Η Συμφωνία του Μονάχου δεν ήταν μόνο κομβικός σταθμός στην πορεία
προς τη μεγάλη σφαγή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και μια αφορμή για
παραλληλισμούς με την πολιτική του διεθνούς ιμπεριαλισμού σήμερα, παρά
τις τεκτονικές μεταβολές που έχουν μεσολαβήσει, με κυρίαρχη τις
ανατροπές του ’89- ’90. Στο συνολικό πλαίσιο της εποχής, αλλά και στη
σημασία της άντλησης διδαγμάτων για το σήμερα,
αναφέρθηκε αναλυτικά
ο Ελισαίος Βαγενάς, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ κι υπεύθυνος του τμήματος
διεθνών σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ στην εκδήλωση της Ελληνορωσικής λέσχης
με θέμα: “Η τραγωδία του Μονάχου του 1938: τι μας διδάσκει η τύχη της
τότε Τσεχοσλοβακίας”
Κυρίες και κύριοι, Αγαπητοί φίλοι,
Εκφράζουμε την άποψη ότι το θέμα «Σύμφωνο του Μονάχου» πρέπει να
εξεταστεί σε συνδυασμό με σημαντικές εξελίξεις που προηγήθηκαν και που
εντάσσονται στο πλαίσιο της προετοιμασίας των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων
στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Α΄ Παγκόσμιος Ιμπεριαλιστικός Πόλεμος και η
συνθήκη των Βερσαλλιών που τον ακολούθησε δεν έβαλαν τέλος στις
ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Αντίθετα, τα ηττημένα καπιταλιστικά κράτη,
πρώτα απ΄ όλα η Γερμανία επιδίωκαν να καταπνίξουν το εργατικό κίνημα στο
εσωτερικό τους και να επιτύχουν ένα νέο πολεμικό μοίρασμα του κόσμου.
Στις 16 Μάρτη 1935, η γερμανική κυβέρνηση εξέδωσε νόμο για την
εισαγωγή της γενικής υποχρεωτικής θητείας και τη δημιουργία στρατού
500.000 ατόμων. Άρχισε η ταχεία συγκρότηση του στρατού ξηράς, των
αεροπορικών δυνάμεων και του πολεμικού ναυτικού. Λίγο αργότερα, στις 18
Ιούνη 1935, υπογράφτηκε στο Λονδίνο βρετανογερμανική Ναυτική Συμφωνία,
με την οποία καταργούνταν οι περιορισμοί που είχαν τεθεί στο ναυτικό
εξοπλισμό της Γερμανίας. Έτσι, η τελευταία απόκτησε το δικαίωμα
συγκρότησης πολεμικού στόλου, που έφτανε το 35% της χωρητικότητας του
βρετανικού πολεμικού ναυτικού.
Μπροστά στις επικίνδυνες διεθνείς εξελίξεις, η ΕΣΣΔ προσπαθούσε να
αποκαλύψει την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα και να παρεμβάλει εμπόδια
στους επικίνδυνους σχεδιασμούς.Στις 2 Μάη 1935, η ΕΣΣΔ υπέγραψε με τη
Γαλλία σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας. Ωστόσο, η ακτίνα ισχύος του συμφώνου
ήταν περιορισμένη, γιατί η γαλλική κυβέρνηση δεν είχε δεχτεί να
ενισχυθεί το σύμφωνο με συγκεκριμένες υποχρεώσεις για στρατιωτική
βοήθεια.
