Του Αντώνη Αναστασόπουλου από το Reader.gr
Ακόμα και αν στις 3 Νοεμβρίου ο Ντόναλντ Τραμπ χάσει τις προεδρικές εκλογές από τον Τζο Μπάιντεν, έχει καταφέρει να καθορίσει την πολιτική της χώρας, για πολλά πολλά χρόνια ακόμα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, λίγες ημέρες πριν τις εκλογές κατάφερε να διορίσει τον τρίτο δικαστή δικής του επιλογής στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, το περίφημο SCOTUS (όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά το Supreme Court of the US κατά τα «POTUS» για τον πρόεδρο και «FLOTUS» για την «πρώτη κυρία»),
Ο πιο διχαστικός και συντηρητικός πρόεδρος των ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες μπορεί σε λίγες μέρες να αποτελεί παρελθόν για τον Λευκό Οίκο, χάνοντας τις εκλογές από τον Τζο Μπάιντεν. Ακόμα όμως και αν αυτό συμβεί, ο 45ος Πρόεδρος θα έχει καταφέρει να καθορίσει την πολιτική των ΗΠΑ για αρκετές δεκαετίες ακόμα. Πώς όμως συμβαίνει αυτό;
Το αποτύπωμα του Τραμπ στα Ομοσπονδιακά Δικαστήρια
Ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, σε μια θητεία τεσσάρων χρόνων έχει παρέμβει στα δικαστήρια όσο περίπου και ο προκάτοχός του σε οκτώ. Όταν πια οι ΗΠΑ θα έχουν αφήσει πίσω τους τον Τραμπ, οι δικαστές που διόρισε θα συνεχίζουν να καθορίζουν τους αμερικανικούς νόμους ακόμα και αν οι ψηφοφόροι απαρνηθούν ηχηρά και οριστικά τον… τραμπισμό.
Οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι ώστε ο Ντόναλντ Τραμπ μέσα σε 4 χρόνια να έχει διορίσει 3 δικαστές στο Ανώτατο Δικαστήριο, έναντι 2 του Μπάρακ Ομπάμα. Αυτή όμως είναι μονάχα η κορυφή του «παγόβουνου». Στα Εφετεία, περισσότερο από το 1/4 των δικαστών έχουν διοριστεί από τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε λιγότερα από τέσσερα χρόνια ο Τραμπ έχει διορίσει 53 δικαστές στα Εφετεία, έναντι 55 του Ομπάμα σε 8 χρόνια.
Κατά την πρώτη τους θητεία ο Ομπάμα διόρισε 30 δικαστές, ο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ 35, ο Κλίντον 30, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος 42 και ο Ρίγκαν 33. Στα κατώτερα δικαστήρια η παρέμβαση του Τραμπ μπορεί να μην είναι τόσο εκτενής και πάλι όμως διορίζει δικαστές πολύ γρηγορότερα απ’ ό,τι έκανε ο Ομπάμα. Έτσι, ο Ομπάμα σε ολόκληρη τη θητεία του διόρισε 268 ομοσπονδιακούς δικαστές, ενώ ο Τραμπ στα μισά χρόνια έχει ήδη διορίσει 210.
Η επιλογή της Έιμι Κόνι Μπάρετ
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει επανειλημμένα υποσχεθεί στους οπαδούς του να διορίσει δικαστές που θα καταφέρουν να ανατρέψουν την υπόθεση Roe vs Wade του 1973 που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις στις ΗΠΑ. Και με τον διορισμό της Έιμι Κόνι Μπάρετ, έκανε ένα ακόμα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Ως δικαστής Εφετείου, η Μπάρετ έχει στο «παλμαρέ» της μια σειρά συντηρητικών αποφάσεων σε θέματα που αφορούν για παράδειγμα την οπλοκατοχή. Είναι οι θέσεις της όμως σχετικά με τις αμβλώσεις που τραβούν την προσοχή. Στη διάρκεια της εξέτασής της από την αρμόδια Επιτροπή, απέφυγε να απαντήσει σε σχετικές ερωτήσεις. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν έχει παγιωμένη θέση. Το 2006 άλλωστε το όνομά της φιγουράριζε ανάμεσα σε εκείνα άλλων συντηρητικών σε διαφήμιση εφημερίδας που ζητούσαν τον περιορισμό των αμβλώσεων.
