Ούτε «νέο» ούτε «αριστερό» ούτε «προοδευτικό»...
είναι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που ετοιμάζεται να παρουσιάσει τις
επόμενες μέρες, με βάση τα όσα αναφέρθηκαν στην ομιλία του προέδρου του
το περασμένο Σάββατο. Οι «τρεις βασικοί πυλώνες» του άλλωστε είναι
αποκαλυπτικοί και καθόλου πρωτότυποι.
***
Ο «πράσινος μετασχηματισμός της οικονομίας»,
που αποτελεί τον πρώτο πυλώνα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον
βασικό στόχο του κεφαλαίου για το άνοιγμα νέων κερδοφόρων πεδίων για
επενδύσεις των κεφαλαίων που έχουν συσσωρευτεί και λιμνάζουν. Δεν
διαφέρει από το «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα», που
προωθεί η κυβέρνηση της ΝΔ, με στόχους που εντάσσονται στις αντίστοιχες
κατευθύνσεις της ΕΕ για τη λεγόμενη «Πράσινη Συμφωνία». Δηλαδή, πώς η ΕΕ
θα γίνει πιο ανταγωνιστική σε τομείς της «πράσινης οικονομίας», όπου
προβάδισμα έχουν άλλες δυνάμεις, όπως μονοπώλια των ΗΠΑ.
Τα περί
«προστασίας του περιβάλλοντος» είναι προσχηματικά. Η αλλαγή ενεργειακού
μείγματος συνοδεύεται από ένταση της εκμετάλλευσης, της εξάρτησης της
χώρας από εισαγωγές, τη συμμετοχή σε επιχειρηματικά σχέδια που χώνουν τη
χώρα και το λαό πιο βαθιά στο κουβάρι των ανταγωνισμών. Ούτε βέβαια
πρόκειται να αντιμετωπιστεί η «ενεργειακή φτώχεια» για ένα μεγάλο
κομμάτι του λαού μας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας εκ των τριών
συντακτών του προγράμματος και πρώην υπουργός Ενέργειας, ο Γ. Σταθάκης,
αναφερόμενος στο λεγόμενο «σχέδιο απολιγνιτοποίησης» της ΝΔ, ισχυρίζεται
πως «η μετάβαση αυτή είναι μονόδρομος» και ότι «θα αποτελέσει το
κατεξοχήν πεδίο σύγκρουσης της Δεξιάς και της Αριστεράς». Η διαφωνία
τους είναι στους «ρυθμούς» και στον τρόπο υλοποίησης... έτσι ώστε να
εξασφαλίζεται η συναίνεση των εργαζομένων και των «τοπικών κοινωνιών».
Κάτι που είναι λογικό, αφού και σε αυτόν τον τομέα η ΝΔ συνεχίζει στο
πλαίσιο της «απελευθέρωσης της Ενέργειας», που όχι μόνο δεν αμφισβήτησε,
αλλά ενίσχυσε με την πολιτική του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ψευτοδίλημμα το
αν η «μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή» θα γίνει με «όρους αγοράς» ή με
όρους «κοινωνίας των πολιτών», μέσω «ενεργειακών κοινοτήτων»,
συμμετοχής «τοπικών θεσμών» (βλέπε Τοπική Διοίκηση) στη μετοχική σύνθεση
των επιχειρηματικών ομίλων της Ενέργειας και άλλα παρόμοια. Κρύβουν
δηλαδή ότι οι νόμοι της καπιταλιστικής αγοράς και του κέρδους για τα
μονοπώλια καθορίζουν την υλοποίηση του «νέου ενεργειακού σχεδιασμού». Κι
ότι και τα διάφορα συμμετοχικά μοντέλα, που έχουν αξιοποιηθεί και σε
άλλες περιπτώσεις, όχι μόνο δεν αντιβαίνουν σε αυτούς τους νόμους της
αγοράς, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά και βοηθητικά, κυρίως
εξασφαλίζοντας τη λαϊκή συναίνεση, αλλά και όρους διευκόλυνσης της
συγκέντρωσης.
***
Οι άλλοι δύο «πυλώνες» του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ
φέρουν τους ψευδεπίγραφους τίτλους «αντιμετώπιση των κοινωνικών
ανισοτήτων» και υπεράσπιση της «δημοκρατίας και των δικαιωμάτων», με τον
Αλ. Τσίπρα να ανακηρύσσει το Σάββατο τον ΣΥΡΙΖΑ «προστάτη» των
εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, σε τομείς όπως «το κοινωνικό κράτος, η
πρώτη κατοικία, οι μισθοί, οι συντάξεις, η Υγεία, η Παιδεία, το
Περιβάλλον».