Στις 16 Μάη 1935, η ΕΣΣΔ και η Τσεχοσλοβακία υπέγραψαν σύμφωνο
αμοιβαίας βοήθειας, που όμως θα ίσχυε μόνο στην περίπτωση που η
Τσεχοσλοβακία σε περίπτωση επίθεσης θα έπαιρνε παρόμοια βοήθεια από τη
Γαλλία.5 Στις 3 Οκτώβρη 1935 η Ιταλία εισέβαλε στην Αιθιοπία, έχοντας
την ανοχή των μεγάλων καπιταλιστικών κρατώναφού προηγουμένως είχε
επεκτείνει τις κτήσεις της στη Λιβύη, τη Σομαλία και την Ερυθραία. Η
αντίσταση του αιθιοπικού λαού ήταν ηρωική. Τα στρατεύματα της Ιταλίας,
που χρησιμοποίησαν και χημικά όπλα ενάντια στο λαό της Αιθιοπίας,
κυρίευσαν την Αντίς Αμπέμπα στις 5 Μάη 1936. Τέσσερις μέρες μετά, ο
βασιλιάς της Ιταλίας Βίκτορ Εμμανουήλ εξέδωσε διάταγμα για την
προσάρτηση της Αιθιοπίας. Η Κοινωνία των Εθνών δεν πήρε ουσιαστικά μέτρα
κατά της Ιταλίας. Από τις κυρώσεις, που επέβαλε, εξαιρέθηκε η εισαγωγή
πετρελαίου στην Ιταλία, καθώς η αγγλο-ιρανική εταιρεία πετρελαίου, η
αμερικανική Στάνταρ Όιλ, καθώς και ρουμανικές εταιρείες κέρδιζαν
κολοσσιαία ποσά. Επιπλέον, η Αγγλία και η Γαλλία, που μπορούσαν να
αποκόψουν τον ιταλικό στρατό κλείνοντας τη διώρυγα του Σουέζ, δεν
έπραξαν το παραμικρό. Την ιταλική επίθεση στην Αιθιοπία βοήθησαν και οι
ΗΠΑ, με το «νόμο της ουδετερότητας», που ψήφισε το Κογκρέσο στις 31
Αυγούστου 1935.8 Στην ιταλική επίθεση αντιτάχθηκε η Σοβιετική Ένωση,
καθώς και το ΚΚ Ιταλίας, βεβαίως και η “Κομμουνιστική Διεθνής”. Κοινή
ανακοίνωση διαμαρτυρίας εξέδωσαν και τα ΚΚ της Αιγύπτου, της Συρίας, του
Ιράκ, της Παλαιστίνης, του Αλγερίου και της Τυνησίας.
Μετά την κατάκτηση της Αιθιοπίας από την Ιταλία οξύνθηκαν ακόμα
περισσότερο οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις ανάμεσα στην Ιταλία και
τις Γαλλία – Αγγλία, αφού η Ιταλία διεκδικούσε αγγλικές γαλλικές
αποικιακές κτήσεις στην Αφρική. Στις 15 Γενάρη 1936 συγκροτήθηκε στην
Ισπανία το Λαϊκό Μέτωπο από σοσιαλδημοκράτες, κομμουνιστές,
αναρχοσυνδικαλιστές, τροτσκιστές και άλλες δυνάμεις του αστικού
πολιτικού κόσμου.
Στις εκλογές, που έγιναν στις 16 Φλεβάρη και στις 4 Μάρτη 1936, το
Λαϊκό Μέτωπο πλειοψήφησε οριακά έναντι του Εθνικού Μετώπου και σχημάτισε
κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μ. Αθάνια. Το Σεπτέμβρη του 1936, την
κυβέρνηση Αθάνια διαδέχτηκε νέα, με πρωθυπουργό το σοσιαλιστή Λάργκο
Καμπαλέρο.12 Στις 18 Ιούλη 1936 ξέσπασε το στρατιωτικό κίνημα του Φράνκο
κατά της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου. Από τις πρώτες μέρες, η
Γερμανία και η Ιταλία ενίσχυσαν με στρατιωτικό υλικό και οικονομικά μέσα
το φασιστικό κίνημα. Επίσης, στο πλευρό των φρανκικών δυνάμεων μάχονταν
150.000 Ιταλοί και 50.000 Γερμανοί. Την 1η του Οκτώβρη, ο Φράνκο
ανακήρυξε τον εαυτό του αρχηγό του κράτους. Τον ίδιο μήνα, ξεκίνησε η
επίθεση των φασιστών στην Μαδρίτη. Στις αρχές του Απρίλη 1939 ολόκληρη η
Ισπανία βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Φράνκο. Σημαντικό ρόλο για αυτήν
την εξέλιξη έπαιξε η στάση των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών.
Η κυβέρνησης του «Λαϊκού Μετώπου» στη Γαλλία, την οποία στήριζε
αρχικά και το ΚΚ Γαλλίας χωρίς να συμμετέχει, σε συνεννόηση με τη Μ.