Και αν κάποιος θεωρεί ότι 14 χρόνια είναι υπεραρκετά για να αλλάξει η άποψη ενός εκάστου, το δικαστικό ιστορικό της Μπάρετ, αποδεικνύει το αντίθετο. Έτσι η Μπάρετ έχει κληθεί δύο φορές να ψηφίσει πάνω σε αντίστοιχες υποθέσεις. Και τις δύο ψήφισε υπέρ των περιορισμών του δικαιώματος.
Αυτά δεν είναι τα μοναδικά δείγματα γραφής της Μπάρετ. Η νέα δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, καθολική στο θρήσκευμα και άλλοτε μέλος μιας ομάδας που υποβαθμίζει τον ρόλο της γυναίκας, έχει δηλώσει πως προσωπικά πιστεύει πως η ζωή του ατόμου ξεκινά από τη γονιμοποίηση αλλά και πως η υπόθεση Roe vs Wade δημιούργησε «εθνικό διχασμό» αποφασίζοντας καθολικά για το δικαίωμα στις αμβλώσεις ενώ κάτι τέτοιο θα έπρεπε να αφεθεί στην ευχέρεια των Πολιτειών.
Η σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Ο διορισμός της Έιμι Κόνι Μπάρετ στο Ανώτατο Δικαστήριο δημιούργησε μια πλειοψηφία 6 συντηρητικών έναντι 3 φιλελεύθερων. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως ο Ντόναλντ Τραμπ, πολύ στοχευμένα, πρότεινε δικαστές 55, 53 και 48 ετών που με δεδομένο πως η θητεία τους είναι ισόβια σημαίνει πως σχηματίζουν έναν σκληρό πυρήνα συντηρητικών που αναμένεται να μείνει στη θέση του για περίπου 30 χρόνια ακόμα.
Ο μέσος όρος ηλικίας των 6 επιλεγμένων από Ρεπουμπλικάνους, δικαστών είναι στα 60,5 έτη, την ίδια ώρα που ο αντίστοιχος μέσος όρος των 3, επιλεγμένων από Δημοκρατικούς προέδρους, φτάνει τα 69,3. Τέλος ο γηραιότερος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν είναι άλλος από τον Στίβεν Μπράγιερ που διορίστηκε επί προεδρίας Κλίντον και είναι σήμερα 82 χρονών.
Η σύνθεση:
Chief of Justice
- -Τζον Ρόμπερτς, ετών 65, επιλογή Τζορτζ Μπους Τζ., 2005
Justices
- -Κλάρενς Τόμας, ετών 72, επιλογή Τζορτζ Μπους, 1991
- -Στίβεν Μπράγιερ, ετών 82, επιλογή Μπιλ Κλίντον, 1994
- -Σάμιουελ Αλίτο, ετών 70, επιλογή Τζορτζ Μπους Τζ., 2006
- -Σόνια Σοτομαγιόρ, ετών 66, επιλογή Μπάρακ Ομπάμα, 2009
- -Έλενα Κέιγκαν, ετών 60, επιλογή Μπάρακ Ομπάμα, 2010
- -Νιλ Γκόρσατς, ετών 55, επιλογή Ντόναλντ Τραμπ, 2017
- -Μπρετ Κάβανο, ετών 53, επιλογή Ντόναλντ Τραμπ, 2018
- -Έιμι Κόνι Μπάρετ, ετών 48, επιλογή Ντόναλντ Τραμπ, 2020
Τι αλλάζει με τον διορισμό της Μπάρετ
Το Ανώτατο Δικαστήριο αναλαμβάνει μόνο υποθέσεις που οι δικαστές του επιλέγουν. Οι δικαστές είναι 9, άρα η πλειοψηφία 5. Χρειάζονται όμως τέσσερις δικαστές να συμφωνήσουν ώστε να εισαχθεί μια υπόθεση για συζήτηση.
