Είναι αρκετά χρόνια τώρα που κάποιοι καλλιτέχνες διανοούμενοι ένιωσαν
να απελευθερώνονται από τα “δεσμά” της στρατευμένης τέχνης. Γιατί ως
τέτοια την ένιωθαν κι ως ανήσυχα κι ελεύθερα πνεύματα που είναι, δεν
είχαν παρά να χάσουν τις αλυσίδες τους.
Και τι γίνεται με τα άλλα δεσμά της ταξικής μας κοινωνίας;
Ωω… μα ο νους τους είναι αληταριό κι όλο θα δραπετεύει. Θα βρίσκει καταφύγιο στο χωριό και σε ησυχαστήρια, σαν ερημίτες, για να βρουν ξανά τη φύση και το χαμένο νόημα της ζωής… Σε μικρές κοινότητες, που θα βαφτιστούν κομμούνες και δε θα βρουν ποτέ το ταβάνι τους, γιατί δεν τις ενδιαφέρει να επεκταθούν έξω από τα όριά τους. Σε οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί εναλλακτικό, χωρίς να αλλάζει την ουσία. Στη ρηχή αντίθεση στις σημαίες του συστήματος -τον εθνικισμό, το ρατσισμό κτλ- χωρίς να βλέπουν την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Θα γυρίσουν τις πλάτες τους στο μέλλον και θα στραφούν στο παρελθόν, για να τραφούν από τις δάφνες του ή για να το εξαργυρώσουν. Θα τραγουδήσουν την ήττα μας, και θα αποφύγουν τα μεγάλα ιδανικά, γιατί ηττήθηκαν. Θα προβάλλουν ως λύση-πρότυπο τα παλιά χρόνια, μια χρυσή εποχή που δεν υπήρξε, τότε που όλα ήταν “αγνά κι αμόλυντα” και δεν είχαν αλλοτριωθεί ακόμα. Θα νοσταλγούν μια άλλη εποχή, γιατί δεν έχουν να πουν τίποτα για τη δική μας.
Άλλοι υμνούνε της πατρίδας το χαμό κι άλλοι την πατρίδα, γενικά και αόριστα, χωρίς ταξικές διακρίσεις, όλοι ενωμένοι… Κάποιοι βλέπουν το δάσος του ιμπεριαλισμού και τους έρχεται κατακούτελα το δέντρο του εθνικισμού -που το βαφτίζουν αντι-ιμπεριαλιστική συνείδηση. Και άλλοι βλέπουν το δάσος του εθνικισμού αλλά χάνουν το δέντρο του “νατοϊκού διεθνισμού” που στη δική μας “ξύλινη γλώσσα” το ονομάζουμε “κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου”. Και κανείς τους δε βλέπει σε ποιο έδαφος φυτρώνει το δάσος-πρόβλημα και πώς μπορεί να λυθεί.
Κάποιοι δεν έχουν πρόβλημα να στοιχηθούν μαζί με φασίστες κι εθνικιστές. Άλλοι δεν έχουν πρόβλημα να ξεπλύνουν τους μετακλητούς και τα έμμισθα συριζοτρόλ της κακιάς ώρας, αναμασώντας τη γραμμή τους, για να της δώσουν λούστρο καλλιτεχνικό και διανοούμενο άλλοθι. Και το δίπολο “πρόοδος-αντίδραση” χτίζεται μεθοδικά…
Κάποτε αναρωτιόμασταν γιατί δεν παρεμβαίνουν οι καλλιτέχνες κι οι διανοούμενοι, με το έργο τους, με δημόσιες τοποθετήσεις, με διάφορες πρωτοβουλίες. Γιατί σιωπά ο πνευματικός κόσμος, γιατί δε βρίσκει αφορμές να δημιουργήσει, να ξανακάνει στρατευμένη ή απλώς ποιοτική και κοινωνικά προβληματισμένη τέχνη;
Και τώρα βλέπουμε πως ίσως ήταν καλύτερα όσο σιωπούσε, γιατί είναι μέρος του προβλήματος, ίσως και του συστήματος. Θέλει να τα έχει καλά με όλους ή με το κοινό που του εξασφαλίζει το παντεσπάνι, αναπαράγει πλευρές της κυρίαρχης ιδεολογίας. Χτίζει ρηχές, προοδευτικές μάσκες, κενές περιεχομένου, όπως όλες οι μάσκες άλλωστε.