Βρετανία πρότεινε σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη να ακολουθήσουν την πολιτική
της «μη επέμβασης» στις ισπανικές υποθέσεις και απαγόρευσαν την εξαγωγή
όπλων και πολεμικού υλικού, ενώ συγκρότησαν διεθνή «Επιτροπή μη
επέμβασης», όπου συμμετείχαν αντιπρόσωποι από 27 ευρωπαϊκά κράτη. Την
ίδια στάση κράτησαν και οι ΗΠΑ.15 Επίσης, το Φθινόπωρο του 1937 η
γαλλική κυβέρνηση έκλεισε τα γαλλοϊσπανικά σύνορα. Η ΕΣΣΔ και το διεθνές
κομμουνιστικό κίνημα εξέφρασαν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στο λαό της
Ισπανίας. Η Σοβιετική Ένωση ήταν ο κύριος προμηθευτής του Ισπανικού
Δημοκρατικού Στρατού σε όπλα, τρόφιμα, φάρμακο, ιματισμό, που
μεταφέρονταν δια θαλάσσης με πολλούς κινδύνους, σπάζοντας τις ενέδρες
των γερμανικών και ιταλικών υποβρυχίων. Ακόμα, προσέφερε ειδικούς και
αξιωματικούς.
Βέβαια, η ανώτερη μορφή εκδήλωσης της διεθνούς αλληλεγγύης στον
Ισπανικό λαό, ήταν η συγκρότηση των Διεθνών Ταξιαρχιών με πάνω από 42
χιλιάδες εθελοντές από 54 χώρες που πολέμησαν στο πλάι του ισπανικού
λαού, με τους κομμουνιστές στην πρώτη γραμμή. Είκοσι χιλιάδες μαχητές
των Διεθνών Ταξιαρχιών έπεσαν νεκροί, χάθηκαν ή τραυματίστηκαν. Την ίδια
περίοδο, τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις όξυνε ακόμα περισσότερο η
νέα οικονομική κρίση του καπιταλισμού, που ξέσπασε στα 1937-1938. Η
κρίση κτύπησε κυρίως τις ΗΠΑ, την Αγγλία και τη Γαλλία και λιγότερο τη
Γερμανία, στην οποία είχε ενταθεί η βιομηχανική δραστηριότητα για την
παραγωγή πολεμικών μέσων, με τη βοήθεια αμερικανικών και άλλων
μονοπωλίων.
Προς τα τέλη της δεκαετίας 1930, η Γερμανία είχε αναδειχθεί σε ένα
από τα ισχυρότερα κράτη του καπιταλιστικού κόσμου και κονταροχτυπιόταν
με τη Βρετανία για τον έλεγχο των αγορών και των σφαιρών επιρροής.
Ταυτόχρονα, οξύνθηκαν οι αντιθέσεις ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία,
αλλά και στο εσωτερικό της τελευταίας, όπου ένα τμήμα της γαλλικής
αστικής τάξης επιδίωκε συμμαχία με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, ενώ το άλλο
επέλεγε τη σύμπραξη με τη Γερμανία. Επίσης, τη Γαλλία ανησυχούσαν οι
ιταλικές αξιώσεις στην Κορσική, στη Νίκαια, στη Σαβοϊα και στη Μεσόγειο,
όπου η Ιταλία επιδίωκε να κυριαρχήσει.21 Από την άλλη πλευρά,
ανησυχούσαν και οι ΗΠΑ, διότι η Ιαπωνία επιδίωκε να συμπεριλάβει στη
σφαίρα επιρροής της την Κίνα, την Ινδοκίνα, την Ινδονησία και τις
Φιλιππίνες, με στόχο να κυριαρχήσει στον Ειρηνικό Ωκεανό. Αυτές οι
εξελίξεις δημιουργούσαν αντικειμενικά το έδαφος για τη
στρατιωτικοπολιτική συνεργασία των ΗΠΑ – Γαλλίας – Βρετανίας, εναντίον
της Γερμανίας. Ταυτόχρονα, από τη δική τους πλευρά, οι Γερμανία – Ιταλία
– Ιαπωνία και οι σύμμαχοι τους είχαν συγκροτήσει, τη δική
τους συμμαχία, τη γνωστή ως «Αντικομιντέρν Σύμφωνο». Ωστόσο, παρά τις
οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα στις δυο ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, οι ΗΠΑ –
Γαλλία – Βρετανία δεν αποφάσιζαν τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων
κατά της Γερμανίας και των συμμάχων της. Αντίθετα, επιδιώκοντας να
στρέψουν τη Γερμανία εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, φάνηκαν πρόθυμοι να
αποδεχθούν μια σειρά γερμανικές αξιώσεις. Προσδοκούσαν ότι η εκπλήρωση
των επεκτατικών βλέψεων της ναζιστικής Γερμανίας στην ανατολική Ευρώπη
θα οδηγούσε σε σύγκρουση με τη Σοβιετική Ένωση και εν τέλει στην
αμοιβαία αποδυνάμωσή τους.
