Copyright 2017 The Associated
|
Από πρόσφατους πανηγυρισμούς Λιβανέζων στρατιωτών για ήττα των τζιχαντιστών στα σύνορα Λιβάνου - Συρίας
|
Η
όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών, γεωπολιτικών ανταγωνισμών στην ευρύτερη
περιοχή της Μέσης Ανατολής, για το ξαναμοίρασμα αγορών, πηγών και
δρόμων Ενέργειας, επιβεβαιώνεται συνεχώς το τελευταίο διάστημα από μία
αλυσίδα γεγονότων που επισείουν επιπτώσεις τύπου «ντόμινο» για όλους
τους λαούς της περιοχής. Σε αυτό το σκηνικό επιχειρεί και η ελληνική
αστική τάξη να αναβαθμίσει το ρόλο της.
Οι καταιγιστικές
εξελίξεις σε Λίβανο, Σαουδική Αραβία, Συρία, Ιράκ κ.α. δεν είναι
«κεραυνός εν αιθρία» αλλά αποτέλεσμα μακροχρόνιων ανταγωνισμών. Αγνωστο
είναι, επί του παρόντος, εάν όλες αυτές οι αντιπαραθέσεις θα οδηγήσουν
σε μια πιο γενικευμένη σύγκρουση, ιδιαίτερα ανάμεσα στις δύο
ανταγωνιστικές, περιφερειακές δυνάμεις: Το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία
που έχουν ισχυρούς συμμάχους.
Η νέα μοιρασιά μετά το «Ισλαμικό Κράτος» - αντιπαράθεση ευρύτερων διαστάσεων
Στο
«κουβάρι» των ανταγωνισμών, το κυρίαρχο στοιχείο τη δεδομένη στιγμή
είναι ότι πλησιάζει η επόμενη μέρα της νέας μοιρασιάς στη Συρία και το
Ιράκ μετά την ήττα - απόσυρση των τζιχαντιστών, που πάντως πολλοί από
αυτούς φαίνεται να βρίσκουν ασφαλή καταφύγια για ενίσχυση της δράσης
τους στη Βόρεια Αφρική. Η αντιπαράθεση αναμένεται σφοδρή ανάμεσα στις
δυνάμεις που συμπαρατάχθηκαν με το πλευρό του Σύρου Προέδρου, Μπασάρ
Ασαντ (
Ρωσία, Ιράν), από τη μια, και από την άλλη τον κυκεώνα των
ένοπλων οργανώσεων της συριακής αντιπολίτευσης που επί τουλάχιστον μία
εξαετία στηρίχτηκαν ποικιλοτρόπως από τους ιμπεριαλιστές, που διέκριναν
«ευκαιρίες» για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους (
ΗΠΑ, Σαουδική Αραβία και άλλες πετρο-μοναρχίες του Κόλπου, ΕΕ, Ισραήλ, Τουρκία).
Η
ρωσική παρέμβαση στη Συρία, όπου υπερασπίζεται ισχυρά επιχειρηματικά
και γεωστρατηγικά συμφέροντα (συμφωνίες δισεκατομμυρίων και στρατιωτικές
βάσεις με πρόσβαση στη Μεσόγειο), συνέβαλε στις νέες ισορροπίες στην
περιοχή. Τα σχέδια των ΗΠΑ και των συμμάχων που στήριξαν την προσπάθεια
ανατροπής του Ασαντ περιλαμβάνουν και απόσπαση τμημάτων της Συρίας,
εξασφάλιση θυλάκων, ωστόσο δεν είναι τίποτε βέβαιο. Γι' αυτόν το λόγο,
μια γενικευμένη αναταραχή στην περιοχή θα μπορούσε να τα ευνοήσει.
Φυσικά
και η «πίτα» της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης είναι επίσης σημαντικό
διακύβευμα και πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στα μονοπώλια.