Έχει διαβεί προ πολλού το Ρουβίκωνα και έχει βολευτεί, ψάχνοντας άλλοθι, φτιασιδώματα, να κρατήσει τα νύχια του καθαρά, ενώ είναι βουτηγμένος στο βούρκο. Κι οι λίγοι που ξεχωρίζουν πραγματικά, κάνουν ακόμα πιο χτυπητή την ιδεολογική γύμνια των υπόλοιπων…
Φτάνει λοιπόν τόσες παρεμβάσεις, καλύτερα ας επιστρέψουν στη σιωπή τους, είναι πιο έντιμη στάση…
Και τι γίνεται με τα άλλα δεσμά της ταξικής μας κοινωνίας;
Ωω… μα ο νους τους είναι αληταριό κι όλο θα δραπετεύει. Θα βρίσκει καταφύγιο στο χωριό και σε ησυχαστήρια, σαν ερημίτες, για να βρουν ξανά τη φύση και το χαμένο νόημα της ζωής… Σε μικρές κοινότητες, που θα βαφτιστούν κομμούνες και δε θα βρουν ποτέ το ταβάνι τους, γιατί δεν τις ενδιαφέρει να επεκταθούν έξω από τα όριά τους. Σε οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί εναλλακτικό, χωρίς να αλλάζει την ουσία. Στη ρηχή αντίθεση στις σημαίες του συστήματος -τον εθνικισμό, το ρατσισμό κτλ- χωρίς να βλέπουν την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Θα γυρίσουν τις πλάτες τους στο μέλλον και θα στραφούν στο παρελθόν, για να τραφούν από τις δάφνες του ή για να το εξαργυρώσουν. Θα τραγουδήσουν την ήττα μας, και θα αποφύγουν τα μεγάλα ιδανικά, γιατί ηττήθηκαν. Θα προβάλλουν ως λύση-πρότυπο τα παλιά χρόνια, μια χρυσή εποχή που δεν υπήρξε, τότε που όλα ήταν “αγνά κι αμόλυντα” και δεν είχαν αλλοτριωθεί ακόμα. Θα νοσταλγούν μια άλλη εποχή, γιατί δεν έχουν να πουν τίποτα για τη δική μας.
Άλλοι υμνούνε της πατρίδας το χαμό κι άλλοι την πατρίδα, γενικά και αόριστα, χωρίς ταξικές διακρίσεις, όλοι ενωμένοι… Κάποιοι βλέπουν το δάσος του ιμπεριαλισμού και τους έρχεται κατακούτελα το δέντρο του εθνικισμού -που το βαφτίζουν αντι-ιμπεριαλιστική συνείδηση. Και άλλοι βλέπουν το δάσος του εθνικισμού αλλά χάνουν το δέντρο του “νατοϊκού διεθνισμού” που στη δική μας “ξύλινη γλώσσα” το ονομάζουμε “κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου”. Και κανείς τους δε βλέπει σε ποιο έδαφος φυτρώνει το δάσος-πρόβλημα και πώς μπορεί να λυθεί.
Κάποιοι δεν έχουν πρόβλημα να στοιχηθούν μαζί με φασίστες κι εθνικιστές. Άλλοι δεν έχουν πρόβλημα να ξεπλύνουν τους μετακλητούς και τα έμμισθα συριζοτρόλ της κακιάς ώρας, αναμασώντας τη γραμμή τους, για να της δώσουν λούστρο καλλιτεχνικό και διανοούμενο άλλοθι. Και το δίπολο “πρόοδος-αντίδραση” χτίζεται μεθοδικά…
Κάποτε αναρωτιόμασταν γιατί δεν παρεμβαίνουν οι καλλιτέχνες κι οι διανοούμενοι, με το έργο τους, με δημόσιες τοποθετήσεις, με διάφορες πρωτοβουλίες. Γιατί σιωπά ο πνευματικός κόσμος, γιατί δε βρίσκει αφορμές να δημιουργήσει, να ξανακάνει στρατευμένη ή απλώς ποιοτική και κοινωνικά προβληματισμένη τέχνη;
Και τώρα βλέπουμε πως ίσως ήταν καλύτερα όσο σιωπούσε, γιατί είναι μέρος του προβλήματος, ίσως και του συστήματος. Θέλει να τα έχει καλά με όλους ή με το κοινό που του εξασφαλίζει το παντεσπάνι, αναπαράγει πλευρές της κυρίαρχης ιδεολογίας. Χτίζει ρηχές, προοδευτικές μάσκες, κενές περιεχομένου, όπως όλες οι μάσκες άλλωστε.
Έχει διαβεί προ πολλού το Ρουβίκωνα και έχει βολευτεί, ψάχνοντας άλλοθι, φτιασιδώματα, να κρατήσει τα νύχια του καθαρά, ενώ είναι βουτηγμένος στο βούρκο. Κι οι λίγοι που ξεχωρίζουν πραγματικά, κάνουν ακόμα πιο χτυπητή την ιδεολογική γύμνια των υπόλοιπων…
Φτάνει λοιπόν τόσες παρεμβάσεις, καλύτερα ας επιστρέψουν στη σιωπή τους, είναι πιο έντιμη στάση…