, με τον
αντισοβιετισμό και τον αντικομμουνισμό της «ανανέωσης» της εποχής, τον
εθνικό δρόμο για το σοσιαλισμό, ανέδειξε τη δυνατότητα για αξιοποίηση
όλων των μορφών πάλης και άλλα.
Το Πρόγραμμα που επεξεργάστηκε το
9ο Συνέδριο του ΚΚΕ (Δεκέμβρης 1973) διατηρεί όμως σοβαρά προβλήματα
στρατηγικής, εξαιτίας και των αρνητικών επιπτώσεων στην πορεία του ΚΚΣΕ
και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, τη
γενικότερη πορεία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Προβλήματα θεωρητικού χαρακτήρα με επιπτώσεις στη στρατηγική
Τα
βασικά προβλήματα στη στρατηγική του ΚΚΕ εστιάζονται: Στα δύο στάδια
της επαναστατικής διαδικασίας, στην αντίληψη ότι μια κυβέρνηση στο
έδαφος του καπιταλισμού μ' ένα «μεταβατικό πρόγραμμα» μπορεί ν' ανοίξει
την επαναστατική διαδικασία, να διαπαιδαγωγήσει επαναστατικά την
εργατική τάξη. Στην εκτίμηση για το χαρακτήρα της διαπλοκής και της
συνεργασίας του εγχώριου και ξένου κεφαλαίου, για το επίπεδο ανάπτυξης
του ελληνικού καπιταλισμού και τη θέση του στο διεθνές ιμπεριαλιστικό
σύστημα.
Αυτά
τα προβλήματα θεωρητικού χαρακτήρα, με επιπτώσεις όμως στη χάραξη της
στρατηγικής και στη διαμόρφωση του Προγράμματος, έλκουν την καταγωγή
τους από την περίοδο πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφορούν το διεθνές
κομμουνιστικό κίνημα.
Υπήρχαν μεθοδολογικά προβλήματα
κατανόησης της ιστορικής συγκρότησης του αστικού κράτους, αλλά και στην
ανάλυση του ελληνικού καπιταλισμού και στις διάφορες φάσεις της, με
αφετηρία τις απαρχές συγκρότησης του ελληνικού κράτους, που από τη
γέννησή του είχε πολύ περιορισμένη έκταση και κυρίως περιορισμένο
πληθυσμό, περιορισμένη εσωτερική αγορά, που ήταν παράγοντας αργού ρυθμού
εσωτερικής κεφαλαιακής συσσώρευσης, μέχρι τη Μικρασιατική Εκστρατεία
και τις συνέπειές της.
Η λαθεμένη, από την πλευρά του ΚΚΕ,
εκτίμηση της ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού επηρεάζεται επίσης από
τις μεταπολεμικές ενδοαστικές αντιθέσεις, την αντιπαράθεση τμήματος
αστικών πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα με τις ΗΠΑ σε σχέση με το
πρόγραμμα εκβιομηχάνισης και την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των
αμερικανικών εισροών, για τη σταθεροποίηση του καπιταλισμού στην Ελλάδα
και τη στέρεη ενσωμάτωσή της στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην
ευρύτερη περιοχή.
Επίσης, επέδρασαν οι αντιρρήσεις ενός τμήματος των αστικών δυνάμεων για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ.
Πυρήνας
της αντιπαράθεσης ήταν αν η Ελλάδα ήταν έτοιμη από την άποψη της
οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης να πετύχει «ισότιμη» συμμετοχή σε
δικαιώματα και υποχρεώσεις ή θα μετατρεπόταν σε «απλή αποικία».
Εχει
διαχρονική σημασία πώς αντανακλώνται οι ενδοαστικές αντιθέσεις στο
πολιτικό σύστημα και πώς μπορούν να επηρεάσουν τις επεξεργασίες του
Κόμματος, καθώς και σήμερα υπάρχουν αντιθέσεις συμφερόντων στους κόλπους
της αστικής τάξης όσον αφορά λ.χ. στο ευρώ ή τη δραχμή, στην
περιοριστική ή επεκτατική διαχειριστική συνταγή, στις
ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, στο ποιοι κλάδοι - τομείς της οικονομίας
αποτελούν «ατμομηχανή» της παραγωγικής ανάκαμψης.