Έτσι, στις 31 Μάη 1937, ο Βρετανός πρεσβευτής στο Βερολίνο δήλωσε ότι
«Η Αγγλία καταλαβαίνει απόλυτα την ανάγκη να ρυθμιστεί το ζήτημα [της
Αυστρίας] στα πλαίσια του γερμανικού Ράιχ». Την ίδια τακτική τήρησαν και
οι Γαλλία – ΗΠΑ.23 Μετά από αυτά, γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στην
Αυστρία (11 Μάρτη 1938) και στις 12 του μήνα η κατάληψή της είχε
ολοκληρωθεί. Στις 17 Μάρτη η Σοβιετική Ένωση πρότεινε τη σύγκληση
διεθνούς διάσκεψης, υπογραμμίζοντας ότι μετά από την κατάληψη της
Αυστρίας ερχόταν η σειρά της Τσεχοσλοβακίας. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας
και της Βρετανίας απέρριψαν τη σοβιετική πρόταση, ενώ η κυβέρνηση των
ΗΠΑ ούτε καν απάντησε. Μάλιστα η Τράπεζα της Αγγλίας παρέδωσε στη
γερμανική Τράπεζα το μέρος από το απόθεμα χρυσού της Αυστρίας, που
φυλασσόταν στο Λονδίνο. Με την κατάληψη της Αυστρίας, η Γερμανία πήρε
στα χέρια της το μεγάλο πολεμικό βιομηχανικό συγκρότημα «Αλμπίνε
Μονταγκέζελσαφτ», καθώς και το πετρέλαιο της νότιας Αυστρίας, αλλά και
ολόκληρη την αυστριακή βιομηχανία. Μετά από την Αυστρία ήρθε πράγματι η
σειρά της Τσεχοσλοβακίας, μιας χώρας που είχε ανεπτυγμένη βιομηχανία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1937 η εξόρυξη κάρβουνου στην Τσεχοσλοβακία
έφτασε τα 27,5 εκατομμύρια, του χυτοσίδηρου 1,7 εκατομμύρια και του
ατσαλιού 2,3 εκατομμύρια τόνους. Τα εργοστάσια αυτοκινήτων κατασκεύαζαν
14.6 χιλιάδες αυτοκίνητα το χρόνο. Τα χημικά εργοστάσια θεωρούνταν
μεγαλύτερα από τα γερμανικά. Επιπλέον, διέθετε σημαντικά αποθέματα
χρυσού και συναλλάγματος.
