4 Νοε 2013

Ποτέ την Κυριακή

Ποτέ την Κυριακή
Πώς θα ‘θελα να έχω ένα και δύο και τρία και πέντε μαγαζιά
Να τα ανοίγω όλα και να τα κάνω μασούρια, ένα σκασμό λεφτά
Κι εναλλακτικός στίχος από ταξική σκοπιά
Να τα κοινωνικοποιήσω και να τα κατέχει κτήμα της η εργατιά

Τη δε ημέρα εβδόμη, ο κύριος ξεκουράστηκε κι ο άνθρωπος τη βάφτισε κυριακή και την αφιέρωσε στη λατρεία του. Αν και στη βόρεια ευρώπη κάποιοι λαοί την είπανε σοφά μέρα του ήλιου (sunday, sontag, κτλ). Και να πεις ότι βλέπουν συχνά λιακάδες εκεί…

Ο θεός του χρήματος όμως διψά για απόλυτη υπεραξία (με την αύξηση της εργάσιμης εβδομάδας) και προστάζει να ανοίγουν τα μαγαζιά κυριακάτικα για να μην κλείνουν ποτέ. Κι οι επί γης εκπρόσωποί του, που θέλουν να τα έχουν καλά με όλα τα θεία, βρήκαν τη λύση και πήγαν μία ώρα πίσω το άνοιγμα των καταστημάτων (και μερικούς αιώνες πίσω τα εργατικά δικαιώματα). Αλλιώς θα έπρεπε η εκκλησία να συμφωνήσει αμήχανα με τα άθεα αριστερά κόμματα, που δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο, αλλά υπερασπίζονται την κυριακάτικη αργία. Πώς τα φέρνει καμιά φορά η ρημάδα η ζωή και ο πανάγαθος για να δοκιμάσει την πίστη μας.

Κατεβαίνοντας λοιπόν στην απεργιακή περιφρούρηση στο κέντρο των χανιών, ήμουν προετοιμασμένος να αντιμετωπίσω αγανακτισμένους καταναλωτές και το τοπικό είδος της αποκαλούμενης χανιόλας καταναλώτριας, συνοδευόμενο από ισάριθμους χανιόληδες. Το οποίο ευδοκιμεί σε πολλά μέρη με διάφορες ποικιλίες κι είναι υπεράνω φύλου και γεωγραφικών συντεταγμένων.


Στέλλα φύγε θα έρθει το ΠΑΜΕ

Προσωπικά μου θύμισαν τους τσιμισκάνθρωπους, που όταν κάνουμε αλυσίδα στην είσοδο των εμπορικών, νιώθεις το βλέμμα τους να σε διαπερνά σα λέιζερ και να πέφτει πάνω στη βιτρίνα με τα προϊόντα, γιατί το πάθος για κατανάλωση είναι δυνατότερο από κάθε περιφρούρηση. Κι εσύ είσαι μόνο ένα αμελητέο εμπόδιο προς την σικασιά (εκ του σικ), την κομψότητα και την καταναλωτική ευτυχία. Που εσύ την αγνοείς ως εφήμερη, γιατί τα παραπέμπεις όλα μίζερα στη δευτέρα παρουσία.

Μαζί με αυτούς θυμάσαι κι όλους τους κλασικούς τύπους, πελάτες και υπαλλήλους, που συναντάς σε αυτές τις περιφρουρήσεις έξω από πολυκαταστήματα και σούπερ μάρκετ. Τους εργαζόμενους που έχουν οδηγίες να περιμένουν και πάνε απέναντι να πιουν καφέ μέχρι να φύγουμε, για να ανοίξουν το κατάστημα. Το φοβισμένο υπάλληλο που σου λέει μυστικά με τα μάτια, μη φεύγετε, σας χρειαζόμαστε. Αυτούς που έρχονται να σε τρατάρουν κάτι, να αντέξεις και να μη φύγεις, για να σου δώσουν κουράγιο και να πάρουν κι αυτοί από σένα. Αυτοί που σε πλησιάζουν με προσποιητό ενδιαφέρον για να (σε) ψαρέψουν πότε (επιτέλους) θα φύγουμε. Το συνάδελφο που παίρνει τρεις κι εξήντα, όπως όλοι οι άλλοι, αλλά τον έχουν βαφτίσει υπεύθυνο του υποκαταστήματος κι αυτός, χωρίς να επωφελείται στο παραμικρό από αυτόν τον τίτλο, νιώθει αρχηγός, εποπ ταξίαρχος που λέγαμε και στο στρατό, που πρέπει να αναφέρει στους από πάνω, για να εκπληρώσει την αποστολή του.

Οι τσαμπουκαλήδες πελάτες, που πάνε γυρεύοντας για φασαρία κι είναι αποφασισμένοι να (την) ψωνίσουν, πάση θυσία. Κι αυτοί ψάχνουν μυστικές εισόδους για να ξεγλιστρήσουν να μπουν και σε βλέπουν σαν αντίπαλο σε ηλεκτρονικό παιχνίδι, που πρέπει να ξεγελάσουν για να περάσουν πίστα και να πάμε στο επόμενο επίπεδο αλλοτρίωσης. Συχώρα τους σύντροφε, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι, γιατί δεν έχουν αποκτήσει ακόμα ταξική συνείδηση.

Αντ’ αυτών όμως τα πράγματα ήταν απρόσμενα ήσυχα στις δικές μας φρουρές. Στο κέντρο της πόλης άνοιξαν μόνο τα public κι ένα άλλο μαγαζί με παπούτσια. Στο λιμάνι ανοίγουν πάντα γιατί είναι τουριστικά, ενώ άνοιξαν μερικά και έξω από την πόλη, όπως το τζάμπο (αλίμονο). Ήρθαν μαζί μας ενισχυτικά και κάποιες εργαζόμενες από τα sprider, δείχνοντας πως δεν πήγε χαμένη η δουλειά που έγινε όταν έκλεισε η επιχείρηση, έμεινε η μαγιά και χτίστηκαν κάποιοι δεσμοί.

Το πρωί στο εργατικό κέντρο, που ήταν η αφετηρία μας, ήταν και δυο μέλη της ανταρσύα, που δεν ήρθαν μαζί μας· και ελπίζω να έγιναν μετά να μαζεύτηκαν περισσότεροι, γιατί αλλιώς δεν έκλειναν ούτε περίπτερο –που λέει ο λόγος. Αλλά το κυριακάτικο ξύπνημα είναι αρκετά δύσκολο μετά από σαββατιάτικη έξοδο, ειδικά στα χανιά με την τσικουδιά να κελαηδάει στα ποτήρια και την υγρασία που κάνει το πάπλωμα βαρύ κι ασήκωτο. Η κυριακή εξάλλου δεν είναι ιερή μόνο για το ποίμνιο και τους εμποροϋπάλληλους αλλά και για τους άγρυπνους περιφρουρητές, που διεκδικούν το δικαίωμα του πολεμιστή στην ξεκούραση.

Όσο ήμασταν εκεί πετύχαμε (ή μάλλον μας πέτυχαν) κάτι ερασιτέχνες αθλητές που έτρεχαν σε ένα αγώνα δρόμου κι από μακριά έμοιαζαν αρχικά με στίφη ευτυχισμένων καταναλωτών, που περίμεναν πώς και πώς την κυριακάτικη αργία για τα ψώνια τους και κι έτρεχαν να προφτάσουν όλες τις προσφορές. Αλλά από κοντά αντέδρασαν θετικά στα συνθήματα που φωνάζαμε καθώς περνούσαν από μπροστά μας και μερικοί από αυτούς μας χειροκρότησαν κιόλας.

Παράλληλα έδωσαν έναν σπουδαίο συμβολισμό ότι η ταξική πάλη δεν είναι ένα μικρό ξέσπασμα τύπου σπριντ (κι ας έχουμε μαζί μας τις κοπέλες απ’ τα σπρίντερ) αλλά ένας μαραθώνιος. Για την ακρίβεια ένας αγώνας ανώμαλου κι ανηφορικού ως επί το πλείστον δρόμου διαρκείας, με ζιγκ-ζαγκ και πισωγυρίσματα. Κι είναι τραγική ειρωνεία να βλέπεις τους μικροαστικά ανυπόμονους που βρίσκουν εξαιρετικά επίπονο και βαρετό το μαραθώνιο αγώνα να προσπαθούν να καπηλευτούν τους μαραθωνομάχους και να σε κατηγορούν ότι επιλέγεις τους χαμηλής έντασης αγώνες, τη στιγμή που αυτός περιμένει να λυθούν όλα στην κούρσα της μιας ανάσας. Κι αν την κρατήσουμε όλοι μαζί μπορούμε να ασκήσουμε μαζικό λαϊκό εκβιασμό κυβέρνηση για να ικανοποιήσει τα αιτήματά μας –ου μην και το μεταβατικό μας πρόγραμμα.

Όλα αυτά εξηγούν εν μέρει πόσο αντιφατικά είναι τα πράγματα και στις συνειδήσεις του κόσμου. Μία εργαζόμενη στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς πχ έλεγε στους πελάτες της να μην έρθει κανείς να ψωνίσει την κυριακή, για να μην ανοίξει το κατάστημα, αλλά δεν περνούσε καν από το μυαλό της να απεργήσει η ίδια, για να φτάσουμε στο ίδιο αποτέλεσμα. Άλλοι συνάδελφοί της ζητούσαν να δουλέψουν αυτοί την κυριακή, γιατί θα αμείβονταν καλύτερα. Ενώ κάποιοι διευθυντές τα έβαζαν κάτω πως δεν τους συμφέρει τελικά με τα λειτουργικά έξοδα και δεν ήθελαν να ανοίξουν την επιχείρηση

Έτσι αντιφατική είναι όμως η άτιμη ταξική κοινωνία. Που άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους ρίχνει να δουλεύουν τις κυριακές για ξένα χέρια..

Επίμετρο
Ο τίτλος της ανάρτησης, η αρχή κι η φωτό με τη λεζάντα στη μέση είναι εμπνευσμένα από το αυτοκολλητάκι του τοπικού συλλόγου, που αποφάσισε να παραμείνουν κλειστά τα μαγαζιά –χωρίς να κάνει κάτι βέβαια για να εξασφαλίσει την υλοποίηση της απόφασης. Κι αυτό που έμεινε αναπάντητο στο πηγαδάκι που ανοίξαμε τελικά είναι αν τελικά η μελίνα έκανε αντίσταση από το εξωτερικό κι από απόσταση ασφαλείας, όπως λέει ο θερσίτης ή αν απλώς μέχρι εκεί μπορούσε να φτάσει δεδομένης και της οικογενειακής της καταγωγής.

Όσο κι αν ψάξω
Δε βρίσκω άλλο κόμμα
Να το στηρίζω ακόμα
Όσο το κουκουέ…





Υστερόγραφο σχετικό με προηγούμενη ανάρτηση, την προσπάθεια να δέσει η θεωρία των δύο άκρων και το κλασικό νομικό ερώτημα «ποιος ωφελείται;» από τη δολοφονία των δύο χρυσαυγιτών που κηδεύτηκαν σήμερα. Δεν είναι φανερό όμως; Αναρωτιέται ο λαϊκός στρώμας. Αφού από την παρασκευή έπαψαν όλοι να ασχολούνται με το θέμα μπογιόπουλου, σχόλασε ο γάμος και πήγαν για πουρνάρια. Συνεπώς…; Χωριό που φαίνεται, σφε αναγνώστη, κολαούζο δε θέλει… Κι απορώ πώς δεν το έπιασαν ακόμα στον αέρα οι έγκριτοι δημοσιολόγοι να μας το πλασάρουν ως πόρισμα.
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα

Η εργατική δημοκρατία ως εξουσία και ως ελευθερία

Η εργατική δημοκρατία ως εξουσία και ως ελευθερία




“Το σοσιαλιστικό εργατικό κίνημα είναι το μοναδικό σημείο στήριξης της δημοκρατίας. Δεν είναι τα πεπρωμένα του σοσιαλιστικού κινήματος δεμένα με την αστική δημοκρατία, όσο τα πεπρωμένα της δημοκρατικής ανάπτυξης δεμένα με το σοσιαλιστικό κίνημα. Η δημοκρατία δεν γίνεται πιο ζωτική στον βαθμό, που η εργατική τάξη παραιτείται από τον αγώνα για την χειραφέτησή της, αλλά αντίθετα στον βαθμό που το σοσιαλιστικό κίνημα γίνεται αρκετά ισχυρό ώστε να αντιτίθεται στις αντιδραστικές συνέπειες της παγκόσμιας πολιτικής και της αστικής κατεύθυνσης. Για αυτό όποιος επιθυμεί την ενίσχυση της δημοκρατίας, πρέπει να επιθυμεί επίσης την ενίσχυση και όχι το αδυνάτισμα του σοσιαλιστικού κινήματος γιατί με την παύση των σοσιαλιστικών προσπαθειών και το εργατικό κίνημα και η δημοκρατία παύουν”

Λούξεμπουργκ Ρόζα : Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση ; σελ 65, εκδ. “Κοροντζής”, Αθήνα

Η εργατική δημοκρατία είναι άρρηκτα δεμένη με την αέναη προσπάθεια για την προσέγγιση, την πραγμάτωση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Σε αυτό το πλαίσιο το σπέρμα της εργατικής δημοκρατίας, δεν μπορεί παρά να υφίσταται με τον πλέον έκδηλο και ενεργητικό τρόπο σε κάθε προσπάθεια του εργατικού κινήματος να αποτινάξει από τις πλάτες του τον καπιταλιστικό ζυγό.

Δεν πρόκειται η εργατική δημοκρατία να εμφανιστεί περίπου αυτόματα την επαύριο της κοινωνικής επανάστασης. Ακριβώς γιατί η πορεία της πραγμάτωσης της μέσα στο καταθλιπτικό καπιταλιστικό παρόν, είναι που θα δημιουργήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου της επαναστατικής υπέρβασης του καπιταλισμού. Από αυτή την σκοπιά η εργατική δημοκρατία με την διττή της υπόσταση ως σκοπός αλλά και ως μέσο πραγμάτωσης του σκοπού της επανάστασης αποκτά βαρύνουσα σημασία ειδικά σε περιόδους όπως η παρούσα, που η αστική δημοκρατία εμφανίζεται ως το μοναδικό και μονόδρομο αντίπαλο δέος απέναντι στον ναζισμό και στον φασισμό. Το τραγελαφικό βέβαια είναι ότι ο φασισμός παράχθηκε από αυτή την αστική δημοκρατία που διατείνεται ότι είναι σε θέση να τον τιθασεύσει.

Το ακόμη πιο τραγικό όμως είναι ότι η αριστερά, η συστημική σοσιαλδημοκρατική αριστερά και κάποιες παραφυάδες της, επιμένουν επίσης να επικαλούνται την αστική δημοκρατία ως την αυτονόητη ίαση απέναντι στην καλπάζουσα φασιστική απειλή. Επιδιώκουν δηλαδή να χρησιμοποιήσουν το πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας, μέσα στο οποίο οργανικά εντάσσεται ο φασισμός, για να αποδημήσουν τον τελευταίο. Μια πρακτική που ωστόσο οδηγεί μαθηματικά και αναπόδραστα στην περαιτέρω ενίσχυση της αστικής δημοκρατίας εις βάρος της εργατικής τάξης και των συμφερόντων της.

Δεν αρκεί ένας αστικοδημοκρατικός αντιφασισμός που επικαλείται "τις μέρες της αθωότητας" της αστικής δημοκρατίας. Καταρχήν γιατί αυτές οι ημέρες πέρασαν ανεπιστρεπτί , αλλά και γιατί μια τέτοια τακτική οδηγεί στην αποδοχή του αστικοδημοκρατικού πολιτικού πλαισίου ως του μοναδικού και αναντικατάστατου, για την οργάνωση και εξέλιξη της σύγχρονης πολιτικής κοινωνίας. Η νικηφόρα αντιπαράθεση με τον φασισμό, διαμεσολαβείται από την προβολή της εργατικής δημοκρατίας και της εργατικής εξουσίας , ως συνολικό αντίπαλο δέος απέναντι στο κατεστημένο αστικό και άρα ως ο μόνος τρόπος να απαλλαχθεί η κοινωνία από την αστική βία σε κάθε της εκδοχή. Συνεπαγόμενα και από την φασιστική.

Ταυτόχρονα η εργατική δημοκρατία δεν μπορεί παρά να αποτελεί ζώσα ουσία και διαδικασία μέσα στους κόλπους τους εργατικού κινήματος. Η εργατική δημοκρατία δηλαδή πρέπει να αποτελέσει κεκτημένη επιλογή παραγωγής πολιτικής στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς, στις επιτροπές αγώνα, στις εργατικές και λαϊκές συνελεύσεις. Με στόχο το εργατικό κίνημα να διεξάγει συνολικό πολιτικό και οικονομικό αγώνα , αλλά ταυτόχρονα να δημιουργεί μια συνολική κουλτούρα καταφατικής, δημιουργικής οικοδόμησης ενός νέου κόσμου ελευθερίας, που θα προκύψει -δεν μπορεί να γίνει αλλιώς- μέσα από τα συντρίμμια του παλιού κόσμου.

Η εργατική δημοκρατία για να υπάρξει ως κοινωνικό μέλλον, πρέπει να υπάρξει στο καπιταλιστικό παρόν, μολύνοντας με την διπλή της φύση, με την διπλή της υπόσταση τα ιερά και τα όσια της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Μια διπλή φύση που προκύπτει ως άρνηση της καπιταλιστικής εξουσίας, προτάσσοντας την εξουσία των δημιουργών της κοινωνικής οικονομικής εξέλιξης -του κόσμου της εργασίας- αλλά και ως κατάφαση προς ένα μέλλον κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας που αποτελεί την βάση της εργατικής εξουσίας αλλά και την αιτία της κατάργησής της ως τέτοιας.

Άρα η εργατική δημοκρατία ως αμετάκλητα αναγκαία προϋπόθεσή της επικράτησης του κομμουνιστικού προτάγματος, αναπόδραστα οδηγείται σε μια ανειρήνευτη σύγκρουση με την καπιταλιστική εξουσία εκφράζοντας σε περιεχόμενο και μορφή την εξουσία των εργαζόμενων , η οποία όμως αντλεί τον λόγο ύπαρξής της από την ενεργητική δράση των φορέων αυτής και όχι από την ανοχή τους ή την σιωπή τους στις αποφάσεις της ηγεμονικής εξουσίας. Κάτι που αποτελεί την Λυδία λίθο του καπιταλιστικού κοινωνικο-οικονομικού υποδείγματος. Η εργατική δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει ούτε για μια στιγμή ερήμην των εργαζόμενων που θα την επιβάλλουν. Κάθε άλλη εκδοχή δεν θα είναι παρά καρικατούρα και τερατογένεση της ίδιας της αστικής εξουσίας, που θα συνεχίσει να υφίσταται ίσως με διαφορετική μορφή αλλά με ανέγγιχτη την ουσία της.

Η εργατική δημοκρατία ως εξουσία και ως ελευθερία, αποτελούν τις δύο όψεις μιας ενιαίας φύσης , όπου η εργατική εξουσία αποτελεί όρο και προϋπόθεση επίτευξης της κοινωνικής ελευθερίας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, ενώ η ελευθερία αποτελεί το ιστορικό όριο της εργατικής εξουσίας και ταυτόχρονα είναι αυτή που θα προκαλέσει και την κατάργησή της, σε ένα ιστορικό κοινωνικό υπόδειγμα που θα έχει εκλείψει η ανάγκη της εξουσιαστικής ταξικής καταπίεσης.