Διάφορες
οπορτουνιστικές, σοσιαλδημοκρατικές, αριστερές δυνάμεις, σήμερα στην
Ελλάδα, είτε βρίσκονται και στηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είτε
κινούνται στον ονομαζόμενο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς,
κάνοντας ορισμένη κριτική στην κυβερνητική πολιτική, δεν χρησιμοποιούν
τις αντιθέσεις αυτές μόνο για λόγους εκλογικής πολιτικής τακτικής, αλλά
και ως πολιτική γραμμή εναλλακτικής λύσης. Με τη μια συνταγή διαχείρισης
απέναντι στην άλλη και με ταλαντεύσεις, οπωσδήποτε στοιχίζονται, άλλοτε
περισσότερο άλλοτε λιγότερο, με τον έναν ιμπεριαλιστικό πόλο σε
αντίθεση με τον άλλο και πάει λέγοντας.
Στις αναλύσεις -
εκτιμήσεις του Κόμματός μας η συγκριτική καθυστέρηση στην ανάπτυξη του
ελληνικού καπιταλισμού εμφανιζόταν ως ιδιομορφία, αποδιδόταν στους
ληστρικούς προσανατολισμούς του ξένου κεφαλαίου, στο πλέγμα των διεθνών
σχέσεων της χώρας, ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ.
Υποβαθμιζόταν ταυτόχρονα
το γενικό ταξικό κριτήριο στην επιλογή ένταξης στην τότε ΕΟΚ, δηλαδή της
ενίσχυσης της συνεργασίας με καπιταλιστικά κράτη. Κατηγορούνταν η
αστική τάξη για υποτέλεια, διαχωριζόταν σε εθνική και ξενόδουλη, σε
μονοπωλιακή και μη μονοπωλιακή εθνική αστική τάξη.
Επιδιωκόταν η
ανάδειξη κυβέρνησης αντιμονοπωλιακών - αντιιμπεριαλιστικών πολιτικών
δυνάμεων, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει και τη συγκατάθεση ή ανοχή -
ουδετερότητα της μη μονοπωλιακής αστικής τάξης.
Ηταν επιδίωξη μια
κυβέρνηση που με λαϊκή στήριξη θα προχωρούσε σε αλλαγές θεσμών, που
αφορούν στο αστικό κράτος και το αστικό πολιτικό σύστημα, την
καπιταλιστική οικονομία, και μέσω αυτής εθεωρείτο ότι μπορούσε να
ξετυλιχτεί η επαναστατική διαδικασία των δύο σταδίων.
Το ζήτημα,
λοιπόν, της εκτίμησης του χαρακτήρα του κράτους είναι βασικό και δεν
μπορεί ν' αντιμετωπίζεται μόνο με πολιτικούς όρους, ως κράτος που
ταυτίζεται κάθε φορά με το ποιο κόμμα ή ποιος συνασπισμός κομμάτων
κυβερνά ή με ποια μορφή πολιτεύματος, αλλά ως θεσμική, νομική,
ιδεολογική, πολιτική οργάνωση της κοινωνίας στη βάση των κύριων
οικονομικών της σχέσεων, δηλαδή ως αστικό, καπιταλιστικό κράτος.
Ο
λαθεμένος διαχωρισμός της εκάστοτε κυβερνητικής επιδίωξης, από την
επιδίωξη ως προς τις κοινωνικές - οικονομικές σχέσεις, γινόταν, παρόλο
που και το 9ο και μετά το 10ο Συνέδριο, που ήταν προγραμματικά, δέχονταν
- και σωστά - ότι στην Ελλάδα υπήρχε κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός.
Προβληματικός
υπήρξε και ο διαχωρισμός στο στόχο κοινωνικοποίησης των συγκεντρωμένων
μέσων παραγωγής διαχωρίζοντάς τα σε μονοπώλια «στρατηγικής σημασίας» ή
στο πρώτο στάδιο εθνικοποίησης μονοπωλίων «εθνικής σημασίας».