Στις 19 Μάη 1938 άρχισαν να συγκεντρώνονται γερμανικά στρατεύματα στα
σύνορα της Τσεχοσλοβακίας. Η κυβέρνησή της επιστράτευσε εφέδρους,
αρνούμενη να αποδεχτεί τετελεσμένα. Η γερμανική πλευρά υποχώρησε κατ’
αρχήν, όμως οι Βρετανία και ΗΠΑ πίεζαν την τσεχοσλοβακική κυβέρνηση
Μπένες, με τον ισχυρισμό ότι οι γερμανικές αξιώσεις περιορίζονταν στην
καταγγελία του συμφώνου ΕΣΣΔ-Τσεχοσλοβακίας. Στις 29 Σεπτέμβρη 1938
άρχισε στο Μόναχο η διάσκεψη για την Τσεχοσλοβακία. Τη Γερμανία
εκπροσωπούσε ο Χίτλερ, τη Βρετανία ο Τσάμπερλεν, τη Γαλλία ο Νταλαντιέ
και την Ιταλία ο Μουσολίνι. Με βάση τη συμφωνία, που υπογράφτηκε στις 30
Σεπτέμβρη (Σύμφωνο του Μονάχου), η Τσεχοσλοβακία ήταν υποχρεωμένη να
παραδώσει στη Γερμανία μέσα σε δέκα μέρες τη Σουδητία (στην οποία
κατοικούσαν και γερμανόφωνοι πληθυσμοί) και μέσα σε τρεις μήνες να
ικανοποιήσει τις εδαφικές αξιώσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας. Έτσι,
από την Τσεχοσλοβακία αφαιρέθηκε εδαφική έκταση 41.098 τετραγωνικών
χιλιομέτρων, με πληθυσμό περίπου 5 εκατομμύρια κατοίκους.
Λίγο αργότερα, στις 13 Οκτώβρη 1938, η «Στάνταρντ Όϊλ» και η «ΙΓ
Φαρμπενίντουστρι» υπέγραψαν συμφωνία για την ίδρυση αμερικανογερμανικής
εταιρίας, που μονοπώλησε τις πατέντες για την παραγωγή, της αναγκαίας
για το γερμανικό στρατό συνθετικής βενζίνης. Από την πλευρά της, η
Σοβιετική Ένωση έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποτραπεί η κατάληψη
της Τσεχοσλοβακίας. Προώθησε στα δυτικά σύνορά της 30 μεραρχίες
πεζικού, έθεσε σε πολεμική ετοιμότητα μεγάλες μονάδες αρμάτων μάχης και
δήλωσε στην κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας ότι θεωρούσε τον εαυτό της
δεσμευμένο από το σοβιετοτσεχοσλοβακικό σύμφωνο, σε περίπτωση που η
Τσεχοσλοβακία αποφάσιζε να αμυνθεί. Όμως οι προσπάθειες της ΕΣΣΔ
απέβησαν μάταιες. Η συμφωνία του Μονάχου αποτέλεσε την κορύφωση της
λεγόμενης «πολιτικής του κατευνασμού». Η παραπάνω πολιτική των
«δημοκρατικών» καπιταλιστικών κρατών σήμαινε στήριξη του Άξονα ως
«προπυργίου της Δύσης ενάντια στον μπολσεβικισμό», σύμφωνα με τη
χαρακτηριστική δήλωση του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Λόρδου Χάλιφαξ,
μετά από συνάντησή του με τον Χίτλερ.
Γι’ αυτό, τα αστικά κράτη συνέχιζαν να υπονομεύουν τις σοβιετικές
πρωτοβουλίες. Το Μάρτη του 1939 η ΕΣΣΔ πρότεινε να συγκληθεί διάσκεψη
ανάμεσα στην ίδια και τις Βρετανία, Γαλλία, Πολωνία, Ρουμανία και
Τουρκία, με σκοπό τη λήψη μέτρων σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης. Η
βρετανική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση και αντιπρότεινε να υπογραφτεί
μια αγγλο- γαλλοπολωνο- σοβιετική δήλωση, για σύγκληση διάσκεψης σε
περίπτωση πολέμου. Η ΕΣΣΔ δέχτηκε την αντιπρόταση, όμως η Βρετανία στη
συνέχεια την ακύρωσε. Μετά από νέα σοβιετική πρόταση πραγματοποιήθηκε
συνάντηση στη Μόσχα αντιπροσωπειών των ΕΣΣΔ- Γαλλίας- Βρετανίας, με
στόχο τη σύναψη συμφώνου αμοιβαίας βοήθειας, που επίσης απορρίφθηκε από
τις Βρετανία και Γαλλία. Ταυτόχρονα, η βρετανική κυβέρνηση άρχισε
μυστικές διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, με σκοπό τη σύναψη πολιτικής
και οικονομικής συμφωνίας, που θα έδινε τη δυνατότητα στη Γερμανία να
στραφεί κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Μετά από αυτά, η ΕΣΣΔ, επιδίωξε
συμφωνία με τη Γερμανία, έστω για να αναβάλλει την επίθεσή της, που τη
θεωρούσε βέβαιη. Έτσι, οι υπουργοί Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης και
της Γερμανίας υπέγραψαν Σύμφωνο μη επίθεσης μεταξύ των δυο χωρών στις 23
Αυγούστου 1939, με ισχύ 10 ετών. Με το «Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μόλοτοφ», η
ΕΣΣΔ αξιοποιούσε τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και εξασφάλισε 21
πολύτιμους μήνες πολεμικής προετοιμασίας.35 Αυτή η προετοιμασία σε
συνδυασμό με τη θυσία εκατομμυρίων σοβιετικών πολιτών με μπροστάρη τους
κομμουνιστές εξασφάλισαν τη στρατιωτική συντριβή του φασισμού-ναζισμού.