Συνεπώς η εργατική δημοκρατία δεν μπορεί να παραμένει στο επίπεδο της γενικόλογης επίκλησης ενός μακρινού μέλλοντός, εν πολλοίς απροσδιόριστου και απρόσιτου, αλλά αντίθετα είναι αναγκαίο να ιδωθεί ως μια “εγκόσμια” παρούσα κοινωνική και πολιτική επιλογή, μέσο και προϋπόθεση ταυτόχρονα για την πραγμάτωση της πανκοινωνικής κομμουνιστικής απελευθέρωσης.


Αναρτήθηκε από Traverso Rossa





«Τους ξέρω»!

«Τους ξέρω»!





 Νίκος Μπογιόπουλος στον eniko

Δεν πρόκειται για «πολιτική πράξη». Είναι στυγνή δολοφονία. Δεν πρόκειται για «κινηματική δράση». Είναι μαφιόζικη δράση. Δεν πρόκειται για «ένοπλη πρωτοπορία». Είναι συνδικάτο εγκλήματος. Δεν πρόκειται για «αγωνιστές». Είναι το λούμπεν (παρα-κρατικό;) κατακάθι. Δεν πρόκειται για «επαναστάτες». Είναι προβοκάτορες.

Δεν ξέρω αν οι δολοφόνοι που διέπραξαν το στυγνό έγκλημα στο Νέο Ηράκλειο έδρασαν «επαγγελματικά» ή «ερασιτεχνικά». Αλλά «τους ξέρω»! Ξέρω ότι πρόκειται για αποβράσματα. Δεν ξέρω ποια είναι τα φυσικά πρόσωπα όσων οργάνωσαν, καθοδήγησαν και εκτέλεσαν το έγκλημα. Αλλά «τους ξέρω»! Ξέρω ότι πρόκειται για σεσημασμένους πολιτικούς προβοκάτορες (ή μήπως και προβο-πράκτορες;) που το αντίστοιχό τους μόνο στους χώρους του υποκόσμου και του παρακράτους μπορεί να εντοπιστεί.


Τα πολιτικά δεδομένα

1) Ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, υπάρχει τεράστια εμπειρία για τον ατελέσφορο είτε ταυτόχρονα για τον «πεμπτοφαλλαγγίτικο» ενάντια στο λαϊκό κίνημα ρόλο της λεγόμενης ατομικής τρομοκρατίας.

2) Η ατομική τρομοκρατία και το πολιτικό έγκλημα δεν υπήρξαν ποτέ επιλογή δράσης του επαναστατικού, του εργατικού, του λαϊκού κινήματος.

3) Οι φορείς της ατομικής τρομοκρατίας - και ειδικότερα της βαφτισμένης από τους νονούς της κατεστημένης σκέψης σαν δήθεν «αριστερή τρομοκρατία» - όσες φορές δεν πιάστηκαν στα πράσα να λειτουργούν ως κατασκευάσματα, ως ενεργούμενα και ως διασυνδεδεμένα παρακλάδια των υπηρεσιών του κράτους της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της καταστολής του λαού, αποδείχτηκε ότι αποτέλεσαν τους καλύτερους «συμπαίχτες» αυτού του κράτους και συνέχισαν να υπάρχουν παίζοντας το ρόλο των «χρήσιμων ηλιθίων» στην υπηρεσία του συστήματος που υποτίθεται ότι «πολεμούσαν».

Είναι καταγεγραμμένη πλέον η ιστορική γνώση για το σκοτεινό ρόλο των συγκεκριμένων ομάδων στη μεταπολεμική Ευρώπη. Ακόμα κι αν δεν είχαν εξαχθεί ασφαλή πολιτικά συμπεράσματα και δεν είχε σωρευτεί πλήθος πληροφοριών και στοιχείων για τις πολυπλόκαμες σχέσεις αυτών των ομάδων με κέντρα και υπηρεσίες της κρατικής τρομοκρατίας - από την εποχή κιόλας του Νετσάγεφ και της τσαρικής Οχράνα - θα αρκούσε, να τεθούν μερικά πολύ απλά ερωτήματα και να απαντηθούν με βάση την απλή, την κοινή (και τόσο σοφή) λογική, ώστε να υπάρξει μια ασφαλής εκτίμηση ως προς το τι στοχεύουν και για το πού θέλουν εξ αντικειμένου να οδηγήσουν τα πράγματα τα αθύρματα με τα κουμπούρια, σαν αυτά που έδρασαν την Παρασκευή.

Ποιος ωφελείται;

Η δράση των στυγερών δολοφόνων:

Α) Υπηρετεί την άθλια «θεωρία των δυο άκρων», ναι ή όχι; Αλλά αυτή η θεωρία δεν στοχεύει ούτε στους δολοφόνους φασίστες με την «αντισυστημική» μάσκα, ούτε στους εξίσου φασίστες δολοφόνους με τη μάσκα του «αντιφασίστα». Στοχεύει ευθέως στο δικαίωμα του λαού να διαμαρτύρεται. Να αντιδρά. Να κινητοποιείται. Να απεργεί. Να διαδηλώνει. Να οργανώνεται ταξικά. Και να διαλαλεί το δικαίωμά του να ανατρέψει πολιτικά τους «δημίους» του. Όποιος ενισχύει τη «θεωρία των δυο άκρων», υπονομεύει το δικαίωμα του λαού να αντισταθεί και να απελευθερωθεί από την ακραία πολιτική που τον εξοντώνει.

Β) Υπηρετεί τα διαγγέλματα περί «νόμου και τάξης», ναι ή όχι; Αλλά όσοι ενισχύουν την θεωρία «του νόμου και της τάξης», εκείνο που κάνουν είναι να ενισχύουν την πολιτική που θέλει να επιβάλλει την «τάξη» της υποταγής στην «νομιμότητα» των μνημονίων. Στην «νομιμότητα» των χαρατσιών. Στην «νομιμότητα» των απολύσεων. Στην «νομιμότητα» της φτώχειας. Στην «νομιμότητα» του λαϊκού εξανδραποδισμού.

Γ) Υπηρετεί το κλίμα της τρομοϋστερίας, του «χάους», του «διχασμού», του «εμφυλίου», της «αποσταθεροποίησης», ναι ή όχι; Αλλά όποιος τροφοδοτεί την εκφοβιστική προπαγάνδα περί «εμφυλίου», εκείνο που κάνει είναι να δρα σαν ταγματασφαλίτης στην υπηρεσία του μονομερούς «ταξικού εμφυλίου» που έχει κηρυχτεί χρόνια τώρα από τους ανακεφαλαιοποιημένους τραπεζίτες στον ξεπαραδιασμένο λαό. Από τους φοροαπαλλασσόμενους εφοπλιστές στον χαρατσωμένο λαό. Από τους «επενδυτές» κεφαλαιοκράτες στον ρακένδυτο λαό των 400 ευρώ βασικό. Όποιος καλλιεργεί κλίμα «αποσταθεροποίησης» ζητά την ακινησία του λαού απέναντι στην «σφαγή» του και ρίχνει νερό στο μύλο μιας «σταθερότητας» που ισοδυναμεί με εκατομμύρια ανέργους, με δεκάδες χιλιάδες λουκέτα, με χιλιάδες αυτοκτονίες. Όποιος παίζει το παιχνίδι της προπαγάνδας των «λύκων» περί «διχασμού», εκείνο που κάνει είναι να καλλιεργεί στα «πρόβατα» την προπαγάνδα της «ενότητας» με τους «λύκους».

Δ) Υπηρετεί την προπαγάνδα περί «δημοκρατικών τόξων» και περί «ομαλότητας», ναι ή όχι; Αλλά αν το «τόξο» που θα μας σώσει από τα «άκρα» των μαχαιροβγαλτών φασιστών (από τη μια) και των πιστολέρο «αντιφασιστών» (από την άλλη) είναι «δημοκρατικό», τότε θα έρθουν να μας πουν ότι «δημοκρατικό» παραμένει το ίδιο αυτό «τόξο» και όταν κυβερνάει με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου. Με Προεδρικά Διατάγματα. Με επιστρατεύσεις εργαζομένων. Με κήρυξη παράνομων των 9 στις 10 απεργιών. Με τους νόμους που απελευθερώνουν τις απολύσεις και δεσμεύουν τους μισθούς, τις συντάξεις και τα επιδόματα από τις εφορίες. Με τα «μαύρα» στην ΕΡΤ και με τις «μαύρες κουκούλες» στα παιχνίδια των υπηρεσιών του με τους (τάχα «αγανακτισμένους») χρυσαυγίτες και με τους (τάχα «αντιεξουσιαστές») κουκουλοφόρους! Ακόμα κι αν δεν υπήρχαν όσοι βοηθούν να μακιγιαριστεί σαν «δημοκρατικό» αυτό το (αστικό) πολιτικό τόξο, που προάγει ως «ομαλότητα» να πληρώνουν τα υποζύγια αέναα και αδιαμαρτύρητα την κρίση που προκαλούν τα αφεντικά τους, το κράτος της «ομαλότητας» ως συλλογικός κομματάρχης της τάξης των καταπιεστών, τέτοιους «μακιγιέρ» θα είχε κάθε λόγο να τους κατασκευάσει το ίδιο.

Ε) Υπηρετεί την ναζιστική, εγκληματική ηγετική ομάδα της Χρυσής Αυγής, που μετά απ’ όσα έχει διαπράξει, της προσφέρεται το δώρο της τυμβωρυχίας πάνω στο αίμα των δολοφονημένων μελών της, για να επιχειρήσει την «θυματοποίηση» του εγκληματικού χαρακτήρα του ναζισμού και του φασισμού, ναι ή όχι;

«Φυλαγμένα μυστικά»!

Το αποτρόπαιο έγκλημα στο Νέο Ηράκλειο ήρθε λες και ήταν «κατά παραγγελία» εκείνων που θέλουν να φοβίσουν το λαό. Να τον αποπροσανατολίσουν την ώρα των νέων μέτρων. Των νέων «διαβουλεύσεων» με την τρόικα. Των νέων φόρων. Των υποκλοπών. Ήρθε ακριβώς πάνω στην ώρα της εξάντλησης της «πειθούς» των εκβιαστικών διλημμάτων μιας πολιτικής που στέλνει «πατριωτικά» τους Έλληνες στη μετανάστευση, στα συσσίτια και στις ουρές της ανεργίας. Ήρθε για να διευκολύνει τη νομιμοποίηση μέτρων αστυνομοκρατίας και κατασταλτικής αυθαιρεσίας. Για να τροφοδοτήσει τον ακροδεξιό πολιτικό λόγο που ξιφουλκεί κατά των ελευθεριών και των δικαιωμάτων στο όνομα της ασφάλειας. Ήρθε για να υπονομεύει τη μαζική, οργανωμένη, πολιτική πάλη. Ήρθε την πιο κρίσιμη ώρα που το χρειαζόταν το σύστημα για τη συκοφάντηση των αντιπάλων του.

Εκείνος που ωφελείται από τους πιστολέρο των σεχτών του εγκλήματος, δεν είναι ο λαός, δεν είναι οι εργαζόμενοι, δεν είναι τα δημοκρατικά δικαιώματα. Ωφελείται εκείνος που χρειάζεται χειροπιαστά άλλοθι, για να εντείνει τη βία του κατά του λαού.

Επαναλαμβάνουμε:

Ενέργειες όπως αυτή στο Νέο Ηράκλειο όχι μόνο δεν ριζοσπαστικοποιούν αλλά συκοφαντούν. Δεν αποβλέπουν στην ανάταση του λαού αλλά στην υπονόμευση του λαού. Δεν αποσκοπούν στην ανάπτυξη αλλά στη ναρκοθέτηση των αγώνων του. Δεν αφυπνίζουν αλλά τρομάζουν. Δεν συσπειρώνουν αλλά αποσυσπειρώνουν το λαϊκό και το εργατικό κίνημα από τις εφεδρείες του και από τις νέες ζωντανές δυνάμεις που χρειάζονται για την αναγέννησή του. Δεν χτυπούν το φασισμό αλλά τον ενισχύουν.

Από εγκλήματα όπως αυτό στο Νέο Ηράκλειο ωφελούνται εκείνοι που ακόμα κι όταν δεν υπάρχουν στην πιάτσα οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» (ή τα ενεργούμενα;) σαν αυτούς που έδρασαν προχτές, πολύ θα ήθελαν να υπάρχουν. Αυτό είναι πια, κοινό μυστικό. Και όπως έλεγε ο Μπέρναρ Σω «δεν υπάρχουν καλύτερα φυλαγμένα μυστικά από εκείνα που όλοι τα γνωρίζουν»!

Κι αυτό -το πολιτικά αντικειμενικό γεγονός- δεν συνιστά αστυνομική ερμηνεία. Ούτε πολύ περισσότερο προϊόν πληροφόρησης για την ταυτότητα των δραστών. Συνιστά πολιτική εκτίμηση, που δεν μπορεί να την αγνοούν ούτε καν οι «χρήσιμοι ηλίθιοι». Αν φυσικά πρόκειται για «χρήσιμους ηλίθιους». Και όχι για χρήσιμους κατασκευασμένους «προβοκράτορες», που έβαλαν τη μάσκα του «Ζορό» για να κρύψουν ότι ενεργούν σαν «Ράμπο» της καθεστηκυίας τάξης.

Απέναντι σε όλους αυτούς ο λαός μπορεί και πρέπει να ορθώσει το ανάστημά του. Να μη φοβηθεί. Να συσπειρωθεί και να διατρανώσει το «όχι» του, τόσο απέναντι στην «εγκληματική» πολιτική που τον εξανδραποδίζει, όσο και απέναντι στους πάσης φύσεως εγκληματίες που – εξ’ αντικειμένου – την υπηρετούν. Να τους σαρώσει! Τα εκατομμύρια του λαού, με τα καθαρά πρόσωπα, μπορούν να τους σαρώσουν! Η μεθαυριανή γενική απεργία, η απεργία της Τετάρτης, και η μαζική ανταπόκριση του λαού κάτω από τα ταξικά του λάβαρα, είναι μια καλή ευκαιρία άμεσης και μυριόστομης απάντησης!



Από τη «Λευκή Βίβλο» στο σήμερα

Από τη «Λευκή Βίβλο» στο σήμερα



Η νέα επίθεση της κυβέρνησης για το τσάκισμα σε ό,τι έχει απομείνει από το Σύστημα Κοινωνικής ασφάλισης, με νέα αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, μείωση έως κατάργηση των εργοδοτικών εισφορών, νέα δραστική μείωση των συντάξεων, έχει τις ρίζες της στη «Λευκή Βίβλο» της ΕΕ, δηλαδή στα 1994 και ιδιαίτερα στη «Στρατηγική της Λισαβόνας.

Σύμφωνα με τη «Λευκή Βίβλο» η μείωση του λεγόμενου «κόστους εργασίας» μπορεί να επιτευχθεί:

-- Με τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών, που χρηματοδοτούν οικογενειακά επιδόματα, ελάχιστες παροχές γήρατος, σοβαρές ασθένειες, μακροχρόνια ανεργία.

«Στις περιπτώσεις αυτές -αναφέρεται- η μείωση θα μπορούσε να αφορά αρχικά τις εισφορές, οι οποίες χρηματοδοτούν δαπάνες που εντάσσονται κανονικά στα πλαίσια της εθνικής αλληλεγγύης: οικογενειακά επιδόματα, ελάχιστες παροχές γήρατος, σοβαρές ασθένειες, μακροχρόνια ανεργία» (θέση 8.3).

-- Με τη μείωση των κοινωνικών εισφορών, που αφορούν τις «θέσεις απασχόλησης, που δεν απαιτούν ειδίκευση» (θέση 8.2). Εδώ ο ανειδίκευτος και ο νέος εργάτης αποτελούν ειδικούς στόχους στη γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου.

Και επειδή ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η μείωση του «κόστους εργασίας», ορίζεται:

«Η μείωση αυτή θα μπορούσε να αφορά... τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης των εργοδοτών» (θέση 9.3).

Και «Μείωση του σχετικού κόστους εργασίας σε σχέση με τους άλλους συντελεστές της παραγωγής... με μείωση π.χ. των εισφορών των εργοδοτών για την κοινωνική ασφάλιση» (θέση 8.8).

Η έναρξη εφαρμογής αυτών των μέτρων στην Ελλάδα, έγινε κυρίως από τις αρχές της 10ετίας του '90 και μετά, στο όνομα των κινδύνων βιωσιμότητας των Ταμείων. Ετσι η τότε κυβέρνηση της ΝΔ, άνοιξε το δρόμο των ανατροπών, ψηφίζοντας το νόμο 2084/92, που προβλέπει: Θεσμοθέτηση του ειδικού καθεστώτος για τους ασφαλιζόμενους απ' την 1.1.1993. Οριο ηλικίας για τους άνδρες και τις γυναίκες το 65ο έτος. Ελάχιστος χρόνος ασφάλισης 15 χρόνια. Βάση υπολογισμού της σύνταξης οι αποδοχές της τελευταίας πενταετίας, χωρίς δώρα εορτών. Σύνταξη κύρια για 35 χρόνια ασφάλισης, το 60% των συντάξιμων αποδοχών και επικουρική σύνταξη το 20%. Για να έρθει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1998 με το «μίνι ασφαλιστικό» να ξεκινήσει συγχωνεύσεις Ταμείων και να αντιμετωπίσει τα χρέη από εργοδοτικές εισφορές (χαριστικές ρυθμίσεις αφού ουσιαστικά γίνονται άτοκα). Σήμερα προετοιμάζουν την καθιέρωση του τριφασικού συστήματος, δηλαδή μιας εθνικής σύνταξης επιδοματικού χαρακτήρα, μιας επικουρικής με ανταποδοτικό χαρακτήρα και μιας ιδιωτικής για όσους ασφαλιστούν σε ιδιωτική εταιρεία. Μόνο που οι ιδιωτικές εταιρείες έχουν έτοιμα πακέτα και για τη διαχείριση των επικουρικών συντάξεων. Από τότε, από το 2000, συζητούσαν μέτρα τα οποία εφαρμόζονται σήμερα.

Στη συνέχεια ήρθε η Σύνοδος Κορυφής της Λισαβόνας το Μάρτη του 2000 με στρατηγικό στόχο: «Να γίνει η οικονομία της ΕΕ ανταγωνιστικότερη των ΗΠΑ».

Εννοούν, να απολαμβάνουν τα ευρωπαϊκά μονοπώλια όρους, που θα τους επιτρέπουν να αυξάνουν τα κέρδη τους και να κινούνται από καλύτερες θέσεις στις εθνικές και διεθνείς αγορές.

Γι' αυτό οι αποφάσεις της Λισαβόνας προβλέπουν:
Σκληρή και παρατεταμένη λιτότητα.
Επέκταση της απασχολησιμότητας. Δηλαδή, σκληρό χτύπημα της σταθερής εργασίας και υποκατάστασή της από μορφές ελαστικής υποαπασχόλησης.
Μεγαλύτερη προτεραιότητα στη λεγόμενη «διά βίου μάθηση», στην οποία θα οδηγούνται άνεργοι και εργαζόμενοι, για να πάρουν, υποτίθεται, εφόδια.

Επί της ουσίας, πρόκειται για ευκαιριακές γνώσεις χωρίς αντίκρισμα.

Ολα αυτά συγκλίνουν σε ένα φαύλο κύκλο, που θα αρχίζει με την ανεργία, θα συνεχίζει με την ψευτοκατάρτιση και την υποαπασχόληση και θα κλείνει πάλι με την ανεργία, σε περιβάλλον συνεχούς υποβάθμισης των μισθών, των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.