Το αστικό κράτος δεν μεταρρυθμίζεται
Από
αυτά τα θεωρητικά - ιδεολογικά λάθη πηγάζουν και τα πολιτικά που
χαρακτηρίζουν φιλομονοπωλιακή ή και πρώτο στάδιο μιας ενιαίας
επαναστατικής διαδικασίας την πολιτική μιας κυβέρνησης φιλελεύθερων
αστικών κομμάτων ή τη δοκιμασμένη κυβερνητική πολιτική της
σοσιαλδημοκρατίας και αντιμονοπωλιακή την πολιτική μιας κυβέρνησης
συνεργασίας νέων σοσιαλδημοκρατικών, οπορτουνιστικών και κομμουνιστικών
κομμάτων που εκπροσωπούν μικροαστικές και εργατικές δυνάμεις.
Η
πρόταξη της «αντιιμπεριαλιστικής - αντιμονοπωλιακής - δημοκρατικής
αλλαγής» στηρίχτηκε στην αντίληψη ότι οι υποκειμενικές της προϋποθέσεις
μπορούν να ωριμάσουν με γρηγορότερους ρυθμούς από τις υποκειμενικές
προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής αλλαγής.
Λαθεμένα προσδιοριζόταν ο
χαρακτήρας της επανάστασης από τον συσχετισμό δυνάμεων κι όχι από το
χαρακτήρα του κοινωνικοοικονομικού συστήματος, την εξέλιξη που
προσδιορίζει και τον χαρακτήρα της εποχής.
Απ' αυτό προκύπτει και ο χαρακτήρας της επανάστασης και η επίλυση της αντίθεσης που δίνει το σύνθημα «με τα μονοπώλια ή το λαό».
Δεν
υπάρχει καμία δικαιολογία, πέραν της οπορτουνιστικής επίδρασης, να
διαχωρίζεται η στρατηγική σε στρατηγική για την κατάργηση της
ξενοκρατίας και σε στρατηγική για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Ούτε η λογική περί αλληλοδιαπλεκόμενων σταδίων και φάσεων μπορεί να δικαιολογήσει ένα τέτοιο «σχήμα».
Παραγνωρίζονταν
η εμφάνιση νέων μεσαίων στρωμάτων δυναμικά αναπτυσσόμενων καθώς και η
ισχυροποίηση της εργατικής αριστοκρατίας, η δημιουργία δηλαδή των
κοινωνικοοικονομικών όρων για την ανάπτυξη της σοσιαλδημοκρατίας στην
Ελλάδα και την ισχυροποίηση του ρεφορμισμού - οπορτουνισμού, αφού
διευρύνθηκε η κοινωνική του βάση.
Διαχεόταν η αντίληψη, με πολλούς
τρόπους, ότι ήταν δυνατόν η πολιτική συμμαχία με την πρόοδο της ταξικής
πάλης και της συνεργασίας των κοινωνικών δυνάμεων να οδηγεί - στις
συνθήκες κυριαρχίας των καπιταλιστικών σχέσεων - σε κοινοβουλευτική
πλειοψηφία που θα διαφοροποιούσε το αστικό κράτος και την οικονομία,
ώστε να γίνει το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Πρόκειται για μεταρρυθμιστική
αντίληψη που αποσπά το χαρακτήρα της πολιτικής από το χαρακτήρα της
οικονομίας.
Οπως έχουμε εκτιμήσει, παρά τα όποια γλιστρήματα που
κατά καιρούς είχε το Κόμμα μας με δική του ευθύνη και κάτω και από τις
επιδράσεις του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αφού ήταν αναπόσπαστο
τμήμα του, όμως δεν εξελίχτηκε ποτέ σε ένα διαμορφωμένο οπορτουνιστικό
κόμμα, δεν έγινε ποτέ ευρωκομμουνιστικό κόμμα, δεν πέρασε σε εχθρικό
στρατόπεδο απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Αν είχε
αποκρυσταλλωθεί σε οπορτουνιστικό κόμμα, θα είχε χάσει τη δυνατότητα της
πάλης με τις νέες, πιο επιθετικές οπορτουνιστικές δυνάμεις κατά την
περίοδο 1989 - 1991, τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει και να
αποκαταστήσει το χαρακτήρα του και το Πρόγραμμά του, μετά το 1991.