Σε αυτό το φόντο, πρέπει να ειδωθούν και οι τελευταίες εξελίξεις. Στον
Λίβανο, η ξαφνική παραίτηση του σουνίτη πρωθυπουργού,
Σαάντ Χαρίρι, στις 4 Νοέμβρη από το έδαφος της
Σαουδικής Αραβίας, με κατηγορίες σε βάρος του
Ιράν και της σιιτικής λιβανέζικης οργάνωσης
«Χεζμπολάχ»
ότι οργάνωναν τη δολοφονία του. Το Ιράν και η «Χεζμπολάχ», η οποία
συμμετέχει στην κυβέρνηση Χαρίρι και εκπροσωπείται στο κοινοβούλιο του
Λιβάνου, απάντησαν καταγγέλλοντας τη
Σαουδική Αραβία πως
συνεργάζεται με το Ισραήλ, προτρέποντας το τελευταίο να επιτεθεί στον
Λίβανο με την υπόσχεση «δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων» και την
πιθανότητα μελλοντικής αποκατάστασης των διμερών σχέσεων σε βάρος,
πιθανώς, του παλαιστινιακού ζητήματος.
Επίσης, η σπουδή του Γάλλου Προέδρου,
Εμανουέλ Μακρόν,
να στηρίξει «τη σταθερότητα στον Λίβανο» και να προσφέρει «χείρα
βοηθείας» στον Σ. Χαρίρι προσκαλώντας τον στο Παρίσι (χωρίς να σημαίνει
χορήγηση ασύλου) αποβλέπει στην προώθηση ισχυρών μονοπωλιακών
συμφερόντων της Γαλλίας όχι μόνον στον Λίβανο αλλά και στο Ιράν και το
Κατάρ (βλέπε π.χ. τα «χρυσά» συμβόλαια της
«Τοτάλ» για την εκμετάλλευση ιρανικών και καταριανών κοιτασμάτων φυσικού αερίου «South Pars»/«North Dome» στον Περσικό Κόλπο).
Για παρόμοιους λόγους εκφράζουν την υποστήριξή τους στη «σταθερότητα του Λιβάνου» οι
υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ,
καθώς ευρωπαϊκά μονοπώλια έχουν υπογράψει σημαντικά συμβόλαια στο Ιράν,
αμέσως μετά την άρση των διεθνών κυρώσεων που επιτεύχθηκαν χάρη στη
διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Οι
ΗΠΑ, επίσης, (στα λόγια τουλάχιστον) πιέζουν για εκτόνωση της έντασης, αν και έχουν πάρει το
πλευρό της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ,
πιέζοντας για κλιμάκωση της κόντρας με το Ιράν, λόγω ανταγωνιστικών
συμφερόντων. Επιδιώκουν δε την επαναδιαπραγμάτευση της διεθνούς
συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, θέλοντας ταυτόχρονα να
έχουν «ρόλο και λόγο» και στο πυραυλικό πρόγραμμα του Ιράν.
Οι
ανταγωνισμοί Σ. Αραβίας - Ιράν διαπιστώνονται και στην τελευταία κρίση
που ξεκίνησε στις αρχές του περασμένου Ιούνη στις σχέσεις της
Σ. Αραβίας και άλλων μοναρχιών του Κόλπου με το
Κατάρ.
Βασική αφορμή θεωρείται η επιλογή του Κατάρ να έρθει πιο κοντά με το
Ιράν, να αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις, ώστε να διευκολύνει την
εκμετάλλευση του δικού του τεράστιου κοιτάσματος φυσικού αερίου
«North Dome», που βρίσκεται δίπλα στο ιρανικό κοίτασμα
«South Pars». Η Σ. Αραβία και οι σύμμαχοί της επέβαλαν εμπάργκο στο Κατάρ, ενώ η αντιπαράθεση αναμένεται να οξυνθεί.
Ο ρόλος της Τουρκίας
Η
τουρκική αστική τάξη, που συμμετέχει ενεργά στους ανταγωνισμούς και
στις στρατιωτικές επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή, επιχειρεί να αναβαθμίσει
το ρόλο της και να εξασφαλίσει τη θέση της ειδικά την επόμενη μέρα σε
Συρία και Ιράκ, προσπαθώντας να αποτρέψει την προοπτική κουρδικού
κράτους. Ταυτόχρονα, θέλει να διευρύνει τόσο τις ζώνες επιρροής όσο και
να εξασφαλίσει τη συμμετοχή της διεκδικώντας κρίσιμο ρόλο σε διάφορα
«ενεργειακά σχέδια».
