I.B.ΣΤΑΛΙΝ: Ο Μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα-Μέρος Α
Η περίοδος της αντεπανάστασης στη Ρωσία δεν έφερε
μονάχα "αστραπές και βροντές" μα και την απογοήτευση στο κίνημα, την
έλλειψη πίστης στις κοινές δυνάμεις. Οσο πιστεύανε σ' ένα "φωτεινό
μέλλον", οι άνθρωποι αγωνίζονταν μαζί, ανεξάρτητα από εθνότητα: προηγούνταν
τα κοινά ζητήματα. Στην ψυχή τους εισχώρησε η αμφιβολία κι άρχισαν οι άνθρωποι
να χωρίζονται, ο καθένας στο εθνικό του σπιτάκι: ο καθένας ας υπολογίζει μονάχα
- στον εαυτόν του! Πρώτ' απ' όλα "το εθνικό πρόβλημα"!
Ταυτόχρονα, μέσα στη χώρα συντελούνταν ένα σοβαρό
ρήγμα στην οικονομική ζωή. Το 1905 δεν είχε περάσει μάταια: Τα υπολείμματα της
δουλοπαροικίας στο χωριό δέχτηκαν ακόμα ένα χτύπημα. Μια σειρά καλές σοδειές
ύστερα από τους λιμούς και η βιομηχανική άνοδος, που ακολούθησε κατοπινά,
προώθησαν τον καπιταλισμό. Η διαφοροποίηση στο χωριό και η ανάπτυξη των πόλεων,
η ανάπτυξη του εμπορίου και των συγκοινωνιών προχώρησε με μεγάλα βήματα.
Ιδιαίτερα είναι αυτό σωστό για τις ακρινές περιοχές. Ολα αυτά δεν μπορούσαν να
μην επιταχύνουν και το προτσές της οικονομικής παγίωσης των εθνοτήτων της
Ρωσίας, που υποχρεώθηκαν να μπουν σε κίνηση.
Προς την ίδια κατεύθυνση της αφύπνισης των εθνοτήτων
επιδρούσε και το "συνταγματικό καθεστώς" που εγκαθιδρύθηκε αυτή την
εποχή. Η ανάπτυξη του Τύπου και γενικά της φιλολογίας, μια ορισμένη ελευθερία
του Τύπου και των εκπολιτιστικών θεσμών, η ανάπτυξη των λαϊκών θεάτρων κτλ.
συντελέσανε, χωρίς αμφιβολία, στο δυνάμωμα των "εθνικών αισθημάτων".
Η Δούμα με την εκλογική της καμπάνια και τις πολιτικές της ομάδες πρόσφερε
καινούριες δυνατότητες για το ζωντάνεμα των εθνών, μια καινούρια πλατιά
κονίστρα για την κινητοποίησή τους.
Το κύμα όμως του μαχητικού εθνικισμού που ξεσηκώθηκε
από τα πάνω, μια ολόκληρη σειρά από καταπιεστικά μέτρα που τα έπαιρναν οι
"κάτοχοι της εξουσίας" για να εκδικηθούν τις ακρινές περιοχές για την
"αγάπη τους προς τη λευτεριά", προκαλέσανε σαν απάντηση το κύμα του
εθνικισμού από τα κάτω που κάποτε μετατρεπόταν σε βάναυσο σοβινισμό. Το
δυνάμωμα του σιωνισμού (1) στους Εβραίους, ο αναπτυσσόμενος σοβινισμός στην Πολωνία,
ο πανισλαμισμός στους Τατάρους, το δυνάμωμα του εθνικισμού στους Αρμένηδες,
στους Γεωργιανούς και στους Ουκρανούς, η γενική κλίση του μικροαστού προς τον
αντισημιτισμό, όλα αυτά είναι πασίγνωστα γεγονότα.
