Το περασμένο Σαββατοκύριακο, η εφημερίδα “Τα ΝΕΑ”
κυκλοφόρησε με ένα ιστορικό ένθετο, αφιερωμένο στα 50 χρόνια από τη 12η
Ολομέλεια και τη διάσπαση του ΚΚΕ. Αντιγράφουμε από την έκδοση και
δημοσιεύουμε το άρθρο του Μάκη Μαΐλη, υπεύθυνου του Τμήματος Ιστορίας
της ΚΕ του ΚΚΕ, που αποτελεί όαση σε σχέση με τις υπόλοιπες τοποθετήσεις
(ανάμεσά τους και ο γνωστός Θ. Πάγκαλος, που συμμετείχε σε εκείνη την
Ολομέλεια ως στέλεχος του ΚΚΕ τότε) που φιλοξενούνται στον τόμο.
Το ΚΚΕ σε ντοκουμέντα του, ως καταστάλαγμα συλλογικών διαδικασιών,
έχει επανειλημμένα εκτιμήσει ότι η 12η Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ
είναι ένα από τα ιστορικής σημασίας γεγονότα στην 100χρονη διαδρομή του.
Θα ήταν τελείως διαφορετική η πορεία του ΚΚΕ (τότε διακυβευόταν ακόμα
και η ύπαρξή του ως ΚΚ), αν δεν είχε επέλθει ρήξη των κομμουνιστικών
δυνάμεων με τον αναθεωρητισμό-οπορτουνισμό.
Σε αρκετές περιπτώσεις η 12η Ευρεία Ολομέλεια εμφανίστηκε, κυρίως από
τον Τύπο, αλλά και από τους ίδιους που στη συνέχεια συγκρότησαν το “ΚΚΕ
εσ.” ως μια μάχη για την “καρέκλα” για την κατανομή των ηγετικών
θέσεων. Πότε στην ιστορία του ΚΚΕ και τους διεθνούς Κομμουνιστικού
Κινήματος δεν εκπορεύονταν οι διασπάσεις από προσωπικές φιλοδοξίες.
Προέκυπταν από αγεφύρωτες ιδεολογικές διαφορές που αφορούσαν το
χαρακτήρα ή και τη στρατηγική του Κομμουνιστικού Κινήματος. Γι’ αυτό και
τέτοια ζητήματα είναι εξωπραγματικό να κρίνονται με τα ίδια κριτήρια
που κρίνονται αποχωρήσεις ή μετακινήσεις στελεχών των αστικών κομμάτων
από το ένα στο άλλο, αν και ούτε σ’ αυτά είναι πάντα προσωπικά τα
ελατήρια, παρότι πρόκειται για ταξικά ομοειδή κόμματα.
Η πολιτική γραμμή που οδηγούσε στη διάλυση του ΚΚΕ είχε αρχίσει να
υλοποιείται πολύ πριν από το 1968. Ήδη από το 1956 η Ενιαία Δημοκρατική
Αριστερά (ΕΔΑ) είχε μετατραπεί με απόφασή της σε ενιαίο κόμμα, ενώ
ιδρύθηκε ως συνασπισμός κομμάτων. Μια τέτοια εξέλιξη ευνοούσε τη γραμμή
που είχε χαράξει το ΚΚ Σοβιετικής Ένωσης με το 20ό Συνέδριό του, καθώς
και η απόφαση του ίδιου του ΚΚΕ να διαλύσει το 1958 τις παράνομες
κομματικές οργανώσεις του στην Ελλάδα. Η ΕΔΑ, με τις μεγάλες δυνατότητες
που υποστήριζαν ότι είχε, προβλήθηκε ως η μεγάλη κατάκτηση, μάλιστα
μπορούσε κι έπρεπε να υποκαταστήσει το ΚΚΕ, αξιοποιώντας την εκτός νόμου
θέση του, ενώ η ίδια δρούσε νόμιμα.
Η παραπάνω αρνητική εξέλιξη συνειδητοποιήθηκε από ένα τμήμα της
ηγεσίας του ΚΚΕ λίγο πριν από τη δικτατορία κι ακόμα περισσότερο μετά
την επιβολή της, οπότε βρισκόταν και η ΕΔΑ εκτός νόμου. Η διαπάλη στο
ΚΚΕ οξύνθηκε και κορυφώθηκε το 1968. Ωστόσο οι εκφραστές του
“ανανεωτικού” ρεύματος που ως τότε έπιναν νερό στο όνομα της ΕΔΑ την
εγκατέλειψαν και ίδρυσαν το “ΚΚΕ εσωτ.”. Η επιδίωξη να απομονωθεί και να
συρρικνωθεί το ΚΚΕ θεωρήθηκε πως έκανε περιττό το “όχημα ” της ΕΔΑ.
Πρέπει να επισημανθεί μία ακόμη πλευρά: Η ηγεσία του “ΚΚΕ εσωτ.”
