Ιδιωνυμο του Βενιζελου
Πριν από 71 χρόνια, στις 25 Ιούλη 1929, ψηφίστηκε από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των βενιζελικών ο ν. 4229/1929 «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας της ελευθερίας των πολιτών». Ο νόμος αυτός έμεινε στην ιστορία ως «το ιδιώνυμο» του Βενιζέλου. Τέθηκε σε εφαρμογή μετά από έξι μήνες, ουσιαστικά δηλαδή στις αρχές του 1930.
Ο νόμος περιελάμβανε 10 άρθρα. Το άρθρο 1 ήταν χαρακτηριστικό για το χαρακτήρα του νόμου και τις επιδιώξεις του: «Οστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος, ή την απόσπασιν μέρους ή όλου της Επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ αυτών προσηλυτισμόν, τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξ μηνών. Προς τούτοις επιβάλλεται δια της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον».
Το άρθρο 2 περιελάμβανε τις επιβαρυντικές περιπτώσεις που ήταν η τέλεση του αδικήματος «ενώπιον πολλών ή δια του Τύπου». Συγκεντρώσεις προσώπων που επιδιώκουν τους σκοπούς του άρθρου 1 απαγορεύονταν, όπως και η σύσταση σωματείου με τον ίδιο σκοπό. Δημόσιοι υπάλληλοι, εκπαιδευτικοί, στρατιωτικοί, υπηρέτες που διέπρατταν το αδίκημα αυτό απολύονταν από τις θέσεις τους.
Τα δικαστήρια δεν είχαν τη δυνατότητα να μετατρέψουν κατά την κρίση τους την ποινή σε χρηματική όπως ίσχυε για τα άλλα πλημμελήματα. Η εκτόπιση ακολουθούσε υποχρεωτικά την ποινή. Το δικαστήριο δεν είχε τη διακριτική ευχέρεια να την επιβάλει ή όχι.
Με το νόμο αυτό η κυβέρνηση Βενιζέλου θέσπιζε ένα ιδιαίτερο, νέο (ένα ιδιώνυμο όπως λέγεται στη νομική γλώσσα) αδίκημα. Η ποινική νομοθεσία που υπήρχε δε διευκόλυνε την αντιμετώπιση των κομμουνιστών και γενικότερα κάθε αγωνιζόμενου. Οι διατάξεις περί εσχάτης προδοσίας, στάσης, πρόκλησης σε στάση προέβλεπαν εξαιρετικά βαριές ποινές και τα δικαστήρια δίσταζαν να τις επιβάλουν λόγω της κοινωνικής αντίδρασης αλλά και ερμηνευτικών δυσχερειών.
Ετσι, ψηφίστηκε ο ν. 4229/1929 που αποτέλεσε ένα ευκίνητο εργαλείο στα χέρια των διωκτικών αρχών. Η εφαρμογή του σήμανε τον πολλαπλασιασμό των συλλήψεων, τη φυλάκιση και τον εκτοπισμό μεγάλου αριθμού κομμουνιστών αλλά και άλλων αγωνιστών. Πλήθυναν επίσης οι ξυλοδαρμοί ακόμη και οι δολοφονίες αγωνιστών. Στο διάστημα 1929-1932 σε εφαρμογή ή με αφορμή την εφαρμογή του «ιδιώνυμου» έγιναν 12 χιλιάδες συλλήψεις, τραυματίστηκαν και ξυλοκοπήθηκαν 1.355, βασανίστηκαν 107 και 8 δολοφονήθηκαν.
Με βάση τον ίδιο νόμο διαλύθηκαν ακόμη μια σειρά προοδευτικές οργανώσεις. Για παράδειγμα, στις 3.1.1930 το πρωτοδικείο Αθήνας αποφάσισε τη διάλυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, με το αιτιολογικό ότι «εργάζεται κατά του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος». Στις 17 Φλεβάρη του ίδιου έτους διαλύθηκε η «Εργατική Βοήθεια της Ελλάδας». Στις 21 Ιούνη 1930 διαλύθηκε η «Βιομηχανική Ενωση Οικοδόμων Αθήνας», ενώ στις 5 Σεπτέμβρη απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του περιοδικού της ΟΚΝΕ «Νεολαία».