Ειδικά μετά τη στροφή στις σχέσεις με τη
Ρωσία, που βελτιώνονται όλο και περισσότερο - μετά την όξυνση με την
κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού στη μεθόριο με τη Συρία τον Νοέμβρη
του 2015 - η Τουρκία επιδιώκει με τα μεγαλόπνοα σχέδια του
Τουρκικού Αγωγού
με ρωσικό φυσικό αέριο και τη συμφωνία για πυρηνικό αντιδραστήρα, που
θα κατασκευάσουν τα ρωσικά μονοπώλια στο Ακουγιού, να καταστεί
ενεργειακός κόμβος προς τις αγορές της Ευρώπης.
Βεβαίως, την
ενδιαφέρουν και τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου από το Ισραήλ και
τα σχέδια - μέσω της διχοτόμησης της Κύπρου και της αναβάθμισης των
Κατεχομένων - αξιοποίησης των ενδεχόμενων ενεργειακών κοιτασμάτων του
νησιού. Την ίδια ώρα, συμμετέχει στον
Δι-ανατολικό Αγωγό (ΤANAP) με το αζέρικο φυσικό αέριο όπου υπάρχουν συμφέροντα ισχυρών ενεργειακών κολοσσών και των ΗΠΑ.
Ιδιαίτερα
μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία τον Ιούλη του 2016, οι σχέσεις
Τουρκίας - ΗΠΑ έχουν οξυνθεί, με την κυβέρνηση να αντιδρά έντονα στη μη
έκδοση του ισλαμιστή ιμάμη επιχειρηματία
Φετουλάχ Γκιουλέν (που
θεωρεί εγκέφαλό του με εμπλοκή και Αμερικανών) και τις ΗΠΑ να αντιδρούν
ιδιαίτερα με την προσέγγιση Τουρκίας - Ρωσίας και τη σχεδιαζόμενη αγορά
των ρωσικών αντιπυραυλικών συστημάτων «S-400», ζήτημα που επηρεάζει
σημαντικά και τη ΝΑΤΟική λυκοσυμμαχία.
Ενδεικτική των περίπλοκων αντιθέσεων είναι και
η απόσυρση της Τουρκίας από άσκηση του ΝΑΤΟ
στη Νορβηγία, όπως ανακοίνωσε την Παρασκευή ο ίδιος ο Τούρκος Πρόεδρος,
Ρ. Τ. Ερντογάν, γιατί στην άσκηση χρησιμοποιήθηκαν προσβλητικά σε
χάρτες οι μορφές του ίδιου και του Κεμάλ Ατατούρκ. Αργότερα, ο γγ του
ΝΑΤΟ,
Γενς Στόλτενμπεργκ, χαρακτήρισε την Τουρκία «πολύτιμο
σύμμαχο» και είπε ότι ζήτησε συγνώμη από την Αγκυρα για τα περιστατικά,
που απέδωσε σε «προσωπικές ενέργειες κάποιων στρατιωτικών».
Επιπλέον,
η αμερικανική ανοχή στη συμφωνία «Ισλαμικού Κράτους» - Κούρδων YPG/PYD,
για ασφαλή αποχώρηση του πρώτου, έκανε «πυρ και μανία» την Αγκυρα, που
καταγγέλλει σχέδια πληθυσμιακών και εδαφικών αλλαγών προς όφελος
κουρδικών δυνάμεων. Μάλιστα, ο Ερντογάν κάλεσε συγκεκριμένα σε
εκκαθάριση της συριακής περιφέρειας Αφρίν από τους YPG, δηλώνοντας
απογοητευμένος επειδή οι ΗΠΑ «δεν τηρούν τις περισσότερες από τις
υποσχέσεις τους».