επικαλέστηκε την επέμβαση όπως έλεγε του ΚΚ Σοβιετικής Ένωσης στα
εσωτερικά του ΚΚΕ. Βέβαια, αν αυτή η “επέμβαση” είχε γίνει παίρνοντας το
ΚΚΣΕ το μέρος των δικών τους απόψεων, προφανως δε θα είχαν κανένα
πρόβλημα, όπως δεν είχαν και το 1956, όταν έγινε η παρέμβαση εξι ΚΚ στο
ΚΚΕ προκειμένου να καθαιρεθεί ο Νίκος Ζαχαριάδης και να διαμορφωθεί η
μεταρρυθμιστική στρατηγική του “κοινοβουλευτικού δρόμου” προς το
σοσιαλισμό.
Η 12η ευρεία Ολομέλεια, όπως και η προηγηθείσα 11η Ολομέλεια που
συγκλήθηκαν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν
υποχρεωμένες από τις ίδιες τις εξελίξεις να δώσουν απάντηση στα
δικαιολογημένα ερωτήματα: Γιατί δεν προβλέφτηκε η δικτατορία; Γιατί το
Κόμμα και το κίνημα ήταν ανέτοιμα να οργανώσουν αντίδραση από τις πρώτες
ακόμα μέρες; Έτσι, άνοιξε εκ των πραγμάτων η συζήτηση για τις επιλογές
και την πορεία του Κόμματος πριν από τη δικτατορία, κυρίως γύρω από την
απόφαση της 8ης Ολομέλειας του 1958 με την οποία το ΚΚΕ διέλυσε τις
παράνομες οργανώσεις του στην Ελλάδα και ενέταξε τους κομμουνιστές σε
ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, την ΕΔΑ.
Η 12η Ολομέλεια, παρά το γεγονός ότι δεν έβαλε το μαχαίρι στη
στρατηγική και τις επιλογές του Κόμματος της δεκαετίας του ’50, κατάφερε
να ανακόψει τη συνεχώς φθίνουσα πορεία του ΚΚΕ, το οποίο στη συνέχεια
συγκρότησε παράνομες κομματικές οργανώσεις και ίδρυσε την ΚΝΕ, που
αποτέλεσαν την ψυχή του αντιδικτατορικού αγώνα. Το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό
κόμμα που δεν ανέθετε την ανατροπή της δικτατορίας από τα πάνω (τις ΗΠΑ
και το ΝΑΤΟ ή δυτικοευρωπαϊκά κράτη), αντίθετα, διακήρυσσε ότι η
ανατροπή της χούντας πρέπει να συντελεστεί ως αποτέλεσμα λαϊκής πάλης
και εξέγερσης και με κάθε μορφή.
Οι αποχωρήσαντες από το ΚΚΕ το 1968, ανάμεσά τους μέλη της ΚΕ και του
ΠΓ είχαν την αυταπάτη ότι θα συμπαρατάσσονταν μαζί τους κομμουνιστές
και οι αριστεροί αγωνιστές, καθώς και οι χιλιάδες κομμουνιστές και
κομμουνίστριες που βρίσκονταν στις φυλακές και τις εξορίες.
Ποντάριζαν στο γεγονός ότι το αναθεωρητικό-οπορτουνιστικό ρεύμα είχε
ισχυροποιηθεί και κυριαρχούσε σε ορισμένα ΚΚ της Δυτικής καπιταλιστικής
Ευρώπης, με ισχυρή κοινοβουλευτική δύναμη, όπως το ιταλικό ΚΚ. Ακόμα,
πίστευαν ότι τους ευνοούσε το έδαφος που είχαν καλλιεργήσει
φραξιονιστικά μέσα στην ΕΔΑ και τη νεολαία της, καθώς και το ότι τα
στελέχη που συγκρότησαν την ηγεσία του “ΚΚΕ εσ.” ήταν αρκετά
προβεβλημένα.
Έγινε το αντίθετο. Με μεγάλη πλειοψηφία τους απέρριψαν, τόσο οι
κομμουνιστές που βρίσκονταν στην Ελλάδα, όσο και εκείνοι που ζούσαν ως
πολιτικοί πρόσφυγες στη Σοβιετική Ένωση και τ’ άλλα κράτη της
σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Η οπορτουνιστική ομάδα, όπως έδειξε όλη η ιστορία του οπορτουνισμού
στον 20ό αιώνα μέχρι σήμερα, έκρυβε την ουσία των απόψεών της υπέρ της
πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού. H βασική τους ιδεολογική και
πολιτική άποψη συγκαλύπτονταν και από την κριτική σε υπαρκτές, σοβαρές
αδυναμίες στη δράση του Κόμματος, όχι βεβαίως με στόχο τη διόρθωσή τους.
Οι αδυναμίες ήταν προϊόν της ήττας στον εμφύλιο πόλεμο, αλλά και της
στρατηγικής του κόμματος, στην οποία είχαν ενεργητική συμμετοχή και οι
ίδιοι οι οπορτουνιστές, ενώ βάρυναν και επιλογές του Διεθνούς
Κομμουνιστικού Κινήματος.