Ο ν. 4229/1929 συνέβαλε τελικά στην αντιμετώπιση του «λαϊκού κινδύνου». Χτυπώντας πρώτα την επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης και στη συνέχεια κάθε αγωνιζόμενο στοιχείο, η άρχουσα τάξη ήθελε να αποδυναμώσει τους λαϊκούς αγώνες που ξεσπούσαν (συνηθέστερα αυθόρμητα αφού η δύναμη του ΚΚΕ ήταν πολύ μικρή) την περίοδο εκείνη. Οι αγώνες αυτοί αναπτύσσονταν σαν αντίδραση στην πολιτική «σταθεροποίησης» του καπιταλισμού που σήμαινε επίθεση του μεγάλου κεφαλαίου ενάντια στο εισόδημα και στα δικαιώματα των εργαζομένων.
Η ουσία της νομιμότητας
Οπως σήμερα, έτσι και τότε η αφαίρεση κατακτήσεων των λαϊκών στρωμάτων στο βιοτικό επίπεδο και στα δημοκρατικά δικαιώματα εκτυλισσόταν κάτω από τη σκέπη της προστασίας της νομιμότητας ενάντια στους διασαλευτές της.
Και βέβαια με όλα αυτά έρχεται φυσιολογικά το ερώτημα: Τι είναι τέλος πάντων αυτή η περιβόητη νομιμότητα; Οι Μαρξ και Ενγκελς, για να αναφερθούμε μόνο στις πλέον γνωστές διατυπώσεις, απευθυνόμενοι στην αστική τάξη παρατηρούσαν ότι «το δίκαιό σας είναι η θέληση της τάξης σας που αναγορεύτηκε σε νόμο, θέληση που το περιεχόμενό της καθορίζεται από τις υλικές συνθήκες ύπαρξης της τάξης σας», ενώ ο Λένιν τόνιζε: «τι είναι νόμος; Η έκφραση της θέλησης των κυρίαρχων τάξεων». Αυτή είναι η ουσία του δικαίου και της κυρίαρχης νομιμότητας.
Οι ίδιες οι οικονομικές σχέσεις, που στην επιφάνεια της καπιταλιστικής κοινωνίας προβάλλουν με απατηλή μορφή συγκαλύπτοντας την εκμετάλλευση, συνιστούν σημαντικό παράγοντα διαμόρφωσης ψευδούς συνείδησης και βάση της ιδεολογικής χειραγώγησης των εργαζομένων ώστε να επιβάλλεται η αστική νομιμότητα. Η πλύση εγκεφάλων που συντελείται από τα μέσα παραπληροφόρησης της ολιγαρχίας συμβάλλει στην εδραίωση της κυρίαρχης, της αστικής νομιμότητας. Οι αστικές αξίες, η κουλτούρα, η κυρίαρχη πολιτιστική πρόταση διοχετεύονται και επιβάλλονται μέσω του σχολείου, του πανεπιστημίου, όλων των ιδεολογικών μηχανισμών της άρχουσας τάξης, διαμορφώνοντας αλλοτριωμένες συνειδήσεις και στηρίζοντας και αυτοί την αστική νομιμότητα.
Η κυρίαρχη νομιμότητα είναι εδραιωμένη πάνω στην εξαπάτηση των εργαζομένων, πάνω στην ιδεολογική και φυσική τρομοκρατία. Είναι κυριολεκτικά η νομιμότητα του χρήματος και του αστυνομικού τμήματος. Πρόκειται για τη νομιμότητα που μετατρέπει την ισχνή μειοψηφία σε αφεντικά και δυνάστες εκατομμυρίων ανθρώπων. Η κυρίαρχη νομιμότητα, το σημερινό δίκαιο εξυπηρετούν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, συμβάλλουν στην αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων.
Ομως, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι, από την άποψη της αστικής απολογητικής, νομιμότητα είναι η απαίτηση υποταγής στους νόμους που ψηφίζει η πλειοψηφία. Στην Ελλάδα τουλάχιστον, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι στην πραγματικότητα μια μειοψηφία που μετατρέπεται σε πλειοψηφία στη Βουλή μέσα από τα εξόφθαλμα -και με απλά μαθηματικά- νοθευτικά εκλογικά συστήματα. Μήπως είναι νόμιμο ή σύμφωνο με το υπάρχον Σύνταγμα να ψηφίζει η κάθε κυβέρνηση το εκλογικό σύστημα που τη συμφέρει και να κλέβει και με το νόμο ψήφους από τα άλλα κόμματα; Το όργιο του ρουσφετιού, της εξαγοράς, οι κάλπικες υποσχέσεις για μια δουλειά, οι ψευτοεξυπηρετήσεις είναι άλλωστε και αυτά κομμάτι της λεγόμενης νομιμότητας.