Μέχρι τον διορισμό της Μπάρετ, οι τέσσερις συντηρητικοί έπρεπε να συμφωνήσουν όλοι για την εισαγωγή μιας υπόθεσης ρισκάροντας παράλληλα τη στάση του επικεφαλής του Δικαστηρίου Ρόμπερτς, ο οποίος αν και επελέγη από Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο, πολλές φορές έχει ταχθεί με τους φιλελεύθερους.
Όλα αυτά όμως μέχρι τον διορισμό της Μπάρετ. Πλέον με 6 συντηρητικούς, αυτό αλλάζει. Μπορούν να εισαχθούν περισσότερα θέματα που διχάζουν όπως εκείνα που αφορούν την οπλοκατοχή, τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας αλλά και τις αμβλώσεις.
Αντίθετα οι τρεις φιλελεύθεροι δικαστές δεν μπορούν πλέον να φέρουν υπόθεση στο Δικαστήριο αν δεν βρουν συναίνεση και από έναν τουλάχισον συντηρητικό.
Οι αλλαγές σε χρονιά εκλογών
Ο θάνατος της Ρουθ Γκίνσμπεργκ ήρθε λιγότερες από 45 μέρες μακριά από τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προλάβει να θέσει ως υποψήφια την συντηρητική Έιμι Κόνι Μπάρετ, όμως ερωτηματικά εγείρονταν σχετικά με το αν οι διαδικασίες μπορούν να επιταχυνθούν τόσο ώστε να προλάβει να διοριστεί πριν τις εκλογές.
Η πρόσφατη ιστορία έδειχνε πως κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό καθώς η επιβεβαίωση των διορισμών χρειάζονταν 2 και 3 μήνες. Η διαδικασία για τις υποψήφιες του Ομπάμα, Σοτομαγιόρ και Κέιγκαν διήρκεσαν 66 και 87 ημέρες αντίστοιχα, ενώ εκείνες για τους υποψηφίους του Τραμπ Γκόρσατς και Κάβανο, 65 και 90 μέρες αντίστοιχα.
Παρά ταύτα, οι περισσότεροι υποψήφιοι των προέδρων τελικώς διορίζονται. Από την δημιουργία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έπειτα 126 από τους 163 υποψηφίους, περισσότερο από το 77% έχει τελικά διοριστεί. Το δεύτερο ερώτημα που προέκυπτε είναι σχετικά με τον διορισμό δικαστή σε χρονιά εκλογών.
Όταν τον Μάρτιο του 2016, ο Αντονίν Σκάλια, μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου και καθηγητής της Έιμι Κόνι Μπάρετ πέθανε, ο Μπάρακ Ομπάμα πρότεινε για διάδοχό του τον Μέρικ Γκάρλαντ. Η Γερουσία όμως, με πλειοψηφία Ρεπουμπλικάνων, αρνήθηκε ακόμα και να ξεκινήσει την ακροαματική διαδικασία για τον Γκάρλαντ, αιτιολογώντας την απόφασή της αυτή με το γεγονός πως κανένας υποψήφιος δεν έχει διοριστεί σε χρονιά εκλογών από το 1932.
Παρά το γεγονός ότι ο θάνατος του Σκαλία ήρθε 8 ολόκληρους μήνες πριν από τις εκλογές του 2016, η ρεπουμπλικάνικη πλειοψηφία της Γερουσίας και ο επικεφαλής της, υποστήριξαν πως οι Αμερικανοί – σε χρονιά εκλογών- θα πρέπει να έχουν λόγο για την κατεύθυνση που θα πάρει το Ανώτατο Δικαστήριο, ιδιαίτερα στον βαθμό που ο συσχετισμός συντηρητικών – φιλελεύθερων απειλούνταν με την πρόταση αυτή του Μπάρακ Ομπάμα.
Τα ίδια επιχειρήματα, υποστήριξαν και οι Δημοκρατικοί για τον διορισμό της Έιμι Κόνι Μπάρετ, με μια διαφορά. Εκείνοι δεν είχαν την πλειοψηφία στη Γερουσία για να επιβάλλουν την άποψή τους.