Αγαπητοί φίλοι, Η “Συμφωνία του Μονάχου”, ή ακόμη καλύτερα η
συνωμοσία του Μονάχου είναι ιδιαίτερα διδακτική για τους λαούς σε μια
σειρά ζητημάτων. Βεβαίως, στη δυτική αστική ιστοριογραφία είναι κυρίαρχη
η άποψη πως η συγκεκριμένη συμφωνία είναι σκοπό να “καταπραΰνει” τον
Χίτλερ, ο οποίος παρουσιάζει το ζήτημα της Σουδητίας ως την «τελευταία”
του εδαφική διεκδίκηση στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, όμως, όλα πλέον
δείχνουν πως επρόκειτο για μια καλά σχεδιασμένη προσπάθεια συνειδητής
ενίσχυσης του φασιστικού καθεστώτος, που ήταν “σπλάχνο από τα σπλάχνα”
του καπιταλισμού, κι είχε ενισχυθεί ποικιλοτρόπως από τις ισχυρές
δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και το μεγάλο κεφάλαιο της Γερμανίας. Η
προσάρτηση της Σουδητίας, ως ένα πρώτο βήμα κατάλυσης του κράτους της
Τσεχοσλοβακίας, που ήταν μια χώρα σχετικά αναπτυγμένη βιομηχανικά, για
εκείνη την εποχή, είχε στόχο να δυναμώσει την παραγωγική-βιομηχανική
βάση της φασιστικής Γερμανίας, να μεγαλώσει το “μυοσκελετικό”
της σύστημα.
Για ποιο λόγο; Μα για να την στρέψει ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, που
εκείνη την εποχή αποτελούσε το “αντίπαλο δέος” σε ολόκληρο το
εκμεταλλευτικό, καπιταλιστικό σύστημα. Σήμερα η ΕΕ, που έχει αναδειχτεί
σε “πρωτομάστορα” του αντισοβιετισμού, έχει καθιερώσει
αντικομμουνιστικές εκδηλώσεις στις 23 Αυγούστου, ημέρα σύναψης στα 1939
του Συμφώνου μη επίθεσης Σοβιετικής Ενωσης και Γερμανίας. Αποσιωπά την
ίδια ώρα όχι μόνον τη συνωμοσία του Μονάχου, αλλά και το γεγονός πως
ανάλογα Σύμφωνα “μη επίθεσης” είχαν υπογράψει ένα χρόνο νωρίτερα η
Βρετανία στις 30 Σεπτέμβρη 1938 και η Γαλλία, στις 6 Δεκέμβρη 1938, ενώ η
Πολωνία, που σήμερα ηγείται στην Ευρώπη στην αντισοβιετική και
αντιρωσική καμπάνια, είχε υπογράψει ανάλογο σύμφωνο με τη χιτλερική
Γερμανία από τα 1934. Σήμερα βλέπουμε να υπάρχουν καταστάσεις που,
τηρουμένων των αναλογιών, προσομοιάζουν με την τότε κατάσταση.