Οι αποφάσεις της Λισαβόνας δεν αφορούν μόνο στις εργασιακές σχέσεις και τους όρους αμοιβής. Αφορούν στην Κοινωνική Ασφάλιση, στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, στην Υγεία και την Πρόνοια. Οι αποφάσεις της Λισαβόνας είναι σαφέστατες.

Μιλούν για μέτρα διασφάλισης της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών συστημάτων.

Η βιωσιμότητα είναι ο «Δούρειος ιππος» για τις ανατροπές δικαιωμάτων και την οικοδόμηση ενός αντεργατικού συστήματος, το οποίο όχι μόνο δεν μπορεί να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων, αλλά θα τους φορτώνει συνεχώς και νέα βάρη, θα χειροτερεύει την κατάστασή τους.

Οι αντεργατικές αλλαγές στην Κοινωνική Ασφάλιση, που γίνονται στο έδαφος της επέκτασης της μερικής απασχόλησης, προωθούνται σε δύο κατευθύνσεις:

1. Από τη μία, έχουμε την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, την καθήλωση των συντάξεων, την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων, τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών και της κρατικής χρηματοδότησης.

2. Από την άλλη, έχουμε την ιδιωτικοποίηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, την πλοκή της με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και το Χρηματιστήριο. Αιχμή αυτής της εξέλιξης αποτελούν τα λεγόμενα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά ταμεία, που καθιερώθηκαν και στην Ελλάδα με το νόμο 3029/2002 της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος γίνεται σήμερα σημαία από την κυβέρνηση της ΝΔ.

Το μέλλον της Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της ΕΕ, τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου, συνδέεται με τη δημιουργία τριών πυλώνων:

Ο πρώτος προβλέπει προνοιακές κύριες συντάξεις. Ο δεύτερος αφορά στα λεγόμενα επαγγελματικά ταμεία (τα οποία οδηγούν στην εκτόπιση της επικουρικής ασφάλισης) και προβλέπουν σύνταξη ανάλογα με την απόδοση που θα έχουν οι επενδύσεις τους στο Χρηματιστήριο. Ο τρίτος αφορά στην καθαρά ιδιωτική ασφάλιση από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, που θα αναπτύσσονται, τόσο στον τομέα των συντάξεων, όσο και στον τομέα της Υγείας.

Μετά τη Λισαβόνα ακολούθησαν οι Σύνοδοι Κορυφής στη Στοκχόλμη, στο Λάακεν, στη Βαρκελώνη κ.λπ. Σε κάθε Σύνοδο έγιναν προσαρμογές, συμπληρώσεις με μεγαλύτερη επιθετικότητα.

Η εφαρμογή της στην Ελλάδα επιδιώχτηκε με τις προτάσεις του τότε υπουργού Εργασίας της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ Α. Γιαννίτση το Μάρτη του 2001. Εχει τη σημασία της η καταγραφή τους παρ' όλο που με την ανάπτυξη της ταξικής πάλης με μοχλό το ΠΑΜΕ, και την τεράστια απεργιακή κινητοποίηση τον Απρίλη του 2001, το σχέδιο αυτό αποσύρθηκε, αλλά οι προτάσεις του άρχισαν να εφαρμόζονται σταδιακά αμέσως μετά από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στη συνέχεια (νόμοι Ρέππα, Πετραλιά, Κουτρομάνη), και ολοκληρώνονται σήμερα. Ας τις δούμε:
Τι προβλέπει το σχέδιο Γιαννίτση

1. Αυξάνονται τα όρια συνταξιοδοτικής ηλικίας στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα για άνδρες και γυναίκες, στα 65 χρόνια όπως ισχύει για τους νεοασφαλιζόμενους από 1.1.93, σύμφωνα με τον αντιδραστικό νόμο 2084/92 της ΝΔ.

Δηλαδή, η κυβέρνηση όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με τη θέση των εργαζομένων για την κατάργηση των αντιασφαλιστικών νόμων της περιόδου 1990-1993 της ΝΔ και το αντεργατικό καθεστώς που επιβλήθηκε, αλλά στηρίζεται σ' αυτό το καθεστώς, το επεκτείνει σε όλους τους ασφαλισμένους και το προσαρμόζει ακόμα σε πιο αντιλαϊκή κατεύθυνση.

Με τα αντιλαϊκά μέτρα παρατείνεται ο εργάσιμος βίος, η διαδικασία της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Καταπατείται το δικαίωμα των εργαζομένων να ζήσουν ορισμένα χρόνια απαλλαγμένοι από τα βάρη των υποχρεώσεων της συμμετοχής στην παραγωγική διαδικασία. Ερχεται -όσο μακάβριο και αν είναι- πιο κοντά η έναρξη της συνταξιοδότησης με το θάνατο.

Η αύξηση των ορίων ηλικίας προωθείται σε συνθήκες αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και συγκέντρωσης τεράστιου πλούτου, που αντικειμενικά επιτρέπει στους εργαζόμενους και στους συνταξιούχους να ζήσουν καλύτερα, αλλά η διαδικασία αυτή προσκρούει στο καθεστώς της κυριαρχίας των μονοπωλίων και στην πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντά τους.

Οι εργαζόμενοι καλούνται να δώσουν τη μάχη επιθετικά απαιτώντας τη μείωση του ορίου συνταξιοδοτικής ηλικίας, διεκδικώντας συνταξιοδότηση στα 60 και τα 55 χρόνια για άνδρες και γυναίκες αντίστοιχα - 55 και 50 για τα βαρέα, ανθυγιεινά επαγγέλματα.

2. Επισφραγίζεται η αύξηση των ημερών ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και γενικεύεται η νομοθετική ρύθμιση της ΝΔ που απαιτεί τη συμπλήρωση 4.500 ημερών ασφάλισης (15 εργάσιμα χρόνια) για την κατώτερη σύνταξη.

Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση επικυρώνει, για όλους τους εργαζόμενους, την κατάργηση της προϋπόθεσης των 4.050 ημερών ασφάλισης για την κατοχύρωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος που ίσχυε μέχρι το 1992 και έρχεται σε αντίθεση με το αίτημα των εργαζομένων που απαιτούν τη μείωση του χρόνου ασφάλισης για την κατοχύρωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

3. Καταργείται η 35ετία ως προϋπόθεση κατοχύρωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ανεξαρτήτως ηλικίας και επιβάλλεται ο εξοντωτικός όρος της συμπλήρωσης 40 χρόνων ασφάλισης ή 12.000 ημερών εργασίας.

Πρόκειται για μέτρο που εκφράζει σαδιστική αντεργατική αντίληψη, ενώ ακόμα και ο πιο απλός υπολογισμός δείχνει ότι το μέτρο καθίσταται απαγορευτικό ιδιαίτερα σε συνθήκες αυξημένης ανεργίας και εξάπλωσης της μερικής απασχόλησης.

Αποκτά ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο η εφαρμογή της 35ετίας αλλά και η διεκδίκηση του αιτήματος της συνταξιοδότησης στα 30 χρόνια ασφάλισης ή 9.000 μέρες εργασίας ανεξαρτήτως ηλικίας, που ανταποκρίνεται στις συνθήκες αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και δίνει ουσιαστική απάντηση στο πρόβλημα της εντεινόμενης φθοράς της εργατικής δύναμης.

4. Μέσα από τη διαδικασία της επανεξέτασης των βαρέων - ανθυγιεινών επαγγελμάτων ανοίγει ο δρόμος για τον αποχαρακτηρισμό σειράς ειδικοτήτων και επαγγελμάτων, για το χτύπημα αυτής της σημαντικής κατάκτησης. Αυτός είναι ο στόχος της κυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των βιομηχάνων και δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού και συζήτησης για το «ποιος θα γλιτώσει».

Το αντεργατικό αυτό μέτρο προωθείται σε συνθήκες που επιβάλλουν αποφασιστικότερα μέτρα προστασίας των εργαζομένων οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι σε βλαπτικούς, επικίνδυνους παράγοντες και αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών που «εκσυγχρονίζονται» και πολλαπλασιάζονται.

Το αίτημα που βγάζει η ίδια η ζωή αφορά στην επέκταση του θεσμού των βαρέων-ανθυγιεινών αλλά και στη λήψη πρόσθετων μέτρων προστασίας των εργαζομένων κατά τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης και ειδικής μέριμνας κατά τη διάρκεια της «απομαχίας».

5. Μειώνεται το ύψος των συντάξεων τόσο μέσα από την αρνητική αλλαγή της σχέσης ανάμεσα στη σύνταξη και το μισθό, όσο και μέσα από τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων.

Με τα αντιλαϊκά μέτρα επιβάλλεται ο καθορισμός της κύριας σύνταξης στο 60% του μισθού - από το 80% που ισχύει σήμερα - ενώ ο υπολογισμός της σύνταξης καθορίζεται στη βάση του μέσου όρου των μισθών της τελευταίας δεκαετίας και καταργείται ο υπολογισμός της σύνταξης με βάση τον τελευταίο μισθό που ισχύει, π.χ., για το δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και το μέσο όρο των μισθών της τελευταίας 5ετίας που ισχύει για το ΙΚΑ.

Πρόκειται για δραστική μείωση των κύριων και επικουρικών συντάξεων, που θα ξεπεράσει ακόμα και το 50%.

Οι συνέπειες είναι βαρύτατες.

Μέσα από τα αντιλαϊκά μέτρα προβάλλει η οδυνηρή τάση της υποβάθμισης των συντάξεων, της ζωής των συνταξιούχων και των οικογενειών τους. Προωθείται ο στόχος της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη σταδιακή μετατροπή των συντάξεων -όχι μόνο των κατώτερων συντάξεων- σε επιδόματα.

6. Στα πλαίσια αυτής της τάσης πρέπει να εξεταστεί το κυβερνητικό μέτρο για την κατάργηση των κατώτερων συντάξεων, που μετατρέπονται σε «βοηθήματα φιλανθρωπίας».

Είναι γνωστό ότι με τα αντιασφαλιστικά μέτρα της ΝΔ αποδεσμεύτηκε η κατώτερη σύνταξη από τα 20 Ημερομίσθια Ανειδίκευτου Εργάτη (ΗΑΕ) και κατέληξε να καλύπτει μόνο περίπου τα 15,5 ΗΑΕ που συμπληρώνονται μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις, στη βάση εισοδηματικών κριτηρίων, από το περιβόητο Επίδομα Αλληλεγγύης (ΕΚΑΣ), που αποτελεί το όχημα για την κατάργηση των κατώτερων συντάξεων.

Με τα νέα μέτρα η σημερινή κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ (σύνταξη πείνας) που είναι 124.150 δρχ. οδηγείται στην ακόμα μεγαλύτερη κατάντια των 60.000 δρχ. περίπου.

Οι κυβερνητικές αναφορές περί αύξησης αυτού του άθλιου ποσού με (προαιρετικό) επίδομα αλληλεγγύης τύπου ΕΚΑΣ, το οποίο θα στηρίζεται σε εισοδηματικά κριτήρια, δεν πρέπει να ξεγελάσει κανέναν.

Η ουσία είναι ότι η αντεργατική πολιτική της λεγόμενης ανταποδοτικότητας σπάζει κόκαλα και θα την πληρώσουν ακριβά οι συνταξιούχοι.

Η φτώχεια θα επεκταθεί με ραγδαίους ρυθμούς και αυτό προσπαθεί να ελέγξει η κυβέρνηση με τα δίκτυα της μιζέριας, με τα λεγόμενα προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας που προδιαγράφουν την προοπτική που θα βιώσουν χιλιάδες και χιλιάδες εργαζόμενοι και συνταξιούχοι.

Οι εργαζόμενοι καλούνται να διεκδικήσουν τα 20 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη ως βάση της κατώτερης σύνταξης, να απαιτήσουν ουσιαστικές αυξήσεις στις συντάξεις και καθορισμό της σύνταξης στο 80% του μισθού. Παλεύοντας ταυτόχρονα για μισθούς και ημερομίσθια που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες αυξημένες ανάγκες γιατί διαφορετικά η υποβάθμιση των μισθών θα παρασέρνει συνεχώς προς τα κάτω τις συντάξεις.

7. Η θέση της κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης αποτελεί χειρίστου είδους πρόκληση σε βάρος των εργαζομένων.

Λέει το εξής: Παρατείνεται η διατήρηση της τριμερούς χρηματοδότησης για τους μετά την 1.1.93 ασφαλισμένους.

Με τη θέση αυτή η κυβέρνηση συνεχίζει να αρνείται την καθιέρωση κρατικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους μέχρι το 1993.

Ταυτόχρονα,

Α) Η κυβέρνηση αρνείται να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του κράτους και για τους νεοασφαλιζόμενους από 1.1.93 αφού, όπως είναι γνωστό, οφείλει στα Ταμεία ποσά εκατοντάδων δισεκατομμυρίων.

Β) Αρνείται να καταβάλει χρόνιες οφειλές του κράτους που ανέρχονται σε τρισεκατομμύρια δραχμές, από την εκμετάλλευση των αποθεματικών των Ταμείων (που τα χρησιμοποίησε χωρίς τόκους για δεκαετίες), την άσκηση της λεγόμενης κοινωνικής πολιτικής με τα χρήματα των ασφαλισμένων (π.χ., συντάξεις παλιννοστούντων Αιγυπτιωτών, συγχωνεύσεις προβληματικών Ταμείων, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις κ.ά.) - υποχρεώσεις δηλαδή του κρατικού προϋπολογισμού.

Γ) Υποθάλπει την εισφοροδιαφυγή της εργοδοσίας, ιδιαίτερα του μεγάλου κεφαλαίου, που υπολογίζεται σε 1 τρισεκατομμύριο το χρόνο.

Συντηρεί τη «μαύρη» - ανασφάλιστη εργασία. Ενώ πρόσφατα με το νόμο 2874/2000 για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων μείωσε την εργοδοτική εισφορά υπέρ του κλάδου κύριας σύνταξης του ΙΚΑ κατά 2% στο όνομα της τόνωσης της απασχόλησης!

Στη βάση των παραπάνω στοιχείων και με δεδομένο ότι η ανεργία αγκαλιάζει περισσότερους από 550.000 ανθρώπους ενώ επεκτείνονται οι ελαστικές μορφές απασχόλησης, γίνεται φανερό ότι με την πολιτική της κυβέρνησης τα βάρη της χρηματοδότησης, τα βάρη των οικονομικών προβλημάτων των Ταμείων, που δημιουργεί η αντιλαϊκή πολιτική, θα τα σηκώσουν με ακόμα πιο δυσβάσταχτους όρους οι ίδιοι οι εργαζόμενοι.

Εδώ βρισκόμαστε σήμερα, και αυτό το ομολογεί όχι μόνο το κυβερνητικό τερατούργημα για την αύξηση των ορίων ηλικίας, τη μείωση των συντάξεων, τη χειροτέρευση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, αλλά και τα άλλα αντιλαϊκά μέτρα, που αφορούν στην επιβολή των ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων στα νοσοκομεία, την περικοπή, την υποβάθμιση των υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας.

Από τη στιγμή που η επιλογή της κυβέρνησης, της ΝΔ, της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι η δραστική μείωση των κρατικών και εργοδοτικών υποχρεώσεων, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της ενίσχυσης του μεγάλου κεφαλαίου, το βάρος θα μετατοπίζεται συνεχώς προς την πλευρά των εργαζομένων, με περικοπές δικαιωμάτων και κοινωνικών παροχών, με νέα αντιλαϊκά «πακέτα». Πάντα βεβαίως με το επιχείρημα της «βιωσιμότητας» των Ταμείων που αποτέλεσε και το ψευτοεπιχείρημα της ΝΔ στις αρχές της δεκαετίας του '90 αλλά δεν πέρασαν ούτε 10 χρόνια και η επίθεση κατά των εργαζομένων κλιμακώθηκε.

Ετσι σήμερα το ζήτημα των στόχων πάλης για τη χρηματοδότηση του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης τίθεται ακόμα πιο καθαρά:

-- Πάλη για την καταβολή των κλεμμένων και το χτύπημα της εισφοροδιαφυγής με σαφή προσανατολισμό: Να μην επιβληθεί καμία πρόσθετη επιβάρυνση στους ασφαλισμένους, να ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημα της μείωσης του ποσοστού της συμμετοχής των εργαζομένων στην προοπτική της απαλλαγής τους από τις ασφαλιστικές εισφορές.

-- Το κόστος χρηματοδότησης της Υγείας και της Πρόνοιας να το αναλάβει άμεσα το κράτος, με τη συμμετοχή της εργοδοσίας, ιδιαίτερα του μεγάλου κεφαλαίου.
Ο ρόλος της ΕΕ στο Ασφαλιστικό

Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής των «15» στη Στοκχόλμη γύρω από το Ασφαλιστικό ήταν σαφείς: Μέχρι τα τέλη του 2001 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εντέλλεται να «προχωρήσει στην έγκριση του κανονισμού ...για το συντονισμό των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης» στο πλαίσιο της ΕΕ (άρθρο 32 των Συμπερασμάτων του Συμβουλίου Κορυφής της Στοκχόλμης). Μέχρι τα τέλη Δεκέμβρη λοιπόν πρέπει ο καθένας εκ των «15» και όλοι μαζί να έχουν «καθαρίσει» με το κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα στις χώρες τους. Γι' αυτό και ο κ. Σημίτης μας έκανε τη χάρη να επεκτείνει τον ...«κοινωνικό διάλογο» μέχρι τα τέλη του χρόνου. Είναι η διορία που του έχει θέσει η ΕΕ...

Η εξειδίκευση αυτής της τακτικής του κεφαλαίου, μέσα από τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας, είναι αποκαλυπτική των πραγματικών προθέσεων της άρχουσας τάξης. Ας δούμε πώς αποτυπώνεται αυτή η πραγματικότητα μέσα από το ανείπωτο κυβερνητικό ψεύδος:

1) Λένε ότι θέλουν να σώσουν το κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα. Είναι οι ίδιοι που με υπουργική απόφαση, δυο βδομάδες πριν τις εκλογές του περσινού Απρίλη, κατάργησαν κάθε περιορισμό, όσον αφορά το τζογάρισμα των αποθεματικών των Ταμείων στο Χρηματιστήριο! Είναι αυτοί που έδιναν εντολές σε διοικητές Ταμείων να τζογάρουν τα λεφτά των ασφαλισμένων στη Σοφοκλέους για να «στηρίξουν» το δείκτη και να κερδίσουν μερικά ψηφαλάκια. Πόσα λεφτά εργαζόμενων εξανεμίστηκαν για την ψηφοθηρία τους; Οι συνεργάτες της ΓΣΕΕ τα υπολογίζουν - επιεικώς - μεταξύ 150 και 200 δισεκατομμυρίων. Οι ίδιοι θα απαντήσουν ποτέ;

2) Λένε ότι ενδιαφέρονται για το δημόσιο χαρακτήρα του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης. Η αλήθεια είναι η ακριβώς αντίθετη: Απαξιώνοντας από τη μια το ποσό των συντάξεων και καθιστώντας από την άλλη ανέφικτη την απολαβή της όποιας σύνταξης, εκείνο που ουσιαστικά κάνουν είναι να περνούν την ιδιωτικοποίηση από το «παράθυρο», οδηγώντας τους εργαζόμενους σε αναζήτηση «συνταξιοδοτικών προγραμμάτων» από ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Μπορούν να μας πουν πόσο ...συνεπείς αποδείχτηκαν οι ασφαλιστικές εταιρείες προς τους ασφαλισμένους που έπεσαν στα δίχτυα τους, καθ' όλη τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας που «πουλούν» συντάξεις;

3) Λένε ότι ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν τη μελλοντική σύνταξη των νέων ανθρώπων. Μα τα ίδια τα επίσημα στοιχεία της Κομισιόν σημειώνουν ότι στις ηλικίες μέχρι και 30 χρόνων στην Ελλάδα η ανεργία αγγίζει το 40%. Αυτό - εφόσον συνδυαστεί με τα μέτρα που προτείνουν - πολύ απλά σημαίνει ότι το 40% τουλάχιστον των νέων ανθρώπων, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι σταθούν τυχεροί και βρουν δουλειά άμεσα, θα πρέπει να περιμένουν μέχρι τα 70 τους για να πάρουν σύνταξη!