Η υπόθεση Roe vs Wade
Η εμβληματική υπόθεση Roe vs Wade, εκδικάστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο το 1973. Όπου Roe, η Νόρμαν ΜακΚόρβι και όπου Wade, o τότε εισαγγελέας του Τέξας, Χένρι Γουέιντ. Το 1969, η ΜακΚόρβι έμεινε έγκυος στο τρίτο της παιδί και επέλεξε την άμβλωση. Ζούσε όμως στο Τέξας όπου οι αμβλώσεις ήταν παράνομες εκτός από την περίπτωση που απειλούνταν η ζωή της μητέρας. Η ΜακΚόρβι κυνήγησε δικαστικά την υπόθεση υποστηρίζοντας πως οι νόμοι του Τέξας για τις αμβλώσεις ήταν αντισυνταγματικοί. Το Δικαστήριο σε πρώτο βαθμό αποφάσισε υπέρ της, το Τέξας έκανε έφεση στέλνοντας την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Η υπόθεση μπήκε στο Ανώτατο Δικαστήριο το 1973 και με την εμβληματική του απόφαση εκείνο αποφάσισε πως το Σύνταγμα των ΗΠΑ προστατεύει την ελευθερία της εγκυμονούσας να επιλέξει αν θα κάνει άμβλωση ή όχι, χωρίς περιορισμούς από την κυβέρνηση. Η απόφαση ακύρωσε μια σειρά ομοσπονδιακών και πολιτειακών νόμων, δίνοντας επιτέλους το δικαίωμα στις γυναίκες να αποφασίζουν.
Θα ανατραπεί η υπόθεση Roe vs Wade; Αυτό είναι το ερώτημα που κυριαρχεί στις ΗΠΑ μετά τον θάνατο της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ και τον διορισμό της Μπάρετ. Πλέον οι συντηρητικοί δικαστές έχουν την πλειοψηφία για να ανατρέψουν την απόφαση του 1973.
Η ανατροπή της απόφασης για την υπόθεση Roe vs Wade δεν θα τελειώσει τις αμβλώσεις στις ΗΠΑ. Αυτό που θα τερματίσει είναι οι νόμιμες αμβλώσεις. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει οπωσδήποτε συνέπειες για πολλούς ανθρώπους, ιδιαίτερα για εκείνους με τα χαμηλότερα εισοδήματα σε «κόκκινες» Πολιτείες. Πολιτείες δηλαδή με Ρεπουμπλικάνους κυβερνήτες, που θα σπεύσουν να κλείσουν και τις τελευταίες κλινικές που πραγματοποιούν αμβλώσεις.
Αυτό βέβαια ποτέ δεν σταμάτησε τις αμβλώσεις. Τις έκανε απλά πιο επικίνδυνες για τις γυναίκες.
Ήταν πάντα οι Ρεπουμπλικάνοι κατά των αμβλώσεων;
Ο Ρόναλντ Ρίγκαν εμβληματική μορφή για τους Ρεπουμπλικάνους ως κυβερνήτης της Καλιφόρνια το 1967, έξι χρόνια πριν το Ανώτατο Δικαστήριο αποφανθεί υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στις αμβλώσεις, είχε υπογράψει νόμους που τις απελευθέρωναν. Διεκδικώντας όμως το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία, άλλαξε άρδην την θέση του αυτή, δηλώνοντας πως έκανε λάθος που υπέγραψε τους συγκεκριμένους νόμους και πως θα δούλευε στην κατεύθυνση της ανατροπής της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το 1970, τρία χρόνια πριν το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάσει την υπόθεση Roe vs Wade που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις, ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης, ο Ρεπουμπλικάνος Νέλσον Ροκφέλερ υπέγραψε τον πιο φιλελεύθερο σχετικό νόμο. Χωρίς να επιβάλλει πρακτικά κανέναν περιορισμό του δικαιώματος, επέτρεψε σε κατοίκους και άλλων πολιτειών με απαγόρευση ή αυστηρότατους περιορισμούς να απευθύνονται στις κλινικές της Νέας Υόρκης ώστε να τερματίσουν ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες.