Η επίδραση του συσχετισμού δυνάμεων
Και πάντως, για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, η άρχουσα τάξη δεν εκστασιάζεται η ίδια μπροστά στη νομιμότητά της. Το δεισιδαιμονικό σεβασμό και το φόβο τον καλλιεργεί μονάχα για τους εργαζόμενους. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι πολιτικοί τους εκφραστές γνωρίζουν πολύ καλά την τέχνη της παράκαμψης των νόμων έτσι ώστε κανείς να μην το αντιλαμβάνεται. Το ίδιο το αστικό κράτος εξάλλου γνωρίζει την τέχνη της μη ουσιαστικής εφαρμογής νόμων που το ίδιο έχει θεσπίσει. Αυτό κυρίως γίνεται προκειμένου να ακυρωθούν στην πράξη παραχωρήσεις που έχουν γίνει στους εργαζόμενους κάτω από την πίεση των αγώνων τους.
Εξάλλου, κάθε Σύνταγμα, κάθε νόμος εμπεριέχει τη δυνατότητα της παράκαμψής του μέσα από τις ασάφειες, τις αντιφάσεις, τις επιφυλάξεις, τις παραπομπές σε ειδικότερους νόμους και, κυρίως, μέσα από ρήτρες και αόριστες νομικές έννοιες όπως, για παράδειγμα, η δημόσια ασφάλεια ή το δημόσιο συμφέρον. Από την άλλη, δεν υπάρχει αστικό Σύνταγμα που να μην προβλέπει τη δυνατότητα αυτοκατάργησής του μέσα από τις διατάξεις περί κατάστασης πολιορκίας και περί δυνατότητας επιβολής του στρατιωτικού νόμου, κάτι που άλλωστε προβλέπεται και από το άρθρο 48 του ισχύοντος Συντάγματος.
Η άρχουσα τάξη, όπως ακριβώς κάνει και η κυβέρνηση σήμερα, έχει επεξεργαστεί πολύπλοκες μεθόδους περιορισμού έως και κατάργησης των όποιων δημοκρατικών δικαιωμάτων έχει παραχωρήσει στο λαό κάτω από την πίεση του τελευταίου. Ανάλογα με το συσχετισμό των δυνάμεων και αφού εξαπολύσει μια έντεχνη και παρατεταμένη προπαγανδιστική επίθεση για να προετοιμάσει το έδαφος, περνά είτε στη συστηματική παραβίαση από πλευράς των μηχανισμών καταστολής των κατοχυρωμένων και νομικά δικαιωμάτων είτε, όταν αισθάνεται ισχυρή, ακόμη και στην κατάργηση τέτιων διατάξεων.
Υπάρχουν και στιγμές που η αστικοδημοκρατική νομιμότητα, όταν απειλείται η κυριαρχία της πλουτοκρατίας, καταργείται ολοκληρωτικά για να αντικατασταθεί από την ωμή, χωρίς προσχήματα, βίαιη, δικτατορική διακυβέρνηση. Τα πολυάριθμα φασιστικά καθεστώτα, τόσο αυτά που γνώρισε ο τόπος μας όσο και παντού στη γη, αποτελούν τρανή απόδειξη.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε και μια άλλη πλευρά. Η άρχουσα τάξη γνωρίζει επίσης ότι κάποιες φορές προκειμένου να αποφύγει τα χειρότερα, προκειμένου να εκτονώσει τη λαϊκή οργή, μπορεί να πάρει πίσω ένα αντιδραστικό νόμο ή απλά να τον καταστήσει ανενεργό. Υπάρχουν πολυάριθμα παραδείγματα όπου έγινε κάτι τέτιο. Μήπως σε αυτές τις περιπτώσεις δε διασαλεύτηκε η νομιμότητα; Αν ισχυρίζεται σήμερα η κυβέρνηση ότι δε γίνεται να πάρει πίσω μια σειρά αντιδραστικούς νόμους είναι μόνο για να σπάσει το ηθικό του αγωνιζόμενου λαού, για να καλλιεργήσει τη μοιρολατρεία και τη θεωρία της αναποτελεσματικότητας των αγώνων.
Παράλληλα, η κυρίαρχη νομιμότητα είναι καρπός του συσχετισμού των δυνάμεων. Ενώ εκφράζει σταθερά τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, περιλαμβάνει ταυτόχρονα μια σειρά μεγαλύτερες ή μικρότερες κατακτήσεις των εργαζομένων. Η πάλη του λαού ανάγκασε τις κυβερνήσεις να τις κατοχυρώσουν νομικά και συνταγματικά.