Αν τότε οι δυτικές “δημοκρατίες” επεδίωκαν με τα “χέρια” του Χίτλερ
να πνίξουν τη Σοβιετική Ένωση, σήμερα οι ίδιες περίπου χώρες βλέπουμε να
αξιοποιούν για τους σκοπούς τους διάφορες ένοπλες εγκληματικές
οργανώσεις, όπως το λεγόμενο “Ισλαμικό Κράτος”, που αποδεδειγμένα
χρηματοδοτήθηκαν και στηρίχτηκαν από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους
στην Μέση Ανατολή, τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, τα Εμιράτα, την
Τουρκία, το Ισραήλ κ.ά. για να διαλύσουν το Συριακό κράτος, που έμπαινε
εμπόδιο στα γεωπολιτικά τους σχέδια. Εκτός από το “Ισλαμικό κράτος”
αξιοποιούν διάφορες λεγόμενες “ΜΚΟ”, που έχουν αδρή χρηματοδότηση από
κρατικά ταμεία, για να χειραγωγήσουν τις συνειδήσεις των λαών τους και
να προωθήσουν τους σχεδιασμούς, όπως π.χ. συνέβηκε με τα λεγόμενα “Λευκά
κράνη”, που διακρίθηκαν για σκηνοθετημένες επιθέσεις χημικών όπλων,
δίνοντας την περασμένη Άνοιξη το πρόσχημα σε ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία να
εξαπολύσουν πυραυλικές επιθέσεις στη Συρία.
Αγαπητοί φίλοι, όπως είναι γνωστό, ένα από τα επιχειρήματα που
χρησιμοποίησε ο Χίτλερ για να πετύχει τη συγκεκριμένη συμφωνία, δεν ήταν
άλλο από αυτό της “αυτοδιάθεσης” των Γερμανών της Σουδητίας. Η όλη
ιστορική εξέλιξη δείχνει πως οι Γερμανοί της Σουδητίας, που έγιναν ένα
“εργαλείο” στα χέρια της ναζιστικής Γερμανίας, κάθε άλλο παρά
επωφελήθηκαν στο τέλος, ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους. Σήμερα σε
διάφορες χώρες, με το πρόσχημα του “αυτοπροσδιορισμού” επιδιώκεται από
τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να γίνει εκμετάλλευση υπαρκτών, ή και
ανύπαρκτων μειονοτικών ζητημάτων, πάντα δουλεύοντας με την “αρχή” του
“διαίρει και βασίλευε”. Την ίδια ώρα αυτές οι δυνάμεις που επικαλούνται
το δικαίωμα του “αυτοπροσδιορισμού”, π.χ. στο Κόσοβο, είναι αυτές που
ακολουθούν δύο μέτρα και σταθμά απέναντι στη δίκαιη πάλη του λαού της
Παλαιστίνης, που εξακολουθεί εδώ και δεκαετίες να βιώνει την απάνθρωπη
ισραηλινή κατοχή. Μια άλλη πλευρά για την οποία η συμφωνία του Μονάχου
είναι διδακτική, είναι αυτή της διασφάλισης της ειρήνης, μέσα από
τέτοιες συμφωνίες. Είναι χαρακτηριστικό πως τότε αυτή η συμφωνία
παρουσιάστηκε από τον Βρετανό πρωθυπουργό Τσάμπερλεν με τη δήλωση ότι με
αυτήν την συμφωνία “εξασφαλίστηκε η ειρήνη για εκατό χρόνια».
Αποδείχτηκε στην πράξη ακριβώς το αντίθετο. Σήμερα βλέπουμε τις ΗΠΑ,
αλλά και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να κάνουν “φύλλο και φτερό” το
διεθνές δίκαιο, που διαμορφώθηκε μετά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο και
θεωρούνταν πως μπορεί να εξασφαλίσει ειρήνη για τους λαούς.
Βλέπουμε τις ΗΠΑ να αποχωρούν μονομερώς από τη συνθήκη περιορισμού
των πυρηνικών όπλων μεσαίου βεληνεκούς και ταυτόχρονα να γεμίζουνε με
βάσεις και στρατεύματα όλη την Ανατολική Ευρώπη, μεταξύ άλλων, δυστυχώς,
και τη χώρα μας, χάρη στην ετοιμότητα της ελληνικής κυβέρνησης να
συμβάλει σε αυτούς τους πολύ επικίνδυνους για την ειρήνη των λαών
αμερικανό-νατοϊκούς σχεδιασμούς, στρατιωτικής περικύκλωσης της Ρωσίας.