Η πορεία της επιρροής του λεγόμενου “ΚΚΕ εσ.” ήταν φθίνουσα, αν και
απολάμβανε τη συμπάθεια των αστικών πολιτικών δυνάμεων και των τότε ΜΜΕ,
λόγω της αναθεωρητικής και αντισοβιετικής του κατεύθυνσης. Οι ίδιοι και
τ’ άλλα κόμματα αποκαλούσαν το ΚΚΕ “ΚΚ Εξωτερικού”. Ο Τύπος της εποχής,
δίχως να παύει να τους αποκαλεί κάποιες φορές “βασιλοκομμουνιστές”,
γενικά τους περιέβαλλε με τον χαρακτηρισμό “ανανέωση”, που και οι ίδιοι
κατά κόρον χρησιμοποίησαν, παρότι τίποτα το νέο δεν έφεραν. Οι απόψεις
τους ήταν αναμάσημα με δήθεν κομμουνιστική φρασεολογία των
σοσιαλδημοκρατικών θεωριών του 19ου αιώνα. Ο “σοσιαλισμός με δημοκρατία
κι ελευθερία” που επικαλέστηκαν, είναι ψευδεπίγραφος και σημαίνει
απευθείας αποδοχή του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος, που δεν
εξανθρωπίζεται. Πραγματική ελευθερία και δημοκρατία υπάρχει για όλο το
λαό μόνο όταν ηεργατική τάξη, σε συμμαχία με τα φτωχά λαϊκά στρώματα
κατακτήσει τη δική τους εξουσία και κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής,
εφόσον δηλαδή καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Η ιδεολογική χρεωκοπία του “ΚΚΕ εσωτ.” δεν ανέκοψε την επιδίωξη να
επαναληφθεί το πείραμα της ΕΔΑ με την μετατροπή του σε ΕΑΡ και μέσα από
τη δημιουργία του τότε ενιαίου Συνασπισμού, αξιοποιώντας και τις
αντεπαναστατικές εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και στα
κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης η ΕΑΡ και άλλοι, επιχείρησαν, μαζί
με στελέχη του ΚΚΕ, να το διαλύσουν (1989-1991) και αυτή η προσπάθεια
απέτυχε.
Οι επιλογές του “ΚΚΕ εσ.” καθώς και συνολικά του “ευρωκομμουνιστικού
ρεύματος”, σε καμία περίπτωση δε δικαιώνονται από τις αρνητικές
εξελίξεις που ακολούθησαν την αντεπανάσταση του 1989-1991 στη Σοβιετική
Ένωση και στα άλλα της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι δυνάμεις που
εξέθρεψαν την αντεπανάσταση, μέσα στα ίδια τα ΚΚ εξουσίας,
τροφοδοτήθηκαν από επιλογές που δανείζονταν συνταγές του καπιταλισμού
προκειμένου να αντιμετωπιστούν προβλήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Η σημασία της 12ης Ολομέλειας και των συνολικών εκτιμήσεων του
Κόμματος για τον επικίνδυνο, διαβρωτικό ρόλο του οπορτουνισμού και
κυρίως για τις αρνητικές επιπτώσεις του στο εργατικό-λαϊκό κίνημα
επαληθεύονται, όχι μόνο από την πορεία του λεγόμενου “ΚΚΕ εσ.” και των
άλλων πολιτικών σχημάτων που γέννησε αυτό, αλλά και από την πορεία του
ΣΥΝ μετά το 1991. Ο ΣΥΝ, ως “αριστερή” αντιπολίτευση στήριξε κρίσιμες
επιλογές της αστικής τάξης της Ελλάδας, πχ. τη συμμετοχή στην ΕΕ και το
ευρώ, συνολικά τις μεταρρυθμίσεις που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της
κερδοφορίας του κεφαλαίου, ακόμα και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, κατά την
επίθεση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, τον πόλεμο στο Ιράκ κ.α.
Πιο καταφανής γίνεται ο ρόλος του οπορτουνισμού, που από τη φύση του
μεταλλάσσσεται πολύ γρήγορα σε αστικό κόμμα, σοσιαλδημοκρατικό όταν
αρπάξει την ευκαιρία να σχηματίσει ή να συνεργαστεί με κυβέρνηση στο
έδαφος του καπιταλισμού. Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ, που έχει αντιγράψει το
ΠΑΣΟΚ ακόμα και στην εξαγορά συνειδήσεων και έχει γοητευθεί από την ΕΕ,
το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και τις βάσεις τους, μπορεί να μην είναι ακριβώς
“εικόνα και ομοίωση” των οπορτουνιστών του 1968, οπωσδήποτε όμως είναι η
ακόμα δεξιότερη φυσική εξέλιξη των ιδεολογικών και πολιτικών επιλογών
τους.
Εξάλλου, αυτή είναι η πορεία και όσων ΚΚ απέβαλαν τις κομμουνιστικές
αρχές και αξίες. Η μεγαλύτερη υπηρεσία τους στο καπιταλιστικό σύστημα
(βλ. πχ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) είναι ότι τσάκισαν μεγάλα εργατικά
κινήματα, οδηγώντας τα στο συμβιβασμό με το κεφάλαιο και στην
ενσωμάτωση, προκειμένου να υλοποιηθεί η στρατηγική του ιμπεριαλισμού.