Σταδιακά
συνειδητοποιήσαμε ότι αρκετά βαρίδια παρέμειναν στο Κόμμα μετά από το
1968 και το 1974, όταν το Κόμμα μας κατέκτησε με το σπαθί του τη
νομιμότητα.
Βαρίδια που παρέμεναν κι αναπαράγονταν στη συνείδηση,
στη μνήμη, στις επιλογές ακόμα και φίλων, οπαδών του Κόμματος,
κομμουνιστών για πολλά χρόνια, ακόμα και στις μέρες μας.
Το αστικό
κράτος δεν μετασχηματίζεται, δεν μεταρρυθμίζεται για να γίνει
σοσιαλιστικό, μόνο ανατρέπεται, τσακίζεται και στη θέση του
διαμορφώνεται εξαρχής το εποικοδόμημα του σοσιαλισμού, τα όργανα της
εργατικής εξουσίας με βάση την παραγωγική μονάδα, τον κλάδο, την
επικράτεια, με άμεση κι έμμεση αντιπροσωπευτική εκλογή από τα κάτω προς
τα πάνω, όπως συγκεκριμένα περιλαμβάνει το Πρόγραμμα του Κόμματος που
επεξεργάστηκε το 19ο Συνέδριο (Απρίλης 2013).
Το Κόμμα μας μπαίνει στον νέο αιώνα του, πιο έμπειρο, πιο μαχητικό
Το ΚΚΕ, συμπληρώνοντας 100 χρόνια ύπαρξης και δράσης, μπαίνει στο νέο αιώνα του, πιο έμπειρο, πιο μαχητικό, αποφασισμένο.
Στη δεκαετία που προηγήθηκε, το Κόμμα μας είχε σημαντικά ιδεολογικά - πολιτικά επιτεύγματα:
- Την
Απόφαση του 18ου Συνεδρίου (Φλεβάρης 2009) «Εκτιμήσεις και Συμπεράσματα
από τη Σοσιαλιστική Οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η
αντίληψη του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό».
- Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ, όπως διαμορφώθηκε στο 19ο Συνέδριό του (Απρίλης 2013).
- Το εγκεκριμένο από Πανελλαδική Συνδιάσκεψη (Ιούνης 2018) «Δοκίμιo Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμοι Α΄ και Β΄ περιόδου 1918 - 1949».
- Το
εγκεκριμένο από Πανελλαδική Συνδιάσκεψη (Ιούλης 2011) «Δοκίμιο Ιστορίας
του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949 - 1968», που σήμερα αναμορφώνεται με βάση τη
Συνδιάσκεψη για την πρώτη περίοδο 1918 - 1949.
Η
επανεκτίμηση θέσεων και πολιτικών επιλογών, που προκύπτει από την
αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας, δεν συνιστά λαθολογία, δεν ανοίγει
δρόμο στον αναθεωρητισμό και οπορτουνισμό. Οδηγεί σε επαναστατικού
χαρακτήρα διόρθωση λαθών. Μηδενισμό και απογοήτευση παράγει η λαθολογία,
δηλαδή η χρησιμοποίηση των λαθών για άρνηση της ηρωικής Ιστορίας της
ταξικής πάλης στην Ελλάδα με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, για εγκατάλειψη
ιδεολογικών αρχών, για αιτιολόγηση οπορτουνιστικών επιλογών.
Είναι φυσικό ότι η παραπάνω εκτίμηση δεν αφορά μόνο την περίοδο 1949 - 1968, αλλά και την προηγούμενη καθώς και την επόμενη.
Αναμφίβολα,
η Ιστορία θα αναδείξει αδυναμίες και ανεπάρκειες και της τελευταίας
περιόδου, αυτής που ξεκίνησε το 1991. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα χάσουν
την ισχύ τους τα συμπεράσματα που βγήκαν ως καταστάλαγμα της ιστορικής
έρευνας και μελέτης προηγούμενων περιόδων, όπως αυτά που αφορούσαν τη
στρατηγική του Κόμματός μας, πολλών ΚΚ, της ίδιας της ΚΔ, τη στάση
απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία, στο ζήτημα της κυβέρνησης χωρίς
επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας.