Ο Τζόρτζ Μπους ο πρεσβύτερος μπορεί να θεωρείται από πολλούς πολέμιους των αμβλώσεων αρωγός του αιτήματός τους, η πραγματικότητα όμως απέχει αρκετά από αυτό. Πράγματι ο Τζορτζ Μπους κάλεσε το Ανώτατο Δικαστήριο να ανατρέψει την απόφασή του στην υπόθεση Roe vs Wade, όμως αυτή δεν υπήρξε πάγια θέση του. Αντίθετα τόσο ο πατέρας του όσο και ο ίδιος ο Τζορτζ Μπους υποστήριξε στις δεκαετίες του ’60 και του 70′ τον οικογενειακό προγραμματισμό τόσο ως μέλος του Κογκρέσου όσο και ως πρέσβης στα Ηνωμένα Έθνη. Δεν τοποθετήθηκε ποτέ δημοσίως κατά των αμβλώσεων, αντίθετα υπήρξε υποστηρικτής της επιλογής, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που πήρε το χρίσμα για υποψήφιος αντιπρόεδρος του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Το 1999 σε συνέντευξή του ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωνε: «Είμαι πολύ υπέρ της επιλογής. Δεν μου αρέσει η διαδικασία της άμβλωσης, τη μισώ, όμως πιστεύω στην επιλογή. Δεν θα τις απαγόρευα».
Δεκαεπτά χρόνια αργότερα ως υποψήφιος πρόεδρος πλέον, η άποψή του όχι μόνο άλλαξε υπέρ της απαγόρευσης των αμβλώσεων, αλλά υποστήριξε πως θα έπρεπε να υπάρχει κάποιου είδους τιμωρία για τις γυναίκες που επιλέγουν την άμβλωση!
Παρατηρείτε ένα μοτίβο;
Το κυνήγι των Ευαγγελιστών ψηφοφόρων
Οι Ευαγγελιστές αποτελούν ένα κομμάτι των Προτεσταντών Χριστιανών, με ιδιαίτερα συντηρητικές πολιτικές θέσεις. Οι λευκοί Ευαγγελιστές αποτελούν περίπου το 15% του πληθυσμού στις ΗΠΑ, όμως ψηφίζουν σε συντριπτικά ποσοστά.
Σύμφωνα με δημοσκοπικές εταιρείες, αποτέλεσαν το 25% του συνόλου των ψηφοφόρων στις εκλογές του 2016, ενώ η συντριπτική τους πλειοψηφία στήριξε τους Ρεπουμπλικάνους. Ο Ντόναλντ Τραμπ, στον τρίτο του γάμο πλέον και με ιστορικό (σχεδόν) δημοσίων τοποθετήσεων περί γυναικών, ίσως να μην ήταν η φιγούρα με την οποία οι Ευαγγελιστές θα ταυτίζονταν.
Έχει όμως ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Είναι ο πρόεδρος με τις πιο σκληρές θέσεις κατά των αμβλώσεων και για μεγάλο κομμάτι των Ευαγγελιστών αυτό φτάνει, καθώς θεωρούνται… μονοθεματικοί ψηφόφοροι. Γι αυτό άλλωστε και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο μοναδικός Πρόεδρος που κατά τη διάρκεια της θητείας του, μίλησε σε συγκέντρωση υπέρ της απαγόρευσης των αμβλώσεων.
Οι περισσότεροι Ευαγγελιστές θεωρούν ότι η Βίβλος πρέπει να κατανοείται στην κυριολεξία της. Θεωρούν πως η ανθρώπινη ζωή ξεκινά με τη γονιμοποίηση και δεδομένης της εντολής «Ου φονεύσεις», αρνούνται κατηγορηματικά τις αμβλώσεις. Γι αυτό και για την πλειοψηφία τους, η στήριξη ενός υποψηφίου που είναι οτιδήποτε εκτός από πολέμιος των αμβλώσεων είναι αδιανόητη.
Ο αντιπρόεδρος του Τραμπ, Μάικ Πενς, είναι ένα ακόμα «συν» στο κυνήγι της ψήφου των Ευαγγελιστών. Ευαγγελιστής ο ίδιος, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Κολόμπους της Ιντιάνα και υπήρξε κυβερνήτης της Πολιτείας από το 2013 ως το 2016, υπογράφοντας πολυάριθμα νομοσχέδια περιορισμού των αμβλώσεων.