Επίσης, προχτές, η κυβερνητική εφημερίδα «
Σαμπάχ»,
στο κεντρικό της άρθρο, χαρακτηρίζει την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στο
«Ισλαμικό Κράτος» «χρεοκοπημένη», αλλά και «απειλή για την ασφάλεια της
Τουρκίας». Επισημαίνει ότι η Τουρκία πρέπει να «διαμορφώσει δική της
ανεξάρτητη πολιτική στην περιφέρεια», με μέτρα μάλιστα στο κέντρο των
οποίων χρειάζεται να βρεθούν Ρωσία και Ιράν, που έχουν «πιο "ηχηρή"
πολιτική ενάντια στην τρομοκρατία και το ΙΚ», ενώ «οι ΗΠΑ πρέπει
οπωσδήποτε να μείνουν έξω από τις πολιτικές ανησυχίες της Τουρκίας για
την περιοχή».
Επιπλέον, η Τουρκία με αφορμή την κόντρα Σ. Αραβίας και συμμάχων της με το Κατάρ επιτάχυνε τις διεργασίες για τη λειτουργία
τουρκικής στρατιωτικής βάσης, αφετέρου προώθησε ακόμη περισσότερο τις
μπίζνες τουρκικών μονοπωλίων,
αφού οι κατά 90% εισαγωγές του Κατάρ από τη Σ. Αραβία αντικαταστάθηκαν
από τις εισαγωγές τουρκικών και ιρανικών προϊόντων. Εφερε, επίσης, πιο
κοντά το Κατάρ με το Ιράν. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, η επίσκεψη που
πραγματοποίησε στις αρχές της βδομάδας ο Τούρκος Πρόεδρος,
Ρ. Τ. Ερντογάν, σε
Κουβέιτ και Κατάρ, κλείνοντας νέες συμφωνίες για τα τουρκικά μονοπώλια.
Η επιρροή του Ιράν στο Ιράκ και το Κουρδικό...
Στο
Ιράκ
η ήττα των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους» καθαρίζει και εκεί το
τοπίο της «ανοικοδόμησης» για το οποίο δυτικά και σαουδαραβικά
κατασκευαστικά μονοπώλια έχουν μεγάλα σχέδια, όπως φάνηκε τον Οκτώβρη
από τις συναντήσεις Σαουδαράβων με την κυβέρνηση του Ιρακινού
πρωθυπουργού,
Χάιντερ αλ Αμπάντι.
Η συνεργασία του Ιρακινού
σιίτη πρωθυπουργού με το (επίσης σιιτικό) Ιράν τόσο στη σταθεροποίηση
του νότιου τμήματος της χώρας όσο και στην αποτροπή σχεδίων της
αυτόνομης κυβέρνησης των
Κούρδων του Βορείου Ιράκ για μελλοντική
ανεξαρτησία, αντιμετωπίζεται ως «αρνητικό παρεπόμενο» από τις ΗΠΑ που
έχουν μπει σε τροχιά μεγαλύτερης σύγκρουσης με το Ιράν. Η αύξηση της
ιρανικής επιρροής στο Ιράκ «προσκρούει» στα σχέδια των ΗΠΑ.
Οι ανακατατάξεις στη Σ. Αραβία
Την ίδια περίοδο, στη
Σαουδική Αραβία, η αύξηση της ιρανικής επιρροής στους πολέμους της
Συρίας και του Ιράκ δημιουργεί αναβρασμό στην αστική τάξη της χώρας. Δεν είναι τυχαίο πως η ανακοίνωση της παραίτησης του Λιβανέζου πρωθυπουργού,
Σαάντ Χαρίρι, συνέπεσε στο Ριάντ και με το
πρωτοφανές μπαράζ συλλήψεων μελών της βασιλικής οικογένειας και πανίσχυρων (έως πρότινος)
πλουτοκρατών με εντολή του Σαουδάραβα διαδόχου στο θρόνο και υπουργού Αμυνας,
Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν,
με φόντο τα φιλόδοξα σχέδια του τελευταίου για ανασυγκρότηση της
σαουδαραβικής οικονομίας που περνά καπιταλιστική κρίση μετά τη σημαντική
μείωση των διεθνών τιμών πετρελαίου από τον Ιούνη του 2014.