Η διόρθωση των λαθών μας είναι στοιχείο ισχυροποίησης
Εδώ
και κάμποσα χρόνια αναπτύχθηκε μία επίθεση, η οποία, ανεξάρτητα από πού
προέρχεται, έχει ως στόχο να πετύχει ό,τι δεν κατάφερε ο οπορτουνισμός
το 1991: Να μετατραπεί το ΚΚΕ σε συνιστώσα της οπορτουνιστικής και
ρεφορμιστικής Αριστεράς, τελικά της σοσιαλδημοκρατίας. Να είναι το Κόμμα
που να συμπλέει με την αστική στρατηγική, να αδυνατεί να κινητοποιήσει
εργατικές - λαϊκές δυνάμεις σε σύγκρουση με αυτήν, σε όλες τις μορφές
και εκδοχές της.
Ετσι, από ένα ευρύ φάσμα οπορτουνιστικών,
σοσιαλδημοκρατικών, ρεφορμιστικών δυνάμεων βάλλεται η άρνηση του
Κόμματός μας να συμπράξει ή να πρωτοστατήσει στη διαμόρφωση μιας
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για την ανάδειξη μιας ονομαζόμενης κατά
περίσταση «αριστερής», «αντιμνημονιακής», «αντιφασιστικής» κυβέρνησης.
Η
πορεία και πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι η καλύτερη απόδειξη, παράδειγμα
προς αποφυγήν και στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο.
Φυσικά,
ιστορικά, υπάρχουν και πολλά άλλα αρνητικά παραδείγματα συμμετοχής ή
στήριξης αστικών κυβερνήσεων από ΚΚ από τη δεκαετία ακόμα του '20 , του
'40, του '80 μέχρι πρόσφατα, που τελικά αυτή η συμμετοχή λειτούργησε σε
βάρος του εργατικού κινήματος στο συσχετισμό της πάλης του με την αστική
εξουσία.
Εχει, λοιπόν, σημασία να θυμόμαστε συνεχώς και
διαχρονικά την τακτική του οπορτουνισμού, μέσα κι έξω από το Κόμμα, στην
πολεμική που άσκησε στο ΚΚΕ, στην πλειοψηφία της ΚΕ σε κρίσιμες στιγμές
της διαπάλης, πράγμα που αποδεικνύει τους τυχοδιωκτικούς ελιγμούς που
κάνει για να πετύχει τον σταθερό κι απαρέγκλιτο σκοπό του.
Βεβαίως,
οι διάφοροι οπορτουνιστές, που πολέμησαν το Κόμμα, ανάμεσά τους μερικοί
κρυμμένοι στην ανωνυμία, αλλοίωσαν και αλλοιώνουν συστηματικά το
πραγματικό νόημα των θέσεων του ΚΚΕ όλα αυτά τα χρόνια.
Τακτική
τους είναι να χρησιμοποιούν ορισμένη ορολογία από την Ιστορία του ΚΚΕ
και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος για να στηρίξουν ότι μέσα από
μεταρρυθμίσεις στο αστικό κράτος και με τη στήριξη του λαϊκού κινήματος
μπορεί να υπάρξουν φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση, δήθεν «ανατροπή»
του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, «μετασχηματισμοί» και πέρασμα στο
σοσιαλισμό, ένα σοσιαλισμό που κάθε τάση, ομάδα, τον αντιλαμβάνεται όπως
την βολεύει.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι διαχρονικά ο ταξικός
αντίπαλος και ο οπορτουνισμός αξιοποίησαν και δικά μας
ιδεολογικοπολιτικά προβλήματα και παρεκκλίσεις.
Στοιχείο
ισχυροποίησης του Κόμματος στην πάλη του απέναντι στον οπορτουνισμό
είναι ο τρόπος διόρθωσης των λαθών του. Δεν αρκεί το Κόμμα ν' αλλάξει
μια εκτίμηση ή και ολόκληρο το Πρόγραμμα, πρέπει, έστω μετά από ένα όσο
γίνεται πιο σύντομο χρονικό διάστημα, να δίνεται απάντηση γιατί και κάτω
από ποιους παράγοντες, υποκειμενικούς κι αντικειμενικούς, εσωτερικούς
κι εξωτερικούς έφτασε το Κόμμα σε κρίση.