Τι μπορούν να κάνουν οι Δημοκρατικοί;
- -Η επιλογή του Court Packing
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποτελείται από 9 δικαστές από το 1869 και έπειτα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπήρξαν σκέψεις για αλλαγή αυτού του αριθμού. Η πιο γνωστή από αυτές τις προσπάθειες συνέβη τη δεκαετία του ’30, από τον Φράνκλιν Ρούζβελτ. Ο 32ος Πρόεδρος των ΗΠΑ άρχισε να χάνει την ψυχραιμία του όταν το Ανώτατο Δικαστήριο του ξήλωνε νόμο με το νόμο το New Deal, την απάντηση δηλαδή στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση που είχε γνωρίσει μέχρι τότε ο καπιταλισμός.
Τον Φεβρουάριο του 1937, ο Ρουζβελτ αποφάσισε να προωθήσει την ιδέα της αλλαγής του αριθμού των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε 15. Να συμπληρώσει δηλαδή με άλλους 6 δικαστές δικής του επιλογής, που φυσικά θα είχε φροντίσει να είναι θετικά διακείμενοι στο New Deal.
Η ιδέα του όμως αποδείχθηκε αντιδημοφιλής ακόμα και μεταξύ των οπαδών του. Μεταφράστηκε ως μια ανερυθρίαστη προσπάθεια χειραγώγησης του συσχετισμού στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπως και ήταν. Η αρμόδια Επιτροπή της Γερουσίας εισηγήθηκε την απόρριψή της ακριβώς γι αυτόν τον λόγο και το σώμα ψήφισε κατά του σχεδίόυ του Ρούζβελτ με ψήφους 70 κατά και μόλις 20 υπέρ.
- -Άλλες επιλογές
Η ιδέα του Ρούζβελτ μπορεί να μην έχει επιστρέψει από τότε, δεν έχει όμως εγκαταλειφθεί τελείως. Στο φως μάλιστα του διορισμού της Μπάρετ και της δραματικής αλλαγής του συσχετισμού υπέρ των συντηρητικών δικαστών, τα σενάρια παρέμβασης, δίνουν και παίρνουν.
Το 2019, υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών υποστήριξε και πάλι την επέκταση του Δικαστηρίου στους 15 δικαστές, με σκοπό την αποπολιτικοποίησή του ή τουλάχιστον την σταθεροποίηση του συσχετισμού. Πρότεινε λοιπόν ένα δικαστήριο που οι Δημοκρατικοί θα διορίζουν 5 δικαστές, οι Ρεπουμπλικάνοι άλλους 5 ενώ οι 5 εναπομείναντες θα επιλέγονται από τους συναδέλφους τους.
Στο φως του θανάτου της Γκίνσμπεργκ και του φόβου για την εξέλιξη που τελικά είχε η συμπλήρωση της χηρεύσασας θέσης, οι Δημοκρατικοί εξέταζαν τρόπους για να μπορέσουν να αποφύγουν τη συντηρητική στροφή που παίρνει πλέον το Ανώτατο Δικαστήριο. Μια από τις ιδέες που έπεσαν ήταν και η επιβολή περιορισμού της θητείας των δικαστών.
Και κατά τη συζήτηση για τον διορισμό της Μπάρετ στη Γερουσία, οι Δημοκρατικοί άφησαν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά. Η παρέμβασή τους βέβαια στον συσχετισμό του Ανώτατου Δικαστηρίου, προϋποθέτει την επανάκτηση της πλειοψηφίας σε Βουλή και την εκλογή Δημοκρατικού Προέδρου, όμως και πάλι, όπως έμαθε με τον δύσκολο τρόπο ο Ρούζβελτ στη δεκαετία του ’30, τέτοιου είδους αλλαγές χρειάζονται και τη λαϊκή υποστήριξη.
Το 2019, μια έρευνα της Νομικής του Πανεπιστημίου του Μαρκέτ, έδειξε πως το 57% των Αμερικανών αντιτίθεται στην αύξηση του αριθμού των δικαστών, παρά το γεγονός πως το 72% είναι υπέρ του περιορισμού της θητείας των δικαστών του.
Με πληροφορίες από Vox, National Geographic, Guardian, New York Times
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image.