4) Λένε ότι το πρόβλημα της ανεργίας θα λυθεί με την επέκταση της μερικής απασχόλησης. Είναι προφανές, με βάση το πακέτο Γιαννίτση, ότι οι «απασχολήσιμοι» πετιούνται ολοσχερώς εκτός κάθε έννοιας Κοινωνικής Ασφάλισης. Ουδέποτε θα στοιχειοθετήσουν δικαίωμα συνταξιοδότησης, ουδέποτε θα στοιχειοθετήσουν δικαίωμα κοινωνικών παροχών στον τομέα της Υγείας.

5) Λένε ότι το «ασφαλιστικό πακέτο» εντάσσεται στο γενικότερο σχεδιασμό τους για την ενίσχυση της απασχόλησης. Μα, αυξάνοντας τα όρια συνταξιοδότησης, επεκτείνοντας τα χρόνια εργασίας, σε μια περίοδο που το αίτημα για μείωση του χρόνου εργασίας είναι υπερώριμο, δεν είναι προφανές ότι η ανεργία θα φουντώσει με συνέπεια τη μείωση των εσόδων των Ταμείων, πρόβλημα που με τη σειρά του θα αναπαράγει και θα διαιωνίζει το οικονομικό πρόβλημα των Ταμείων κ.ο.κ.;

6) Λένε πως για τα οικονομικά προβλήματα των Ταμείων πρέπει να αναλάβουν «όλοι» τις ευθύνες τους. Ρωτάμε: Πότε, ποιος εργαζόμενος δεν πλήρωσε τις εισφορές του; Εκείνοι που δεν πλήρωναν (και δεν πληρώνουν) είναι οι βιομήχανοι, οι καπιταλιστές και το κράτος τους, που κλέβει για δεκαετίες τα λεφτά των εργατών και τα δίνει στους «ευεργέτες», για να κάνουν ...ανάπτυξη. Γιατί, λοιπόν, πρέπει «όλοι» να αναλάβουν τις ευθύνες τους; Γιατί λοιπόν οι εργαζόμενοι να αναλάβουν (ξανά) τις ευθύνες των χορτάτων και των κλεφτών;

7) Λένε ότι με τα μέτρα τους εμπεδώνουν την «κοινωνική ασφάλεια». Μα όταν φτάνουν να θέτουν σε αχρηστία ακόμα και το ελάχιστο, δηλαδή την κατώτατη σύνταξη, όταν η κατώτατη σύνταξη που σήμερα είναι 124.000, αλλά με τα μέτρα τους θα ξεπερνά δε θα ξεπερνά τις 70.000 (!), για ποια «κοινωνική ασφάλεια» μιλάμε;

8) Λένε ότι τα μέτρα τους στοχεύουν, εκτός των άλλων, και στην καλύτερη «οργάνωση» του συστήματος. Μα η «οργάνωσή τους» είναι μια χαρά, όταν υπολογίζουν το ύψος της «μαύρης» και της «ανασφάλιστης» εργασίας. Ξέρουν πολύ καλά το μέγεθος των τρισ. που χάνονται κάθε χρόνο, επειδή οι κεφαλαιοκράτες αρνούνται να ασφαλίσουν Ελληνες και ξένους εργάτες. Εκεί, όταν υπολογίζουν πόσα κλέβονται από τους εργαζόμενους, η «οργάνωσή τους» είναι περίφημη. Η «οργάνωσή τους» αρχίζει να έχει ...προβλήματα όταν πρόκειται να τεθεί τέρμα στην κλεψιά. Αφού ξέρουν και το μέγεθος της κλεψιάς και τους τόπους που διενεργείται αυτή η κλοπή, γιατί δεν τη σταματούν; Προφανώς γιατί αυτό δε θα έκανε καλό στην ...«ανάπτυξη» των θησαυροφυλακίων των κεφαλαιούχων.

9) Λένε ότι βάζουν «νερό στο κρασί τους», όσον αφορά τις γυναίκες με ανήλικα παιδιά... Εδώ η αθλιότητά τους ξεπερνά κάθε όριο: Δε φτάνει που προσθέτουν από 5 μέχρι και 15 (!) χρόνια δουλειάς σε μια εργαζόμενη μάνα μέχρι να στοιχειοθετήσει δικαίωμα σύνταξης, δε φτάνει που της κόβουν στο μισό τη σύνταξη, το παίζουν και ...φίλοι της μητρότητας! Παρεμπιπτόντως: Αλήθεια, εκείνο το «όταν η γυναίκα έχει ανήλικο παιδί» τι σημαίνει; Πότε να έχει ανήλικο παιδί; Πριν πιάσει δουλειά, όταν πιάσει δουλειά ή μετά από τρεις - τέσσερις δεκαετίες που θέλουν να βγαίνει σε σύνταξη (οπότε και βεβαίως το παιδί μόνο ανήλικο δε θα είναι). Θα μας το εξηγήσουν;

10) Λένε ότι τα μέτρα τους υπαγορεύονται από την αντίληψή τους περί «κοινωνικής αλληλεγγύης». Εδώ ένα στοιχείο είναι αρκετό: Ακόμα και με βάση τους δικούς τους υπολογισμούς τα μέτρα τους ισοδυναμούν για την επόμενη 25ετία με αφαίρεση περί των 25 τρισεκατομμυρίων δραχμών από τους εργαζόμενους και μελλοντικούς συνταξιούχους. Αν αυτό είναι «κοινωνική αλληλεγγύη», ο κοινωνικός κανιβαλισμός τι είναι;

Συνεπώς: Οι εργαζόμενοι έχουν πληρώσει την εξασφάλιση των γηρατειών τους διπλά και τρίδιπλα. Τους έκλεψαν τα λεφτά και τώρα τους ζητούν και τα ρέστα. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμία υποχρέωση να πληρώσουν ούτε μία δραχμή. Εχουν κάθε λόγο να διεκδικήσουν την ανθρώπινη ζωή που τους χρωστούν. Απαιτούν και δικαιούνται όχι μόνο να μην αυξηθούν τα όρια συνταξιοδότησης, αλλά να μειωθούν γενναία, σε πρώτη φάση στα 55 και 60 χρόνια. Οχι μόνο να μη μειωθούν οι συντάξεις, αλλά κανένας άνθρωπος πλέον να μην παίρνει σύνταξη μικρότερη από 220.000 δραχμές το μήνα. Οχι μόνο να μην καρατομηθεί ο κοινωνικός χαρακτήρας της Ασφάλισης, αλλά να κατοχυρωθεί έμπρακτα η άμεση και δωρεάν πρόσβαση κάθε ασφαλισμένου στις υπηρεσίες παροχής υγειονομικής φροντίδας.

Για όλα αυτά οι εργάτες έχουν πληρώσει. Με ιδρώτα και αίμα. Αυτά έγραφε τότε ο «Ριζοσπάστης» τον Απρίλη του 2001 και συνέχιζε τον Ιούνη του 2001:
Εδώ και τώρα η κατεδάφιση της Κοινωνικής Ασφάλισης!

Η Κομισιόν «ανησυχεί» για τη δημοσιονομική σταθερότητα της «ζώνης ΟΝΕ» το 2001, επισημαίνει ότι «η ύφεση δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι» δημοσιονομικής αστάθειας, προειδοποιεί για τα «ελλείμματα» της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας, απαιτεί «περισσότερο συντονισμό», εφιστά την προσοχή για τις επιπτώσεις των 15 ξεχωριστών δημοσιονομικών πολιτικών στη «ζώνη Ευρώ» και επαναλαμβάνει τις «εντολές» των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Λισαβόνας και της Στοκχόλμης για «ιδιωτικοποίηση» των συνταξιοδοτικών συστημάτων, «ιδιαίτερα στην Ισπανία, στην Ελλάδα και την Πορτογαλία», χώρες που «προβλέπεται αύξηση δημοσίων δαπανών». Πρόκειται για επισημάνσεις της Κομισιόν στην «Εκθεση για τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ το 2001», που δόθηκε χτες στη δημοσιότητα και είναι η δεύτερη σχετική γενική έκθεση από την 1/1/1999 που ισχύει η ΟΝΕ του Μάαστριχτ.

Οπως δήλωσε ο αρμόδιος επίτροπος, Ισπανός Πέδρο Σόλμπες, «η τωρινή οικονομική επιβράδυνση θα αποτελέσει την πρώτη πραγματική δοκιμή της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας δημοσιονομικής επιτήρησης στη ζώνη Ευρώ», δηλαδή την πρώτη, ουσιαστικά, δοκιμή του περιβόητου «Συμφώνου Σταθερότητας» (ΣΣ) για να δείξει την αντοχή και την «αποτελεσματικότητά» του σε περίοδο οικονομικής ύφεσης.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Κομισιόν «ανησυχεί» πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της ΟΝΕ, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, ενδέχεται να έχουν επιπλέον επιβαρυντικές «επιπτώσεις» στην οικονομία της «ζώνης Ευρώ», αποδεικνύοντας τη σαθρότητα της οικονομικής «ολοκλήρωσης» της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Ο Π. Σόλμπες τόνισε την ανάγκη αντοχής του ΣΣ στις «κυκλικές διακυμάνσεις» και στις επιρροές της «παγκοσμιοποίησης».

Οσον αφορά στις αναφορές στον «εκσυγχρονισμό» των συστημάτων «κοινωνικής προστασίας», αυτές αποτελούν υποχρέωση για το «πλαίσιο» ανάλυσης της ΟΝΕ του Μάαστριχτ εδώ και μια δεκαετία. Για το Μάαστριχτ «δημόσια οικονομικά» σημαίνει σχέση δημοσίου κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας. Την περίοδο 1990 - 1999 η «σχέση» αυτή αφορούσε στην «προσαρμογή» των εργαζομένων στις επιταγές του πολυεθνικού κεφαλαίου όσον αφορά στο ρόλο του κράτους ως εργοδότη. Από τότε που τέθηκε σε ισχύ η ΟΝΕ (1/1/1999) και με την ανάληψη της εξουσίας από σοσιαλ-«δημοκρατικές» κυβερνήσεις, η «σχέση» αυτή «απλώθηκε» στο σύνολο των «σχέσεων» με την «κοινωνία» και υποχρεωτικά έθιξε ζητήματα «εκσυγχρονισμού» του ασφαλιστικού και του συνταξιοδοτικού.

Η χτεσινή ειδική αναφορά της έκθεσης της Κομισιόν στα συνταξιοδοτικά συστήματα της Ισπανίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας συνάδει με τις αποφάσεις της Λισαβόνας και της Στοκχόλμης, αλλά, οπωσδήποτε, δίνει ένα «χεράκι» βοήθειας σ' αυτές τις κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν «ειδικά» προβλήματα «εκσυγχρονισμού» εξαιτίας κρατικών δυσλειτουργιών και λαϊκής αντίστασης.

Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, όπου το συνταξιοδοτικό αποτελεί, στη συγκυρία, μείζον πρόβλημα για την παραπαίουσα κυβέρνηση. Οι Βρυξέλλες δεν αποφασίζουν, ακόμη, για τα εργατικά, δίνουν «εντολές», αλλά αυτές πρέπει να υλοποιηθούν από τις «εθνικές» κυβερνήσεις. Αλλο πράγμα να στήνεις το «πλαίσιο» και άλλο πράγμα η «ζωή» του. Αλλο πράγμα η «θεωρία» και άλλο η «πράξη», το «συμβάν». Σύμφωνα με πηγές της Κομισιόν, αυτές οι τρεις χώρες, η Ισπανία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία, είναι τα μόνα κράτη - μέλη που έδωσαν «πληροφορίες» στις Βρυξέλλες για το συνταξιοδοτικό, επιζητώντας σαφέστατα «σανίδα σωτηρίας» στα εσωτερικά τους προβλήματα. Και η Κομισιόν προσέτρεξε, για άλλη μια φορά, κάνοντας το «καθήκον», που προτάσσει το γενικό συμφέρον του μεγάλου κεφαλαίου. Η αναφορά της έκθεσης έχει ως εξής: «Σύμφωνα με διαθέσιμες εκτιμήσεις, η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των δημοσίων δαπανών μεταξύ 5% και 8% του ΑΕΠ στις επόμενες δεκαετίες, με πιέσεις ιδιαίτερα φορτικές σε ορισμένα κράτη - μέλη - ιδιαίτερα στην Ισπανία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία, όπου το καθεστώς συνταξιοδότησης χρηματοδοτείται αναδιανεμητικά».

Η Κομισιόν επαναλαμβάνει ξεκάθαρα την πρόταση για «εκσυγχρονισμό» του καθεστώτος, «συμπεριλαμβανομένης και της χρηματοδότησης από κεφαλαιοποίηση των συντάξεων». Η κατάσταση περιγράφεται ως (...) μονόδρομος από την Κομισιόν, αφού σύμφωνα με την «έκθεση» και τις χτεσινές δηλώσεις του αρμοδίου επιτρόπου Π. Σόλμπες «κράτη - μέλη όπως το Βέλγιο, η Ελλάδα και η Ιταλία με υψηλό συσσωρευμένο δημόσιο χρέος, πρέπει να δράσουν με προτεραιότητα στη μείωση του χρέους και όχι στη μείωση της φορολογίας». Μ' άλλα λόγια, η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται έναντι της ΟΝΕ και του ΣΣ για «ταχεία» μείωση του χρέους, ενώ «προβλέπεται σημαντική αύξηση στις δημόσιες δαπάνες για τις συντάξεις». Πλήρες άλλοθι, οι Βρυξέλλες «πιέζουν» για μείωση του χρέους και «δεν υπάρχει άλλη λύση» παρά να πληρώσουν, και πάλι, οι εργαζόμενοι, οι ασφαλισμένοι, οι συνταξιούχοι. Μήπως δεν προσομοιάζει και ως προς την ουσία και ως προς τα επιχειρήματα της αστικής πολιτικής με το σήμερα;
«Μακροπρόθεσμη απασχολησιμότητα» ονομάζουν τη δουλειά έως το θάνατο!

Αλλά επειδή το 2005 ήταν χρονιά ελέγχου των αποτελεσμάτων από την εφαρμογή της Στρατηγικής της Λισαβόνας, στην ΕΕ άρχισαν να εξετάζουν πολύ συγκεκριμένα πώς εφαρμόζεται η πολιτική κατεδάφισης της Κοινωνικής Ασφάλισης. Ετσι, ο «Ριζοσπάστης στις 10/3/2004, λίγο πριν την Εαρινή Σύνοδο Κορυφής, γράφει:

«Συγκεκριμένα μέτρα, που υλοποιούν το στόχο για αύξηση κατά 5 χρόνια της μέσης πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης, προωθεί άμεσα η Ευρωπαϊκή Ενωση. Τα μέτρα αυτά περιέχονται σε κείμενο της Κομισιόν COM 146 (2004) τελικό, προς το Συμβούλιο και θα συζητηθούν στη Σύνοδο Κορυφής στις 25 Μάρτη στο Δουβλίνο.

Τα μέτρα αυτά καθορίζουν μια σειρά αντικίνητρα, για να εμποδιστεί η συνταξιοδότηση με τα σημερινά όρια, ανοίγουν το δρόμο ακόμα και για αύξηση των επίσημων ορίων και εισάγουν ένα νέο καθεστώς ημιαπασχόλησης και μερικής συνταξιοδότησης..!

Η ίδια η Κομισιόν στη συνθετική της Εκθεση προς το Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2004 COM 29 (2004), έχει «ορίσει την παράταση του επαγγελματικού βίου ως έναν από τους τρεις τομείς προτεραιότητας, όπου απαιτείται ταχεία ανάληψη δράσης, για να υλοποιηθεί η Στρατηγική της Λισαβόνας».

Μάλιστα, με το παρόν κείμενο η Κομισιόν καθορίζει ότι και η λεγόμενη «κοινωνική Σύνοδος Κορυφής», που πραγματοποιείται την παραμονή του Εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2004, πρέπει να έχει τον ίδιο στόχο. «Η παράταση του επαγγελματικού βίου πρέπει να είναι βασικό στοιχείο της συνεργασίας αυτής και βασικό σημείο της συζήτησης». Και αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί, καθώς στην τριμερή κοινωνική Σύνοδο παίρνουν μέρος τα συνδικάτα. Δηλαδή, η ΣΕΣ σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η δική μας η ΓΣΕΕ, που εκπροσωπείται και συμμετέχει με τα μπούνια στη ΣΕΣ.

Ενα από τα μέτρα που ορίζει η Κομισιόν είναι η αποτροπή της πρόωρης συνταξιοδότησης. Οπου, βέβαια, πρόωρη συνταξιοδότηση θεωρείται ακόμα και η κανονική συνταξιοδότηση.

Συγκεκριμένα, υπογραμμίζει πως «κρίνεται σημαντικό να στραφεί η σχετική πολιτική προς την ενθάρρυνση των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας ώστε να παραμείνουν στο εργατικό δυναμικό, ιδίως με την αναθεώρηση των κινήτρων για εργασία, καθώς και των κανόνων επιλεξιμότητας και πρόσβασης στη συνταξιοδότηση και σε άλλα συστήματα παροχών». Και τονίζεται ότι «είναι ουσιώδους σημασίας, προκειμένου να διατηρηθεί η προσφορά εργασίας και να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη απασχολησιμότητα».

«Μακροπρόθεσμη απασχολησιμότητα». Ιδού ποιο είναι το μοντέλο της εργασίας που ετοιμάζουν για τους ανθρώπους που πλησιάζουν ή είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης.

Η Κομισιόν, επειδή προφανώς θεωρεί ότι το 1/3 των συνταξιούχων 55 - 64 ετών, που έχει συνταξιοδοτηθεί κανονικά, και το 20% με πρόωρη συνταξιοδότηση για λόγους ασθένειας ή αναπηρίας, είναι υψηλό, προωθεί την «αναθεώρηση των διατάξεων για την πρόωρη συνταξιοδότηση» και γενικότερα «την επανεξέταση των οικονομικών κινήτρων, καθώς και την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής σε άλλα συστήματα παροχών (όπως η μακροχρόνια ανεργία, η μακροχρόνια ασθένεια και η αναπηρία, που ενδέχεται να αποτελούν εναλλακτικές διόδους για την αποχώρηση από την αγορά εργασίας)...». Με απλά λόγια, η ΕΕ προτίθεται να περικόψει δικαιώματα και επιδόματα που αφορούν στη μακροχρόνια ανεργία, στη μακροχρόνια ασθένεια και την αναπηρία, ώστε αυτά να μη γίνονται «εναλλακτικές δίοδοι» προς τη συνταξιοδότηση.