Τότε μπορούμε να προλαμβάνουμε επανάληψη λαθών σε απότομες στροφές, να έχουμε πρόγνωση, διορατικότητα, αποφασιστικότητα.
Δεν
αρκούν τα κομμουνιστικά αντανακλαστικά, δεν αρκεί η αποκατάσταση της
φυσιογνωμίας του Κόμματος, δηλαδή του χαρακτήρα του, των αρχών και
κανόνων συγκρότησης και λειτουργίας του, η αναγνώριση ως θεωρίας -
καθοδήγησης του μαρξισμού - λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.
Οταν
διορθώνονται λαθεμένες θέσεις με αλλαγές στα ντοκουμέντα, όσο σωστές να
είναι, όταν δεν δίνεται συγκεκριμένη απάντηση πού βρίσκεται η ρίζα του
προβλήματος, ποιοι αντικειμενικοί και κυρίως υποκειμενικοί παράγοντες
οδήγησαν στην παρέκκλιση, τότε τα λάθη δεν συνειδητοποιούνται βαθιά, δεν
βγαίνουν χρήσιμα συμπεράσματα.
Η αποσαφήνιση του χαρακτήρα της
εποχής μας ως εποχής περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, η
θέση ότι η επαναστατική αλλαγή στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική
ανεξάρτητα από το συσχετισμό δυνάμεων, ότι δεν υπάρχει ενδιάμεση
πολιτική εξουσία ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, άρα είναι
θέμα αρχής η μη συμμετοχή του Κόμματος σε κυβέρνηση στο έδαφος του
καπιταλισμού, είναι θέματα που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην
επεξεργασία του Προγράμματος του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το
συνολικό ζήτημα, πώς το Κόμμα αντιπάλεψε τον οπορτουνισμό και τη
διαλυτική δουλειά του, πώς αντιμετώπισε την αποκατάσταση του
επαναστατικού του χαρακτήρα, θα φωτιστεί συλλογικά κι ολοκληρωμένα με τη
μελέτη πλούσιου αρχειακού υλικού, στο πλαίσιο της επεξεργασίας του
Δοκιμίου της Ιστορίας του ΚΚΕ της περιόδου 1968 - 1991, που έθεσαν ως
καθήκον το 19ο και το 20ό Συνέδριο και η οποία έχει ήδη ξεκινήσει.
Οπωσδήποτε,
ουσιαστική απάντηση στα ερωτήματα αυτά έδωσε και η νέα πρόσφατη
επεξεργασία των 4 τόμων του Δοκιμίου της περιόδου 1918 - 1949.
Εχουμε
πλέον σημαντικά εργαλεία στα χέρια μας ώστε να δώσουμε ώθηση στην
κατεύθυνση της μελέτης, στον προβληματισμό, αλλά και κάποιες πρώτες
απαντήσεις.
Τέτοια εργαλεία είναι οι Αποφάσεις των πρόσφατων
Συνεδρίων μας και των Πανελλαδικών Συνδιασκέψεων, συζητημένα στο Κόμμα,
τα οποία επιτρέπουν να προβληματιστούμε και τώρα για τις αντιφάσεις και
επιβιώσεις που σημάδεψαν τη μάχη με τον οπορτουνισμό.
Το Κόμμα μας τόλμησε και τολμά!
Το
Κόμμα μας τόλμησε και τολμά. Εδώ βρίσκεται η πηγή εξασφάλισης της
συνέχειάς του, αλλά και της φρεσκάδας, της νεανικότητάς του.
Το
ΚΚΕ συμπληρώνει 100 χρόνια ζωής, παραμένοντας «το πιο νέο» κόμμα.