80 χρόνια μετά τη συνωμοσία του Μονάχου ο “ασκός του Αιόλου” των
ανταγωνισμών για τα καπιταλιστικά κέρδη, τα μερίδια των αγορών,
“ξηλώνουν” το διεθνές δίκαιο, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί έως την εποχή
που υπήρχε η ΕΣΣΔ, μας φέρνουν πιο κοντά στον κίνδυνο τοπικών και
περιφερειακών ένοπλων αναμετρήσεων, στη Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια, στην
Ουκρανία κ.ά, που μπορεί να εξελιχθούν σε μεγάλες γενικευμένες
συγκρούσεις, με καταστρεπτικές συνέπειες για τους λαούς. Η δική μας
χώρα, βρίσκεται σε μια δύσκολη “γειτονιά”, με πολλά ανοιχτά ζητήματα, με
την αστική τάξη της Τουρκίας να έχει σήμερα υπέρμετρες φιλοδοξίες, στον
ανταγωνισμό της με την αστική τάξη της Ελλάδας κι άλλες αστικές τάξεις
της περιοχής, διεκδικώντας να πάρει μεγάλο κομμάτι του ενεργειακού
πλούτου του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Όπως και πριν 80 χρόνια οι “ισχυροί σύμμαχοι” της Τσεχοσλοβακίας,
κάθε άλλο παρά αποδείχτηκαν εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της
χώρας αυτής, έτσι και σήμερα οι σημερινοί “ισχυροί σύμμαχοι” της
Ελλάδας, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, κάθε άλλο παρά αποτελούν εγγύηση για την
εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας, για την ειρήνη και την ασφάλεια στην
περιοχή. Αυτό αποδεικνύουν οι χιλιάδες παραβιάσεις κάθε χρόνο των
ελληνικών χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου από τουρκικά σκάφη κι
αεροπλάνα, η κήρυξη πολέμου (Casus belli) από μεριάς της Τουρκίας, σε
περίπτωση που η χώρα μας εφαρμόσει το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Τέλος, επιτρέψτε μου να σημειώσω πως, όπως και πριν 80 χρόνια, έτσι και
σήμερα, ο “άσσος” του φασισμού, βγαίνει και πάλι από το “μανίκι” του
καπιταλιστικού συστήματος, των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Το βλέπουμε
στις χώρες της Βαλτικής, όπου έχουν απαγορευτεί τα ΚΚ και εκθειάζονται
οι “λεγεώνες των SS”, το είδαμε και πρόσφατα στην Ουκρανία, όπου
φασιστικές δυνάμεις αξιοποιήθηκαν από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, για την
πραξικοπηματική ανατροπή της κυβέρνησης και την ανάδειξη ενός καθεστώτος
αντιδημοκρατικού, που διώκει το ΚΚ, εκθειάζει τους συνεργάτες των ναζί
και επαναφέρει τη Γκεμπελική προπαγάνδα περί “γενοκτονίας”
(“Γκολοντομόρ”).
Σήμερα στην ΕΕ, στην Ελλάδα, χύνονται “κροκοδείλια δάκρυα” για την
άνοδο εθνικιστικών, φασιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη και στον κόσμο. Όμως
είναι οι ίδιοι οι κυβερνώντες, το ίδιο το σύστημα που ενισχύει αυτές
τις δυνάμεις και τις αξιοποιεί ως το “μαντρόσκυλό” του. Όμως οι λαοί, με
την πάλη τους μπορούν να συντρίψουν αυτά τα σχέδια! Αυτό έδειξε στο
παρελθόν η Αντιφασιστική Νίκη των λαών, που επιτεύχθηκε χάρη στις
τεράστιες θυσίες του Σοβιετικού λαού, πρώτα απ’ όλα του ρώσικου λαού,
καθώς και των ένοπλων λαϊκών κινημάτων στις άλλες χώρες, μεταξύ αυτών
και στην Ελλάδα, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές. Κι αυτή τη φορά οι
λαοί καλούνται να στείλουν στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας όχι μόνον την
“αιχμή του δόρατος” του συστήματος – το φασισμό, αλλά και το ίδιο το
“δόρυ”, που “ματώνει” τους λαούς και προκαλεί φτώχεια, εξαθλίωση,
οικονομικές κρίσεις και ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Σας ευχαριστώ για την
προσοχή σας.