Σε κάθε περίπτωση, η Κομισιόν προτρέπει «να αποφεύγεται η χρησιμοποίηση προγραμμάτων που προβλέπουν παροχές ανεργίας, ως εναλλακτική πορεία προς την πρόωρη συνταξιοδότηση για εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας». Δηλαδή, δίνει εντολή να καταργηθούν όλα εκείνα τα μέτρα προστασίας που πάρθηκαν για εργαζόμενους μεγάλης ηλικίας που έμειναν άνεργοι μετά από κλείσιμο επιχειρήσεων και την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας με όρους απασχολησιμότητας.

Ενας δεύτερος τρόπος για να αναγκαστούν οι εργαζόμενοι να παραμείνουν στην εργασία είναι η εφαρμογή «ευέλικτων μορφών οργάνωσης της εργασίας». Εδώ σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει η επέκταση της μερικής απασχόλησης. Γι' αυτό «η συνταξιοδότηση πρέπει να μετατραπεί από γεγονός σε διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας τα άτομα αποφασίζουν να μειώσουν σταδιακά τις ώρες απασχόλησής τους με την πάροδο του χρόνου. Η μερική συνταξιοδότηση είναι μια επιλογή που αξίζει περισσότερη προσοχή από αυτήν που συγκεντρώνει σήμερα».

Επί της ουσίας, προωθείται ένα νέο μοντέλο «απασχολήσιμου» και μισο-συνταξιούχου. Ο εργαζόμενος μετά τα 55, αλλά και τα 64 χρόνια του, θα βρίσκεται με το ένα πόδι στη σύνταξη και με το άλλο στην επιχείρηση.

Στην πράξη, θα είναι δεμένος στη δουλειά μέχρι να πεθάνει.

Τα επιτελεία της ΕΕ δεν κρύβουν λόγια και ομολογούν κυνικά: «Το μέλημα δεν είναι μόνον να εξασφαλιστεί η παραμονή στην εργασία μεγαλύτερου μεριδίου ατόμων που είναι σήμερα ηλικίας 55 - 64 ετών, αλλά και να ενισχυθεί η απασχολησιμότητα των ατόμων που διανύουν σήμερα την πέμπτη και έκτη δεκαετία της ζωής τους».

Και για να μη μείνει η παραμικρή αμφιβολία για τη Στρατηγική της Απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η Κομισιόν, με το κείμενό της προς το Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, υπογραμμίζει: «Η επιστράτευση όλων των δυνατοτήτων των ατόμων κάθε ηλικίας καθ' όλη τη διάρκεια του βίου αποτελεί το επιστέγασμα της στρατηγικής της ΕΕ για τη γήρανση του εργατικού δυναμικού».

Να, λοιπόν, πώς λύνει το «πρόβλημα της γήρανσης» η ΕΕ. Καταργώντας το δικαίωμα στη σύνταξη, καταργώντας τους συνταξιούχους και το δικαίωμα στην ξεκούραση και στον ελεύθερο χρόνο για τους ηλικιωμένους. Μετατρέποντας τους συνταξιούχους σε διά βίου «απασχολήσιμους».
Τσακίζει την Κοινωνική Ασφάλιση

Ωσπου φτάσαμε στις μέρες μας και στην Εαρινή Σύνοδο Κορυφής το Μάρτη του 2012, όπου αποφασίστηκαν αυτά τα αντιδραστικά μέτρα που προωθούνται ολοταχώς τώρα. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη», η «Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην Οικονομική Νομισματική Ενωση» αποτελεί το νέο αντιδραστικό στρατηγικό πλαίσιο της ενισχυμένης οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης και συνολικά της ΕΕ, με επαχθείς όρους για τους λαούς.

Η Λευκή Βίβλος της Επιτροπής, με τον ψευδεπίγραφο τίτλο «ατζέντα για ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις» - COM (2012) 55 τελικό, Βρυξέλλες, 16 Φλεβάρη 2012 - έρχεται να δώσει συνέχεια στην αντίστοιχη Πράσινη Βίβλο, που είχε δώσει στη δημοσιότητα για «διαβούλευση» με κράτη - μέλη και «κοινωνικούς εταίρους» η Ε. Επιτροπή, στις 7 Ιουλίου του 2010, [COM (2010) 365]. Η Λευκή Βίβλος κωδικοποιεί τώρα το αποτέλεσμα αυτής της στημένης «διαβούλευσης», δεδομένου ότι οι απαντήσεις και τα συμπεράσματα που θα κατέληγε, όπως και κατέληξε, ήταν προδιαγεγραμμένα από την αρχή με τη συμπαιγνία της πλουτοκρατίας, της ΕΕ και της εργατικής αριστοκρατίας των ρεφορμιστών και οπορτουνιστών συνδικαλιστών. Εδώ πρέπει να τονιστεί, για ακόμη μία φορά, ο βρώμικος ρόλος της εργατικής αριστοκρατίας των ευρωπαϊκών συνδικάτων (ETUC, ΣΕΣ) και των ντόπιων εργοδοτικών και κυβερνητικών συνδικαλιστών (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ), που με τη συμμετοχή τους στον «κοινωνικό διάλογο» και τη «δημόσια διαβούλευση» - με προαποφασισμένο το αποτέλεσμα - δίνουν ψευτονομιμοποίηση σε ένα ακόμη έγκλημα ΕΕ - κεφαλαίου και αστικών κυβερνήσεων των κρατών - μελών: Το σφαγιασμό των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και την πλήρη διάλυση των δημόσιων συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης.

Η Επιτροπή χρησιμοποιεί και πάλι το ψευτοεπιχείρημα της «γήρανσης του πληθυσμού» και της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, χωρίς όμως να παρουσιάζει κανένα αξιόπιστο στατιστικό - επιστημονικό δεδομένο ή μελέτη. Ετσι, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής των εργατών, αποτέλεσμα της επιστημονικής προόδου και των υλικών μέσων διαβίωσης με τη σκληρή δουλειά της εργατικής τάξης, μετατρέπεται από το κεφάλαιο σε παράταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης με δουλειά μέχρι το θάνατο. Πλάι στη «δημογραφική αλλαγή», η ΕΕ αξιοποιεί τώρα και την καπιταλιστική κρίση, επισείοντας τον τρομοκρατικό εκβιασμό για τη μη βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων.

Τα συστήματα Κοινωνικής Ασφάλισης αποτελούν, σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ, ζήτημα της αποκλειστικής αρμοδιότητας των κρατών - μελών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφήνοντας κατά μέρος τα προσχήματα, δηλώνει ότι οι οικονομίες και οι κοινωνίες των κρατών - μελών είναι αλληλένδετες, η επιτυχία ή αποτυχία των εθνικών συνταξιοδοτικών συστημάτων έχουν μεγάλες επιπτώσεις ιδιαίτερα στην ΟΝΕ και επομένως αποτελούν «θέμα κοινού ενδιαφέροντος της ΕΕ».

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι συντάξεις αντιπροσωπεύουν πολύ μεγάλο και αυξανόμενο ποσοστό του ΑΕΠ (10% κατά μέσον όρο σήμερα, που κυμαίνεται από 6% στην Ιρλανδία έως 15% στην Ιταλία). Μέσα από τις κατευθυντήριες γραμμές της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και της δημοσιονομικής πειθαρχίας, για την Ελλάδα έχει οριστεί το ποσοστό 12,8% του ΑΕΠ - σύμφωνα με στοιχεία του 2010 - να μειωθεί δραστικά στο 2,6%, το 2020, συμφωνία και στόχος της αντιλαϊκής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Ετσι, η Λευκή Βίβλος της Επιτροπής δεν έχει το χαρακτήρα συστάσεων στα κράτη - μέλη, αλλά υποχρεωτικών στρατηγικών κατευθύνσεων για τις επόμενες δεκαετίες, που τα κράτη - μέλη είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν. Συνιστούν στρατηγικές επιλογές των μονοπωλίων, ώστε να εντείνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και να μειώσουν ακόμη περισσότερο την τιμή της εργατικής δύναμης.

Η Λευκή Βίβλος σημειώνει με ικανοποίηση τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στα συνταξιοδοτικά συστήματα των περισσότερων κρατών - μελών, αλλά το κεφάλαιο είναι αχόρταγο και απαιτεί ακόμη περισσότερα και σκληρότερα μέτρα. Βασική κατεύθυνση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη πραγματοποιήσει οι αστικές κυβερνήσεις των κρατών - μελών είναι η «μετατόπιση από συστήματα καθορισμένων παροχών σε συστήματα καθορισμένων εισφορών», με άλλα λόγια το μόνο που γνωρίζουν οι εργαζόμενοι είναι οι εισφορές που δίνουν, χωρίς να γνωρίζουν τι ποσό σύνταξης θα πάρουν! Δεύτερο κοινό βασικό χαρακτηριστικό των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων στα κράτη - μέλη είναι η μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης, δηλαδή η μείωση του ύψους των συντάξεων.
Οι στρατηγικές κατευθύνσεις ΕΕ - κεφαλαίου - αστικών κυβερνήσεων

Α. Σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής:

Αύξηση δηλαδή του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Το κεφάλαιο όμως δε σταματάει απλά εδώ. Απαιτεί να συνδεθεί η αύξηση αυτή με το προσδόκιμο της ζωής.

Για την Ελλάδα, για παράδειγμα, με το αντιασφαλιστικό τερατούργημα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ υπολογίζεται ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης μετά το 2020, με τη σύνδεσή του με το προσδόκιμο ζωής, υπολογίζεται να πάει στα 69 χρόνια και 4 μήνες. Στο παραπάνω πλαίσιο, η Επιτροπή προτείνει και διάφορες εναλλακτικές ρυθμίσεις με το ίδιο αποτέλεσμα, ανάλογα με τα συμφέροντα των μονοπωλίων σε κάθε χώρα, όπως είναι: συνδυασμός μερικής απασχόλησης και μερικής σύνταξης.

Επιπλέον, απαιτεί να αυξηθούν τα έτη καταβολής εισφορών και παράλληλα να παρθούν μέτρα ώστε: ι) Να παραταθεί ο χρόνος εργασίας των εργατών μεγαλύτερης ηλικίας και ιι) να αυξηθεί το ποσοστό απασχόλησης γυναικών και νέων και να παραταθεί ο εργάσιμος βίος των γυναικών. Τι σημαίνουν αυτά; Η αστική τάξη δεν ενδιαφέρεται απλά να εξοικονομήσει - προς όφελος του κεφαλαίου - δαπάνες που μέχρι σήμερα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό για συντάξεις. Θέλει να ταΐσει τον Μινώταυρο του κεφαλαίου με περισσότερη εκμετάλλευση. Οι εργάτες να δουλεύουν για το κεφάλαιο μέχρι τα βαθιά γεράματα, μέχρι το θάνατο, παράγοντας υπεραξία για τους καπιταλιστές. Νέες κατηγορίες εργατικής δύναμης πρέπει να πέσουν στα νύχια των καπιταλιστών, γυναίκες - κι αυτές εργαζόμενες μέχρι εξόντωσης - νέοι και νέες, ακόμη και ανήλικοι με τα «κόλπα» της μαθητείας και της κατάρτισης, φτηνότερο εργατικό δυναμικό.

Στην κατεύθυνση αυτή, η Επιτροπή θέλει να αξιοποιήσει τους ξεπουλημένους κυβερνητικούς - εργοδοτικούς συνδικαλιστές, ώστε με κοινωνικούς διαλόγους και «εκστρατείες ενημέρωσης» να πείσουν τους εργάτες να πεθαίνουν δουλεύοντας για την κερδοφορία των μονοπωλίων. Ταυτόχρονα, θα αξιοποιήσει την προπαγανδιστική εκστρατεία της ΕΕ για το έτος 2012 που έχει ανακηρύξει ως «έτος ενεργού γήρανσης» για τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης, τον έλεγχο των λαϊκών αντιδράσεων.

Αναδεικνύοντας το αποκρουστικό και απάνθρωπο πρόσωπο του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος, η Επιτροπή προτείνει «επένδυση στην πρόληψη των ασθενειών και στην προώθηση της υγιούς γήρανσης ... και σε οικονομικά αποδοτικότερα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης... για τη διατήρηση και τη μεγιστοποίηση ενός υγιούς και παραγωγικού εργατικού δυναμικού, ικανού να εξακολουθήσει να εργάζεται σε μεγαλύτερη ηλικία». Ακόμη και οι λέξεις χάνουν το νόημά τους. Η μόνη αξία που έχει για την ΕΕ και την πλουτοκρατία η ανθρώπινη ζωή και υγεία είναι για να παράγει κέρδη για το κεφάλαιο. Οι άνθρωποι πρέπει να μένουν υγιείς - με τα πιο φτηνά μέσα («οικονομικά αποδοτικότερα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης») - για να αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης, όσο γίνεται περισσότερα χρόνια πριν πεθάνουν. Αυτό είναι το στυγνό πρόσωπο της απέραντης καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Β. Περιορισμός της πρόωρης συνταξιοδότησης

Ελαχιστοποίηση των περιπτώσεων πρόωρης συνταξιοδότησης τόσο σε γενικό επίπεδο, για όλους τους εργαζόμενους, όσο και σχετικά με ορισμένα επαγγέλματα, όπως τα βαρέα και ανθυγιεινά. Και εδώ οι απαιτήσεις του κεφαλαίου είναι διπλές: Αύξηση των ορίων ηλικίας για πρόωρη συνταξιοδότηση και ταυτόχρονα αύξηση των ετών ασφαλιστικών εισφορών, με ταυτόχρονη αυστηροποίηση των κριτηρίων συνταξιοδότησης, γεγονός που θα σημάνει νέο πετσόκομμα των αναπηρικών συντάξεων.

Εδώ εντάσσεται και η εξίσωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών, την οποία η Επιτροπή απαιτεί να επιταχυνθεί και να γενικευτεί σε όλα τα κράτη - μέλη. Ηδη, 18 κράτη - μέλη με την εθνική νομοθεσία τους εξομοιώνουν τα όρια μέχρι το 2020, 5 κράτη - μέλη το προβλέπουν για αργότερα και 4 κράτη - μέλη δεν έχουν νομοθετική πρόβλεψη. Απαίτηση της ΕΕ είναι η «εξομοίωση να υλοποιηθεί χωρίς καθυστέρηση».

Γ. Ανάπτυξη - επέκταση των ιδιωτικών συστημάτων Ασφάλισης ή όπως αναφέρονται στην ευρωενωσιακή ορολογία «Ιδρύματα Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών (ΙΕΣΠ)».

Επέλαση του κεφαλαίου που δραστηριοποιείται στον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης και χρηματοπιστωτικών προϊόντων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με αυτήν, ώστε να ανοιχτεί ένας ακόμη χρυσοφόρος τομέας για τους μονοπωλιακούς ομίλους. Το έδαφος καλλιεργείται με την κατεδάφιση των δημόσιων συστημάτων συνταξιοδότησης και τη μείωση των συνταξιοδοτικών παροχών σε ύψος τέτοιο που θα καθιστούν υποχρεωτική την προσφυγή των εργαζομένων στην ιδιωτική Ασφάλιση. Για να διευκολύνει ακόμη περισσότερο την κίνηση του κεφαλαίου στον κλάδο αυτό, η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει οδηγία για τη διασυνοριακή κίνηση τέτοιων κεφαλαίων στα κράτη - μέλη της ΕΕ.

Οι παραπάνω στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου που προωθεί η ευρωενωσιακή λυκοσυμμαχία δεν είναι καινούργιες. Περιέχονται στους στόχους των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που προωθεί η αντιλαϊκή στρατηγική της ΕΕ «Ευρώπη 2020», στις κατευθυντήριες γραμμές οικονομικού συντονισμού και απασχόλησης που καθόρισε η Επιτροπή και ενέκρινε το Συμβούλιο της ΕΕ από το 2010 και περιλαμβάνονται επίσης στις συστάσεις της Επιτροπής στα κράτη - μέλη μέσα από τις Ετήσιες Ερευνες Ανάπτυξης των ετών 2011 και 2012, που αποτελούν μέρος της ενισχυμένης οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Πρέπει να τονιστεί ότι η Ελλάδα αναφέρεται από την Επιτροπή, μαζί με την Γαλλία (και τις Τσεχία, Ισπανία, Ιταλία) ως παράδειγμα συμμόρφωσης με τις στρατηγικές κατευθύνσεις του κεφαλαίου.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η ρητή δήλωση της Επιτροπής ότι «η πρόοδος που σημειώνουν τα κράτη - μέλη» στη σφαγή των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και συστημάτων θα παρακολουθείται από την Επιτροπή με «δείκτες συγκριτικής αξιολόγησης στο πλαίσιο της Στρατηγικής Ευρώπη 2020» και στα πλαίσια της ενισχυμένης οικονομικής διακυβέρνησης. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι στρατηγικές αντιασφαλιστικές αναδιαρθρώσεις που έχει ανάγκη το κεφάλαιο για να αυξήσει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης θα καθοδηγούνται από την ΕΕ και θα εφαρμόζονται από τις αστικές κυβερνήσεις σε κάθε κράτος - μέλος, με ενιαίο τρόπο και σιδερένια υλοποίηση.







Ξάνθη: Συνεχίζεται η τραμπούκικη δράση της Χρυσής Αυγής

Ξάνθη: Συνεχίζεται η τραμπούκικη δράση της Χρυσής Αυγής





Συνεχίζεται η τραμπούκικη δράση της Χρυσής Αυγής στην Ξάνθη και η προσπάθεια τρομοκράτησης μελών της ΚΝΕ.

Όπως καταγγέλλουν η Τομεακή Επιτροπή Ξάνθης του ΚΚΕ και το Νομαρχιακό Συμβούλιο της ΚΝΕ, μετά τα γεγονότα της προηγούμενης βδομάδας με το προβοκατόρικο υβριστικό σύνθημα ενάντια στο διευθυντή του 1ου ΕΠΑΛ, το παιχνίδι απειλών με ανώνυμα τηλεφωνήματα σε μέλη της ΚΝΕ, τον τραμπουκισμό σε μαθητή του ΕΠΑΛ, η θρασυδειλία των φασιστών συνεχίστηκε.

Την Κυριακή (3 Νοέμβρη), μέρα που οι εμποροϋπάλληλοι και οι αυτοαπασχολούμενοι, με την ολόπλευρη στήριξη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, έδιναν τη μάχη για την υπεράσπιση της Κυριακής-αργίας, το γνωστό μέλος της Χρυσής Αυγής και παρών σε όλα τα προηγούμενα γεγονότα, Χ. Γιαννέλης, μαζί με φίλους του και με ύπουλο τρόπο, προπηλάκισε στέλεχος της ΚΝΕ, που όλο το προηγούμενο διάστημα αναδείκνυε το ρόλο της ναζιστικής συμμορίας στο 1ο ΕΠΑΛ.

Επιβεβαιώνεται περίτρανα ότι η Χρυσή Αυγή είναι το μακρύ χέρι του συστήματος για το χτύπημα του κινήματος. Οι ενέργειες αυτές δεν είναι τυχαίες, απορρέουν από το χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής. Είναι εγκληματική οργάνωση γιατί είναι φασίστες. Στόχος τους να τρομοκρατήσουν κάθε μαθητή, κάθε νέο, κάθε εργάτη που σκέφτεται να σηκώσει κεφάλι, που αγωνίζεται για τα δικαιώματά του, όποιον εναντιωθεί στους φίλους τους, τους εφοπλιστές και βιομήχανους. Τους δημιουργεί ρίγος και ανατριχίλα η δράση του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, όπως και στα αφεντικά τους, που τους έχουν για τη «βρώμικη» δουλειά.