Πρεσβεύει το νέο, το αναγκαίο, το μοναδικά προοδευτικό μέλλον για την
ανθρωπότητα: Την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα της κοινωνικής παραγωγής,
τον κεντρικό σχεδιασμό, την ενεργή συμμετοχή του εργαζόμενου στην
οργάνωση - διεύθυνση της κοινωνικής παραγωγής, των κοινωνικών υπηρεσιών,
δηλαδή πρεσβεύει το σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Το πρώτο ιστορικό
εγχείρημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, κατώτερης βαθμίδας του
κομμουνισμού, επιβεβαιώνει την αναγκαιότητά του, συνεχίζει να αποτελεί
άλμα της κοινωνικής προόδου, παρόλο που δεν απέκτησε την εσωτερική και
εξωτερική δύναμη να νικήσει τελεσίδικα τον καπιταλισμό.
Τα 100
χρόνια από την ίδρυση του Κόμματος είναι μια επέτειος - σταθμός, που
πρέπει να εκφράσει την ισχυροποίηση των επαναστατικών χαρακτηριστικών
του ΚΚΕ, την άνοδο της ιδεολογικής και πολιτικής επιρροής, των δεσμών
του με την εργατική τάξη, πρωτίστως με τους βιομηχανικούς εργάτες και
εργάτριες. Να εμπνεύσει και να αξιοποιήσει περαιτέρω πρωτοπόρους
μισθωτούς επιστήμονες και καλλιτέχνες ριζοσπαστικής διάθεσης, ιδιαίτερα
από τις νεότερες γενιές τους και κυρίως εκείνους που έχουν τα βιώματα
της εργατικής και της λαϊκής καταγωγής, που προσεγγίζουν ή εντάσσονται
στην εργατική τάξη. Να διεισδύσει σε πρωτοπόρους αγρότες και
αυτοαπασχολούμενους.
Η μέχρι τώρα μελέτη της Ιστορίας του Κόμματός
μας και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος δείχνει ότι το μεγαλύτερο
πρόβλημα ήταν η έλλειψη ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής
ετοιμότητας ΚΚ σε επαναστατικές συνθήκες, ώστε να κατευθύνουν την
εργατική - λαϊκή εξέγερση στην ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας. Η
ιστορική πείρα δείχνει ότι η ολόπλευρη προετοιμασία πρέπει να έχει
προηγηθεί, δηλαδή να κατακτάται σε μη επαναστατικές συνθήκες. Προϋπόθεση
γι' αυτό είναι να μην αποσπάται ο τρέχων οικονομικός και πολιτικός
αγώνας, σε συνθήκες ανόδου ή υποχώρησης, από το κύριο επαναστατικό
πολιτικό καθήκον, να μην παραμερίζεται ο στόχος της εξουσίας από άλλο
στόχο διακυβέρνησης στο καπιταλιστικό έδαφος σε συνθήκες επιδείνωσης της
κατάστασης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, βαθιάς και
παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, ιμπεριαλιστικού πολέμου, ανοιχτής
τρομοκρατίας προς το ΚΚ και το εργατικό κίνημα από ναζιστικές-φασιστικές
οργανώσεις, έντασης της κρατικής βίας κλπ.
Αν και είναι ζήτημα
προς ιστορική διερεύνηση και μελέτη, φαίνεται ότι η ανασύνταξη του
εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος σε γραμμή χειραφέτησης από το
σοσιαλδημοκρατικό κυβερνητικό συνδικαλισμό προϋποθέτει αναπτυγμένη
ιδεολογική-πολιτική πάλη και σταθερή αντιμετώπιση του οπορτουνισμού σε
όλες τις συνθήκες της ταξικής πάλης. Η υπεροχή της σοσιαλδημοκρατίας στα
συνδικάτα υπήρξε παράγοντας που δυσκόλεψε το κομμουνιστικό κίνημα στην
προσπάθειά του να κερδίσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης με την
επαναστατική γραμμή πάλης, οδήγησε σε άμβλυνση της πάλης με τον
οπορτουνισμό.