Το κύμα του εθνικισμού ανέβαινε ολοένα και πιο
δυναμωμένο και απειλούσε να καταχτήσει τις εργατικές μάζες. Κι όσο πιο πολύ το
απελευθερωτικό κίνημα βρισκόταν σε πτώση, τόσο πιο πλούσια ανθούσαν τα
λουλούδια του εθνικισμού. Στη δύσκολη αυτή στιγμή έπεφτε στη σοσιαλδημοκρατία η
υψηλή αποστολή ν' αποκρούσει τον εθνικισμό, να προφυλάξει τις μάζες από τη
γενική "επιδημία". Γιατί μονάχα η σοσιαλδημοκρατία μπορούσε να το
κάνει αυτό, αντιπαραθέτοντας στον εθνικισμό το δοκιμασμένο όπλο του διεθνισμού,
την ενότητα και το αδιαίρετο της ταξικής πάλης. Κι όσο πιο δυναμωμένα ανέβαινε
το κύμα του εθνικισμού, τόσο πιο βροντερά έπρεπε ν' αντηχήσει η φωνή της
σοσιαλδημοκρατίας για αδελφότητα και ενότητα των προλετάριων όλων των εθνοτήτων
της Ρωσίας. Γι' αυτό απαιτούνταν ιδιαίτερη σταθερότητα από τους σοσιαλδημοκράτες
των ακρινών περιοχών που αντιμετώπιζαν άμεσα το εθνικιστικό κίνημα.
Μα δε στάθηκαν όλοι οι σοσιαλδημοκράτες στο ύψος του
καθήκοντος και πρώτ' απ' όλους οι σοσιαλδημοκράτες στις ακρινές περιοχές. Το
Μπουντ (*), που πριν υπογράμμιζε τα κοινά καθήκοντα, άρχισε τώρα να προωθεί στο
προσκήνιο τους ιδιαίτερους, καθαρά εθνικιστικούς σκοπούς του: Εφτασε ίσαμε που
να ανακηρύχνει μαχητικό σημείο της εκλογικής του καμπάνιας το "γιορτασμό
του Σαββάτου" και την "αναγνώριση του εβραϊκού γλωσσικού ιδιώματος".(**)
Υστερα από το Μπουντ ακολούθησε ο Καύκασος: μια μερίδα
απ' τους Καυκάσιους σοσιαλδημοκράτες, που προηγούμενα μαζί με τους υπόλοιπους
Καυκάσιους σοσιαλδημοκράτες απέκρουαν την "εκπολιτιστική εθνική
αυτονομία" τη θέτουν τώρα σαν άμεση διεκδίκηση.(***) Δε μιλάμε πια για τη
συνδιάσκεψη των λικβινταριστών που έχει εγκρίνει με διπλωματικό τρόπο τις
εθνικιστικές ταλαντεύσεις.(****)
Απ' αυτά όμως προκύπτει ότι οι απόψεις της
σοσιαλδημοκρατίας της Ρωσίας για το εθνικό ζήτημα δεν είναι ακόμα σαφείς για
όλους τους σοσιαλδημοκράτες.
Είναι φανερό πως είναι απαραίτητη μια σοβαρή και
ολόπλευρη εξέταση του εθνικού ζητήματος. Χρειάζεται κοινή και ακούραστη δουλιά
από τους συνεπείς σοσιαλδημοκράτες ενάντια στην εθνικιστική θολούρα, απ' όπου
κι αν προέρχεται.
Ι. Το έθνος
Τί είναι έθνος; Εθνος είναι πριν απ' όλα μια
κοινότητα, μια καθορισμένη κοινότητα ανθρώπων. Η κοινότητα αυτή δεν είναι ούτε
από μια ράτσα ούτε από μια φυλή. Το σημερινό ιταλικό έθνος σχηματίστηκε από
Ρωμαίους, Γερμανούς, Ετρούσκους, Ελληνες, Αραβες κλπ. Το γαλλικό έθνος
αποτελέστηκε από Γαλάτες, Ρωμαίους, Βρετανούς, Γερμανούς κλπ. Το ίδιο πρέπει να
ειπωθεί για τους Αγγλους, τους Γερμανούς και τους άλλους, που διαμορφώθηκαν σε
έθνη από ανθρώπους διαφορετικής ράτσας και φυλής.
Το έθνος λοιπόν δεν είναι μια κοινότητα από μια ράτσα
και από μια φυλή, μα μια ιστορικά διαμορφωμένη κοινότητα ανθρώπων.