Τους δηλώνουμε ευθέως και πάλι ότι ΚΚΕ και ΚΝΕ δεν τρομοκρατούνται με τέτοια τεχνάσματα. Ξέρουμε πολύ καλά ότι οι χρυσαυγίτες είναι παιδιά του συστήματος και ξέρουμε πώς να τους αντιμετωπίζουμε. Τέτοιες ενέργειες δε θα μένουν αναπάντητες, θα απαντιούνται με μαζικό οργανωμένο κίνημα, θα προβάλλονται σε όλους τους χώρους εργασίας οι αποτρόπαιες ενέργειές τους, για να καταλάβουν όλοι οι εργάτες, οι άνεργοι, οι μαθητές, οι φοιτητές, τι κουμάσια είναι.

Η ΤΕ Ξάνθης του ΚΚΕ και το ΝΣ Ξάνθης της ΚΝΕ καλούν τους εργαζόμενους, τη νεολαία να δώσουν μαζική απάντηση στη νέα τραμπούκικη ενέργεια των φασιστών της Χρυσής Αυγής, συμμετέχοντας στη συγκέντρωση που διοργανώνουν την Τρίτη 5 Νοέμβρη στις 7 μ.μ., στην Κεντρική Πλατεία.

Επίσης, αύριο Δευτέρα 4 Νοέμβρη στις 12.30 μ.μ. στο Εργατικό Κέντρο Ξάνθης θα δοθεί εκ νέου συνέντευξη τύπου, από την ΤΕ Ξάνθης του ΚΚΕ και το ΝΣ Ξάνθης της ΚΝΕ.

πηγη: 902
Αναρτήθηκε από KKEpedia pedia





Αυστραλία: Τα μονοπώλια ζητούν ζεστό χρήμα για να μείνουν στη χώρα

Αυστραλία: Τα μονοπώλια ζητούν ζεστό χρήμα για να μείνουν στη χώρα



Η αυτοκινητοβιομηχανία «General Motors Holden» θα φύγει αναγκαστικά από την Αυστραλία σε τρία, το πολύ τέσσερα χρόνια, ανεξάρτητα με τι μέτρα θα πάρει η κυβέρνηση για να τη στηρίξει, υποστηρίζουν υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη. Οι προβλέψεις, που έχουν προκαλέσει κύμα διαμαρτυριών και αντιρρήσεων εντός του κυβερνητικού σώματος, απορρέουν από το ενδεχόμενο περαιτέρω επιβάρυνσης των φορολογουμένων για την αιμοδοσία της ασθενούσας αυτοκινητοβιομηχανίας. Η βοήθεια την οποία έχει ήδη ζητήσει η «Holden», προκειμένου να μείνει εν ζωή και στη γη της Αυστραλίας βέβαια, είναι 200 εκατ. δολάρια ετησίως. Η άποψη που επικρατεί σε ευρύ κύκλο του υπουργικού συμβουλίου είναι ότι ήδη έχουν δαπανηθεί αρκετά μεγάλα ποσά από το ταμείο των φορολογουμένων και όσα και να δαπανηθούν ακόμη, η αναχώρηση της «Holden» από την Αυστραλία είναι αναπόφευκτη, αργά ή γρήγορα.

Σημειώνεται ότι αυτό είναι το πρώτο μεγάλο θέμα που απασχολεί, αλλά και που διαιρεί τις απόψεις των ηγετικών στελεχών της κυβέρνησης Άμποτ. Eν τω μεταξύ, η αξιωματική αντιπολίτευση ασκεί από την περασμένη Πέμπτη μεγάλη πίεση στην κυβέρνηση να κινηθεί σε γρήγορους ρυθμούς και να «ρίξει το σωσίβιο» στη «Holden». O πρώην υπουργός Εμπορίου Κιμ Καρ δήλωσε σχετικά ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να επιταχύνει τις κινήσεις της και να δεσμευτεί πριν τα Χριστούγεννα δεδομένου ότι αν καθυστερήσει, πιθανόν η «Holden» μετά τα Χριστούγεννα να βρίσκεται στην Κίνα!

Κατηγορί



ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ: «ΑΝΤΙ-ΝΤΙΡΙΝΓΚ» Η παραγωγή

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ: «ΑΝΤΙ-ΝΤΙΡΙΝΓΚ»
Η παραγωγή



***
Η παραγωγή

Ο αναγνώστης δε θα εκπλαγεί, αν μάθει ότι η εξέλιξη που δίνεται στο τελευταίο κεφάλαιο των βασικών γνωρισμάτων του σοσιαλισμού δεν αρέσει καθόλου στον κύριο Ντίρινγκ. Αντίθετα, μάλιστα. Πρέπει να την εκσφενδονίσει στον γκρεμό όλων των φαύλων πραγμάτων, μαζί με τους υπόλοιπους «μπάσταρδους της ιστορικής και λογικής φαντασιοκοπίας», με τις «άγριες αντιλήψεις», τις «συγκεχυμένες νεφελώδεις αντιλήψεις» κ.λπ. Γι' αυτόν, ο σοσιαλισμός δεν είναι καθόλου ένα αναγκαίο προϊόν της ιστορικής εξέλιξης και, πολύ λιγότερο, των χοντροκομμένων οικονομικών όρων του σήμερα, που προσανατολίζονται μονάχα στη διατροφή. Τα ξέρει πολύ καλύτερα. Ο σοσιαλισμός του είναι μια οριστική έσχατη αλήθεια: είναι «το φυσικό σύστημα της κοινωνίας», έχει τις ρίζες του σε μια «καθολική αρχή της δικαιοσύνης».

Και όταν δεν μπορεί να αποφύγει να πάρει χαμπάρι την υπαρκτή κατάσταση, που δημιουργήθηκε από την ως τώρα αμαρτωλή ιστορία, για να τη βελτιώσει, τότε αυτό μάλλον πρέπει να θεωρείται ατύχημα για την καθαρή αρχή της δικαιοσύνης. Ο κύριος Ντίρινγκ δημιουργεί το σοσιαλισμό του, όπως όλα τα άλλα πράγματα, με τη βοήθεια των δύο περιβόητων αντρών του. Αντί να παίζουν αυτές οι δύο μαριονέτες, όπως μέχρι τώρα, τον κύριο και τον υπηρέτη του, παρουσιάζουν, για αλλαγή, το έργο της ισοτιμίας και να που είναι έτοιμες οι βάσεις του ντιρινγκικού σοσιαλισμού.

Υστερα απ' αυτά, είναι αυτονόητο ότι, για τον κύριο Ντίρινγκ, οι περιοδικές βιομηχανικές κρίσεις δεν έχουν καθόλου την ιστορική σημασία, που οφείλουμε να τους αποδώσουμε.

Οι κρίσεις, γι' αυτόν, είναι μόνο περιστασιακές παρεκκλίσεις από τον «κανόνα» και το πολύ δίνουν αφορμή για την «ανάπτυξη μιας πιο ρυθμισμένης τάξης». Να εξηγούμε τις κρίσεις «με το συνηθισμένο τρόπο», δηλαδή από την υπερπαραγωγή, δεν αρκεί καθόλου, σύμφωνα με τη δική του «πιο ακριβόλογη αντίληψη». Βέβαια, μια τέτοια εξήγηση «επιτρέπεται μάλλον για ειδικές κρίσεις σε ιδιαίτερους τομείς». Για παράδειγμα: «Η υπερπλήρωση της αγοράς βιβλίων με την έκδοση έργων, που έξαφνα δίνονται για την ελεύθερη ανατύπωσή τους και είναι κατάλληλα για μαζική πώληση».

Ο κύριος Ντίρινγκ, πάντως, μπορεί τώρα να πάει να κοιμηθεί με ήσυχη τη συνείδησή του, γιατί τα αθάνατα έργα του δε θα προκαλέσουν ποτέ μια τέτοια παγκόσμια δυστυχία.

Στις μεγάλες κρίσεις, δεν είναι η υπερπαραγωγή, αλλά πολύ περισσότερο «η μείωση της λαϊκής κατανάλωσης,... η τεχνητά δημιουργημένη υποκατανάλωση... η παρακώλυση της λαϊκής ανάγκης (!) να αναπτυχθεί φυσιολογικά, που κάνει, στο τέλος, τόσο κρίσιμα ευρύ το χάσμα ανάμεσα στο απόθεμα και την κατανάλωση».

Και, ευτυχώς, βρήκε έναν οπαδό γι' αυτή του τη θεωρία της κρίσης. Δυστυχώς, όμως, η υποκατανάλωση των μαζών, ο περιορισμός της μαζικής κατανάλωσης στο απόλυτα αναγκαίο για τη συντήρηση και την αναπαραγωγή δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Υπήρχε, όσο υπάρχουν εκμεταλλεύτριες και εκμεταλλευμένες τάξεις. Ακόμα στις ιστορικές περιόδους, στις οποίες η κατάσταση των μαζών ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή, δηλαδή, π.χ., στην Αγγλία το 15ο αιώνα, υποκατανάλωναν. Δεν μπορούσαν καθόλου να έχουν στη διάθεσή τους για κατανάλωση το ίδιο το δικό τους ετήσιο συνολικό προϊόν. Ετσι, λοιπόν, η υποκατανάλωση είναι μόνιμο ιστορικό φαινόμενο εδώ και χιλιάδες χρόνια, αλλά η γενική στασιμότητα στην πώληση, που ξεσπάει στις κρίσεις σαν συνέπεια πλεονάσματος της παραγωγής, έγινε αντιληπτή μόνο εδώ και πενήντα χρόνια και ταιριάζει στην όλη χυδαία οικονομική επιπολαιότητα του κυρίου Ντίρινγκ να εξηγήσει τη νέα σύγκρουση όχι από το νέο φαινόμενο της υπερπαραγωγής, αλλά από το φαινόμενο της υποκατανάλωσης, που έχει ηλικία χιλιάδων χρόνων. Είναι σαν να θέλουμε στα μαθηματικά να εξηγήσουμε την αλλαγή της σχέσης δύο μεγεθών, ενός σταθερού και ενός μεταβλητού, όχι από το γεγονός ότι το μεταβλητό μεταβάλλεται, αλλά από το γεγονός ότι το σταθερό έμεινε σταθερό. Η υποκατανάλωση των μαζών είναι αναγκαία προϋπόθεση όλων των μορφών κοινωνιών που στηρίζονται στην εκμετάλλευση, επομένως και της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ομως, μόνο η καπιταλιστική μορφή παραγωγής φτάνει σε κρίσεις. Επομένως, η υποκατανάλωση των μαζών είναι και αυτή προϋπόθεση των κρίσεων και παίζει σ' αυτές ένα ρόλο, που έχει αναγνωριστεί εδώ και καιρό. Ομως, όσο λίγα μας λέει για τις αιτίες της σημερινής παρουσίας κρίσεων τόσο λίγα μας λέει για την προηγούμενη απουσία τους.

Ούτως ή άλλως, ο κύριος Ντίρινγκ έχει περίεργες ιδέες σχετικά με την παγκόσμια αγορά. Είδαμε με ποιον τρόπο, σαν γνήσιος Γερμανός βιβλιογνώστης, προσπαθεί να αποσαφηνίσει τις πραγματικές βιομηχανικές ειδικές κρίσεις σαν κρίσεις κατά φαντασία στην αγορά βιβλίων της Λειψίας, τη φουρτούνα στη θάλασσα, δηλαδή, με τη φουρτούνα σ' ένα ποτήρι νερό. Φαντάζεται ακόμα ότι η σημερινή παραγωγή των επιχειρήσεων θα έπρεπε «σ' ό,τι αφορά τις πωλήσεις της, να γυρίζει, κατά κύριο λόγο, στον κύκλο των ιδιοκτητριών τάξεων».

Αυτό δεν τον εμποδίζει καθόλου να παρουσιάζει μόνο δεκαέξι σελίδες παρακάτω, με το γνωστό τρόπο του, τις βιομηχανίες μετάλλου και βαμβακιού σαν τις πιο σπουδαίες σύγχρονες βιομηχανίες, δηλαδή ακριβώς εκείνους τους δύο κλάδους παραγωγής, τα προϊόντα των οποίων καταναλώνονται μόνο για ένα απειροελάχιστο μέρος τους από τον κύκλο των ιδιοκτητριών τάξεων και εξαρτώνται για την πώλησή τους περισσότερο από όλα τ' άλλα από τη μαζική κατανάλωση. Απ' όπου κι αν τον πιάσουμε, δε βρίσκουμε τίποτα παρά μονάχα κενές, αντιφατικές φλυαρίες. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από τη βαμβακοβιομηχανία. Αν στη μοναδική, σχετικά μικρή πόλη Ολντχαμ (Oldham) - μια από τις δώδεκα πόλεις με 50 έως 100.000 κατοίκους γύρω από το Μάντσεστερ (Manchester), που έχουν βαμβακοβιομηχανία - στα τέσσερα χρόνια από το 1872 έως το 1875 ο αριθμός των αδραχτιών που κλώθουν μόνο τον αριθμό 32, αυξήθηκε από 2% έως 5 εκατομμύρια. Ετσι, σε μια μονάχα μεσαία πόλη της Αγγλίας, ο αριθμός των αδραχτιών που κλώθουν μόνο ένα νούμερο είναι ίδιος με το συνολικό αριθμό αδραχτιών, που διαθέτει η βαμβακοβιομηχανία όλης της Γερμανίας, συμπεριλαμβανομένης της Αλσατίας. Και αν η επέκταση στους υπόλοιπους κλάδους και τόπους της βαμβακοβιομηχανίας της Αγγλίας και της Σκοτίας έχει πραγματοποιηθεί με την ίδια, κατά προσέγγιση, αναλογία, τότε χρειάζεται κανείς μια γερή δόση ριζικής θρασύτητας για να εξηγήσει τη σημερινή απόλυτη στασιμότητα των πωλήσεων του βαμβακερού νήματος και υφάσματος από την υποκατανάλωση των αγγλικών μαζών και όχι από την υπερπαραγωγή των Αγγλων βαμβακοβιομηχάνων1.

Φτάνει πια. Δεν αντιπαρατίθεται κανείς με ανθρώπους, οι οποίοι έχουν τέτοια άγνοια για την οικονομία, ώστε να περνούν τη βιβλιαγορά της Λιψίας για μια αγορά με την έννοια της σύγχρονης βιομηχανίας. Γι' αυτό το λόγο, απλώς διαπιστώνουμε ότι, ο κύριος Ντίρινγκ, από κει και πέρα, δεν έχει να μας πει τίποτα περισσότερο για τις κρίσεις παρά ότι δεν πρόκειται για τίποτ' άλλο «από ένα συνηθισμένο παιχνίδι ανάμεσα στην υπερένταση και την ύφεση», ότι η υπερκερδοσκοπία «δεν προέρχεται μόνο από την ασχεδίαστη συσσώρευση των ιδιωτικών επιχειρήσεων», αλλά ότι «και η βιασύνη των μεμονωμένων επιχειρηματιών, καθώς και η έλλειψη ιδιωτικής περίσκεψης πρέπει να συμπεριληφθούν στις αιτίες εμφάνισης της υπερπροσφοράς».

Και ποια είναι πάλι η «αιτία εμφάνισης» της βιασύνης και της έλλειψης ιδιωτικής περίσκεψης; Φυσικά, η ίδια έλλειψη σχεδιασμού της καπιταλιστικής παραγωγής, που φαίνεται στην ασχεδίαστη συσσώρευση των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Να μεταφέρεις ένα οικονομικό γεγονός σε μια ηθική μορφή για την ανακάλυψη μιας νέας αιτίας, δεν είναι κι αυτό πολύ-πολύ «βιαστικό».

Ας αφήσουμε, όμως, τις κρίσεις. Αφού, στο προηγούμενο κεφάλαιο, αποδείξαμε ότι προκαλούνται αναγκαστικά από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και ποια σημασία έχουν σαν κρίσεις του ίδιου αυτού τρόπου παραγωγής, καθώς και σαν μέσο εξαναγκασμού της κοινωνικής ανατροπής, δε χρειάζεται να προσθέσουμε ούτε μία λέξη ενάντια στις επιπολαιότητες του κυρίου Ντίρινγκ σχετικά με το θέμα αυτό. Ας περάσουμε στα θετικά δημιουργήματά του, στο «φυσικό σύστημα της κοινωνίας».

Αυτό το σύστημα, που φτιάχτηκε σε μια «καθολική αρχή της δικαιοσύνης», δηλαδή απαλλαγμένο από το να λαμβάνονται υπόψη τα ενοχλητικά υλικά γεγονότα, αποτελείται από μια ομοσπονδία οικονομικών κομμουνών, ανάμεσα στις οποίες υπάρχει «ελεύθερη διακίνηση και αναγκαιότητα στην αποδοχή νέων μελών σύμφωνα με συγκεκριμένους νόμους και κανόνες διοίκησης».

Αυτή η ίδια η οικονομική κομμούνα είναι, πάνω απ' όλα, «ένας περιεκτικός σχηματισμός ιστορικής εμβέλειας» και ξεπερνάει κατά πολύ τις «παραπλανητικές μεσοβέζικες» τοποθετήσεις, π.χ., ενός κάποιου Μαρξ. Σημαίνει «μια κοινότητα προσώπων, τα οποία είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους μέσω του δημόσιου δικαιώματός τους να διαθέτουν μια έκταση εδάφους, καθώς και μια ομάδα μονάδων παραγωγής για κοινή δραστηριότητα και κοινή συμμετοχή στα έσοδα». Το δημόσιο δικαίωμα είναι «ένα δικαίωμα πάνω στα πράγματα... με την έννοια μιας καθαρά δημοσιολογικής σχέσης προς τη φύση και τους θεσμούς παραγωγής».

Για το τι σημαίνει πάλι αυτό, ας σπάνε το κεφάλι τους γι' αυτό οι μελλοντικοί νομικοί της οικονομικής κομμούνας. Εμείς παραιτούμαστε από κάθε προσπάθεια. Μαθαίνουμε μόνο ότι η κομμούνα αυτή δεν είναι καθόλου παρόμοια με τη «συνεταιριστική ιδιοκτησία των εργατικών κοινοτήτων», που δε θα απόκλειαν τον αμοιβαίο ανταγωνισμό και ακόμα και την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας.

Απορρίπτεται μετά ότι η ιδέα μιας «συνολικής ιδιοκτησίας», όπως τη βρίσκουμε και στον Μαρξ, είναι τάχα «τουλάχιστον ασαφής και αμφισβητήσιμη, διότι αυτή η αντίληψη για το μέλλον δημιουργεί πάντα την εντύπωση ότι δε σημαίνει τίποτε άλλο εκτός από μια συνεταιριστική ιδιοκτησία των εργατικών ομάδων».

Εδώ πάλι έχουμε άλλο ένα από τα πολλά τόσο συνηθισμένα στον κύριο Ντίρινγκ «πονηρά τεχνάσματα» της παρεμβολής, «για τη χυδαία ιδιότητα των οποίων (όπως λέει ο ίδιος) μόνο θα ταίριαζε καλά η χυδαία λέξη "βρόμικη" (schnoddrig)». Κι αυτό είναι ένα εξίσου αστήριχτο ψέμα, όπως και η άλλη επινόηση του κυρίου Ντίρινγκ ότι η συνολική ιδιοκτησία στον Μαρξ είναι τάχα «μια ατομική και, ταυτόχρονα, κοινωνική ιδιοκτησία». Εν πάση περιπτώσει, το εξής φαίνεται σαφές: Το δημοσιολογικό δικαίωμα μιας οικονομικής κομμούνας πάνω στα μέσα εργασίας είναι ένα αποκλειστικό δικαίωμα ιδιοκτησίας τουλάχιστον απέναντι σε κάθε άλλη οικονομική κομμούνα, καθώς επίσης απέναντι στην κοινωνία και το κράτος.