Ο Μ. Μ. Σαλμάν θεωρείται αρχιτέκτονας του «
Οράματος 2030»
που θέλει έως τότε την οικονομία της Σ. Αραβίας να σταματά την εξάρτησή
της από το πετρέλαιο, την ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, τη
μετοχοποίηση του κολοσσού της πετρελαϊκής εταιρείας «
Aramco», την
επαναφορά του «μετριοπαθούς Ισλάμ», και μαζί του κάποια στοιχειώδη
δικαιώματα στις γυναίκες που θα τους επιτρέπουν να συμμετάσχουν πιο
μαζικά στην αγορά εργασίας για την «ανάταση» της εγχώριας οικονομίας.
Θεωρείται βασικός εμπνευστής και του φιλόδοξου επενδυτικού προγράμματος
NEOM
που προβλέπει τη δημιουργία φουτουριστικής, υπερσύγχρονης τεχνολογικά
πόλης, με αυτοματοποιημένα συστήματα μεταφοράς, ρομπότ και παραγωγή
Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές.
Ο πόλεμος στην Υεμένη
Οι
βαθιές αλλαγές, που δρομολογούνται στη Σαουδική Αραβία, και η όξυνση
της κόντρας με ανταγωνιστικές δυνάμεις όπως το Ιράν, αντανακλώνται και
στον πόλεμο της
Υεμένης. Χώρα που είναι μεν η φτωχότερη της Αραβικής Χερσονήσου, αλλά διαθέτει τα στρατηγικά για τη διεθνή ναυτιλία περάσματα
Bab al Mandeb
που βρίσκονται στο νοτιοδυτικό τμήμα και από όπου περνά ο μεγαλύτερος
όγκος εμπορευμάτων και Ενέργειας προς την Κίνα και άλλες χώρες της Ασίας
και του Ειρηνικού.
Από τον Μάρτη του 2015 έχει ξεκινήσει η
ιμπεριαλιστική επίθεση της Σ. Αραβίας και των συμμάχων της
(Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αίγυπτος, ΗΠΑ κ.ά.) με συνέπεια τις σφαγές
και τη λιμοκτονία εκατομμυρίων αμάχων αλλά και την ενίσχυση τζιχαντιστών
της «Αλ Κάιντα» και του «Ισλαμικού Κράτους» που δίνουν το κατάλληλο
πρόσχημα για δράση και άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Γεγονός είναι πως
η Σ. Αραβία συναντά σημαντικές δυσκολίες, αδυνατώντας να επικρατήσει
στον πόλεμο, παρά τον πλούτο και τα υπεράριθμα στρατεύματα που έχει
αντιπαρατάξει ενάντια στους Υεμενίτες σιίτες αντικαθεστωτικούς Χούτι.
Οι σχεδιασμοί των Ισραηλινών
Ο ρόλος, επίσης, του
Ισραήλ στην περιοχή είναι σημαντικός. Είναι μια χώρα θύτης των λαών, που έχει καταλάβει
εδώ και 50 χρόνια στρατηγικές περιοχές της Συρίας στα
υψώματα του Γκολάν
(που έχουν στρατηγική θέση, σημαντικό ορυκτό πλούτο, πολύτιμο υπόγειο
υδροφόρο ορίζοντα). Το Ισραήλ, που υποστήριξε οικονομικά και περιέθαλψε
ιατρικά διάφορες ένοπλες ομάδες τζιχαντιστών κοντά στην κοινή μεθόριο,
είχε συμφέρον από τον πόλεμο στη Συρία, ευελπιστώντας πως έτσι θα
κατοχύρωνε την ήδη υπάρχουσα κατοχή συριακού εδάφους (εάν δεν την
επέκτεινε...). Πέρσι, τέτοια εποχή η δημοσιοποίηση από τα «WikiLeaks»
διπλωματικών εγγράφων έδειχνε πως από το 2006 οι κυβερνήσεις Ισραήλ, ΗΠΑ
σκόπευαν να συνεργαστούν με τη Σ. Αραβία, την Τουρκία, το Κατάρ και την
Αίγυπτο για να ενθαρρύνουν και να πετύχουν την ανατροπή της κυβέρνησης
του Σύρου Προέδρου, Μπασάρ Ασαντ, μεταξύ άλλων και για να καταφέρουν την
αποδυνάμωση της επιρροής του Ιράν και της «Χεζμπολάχ». Σε αυτό το
φόντο, η κυβέρνηση του
Μπέντζαμιν Νετανιάχου παρασκηνιακά δραστηριοποιείται και στην κατεύθυνση της αποκατάστασης των οικονομικών και διπλωματικών σχέσεων με τη
Σαουδική Αραβία, καθώς τους «δένει» το κοινό συμφέρον κατά του Ιράν και της λιβανέζικης σιιτικής «Χεζμπολάχ»...