Μήπως και αυτές οι νομικά κατοχυρωμένες κατακτήσεις δεν είναι νομιμότητα; Βεβαίως, αλλά η κυβέρνηση δε νοιάζεται γι' αυτές αλλά αντίθετα τις τσαλαπατά με κάθε ευκαιρία. Τελικά η κυβέρνηση ενδιαφέρεται μονάχα για την τήρηση της νομιμότητας σε ό,τι αφορά το βασικό της χαρακτηριστικό, το κυρίαρχο αντιδραστικό της μέρος, την εξασφάλιση δηλαδή της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας μιας χούφτας μεγαλοκαρχαριών.
Το βέβαιο είναι ότι ο λαός μας είναι αποφασισμένος να συνεχίσει την ασίγαστη πάλη του για την υπεράσπιση και διεύρυνση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του. Η υπεράσπιση των δημοκρατικών κατακτήσεων δεν αφορά μόνο το ΚΚΕ. Αφορά τα εκατομμύρια των εργαζομένων, τους εργατοϋπαλλήλους, τους αγρότες, τους μικρομεσαίους, τους επιστήμονες, τους νέους και τις νέες, όλες τις λαϊκές καταπιεζόμενες δυνάμεις, άσχετα από τις σημερινές πολιτικές τους προτιμήσεις.
Οι εργαζόμενοι της χώρας μας έχουν μεγάλη εμπειρία. Ξέρουν να υπερασπίζονται τις κατακτήσεις τους. Γνωρίζουν πώς να κερδίζουν με επίμονους αγώνες και νέες κατακτήσεις. Ο λαός μας έχει μακρά παράδοση στην ανατροπή των αντιδραστικών νόμων, στην απόκρουση των αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων της άρχουσας τάξης και των πολιτικών εκφραστών της. Ετσι κατακτήθηκε πρακτικά και νομοθετικά το 8ωρο.
Να θυμίσουμε μόνο τρία πρόσφατα παραδείγματα από την περίοδο της μεταπολίτευσης. Πού πήγε ο αντεργατικός ν. 330/1976; Πού πήγε ο αντιεκπαιδευτικός νόμος της ΝΔ του 1979; Τί απέγινε η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του 1985 που ποινικοποιούσε, ακόμη και με πρωτοβουλία του εργοδότη, τις αυξήσεις στους μισθούς; Ανατράπηκαν στην πράξη γιατί ακριβώς ο λαός μας ξέρει να αντιστέκεται.
Οι εργαζόμενοι, η νεολαία, οι άνθρωποι του μόχθου έχουν χρέος απέναντι στην ιστορία αυτού του τόπου, απέναντι στο μέλλον, να μη σκύψουν το κεφάλι. Ξέρουν οι καθημερινοί άνθρωποι ότι η υποκρισία της άρχουσας τάξης δεν έχει όρια. Με το ένα χέρι κηρύσσει τη λιτότητα και τη νομιμότητα και με το άλλο διαπράττει τις χειρότερες ανομίες, κλέβει το μόχθο και ξεπουλά τον πλούτο του λαού και της πατρίδας μας.
Σε τελική ανάλυση, ο αγώνας για δημοκρατικά δικαιώματα και λαϊκές ελευθερίες δικαιώνεται και ολοκληρώνεται όταν η νομιμότητα των μονοπωλίων αντικατασταθεί από τη νομιμότητα των λαϊκών συμφερόντων, από μια δημοκρατία για το λαό, που είναι χίλιες και ένα εκατομμύριο φορές πιο δημοκρατική από την πιο δημοκρατική αστική δημοκρατία.
Το ΚΚΕ παλεύει για να δημιουργηθούν οι συνθήκες που ο λαός θα πάρει όλες τις υποθέσεις της ζωής του στα χέρια του. Αγωνίζεται για μια δημοκρατία όπου θα μετράει πραγματικά ο λόγος των εργαζομένων ανθρώπων, πρώτα απ' όλα στον τόπο δουλιάς, στα πλαίσια ενός συνολικού κοινωνικού σχεδιασμού, για το πώς θα παράγεται, τί θα παράγεται, πώς θα κατανέμεται ο παραγόμενος κοινωνικός πλούτος. Μια δημοκρατία όπου η θέληση του λαού θα εκδηλώνεται μέσα από απελευθερωτικούς θεσμούς πραγματικής λαϊκής συμμετοχής, λαϊκής αυτενέργειας και όχι θεσμούς-μαϊντανό στις προειλημμένες αποφάσεις των Λάτσηδων και Βαρδινογιάννηδων, μέσα από διαδικασίες όπου κάθε λογαριασμός θα ελέγχεται από αυτούς που παράγουν τον πλούτο της χώρας.