Σπλάχνο του καπιταλισμού είναι ο φασισμός
Ταυτόχρονα,
η σοσιαλδημοκρατία μαζί με τα φιλελεύθερα κόμματα υπήρξαν φορέας που με
την αστική - αντιλαϊκή διαχείρισή τους, ιδιαίτερα σε συνθήκες
καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και αυξημένης δυσαρέσκειας των
εργατικών - λαϊκών μαζών, εκκόλαψαν το «αυγό του φιδιού», έστρεψαν με
ευθύνη τους μάζες σε ακροδεξιά, φασιστικά κόμματα και ομάδες, παίζοντας
το παιχνίδι της τάξης που έχει την εξουσία, η οποία χρησιμοποιεί για τα
δικά της συμφέροντα πότε το «καρότο», πότε το «μαστίγιο», πότε τον
κοσμοπολιτισμό, πότε τον εθνικισμό του κεφαλαίου.
Σπλάχνο από τα
σπλάχνα του καπιταλιστικού συστήματος είναι και ο φασισμός, ο ρατσισμός.
Για την αποτελεσματική και οριστική αντιμετώπισή του, μόνο η
αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή πάλη, η εργατική πάλη με κοινωνική
συμμαχία όλων των λαϊκών στρωμάτων μπορεί να τα αντιμετωπίσει και
οριστικά εξαλείψει και όχι η συμμαχία και η υποταγή της εργατικής τάξης
στην αστική τάξη, στην οποία μας καλεί ο οπορτουνισμός με
προπαγανδιστικά συνθήματα που κάποιες φορές απλώς χαϊδεύουν αυτιά για να
κρύψουν με αυτά το θανάσιμο αγκάλιασμα που προτείνει στο εργατικό
κίνημα.
Αυτόν τον σκόπελο, στο παρελθόν, δεν μπόρεσαν να
ξεπεράσουν και κόμματα με ορισμένη μορφή μαχητικής οργανωτικής
ετοιμότητας, στο βαθμό που αυτή δεν πάταγε γερά στην οργάνωση στα
εργοστάσια και δεν ήταν ξεκάθαρη η απόρριψη συμμετοχής ή στήριξης
κυβέρνησης της σοσιαλδημοκρατίας ή άλλων κομμάτων. Αυτό φαίνεται και από
την ιστορία όλων των λαών της Ευρώπης.
Διαφωτιστικά είναι τα
σχετικά κείμενα του Ερνστ Τέλμαν τα οποία μελετάμε. Αναφέρομαι κυρίως
εδώ στα κείμενα του Τέλμαν που δημοσιεύτηκαν στην ΚΟΜΕΠ, με τίτλους:
-- «Στις παραμονές της Γερμανικής Επανάστασης», που γράφτηκε το 1923,
-- «Τα διδάγματα της εξέγερσης του Αμβούργου», που δημοσιεύτηκε το 1925 και
- «Τα 10 χρόνια Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας», που δημοσιεύτηκε το 1928.
Αυτά
τα συμπεράσματα αφορούν και σήμερα τα ΚΚ, ανεξαρτήτως χώρας, περιοχής,
ηπείρου, γι' αυτό και ακόμα σφραγίζουν την κατάσταση του κομμουνιστικού
κινήματος σε κάθε χώρα.
Μεγάλη η σημασία της στρατηγικής ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος
Οφείλουμε
ταυτόχρονα να αναδείξουμε τη μεγάλη σημασία της στρατηγικής ενότητας
του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, δηλαδή της ανάγκης ενιαίας
στρατηγικής απέναντι στον καπιταλισμό, ανεξάρτητα από τις συμμαχίες των
κρατών του, τις μορφές διακυβέρνησης. Η ιδεολογική - στρατηγική ενότητα
δεν μπορεί να σφυρηλατείται χωρίς οργανωτική έκφραση και ρήξη με τον
οπορτουνισμό σε όλα τα επίπεδα και στο οργανωτικό.
Σήμερα, ασπίδα
του Κόμματός μας είναι η ίδια η εργατική τάξη, οι πρωτοπόροι νέοι και
νέες εργατικής και λαϊκής καταγωγής, οι συνειδητοί επιστήμονες και
επιστημόνισσες, γιατί επιστήμη είναι αλήθεια, γιατί αλήθεια για την
κοινωνική πρόοδο σημαίνει σοσιαλιστική - κομμουνιστική προοπτική.