Απ' την άλλη μεριά, δε χωράει αμφιβολία πως τα μεγάλα
κράτη του Κύρου ή του Αλέξανδρου δεν μπορούσαν να ονομαστούν έθνη, αν και
διαμορφώθηκαν ιστορικά, σχηματίστηκαν από διάφορες φυλές και ράτσες. Τα κράτη
αυτά δεν ήτανε έθνη, μα τυχαία και λίγο συνδεμένα μαζώματα από ομάδες, που
διασπόνταν και ενώνονταν ανάλογα με τις επιτυχίες ή τις ήττες του ενός ή του
άλλου καταχτητή.
Το έθνος, λοιπόν, δεν είναι τυχαίο και εφήμερο μάζωμα,
μα μια σταθερή κοινότητα ανθρώπων.
Κάθε σταθερή κοινότητα όμως δε δημιουργεί το έθνος. Η
Αυστρία και η Ρωσία είναι επίσης σταθερές κοινότητες, ωστόσο όμως κανείς δεν
τις ονομάζει έθνη. Σε τι διαφέρει η εθνική κοινότητα από την κρατική κοινότητα;
Εκτός από τ' άλλα και απ' το ότι μια εθνική κοινότητα είναι ακατανόητη χωρίς
κοινή γλώσσα, ενώ για το κράτος δεν είναι υποχρεωτική η κοινή γλώσσα. Το
τσέχικο έθνος στην Αυστρία και το πολωνικό στη Ρωσία δε θα μπορούσαν να
υπάρξουν χωρίς μια κοινή για το καθένα γλώσσα, ενώ η ύπαρξη μιας ολόκληρης
σειράς από γλώσσες στη Ρωσία και στην Αυστρία δεν εμποδίζει την ακεραιότητά
τους. Πρόκειται φυσικά για τις γλώσσες που μιλάνε οι λαοί και όχι για τις
επίσημες γλώσσες της γραφειοκρατίας.
Ετσι, λοιπόν, η κοινότητα της γλώσσας είναι
ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του έθνους.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι τα διάφορα έθνη παντού και
πάντα μιλάνε διαφορετικές γλώσσες, είτε ότι όλοι που μιλάνε μια και την ίδια
γλώσσα αποτελούν υποχρεωτικά ένα έθνος. Κοινή γλώσσα για κάθε έθνος, όχι όμως
και υποχρεωτικά διαφορετικές γλώσσες για τα διαφορετικά έθνη! Δεν υπάρχει έθνος
που να μιλά ταυτόχρονα διαφορετικές γλώσσες, αυτό όμως ακόμα δε σημαίνει πως
δεν μπορούν να υπάρξουν δύο έθνη που να μιλούν την ίδια γλώσσα! Οι Αγγλοι και
οι Βορειοαμερικανοί μιλούνε μια γλώσσα κι όμως δεν αποτελούν ένα έθνος. Το ίδιο
πρέπει να ειπωθεί για τους Νορβηγούς και τους Δανούς, τους Αγγλους και τους
Ιρλανδούς.
Γιατί όμως οι Αγγλοι και οι Βορειοαμερικανοί λ.χ. δεν
αποτελούν ένα έθνος, παρ' όλο που έχουνε κοινή γλώσσα;
Γιατί πρώτ' απ' όλα δε ζουν μαζί, μα σε διαφορετικά
εδάφη. Το έθνος διαμορφώνεται μονάχα σαν αποτέλεσμα μακρόχρονων και κανονικών
σχέσεων, σαν αποτέλεσμα κοινής ζωής των ανθρώπων από γενεά σε γενεά. Και η
μακρόχρονη κοινή ζωή είναι αδύνατη χωρίς το κοινό έδαφος. Οι Αγγλοι και οι
Αμερικανοί κατοικούσαν πριν στο ίδιο έδαφος, στην Αγγλία, και αποτελούσαν ένα
έθνος. Αργότερα μια μερίδα από τους Αγγλους μετοίκησε απ' την Αγγλία σ' ένα
καινούριο έδαφος, στην Αμερική, κι εδώ, στο καινούριο έδαφος, με την πάροδο του
χρόνου διαμόρφωσε το νέο βορειοαμερικανικό έθνος. Τα διαφορετικά εδάφη είχαν
σαν αποτέλεσμα το σχηματισμό διαφορετικών εθνών.
Ετσι, λοιπόν, η κοινότητα του εδάφους είναι
ένα απ' τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του έθνους.