Ομως, δεν πρέπει να έχει τη δύναμη «να βάζει φραγμούς... προς τα έξω, διότι, ανάμεσα στις διάφορες οικονομικές κομμούνες, υπάρχει ελεύθερη διακίνηση και η αναγκαιότητα υποδοχής νέων μελών σύμφωνα με συγκεκριμένους νόμους και κανόνες διοίκησης... όπως είναι σήμερα.... να ανήκει σ' ένα πολιτικό σχηματισμό, ή να συμμετέχει στις οικονομικές κοινοτικές αρμοδιότητες».

Επομένως, θα υπάρχουν πλούσιες και φτωχές οικονομικές κομμούνες και η αντιστάθμιση πραγματοποιείται με τη συρροή του πληθυσμού προς τις πλούσιες και την αναχώρησή του από τις φτωχές κομμούνες. Ο κύριος Ντίρινγκ, επομένως, θέλει να παραμερίσει τον ανταγωνισμό στα προϊόντα ανάμεσα στις ξεχωριστές κομμούνες με τη διοργάνωση του εμπορίου σε εθνικό επίπεδο, αλλά αφήνει να συνεχίζεται ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους παραγωγούς. Τα πράγματα αφαιρούνται από τον ανταγωνισμό, οι άνθρωποι, όμως, εξακολουθούν να υποτάσσονται σ' αυτόν. Στο μεταξύ, δεν έχουμε καθόλου ξεκαθαρίσει τα πράγματα σχετικά με το «δημοσιολογικό δικαίωμα».

Δύο σελίδες παρακάτω, ο κύριος Ντίρινγκ μας εξηγεί:

Η εμπορική κομμούνα φτάνει «πρώτα μέχρι εκεί, όπου φτάνει και εκείνος ο πολιτικός-κοινωνικός χώρος, μέσα στον οποίο οι ανήκοντες σ' αυτήν άνθρωποι συγκροτούνται σ' ένα ενιαίο νομικό υποκείμενο και, με την ιδιότητα αυτή, έχουν στη διάθεσή τους όλο το έδαφος, τις κατοικίες και τις εγκαταστάσεις παραγωγής».

Επομένως, δεν είναι, τελικά, η ξεχωριστή κομμούνα, η οποία έχει το δικαίωμα διάθεσης, αλλά όλο το έθνος. Το «δημόσιο δικαίωμα», το «δικαίωμα στα πράγματα», η «δημοσιολογική σχέση προς τη φύση» κ.λπ. δεν είναι, δηλαδή, απλώς «τουλάχιστον ασαφή και αμφισβητήσιμα», αλλά βρίσκονται σε άμεση αντίφαση με τον εαυτό τους. Είναι πράγματι, τουλάχιστο στο βαθμό που η κάθε ξεχωριστή οικονομική κοινότητα είναι επίσης νομικό πρόσωπο, μια «ατομική και κοινωνική ιδιοκτησία ταυτόχρονα» και αυτή η τελευταία «κεφαλαιώδης και ερμαφρόδιτη μορφή» συναντιέται γι' αυτό το λόγο πάλι μονάχα στον ίδιο τον κύριο Ντίρινγκ.

Οπωσδήποτε, η οικονομική κομμούνα έχει στη διάθεσή της τα μέσα εργασίας για την παραγωγή. Πώς γίνεται, όμως, αυτή η παραγωγή; Σύμφωνα με όσα μάθαμε από τον κύριο Ντίρινγκ, γίνεται εντελώς με τον παλαιό τρόπο. Μόνο που, στη θέση του καπιταλιστή, μπαίνει η κομμούνα. Το πολύ μαθαίνουμε ότι η επιλογή επαγγέλματος γίνεται τώρα ελεύθερη για τον καθένα ξεχωριστά και ότι υπάρχει μια ίση υποχρέωση σ' ό,τι αφορά την εργασία.

Η βασική μορφή όλης της μέχρι τώρα παραγωγής είναι ο καταμερισμός εργασίας, αφ' ενός μέσα στην κοινωνία, αφ' ετέρου μέσα σε κάθε ξεχωριστή μονάδα παραγωγής. Ποια είναι η σχέση της «κοινωνικότητας» του Ντίρινγκ ως προς τον καταμερισμό εργασίας; Ο πρώτος μεγάλος κοινωνικός καταμερισμός εργασίας είναι ο χωρισμός της πόλης με την ύπαιθρο.

Αυτός ο ανταγωνισμός, σύμφωνα με τον κύριο Ντίρινγκ, «είναι από τη (ρύση των πραγμάτων) αναπόφευκτος». Αλλά «είναι, ούτως ή άλλως, ριψοκίνδυνο να φαντάζεται κανείς το χάσμα ανάμεσα στη γεωργία και τη βιομηχανία... σαν αγεφύρωτο. Πράγματι, ήδη υπάρχει σε κάποιο βαθμό μια σταθερότητα στη μεταβίβαση από τον ένα στον άλλο κλάδο, που υπόσχεται να αυξηθεί ακόμα αισθητά στο μέλλον». Ηδη τώρα δύο βιομηχανίες έχουν παρεμβληθεί στη γεωργία και την αγροτική επιχείρηση: «Πρώτα-πρώτα, τα οινοπνευματοποιεία και, δεύτερο, η παρασκευή ζάχαρης από τεύτλα... η παραγωγή οινοπνεύματος είναι τόσο σημαντική, ώστε ευκολότερο είναι να την υποτιμήσει παρά να την υπερτιμήσει κανείς». Και «αν ήταν δυνατόν να σχηματιζόταν ένας μεγαλύτερος κύκλος βιομηχανιών σαν συνέπεια κάποιων οποιωνδήποτε ανακαλύψεων με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπήρχε η ανάγκη να τοποθετηθεί η επιχείρηση σ' όλη τη χώρα και να συνδεθεί άμεσα με την παραγωγή των πρώτων υλών», τότε θα εξασθενούσε η αντίθεση πόλης - υπαίθρου και «θα αποκτούνταν η πιο εκτενής βάση για την ανάπτυξη του πολιτισμού». Στο μεταξύ, «κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να συζητιόταν επίσης μέσω ενός άλλου δρόμου. Εκτός από τις τεχνικές ανάγκες, οι κοινωνικές ανάγκες κερδίζουν όλο και περισσότερη σημασία και, αν οι τελευταίες γίνουν κριτήριο για τις ομαδοποιήσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, δε θα είναι πια δυνατό να παραμεληθούν εκείνα τα πλεονεκτήματα, τα οποία προκύπτουν από μια συστηματικά στενή σύνδεση των εργασιών της υπαίθρου με τις δραστηριότητες τεχνικών αλλαγών».

Στην οικονομική κομμούνα, σημασία έχουν ακριβώς οι κοινωνικές ανάγκες και, έτσι, θα σπεύσει να ιδιοποιηθεί πλήρως τα προαναφερόμενα πλεονεκτήματα της ένωσης της γεωργίας με τη βιομηχανία; Ο κύριος Ντίρινγκ δε θα παραλείψει να μας ανακοινώσει ευρύτατα, τις «πιο ακριβείς του απόψεις» σχετικά με τη στάση της οικονομικής κομμούνας στο ζήτημα αυτό. Ο αναγνώστης, που θα πίστευε κάτι τέτοιο, είναι γελασμένος. Το μόνο που έχει να μας πει ο κύριος Ντίρινγκ σχετικά με την αντίθεση πόλης - υπαίθρου στο παρόν και το μέλλον, είναι οι παραπάνω ισχνές, αμήχανες κοινοτοπίες, που γυρίζουν πάλι σε κύκλους στο χώρο ισχύος του πρακτικού δικαίου, όπου φτιάχνουν οινοπνευματώδη ποτά και κάνουν ζάχαρη από τεύτλα. Ας περάσουμε, τώρα, λεπτομερώς στον καταμερισμό εργασίας. Εδώ, ο κύριος Ντίρινγκ είναι ήδη κάπως πιο «ακριβής». Μιλάει για «ένα πρόσωπο, που πρέπει να ασχοληθεί αποκλειστικά με ένα είδος δραστηριότητας». Αν πρόκειται για την εισαγωγή ενός νέου κλάδου παραγωγής, τότε το ερώτημα είναι, απλώς, αν θα μπορούσε κανείς να δημιουργήσει, τρόπον τινά, έναν ορισμένο αριθμό υπάρξεων, που πρέπει να αφοσιωθούν στην παραγωγή ενός εμπορεύματος και με την κατανάλωση (!), που έχουν ανάγκη. Ενας οποιοσδήποτε κλάδος παραγωγής «δε θα απασχολήσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού» από το κοινωνικό σύνολο. Και, μέσα στο κοινωνικό σύνολο, υπάρχουν «οικονομικά είδη ανθρώπων, που ξεχωρίζουν στον τρόπο ζωής τους».

Δίπλα στις ικανότητες, παίζει ρόλο και η προσωπική έφεση: «Το ερέθισμα να προχωρήσει κανείς σε δραστηριότητες, που απαιτούν περισσότερες ικανότητες και προκαταρκτική μόρφωση, θα στηριζόταν αποκλειστικά στην κλίση για μια συγκεκριμένη ασχολία, καθώς και στη χαρά της άσκησης εκείνου και κανενός άλλου πράγματος» (Ασκηση ενός πράγματος!).

Ετσι, όμως, παρακινείται το κοινωνικό σύνολο στην άμιλλα και «η ίδια η παραγωγή θα αποκτήσει ενδιαφέρον και η αμβλυντική ενασχόληση, που το κοινωνικό σύνολο αξιολογεί μόνο σαν μέσο, προς το σκοπό του κέρδους, θα πάψει πια να βάζει τη σφραγίδα της στις καταστάσεις».

Σε κάθε κοινωνία με φυσική ανάπτυξη της παραγωγής - και η σημερινή είναι μια τέτοια κοινωνία - οι παραγωγοί δεν κυριαρχούν στα μέσα παραγωγής, αλλά τα μέσα παραγωγής κυριαρχούν πάνω στους παραγωγούς. Σε μια τέτοια κοινωνία, ο κάθε νέος μοχλός της παραγωγής μετατρέπεται αναγκαστικά σ' ένα νέο μέσο υποδούλωσης των παραγωγών κάτω από το ζυγό των μέσων παραγωγής. Αυτό ισχύει, προπαντός, για κείνο το μοχλό της παραγωγής που, μέχρι τον ερχομό της μεγάλης βιομηχανίας, ήταν ο κατά πολύ ισχυρότερος: τον καταμερισμό εργασίας. Ο πρώτος μεγάλος καταμερισμός εργασίας κιόλας, ο χωρισμός της πόλης από την ύπαιθρο, καταδίκασε τον πληθυσμό της υπαίθρου σε μια αποβλάκωση χιλιάδων χρόνων και τις πόλεις στην υποδούλωση του καθενός κάτω από το ζυγό της μεμονωμένης χειροτεχνίας. Κατάστρεψε τη βάση για την πνευματική ανάπτυξη των μεν και τη σωματική ανάπτυξη των δε. Οπως ο χωρικός ιδιοποιείται τη γη και ο κάτοικος της πόλης τη χειροτεχνία του, έτσι και η γη ιδιοποιείται το χωρικό και η χειροτεχνία το χειροτέχνη. Με τον καταμερισμό εργασίας, καταμερίζεται και ο άνθρωπος. Ολες οι υπόλοιπες σωματικές και πνευματικές ικανότητες θυσιάζονται στο βωμό μιας και μοναδικής δραστηριότητας. Η φθορά αυτή του ανθρώπου μεγαλώνει στον ίδιο βαθμό με τον καταμερισμό εργασίας, ο οποίος βρίσκει το αποκορύφωμά του στη μανιφακτούρα. Η μανιφακτούρα διαιρεί τη χειροτεχνία στις επιμέρους ξεχωριστές λειτουργίες της, αναθέτει την καθεμιά ξεχωριστή λειτουργία σ' ένα μεμονωμένο εργάτη σαν επάγγελμα ζωής. Ετσι, τον αλυσοδένει εφ' όρου ζωής σε μια συγκεκριμένη μερική λειτουργία και σ' ένα συγκεκριμένο εργαλείο εργασίας.

«Σακατεύει τον εργάτη και τον κάνει ανώμαλο, προωθώντας, σαν σε θερμοκήπιο, μια συγκεκριμένη δεξιοτεχνία του και καταπιέζοντας έναν κόσμο από παραγωγικές ορμές και κλίσεις... Το ίδιο το άτομο καταμερίζεται και μετατρέπεται σε αυτόματο εξάρτημα μιας μερικής εργασίας» (Μαρξ).

Ενα εξάρτημα που, σε πολλές περιπτώσεις, φτάνει στην τελειότητά του μόνο με τον κυριολεκτικό, σωματικό και πνευματικό ακρωτηριασμό του εργάτη. Οι μηχανές της μεγάλης βιομηχανίας υποβαθμίζουν τον εργάτη από τη μηχανή που ήταν σε απλό εξάρτημα μιας μηχανής.

«Η εφ' όρου ζωής ειδικότητα να χειρίζεται ένα μερικό εργαλείο γίνεται εφ' όρου ζωής ειδικότητα να χειρίζεται μέρος μιας μηχανής. Κάνουν κατάχρηση των μηχανών για να μετατρέψουν τον ίδιο τον εργάτη από την παιδική του ηλικία σε μέρος μιας μερικής μηχανής» (Μαρξ).

Δεν υποδουλώνονται μόνο οι εργάτες, αλλά και οι τάξεις που εκμεταλλεύονται τους εργάτες άμεσα ή έμμεσα μέσω του καταμερισμού της εργασίας υποδουλώνονται κάτω από το εργαλείο της δραστηριότητάς τους: Ο πνευματικά στείρος αστός κάτω από το δικό του κεφάλαιο και τη δική του μανία για κέρδος, ο νομικός κάτω από τις αποστεωμένες αντιλήψεις του δικαίου, που κυριαρχούν πάνω του σαν μια ανεξάρτητη δύναμη. Οι «μορφωμένες τάξεις», ούτως ή άλλως, κάτω από τις πολλές και ποίκιλες τοπικές στενότητες και μονομέρειες, κάτω από τη δική τους σωματική και πνευματική μυωπία, κάτω από τον ακρωτηριασμό εξαιτίας μιας εκπαίδευσης προσανατολισμένης μόνο σε μία ειδικότητα, καθώς και εξαιτίας της ισόβιας δέσμευσής τους στην ίδια αυτή την ειδικότητα - ακόμα και τότε, όταν η ειδικότητα αυτή δεν είναι τίποτα παρά, απλούστατα, η πλήρης απραξία.

Οι ουτοπιστές είχαν ήδη πλήρη αντίληψη σ' ό,τι αφορά τις επιπτώσεις του καταμερισμού εργασίας, για την απαθλίωση του εργάτη, αφ' ενός, και την κατάπτακτη της ίδιας της εργασίας, αφ' ετέρου, η οποία περιορίζεται στην εφ' όρου ζωής, ομοιόμορφη, μηχανική επανάληψη μιας και μοναδικής πράξης. Ο Φουριέ (Fourier) και ο Οουεν (Owen) απαιτούν, ούτως ή άλλως, την άρση της αντίθεσης πόλης - υπαίθρου σαν πρώτη και βασική προϋπόθεση για την άρση του παλαιού καταμερισμού εργασίας. Σύμφωνα και με τους δυο, ο πληθυσμός πρέπει να καταμεριστεί σ' όλη τη χώρα σε ομάδες των χιλίων εξακοσίων έως τριών χιλιάδων. Η κάθε ομάδα κατοικεί στο κέντρο της εδαφικής της περιοχής σε ένα τεράστιο παλάτι με κοινό νοικοκυριό. Ο Φουριέ (Fourier), βέβαια, μιλάει, εδώ κι εκεί, για πόλεις, αλλά αυτές πάλι αποτελούνται οι ίδιες μόνο από τέσσερα ή πέντε τέτοια παλάτια, το ένα κοντά στο άλλο. Σύμφωνα και με τους δυο, το κάθε μέρος της κοινωνίας συμμετέχει και στη γεωργία και στη βιομηχανία. Κατά τον Φουριέ (Fourier), τον κύριο ρόλο στην τελευταία παίζουν η χειροτεχνία και η μανιφακτούρα, κατά τον Οουεν (Owen), αντίθετα, ήδη η μεγάλη βιομηχανία, και ζητάει ήδη την εισαγωγή του ατμού και των μηχανών στις οικιακές εργασίες. Ομως, και μέσα στα πλαίσια της γεωργίας, όπως και της βιομηχανίας, οι δυο τους απαιτούν τη μεγαλύτερη δυνατή εναλλαγή ενασχόλησης του καθενός ξεχωριστά και αντίστοιχα, την εκπαίδευση της νεολαίας για μια όσο το δυνατό πολύπλευρη τεχνική δραστηριότητα. Σύμφωνα και με τους δυο, ο άνθρωπος πρέπει να αναπτύσσεται καθολικά μέσω της καθολικής πρακτικής απασχόλησης και η εργασία πρέπει να αποκτήσει ξανά τη γοητεία της έλξης, που την έχει χάσει με τον καταμερισμό, πρώτα μ' αυτή την εναλλαγή και την αντίστοιχη μικρή διάρκεια της «ενασχόλησης» - για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Φουριέ2 - με κάθε επιμέρους εργασία. Και οι δυο έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τον τρόπο σκέψης των εκμεταλλευτριών τάξεων, που τον κληρονόμησε ο κύριος Ντίρινγκ, σύμφωνα με τον οποίο η αντίθεση πόλης - υπαίθρου είναι από τη φύση των πραγμάτων αναπόφευκτη και είναι ένας τρόπος σκέψης εγκλωβισμένος στη στενοκέφαλη αντίληψη ότι μερικές «υπάρξεις» πρέπει τάχα, κάτω από όλες τις συνθήκες, να είναι καταδικασμένες στην παραγωγή ενός μόνο αγαθού και ο οποίος θέλει να διαιωνίσει τις «οικονομικές παραλλαγές», τις διαφορετικές ανάλογα με τον τρόπο ζωής τους, των ανθρώπων που χαίρονται με την άσκηση ακριβώς αυτού και μόνο του πράγματος, που έχουν καταπέσει, δηλαδή, τόσο πολύ, ώστε να χαίρονται με τη δική τους υποδούλωση και με το γεγονός ότι έγιναν μονόπλευροι. Απέναντι στις βασικές σκέψεις ακόμα και των πιο τρελών και τολμηρών φαντασιών του «ηλίθιου» Φουριέ (Fourier), απέναντι ακόμα στις πιο πενιχρές ιδέες του «άξεστου, άτονου και πενιχρού» Οουεν (Owen), βρίσκεται ο κύριος Ντίρινγκ σαν ένας αναιδής νάνος, ακόμα εντελώς δούλος του καταμερισμού εργασίας.