Επίσης, σε μνημόνιο που υπογράφει ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών,
Αντέλ αλ Τζουμπέιρ,
που αποκάλυψε την Πέμπτη η λιβανέζικη εφημερίδα «Αλ Ακμπαρ», φέρεται να
επιχειρείται απεμπόλιση του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων
προσφύγων στις εστίες τους και ο στόχος των Παλαιστινίων να κάνουν την
Ανατολική Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα μελλοντικού ανεξάρτητου κράτους.
Οι «ζυμώσεις» στο Παλαιστινιακό
Κομμάτι φυσικά στο παζλ του ρευστού γεωπολιτικού σκηνικού της ευρύτερης Μέσης Ανατολής αποτελεί το
παλαιστινιακό ζήτημα που παραμένει ανοικτό, με τη διπλωματική διαδικασία επίλυσής του κολλημένη επισήμως από τον Απρίλη του 2014.
Τους
τελευταίους μήνες, και ιδιαίτερα μετά την ανάληψη καθηκόντων της νέας
κυβέρνησης του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, τα παζάρια έχουν
αναθερμανθεί με τον γαμπρό του Αμερικανού Προέδρου και σύμβουλο στον
Λευκό Οίκο,
Τζάρεντ Κούσνερ, να δραστηριοποιείται σε συνεργασία με την κυβέρνηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού,
Μπέντζαμιν Νετανιάχου.
Το ενδιαφέρον του Τζ. Κούσνερ για «ειρήνη» μεταξύ Ισραήλ και
Παλαιστίνης σχετίζεται και με τα συμφέροντα μονοπωλίων που συνδέονται
και με εκείνα Εβραίων εποίκων σε Ισραήλ και ΗΠΑ. Η (πριν δύο βδομάδες)
συνάντηση του Παλαιστίνιου Προέδρου,
Μαχμούτ Αμπάς, με τον Σαουδάραβα βασιλιά
Σαλμάν, κατά τα λεγόμενα εκπροσώπου του κόμματος «Φατάχ», πήγε «καλά».
Ωστόσο,
έντονες ήταν οι φήμες πως οι Σαουδάραβες απαίτησαν από τον Πρόεδρο
Αμπάς είτε να παραιτηθεί, είτε να δεχθεί το σχέδιο των ΗΠΑ (και του
Ισραήλ...) για το Παλαιστινιακό. Πλάι σε όλα αυτά, ενεργοποιείται και η
ενδοπαλαιστινιακή διαδικασία συμφιλίωσης ανάμεσα στη
«Φατάχ» του Προέδρου Αμπάς και την ισλαμική
«Χαμάς»,
που δρα στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ στις 21/11 αρχίζει ο νέος κύκλος
ενδοπαλαιστινιακών συναντήσεων στο Κάιρο μεταξύ άλλων και λόγω
πρωτοβουλιών του Αιγύπτιου Προέδρου, Αμπντέλ Φατάχ Σίσι.
Ολες
αυτές οι εξελίξεις δείχνουν το πόσο ρευστή είναι η κατάσταση στην
ευρύτερη περιοχή, με ένα δεδομένο. Οτι όσο τα λαϊκά στρώματα
εγκλωβίζονται στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ή μπαίνουν κάτω από τις
σημαίες των αστικών τάξεων των χωρών τους τόσο πιο δύσκολο θα είναι να
ανοίξει η προοπτική να οργανώσουν για τα δικά τους συμφέροντα την
κοινωνία και την οικονομία.