Οι πέντε μέθοδοι
Οι βασικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται σήμερα από την κυβέρνηση για τη συρρίκνωση των δημοκρατικών κατακτήσεων συνίστανται από πέντε επίπεδα που επικοινωνούν μεταξύ τους και αλληλοστηρίζονται.
Πρώτο, παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια τη ραγδαία συντηρητικοποίηση του σχετικού νομικού πλαισίου. Ενδεικτικά αναφέρουμε, εκτός από τη Συνθήκη Σένγκεν και τη δημιουργία της Ευρωπόλ που συνιστούν κυριολεκτικά ένα οργουελικό τοπίο, την ψήφιση του ν. 2472/97 που νομιμοποιεί το ηλεκτρονικό φακέλωμα, το ν. 2518/97 με τον οποίο νομιμοποιείται και επεκτείνεται η δράση της ιδιωτικής αστυνομίας.
Γενικότερα, ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί. Ενισχύεται η ενσωμάτωσή τους στους διακρατικούς ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς. Ας θυμηθούμε μόνο τη σύμβαση δικαστικής συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ που ήρθε και για κύρωση στη Βουλή ή την αντιτρομοκρατική συμφωνία την οποία διακαώς επιθυμούν οι ΗΠΑ και θα σπεύσει η κυβέρνηση να υπογράψει όταν θα κρίνει πως πια δεν θα έχει μεγάλο πολιτικό κόστος. Στα σκαριά είναι επίσης νέα σύμβαση δικαστικής συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις προβλέπονται, εκτός από την παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, νομικές ρυθμίσεις που αμφισβητούν ή και καταργούν κατακτήσεις που σχετίζονται με στοιχειώδεις δικονομικές εγγυήσεις έναντι του αστικού κράτους, όπως πχ. μια σειρά δικαιώματα και εγγυήσεις για τον κατηγορούμενο, που είχε κατακτήσει η αστική τάξη, τουλάχιστον για τα μέλη της, στην προοδευτική της εποχή, στην πάλη της κατά της φεουδαρχίας. Σήμερα η αστική τάξη τις παραμερίζει προκειμένου να καταπνίξει κάθε φωνή αντίστασης.
Το δεύτερο επίπεδο: παρατηρούμε την ενεργοποίηση αντιδραστικών νόμων οι οποίοι, κάτω από την πίεση του λαϊκού κινήματος, παρέμεναν μέχρι σήμερα λίγο έως πολύ ανενεργοί. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα ήταν ολότελα ξεχασμένοι ακόμη και για τους νομικούς. Χαρακτηριστικό τέτιο παράδειγμα η νομοθετική βάση της απαγόρευσης των διαδηλώσεων στην Ολυμπιάδα της Χαλκιδικής για την υπόθεση της TVX GOLD -όταν οι κάτοικοι της περιοχής είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στη ληστρική για τους ανθρώπους και το περιβάλλον παρουσία της εν λόγω πολυεθνικής- και η κυβέρνηση τις αντιμετώπισε με νομοθετικό διάταγμα της χούντας.
Τρίτο επίπεδο: είναι εμφανής η εντατικότερη χρήση παράνομων πρακτικών από τους ίδιους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς καθώς και η επιλογή μεθόδων δράσης από τους τελευταίους που κινούνται τουλάχιστον στα όρια της νομιμότητας, όπως η «αδικαιολόγητη από τις περιστάσεις» χρήση βίας ενάντια σε διαδηλωτές, σε αφισοκολλητές, σε μετανάστες, η παρακολούθηση συνδικαλιστικών και άλλων δραστηριοτήτων, η βάναυση συμπεριφορά σε βάρος κρατουμένων και πολλά άλλα. Πληθαίνουν επίσης τα κρούσματα χρησιμοποίησης σκοτεινών, προβοκατόρικων, παρακρατικού τύπου μηχανισμών.