Η κοινωνία, κάνοντας τον εαυτό της κυρίαρχο σ' όλα τα μέσα παραγωγής για να τα χρησιμοποιεί κοινωνικά σχεδιασμένα, εξαφανίζει τη μέχρι τώρα υποδούλωση των ανθρώπων στα δικά τους μέσα παραγωγής. Είναι αυτονόητο ότι η κοινωνία δεν μπορεί να απελευθερώσει τον εαυτό της χωρίς να απελευθερωθεί ο καθένας ξεχωριστά. Επομένως, ο παλαιός τρόπος παραγωγής πρέπει να ανατραπεί εκ θεμελίων και ιδίως ο παλαιός καταμερισμός εργασίας πρέπει να εξαφανιστεί. Στη θέση του, πρέπει να μπει μια οργάνωση της παραγωγής, στην οποία, αφ' ενός, κανένας να μην μπορεί να φορτώσει σ' άλλους το δικό του μερίδιο στην παραγωγική εργασία, αυτή τη φυσική προϋπόθεση της ανθρώπινης ύπαρξης, και στην οποία, αφ' ετέρου, η παραγωγική εργασία γίνεται, αντί για μέσο της υποδούλωσης, μέσο της απελευθέρωσης των ανθρώπων, δίνοντας στον καθένα την ευκαιρία να αναπτύξει και να δραστηριοποιήσει όλες τις ικανότητές του, σωματικές και πνευματικές, σ' όλες τις κατευθύνσεις, ώστε η εργασία από βάρος που ήταν πριν, να γίνει απόλαυση. Σήμερα, αυτό δεν είναι πια φαντασία, δεν είναι πια ευσεβής πόθος. Με τη σημερινή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ήδη αρκεί εκείνη η αύξηση της παραγωγής, η οποία είναι δοσμένη από το γεγονός της κοινωνικοποίησης των ίδιων των παραγωγικών δυνάμεων, αρκεί ο παραμερισμός των εμποδίων και των διαταραχών που πηγάζουν από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, αρκεί ο παραμερισμός της διασπάθισης των προϊόντων και των μέσων παραγωγής, για να μειωθεί ο χρόνος εργασίας σ' ένα ελάχιστο όριο, σύμφωνα με τις τωρινές αντιλήψεις, και με τη γενική συμμετοχή στην εργασία. Ούτε η άρση του παλαιού καταμερισμού εργασίας δεν είναι καθόλου ένα αίτημα, το οποίο θα μπορούσε να εκπληρωθεί μόνο εις βάρος της παραγωγικότητας της εργασίας. Αντίθετα, μάλιστα. Η μεγάλη βιομηχανία τον έκανε προϋπόθεση της ίδιας της παραγωγής.

«Η δραστηριότητα των μηχανών αναιρεί την αναγκαιότητα να συνδεθεί ο καταμερισμός των ομάδων εργατών με τις διάφορες μηχανές, όπως γινόταν στις μανιφακτούρες, με τη συνεχή προσκόλληση του ίδιου εργάτη στην ίδια λειτουργία. Επειδή η όλη κίνηση του εργοστασίου δεν ξεκινάει από τον εργάτη, αλλά από τη μηχανή, μπορεί να πραγματοποιηθεί μια συνεχής εναλλαγή προσώπων χωρίς διακοπή της εργασιακής διαδικασίας... Και, τέλος, η ταχύτητα με την οποία η εργασία στη μηχανή μαθαίνεται στη νεανική ηλικία παραμερίζει επίσης την αναγκαιότητα να εκπαιδεύεται μια ειδική κατηγορία εργατών αποκλειστικά για να γίνουν εργάτες μηχανών».

Ομως, ενώ ο καπιταλιστικός τρόπος χρησιμοποίησης των μηχανών είναι αναγκασμένος να συνεχίσει τον παλαιό καταμερισμό της εργασίας με τις αποστεωμένες ιδιαιτερότητές του, παρ' όλο που αυτός έχει γίνει τεχνικά περιττός, οι ίδιες οι μηχανές επαναστατούν ενάντια σ' αυτό τον αναχρονισμό. Η τεχνική βάση της μεγάλης βιομηχανίας είναι επαναστατική.

«Με τις μηχανές, τις χημικές διαδικασίες και άλλες μεθόδους, ανατρέπει σταθερά σαν οδοστρωτήρας, με την τεχνική βάση της παραγωγής, τις λειτουργίες των εργατών, καθώς και τους κοινωνικούς συνδυασμούς της εργασιακής διαδικασίας. Μ' αυτό τον τρόπο, επαναστατικοποιεί το ίδιο σταθερά τον καταμερισμό της εργασίας στα εσωτερικά της κοινωνίας και πετάει αδιάκοπα μάζες κεφαλαίου και μάζες εργατών από τον έναν κλάδο παραγωγής στον άλλο. Γι' αυτό το λόγο, η φύση της μεγάλης βιομηχανίας υπαγορεύει εναλλαγή της εργασίας, αστάθεια της λειτουργίας, κινητικότητα του εργάτη σ' όλες τις κατευθύνσεις... Είδαμε πως αυτή η απόλυτη αντίφαση... ξεθυμαίνει στην αδιάκοπη θυσία της εργατικής τάξης, στην αμέτρητη διασπάθιση των εργατικών δυνάμεων, καθώς και στις καταστροφές της κοινωνικής αναρχίας. Αυτή είναι η αρνητική πλευρά. Ενώ, όμως, τώρα η εναλλαγή της εργασίας επιβάλλεται μόνο σαν πανίσχυρος νόμος της φύσης και με την τυφλή καταστροφική λειτουργία του νόμου της φύσης, ο οποίος σκοντάφτει παντού σε εμπόδια, η μεγάλη βιομηχανία, με τις ίδιες τις καταστροφές της, κάνει ζήτημα ζωής και θανάτου την αναγνώριση της εναλλαγής των εργασιών και, γι' αυτό, της όσο το δυνατό μεγαλύτερης πολυμέρειας του εργάτη σαν γενικού κοινωνικού νόμου της παραγωγής και την προσαρμογή των σχέσεων στην κανονική πραγματοποίηση του νόμου αυτού. Κάνει ζήτημα ζωής και θανάτου την αντικατάσταση του εκτρώματος ενός άθλιου εργατικού πληθυσμού - διαθέσιμου και εφεδρικού για τη μεταβαλλόμενη εκμεταλλευτική ανάγκη του κεφαλαίου - από την απόλυτη διαθεσιμότητα του ανθρώπου για μεταβαλλόμενες εργασιακές απαιτήσεις. Την αντικατάσταση του μερικού ατόμου, του απλού φορέα μιας επιμέρους κοινωνικής λειτουργίας, από το ολοκληρωμένα αναπτυγμένο άτομο, για το οποίο οι διάφορες κοινωνικές λειτουργίες είναι διαδοχικοί τρόποι δραστηριοποίησης» (Μαρξ, Κεφάλαιο).

Η μεγάλη βιομηχανία, διδάσκοντάς μας να μετατρέπουμε, για τεχνικούς σκοπούς, τη μοριακή κίνηση, που, λίγο - πολύ, μπορούμε να τη δημιουργήσουμε παντού, σε μαζική κίνηση, απελευθέρωσε σε σημαντικό βαθμό τη βιομηχανική παραγωγή από τους τοπικούς φραγμούς της. Η δύναμη του νερού είναι τοπική, η δύναμη του ατμού είναι ελεύθερη. Ενώ η δύναμη του νερού είναι αναγκαστικά της υπαίθρου, η δύναμη του ατμού δεν είναι καθόλου αναγκαστικά της πόλης. Η καπιταλιστική της χρήση τη συγκεντρώνει, ως επί το πλείστον, στις πόλεις και μετατρέπει τα χωριά εργοστασίων σε πόλεις εργοστασίων. Μ' αυτό τον τρόπο, όμως, υπονομεύει ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για την ίδια τη λειτουργία της. Πρώτη απαίτηση της ατμομηχανής και κύρια απαίτηση σχεδόν όλων των κλάδων της μεγάλης βιομηχανίας είναι το σχετικά καθαρό νερό. Ομως, η εργοστασιούπολη μετατρέπει όλο το νερό σε δύσοσμα βρομόνερα. Επομένως, όσο η συγκέντρωση στις πόλεις αποτελεί βασική προϋπόθεση της καπιταλιστικής παραγωγής τόσο ο κάθε ξεχωριστός βιομήχανος καπιταλιστής επιδιώκει συνεχώς να φύγει από τις μεγάλες πόλεις, που τις δημιούργησε ο ίδιος αναγκαστικά, και να στραφεί με την επιχείρησή του στην ύπαιθρο. Μπορούμε να μελετήσουμε αυτή τη διαδικασία λεπτομερώς στις περιοχές της κλωστοϋφαντουργικής βιομηχανίας του Λάνκασαϊρ (Lancashire) και του Γιόρκσαϊρ (Yorkshire). Η καπιταλιστική μεγάλη βιομηχανία δημιουργεί εκεί συνεχώς καινούργιες μεγαλουπόλεις, επειδή συνεχώς καταφεύγει από την πόλη στην ύπαιθρο. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει στις περιοχές της βιομηχανίας μετάλλου, όπου εν μέρει άλλες αιτίες παράγουν τις ίδιες επιπτώσεις.

Για άλλη μια φορά, μόνο η αναίρεση του καπιταλιστικού χαρακτήρα της μπορεί να αναιρέσει αυτό τον καινούργιο φαύλο κύκλο, αυτή την αντίφαση της σύγχρονης βιομηχανίας, που συνεχώς επανέρχεται. Μόνο μια κοινωνία, που βάζει σε αρμονική κίνηση μεταξύ τους τις παραγωγικές δυνάμεις της μ' ένα μοναδικό μεγάλο σχέδιο, μπορεί να επιτρέψει στη βιομηχανία να εγκατασταθεί σ' όλη τη χώρα διασκορπισμένη με τον τρόπο που ταιριάζει πιο καλά με τη δική της ανάπτυξη και τη διατήρηση - και ανάπτυξη αντίστοιχα των υπόλοιπων στοιχείων της παραγωγής. Η άρση της αντίθεσης πόλης - υπαίθρου δεν είναι μονάχα δυνατή σύμφωνα μ' αυτό. Είναι μια άμεση αναγκαιότητα της ίδιας της βιομηχανικής παραγωγής, όπως έχει γίνει επίσης μια αναγκαιότητα της αγροτικής παραγωγής και, επιπλέον, της δημόσιας περίθαλψης. Μόνο με τη συγχώνευση της πόλης και της υπαίθρου μπορεί να ξεπεραστεί η σημερινή δηλητηρίαση του αέρα, των υδάτων και του εδάφους. Μόνο έτσι μπορούν να φτάσουν οι μάζες, που μαραίνονται στις πόλεις, στο σημείο να χρησιμοποιείται η κοπριά τους για την καλλιέργεια φυτών αντί για την καλλιέργεια ασθενειών.

Η καπιταλιστική βιομηχανία έχει ήδη σχετικά ανεξαρτητοποιηθεί από τους τοπικούς φραγμούς των τόπων παραγωγής των πρώτων υλών τους. Η κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία επεξεργάζεται πρώτες ύλες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει εισαχθεί από το εξωτερικό.

Στην Αγγλία και τη Γερμανία, επεξεργάζονται ισπανικά σιδηρομεταλλεύματα, στην Αγγλία επεξεργάζονται ισπανικά και νοτιοαμερικάνικα χαλκομεταλλεύματα. Η κάθε περιοχή άνθρακα εφοδιάζει με καύσιμα, πολύ πέρα από τα σύνορά της, μια βιομηχανική περιοχή που αναπτύσσεται χρόνο με το χρόνο. Σ' όλες τις ακτές της Ευρώπης, κινούνται ατμομηχανές με αγγλικό, και, εδώ κι εκεί, γερμανικό και βελγικό κάρβουνο. Η κοινωνία που θα έχει απελευθερωθεί από τους φραγμούς της καπιταλιστικής παραγωγής μπορεί να προχωρήσει πολύ περισσότερο ακόμη. Δημιουργώντας ένα γένος ολόπλευρα καταρτισμένων παραγωγών, οι οποίοι καταλαβαίνουν τις επιστημονικές βάσεις όλης της βιομηχανικής παραγωγής και που ο καθένας τους έχει ζήσει στην πράξη από την αρχή ως το τέλος μια ολόκληρη σειρά κλάδων παραγωγής, δημιουργεί μια καινούργια παραγωγική δύναμη, η οποία αντισταθμίζει με το παραπάνω τη μεταφορική εργασία των πρώτων υλών ή των καυσίμων, που προμηθεύονται από μεγαλύτερες αποστάσεις. Η άρση του χωρισμού πόλης - υπαίθρου, επομένως, δεν είναι ουτοπία, ούτε σύμφωνα με την άποψη ότι έχει σαν προϋπόθεση τον όσο το δυνατό πιο ισομερή καταμερισμό της μεγάλης βιομηχανίας σ' όλη τη χώρα. Ο πολιτισμός, βεβαίως, μας άφησε στις μεγάλες πόλεις μια κληρονομιά, ο παραμερισμός του οποίου θα απαιτήσει πολύ χρόνο και κόπο. Πρέπει, ωστόσο, να παραμεριστεί και θα παραμεριστεί κι ας πρόκειται για μια μακρόχρονη διαδικασία. Οποια κι αν είναι η τύχη του γερμανικού Ράιχ και του πρωσικού έθνους, ο Μπίσμαρκ (Bismarck) μπορεί να κατεβεί στον τάφο του με την περήφανη συνείδηση, ότι σίγουρα θα γίνει πραγματικότητα η πρώτη του επιθυμία: η εξαφάνιση των μεγάλων πόλεων.3

Ας δούμε τώρα την παιδαριώδη αντίληψη του κυρίου Ντίρινγκ, ότι, δηλαδή, η κοινωνία μπορεί να κάνει κτήμα της το σύνολο των μέσων παραγωγής χωρίς να ανατρέψει εκ θεμελίων τον παλαιό τρόπο παραγωγής και, προπαντός, τον παλαιό καταμερισμό εργασίας. Ολα θα τακτοποιηθούν από τη στιγμή που «θα ληφθούν υπόψη οι φυσικές τάσεις και οι προσωπικές ικανότητες».

Οπως και πριν, όμως, ολόκληρες μάζες υπάρξεων θα υποδουλώνονται από την παραγωγή ενός και μόνο αγαθού, ολόκληροι «πληθυσμοί» θα απασχολούνται σ' έναν και μόνο κλάδο παραγωγής και, όπως και πριν, η ανθρωπότητα θα διαιρείται σ' έναν αριθμό από διάφορες σακατεμένες «οικονομικές παραλλαγές», όπως είναι οι «χειραμαξάδες» και οι «αρχιτέκτονες». Η κοινωνία πρέπει να γίνει κυρίαρχη των μέσων παραγωγής στο σύνολό τους, αλλά ο καθένας να μείνει σκλάβος του μέσου παραγωγής του και μόνη επιλογή που έχει είναι ποιανού μέσου παραγωγής. Ας δούμε επίσης με ποιο τρόπο ο κύριος Ντίρινγκ θεωρεί το χωρισμό πόλης - υπαίθρου «αναπόφευκτο από τη φύση των πραγμάτων» και μπορεί να ανακαλύψει μονάχα ένα μικρό παυσίπονο στους κλάδους του οινοπνευματοποιείου και της παρασκευής ζάχαρης από τεύτλα, κλάδους που ο συνδυασμός τους είναι χαρακτηριστικός για την Πρωσία. Ο κύριος Ντίρινγκ εξαρτά το διασκορπισμό της βιομηχανίας σ' όλη τη χώρα από κάποιες μελλοντικές ανακαλύψεις, καθώς και από την ανάγκη να συνδεθεί η επιχείρηση άμεσα με την εξόρυξη των πρώτων υλών - των πρώτων υλών που ήδη τώρα τις κατεργάζονται σε όλο και μεγαλύτερη απόσταση από τον τόπο προέλευσής τους! - και προσπαθεί, τελικά, να καλύψει τα νώτα του με τη διαβεβαίωση ότι οι κοινωνικές ανάγκες θα επέβαλλαν στο τέλος τη σύνδεση της γεωργίας με τη βιομηχανία ακόμα και ενάντια στις οικονομικές απόψεις, λες και θα γινόταν μ' αυτό μια οικονομική θυσία!

Βεβαίως, για να δει κανείς ότι τα επαναστατικά στοιχεία, τα οποία θα παραμερίσουν τον παλαιό καταμερισμό εργασίας μαζί με το χωρισμό πόλης - υπαίθρου και θα ανατρέψουν όλη την παραγωγή, εμπεριέχονται κιόλας σε εμβρυακή μορφή στους όρους παραγωγής της σύγχρονης μεγάλης βιομηχανίας και ότι ο σημερινός καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής τα εμποδίζει να αναπτυχθούν. Για να τα δει κανείς αυτά, χρειάζεται ένας κάπως ευρύτερος ορίζοντας από το χώρο που ισχύει το πρωσικό δίκαιο, τη χώρα, στην οποία το ρακί και η ζάχαρη από τεύτλα είναι τα πιο σημαντικά βιομηχανικά προϊόντα και που μπορεί κανείς να μελετήσει τις εμπορικές κρίσεις στην αγορά βιβλίων. Γι' αυτό, πρέπει να γνωρίζει κανείς την ιστορία και τη σημερινή πραγματικότητα της πραγματικά μεγάλης βιομηχανίας, δηλαδή της μοναδικής χώρας που είναι η πατρίδα της και όπου έχει φτάσει στην κλασική της διαμόρφωση. Τότε, δε θα του περάσει από το μυαλό να ευτελίσει το σύγχρονο επιστημονικό σοσιαλισμό και να τον κατατάξει στον ειδικά πρωσικό σοσιαλισμό του κυρίου Ντίρινγκ.@@@@@@@@@@@

ρά πολύ ότι δε θα φέρει πίσω τίποτε άλλο εκτός από την παλαιά γνωστή λεκάνη του κουρέα.@@@@@@@

Σημειώσεις:

1. Η εξήγηση των κρίσεων από την υποκατανάλωση προέρχεται από τον Σισμόντι (Sismondi), για τον οποίο είχε κάποιο νόημα ακόμα. Ο Ροντμπέρτους (Rodbertus) το πήρε από τον Σισμόντι και ο κύριος Ντίρινγκ το αντέγραψε από τον Ροντμπέρτους και το ισοπέδωσε με το συνηθισμένο τρόπο του.

2. Σαρλ Φουριέ, «Ο νέος βιομηχανικός και κοινωνιστικός κόσμος...», Κεφ ΙΙ, V και VI. Στο: Απαντα, τόμ. 6, Παρίσι, 1845, γαλλική έκδοση.

3. Ο Ενγκελς, κατά πάσα πιθανότητα, αναφέρεται εδώ στην ομιλία του Μπίσμαρκ στην Κάτω Βουλή του Πρωσικού Κοινοβουλίου στις 20 Μάρτη του 1852 (ο Μπίσμαρκ ήταν, από το 1849, βουλευτής της Κάτω Βουλής). Ο Μπίσμαρκ εξέφρασε το μίσος των Πρώσων γιούνκερς ενάντια στις μεγάλες πόλεις σαν κέντρα του επαναστατικού κινήματος και δήλωσε ότι δυσπιστούσε για τον πληθυσμό των μεγάλων πόλεων και ότι εκεί δε ζούσε ο πραγματικός πρωσικός λαός. «Ο τελευταίος, αν και εφόσον οι μεγάλες πόλεις θα ξεσηκωθούν ξανά, θα ξέρει να τις αναγκάσει να υπακούσουν, ακόμα κι αν χρειαζόταν να τις σβήσει από την επιφάνεια της γης».


 

TOP READ