Καταρχήν είναι προκλητικό να αναφέρεται σε όλα αυτά
ένα κόμμα που κυβέρνησε υλοποιώντας σε όλους τους τομείς τη στρατηγική
του κεφαλαίου, εφαρμόζοντας και εμπλουτίζοντας τα μέτρα των μνημονίων,
ενισχύοντας το αντεργατικό οπλοστάσιο της εργοδοσίας, βάζοντας στο
στόχαστρο την πρώτη κατοικία, κάνοντας «ιδιώνυμο αδίκημα» την αντίσταση
στους πλειστηριασμούς, που έδωσε φορολογικά δωράκια στο κεφάλαιο. Μάλλον
θεωρούν το λαό λωτοφάγο...
Πέρα όμως απ' αυτό, αν ξύσει κανείς
πίσω από τη συνθηματολογία θα βρει τη διαβεβαίωση του ΣΥΡΙΖΑ προς το
κεφάλαιο πως ανανεώνει την ικανότητά του να προωθεί τα στρατηγικά του
συμφέροντα, εξασφαλίζοντας με καλύτερους όρους την κοινωνική συναίνεση.
Το κάνει ήδη από σήμερα ως αντιπολίτευση καλώντας το λαό «να διεκδικήσει
αξιόπιστες πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος και κοινωνικής
προστασίας», δηλαδή να συνεχίζει να υποτάσσεται και να περιορίζει τις
προσδοκίες του στον πάτο του βαρελιού, με κριτήριο τις αντοχές και τις
δυνατότητες της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Το αποδεικνύει με την
«κριτική στα σημεία» που κάνει στην κυβέρνηση της ΝΔ, την οποία
κατηγορεί για «ψεύτικες προσδοκίες» που καλλιέργησε. Με τα καλέσματά του
στους εργαζόμενους να βάλουν πλάτη στην «άνοδο της παραγωγικότητας»
(του βαθμού εκμετάλλευσής τους δηλαδή), θεωρώντας «περασμένα -
ξεχασμένα» όλο το αντεργατικό οπλοστάσιο που έχει στα χέρια της η
εργοδοσία. Να αποδεχτούν το σχέδιο των τραπεζικών ομίλων για την
απαλλαγή τους από τα λεγόμενα «κόκκινα» δάνεια. Να δεχτούν την
ιδιωτικοοικονομική λειτουργία σε Υγεία - Φάρμακο - Παιδεία, τη
στρατηγική ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης που και ο ίδιος πήγε
πολλά βήματα παραπέρα, αλλά να αναζητήσουν μια άλλη «δοσολογία» δημόσιου
και ιδιωτικού.
Οσον αφορά τα περί «δημοκρατίας και των
δικαιωμάτων» θυμίζουμε ότι η σκυτάλη που παρέδωσε στη ΝΔ περιείχε και τη
δικιά του συμβολή σε νέα κατασταλτικά μέτρα, τα οποία βέβαια η σημερινή
κυβέρνηση απογειώνει. Θυμίζουμε επίσης ότι είναι κάλπικη η επίκληση
ορισμένων υπερώριμων αστικών εκσυγχρονισμών, όπως π.χ. το αίτημα για
διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας, που όχι μόνο δεν τόλμησε να αγγίξει ως
κυβέρνηση αλλά παρέπεμψε στις ελληνικές καλένδες.
***
Για τους εργαζόμενους πάλι αυτό το υποτιθέμενο
«αριστερό και ρεαλιστικό σχέδιο προοδευτικής διακυβέρνησης, έξω από
μνημόνια και χωρίς καταναγκασμούς», όχι μόνο δεν αποτελεί απάντηση στα
αδιέξοδα της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά τους
οδηγεί στα ίδια αυτά αδιέξοδα και τους «καταναγκασμούς» της εξουσίας και
της οικονομίας του κεφαλαίου. Ο λαός έχει πλέον παραπάνω από αρκετή
πείρα που μπορεί να αξιοποιήσει για να ακυρώσει τις παγίδες εγκλωβισμού
του, να αντεπιτεθεί στην πολιτική του κεφαλαίου και τις εκδοχές της, για
τις δικές του ανάγκες.
Τ. Γαλ.