Τέταρτο επίπεδο: παρατηρείται συντηρητική στροφή στην ερμηνεία των νόμων από τα δικαστήρια και τη διοίκηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αντιμετώπιση των απεργιών που κρίνονται όλες πλέον ως παράνομες και καταχρηστικές. Ενα άλλο σημαντικό παράδειγμα είναι η ερμηνεία από ορισμένα δικαστήρια του νόμου που παραγράφει τα υποτιθέμενα εγκλήματα των αγωνιζόμενων αγροτών, ως αντισυνταγματικού. Πρόκειται για ερμηνεία όχι μόνο αντιδημοκρατική αλλά και επιστημονικά σαθρή. Η κυβέρνηση έχει τεράστιες ευθύνες γιατί ανέχεται, αν δεν ευνοεί ουσιαστικά αυτή την ερμηνεία, έτσι ώστε να ακυρωθεί στην πράξη η νομοθετική ρύθμιση που ψήφισε κάτω από την πίεση της λαϊκής κοινής γνώμης.
Τέλος, μια πέμπτη μέθοδος είναι αυτή της ευθείας αμφισβήτησης συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Τα πιο πρόσφατα παραδείγματα είναι η παράνομη και αντισυνταγματική διέλευση των ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων κατοχής από τα ελληνικά εδάφη, η απαγόρευση της διαδήλωσης την ημέρα επίσκεψης του προέδρου Κλίντον και η θέσπιση ιδιώνυμου αδικήματος για τους μαθητικούς αγώνες.
Απάντηση στην επίθεση
Είναι φανερό πως αυτή η αντιδημοκρατική λαίλαπα, η υποχώρηση του πήχυ των δημοκρατικών κατακτήσεων πηγάζει από την ανησυχία της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης μπροστά στην αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Ετσι και αλλιώς, σε παγκόσμιο επίπεδο, το μεγάλο κεφάλαιο, οι πολυεθνικές μετά την ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη ένοιωσαν πως τους λύνονται τα χέρια και πως ήρθε η ώρα να πάρουν πίσω ό,τι είχαν παραχωρήσει στους λαούς.
Παράλληλα, η άγρια επίθεση στο βιοτικό επίπεδο του λαού για να αυξηθούν τα κέρδη της πλουτοκρατίας, η επαναχάραξη των ζωνών επιρροής, οι αλλαγές στα σύνορα συναντούν την εντεινόμενη αντίδραση του ελληνικού λαού. Η κυβέρνηση, επιδιώκοντας με κάθε μέσο να παραμείνει στη διαχείριση των υποθέσεων της χώρας και να προωθήσει τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, προσπαθεί να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους. Προσπαθεί να προλάβει αντιδράσεις που θα έρθουν σαν αποτέλεσμα της πολιτικής της φτώχειας και της ανεργίας, σαν αποτέλεσμα της πολιτικής εθνικής υποτέλειας, εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων που παραχωρούνται, όπως είπε ο υπ. Εξωτερικών, δίχως δογματισμό. Κατανοούν, κυβέρνηση και άρχουσα τάξη ότι θα θερίσουν θύελλες και προσπαθούν να τις αποτρέψουν.
Με τον ίδιο στόχο η κυβέρνηση υψώνει τη σημαία του χυδαίου αντικομμουνισμού. Φοβάται πως η σκέψη και η πολιτική του ΚΚΕ θα συναντιέται καθημερινά, ολοένα και περισσότερο με τις αγωνίες των εκατομμυρίων εργαζομένων, με την αναζήτηση ενός άλλου δρόμου από τις λαϊκές δυνάμεις.
Ωστόσο, ήδη υπάρχουν σαφή δείγματα ότι η επιχείρηση τρομοκράτησης του λαού δε θα περάσει. Είναι καιρός να υπάρξει μια πιο δυναμική συσπείρωση για την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και στην πορεία των αγώνων του λαού μας να οικοδομηθεί ένα αντίπαλο δέος, μια λαϊκή υπερδύναμη, ένα πανίσχυρο λαϊκό μέτωπο που όχι μόνο θα υπερασπίσει τις κατακτήσεις αλλά και θα ενώσει τις καταπιεζόμενες λαϊκές δυνάμεις ενάντια στα πολεμοκάπηλα και εκμεταλλευτικά σχέδια της ολιγαρχίας και του ιμπεριαλισμού. Ολοένα και περισσότερο γίνεται ορατή η ανάγκη συγκρότησης ενός Λαϊκού Μετώπου που θα αντιπαλέψει την κυριαρχία της εγχώριας και ξένης πλουτοκρατίας